Miles Davis.


«Τη χρονιά που γεννήθηκα το Σεντ Λούις χτυπήθηκε από ένα φοβερό ανεμοστρόβιλο που σάρωσε τα πάντα. Ο ανεμοστρόβιλος εκείνος μου άφησε κάτι από τη βίαιη δημιουργικότητά του. Χρειάζεται δυνατό φύσημα, ξέρετε, για να παίξει κανείς τρομπέτα. Πιστεύω στο μυστήριο και το υπερφυσικό, κι ένας ανεμοστρόβιλος είναι σίγουρα και τα δυο»... διηγείται ο Μάιλς Ντέιβις στην αυτοβιογραφία του.

Κι όταν εκείνος έπαιζε την τρομπέτα του ήταν «ανεμοστρόβιλος». Κι ο ήχος ήταν και μυστήριος και υπερφυσικός. Ο Μάιλς είδε το πρώτο φως στο Άλτον του Ιλινόις, στις 26 Μαΐου του 1926. Το 1944, στα 18 του χρόνια πρωτάκουσε τον Τσάρλι Πάρκερ και τον Ντίζι Γκιλέσπι να παίζουν μαζί στο Σεντ Λούις του Μιζούρι. Αυτό έφτανε. Εγκατέλειψε τα σχέδια του που μέχρι τότε τον οδηγούσαν στην ιατρική και για πολλούς ευτυχώς καθώς η θέση του ήταν δίπλα στα ιερά τέρατα της τζαζ ή της «μαύρης μουσικής» όπως ο ίδιος προτιμούσε να την αποκαλεί.

Αμερικανός τρομπετίστας και συνθέτης, με καθοριστική επιρροή στη μουσική του 20ου αιώνα. Υπήρξε ένας από τους πιο εμπνευσμένους μουσικούς της τζαζ, ένας απαράμιλλος σολίστας και πραγματικός καινοτόμος.

Ο Μάιλς Ντιούι Ντέιβις ο τρίτος (Miles Dewey Davis III), όπως είναι το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 26 Μαΐου 1926 στο Όλτον της πολιτείας Ιλινόις. Ήταν το μεσαίο από τα τρία παιδιά μιας ευκατάστατης οικογένειας μαύρων. Ο παππούς του είχε κάνει περιουσία ως λογιστής, αλλά όταν αγόρασε μεγάλη έκταση γης οι λευκοί στράφηκαν εναντίον του.

Ήρθε σε επαφή με τη μαγεία της μουσικής μέσω της ραδιοφωνι­κής εκπομπής «Ρυθμοί του Χάρλεμ», ακούγοντας Λούις Άρμστρονγκ, Ντιουκ Έλινγκτον, Μπέσι Σμιθ, Κάουντ Μπέιζι και όλους τους σπουδαίους καλλιτέχνες της μαύρης κουλτούρας. Έτσι, σύντομα άρχισε μαθή­ματα μουσικής και όταν τελείωσε το δημοτικό έπαιζε ήδη ικανοποιητικά τρομπέτα. Στα δεκαέξι του χρόνια θα γίνει μέλος της ένωσης μουσικών και στα μέσα της δεκαετίας του '40 θα βρεθεί στη Νέα Υόρκη για να συναντήσει τον Τσάρλι Πάρκερ και τον Ντίζι Γκιλέσπι και να παίξει μαζί τους.

Γρήγορα η φήμη του θα εξαπλωθεί και θα έρθουν οι πρώτες προσω­πικές ηχογραφήσεις, με το ξεκίνημα της δεκαετίας του '50. Συνεργάστηκε με σπουδαίους μουσικούς, όπως ο Σόνι Ρόλινς, ο Θελόνιους Μονκ, ο Τζον Κολτρέιν και ο Τζιλ Έβανς, σε δίσκους - σταθμούς στην ιστορία της τζαζ: «Birth of the cool» (1957), Round about midnight» (1957), «Milestones»(1958), «Kind of blue» (1959) και «Sketches of Spain» (1960). Οι ηχογραφήσεις αυτές είχαν τερά­στιο αντίκτυπο, αφού χάραξαν τις κα­τευθυντήριες γραμμές για το ύφος της κουλ-τζαζ (cool-jazz) και τις τροπικές (mo­dal) προσεγγίσεις της δεκαετίας του '60.

To 1970 κυκλοφορεί το περίφημο άλμπουμ «Bitches Brew», συνεργαζόμενος με μία πλειάδα σπουδαίων μουσικών (Γουέιν Σόρτερ, Τζο Ζάβιναλ, Τσικ Κορία, Τζακ Ντετζονέτ, Τζον ΜακΛάφλιν, Ντέιβ Χόλαντ κ.ά.) και θέτει τις βάσεις του τζαζ - ροκ. Την περίοδο αυτή θα στραφεί προς το ροκ και το φανκ, συνεργαζόμενος με τον Τζίμι Χέντριξ και τον Σλάι Στόουν. Θα παραμείνει ανήσυχος ως το τέλος της ζωής του, αναζητώ­ντας και αργότερα νέες ηχητικές εμπειρίες με τον Prince, τους Cameo, ακόμη και με τη μουσική χιπ χοπ λίγο προτού πεθάνει.

Ως τα μέσα της δεκαετίας του '70 θα ζήσει μία εντονότατη και πολύ δη­μιουργική ζωή. Δίσκοι, εμφανίσεις, ναρκωτικά, γυναίκες, άστατη ζωή και γρήγοροι ρυθμοί θα τον φέρουν στα άκρα και για πέντε χρόνια θα στα­ματήσει κάθε μουσική δραστηριότη­τα. Θα επανέλθει στις αρχές της δεκαετίας του '80, έχοντας πια μόνο εκλάμψεις του παλιού καλού εαυτού του, αν και παρέμεινε πο­λύ δημιουργικός και πολύ δραστήριος.

To 1990 κυκλοφορεί η «Αυτοβιογραφία» του (στα ελληνικά από τις εκδόσεις ΣΕΛΑΣ), όπου για πρώτη φορά μιλάει για τον εαυτό του, τη ζωή του και την πολύκροτη καριέρα του. Μιλάει για το πρόβλημα των ναρκωτικών στα μουσικά κυκλώματα, καυτηριάζει το ρατσισμό στην αμερικανική κοινωνία, αλλά πάνω απ’ όλα μιλάει για τη μουσική και τους θρύλους της τζαζ, με τους οποίους κατά καιρούς συνεργάστηκε: τον Τσάρλι Πάρκερ, τον Ντίζι Γκιλέσπι, τον Θελόνιους Μονκ, τον Τσαρλς Μίνγκους, τον Τζον Κολτρέιν και τόσους άλλους.

Ο Μάιλς Ντέιβις έφυγε από τη ζωή στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνιας στις 28 Σεπτεμβρίου 1991, σε ηλικία 65 ετών.

Για περισσότερο από μισό αιώνα δέσποσε στη μουσική σκηνή της τζαζ, επηρέασε πάρα πολλούς μουσικούς και σφράγισε την εξέλιξη της μουσικής του εικοστού αιώνα όσο λίγοι, πετυχαίνοντας να παραμένει πάντα στην πρωτοπορία των εξελίξεων. Το μουσικό ύφος του είναι από τα πιο λιτά στη σύγχρονη τζαζ, παρ’ όλο που πολλές φορές παρασύρεται σε χειμάρρους φθόγγων. Η ανάπτυξη και ο λυρισμός στους αυτοσχεδιασμούς του είναι εκπληκτικοί. Συνθέσεις του, όπως οι «Nardis», «Four», «Milestones», «So­lar», «So What», θεωρούνται κλασικές και ερμηνεύονται πολλές φορές από μουσικούς των νεώτερων γενεών. Ποτέ άλλοτε ο ήχος της τρομπέτας δεν θα ηχήσει με τον ίδιο τρόπο. Ο Μάιλς Ντέιβις ήταν πραγματικά μοναδικός.



Έφτασε σύντομα στη  Νέα Υόρκη, το κέντρο της σκηνής της bebop για να πάρει μία θέση που δικαιωματικά του ανήκε στην πιο γνωστή μουσική σχολή του κόσμου, το Julliard. Κι όμως όσο γρήγορα βρέθηκε εκεί αλλά τόσο γρήγορα έφυγε. Και τη μαθητεία του την έκανε στους δρόμους, στα τζαζ μπαρ και τα σοκάκια της πόλης. Θα περιπλανηθεί με τους όμοιους του, μουσικούς, καλλιτέχνες, συγγραφείς και θα κάνει τις τολμηρές μουσικές του προσεγγίσεις που θα τον καθιερώσουν στα μάτια των εραστών της τζαζ. Δεν θα φοβηθεί ποτέ κανέναν πειραματισμό... «Ήμασταν κάτι σαν επιστήμονες του ήχου» περιγράφει ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του. «Και η πόρτα να έτριζε μπορούσαμε να πούμε ακριβώς τι νότα ήταν ο ήχος».



 Μια γυναίκα πολιτικού (φημολογείται πως ήταν η γυναίκα του προέδρου), στο γεύμα που είχε παραθέσει ο πρόεδρος της Αμερικής, Ρίγκαν, στον Λευκό Οίκο σε διάφορες προσωπικότητες, τον ρώτησε: «Εσύ τι έχεις κάνει στη ζωή σου και είναι τόσο σημαντικό;». Εκείνος, με υπεροψία αλλά και ειλικρίνεια, απάντησε: «Έχω αλλάξει την μουσική πέντε με έξι φορές». Μπήποπ, ορχηστρική τζαζ, χαρντ-μποπ, τζαζ-ροκ, κουλ τζαζ, φιούζον, αυτά και άλλα πολλά μουσικά ρεύματα της «μαύρης μουσικής», πέρασαν, παίχτηκαν και γιγαντώθηκαν από την θρυλική τρομπέτα του Μάιλς Ντέιβις. Όμως δεν ήταν μόνο η μουσική που πέρασε από τη ζωή του. Πέρασαν επίσης γυναίκες, πολλές και όμορφες, χρήματα, δόξα, δοκιμασίες, αλλά και ναρκωτικά. Ο «Νταλί της τζαζ», ήταν μία παράξενη προσωπικότητα, είχε -όπως οι περισσότερες ιδιοφυίες- περίπλοκο και εκρηκτικό χαρακτήρα, είχε μοναδικό στυλ. Από εκείνον πήγαζε μια σοβαρότητα που σε συνδυασμό με τη βραχνή φωνή του μπορούσε εύκολα να σου μεταφέρει φόβο. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους μουσικούς του 20ου αιώνα, καθώς η κληρονομιά που άφησε πίσω του, επηρέασε και εξέλιξε τη μουσική του χθες και του σήμερα.




 «Η μητέρα μου φορούσε γούνες και διαμάντια, ντυνόταν πάντα με την τελευταία λέξη της μόδας. Ήταν πάντα ντυμένη στην τρίχα. Της έμοιασα όχι μόνο στην εμφάνιση αλλά και στην αγάπη της για τα ρούχα και το καλό γούστο». Αν σας μοιάζει περίεργο πως η μητέρα του Ντέιβις φορούσε διαμάντια εκείνη την δύσκολη εποχή για τους έγχρωμους, είναι γιατί τόσο αυτή όσο και ο πατέρας του, κατάγονταν από ευκατάστατη οικογένεια. Από μικρή ηλικία, ο πατέρας του του αγόραζε όμορφα κοστούμια, ενώ όταν μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, η μόδα άνθιζε και άλλαζε συνεχώς. Με την πάροδο του χρόνου, ο «Πρίγκιπας του Σκότους», μόνο σκοτεινός δεν ήταν, αφού τα πολύχρωμα και εκκεντρικά ρούχα του έλαμπαν πάνω στη σκηνή. Πριν το Birth of the Cool, προτιμούσε κοστούμια Brooks Brothrers, στη συνέχεια ακολούθησε ένα πιο ευρωπαϊκό στύλ, με τα ιταλικά κοστούμια να έχουν την τιμητική τους. Τη δεκαετία του 1970, ο Ντέιβις είχε συνδυάσει άψογα τη μουσική της φανκ με το ντύσιμό του. Ήταν από τους λίγους που μπορούσαν να φορέσουν τεράστια γυαλιά, μωβ παντελόνια και περίεργες ζακέτες χωρίς να γελοποιηθούν. Όπως έλεγε ο ίδιος. άλλωστε: «για μένα η ζωή και η μουσική, έχουν να κάνουν με το στυλ».



 Στα τέλη του 1949, σε μια περιοδεία του στο Παρίσι, ερωτεύεται την Ζυλιέτ Γκρεκό. Η επιστροφή στην Αμερική, ο χωρισμός τους, αλλά και οι κριτικοί που πίστωναν την επιτυχία της κουλ τζαζ στους συνεργάτες του και όχι σε εκείνον, τον ώθησαν στην ηρωίνη. Παντρεύτηκε και χώρισε τρεις φορές. Η πρώτη του γυναίκα ήταν η Φράνσις Τέιλορ (χορεύτρια), στη συνέχεια η Μπέτι Μάμπρι (τραγουδίστρια) και Σίσελι Τάισον (ηθοποιός). Με την Αϊρήν δεν παντρεύτηκε ποτέ. Απέκτησε τρεις γιούς και μία κόρη. Στα αμέτρητα άρθρα που μπορεί κάποιος να διαβάσει στο διαδίκτυο για τον Ντέιβις, δε γίνεται συχνή αναφορά στη βίαιη συμπεριφορά του απέναντι στις γυναίκες, θέλοντας με αυτό τον τρόπο να κρατήσουν στην αφάνεια αυτό το μελανό σημείο της προσωπικής του ζωής. H πρώτη του γυναίκα, Φράνσις, σε συνέντευξή της είχε δηλώσει: «Έφυγα τρέχοντας για τη ζωή μου αρκετές φορές». Ο Μάιλς, υπήρξε ρομαντικός μόνο στα πρώτα χρόνια της ζωής του και στη συνέχεια μόνο στις εξαιρετικές του μπαλάντες. Θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε την προσωπική του ζωή με δύο κομμάτια. Το πρώτο, είναι το γλυκό και όμορφο κομμάτι σαν το Blue in Green που εμφανίζει τον σεβασμό και την αγάπη του απέναντι στις γυναίκες. Το δεύτερο, το Bitches Brew, που εμφανίζει την σκληρή και επιθετική του συμπεριφορά απέναντι σε αυτές.




Artist Biography by William Ruhlmann

Throughout a professional career lasting 50 years, Miles Davis played the trumpet in a lyrical, introspective, and melodic style, often employing a stemless Harmon mute to make his sound more personal and intimate. But if his approach to his instrument was constant, his approach to jazz was dazzlingly protean. To examine his career is to examine the history of jazz from the mid-'40s to the early '90s, since he was in the thick of almost every important innovation and stylistic development in the music during that period, and he often led the way in those changes, both with his own performances and recordings and by choosing sidemen and collaborators who forged new directions. It can even be argued that jazz stopped evolving when Davis wasn't there to push it forward.
Davis was the son of a dental surgeon, Dr. Miles Dewey Davis, Jr., and a music teacher, Cleota Mae (Henry) Davis, and grew up in the black middle class of East St. Louis after the family moved there shortly after his birth. He became interested in music during his childhood and by the age of 12 began taking trumpet lessons. While still in high school, he started to get jobs playing in local bars and at 16 was playing gigs out of town on weekends. At 17, he joined Eddie Randle's Blue Devils, a territory band based in St. Louis. He enjoyed a personal apotheosis in 1944, just after graduating from high school, when he saw and was allowed to sit in with Billy Eckstine's big band, which was playing in St. Louis. The band featured trumpeter Dizzy Gillespie and saxophonist Charlie Parker, the architects of the emerging bebop style of jazz, which was characterized by fast, inventive soloing and dynamic rhythm variations.
It is striking that Davis fell so completely under Gillespie and Parker's spell, since his own slower and less flashy style never really compared to theirs. But bebop was the new sound of the day, and the young trumpeter was bound to follow it. He did so by leaving the Midwest to attend the Institute of Musical Art in New York City (renamed Juilliard) in September 1944. Shortly after his arrival in Manhattan, he was playing in clubs with Parker, and by 1945 he had abandoned his academic studies for a full-time career as a jazz musician, initially joining Benny Carter's band and making his first recordings as a sideman. He played with Eckstine in 1946-1947 and was a member of Parker's group in 1947-1948, making his recording debut as a leader on a 1947 session that featured Parker, pianist John Lewis, bassist Nelson Boyd, and drummer Max Roach. This was an isolated date, however, and Davis spent most of his time playing and recording behind Parker. But in the summer of 1948, he organized a nine-piece band with an unusual horn section. In addition to himself, it featured an alto saxophone, a baritone saxophone, a trombone, a French horn, and a tuba. This nonet, employing arrangements by Gil Evans and others, played for two weeks at the Royal Roost in New York in September. Earning a contract with Capitol Records, the band went into the studio in January 1949 for the first of three sessions and produced 12 tracks that attracted little attention at first. The band's relaxed sound, however, affected the musicians who played it, among them Kai WindingLee KonitzGerry MulliganJohn LewisJ.J. Johnson, and Kenny Clarke, and it had a profound influence on the development of the cool jazz style on the West Coast. (In February 1957, Capitol finally issued the tracks together on an LP called Birth of the Cool.)

Davis, meanwhile, had moved on to co-leading a band with pianist Tadd Dameron in 1949, and the group took him out of the country for an appearance at the Paris Jazz Festival in May. But the trumpeter's progress was impeded by an addiction to heroin that plagued him in the early '50s. His performances and recordings became more haphazard, but in January 1951 he began a long series of recordings for the Prestige label that became his main recording outlet for the next several years. He managed to kick his habit by the middle of the decade, and he made a strong impression playing "'Round Midnight" at the Newport Jazz Festival in July 1955, a performance that led major-label Columbia to sign him. The prestigious contract allowed him to put together a permanent band, and he organized a quintet featuring saxophonist John Coltrane, pianist Red Garland, bassist Paul Chambers, and drummer Philly Joe Jones, who began recording his Columbia debut, 'Round About Midnight, in October.

As it happened, however, he had a remaining five albums on his Prestige contract, and over the next year he was forced to alternate his Columbia sessions with sessions for Prestige to fulfill this previous commitment. The latter resulted in the Prestige albums The New Miles Davis QuintetCookin'Workin'Relaxin', and Steamin', making Davis' first quintet one of his better-documented outfits. In May 1957, just three months after Capitol released the Birth of the Cool LP, Davisagain teamed with arranger Gil Evans for his second Columbia LP, Miles Ahead. Playing flügelhorn, Davis fronted a big band on music that extended the Birth of the Coolconcept and even had classical overtones. Released in 1958, the album was later inducted into the Grammy Hall of Fame, intended to honor recordings made before the Grammy Awards were instituted in 1959.

In December 1957, Davis returned to Paris, where he improvised the background music for the film L'Ascenseur pour l'EchafaudJazz Track, an album containing this music, earned him a 1960 Grammy nomination for Best Jazz Performance, Solo or Small Group. He added saxophonist Cannonball Adderley to his group, creating the Miles Davis Sextet, which recorded Milestones in April 1958. Shortly after this recording, Red Garland was replaced on piano by Bill Evans and Jimmy Cobb took over for Philly Joe Jones on drums. In July, Davis again collaborated with Gil Evans and an orchestra on an album of music from Porgy and Bess. Back in the sextet, Davis began to experiment with modal playing, basing his improvisations on scales rather than chord changes.

This led to his next band recording, Kind of Blue, in March and April 1959, an album that became a landmark in modern jazz and the most popular album of Davis' career, eventually selling over two million copies, a phenomenal success for a jazz record. In sessions held in November 1959 and March 1960, Davis again followed his pattern of alternating band releases and collaborations with Gil Evans, recording Sketches of Spain, containing traditional Spanish music and original compositions in that style. The album earned Davisand Evans Grammy nominations in 1960 for Best Jazz Performance, Large Group, and Best Jazz Composition, More Than 5 Minutes; they won in the latter category.

By the time Davis returned to the studio to make his next band album in March 1961, Adderley had departed, Wynton Kellyhad replaced Bill Evans at the piano, and John Coltrane had left to begin his successful solo career, being replaced by saxophonist Hank Mobley (following the brief tenure of Sonny Stitt). Nevertheless, Coltrane guested on a couple of tracks of the album, called Someday My Prince Will Come. The record made the pop charts in March 1962, but it was preceded into the best-seller lists by the Davis quintet's next recording, the two-LP set Miles Davis in Person (Friday & Saturday Nights at the Blackhawk, San Francisco), recorded in April. The following month, Davis recorded another live show, as he and his band were joined by an orchestra led by Gil Evans at Carnegie Hall in May. The resulting Miles Davis at Carnegie Hall was his third LP to reach the pop charts, and it earned Davis and Evans a 1962 Grammy nomination for Best Jazz Performance by a Large Group, Instrumental. Davis and Evans teamed up again in 1962 for what became their final collaboration, Quiet Nights. The album was not issued until 1964, when it reached the charts and earned a Grammy nomination for Best Instrumental Jazz Performance by a Large Group or Soloist with Large Group.

In 1996, Columbia Records released a six-CD box set, Miles Davis & Gil Evans: The Complete Columbia Studio Recordings, that won the Grammy for Best Historical Album. Quiet Nights was preceded into the marketplace by Davis' next band effort, Seven Steps to Heaven, recorded in the spring of 1963 with an entirely new lineup consisting of saxophonist George Coleman, pianist Victor Feldman, bassist Ron Carter, and drummer Frank Butler. During the sessions, Feldman was replaced by Herbie Hancock and Butler by Tony Williams. The album found Davis making a transition to his next great group, of which CarterHancock, and Williams would be members. It was another pop chart entry that earned 1963 Grammy nominations for both Best Instrumental Jazz Performance by a Soloist or Small Group and Best Instrumental Jazz Performance by a Large Group. The quintet followed with two live albums, Miles Davis in Europe, recorded in July 1963, which made the pop charts and earned a 1964 Grammy nomination for Best Instrumental Jazz Performance by a Small Group or Soloist with Small Group, and My Funny Valentine, recorded in February 1964 and released in 1965, when it reached the pop charts.

By September 1964, the final member of the classic Miles Davis Quintet of the '60s was in place with the addition of saxophonist Wayne Shorter to the team of DavisCarterHancock, and Williams. While continuing to play standards in concert, this unit embarked on a series of albums of original compositions contributed by the bandmembers themselves, starting in January 1965 with E.S.P., followed by Miles Smiles(1967 Grammy nomination for Best Instrumental Jazz Performance by a Small Group or Soloist with Small Group [7 or Fewer]), SorcererNefertitiMiles in the Sky (1968 Grammy nomination for Best Instrumental Jazz Performance by a Small Group or Soloist with Small Group), and Filles de Kilimanjaro. By the time of Miles in the Sky, the group had begun to turn to electric instruments, presaging Davis' next stylistic turn. By the final sessions for Filles de Kilimanjaro in September 1968, Hancock had been replaced by Chick Coreaand Carter by Dave Holland. But Hancock, along with pianist Joe Zawinul and guitarist John McLaughlin, participated on Davis' next album, In a Silent Way (1969), which returned the trumpeter to the pop charts for the first time in four years and earned him another small-group jazz performance Grammy nomination. With his next album, Bitches BrewDavis turned more overtly to a jazz-rock style. Though certainly not conventional rock music, Davis' electrified sound attracted a young, non-jazz audience while putting off traditional jazz fans.

Bitches Brew, released in March 1970, reached the pop Top 40 and became Davis' first album to be certified gold. It also earned a Grammy nomination for Best Instrumental Arrangement and won the Grammy for large-group jazz performance. He followed it with such similar efforts as Miles Davis at Fillmore East (1971 Grammy nomination for Best Jazz Performance by a Group), A Tribute to Jack JohnsonLive-EvilOn the Corner, and In Concert, all of which reached the pop charts. Meanwhile, Davis' former sidemen became his disciples in a series of fusion groups: Coreaformed Return to ForeverShorter and Zawinul led Weather Report, and McLaughlin and former Davis drummer Billy Cobham organized the Mahavishnu Orchestra. Starting in October 1972, when he broke his ankles in a car accident, Davis became less active in the early '70s, and in 1975 he gave up recording entirely due to illness, undergoing surgery for hip replacement later in the year. Five years passed before he returned to action by recording The Man with the Horn in 1980 and going back to touring in 1981.

By now, he was an elder statesman of jazz, and his innovations had been incorporated into the music, at least by those who supported his eclectic approach. He was also a celebrity whose appeal extended far beyond the basic jazz audience. He performed on the worldwide jazz festival circuit and recorded a series of albums that made the pop charts, including We Want Miles (1982 Grammy Award for Best Jazz Instrumental Performance by a Soloist), Star PeopleDecoy, and You're Under Arrest. In 1986, after 30 years with Columbia, he switched to Warner Bros. and released Tutu, which won him his fourth Grammy for Best Jazz Instrumental Performance.

Aura, an album he had recorded in 1984, was released by Columbia in 1989 and brought him his fifth Grammy for Best Jazz Instrumental Performance by a Soloist (on a Jazz Recording). Davis surprised jazz fans when, on July 8, 1991, he joined an orchestra led by Quincy Jones at the Montreux Jazz Festival to perform some of the arrangements written for him in the late '50s by Gil Evans; he had never previously looked back at an aspect of his career. He died of pneumonia, respiratory failure, and a stroke within months. Doo-Bop, his last studio album, appeared in 1992. It was a collaboration with rapper Easy Mo Bee, and it won a Grammy for Best Rhythm & Blues Instrumental Performance, with the track "Fantasy" nominated for Best Jazz Instrumental Solo. Released in 1993, Miles & Quincy Live at Montreux won Davis his seventh Grammy for Best Large Jazz Ensemble Performance.

Miles Davis took an all-inclusive, constantly restless approach to jazz that had begun to fall out of favor by the time of his death, even as it earned him controversy during his lifetime. It was hard to recognize the bebop acolyte of Charlie Parker in the flamboyantly dressed leader with the hair extensions who seemed to keep one foot on a wah-wah pedal and one hand on an electric keyboard in his later years. But he did much to popularize jazz, reversing the trend away from commercial appeal that bebop started. And whatever the fripperies and explorations, he retained an ability to play moving solos that endeared him to audiences and demonstrated his affinity with tradition. He is a reminder of the music's essential quality of boundless invention, using all available means. Twenty-four years after Davis' death, he was the subject of Miles Ahead, a biopic co-written and directed by Don Cheadle, who also portrayed him. Its soundtrack functioned as a career overview with additional music provided by pianist Robert Glasper and associates. Additionally, Glasper enlisted many of his collaborators to help record Everything's Beautiful, a separate release that incorporated Davis' master recordings and outtakes into new compositions.






Alexandre Cortez

    Miles Davis - Kind Of Blue, Full Album, 1959.    

 1 So What 00:00,2 Freddie Freeloader 9:24,3 Blue in Green 19:11,4 All Blues 24:49,5 Flamenco Sketches 36:31,6"Flamenco Sketches (alternative take) 45:50



Driving a stolen car

   Miles Davis - Bitches Brew,full album,1970.    

1. "Pharaoh's Dance" - 0:00,2. "Bitches Brew" - 20:05,3. "Spanish Key" - 47:04, 4. "John McLaughlin" - 01:04:38,5. "Miles Runs the Voodoo Down" - 01:09:06, 6. "Sanctuary" - 01:23:09, 7. "Feio" (bonus) - 01:34:02 .




sipsun8

    Miles Davis - Miles In The Sky,full album,1968.    

00:00 A1 — Stuff (M. Davis), 17:06  A2 — Paraphernalia (W. Shorter), 30:04 - B1 — Black Comedy (T. Williams), 37:37 A2 — Country Son (M. Davis).
-------------------------------
Recorded January 16 and May 15-17, 1968 at Columbia Studio B in New York City.Miles Davis - Trumpet. Herbie Hancock - Piano and Electric Piano. Wayne Shorter - Tenor Saxophone. Ron Carter - Bass. Tony Williams - Drums . George Benson - Guitar on A2, “Paraphernalia” Released on July 22, 1968  



All That Jazz Don Kaart

   Miles Davis ‎– Seven Steps To Heaven,full album.    

Miles Davis – trumpet,George Coleman – tenor saxophone (# 7 only),Victor Feldman – piano,Ron Carter – bass,Frank Butler – drums, Miles Davis – trumpet,George Coleman – tenor saxophone,Herbie Hancock – piano,Ron Carter – bass,Tony Williams – drums.



BnF collection sonore – Jazz & Blues

  Miles Davis - Milestones - Full Album Remastered   

00:00 - Dr. Jekyll, 05:52 - Sids Ahead, 19:02 - Two Bass Hit, 24:19 - Milestones, 30:04 - Billy Boy, 37:22 - Straight No Chaiser.
-----------------------
Miles Davis – trumpet, piano (on "Sid's Ahead").Julian "Cannonball" Adderley – alto saxophone.John Coltrane – tenor saxophone.Red Garland – piano.
Paul Chambers – double bass.Philly Joe Jones – drums.



Jazzy Jones

       Miles Davis - Sketches of Spain,full album,1960         

Concierto de Aranjuez (Adagio) - 00:00 Will o' the Wisp - 16:24 The Pan Piper (a.k.a. Alborada de Vigo) - 20:18 Saeta - 24:18 Solea - 29:30



Pablo Cabello Kanisius

      Miles Davis - The Man with the Horn,full album,1981.     

Fat Time - 0:00 Back Seat Betty - 9:57 Shout - 21:11 Aïda - 27:01 The Man with the Horn - 35:13 Ursula - 41:47

--------------------------------------
Legendary staff : Mike Stern-Bill Evans-Barry Finnerty-Al Foster-Sammy Figueroa and the first colaboration with Marcus Miller in studio!



Jazz Time with Jarvis X

     Miles Davis - A Tribute to Jack Johnson, full album,1971     

A. Right Off 0:00 ,B. Yesternow 26:53. 
--------------------------------
Bass (Fender) – Michael Henderson,Drums – Billy Cobham,Guitar – John McLaughlin,Keyboards – Herbie Hancock,Saxophone – Steve Grossman,
Trumpet – Miles Davis. Recorded: February 18 and April 7, 1970.Studio: 30th Street Studio, New York City.Producer: Teo Macero.



       Miles Davis - In a Silent Way,1969      


01- Shhh / Peaceful

02- In a Silent Way / It's about That Time
----------------------
Miles Davis – trumpet, composer,
Wayne Shorter – soprano saxophone,John McLaughlin – electric guitar,Chick Corea – electric piano,Herbie Hancock – electric piano,Joe Zawinul – organ, composer,Dave Holland – double bass,
Tony Williams – drums.


      Miles Davis - Round About Midnight,full Album,1957.      

1. "'Round Midnight" (Monk, Williams) – (00:00) 2. "Ah-Leu-Cha" (Parker) – (05:58) 3. "All of You" (Porter) – (11:51) 4. "Bye Bye Blackbird" (Henderson) – (18:54) 5. "Tadd's Delight" (Dameron) – (26:52) 6. "Dear Old Stockholm" (Traditional, arranged by Getz) – (31:21) Bonus Track Especial Edition (2001) 7. "Two Bass Hit" (Gillespie, Lewis) – (39:14) 8. "Little Melonae" (McLean) – (42:59) 9. "Budo" (Miles Davis, Powell) – (50:21) 10. "Sweet Sue, Just You" (Harris, Young) – (54:38) (September de 1956).

 

Music Legends Book

Miles Davis - Birth Of The Cool,full album,1957.  

1) MILES DAVIS - MOVE 2) MILES DAVIS - JERU 3) MILES DAVIS - MOON DREAMS 4) MILES DAVIS - VENUS DE MILO 5) MILES DAVIS - BUDO 6) MILES DAVIS - DECEPTION 7) MILES DAVIS - GODCHILD 8) MILES DAVIS - BOPLICITY 9) MILES DAVIS - ROCKER 10) MILES DAVIS - ISRAEL 11) MILES DAVIS - ROUGE 12) MILES DAVIS - DARN THAT DREAM.


André Azevedo

Miles Davis - Love Songs,full album.

01 Freddie Freeloader,02 I Fall In Love Too Easily,03 I Thought About You,
04 Summer Night,05 Someday My Prince Will Come,06 Stella By Starlight,
07 My Funny Valentine [live],08 I Love You porgy,09 Old Folks,10 Time After Time,11 Human Nature.


Jazz Everyday!

Miles Davis - Best of


1. So What : 00:00 2. Freedie Freeloader : 09:04 3. Blue In Green : 18:38  4. All Blues : 24:02 5. Flamenco Sketches : 35:32 6. Bags' Groove (Take 1) : 44:56
7. Bags' Groove (Take 2) : 56:08 8. Bemsha Swing : 01:05:29  9. The Man I Love (Take 1) : 01:14:57 10. The Man I Love (Take 2) : 01:23:02 11. Swing Spring : 01:30:57 12. Will You Still Be Mine ? : 01:41:39 13. I See Your Face Before Me : 01:47:58 14. I Didn't : 01:52:41 15. A Gal In Calico : 01:58:43  16. A Night in Tunisia : 02:03:56 17. Green Haze : 02:11:14 18. Yesterdays : 02:17:02 19. Walkin' : 02:20:45 20. Blue 'N' Boogie : 02:34:11 21. Solar : 02:42:28 22. You Don't Know What Love Is : 02:47:09 23. Love Me or Leave Me : 02:51:30 24. I'll Remember April : 02:58:26 25. Générique : 03:06:18 26. L'assassinat de Carala : 03:09:07 27. Sur l'autoroute : 03:11:18 28. Julien dans l'ascenseur : 03:13:35 29. Florence sur les Champs-Elysées : 03:15:50 30. Dîner mortel : 03:18:42 31. Morpheus : 03:22:40 32. Down : 03:25:01 33. Blue Room (Take 1) : 03:27:52 34. Blue Room (Take 2) : 03:30:40 35. Whispering : 03:33:41 36. I Know : 03:36:44 37. Hibeck : 03:39:15 38. Odjenar : 03:42:20 39. Ezz-Thetic : 03:45:12 40. Conception : 03:48:03 41. Bluing : 03:52:04 42. Dig : 04:01:57 43. Out of the Blue : 04:09:29 44. Denial : 04:15:43 45. My Old Flame : 04:21:22 46. It's Only a Paper Moon : 04:27:55 47. Compulsion : 04:33:18 48. The Serpent's Tooth (Take1) : 04:39:01 49. The Serpent's Tooth (Take2) : 04:46:01 50. Round About Midnight : 04:52:17 51. Tasty Pudding : 04:59:21 52. Willie the Wailer : 05:02:42 53. Floppy : 05:07:08 54. For Adults Only : 05:13:09 55. Miles Ahead : 05:18:43 56. When Lights Are Low : 05:23:11 57. Tune Up : 05:26:36 58. Smooch : 05:30:28 59. Four : 05:33:31 60. Old Devil Moon : 05:37:32 61. Blue Haze : 05:40:54 62. Airegin : 05:47:01 63. Oleo : 05:51:58 64. Doxy : 05:57:08 65. But Not for Me (Take 1) : 06:02:00 66. But Not for Me (Take 2) : 06:07:42 67. Dr Jackle : 06:12:17 68. Minor March : 06:21:08 69. Changes : 06:29:22 70. In Your Own Sweet Way : 06:36:32 71. No Line : 06:41:07 72. Vierd Bues : 06:46:46 73. Stablemates : 06:53:37 74. How Am I to Know ? : 06:58:55 75. Just Squeeze Me : 07:03:33 76. The Theme : 07:10:57 77. There Is No Greater Love : 07:16:44 78. S' Posin' : 07:22:01 79. It Could Happen to You : 07:27:14 80. Diane : 07:33:47 81. Trane's Blues : 07:41:34 82. Something I Dreamed Last Night : 07:50:00 83. Surrey With the Fringe On Top : 07:56:13 84. Ahmad's Blues : 08:05:15 85. Salt Peanuts : 08:12:34 86. Woodyn' You : 08:18:41 87. It Never Enterd My Mind : 08:23:33 88. When I Fall In Love : 08:28:55 89. Four (Take 2) : 08:33:16 90. The Theme (Take 2) : 08:40:27 91. If I Were a Bell : 08:41:31 92. Well, You Needn't : 08:49:39 93. Round About Midnight (Take 2) : 08:55:55 94. Half Nelson : 09:01:13 95. You're My Everything : 09:05:58 96. Blues By Five : 09:10:45 97. I Could Write a Book : 09:20:42  98. Tune Up (Take 2) : 09:25:49 99. When Lights Are Low (Take 2) : 09:31:31 100. My Funny Valentine : 09:39:00