Κίτρινα γιλέκα - αγανακτισμένοι. Τραμπ και Brexit: Επαρχίες vs Πρωτευουσών.
To κίνημα των κίτρινων γιλέκων έχει ξεφύγει από τους παραδοσιακούς ορισμούς της αριστεράς παρά η μάλλον εξαιτίας των καθαρά ταξικών τους αιτημάτων κι αυτό από μόνο του είναι ένα σοκ.
Ουσιαστικά το αίτημα τους είναι η άρση του οικονομικού απομονωτισμού που έχει επιβληθεί στην επαρχιακή Γαλλία και που έχει οδηγήσει σε κοινωνικό αποκλεισμό τους κάτοικους αυτής (σε σχέση με τους κατοίκους της γαλλικής πρωτεύουσας).
Στα ίδια χαρακτηριστικά βασίστηκε και η επικράτηση του brexit στην Αγγλία με το Λονδίνο να αντιτάσσεται και να ηττάται τελικά από την αγγλική επαρχία.
Η Αμερική της ενδοχώρας με τα ίδια ζητήματα έφερε και τον Τραμπ στην εξουσία, παρά το ότι στις μεγάλες πόλεις και τα ΜΜΕ της Αμερικής ο Τραμπ είχε σχεδόν δαιμονοποιηθεί.
Τα ίδια προβλήματα υφέρπουν και στην Ελλάδα με έναν τρόπο όμως που δεν επιτρέπει να εκφραστούν.
Α.
«Η γαλλική εξέγερση ξεκίνησε από τις παρακμάζουσες αγροτικές περιοχές, από τη «βαθιά Γαλλία», γιατί εδώ είναι που οι άνθρωποι χρειάζονται κυρίως τα αυτοκίνητά τους και για τις πιο βασικές ανάγκες τους και δύσκολα μπορούσαν να ανεχθούν μια αύξηση της τιμής των καυσίμων.
Ένα μέρος της υπαίθρου έχει εντελώς εγκαταλειφθεί, εξαιτίας των νεοφιλελεύθερων «μεταρρυθμίσεων». Κλείσανε νοσοκομεία, σχολεία και άλλες υποδομές, γιατί λέει δεν είναι «αποδοτικές» με κριτήρια «αγοράς», αφού δεν υπάρχουν αρκετοί κάτοικοι να εξυπηρετήσουν. Σε μερικά χωριά δεν βρίσκει κανείς πια ούτε ένα καφενείο να πιει καφέ. Οι άνθρωποι πρέπει να κάνουν δεκάδες χιλιόμετρα την ημέρα για να εξυπηρετηθούν, σε ορισμένες περιπτώσεις δεν υπάρχει ούτε ίντερνετ, γιατί οι εταιρείες έκριναν ότι δεν τις συμφέρει. Αλλά πλέον δεν μπορείς να βγάλεις ούτε εισιτήριο στο τραίνο χωρίς να περάσεις από το ίντερνετ και την πιστωτική σου κάρτα.
Μόνο στη συνέχεια, η εξέγερση επεκτάθηκε στις περιαστικές και σταδιακά επεκτείνεται στις αστικές περιοχές της χώρας, ενώ ταυτόχρονα το πρόγραμμά της μορφοποιείται σε μια συνολική αμφισβήτηση της κοινωνικής πολιτικής και του πολιτικού καθεστώτος, με αιτήματα που υποστηρίζονται από τη μεγάλη πλειοψηφία του γαλλικού λαού, εν δυνάμει ενωτικά των περισσότερων τάξεων και στρωμάτων, αλλά ερχόμενα σε ευθεία, μετωπική σύγκρουση με το νεοφιλελεύθερο καθεστώς που έχει επικρατήσει στη Γαλλία και στην Ευρώπη. (Το μόνο σημαντικό λαϊκό στρώμα που δεν είδαμε να εκπροσωπείται στο Κομερσύ είναι οι εργάτες και άνεργοι Γάλλοι πολίτες αφρικάνικης καταγωγής, ο «κόσμος των προαστίων», που παραμένει σήμερα πιο απομονωμένος από ποτέ, ακόμα και από την Αριστερά που κάποτε ήταν παρούσα στις γειτονιές του).»
«….Εχει σταδιακά μετατρέψει το χωριό τους ή τη συνοικία τους σε μια έρημο, χωρίς κανένα κέντρο εφοδιασμού για τις βασικές ανάγκες, και όπου η πιο κοντινή επιχείρηση που μπορεί να προσφέρει ακόμα κάποια κακοπληρωμένη θέση εργασίας, απέχει δεκάδες χιλιόμετρα μακριά (αν υπάρχουν «προγράμματα για την περιφέρεια» – και αυτό είναι καλό – δεν υπήρξε προφανώς ποτέ κάτι τέτοιο για αυτά τα χωριά και τις κωμοπόλεις – όπου ζει το μεγαλύτερο μέρος του γαλλικού πληθυσμού – τα οποία επίσημα είναι καταδικασμένα να εξαφανιστούν από την «κατεύθυνση της ιστορίας» και την «ευρωπαϊκή οικοδόμηση» !).
Β.
«Το κίνημα αυτό δεν προσέχθηκε όσο έπρεπε από τη διεθνή αριστερή κοινότητα. Ο Γαλλικός Μάης του ’68, σε σύγκριση με αυτό το μακελειό, είχε ελάχιστα θύματα, κράτησε περίπου έναν μήνα και συντάραξε την υφήλιο. Εδώ η Αριστερά μοιάζει να μην έχει καταλάβει και πολλά πράγματα. Τα δημοσιεύματα φειδωλά και τα κινήματα συμπαράστασης σχεδόν ανύπαρκτα.
Και καλά τα παραδοσιακά κόμματα της Αριστεράς, αλλά η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά -καλή της ώρα- που τρέχει για κάθε πικραμένο σε όποια γωνιά της Γης, είναι και αυτή απούσα. 'Ισως οι αναζητήσεις της για τη μετεμψύχωση των Μαρξ, Λένιν, Τρότσκι, Στάλιν, Μάο, άντε βάλε και κανέναν Μπακούνιν, να την οδηγεί προς το Υπερπέραν και να χάνει τη γη που πατάει. Και τα «κίτρινα γιλέκα» φύτρωσαν στο χώμα της κοινωνίας και έδωσαν ένα παράξενο φρούτο, που πολλοί πίστευαν πως δεν πιάνει πια. Την άμεση δημοκρατία.
Η μεγάλη έρευνα του καθηγητή Alexis Spire (1), με συνεντεύξεις 2.700 φορολογουμένων μέσα στις εφορίες, έδειξε πως σχεδόν όλα τα έσοδα του κράτους προέρχονται από τους πολλούς και φτωχούς και οι πλούσιοι συμβάλλουν από ελάχιστα ώς καθόλου. Η πιο πλούσια γυναίκα στη Γαλλία, η Λιλιάν Μπετανκούρ, απέκρυψε από την Εφορία το χαρτζιλικάκι της που ανερχόταν σε περισσότερα από 100 εκατ. ευρώ. Αλλά δεν ήταν τσιγκούνα. Χρηματοδότησε πλουσιοπάροχα την εκλογική καμπάνια του Σαρκοζί. Αντίθετα στην επαρχία κλείνουν σχολεία, ιατρεία, μπακάλικα και φούρνοι, όπως και σταθμοί τρένων λόγω της λιτότητας. Οπότε χωρίς αυτοκίνητο είσαι χαμένος.
Γι’ αυτό η αύξηση των καυσίμων ήταν δυσβάσταχτη λόγω πολλαπλών μετακινήσεων. Τα εργατικά κινήματα που ξέραμε μέχρι σήμερα είχαν αιτήματα για αυξήσεις, εναντίον απολύσεων, για τις συνθήκες εργασίας, αλλά όχι για φόρους. Δηλαδή τα «κίτρινα γιλέκα» δεν στρέφονταν εναντίον κάποιου εργοδότη, αλλά κατευθείαν εναντίον του κράτους. Και μάλιστα στο πιο νευραλγικό του σημείο. Στα έσοδά του. Με άλλα λόγια, κατά της φτώχειας των πολλών. Και έτσι άναψε η πυρκαγιά που έκαψε όλους τους θεσμούς και τα κόμματα της εργατικής τάξης που είχαν συριζοποιηθεί πριν από τον ΣΥΡΙΖΑ. «Εμπιστοσύνη λοιπόν σε κανέναν. Πίστη μόνο σε μας τους ίδιους».
Γ.
«Η περιφερειακή Γαλλία έχει να κάνει με τη χωροταξική κατανομή των εργαζόμενων τάξεων στη Γαλλία. Εδώ και δεκαπέντε χρόνια έχω παρατηρήσει ότι η πλειοψηφία των τάξεων αυτών ζει στην πραγματικότητα πολύ μακριά από τις κυριότερες παγκοσμιοποιημένες πόλεις – μακριά από το Παρίσι, τη Λυών και την Τουλούζη και, βέβαια, πολύ μακριά από το Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη.
Τεχνικά, το παγκοσμιοποιημένο οικονομικό μας μοντέλο αποδίδει καλά, με την έννοια ότι παράγει πολύ πλούτο. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει ανάγκη πια από την ύπαρξη της πλειονότητας του πληθυσμού. Δεν χρειάζεται πλέον τους χειρώνακτες εργάτες, τους τεχνίτες ακόμα και τους ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων έξω απ’ τις μεγάλες πόλεις.
Το Παρίσι παράγει τόσο πλούτο που θα αρκούσε για όλη τη Γαλλία και το ίδιο συμβαίνει με το Λονδίνο και τη Βρετανία. Αλλά δεν μπορείς να διατηρήσεις μια κοινωνία κατ’ αυτό τον τρόπο. Τα Κίτρινα Γιλέκα είναι μια εξέγερση των εργαζόμενων τάξεων που ζουν σε αυτή την περιφέρεια.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους εργάζονται, αλλά δεν κερδίζουν πάρα πολλά, κάπου ανάμεσα στα 1.000€ και τα 2.000€ τον μήνα. Άλλοι, είναι πάρα πολύ φτωχοί εξαιτίας της ανεργίας τους. Άλλοι πάλι, υπήρξαν κάποτε μέλη της μεσαίας τάξης. Αυτό που έχουν κοινό είναι ότι ζουν σε περιοχές όπου δεν έχουν πολλές δουλειές. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι, αν χάσουν τη δουλειά που έχουν σήμερα, δεν θα μπορούν να βρουν τίποτε άλλο.
Η περιφερειακή Γαλλία δεν αντιμετωπίζεται μόνον άδικα από τη σύγχρονη οικονομία, παρεξηγείται και πολιτιστικά από τις ελίτ. Το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων είναι ένα κίνημα του 21ου αιώνα και γι’ αυτό είναι ταυτόχρονα και πολιτισμικό και πολιτικό κίνημα. Η πολιτιστική αναγνώριση είναι εξαιρετικά κρίσιμο ζήτημα στην εποχή μας.
Μια έκφραση αυτού του πολιτισμικού χάσματος είναι ότι τα περισσότερα σύγχρονα προοδευτικά κοινωνικά κινήματα και κινητοποιήσεις αγκαλιάζονται γρήγορα από διασημότητες, ηθοποιούς, τους διανοούμενους και τα ΜΜΕ. Κανείς από αυτούς δεν εγκρίνει τα Κίτρινα Γιλέκα. Η ανάδυσή τους έχει προκαλέσει ένα είδος ψυχολογικού σοκ στο πνευματικό κατεστημένο. Είναι το ίδιο σοκ που βίωσαν οι βρετανικές ελίτ με την ψήφο υπέρ του Brexit και που βιώνουν μέχρι και σήμερα, τρία χρόνια μετά.
Πιστεύω ότι η ψήφος στο Brexit έχει να κάνει εξίσου με τον πολιτιστικό παράγοντα. Ήταν κάτι παραπάνω από μια απόφαση εγκατάλειψης της Ε.Ε. Πολλοί ψηφοφόροι ήθελαν να υπενθυμίσουν την ύπαρξή τους στην πολιτική τάξη. Γι’ αυτό και ο γαλλικός λαός χρησιμοποιεί τα φωσφορίζοντα γιλέκα, για να πουν «υπάρχουμε κι εμείς». Το ίδιο φαινόμενο αντιμετωπίζουμε με όλες τις λαϊκές εξεγέρσεις σε όλον τον κόσμο.
Όλη η ανάπτυξη και ο δυναμισμός βρίσκονται στις μεγάλες πόλεις, απλώς οι άνθρωποι δεν μπορούν (σ.σ. και συχνά δεν θέλουν) να μετακομίσουν σε αυτές. Οι πόλεις είναι απροσπέλαστες, κυρίως με την εκτόξευση των τιμών της στέγης. Οι μητροπόλεις της σύγχρονης εποχής είναι κάτι σαν τα αστικά φρούρια του Μεσαίωνα. Και το αστείο είναι ότι το Παρίσι θα θεσπίσει εισιτήριο εισόδου στην πόλη, ακριβώς όπως γινόταν με τους δασμούς για την είσοδο στις μεσαιωνικές πόλεις.
Υπάρχει μεγάλη ανισότητα στις πόλεις. Η παρισινή οικονομία χρειάζεται διευθυντές και ειδικευμένους ειδικούς. Χρειάζεται επίσης εργάτες, κυρίως μετανάστες, για την κατασκευαστική βιομηχανία, την εστίαση κ.ο.κ. Οι επιχειρήσεις στηρίζονται σ’ ένα πολύ συγκεκριμένο δημογραφικό μείγμα. Το πρόβλημα είναι ότι, πέραν αυτού, ο «λαός» συνεχίζει να υπάρχει ακόμα. Στην πραγματικότητα, η «Περιφερειακή Γαλλία» περιλαμβάνει ακόμα την πλειονότητα του γαλλικού λαού.
Έχουμε μια νέα μπουρζουαζία, αλλά επειδή είναι πολύ κουλ και προοδευτική, δίνει την εντύπωση ότι οι ταξικές συγκρούσεις έχουν πλέον εξαλειφθεί. Είναι πολύ δύσκολο να αντιπολιτευθεί κανείς τους χίπστερ όταν λένε ότι νοιάζονται για τους φτωχούς και για τις μειονότητες. Αλλά, στην πραγματικότητα, είναι συνένοχοι στην περιθωριοποίηση των εργαζόμενων τάξεων. Όχι μόνον αποκομίζουν τεράστια κέρδη από την παγκοσμιοποιημένη οικονομία, αλλά έχουν επίσης διαμορφώσει και ένα πνευματικό περιβάλλον που εξοστρακίζει τον εργαζόμενο λαό. Θυμηθείτε πώς τους αποκάλεσε η Χίλαρι Κλίντον: «θλιβερούς». Υπάρχει μια παρόμοια αντίληψη για τις εργαζόμενες τάξεις στη Γαλλία και τη Βρετανία. Τους υποτιμούν λες και πρόκειται για κάποια περίεργη φυλή του Αμαζονίου. Το πρόβλημα για τις ελίτ είναι ότι, αυτή η φυλή, είναι πολύ μεγάλη.
Η αντίδραση των νέων μεσαίων στρωμάτων απέναντι στο κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων υπήρξε χαρακτηριστική. Αμέσως, οι διαδηλωτές καταγγέλθηκαν ως ξενόφοβοι, αντισημίτες και ομοφοβικοί. Οι ελίτ παρουσιάζουν τους εαυτούς τους ως αντιφασίστες και αντιρατσιστές, αλλά αυτός είναι ένας τρόπος για να προφυλάξουν τα ιδιαίτερα ταξικά συμφέροντά τους. Είναι το μόνο επιχείρημα που μπορούν να επιστρατεύσουν για να υπερασπιστούν τη θέση τους, εντούτοις αυτό δεν λειτουργεί πια.
Τώρα οι ελίτ φοβούνται. Για πρώτη φορά υπάρχει ένα κίνημα που δεν μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο από τους συνήθεις πολιτικούς μηχανισμούς. Τα Κίτρινα Γιλέκα δεν αναδύθηκαν από τα συνδικάτα ή από πολιτικά κόμματα. Γι’ αυτό και είναι ασταμάτητα. Δεν έχουν «κουμπί τερματισμού». Ή η ιντελιγκέντσια θα αναγκαστεί να πάρει στα σοβαρά την ύπαρξη αυτών των ανθρώπων, ή θα διολισθήσουν σε μια μορφή ήπιου ολοκληρωτισμού. Πολλά έχουν λεχθεί για τα αντιφατικά αιτήματα των Κίτρινων Γιλέκων. Αλλά, πάνω απ’ όλα, το κίνημά τους αναδεικνύει μια απαίτηση για δημοκρατία. Ουσιαστικά, είναι δημοκράτες –θέλουν η πολιτική τάξη να τους πάρει στα σοβαρά και να τους συμπεριλάβει στο οικονομικό μοντέλο.
Πρώτα απ’ όλα, η μπουρζουαζία χρειάζεται μια πολιτιστική επανάσταση, κυρίως στα πανεπιστήμια και τα ΜΜΕ. Πρέπει να πάψουν να προσβάλουν τις εργαζόμενες τάξεις, να πάψουν να θεωρούν ότι τα Κίτρινα Γιλέκα είναι ηλίθιοι. Έπειτα, βέβαια, θα πρέπει να προσεγγίσουμε διαφορετικά το ζήτημα της οικονομίας, πράγμα που σημαίνει να εγκαταλείψουμε το νεοφιλελεύθερο δόγμα. Πρέπει να σκεφτούμε πέρα από το Παρίσι, το Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη»
* * *
1.
Oι ομοιότητες του κινήματος των κίτρινων γιλέκων με όσα συμβαίνουν (απόκλιση επαρχίας – μεγαπρωτευουσών) σε όλη την Ευρώπη και Αμερική αλλά και με την Ελλάδα είναι εκκωφαντικές για οποίον ξέρει να διαβάζει ανάμεσα στις γραμμές.
Λεπτές διαφορές μόνο είναι αυτές που δεν επέτρεψαν στην Ελλάδα ένα ανάλογο κίνημα να γιγαντωθεί προστατέψει τον εαυτό του από την ληστρική λαίλαπα των μνημονίων και της κρίσης. Πιο συγκεκριμένα:
Και η Eλλάδα και η Γαλλία (κι άλλες χώρες ) χαρακτηρίζονται από ένα πολιτιστικό και κοινωνικό - οικονομικό χάσμα ανάμεσα στην πρωτεύουσα τους και την επαρχία τους (εις βάρος της δεύτερης) και έχουν ομοίως πληγεί από την παγκοσμιοποίηση με την συρρίκνωση της μεσαίας τάξης τους (χάρη στις πολιτικές της Γερμανίας).
Η διαφορά όμως είναι ότι η γαλλική όπως και η αγγλική επαρχία (που προκάλεσε το brexit) διακρατούν πολύ μεγάλο πληθυσμό ακόμα, την πλειοψηφία δηλαδή σε Γαλλία και Αγγλία (παρά τα 10.000.000 του Παρισιού και του Λονδίνου) ενώ στην Ελλάδα τα 6/10 του πληθυσμού κατοικούν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, με άλλα λόγια δηλαδή η ελληνική επαρχία έχει απισχνωθεί εντελώς πληθυσμιακά, ενώ μισό εκατομμύριο νέοι έχουν φύγει στο εξωτερικό.
Η πληθυσμιακή λοιπόν και ηλικιακή απίσχναση της ελληνικής επαρχίας δεν μπορεί να στηρίξει μια δυναμική ανάλογη με της Γαλλίας η της Αγγλίας, παρά το γεγονός ότι η ελληνική επαρχία είναι σε χειρότερη κατάσταση από την γαλλική.
Είναι εμφανές ότι η Ελλάδα επέβαλλε τη δημιουργία ενός υδροκεφαλικού πληθυσμιακά μοντέλου που επιτρέπει την καλύτερη διαχείριση των μαζών και των αντιδράσεων τους, μέσω του γεωγραφικού συγκεντρωτισμού του πληθυσμού. Αυτό με κόστος βέβαια την ολοκληρωτική διάλυση της ενδοχώρας της η όποια συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς:
Η παραγωγική βάση της επαρχίας συρρικνώνεται διαρκώς στον πρωτογενή τομέα χρόνο, η πληθυσμιακή της σύνθεση μειώνεται, ο μέσος ορος ηλικίας αυξάνεται, χωριά και μικρές πόλεις συνεχώς εγκαταλείπονται, κτίρια ερημώνουν, δημοσιές υπηρεσίες καταργούνται, δρόμοι γίνονται καρμανιόλες λογω έλλειψης συντήρησης ενώ στην πρωτεύουσα ακόμα και όταν (προσχηματικά) καταργούνται πχ δημόσιες υπηρεσίες, ακολούθως δημιουργούνται αμέσως μετά πολλαπλάσιες, με ίδρυση νέων φορέων.
Καταστροφικές είναι οι μεταβολές και στις αναλογίες φύλου, όπου κυρίως οι νεαρές γυναίκες μεταναστεύουν εσωτερικά στις μεγάλες πόλεις (και το εξωτερικό) ενώ το φαινόμενο επιτείνουν τα ρεύματα ποικίλων μεταναστών όπου 2 στους 3 εξ αυτών είναι άνδρες.
Ο χωροταξικός βυζαντινισμός της Ελλάδας από το 1980 και μετά είναι η νο1 αίτια της υπογεννητικότητας στην Ελλάδα και καθιστά επιτακτική την πληθυσμιακή ισχυροποίηση νέων πόλεων στην επαρχία, με γεωμετρική ενίσχυση του πληθυσμού και την αναγκαία γι αυτό ανακατεύθυνση δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων στην επαρχία καθώς έως σήμερα δαπανούνταν στην Αττική.
2.
Αναπόφευκτοι οι συνειρμοί με τη Γαλλία, γιατί οι Έλληνες δεν επαναστάτησαν κατά τον ίδιο (αποτελεσματικά) τρόπο στα δικά τους δεινά.
Με μια πρώτη αποτίμηση, στο δίλημμα -κοινωνικό image ή αξιοπρεπής επιβίωση- οι Έλληνες φαίνεται ότι γέρνουν προς το πρώτο. Αυτό τους εμποδίζει από το να εκφράσουν πιο αρνητικά συναισθήματα έναντι της όποιας εξουσίας, καθώς θα έδειχναν τρωτοί. Η απώλεια του κοινωνικού στάτους είναι ο μεγαλύτερος εφιάλτης του Έλληνα. Το να φωνάζει και να διαδηλώνει κανείς –έκτος αν είναι συνδικαλιστής η αντεξουσιαστης- έχει φτάσει να σηματοδοτεί τον φτωχό. Η φτώχεια όμως στην Ελλάδα είναι ταμπού και συνεπάγεται κοινωνικό αποκλεισμό αλλά και αρνητική σηματοδότηση στις διαπροσωπικές σχέσεις των ανδρών. Ποιος θα ρισκάρει κάτι τέτοιο;
Συνοπτικά οι διαφορές κίτρινων γιλέκων
με τους αγανακτισμένους Έλληνες είναι οι εξής:
-Επαρχιώτες vs αστοί
-Μικρομεσαίοι vs μεσαία τάξη και πάνω
-Ικανότητα να δρουν χωρίς πολιτική καθοδήγηση και αρχηγό - πλήρης ανικανότητα δράσης χωρίς να καπελωθούν από συστημικό φορέα.
-Αδιαφορία για το κοινωνικό στάτους - Φόβος να δείξουν ευάλωτοι και να απολέσουν κοινωνικό στάτους.
- Φορολογικά αιτήματα για την πλειοψηφία της κοινωνίας vs επιμέρους αιτήματα που δεν σχετίζονται με την συνολική ευημερία της κοινωνίας, αλλά αφορούν διορισμούς, κλαδικά ζητήματα, ασαφή ιδεολογήματα, κλπ.
3.
«Απεσύρθη τελικά η φορολογία καυσίμων στη Γαλλία και πολλά οικονομικά αιτήματα των κίτρινων γιλέκων έγιναν δεκτά».
Το ίδιο ίσως είχε συμβεί και στην Ελλάδα με τον ΕΝΦΙΑ, τα τέλη επιτηδεύματος και το φόρο απ το πρώτο ευρώ εάν οι μικρομεσαίοι έλληνες είχαν διαδηλώσει σθεναρά και δεν είχαν παραχωρήσει τα δικαιώματα τους στο διαδηλωνειν στους συνδικαλιστές και τους μπαχαλακηδες που δεν διαδήλωσαν ΠΟΤΕ κατά των φόρων, αλλά μόνο για δικά τους θέματα (κάθε κλάδος για τα δικά του)
Με άλλα λόγια η ανώτερη μεσαία τάξη της Ελλάδας καπέλωσε την κατώτερη εργατική της τάξη ( εργατική, με εισοδηματικούς όρους μιλώντας). Οι συνήθεις διαδηλώσεις αφορούσαν σε μισθολογικές μειώσεις στο δημόσιο η στην αποτροπή απολύσεων από αυτό (ή την αστυνομική βία). Πότε όμως αυτοτελώς τους φόρους (η τη διαφθορά, όπως στη Ρουμανία).
Ένα κίνημα με δυναμική ανάλογη των κίτρινων γιλέκων ήταν αυτό των ελλήνων αγροτών που έχουν συχνά διαδηλώσει και στην Αθήνα, με αρκετή αποτελεσματικότητα. Δυστυχώς όμως ούτε αυτοί μπορούν να απαλλαγούν από την φατριαστική συντεχνιακή αντίληψη με συνέπεια ενώ μπορούν να εκπροσωπήσουν ένα συνολικότερο ρεύμα πχ κατά της βαριάς φορολογίας (άμεσης και έμμεσης) και των εισφορών των χαμηλότερων τάξεων που είναι πάνω κάτω ίδια για όλους (των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των χαμηλόμισθων, ανέργων, μικροεπαγγελματιών κλπ) τελικά να παλεύουν μόνο για τις δικες τους ανάγκες.
Ο συντεχνιασμός αλλά και η στρεβλή γεω-χωροταξική δομή της χώρας που δεν επιτρέπει την ευρεία κοινωνική αλληλεπίδραση στην Ελλάδα δεν έχει επιτρέψει ουσιώδη κινήματα να αναπτυχθούν και να παλέψουν από κοινού.
Η ταξική συνειδητοποίηση για πολλούς πλέον έχει γίνει ασαφής, τόσο λόγω κρίσης που επέφερε αύξηση της φορολογίας και του κόστους ζωής, όσο και του υπερδανεισμού των νοικοκυριών και του λόγου των χρεών τους προς τα εισοδήματα τους, που σχετικοποιεί την τάξη τους όσο τέλος και από την εργασιακή ανασφάλεια της εποχής με μόνη εξαίρεση ίσως το δημόσιο.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν τάξεις, αλλά ότι οι άνθρωποι αδυνατούν να ταυτοποιήσουν εύκολα τον εαυτό τους μέσα σε μια από αυτές για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα.
Παράλληλα οι Έλληνες πάσχουν συχνά από ιδεολογική σχιζοφρένεια, ένα είδους ταξικής δυσχρωματοψίας, υπό την έννοια ότι μπορεί να ανήκουν στα υψηλά εισοδήματα και να ψηφίζουν αριστερά η να ανήκουν στα κατωτέρα στρώματα και να ψηφίζουν συντηρητικά (ενώ οι συντηρητικοί πχ ψηφίζουν φορολογικά συστήματα που τους εξοντώνουν και τους αδικούν).
Με παραδοσιακούς όρους αυτές οι αναντιστοιχίες δεν βγάζουν λογική συνάφεια, παρόλαυτα όμως καλύπτουν ενοχικά σύνδρομα αλλά και ανάγκες υπεραναπλήρωσης. Εν τέλει όμως δεν παράγουν ούτε υλοποιούν αιτήματα κοινωνικών μετασχηματισμών η στοιχειώδους αυτοπροστασίας απέναντι στην αυθαιρεσία του νομοθέτη, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος. Παράγουν μόνο ψευδαισθήσεις αγωνιστικότητας και προσωρινά ελάχιστα μέτρα ανακούφισης που δεν αλλάζουν την γενική εικόνα.
Οι Έλληνες δεν φοβήθηκαν βέβαια (σε επίπεδο ψήφου) να επεκταθούν ούτε προς το παραδοσιακό κέντρο, ούτε να φέρουν νέες δυνάμεις στο προσκήνιο, η να επεκταθούν προς ακροδεξιά η ακροαριστερά σχήματα, ούτε και να πουν όχι όταν χρειάστηκε σε κρίσιμα διλήμματα.
Το πολίτικο όμως προσωπικό της χώρας δεν δείχνει να αντέχει μεγάλους κραδασμούς, ενώ η ελληνική αριστερά υπερθεματίζει μεν στο πολιτιστικό κομμάτι της αριστεράς πλην όμως δεν κάνει παρά ελάχιστα στο οικονομικό - τόσα λίγα ίσως, ώστε απλά να συντηρεί μια εκλογική απόσταση ασφαλείας από την ελληνική κεντροδεξιά και κεντροαριστερά που μας οδήγησαν στα θλιβερά μνημόνια.
Από την άλλη βέβαια δεν υπάρχουν και συμπαγή και συνεπή πολιτικά σχήματα στην Ελλάδα, παρά τα τόσα χρονιά κακουχιών. Ο Σύριζα ήταν ακροαριστερά άλλα υπέγραψε τα μνημόνια. Η ΝΔ είναι δεξιά άλλα στηρίζει τον κοσμοπολιτισμό. Και τα μικρά κόμματα για ιδίους η άλλους λόγους αδυνατούν να πείσουν και να προβάλλουν λύσεις. Αυτή είναι και η μεγάλη διάφορα ανάμεσα στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες με παρόμοια προβλήματα. Η απόκλιση ανάμεσα στο ιδεολογικό και το οικονομικό σκέλος των κομμάτων, η ταύτιση όλων με την πολιτική ορθότητα και τα ανοιχτά σύνορα και η έλλειψη σοβαρών εναλλακτικών. Κάτι που δεν βλέπουμε πχ στον Τραμπ, τον Σαλβίνι κλπ. Αυτή βεβαία η αδυναμία συγκρότησης σοβαρών εναλλακτικών αφενός καταδεικνύει μια σκληρή ολιγαρχία στην Ελλάδα σε επίπεδο ιδεολογικής και οικονομικής εξουσίας τόσο εξ αριστερών όσο και εκ δεξιών άλλα και δυστυχώς μια διανοητική πτώχευση σε ανθρώπινο δυναμικό, καθώς ουδείς μπορεί να εμπνεύσει κάτι αισιόδοξο η έστω κάτι που να μοιάζει λογικό. Το παρόν πολιτικό σύστημα εκτοπίζει διαρκώς τους έξυπνους ανθρώπους που δεν προέρχονται από τους κόλπους του, κάνει δηλαδή το ακριβώς αντίθετο απ ότι έκαναν όλα τα κράτη που ευημερούν, ενώ διακρατεί προδήλως ανίκανα άτομα σε θέσεις εξουσίας.
Το κενό αυτό ανάμεσα στην λαϊκή εντολή και την εξουσία προς το παρόν λοιπόν δεν μπορεί να λυθεί.
4.
Ο Μάης του 68 δεν είχε καμία σχέση με τα κίτρινα γιλέκα σήμερα.
Τα αιτήματα τότε αφορούσαν α. Τον πόλεμο στο Βιετνάμ β. Την πατριαρχία και την σεξουαλική απελευθέρωση και ισότητα.
Το επαναστατικό υποκείμενο τότε ήταν μάλλον τα πλουσιόπαιδα της Γαλλίας, σε αντίθεση με τα φτωχά κίτρινα γιλέκα που χλευάζονται ως πλέμπα: Τα αιτήματα των κίτρινων γιλέκων αφορούν καθαρά τη αξιοπρεπή διαβίωση των κατωτέρων τάξεων και των επαρχιωτών, κλασσικά αριστερά ζητήματα πρωτογενούς ισότητας, που η αριστερά έχει ξεχάσει βέβαια εδώ και πολλά χρόνια.
5.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η διαμαρτυρία για τις ευκαιρίες ευημερίας ανάμεσα σε επαρχία και πρωτεύουσα δεν περιορίζεται μόνο στο οικονομικό σκέλος, αλλά και στην απαίτηση οι ευκαιρίες αυτές να επεκταθούν και στην επαρχία και να μην εξαναγκάζουν σε βίαιη μετακόμιση μεγάλες ομάδες πληθυσμού στις μεγάλες πόλεις.
Οι λόγοι είναι πολλοί . Ειδικά για τους άνδρες οι πιο ανθρώπινοι ρυθμοί της επαρχίας είναι πιο επιθυμητοί και ο βαθμός προσωπικής αυτονομίας και ελευθέριας πολύ μεγαλύτερος από τους ξέφρενους ρυθμούς, τα ωράρια και την ηχορύπανση της πόλης, ενώ και το κόστος ζωής (έως τώρα ήταν) σημαντικά μικρότερο. Αποτελεί μείζον ζήτημα οικονομικής ισότητας το να μην εξαναγκάζονται πληθυσμοί να μεταναστεύουν για εργασία σε μια δυο πόλεις μόνο, καθώς δημιουργεί δυο ταχυτήτων πολίτες. Τούτο γιατί οι επαρχιώτες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα κοινωνικά/συγγενικά τους δίκτυα αλλά και τις ιδιοκτησίες τους στην περιφέρεια να υποτιμούνται χωρίς προοπτική ασυντήρητες και να επωμιστούν το κόστος και το ρίσκο της μετανάστευσης η τον απομονωτισμό της επαρχίας. Κάποτε το κόστος αυτό ήταν μικρό.
Σήμερα λόγω του υψηλού κόστους ζωής και των χαμηλών μισθών οι μετανάστες «επαρχιώτες» της πόλης είναι αναγκασμένοι να δίνουν σημαντικό μέρος από το μισθό τους σε πανάκριβα ενοίκια έχοντας ντεζαβαντάζ σε σχέση με τους ιδιοκτήτες αστούς ενώ τα πράγματα σκουραίνουν ακόμα περισσότερο όταν χρειαστεί να αφήσουν πίσω στην επαρχία τις οικογένειές τους η να αναγκάζονται να μετακινούνται ταυτόχρονα ανάμεσα στα δύο μέρη για να τις φροντίζουν.
Η διαρκής αυτή εσωτερική μετανάστευση από τις μικρές πόλεις προς τις μεγαλύτερες αφήνει πίσω «χαμένους» για τους οποίους δεν νοιάζεται κανείς. Αυτοί, κυρίως άνδρες και ηλικιωμένοι, δεν έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο τη μοναξιά την έλλειψη ευκαιριών η το αυξημένο κόστος μετακίνησης και υπηρεσιών που σπανίζουν στα μέρη τους αλλά και την συνεχώς αυξανόμενη διολίσθηση της αξίας των ακινήτων περιουσιών τους που διαθέτουν στις περιοχές τους. Η πατριαρχική δομή συνεχίζεται στην επαρχία -ως προς τους άνδρες όμως μόνο -δημιουργώντας τους την υποχρέωση να φροντίσουν αυτοί τους γονείς και την περιουσία τους, πλην όμως αυτό δεν είναι βιώσιμο. Η εσωτερική μετακίνηση πληθυσμού στα αστικά κέντρα τέθηκε ενώπιον των ορίων της όταν έπαψαν να υπάρχουν αρκετές πολύτεκνες οικογένειες, όπως παλαιότερα. Τότε δεν ήταν τόσο επισφαλές το να μεταναστεύσουν 2 από τα τέσσερα παιδιά, ίσα ίσα αύξανε το κοινωνικό στάτους της οικογενείας εάν πχ έφευγαν για σπουδές. Σήμερα όμως το να φεύγουν ανεπίστρεπτα το σύνολο των παιδιών μιας οικογενείας (και ειδικά μόνο τα κορίτσια) είναι καταστροφικό. Ακόμα όμως και αν έφευγαν και οι άνδρες πάλι δεν θα ήταν λύση. Θα μαζεύονταν όλοι στις πόλεις, και θα κατέρρεε η πρωτογενής παραγωγή. Άρα αλλού είναι η λύση.
Η πληθυσμιακή ερημοποίηση μεγάλων εκτάσεων για μια χώρα και ειδικά σαν την Ελλάδα είναι μια άτυπη εδαφική απώλεια, που σε περιπτώσεις σαν των νησιών της στο Αιγαίο ισούται σχεδόν με πραγματική απώλεια εδάφους.
Την ίδια στιγμή οι κάτοικοι των μεγάλων αστικών κέντρων έχουν την τύχη τα ακίνητα τους να έχουν εκτοξευθεί σε αξία ευρισκόμενα εν μέσω ζήτησης τεράστιου πληθυσμού σε αναπαραγωγική ηλικία σε αντίθεση με τον πληθυσμό των επαρχιών που συνεχώς γηράσκει.
Eίναι περισσότερο από προφανές ότι οι θιασώτες της παγκοσμιοποίησης (μερικές εκατοντάδες ανθρώπων) επιδιώκουν την συγκέντρωση του πληθυσμού σε λίγα μεγάλα Mega - αστικά κέντρα χωρίς να τους ενδιαφέρει ούτε τι θα συμβεί στην επαρχία που ρημάζει ούτε και τα προβλήματα που δημιουργούνται στις πόλεις από την υπερσυσσώρευση πληθυσμού.
Η Αθήνα για παράδειγμα σε πρόσφατο συνέδριο ογκολόγων ομολογήθηκε ότι είναι από τις πιο τοξικές πόλεις που με τον τρόπο ζωής της δημιουργεί σωρεία προβλημάτων υγείας προεξάρχοντος του καρκίνου και τον καρδιακών παθήσεων: «Πέντε λεπτά συγκεκαλυμμένης οργής επηρεάζουν αρνητικά το ανοσολογικό σύστημα για 6 ώρες. Η τοξικότητα της καθημερινής ζωής στην Αθήνα και σε άλλα μεγάλα αστικά κέντρα θα φέρει σε λίγα χρόνια τον καρκίνο στην πρώτη θέση ως αιτία θανάτου, θέση που μέχρι τώρα έχουν τα καρδιαγγειακά νοσήματα». Και αυτό γιατί «η ατμοσφαιρική ρύπανση, η έλλειψη χώρων πρασίνου, η άναρχη επέμβαση του ανθρώπου στο περιβάλλον, οι συνθήκες καθημερινής εργασίας, η καθιστική ζωή, η παχυσαρκία, η χρήση εθιστικών ουσιών και το στρες δημιουργούν ένα τοξικό περιβάλλον, που με ποικιλία μηχανισμών μετατρέπει το σώμα σε ένα καρκινογόνο περιβάλλον. »
Παρόλα αυτά τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει τον αρχικό σχεδιασμό και σίγουρα το πρόβλημα δεν μπορεί να διορθωθεί εντός του υπάρχοντος πολιτικού πλαισίου αλλά μέσα από την διάσπαση του υπερπληθυσμού σε μικρότερες ανθρώπινες πόλεις που θα διατηρήσουν τον αστικό τους χαρακτήρα και την συνοχή των γύρω τους μικρών οικισμών.
6.
Η μεγάλη κοινωνική και οικονομική ανισότητα ανάμεσα στην περιφερειακή Ευρώπη και τις Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ταυτόχρονα δημιουργεί ανατροπή της αναλογίας φύλων.
Οι περισσότερες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται βρίσκονται στις λίγες μεγάλες πόλεις ενώ η προτίμηση του γυναικείου φύλου για αυτές και την αποφυγή συναφών με τη γη επαγγελμάτων και των παραδοσιακών ρολών ενισχύει αυτήν την δυσαναλογία με δυσμενείς συνέπειες στο επίπεδο ζωής και στις σχέσεις, γεγονός που έχει ήδη μελετηθεί επιστημονικά σε βάθος (Πχ στα νομικά επαγγέλματα η πλειοψηφία των εργαζομένων αποτελείται από γυναίκες (70% στις ηλικίες έως 34) εκ των οποίων το 52% εξ αυτών δεν έχει οικογένεια και παιδιά). Οι γυναίκες προτιμούν άνδρες με παρόμοιο η ανώτερο οικονομικό και μορφωτικό επίπεδο. Εάν όμως οι άνδρες εκτοπίζονται βαθμηδόν από θέσεις εργασίας και οικονομικού στάτους, η μέσω του γεωγραφικού απομονωτισμού της περιφέρειας, τότε δεν θα δημιουργούνται οικογένειες, θα συρρικνώνεται η μεσαία τάξη και ασφαλώς δεν θα μπορέσει μια κοινωνία να κρατήσει τη συνοχή της για πολύ. Η εντύπωση περί του της μακροβιότητας του αντιθέτου είναι καθαρή ψευδαίσθηση που καλλιεργείται ακόμα υπομονετικά.
7.
Οι περικοπές δαπανών που ψηφίστηκαν στην Ελλάδα με τα μνημόνια επέτειναν τις διαφορές.
Ενώ μπορεί να καταργούνταν /συγχωνεύονταν σε όλη την Ελλάδα διαφορές δημόσιες υπηρεσίες, όπως πχ εφορίες, ταχυδρομεία, ΙΚΑ, κλπ το αποτέλεσμα τελικά επαύξησε τον υδροκεφαλισμό :
Στην περιφέρεια όταν καταργούνταν πχ 3 δημόσιες υπηρεσίες σε 3 γειτονικές μικρές πόλεις και συγχωνεύονταν σε μια πόλη εξ αυτών, η σύμπτυξη αυτή θα συνεπάγετο την οριστική αφαίρεση των θέσεων εργασίας αυτών από την επαρχία (με συνταξιοδότηση η με μετακόμιση του προσωπικού) και την αφαίρεση των οικονομικών ωφελημάτων πχ δαπανών ενοικίου από τις άλλες 2 πόλεις, οριστικά και άνευ επαναφοράς.
Στην Αττική όμως λόγω του τεράστιου αριθμού του δημοσιών υπηρεσιών και με νέες υπηρεσίες κάθε χρόνο να δημιουργούνται, το αποτέλεσμα ήταν για κάθε μια υπηρεσία που συγχωνευόταν όλο και κάποια νέα να δημιουργείτο και κάθε τόσο να εφευρίσκονται νέες θέσεις εργασίας αυξάνοντας τελικά τις ήδη υπάρχουσες.
Αυτό όμως δεν συμβαίνει στην επαρχία. 'Αρα η τελευταία διαρκώς θα παρακμάζει όχι μόνο από την απώλεια των θέσεων εργασίας αλλά και την απορρήμαξη των κτιρίων και υποδομών που έως σήμερα ενοικιάζονταν η αξιοποιούνταν σε αυτή.
8.
Οι ελληνικοί διχασμοί είναι τόσο συχνοί στην ιστορία, που κατέστησαν άτυπος θεσμός.
Έτσι οποιοσδήποτε επιχειρήσει να διαμαρτυρηθεί κατά της τρέχουσας όποιας κυβέρνησης αυτομάτως είναι με τους «άλλους», δηλαδή τους εκτός κυβέρνησης.
Η ταξική ασυνειδησία των Ελλήνων περιπλέκει ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Πλούσιοι που κάνουν τους κακομοίρηδες και φτωχοί που καπνίζουν πούρα. Πως να διαμαρτυρηθεί για τους φόρους αυτός ο λαός, χωρίς να καταλήξει να τσακώνεται μεταξύ του;
Ακόμα κι αν το καταφέρει, θα κλείσει το σύνταγμα, θα πλακώσουν οι μπαχαλάκηδες, θα φοβηθούν όλοι οι άλλοι και θα φύγουν. Κι από κει που η διαδήλωση θα είχε αίτημα τη φορολογία, μετά από δυο ώρες το αίτημα θα εκτραπεί σε κλισέ παρακμιακά συνθήματα. Ακόμα και το Σύνταγμα έχει πάψει προ πολλού να έχει νόημα ως τόπος διαδηλώσεων : H βουλή συχνά είναι κλειστή και ουδείς ακούει τις διαμαρτυρίες, ενώ οι ισχυροί της Ελλάδας κατοικούν αρκετά μακριά από την πλατεία Συντάγματος, χωρίς κάνεις να σκεφτεί να διαδηλώσει στις γειτονιές τους.
Ναι, και οι συνήθεις διαδηλωσίες, συστημικοί και αντισυστημικοί, εμποδίζουν τους πραγματικά αναξιοπαθούντες να διαδηλώσουν στην Ελλάδα δια του φόβου της κοινωνικής απόρριψης η της βίας.
ΑΝ υποθέσουμε ότι οι Έλληνες μικρομεσαίοι θα διαδήλωναν ποτέ.
Εν κατακλείδι πίσω από τα κίτρινα γιλέκα βρίσκεται μια ευρύτερη προσπάθεια να αποδυναμωθεί δια της βίας η ανθρώπινη αυτονομία που βρίσκει την καλύτερη της έκφραση στον ανθρώπινο τρόπο ζωής της ευρωπαϊκής επαρχίας, και μαζί με αυτή κάθε άλλο σύμβολο που επιτρέπει πλήρη αυτονομία από τα σημερινά κέντρα αποφάσεων : το αγροτικό επάγγελμα, τα ελευθέρια επαγγέλματα, τα μετρητά, τη παραδοσιακή οικογένεια και τις μικρές κοινωνίες.
Κάθε χώρα έχει υποταχτεί σε διαφορετικό βαθμό σε αυτή την παγκοσμιοποιημένη απόπειρα πραξικοπήματος εις βάρος της ανθρώπινης ευτυχίας, ανάλογα με τον δείκτη ευφυΐας της και αντίστασης της στην εκφυλιστική πολιτική ορθότητα.
Κωνσταντίνος Παπακασόλας
19/3/2019