Η Αργεντινή ξανά αντιμέτωπη με την κρίση και το μέλλον της.
Λιγότερο από έξι μήνες πριν από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών στην Αργεντινή, το μέλλον διαφαίνεται αβέβαιο.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η Κριστίνα Φερνάντεζ ντε Κίρχνερ έχει τις περισσότερες πιθανότητες να εκλεγεί πρόεδρος στον δεύτερο γύρο που θα γίνει στις 24 Νοεμβρίου. Η εκλογική μάχη θα γίνει μεταξύ Κριστίνας Κίρχνερ και του νεοφιλελεύθερου προέδρου Μαουρίσιο Μάκρι, με την Κίρχνερ να τον προσπερνάει με 7 μονάδες αυτό τον καιρό στις δημοσκοπήσεις.
Η πιθανότητα ενός τέτοιου αποτελέσματος τρομάζει τους γύπες που έχουν ανοίξει και πάλι τα φτερά τους πάνω από το κουφάρι της Αργεντινής, καθώς οι αγορές είχαν βρει στο πρόσωπο του Μουρίσιο Μάκρι, έναν σύμμαχο κι αισθάνθηκαν ανακουφισμένες που είδαν έναν επιχειρηματία να αναλαμβάνει τα ηνία της χώρας. Οι Financial Times έγραφαν τότε ότι σηματοδοτούσε «την αρχή μιας νέας πολιτικής εποχής». Το Νταβός είχε βρει τον νέο αστέρα του. Ύστερα η Αργεντινή ζήτησε ξανά οικονομική βοήθεια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Ο ίδιος έδωσε μια μεταφυσική εξήγηση, δηλώνοντας πως είναι «θύμα» του πεπρωμένου της Αργεντινής, που έχει στο γραμμένο της να πέφτει, να σηκώνεται, μέχρι να πέσει ξανά και ξανά.
* ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Το εκκρεμές της αργεντίνικης οικονομίας
Πράγματι, μέσα σε μια περίοδο 60 χρόνων η Αργεντινή αθέτησε 4 φορές τις πληρωμές του χρέους της, έκανε 26 συμφωνίες με το ΔΝΤ και πέρασε 2 περιόδους υπερπληθωρισμού. Το 1983, ο οικονομολόγος Marcelo Diamand παρομοίασε την Αργεντινή με ένα εκκρεμές. Οι δείκτες του μπορούν να εξηγήσουν την εκλογή του Μάκρι, την αποτυχία της οικονομικής του πολιτικής και τις επικείμενες προεδρικές εκλογές του 2019.
Στο ένα άκρο της ταλάντευσης ήταν οι ολιγάρχες του αγροτικού και κτηνοτροφικού κόσμου που είχαν ανελιχθεί υπό την αποικιακή κυριαρχία και παρακολούθησαν τα κοπάδια τους να πολλαπλασιάζονται από απόσταση, αυξάνοντας τον πλούτο τους από τις εξαγωγές. Ζούσαν στην Αργεντινή, αλλά σκέφτονταν σαν Ευρωπαίοι, εισάγοντας ρούχα, έπιπλα και ιδέες από την Γηραιά Ήπειρο και στέλνοντας τα παιδιά τους να σπουδάσουν εκεί.
Στο άλλο άκρο βρισκόταν η εργατική τάξη που είχε εμφανιστεί στις αρχές του 20ού αιώνα όταν έφτασε στη χώρα η μεταποιητική βιομηχανία. Το εύφορο έδαφος της Αργεντινής έδωσε στη γεωργία της ένα φυσικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Οι βιομηχανίες της ιδρύθηκαν νωρίτερα από οπουδήποτε αλλού στη Νότια Αμερική, αλλά πολύ αργά για να είναι αρκετά ανταγωνιστικές για να μπουν στο παιχνίδι των εξαγωγών. Ωστόσο, χρειάζονταν ακόμα συνάλλαγμα για να αγοράσουν μηχανήματα, έτσι η στερλίνα και τα αμερικανικά δολάρια έπρεπε να προέρχονται από τον μόνο τομέα που μπορούσε να τα κερδίσει: τη γεωργία. Οι ολιγάρχες της γεωργίας, όμως, δεν γοητεύονταν από την ιδέα να συμμετάσχουν σε έναν τομέα που δεν τους ωφελούσε αλλά έδινε εργασία τους φτωχούς.
Και μετά ήρθε ο Περόν
Αυτό μέχρι το 1946, όταν εξελέγη πρόεδρος της Αργεντινής ο Χουάν Περόν και το εκκρεμές άρχισε τότε να ταλαντεύεται.
Τον Μάιο του 1946, ο Περόν ίδρυσε το Ινστιτούτο Προώθησης Εμπορίου της Αργεντινής (IAPI), με αποστολή την αναδιάρθρωση της οικονομίας με βάση την de facto εθνικοποίηση του εξωτερικού εμπορίου. Ο οργανισμός αυτός αγόραζε σιτηρά από τους αγρότες, τα εξήγαγε, έδινε χρηματοδοτήσεις για την αγορά εξοπλισμού, εισήγαγε το μέτρο της διατίμησης και όρισε τα περιθώρια κέρδους.
Ο Περόν αναδιανεμήθηκε τα έσοδα του κράτους σε μεγάλη κλίμακα, εισήγαγε την κρατική ασφάλιση υγείας, όρισε τις αμειβόμενες διακοπές, συντάξεις, εργασιακά δικαιώματα κι έδωσε το δικαίωμα ψήφου και στις γυναίκες. Επίσης στο κυβερνητικό του πρόγραμμα έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην πρόσβαση στη δημόσια παιδεία αλλά και στην πρόσβαση στη στέγαση. Μόλις σε λίγα χρόνια κατάφερε να κερδίσει το μίσος της ολιγαρχίας και το 1955, ο στρατός τον ανέτρεψε και κατέλαβε την εξουσία. Πρώτο του μέλημα ήταν να διαλύσει το IAPI και την βιομηχανία, την οποία κατηγόρησαν για την εμφάνιση μιας πολιτικά ευαισθητοποιημένης εργατικής τάξης. Αλλά ο Περόν είχε αλλάξει το παιχνίδι δίνοντας στον λαό το έναυσμα για να παλέψει για όσα είχε καταφέρει να στήσει.
Τα τελευταία 70 χρόνια, το εκκρεμές έχει μετατοπιστεί από μεταξύ της γεωργίας και της βιομηχανίας, μεταξύ της ολιγαρχίας και του λαού. Τα πραξικοπήματα το 1955, το 1962, το 1966 και το 1976 εκτροχίασαν κάθε προσπάθεια για την ανάπτυξη της βιομηχανίας. Μετά την επιστροφή της Αργεντινής στη δημοκρατία, ο νεοφιλελευθερισμός ακολούθησε τον οικονομικό οδικό χάρτη του στρατού, μερικές φορές μάλιστα κάτω από τους Περονιστές ηγέτες όπως ο Κάρλος Μένεμ που διετέλεσε πρόεδρος από το 1989 έως το 1999.
«Αυτή θα είναι η τελευταία κρίση»
«Αυτή η κρίση δεν θα είναι απλώς μια ακόμα κρίση. Θα είναι η τελευταία», δήλωνε πέρυσι ο Μαουρίσιο Μάκρι.
Ήταν κάτι που οι Αργεντίνοι δεν το άκουσαν για πρώτη φορά. Το 1976 ο υπουργός οικονομικών της στρατιωτικής χούντας, José Alfredo Martínez de Hoz, έλεγε: «Αλλάζουμε σελίδα στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ιστορία της χώρας, που σημαίνει την αρχή μιας νέας εποχής». Ο Νέστορ Κίρχνερ, πρόεδρος την περίοδο 2003-2007, υποσχέθηκε να θάψει τη σκοτεινή εποχή της δικτατορίας και τις πρώτες προεδρίες μετά την επιστροφή στη δημοκρατία: «Βάζουμε τέλος σε έναν κύκλο που ξεκίνησε το 1976 και ο οποίος μας οδήγησε στην άβυσσο», δήλωνε. Και ακολούθησαν κι άλλοι που υποσχέθηκαν το ίδιο...
Πολιτικές από το παρελθόν
Από το 2003 που ανέλαβε την εξουσία, το ζεύγος Κίρχνερ κατάφερε να σταθεροποιήσει την οικονομία και να λύσει το πρόβλημα του αβάσταχτου εξωτερικού χρέους. Αλλά μετά την εκλογή του το 2015, ο Μάκρι προχώρησε σε μέτρα που έφεραν ξανά τα πάνω - κάτω.
Αρχικά, ο Μάκρι κατάφερε να βασιστεί στην καλή θέληση των χρηματοπιστωτικών αγορών, που βρήκαν ξανά στο πρόσωπό του φιλοξενία στην Αργεντινή. Κάτι από το οποίο επωφελήθηκε στο έπακρο. Το 2017 οι Financial Τimes παρατηρούσαν ότι «η κυβέρνηση της Αργεντινής έχει δανειστεί περισσότερο από σχεδόν οποιοδήποτε άλλο κράτος των αναδυόμενων αγορών από τότε που ο κ. Μάκρι ανέλαβε καθήκοντα». Ήταν περίπου 100 δισ. δολάρια μέσα σε δύο χρόνια. Αποτέλεσμα ήταν το δημόσιο χρέος από το 40% του ΑΕΠ να υπερβαίνει σήμερα το 75%, έχοντας αυξηθεί κατά 20 μονάδες μόνο μέσα στο 2018. Η ταχεία ανάπτυξη του χρέους της Αργεντινής έχει θέσει σε συναγερμό ακόμη και τους πιο τολμηρούς κερδοσκόπους. Η κυβέρνηση ζήτησε βοήθεια από το ΔΝΤ, το οποίο παρείχε το μεγαλύτερο πακέτο «βοήθειας» στην ιστορία του, αξίας 57 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Αυτό που έρχεται στη συνέχεια μπορεί να προβλεφθεί αντλώντας στοιχεία από τον πρόσφατο εφιάλτη της Ελλάδας ή την εμπειρία της Αργεντινής στα τέλη της δεκαετίας του 1990, σημειώνει η γαλλική Le Monde. Aν μειώσεις όμως τις κυβερνητικές δαπάνες και αυξήσεις τα επιτόκια, θα καταπνίξεις την οικονομία. Δεν ήταν έκπληξη το γεγονός ότι η ανεργία αυξήθηκε και η φτώχεια αυξήθηκε. Όπως και ο πληθωρισμός και το χρέος.
Η νεοφιλελεύθερη συνταγή για την λιτότητα είναι η επιπλέον λιτότητα. Οι περικοπές του προϋπολογισμού του Μάκρι είναι πραγματικά άνευ προηγουμένου. Η διακοπή ή η μείωση των επιδοτήσεων στον τομέα των μεταφορών και της ενέργειας έχει αυξήσει σημαντικά το κόστος ζωής. Ορισμένοι συνταξιούχοι δαπανούν το μισό εισόδημά τους για τους λογαριασμούς φυσικού αερίου. Η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε κατά 11,5% μεταξύ Σεπτεμβρίου 2017 και Σεπτεμβρίου 2018. Η απόφαση της ελεύθερης διακύμανσης του πέσο τον Δεκέμβριο του 2015 προκάλεσε πτώση του κατά 40% έναντι του δολαρίου σε μία μόνο ημέρα. Το ποσοστό της φτώχειας αυξήθηκαν από 29% σε 33% σε 12 μήνες. Τα έσοδα των εξαγωγέων γεωργικών προϊόντων αυξήθηκαν κατά 40% σε 24 ώρες.
Τον περασμένο Οκτώβριο, κάποιοι βουλευτές πρότειναν να καταβάλλουν φόρο περιουσίας οι μεγάλοι γαιοκτήμονες, από τον οποίο εξαιρούνται σήμερα. Η πρόταση κατέρρευσε. Όταν το ΔΝΤ επέμεινε να αποκατασταθεί ο φόρος εξαγωγών, ο Μάκρι κατάφερε να το πείσει ότι αυτό θα έπρεπε να είναι ένα «εύλογο» ποσό 4 πέσος ανά δολάριο, ανεξάρτητα από τη συναλλαγματική ισοτιμία. Στη χώρα ξέσπασαν βίαιες διαδηλώσεις.
Κοινωνική δικαιοσύνη έναντι δημοκρατίας
Ο εμπειρογνώμονας της Λατινικής Αμερικής Alain Rouquié έχει γράψει ότι «όταν ο Περόν ήρθε στην εξουσία, η λαϊκή κυριαρχία και η πρόθεση ψήφου ελέγχονταν στενά από τους εκπροσώπους της καθιερωμένης ελίτ». Αυτή η ελίτ δεν εγκατέλειψε εντελώς την ιδέα ότι η καθολική ψηφοφορία είναι ο θρίαμβος της καθολικής άγνοιας. Οι ολιγάρχες ευνοούσαν τους ιδιοκτήτες γης σε σχέση με τους πολίτες. Ο Περόν προτιμούσε τους εργαζόμενους. Στην Αργεντινή όμως τα αιτήματα των εργαζομένων τείνουν να στρέφονται περισσότερο γύρω από την κοινωνική δικαιοσύνη και όχι από τη δημοκρατία.
Κι αυτό έχει κάποια προβλήματα. Πολλές φορές οι πελατειακές σχέσεις, ο αυταρχισμός, ο καθετοποιητισμός, ο οπορτουνισμός, ο εγωισμός, η αδιαφάνεια και η διαφθορά επισκιάζουν τη δράση των συνδικάτων και είναι δυστυχώς ελαττώματα που μοιράζονται όλες οι ελεύθερες οργανώσεις του λαό Εκπρόσωποι της αριστεράς καταγγέλλουν αυτά τα σφάλματα. Και οι συνδικαλιστές μπορεί να είναι γρήγοροι στο να παραδεχτούν τα λάθη τους, αλλά είναι πολύ αργοί στο να τα διορθώσουν. Ο Περονισμός έχει σχεδιαστεί για την κατάκτηση της εξουσίας, όχι για την υπεράσπιση της ιδεολογικής αγνότητας και κάπως έτσι οι ακτιβιστές τους έχουν προτιμήσει την απόδοση έναντι της καθαρότητας.
Η Αργεντινή οδηγείται στις κάλπες όντας σε μια βαθιά κρίση
Όπως λέει ο οικονομολόγος Claudio Katz στη Le Monde: «Tα σενάρια είναι δύο. Το πρώτο είναι η οικονομική κρίση να εξελιχθεί σε μακρόχρονη αγωνία, όπως συνέβη στην Ελλάδα. Το δεύτερο είναι να οδηγήσει σε ταραχές, όπως το 2001, όταν η Αργεντινή αντιμετώπισε τη χειρότερη οικονομική κρίση στην ιστορία της. Δυστυχώς, δεν είμαι σίγουρος ότι το δεύτερο σενάριο είναι καλύτερο. Οι πιθανότητές μας να περάσουμε από την κρίση με έναν προοδευτικό ηγέτη, όπως κάναμε με τον Νέστορ Κίρχνερ, εξαρτώνται από τις συνθήκες που επικρατούν τόσο στην εσωτερική όσο και στην εκτός συνόρων σκηνή και δεν υπάρχει τίποτα που να υποδεικνύει ότι θα συμβεί αυτό αυτή τη φορά». «Το 1989, για παράδειγμα, η κρίση οδήγησε σε μια δεξιά κυβέρνηση να αντικατασταθεί από μια άλλη, ακόμα πιο δεξιά», υπενθυμίζει.
Οι Περονιστές βάζουν στόχο να πάρουν τις εκλογές, παραδέχονται όμως σε αυτές χωρίς πρόγραμμα. Ξέρουν ότι ο Μάκρι έχει τη δυνατότητα να επιβιώνει. «Αν ήταν άλλος θα έπρεπε να έχει φύγει ήδη με ελικόπτερο», λένε. Το σίγουρο είναι πως πιστεύουν ότι εάν δεν καταφέρουν να προωθήσουν τη δημοκρατία πέρα από τα όρια του κοινωνικού φιλελευθερισμού, θα βρεθούν στην ίδια ακριβώς κατάσταση σε 10 ή 15 χρόνια από τώρα. Όσο για την Κριστίνα Κίρχνερ, ένας συνταξιούχος που μίλησε με την Le Monde είπε χαρακτηριστικά: «Λένε ότι η Κριστίνα έκλεψε. Ίσως να ζήτησε από λίγους ανθρώπους από την υψηλή κοινωνία δωροδοκίες. Αλλά ποτέ δεν έκλεψε τίποτα από εμάς τους εργάτες. Αντίθετα, μας έδωσε πολλά».
20/5/2019