Η αμερικανική θηλιά και το φλερτ Ερντογάν-Γερμανίας.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Υπολογίζοντας το κόστος της σύγκρουσης ΗΠΑ – Τουρκίας
σε κάθε τομέα.
(1) Υπολογίζοντας το κόστος της σύγκρουσης ΗΠΑ – Τουρκίας
σε κάθε τομέα.
(2) Προς μετωπική σύγκρουση στο Kουρδικό.
Η αμερικανική θηλιά
και το φλερτ Ερντογάν-Γερμανίας.
Το περασμένο καλοκαίρι ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ Μπόλτον είχε δηλώσει ότι απελευθερώνοντας τον Μπράνσον η Άγκυρα μπορεί να «τερματίσει την κρίση σε μία στιγμή». Μετά από πολλά, ο Ερντογάν απελευθέρωσε τον πάστορα και πράγματι η θερμοκρασία στις αμερικανουρκικές σχέσεις έπεσε σημαντικά. Η υπόγεια επιχείρηση στραγγαλισμού της τουρκικής οικονομίας μέσω της επίθεσης στην τουρκική λίρα υποχώρησε. Ο πρόεδρος Τραμπ, μάλιστα, έκανε ακόμα μία προσπάθεια γεφύρωσης του χάσματος, χωρίς, ωστόσο, να προκύψει άξιο λόγου αποτέλεσμα.
Στο σημείο που έχουν τώρα πλέον φθάσει τα πράγματα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, τα περιθώρια για έναν ισορροπημένο συμβιβασμό έχουν συρρικνωθεί. Τίποτα, βεβαίως, δεν μπορεί να αποκλεισθεί, αλλά είναι εξόφθαλμο πως ο Ερντογάν δεν εμπιστεύεται τους Αμερικανούς και ως εκ τούτου δεν αναμένεται να επιστρέψει στο δυτικό «μαντρί». Το ενδεχόμενο να επιστρέψει δεν μπορεί, βεβαίως, να αποκλεισθεί, αλλά η μέχρι τώρα στάση του δείχνει το αντίθετο.
Έχει συνείδηση, άλλωστε, πως εάν επιστρέψει θα είναι ένα είδος παράδοσης, η οποία θα τον τελειώσει πολιτικά. Γι’ αυτό και αναζητά διεθνή ερείσματα, με σκοπό να αποκρούσει την αμερικανική πίεση. Είναι ακριβώς εδώ που η συγκρουσιακή διελκυστίνδα Ουάσιγκτον-Άγκυρας προσλαμβάνει ευρύτερες διαστάσεις. Ο Ερντογάν απευθύνεται στις δυνάμεις, οι οποίες έχουν συμφέρον να αποτρέψουν μία αμερικανική νίκη στο εξελισσόμενο μπραντεφέρ που έχει με τους Αμερικανούς.
Οι δυνάμεις «σωτηρίας»
Πρώτη από όλους είναι η Ρωσία, η οποία έχει κάθε συμφέρον να στηρίξει την Τουρκία και το κάνει, αν και ζητάει ανταλλάγματα στη Συρία. Δεύτερο είναι για προφανείς λόγους το Ιράν. Τρίτη είναι η Κίνα, αν και κινείται προσεκτικά για να μην δώσει την εντύπωση ότι συνάπτει αντιαμερικανικό μέτωπο. Το Κατάρ μπορεί να βοηθήσει μόνο οικονομικά και ήδη πρόσφερε στην Άγκυρα ένεση μερικών δισ. δολαρίων με σκοπό τη στήριξη της τουρκικής λίρας. Ο εμίρης του Κατάρ παίζει με την Τουρκία και διατηρεί καλές σχέσεις με την Τεχεράνη, σε μία προσπάθεια να εξισορροπήσει την πίεση που του ασκεί η Σαουδική Αραβία, υποστηριζόμενη από την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Ο κρίσιμος παράγοντας στην αμερικανοτουρκική σύγκρουση είναι η ΕΕ και ειδικότερα η Γερμανία. Ο Ερντογάν είχε ανοίξει πολλά μέτωπα στην Ευρώπη, αλλά από το περασμένο καλοκαίρι προσπάθησε να εξομαλύνει τις σχέσεις τους Ευρωπαίους (κυρίως με τη Γερμανία), προσπαθώντας να εκμεταλλευθεί υπέρ του την αντιπαράθεσή τους με την προεδρία Τραμπ και για τις αμυντικές δαπάνες και για τους δασμούς.
Στο πλαίσιο της προσπάθειας του νεοσουλτάνου για εξομάλυνση των ευρωτουρκικών σχέσεων εγγράφεται και η απελευθέρωση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών μετά από μακρόχρονη κράτηση, αλλά και η άρση απαγόρευσης εξόδου από την Τουρκία της ακτιβίστριας Μεσελέ Τουλού (Γερμανίδα πολίτης τουρκικής καταγωγής).
Το άνοιγμα του Ερντογάν δεν έχει αφήσει ασυγκίνητο το Βερολίνο. Είναι αξιοσημείωτη η δήλωση της επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών Νάλες το περασμένο καλοκαίρι ότι πρέπει να στηριχθεί οικονομικά η Τουρκία. Στο ίδιο μήκος κύματος είχε κινηθεί και ο σοσιαλδημοκράτης πρώην υπουργός Εξωτερικών Γκάμπριελ: «η Γερμανία και η Ευρώπη δεν θα συμμετάσχουν στην οικονομική αποσταθεροποίηση που θέλει να επιβάλει ο Τραμπ… Οι ΗΠΑ βρίσκονται πολύ μακριά. Αλλά στην Ευρώπη θα πληρώσουμε μεγάλο τίμημα αν η Τουρκία γίνει ασταθής».
Απόκλιση ΗΠΑ-Ευρώπης
Η καγκελάριος Μέρκελ είχε εμφανισθεί επιφυλακτική. Ο εκπρόσωπός της Ζάιμπερτ είχε δηλώσει ότι «δεν είναι του παρόντος» η υποστήριξη της Τουρκίας. Είναι ενδεικτικό, πάντως, ότι τον περασμένο Σεπτέμβριο πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις υψηλού επιπέδου μεταξύ Βερολίνου και Άγκυρας. Η Γερμανία, πάντως, δεν επιθυμεί προς το παρόν να έρθει σε ευθεία αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ, αλλά είναι σαφές ότι ερωτοτροπεί εδώ και καιρό με την ιδέα, μέσω της ΕΕ, να αυτονομηθεί γεωπολιτικά από την Ουάσιγκτον.
Είναι ενδεικτικό άρθρο του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών Μάας, ο οποίος ζήτησε τον επαναπροσδιορισμό των ευρωαμερικανικών σχέσεων. Και για να μην αφήσει καμία αμφιβολία, ξεκαθάρισε πως Ευρώπη και ΗΠΑ απομακρύνονται εδώ και χρόνια κι όχι μόνο λόγω της πολιτικής Τραμπ. Η πρόταση του Μάας είναι να διαμορφωθεί μια πιο «ισορροπημένη» σχέση, μέσα από την ενίσχυση του ευρωπαϊκού πυλώνα του ΝΑΤΟ. Ουσιαστικά, όμως, θέτει θέμα αυτονόμησης της Ευρώπης σε όλους σχεδόν τους τομείς. Για την ακρίβεια, πήγε ακόμα πιο μακριά, ζητώντας τη δημιουργία μιας συμμαχίας όσων στηρίζουν μια πολυμερή προσέγγιση στη διεθνή οικονομία.
Είναι ορατή δια γυμνού οφθαλμού η τάση αντισυσπείρωσης διεθνώς, αφενός για να ανασχεθεί η πολιτική Τραμπ εναντίον της παγκοσμιοποίησης, αφετέρου για να εξισορροπηθεί η έτσι κι αλλιώς κλυδωνιζόμενη αμερικανική ηγεμονία. Αυτήν ακριβώς την τάση επιχείρησε πριν μήνες να εκμεταλλευθεί ο Ερντογάν για να ξεσφίξει την οικονομική θηλιά που του είχαν περάσει οι Αμερικανοί και ευρύτερα για να ανασχέσει τη αμερικανική πίεση.
Τα γεγονότα έδειξαν ότι η τουρκική οικονομία μπορεί να λαβώθηκε από την υπονόμευση της τουρκικής λίρας, αλλά απέφυγε την κατάρρευση. Και σ’ αυτό το επίπεδο έπαιξε ρόλο η Ευρώπη και ειδικά το Βερολίνο. Οι Γερμανοί έχουν συνείδηση και το έχουν επικαλεσθεί στις συζητήσεις τους με τους Αμερικανούς, ότι εάν η Τουρκία καταρρεύσει η Ευρώπη θα πλημμυρίσει από το προσφυγικό-μεταναστευτικό τσουνάμι που θα προκληθεί. Είναι κοινός τόπος ότι η γειτονική μας χώρα παίζει κομβικό ρόλο στη συγκράτηση αυτού του ρεύματος.
Από την άλλη πλευρά, οι Ευρωπαίοι δεν πρόκειται να στηρίξουν και πολιτικά τον Ερντογάν. Έχουν λόγους να είναι από δυσαρεστημένοι έως εξοργισμένοι μαζί του. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι γεωπολιτικά περισσότερο ή λιγότερο θα συνταχθούν με την Ουάσιγκτον. Η Γαλλία, μάλιστα, δεν παίζει κατ’ ουδένα τρόπο το τουρκικό χαρτί. Το δείχνει με την ολοένα και στενότερη σχέση που αναπτύσσει με την Κυπριακή Δημοκρατία και στα ενεργειακά (Total) και στα γεωπολιτικά (παροχή στους Γάλλους στρατιωτικών διευκολύνσεων στη Μεγαλόνησο). Το έδειξε και με την αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας.
Ο Σταύρος Λυγερός έχει εργασθεί σε εφημερίδες (για 23 χρόνια στην Καθημερινή), ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. Σήμερα είναι πολιτικός-διπλωματικός σχολιαστής στον τηλεοπτικό σταθμό OPEN και διευθυντής του ιστότοπου SLpress.gr. Συγγραφέας 13 βιβλίων. Μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής στην εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο του 1973.
8 Φεβρουαρίου 2019
ΣXETIKA KEIMENA
Σκίτσο του Π. ΜΑΡΑΓΚΟΥ
1.
Υπολογίζοντας το κόστος της σύγκρουσης ΗΠΑ – Τουρκίας
Υπολογίζοντας το κόστος της σύγκρουσης ΗΠΑ – Τουρκίας
σε κάθε τομέα.
Την ώρα που ορισμένοι κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου και φαντασιώνονται (όταν δεν το… εύχονται!) έγκαιρες και απροβλημάτιστες παραδόσεις F-35 στην Τουρκία οι σχέσεις των δυο χωρών βρίσκονται σε ιστορικό ναδίρ δεκαετιών. Στα μέσα Ιανουαρίου ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τράμπλ δεν δίστασε να ρίξει λάδι στη φωτιά γράφοντας στο Twitter ότι η χώρα του θα «καταστρέψει οικονομικά την Τουρκία» εάν επιτεθεί στους Κούρδους της Συρίας μετά την αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών από τη βόρεια Συρία. Η απειλή του Trump προκάλεσε σκληρές αλλά μετρημένες απαντήσεις από την Άγκυρα. Ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξέφρασε θλίψη για το σχόλιο αλλά την επόμενη μέρα το συναίσθημά του άλλαξε σε… κάτι πιο θερμό μετά από τηλεφωνήματα μεταξύ των ηγετών. Αυτό το είδος σκωτσέζικου ντους δεν ήταν βέβαια κάτι νέο, όντας αντιπροσωπευτικό της ευμετάβλητης αλλά και πολυεπίπεδης σχέσης των δύο χωρών.
Όπως υπογραμμίζει σχετική ανάλυση στο stratfor, το πραγματικό πρόβλημα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Τουρκίας είναι τα αντιφατικά μακροπρόθεσμα σχέδια τους για την σταθεροποίηση της Συρίας και την καταπολέμηση των εστιών πολέμου στη χώρα αυτή. Καθώς η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συρία γίνεται ολοένα και περισσότερο ζήτημα του «πότε» και όχι του «αν», ο Λευκός Οίκος έχει απαιτήσει μια ασφαλή ζώνη για τον κύριο σύμμαχό του εναντίον του ισλαμικού κράτους (ISIS), τους Κούρδους της Συρίας. Σαν μέρος της μεγαλύτερης εικόνας όμως, οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν οι περιφερειακοί σύμμαχοί της να επωμιστούν περισσότερο το βάρος της σταθεροποίησης των ζωνών σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή και η Τουρκία είναι απαραίτητη σύμμαχος στη βόρεια Συρία – ειδικά όταν η Ρωσία (κύριος ανταγωνιστής των ΗΠΑ) και το Ιράν (φανερός εχθρός των ΗΠΑ) έχουν την δική τους παρουσία στην περιοχή.
Φυσικά, το μακροχρόνια εμπόδιο μεταξύ Τουρκίας και Ηνωμένων Πολιτειών στη Συρία είναι η επιλογή που έκαναν οι ΗΠΑ όσον αφορά τους συμμάχους τους στην περιοχή εναντίον του ISIS, που δεν είναι άλλοι από τους Κούρδους της (YPG) – μια ομάδα που η Τουρκία ισχυρίζεται ότι είναι το ίδιο με το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (PKK – μία διεθνώς αναγνωρισμένη τρομοκρατική οργάνωση) – ως μέρος των ευρύτερων Δημοκρατικών Δυνάμεων της Συρίας (SDF). Πράγματι, σε όλη την διάρκεια του πολέμου στην Συρία, η Άγκυρα δεν έκρυψε καν την επιθυμία της να συντρίψει την παρουσία του YPG στα νότια σύνορά της – κάτι που οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα μπορούν να αποτρέψουν στρατιωτικά μετά την απόσυρσή τους. Παρόλα αυτά, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρές οικονομικές ζημίες στην Τουρκία, εάν το επέλεγαν, ακριβώς όπως απείλησε ο πρόεδρος Τραμπ. Το ερώτημα εν προκειμένω είναι, πόσο ακριβώς;
Μαθήματα από μια λίρα που καταποντίζεται
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι σε θέση να βλάψουν την οικονομία της Τουρκίας εν μέρει εξαιτίας της οικονομικής ευπάθειας της οικονομίας της.. Οι τουρκικές εταιρείες επιβαρύνονται με υψηλό χρέος ύψους περίπου 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων που πρέπει να αποπληρώσουν εντός του 2019. Επιπλέον, το μεγαλύτερο μέρος αυτού του χρέους εκφράζεται σε δολάρια και ευρώ, πράγμα που σημαίνει ότι οι εταιρείες θα δυσκολευθούν να το αποπληρώσουν εάν η λίρα παραμένει αδύναμη. Αλλά το χρέος δεν είναι το μόνο φάντασμα που στοιχειώνει την τουρκική οικονομία: Η χώρα μαστίζεται και από υψηλό πληθωρισμό, μειωμένη κατανάλωση και την έλλειψη επενδυτικής εμπιστοσύνης που απορρέει εν μέρει από τις αντιλήψεις ότι στη χώρα δεν υπάρχει κράτος δικαίου.
Αυτοί ήταν οι παράγοντες που ήρθαν στο προσκήνιο το περασμένο καλοκαίρι κατά τη διάρκεια της τελευταίας διπλωματικής ύφεσης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Τουρκίας, όταν ο Αμερικανός πρόεδρος Τράμπ επέκρινε την τουρκική κυβέρνηση και επέβαλε αυξημένους δασμούς και κυρώσεις για την φυλάκιση κι έπειτα κράτηση του Αμερικανού πάστορα Άντριου Μπράνσον, επιταχύνοντας έτσι ακόμα περισσότερο την ήδη ταχεία υποτίμηση της λίρας. Στο τέλος, το επεισόδιο κατέδειξε ότι το απόλυτο οικονομικό όπλο των Ηνωμένων Πολιτειών εναντίον της Τουρκίας είναι… το συναίσθημα. Ένα τέτοιο εργαλείο μπορεί να είναι έμμεσο, αλλά ο Τραμπ απέδειξε ότι η καυστική ρητορική και η επιβολή ακόμη και απλώς περιορισμένων κυρώσεων μπορούν να υποτιμήσουν τη λίρα, καταστρέφοντας γρήγορα την εμπιστοσύνη των επενδυτών και υποκινώντας τον πανικό των καταναλωτών, ότι το νόμισμα θα υποτιμηθεί ξανά, συμβάλλοντας έτσι στην μείωση της κατανάλωσης. Πράγματι, όταν η λίρα καταποντίστηκε το περασμένο καλοκαίρι κι οι Τούρκοι άρχισαν να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στην οικονομία, αναγκάζοντάς τους να ξοδεύουν λιγότερα και να μετατρέπουν τις λίρες τους σε δολάρια ή σε άλλα νομίσματα – παρά τις επίσημες εκκλήσεις της κυβέρνησης να μην το κάνουν, γεγονός που οδήγησε την λίρα σε ακόμα μεγαλύτερη πτώση.
Η ζημιά στη λίρα κατ’ επέκταση βλάπτει και τις προσπάθειες της Τουρκίας να ενισχύσει τον χρηματοπιστωτικό τομέα της και δη σε μία κρίσιμη χρονική στιγμή για την οικονομία της. Διεθνείς οίκοι αξιολόγησης υποβάθμισαν μερικές από τις μεγαλύτερες τουρκικές τράπεζες μετά την κρίση του καλοκαιριού του 2018, αφού ενδεικτικά μόνο η Moody’s μείωσε τις προοπτικές της για 18 δανειστές. Λίγες τουρκικές τράπεζες διαθέτουν υποκαταστήματα στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά οι περισσότεροι δανειστές της χώρας πριμοδοτούν τις συναλλαγές σε δολάρια, γεγονός που θα τους εξέθετε σε σοβαρό κίνδυνο στην η αλήθεια είναι όχι και τόσο πιθανή περίπτωση που οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επέλεγαν να τους επιβάλουν κυρώσεις. Επιπλέον, η Άγκυρα είναι αποφασισμένη να προστατεύσει τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ο οποίος συμβάλλει σημαντικά στην οικονομία και έχει αξία που ανέρχεται στο 87% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Στις προσπάθειές του να προστατεύσει τον κλάδο και να μειώσει την έκθεση της χώρας στα σκαμπανεβάσματα στην αξία της λίρας έναντι του δολαρίου ΗΠΑ, ο Ερντογάν έχει επανειλημμένα προτρέψει τις επιχειρήσεις να αυξήσουν τις όχι σε δολάρια συναλλαγές στην χώρα. Η Τουρκία σημείωσε πράγματι κάποια πρόοδο προς αυτή την κατεύθυνση, καθιερώνοντας ανταλλαγές νομισμάτων με κάποιες χώρες ακόμα και το Ιράν κατά το τελευταίο έτος.
Το γράφημα δείχνει το ποσό των άμεσων ξένων επενδύσεων
στην Τουρκία από το 2010.
Τα αδύνατα σημεία της Τουρκίας
Όμως η Ουάσιγκτον διαθέτει κι άλλα οικονομικά όπλα που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει εναντίον της Άγκυρας – αν και αυτά θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις και για τις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτά τα εργαλεία περιλαμβάνουν οικονομικά (μεταξύ των οποίων πιο εκδικητικοί εμπορικοί δασμοί) και στρατηγικά μέτρα (μεταξύ των οποίων κι πίεση στην Τουρκία λόγω των δεσμών της με χώρες όπως η Ρωσία, η Βενεζουέλα, το Ιράν και η Κίνα).
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος εισαγωγέας τουρκικών προϊόντων και ο πέμπτος μεγαλύτερος προορισμός εξαγωγών. Η Τουρκία αναντίστοιχα όμως δεν είναι ούτε καν στις 20 πρώτες θέσεις όσον αφορά τους εισαγωγείς ή εξαγωγείς των ΗΠΑ, υπογραμμίζοντας πόσο άνισες είναι οι οικονομικές τους σχέσεις. Οι τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες αποτελούν σημαντική πηγή συναλλάγματος για την Τουρκία, αλλά λίγοι από αυτούς δραστηριοποιούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες, πράγμα που σημαίνει ότι η Ουάσιγκτον δεν μπορεί να τις χρησιμοποιήσει ως εργαλείο κατά της Άγκυρας. Αλλά οι αεροπορικές εταιρείες είναι μια διαφορετική υπόθεση. οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να προκαλέσουν ζημιές μέχρι και στο 10,6% των ετήσιων εσόδων των τουρκικών εταιρειών εάν εμπόδιζαν στην Turkish Airlines να πετάξει σε προορισμούς των ΗΠΑ.
Όσον αφορά τους εμπορικούς φραγμούς, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέδειξαν την προθυμία τους να επιβάλουν περιορισμούς στην Τουρκία, αυξάνοντας τους δασμούς στις εξαγωγές τουρκικού χάλυβα και αλουμινίου από την Τουρκία ως αντίποινα για τη συνεχιζόμενη κράτηση του Μπράνσον. Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έβλαψαν πραγματικά την τουρκική οικονομία με αυτές τις αυξήσεις (που τις πήραν πίσω μετά την απελευθέρωση του Μπράνσον), η αβεβαιότητα έπληξε την αξία της λίρας.
Ο λόγος είναι ότι αντί για τον χάλυβα ή το αλουμίνιο, η κύρια αμυντική εμπορική δραστηριότητα της Τουρκίας είναι η γεωργία, η οποία αν και αντιπροσωπεύει μόνο το 6% του ΑΕΠ της χώρας, παραμένει στρατηγικά σημαντική, επειδή σ’ αυτήν απασχολείται το 20% των πολιτών της. Επιπλέον, πολλές από τις κύριες αγροτικές περιοχές της χώρας είναι παράλληλα και η καρδιά του κόμματος του Ερντογάν, του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ). Ιδιαίτερη ανησυχία για την Τουρκία αποτελεί η βιομηχανία καπνού που απαιτεί αυξημένο εργατικό δυναμικό και που αντιπροσωπεύει το 8% των εισαγωγών καπνού στις ΗΠΑ. Μία άλλη σημαντική πτυχή είναι και το βαμβάκι. Αν και η Τουρκία είναι σημαντικός παραγωγός βάμβακος, εισάγει παρόλαυτά το 25% του υλικού που απαιτεί η κλωστοϋφαντουργική της βιομηχανία από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την εξάρτηση, η Τραμπ θα μπορούσε να βλάψει την Άγκυρα, σταματώντας τις εξαγωγές, ειδικά εφόσον έχει ήδη επιδείξει είναι πρόθυμος να βλάψει τον αμερικανικό αγροτικό τομέα για την επιδίωξη άλλων στόχων. Πράγματι, η εξάλειψη μιας σημαντικής πηγής βάμβακος για την Τουρκία θα μείωνε την παραγωγική ικανότητα της χώρας στα έτοιμα υφάσματα και ρούχα- που είναι μία από τις μεγαλύτερες εξαγωγικές δραστηριότητες της Άγκυρας όχι μόνο στην Ευρώπη (την κύρια εξαγωγική της αγορά) αλλά και στη Μέση Ανατολή, την Ασία και την Αφρική. Συνεπώς, το όπλο της γεωργίας θα μπορούσε να παίξει ρόλο και να χρησιμοποιηθεί εάν οι σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της Τουρκίας επιδεινωθούν στο βαθμό που η Ουάσιγκτον θα έπρεπε να εξετάσει το κάθε ένα ξεχωριστά αλλά και όλα μαζί ταυτόχρονα τα εργαλεία που θα μπορούσαν να αλλάξουν τη συμπεριφορά της Άγκυρας.
Η διαμάχη για πολιτικά θέματα
Και μετά από όλα αυτά, υπάρχει κι η πολιτική διάσταση. Η Τουρκία ήδη κινείται στα όρια των κυρώσεων των ΗΠΑ για το Ιράν και κινδυνεύει να προκαλέσει μελλοντικές κυρώσεις που σχετίζονται με τη Ρωσία ή τη Βενεζουέλα λόγω του βάθους των οικονομικών και στρατηγικών δεσμών της με αυτές τις χώρες. Παρόλα αυτά, οποιαδήποτε περαιτέρω πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών σε αυτό το μέτωπο θα μπορούσε να γυρίσει εναντίον της, επειδή η κίνηση θα μπορούσε απλώς να πείσει περαιτέρω την Άγκυρα να αλλάξει τον προσανατολισμό της από τη Δύση υπέρ της Κίνας και ιδιαίτερα της Ρωσίας.
Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θέλουν η Τουρκία να ανακινήσει θέματα στις άλλες σημαντικές σχέσεις της Ουάσινγκτον στην Μέση Ανατολή, όπως οι στενοί δεσμοί της με τη Σαουδική Αραβία. Αυτό παραμένει ένα θέμα αμφισβήτησης διότι η Τουρκία έχει ένα διαπραγματευτικό χαρτί εις βάρος του Ριάντ μετά τη δολοφονία του Σαουδάραβου δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι στο προξενείο της Κωνσταντινούπολης.
Το γράφημα δείχνει το ποσοστό των όπλων που προμηθεύεται η Τουρκία
από χώρες – μεγάλους εξαγωγείς όπλων.
Ταυτόχρονα, οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνωρίζουν τη σημασία της οικονομίας της Τουρκίας στην περιοχή, τις αναδυόμενες αγορές, την Ευρώπη και αλλού, γεγονός που σημαίνει ότι δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για την πρόκληση οικονομικής ζημιάς που θα είχε αντίκτυπο και σε άλλους συμμάχους των ΗΠΑ. Επιπλέον, η Τουρκία είναι σημαντικός αγοραστής όπλων από τις ΗΠΑ, αποκτώντας το 28% των μη εγχώριων όπλων της από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η απειλή κυρώσεων θα είναι πανταχού παρούσα κατά τη διάρκεια των συνομιλιών της Ουάσινγκτον με την Άγκυρα για τη βόρεια Συρία, παρόλο που οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αναγνωρίζουν βαθιά τις συνέπειες της υπερβολικά βίαιης δράσης κατά του παλαιόθεν συμμάχου της.
Πέρα από την τρέχουσα συζήτηση σχετικά με τη Συρία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Τουρκία συνεργάζονται σε οποιοδήποτε άλλο θέμα, μεταξύ των οποίων και τον στρατιωτικό τομέα, ανταλλαγή πληροφοριών και συντονισμό ασφάλειας. Ταυτόχρονα, όμως, η διαφορά απόψεών τους σε ορισμένα από τα πιο κρίσιμα θέματα της Μέσης Ανατολής εξασφαλίζει ότι η σχέση τους θα είναι πάντα δηλητηριώδης. Όπως και να έχει, μια ολοκληρωτική ρήξη δεν θα είναι ποτέ ένα πιθανό σενάριο: οι δύο χώρες χρειάζονται απλά η μία την άλλη σε υπερβολικό βαθμό.
Nikodimos Pavlidis - Φεβρουάριος 7, 2019
Πηγή: REUTERS/Murad Sezer
2.
Προς μετωπική σύγκρουση στο Kουρδικό.
Ζώντας μία παρατεταμένη ανακωχή στον οκταετή πλέον συριακό εμφύλιο η σύγκρουση στην Συρία τείνει να εισέλθει στην δεύτερη φάση της, αυτήν του κουρδικού ζητήματος στην βορειοανατολική επαρχία τη Συρίας, ανατολικά του Ευφράτη στα σύνορα με την Τουρκία και του Ιράκ.
Με δεδομένη την ήττα των ΗΠΑ και του Ισραήλ μέχρι τώρα στον συριακό εμφύλιο και την προσπάθειά τους να απομακρύνουν τον Πρόεδρο Άσσαντ από την εξουσία, η Ουάσινγκτον και το Τελ Αβίβ έχουν περάσει τα τελευταία δύο χρόνια στην επόμενη φάση των σχεδίων τους για την περαιτέρω
αποσταθεροποίηση της Συρίας με την στήριξη των Κούρδων αυτονομιστών της Συρίας και επίκεντρο την πόλη της Χάσακα. Στα αμερικανοισραηλινά σχέδια αντιτίθεται η Τουρκία η οποία βλέπει τις κουρδικές αυτονομιστικές τάσεις ως απειλή για την εθνική της ασφάλεια στα ΝΑ εδάφη της. Η Ρωσία και οι σύμμαχοί της στην περιοχή βλέπουν την κατάσταση με ανησυχία, θέλοντας να σταθεροποιήσουν τον Άσσαντ στην εξουσία. Η κρίση βαίνει κλιμακούμενη.
Η Τουρκία έχει καταστήσει σαφές στις ΗΠΑ ότι δεν θα επιτρέψει την συνέχιση του εξοπλισμού, εκπαίδευσης και αριθμητικής αύξησης των Κούρδων αυτονομιστών στην Συρία σε συνδυασμό με παράλληλες κινήσεις των ΗΠΑ και του Ισραήλ στο Βόρειο Ιράκ αλλά και την συνεργασία των αυτονομιστικών δικτύων των Κούρδων με τους συμπατριώτες τους στην Τουρκία. Η Τουρκία βλέπει με ιδιαίτερη ανησυχία, αν όχι οργή, τον διπλό παιχνίδι της Ουάσινγκτον στο κουρδικό και την προσπάθεια των ΗΠΑ και Ισραήλ να μετατρέψουν τον αντάρτικο κουρδικό στρατό σε τακτικό. Η εν λόγω νευρικότητα της Άγκυρας εξηγεί τους επιλεκτικούς βομβαρδισμούς κατά θέσεων Κούρδων αυτονομιστών στο Β. Ιράκ, την έντονη ρητορική της έναντι των ΗΠΑ αλλά και την συνεχιζόμενη επιθετικότητά της στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο σε σχέση με τα ενεργειακά της Κύπρου.
Παράλληλα η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού στρατιωτικών δυνάμεων της γείτονος στα τουρκο-συριακά σύνορα με στόχο τον Μάνμπιτζ, δυτικά του Ευφράτη, συνιστά τόσο επικοινωνιακό και διαπραγματευτικό όπλο της Άγκυρας έναντι της Ουάσινγκτον όσο και πραγματικό τουρκικό σχέδιο έτοιμο για υλοποίηση προκειμένου να εκδιώξει τους Κούρδους δυτικά του Ευφράτη και να τους αποκόψει από τα συριακά εδάφη ανατολικά του ίδιου ποταμού.
Η πρόταση της Άγκυρας για ουδέτερη ζώνη κατά μήκος των τουρκο-συριακών συνόρων ανατολικά του Ευφράτη είναι απλώς ένας διπλωματικός ελιγμός της Άγκυρας να κερδίσει πολιτικό χρόνο. Η ζώνη όμως αυτή δεν ευνοεί τα αμερικανο-ισραηλινά σχέδια στήριξης των Κούρδων στην ευρύτερη περιοχή των τουρκο-συριακών συνόρων. Η ζώνη μπορεί να αποτελέσει προσωρινή λύση και ίσως μια τελευταία ευκαιρία πριν την καταφυγή στα όπλα.
Η συγκυρία φαίνεται να ευνοεί τα τουρκικά σχέδια, καθώς οι Κούρδοι δεν διαθέτουν ακόμη τακτικό στρατό ικανό να αντέξει μία τουρκική επίθεση και αυτό το γνωρίζουν οι ΗΠΑ οι οποίες εν τω μεταξύ κωλυσιεργούν συστηματικά για να ενισχύσουν τους Κούρδους. Είναι γνωστό ότι μεταγωγικά αεροπλάνα χωρίς διακριτικά από διάφορα ευρωπαϊκά αεροδρόμια προσγειώνονται καθημερινά στα συριακά εδάφη τα ελεγχόμενα από τους Κούρδους ανατολικά του Ευφράτη και εφοδιάζουν τους Κούρδους με όπλα, εκπαιδευτές, χρήμα και μαχητές. Στα σχέδιά της ωστόσο η Άγκυρα δεν είναι μόνη, καθώς η Ρωσία, το Ιράκ και ο Λίβανος στηρίζουν τις τουρκικές θέσεις. Το κουρδικό ζήτημα επηρεάζει την ασφάλεια των χωρών αυτών αλλά και το Παλαιστινιακό Ζήτημα με το Ισραήλ να παραβιάζει συστηματικά τον εναέριο χώρο του Λιβάνου και να εξαπολύει επιθέσεις εναντίον της Συρίας.
Όπως και να ΄χει, είναι προφανές ότι, εάν οι ΗΠΑ και το Ισραήλ δεν αναστείλουν τα σχέδιά τους για την ενίσχυση των Κούρδων αυτονομιστών στην Συρία, η τουρκική επίθεση με συνδυασμό τακτικών αλλά και παραστρατιωτικών δυνάμεων είναι απλώς θέμα χρόνου. Οι ΗΠΑ δεν θα είναι σε θέση για πολύ ακόμη να κωλυσιεργούν. ;Eχει «φθάσει το μαχαίρι στο κόκκαλο» στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας με το δίλημμα για την Ουάσινγκτον ξεκάθαρο: είτε οι ΗΠΑ θα υποχωρήσουν στο κουρδικό, είτε η Τουρκία θα αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ.
Δρ. Ευάγγελος Βενέτης
Ειδικός σε θέματα Ισλάμ και Μέσης Ανατολής Παν/μιο Σάιμον Φρέιζερ, Βανκούβερ - ΕΛΙΑΜΕΠ
https://www.cnn.gr/focus/apopseis/story/164749/
pros-metopiki-sygkroysi-sto-koyrdiko
6/2/2019
Διαβάστε επίσης
Το νέο δρομολόγιο των παράτυπων μεταναστών
– Τι συζήτησαν Τσίπρας-Ερντογάν