Σε τροχιά αποσταθεροποίησης η Αλβανία.



Εκ πρώτης όψεως ο Αλβανός πρωθυπουργός Έντι Ράμα δεν έχει να φοβάται πολλά πράγματα. Η πρωτοβουλία της αλβανικής αντιπολίτευσης αρχικά να διοργανώσει ταραχώδη συλλαλητήρια το Σάββατο και κατόπιν να προχωρήσει στην παραίτηση όλων των βουλευτών της την Τρίτη μοιάζει περισσότερο ως κίνηση εκδραμάτισης, από μέρους ενός αποδυναμωμένου και δίχως χαρισματική ηγεσία πολιτικού χώρου, ενόψει των δημοτικών εκλογών της 30ής Ιουνίου. Αντιθέτως, ο ίδιος ο Ράμα μοιάζει να διατηρεί τον έλεγχο όλων των εμφανών και αφανών μηχανισμών στη χώρα, ενώ ο πληθυσμός μοιάζει βυθισμένος σε μια κυνική αποστασιοποίηση από την πολιτική.

Όμως το θεσμικό αδιέξοδο που προέκυψε από την παραίτηση των βουλευτών όχι μόνο του κεντροδεξιού Δημοκρατικού Κόμματος των επιγόνων του Σαλί Μπερίσα, αλλά και του προσκείμενου στον πρόεδρο της Δημοκρατίας Ιλίρ Μέτα τρίτου κόμματος, το οποίο λειτουργεί συχνά ως οδοδείκτης, είναι πραγματικό. Δεν υπάρχουν θεσμικά αντίβαρα, εφόσον στην Αλβανία δεν λειτουργεί ούτε το Συνταγματικό Δικαστήριο, ενώ το κλίμα ενόψει των νέων διαδηλώσεων της αντιπολίτευσης την Πέμπτη περιγράφεται ως εκρηκτικό.

Κυρίως δε, το παρόν αδιέξοδο ανοίγει περιθώριο παρέμβασης στον διεθνή παράγοντα, ο οποίος παίρνει ολοένα και μεγαλύτερες αποστάσεις από τον Ράμα.

Σε προηγούμενη αντίστοιχη πολιτική κρίση, οι πιέσεις ΗΠΑ και Ε.Ε. στράφηκαν προς την κατεύθυνση της αντιπολίτευσης, ώστε αυτή να αποδεχθεί τους κανόνες του δημοκρατικού παιχνιδιού προσερχόμενη σε νέες εκλογές. Σήμερα, η ρητορική της "απονομιμοποίησης” του Ράμα και του κοινοβουλίου κυριαρχεί στον λόγο του Δημοκρατικού Κόμματος, ενώ η αμερικανική πλευρά τηρεί ακόμη αινιγματική σιωπή. Η Γερμανία, πάλι, φέρεται να επιθυμεί την απομάκρυνση του Αλβανού πρωθυπουργού, διαπιστώνοντας με ανησυχία ότι αυτός δεν είναι διατεθειμένος να προωθήσει τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις που απαιτεί η ευρωπαϊκή πλευρά για την καταστολή της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος (αλλά και τη διείσδυση της ισλαμιστικής τρομοκρατίας στην ευρύτερη περιοχή), παρά επενδύει όλο του το πολιτικό κεφάλαιο στην προώθηση της οιονεί ενοποίησης Αλβανίας και Κοσόβου. 

Αν η εμπειρία της ένταξης των ανατολικών Βαλκανίων (Βουλγαρίας και Ρουμανίας) στην Ε.Ε. αξιολογείται στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ως απογοητευτική, η κατάσταση στα Δυτικά Βαλκάνια, όπου ήδη έχει γίνει το πρώτο βήμα ενσωμάτωσης στους ευρωατλαντικούς θεσμούς με την προσχώρηση Αλβανίας, Μαυροβουνίου και οσονούπω Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, μόνο ως εκρηκτική μπορεί να περιγραφεί.

Στην πραγματικότητα, η Αλβανία βιώνει την ιδιόμορφη διαπλοκή του πολιτικού της προβλήματος με το κοινωνικό και το εθνικό. Οι πρωτοφανείς για τα αλβανικά δεδομένα φοιτητικές κινητοποιήσεις όλο το προηγούμενο διάστημα, με αιχμή την αύξηση των διδάκτρων και τα φαινόμενα διαφθοράς του ακαδημαϊκού προσωπικού, εικονογραφούν χαρακτηριστικά την κατάσταση μιας νεολαίας που αισθάνεται την απουσία προοπτικής. Η πλειοψηφία του πληθυσμού εκφράζει στις δημοσκοπήσεις την επιθυμία να μεταναστεύσει, όμως σε αντίθεση με τη δεκαετία του '90 ο δρόμος προς τις ευρωπαϊκές χώρες είναι εν πολλοίς κλειστός. Οι επενδυτές τηρούν στάση αναμονής, ενώ ορισμένα μέτρα προστατευτισμού που έλαβε η κυβέρνηση Ράμα στην πραγματικότητα έπληξαν την αλυσίδα τροφοδοσίας αποδυναμώνοντας περαιτέρω την παραγωγική βάση.

Αποτελεί κοινό μυστικό ότι η οικονομική (και όχι μόνο) ζωή της Αλβανίας κυριαρχείται από την καλλιέργεια της κάνναβης και ο ίδιος ο πρωθυπουργός καταγγέλλεται από τους αντιπάλους του ότι βρίσκεται στην κορυφή μιας πυραμίδας "μαύρης οικονομίας”.

Έχοντας τη διακριτική στήριξη και της Τουρκίας, ο Ράμα παίζει όλο και πιο δυνατά το χαρτί της "φυσικής Αλβανίας”, σε μία συγκυρία κατά την οποία εντείνονται, με την ενθάρρυνση και της κυβέρνησης Τραμπ, οι ζυμώσεις για μια συμφωνία μεταξύ Βελιγραδίου και Πρίστινας, στη βάση της ανταλλαγής εδαφών. Μόλις την Τρίτη, ο υπουργός Εξωτερικών της Σερβίας Ίβιτσα Ντάτσιτς δήλωσε για πρώτη φορά επισήμως ότι η θέση του Βελιγραδίου για το ζήτημα αποβλέπει στον "διαχωρισμό” Σέρβων και Αλβανών στην περιοχή.

Τίρανα και Πρίστινα έχουν συμφωνήσει στην κατάργηση των μεταξύ τους συνοριακών ελέγχων μέχρι τέλους του μηνός, ενώ ο Ράμα προωθεί την ιδέα της εν καιρώ ανάδειξης ενός κοινού προέδρου της Δημοκρατίας για την Αλβανία και το Κόσοβο και μάλιστα πρόσφατα διόρισε στη θέση του υπουργού Εξωτερικών (προτού προσκρούσει στο βέτο του Μέτα) έναν νεαρό Κοσοβάρο σύμβουλό του, που δεν είχε καν την αλβανική υπηκοότητα.

Υπό αυτό το πρίσμα, η φαινομενικά αντίρροπη ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ βάσει της Συμφωνίας των Πρεσπών, μοιάζει περισσότερο με τακτική υποχώρηση στο σχέδιο υλοποίησης της "φυσικής Αλβανίας”, όπου το έλασσον, δηλ. το αλβανικό στοιχείο των Σκοπίων, "θυσιάζεται” (προσωρινά;) για να διευκολυνθεί το μείζον, που είναι οι εξελίξεις περί το Κόσοβο.

Όλα αυτά γίνονται ακόμη πιο ενδιαφέροντα, αν συνυπολογίσει κανείς ότι και άλλες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων γνωρίζουν την ίδια ακριβώς στιγμή αντίστοιχη αναταραχή. Οι διαδηλώσεις το περασμένο Σάββατο στο Μαυροβούνιο, με αίτημα την παραίτηση του προέδρου Τζουγκάνοβιτς και του Γενικού Εισαγγελέα και οι επαναλαμβανόμενες τα τελευταία Σάββατα διαδηλώσεις της νεολαίας στο Βελιγράδι, έχουν οδηγήσει κάποιους παρατηρητές να κάνουν λόγο για "Βαλκανική Άνοιξη”.

Του Κώστα Ράπτη

20/2/2019