Τρικυμία στον Περσικό Κόλπο προκαλεί η πολιτική του Τραμπ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Η τέχνη μιας νέας συμφωνίας με το Ιράν.
Τι πραγματικά σκέφτονται οι διπλωμάτες του κόσμου για το τελικό
παιχνίδι του Trump στο Ιράν.
(2) Μια πορεία προς πόλεμο με το Ιράν.
Πώς η κλιμάκωση από την Ουάσινγκτον θα μπορούσε να οδηγήσει σε
ακούσια καταστροφή.

Το αμερικανικό αεροπλανοφόρο «Αβραάμ Λίνκολν», σε άσκηση, με συμμετοχή και ελικοπτέρων, στον κόλπο του Ομάν, στην «είσοδο» του Περσικού Κόλπου.


Μιλώντας σε συγκέντρωση των Ρεπουμπλικανών στις 6 Δεκεμβρίου του 2016, ένα μήνα μετά την εκλογή του, ο Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε να θέσει τέλος στις «ανατροπές ξένων καθεστώτων για τα οποία δεν γνωρίζουμε τίποτα» και να βγάλει τις ΗΠΑ «από τον καταστροφικό κύκλο των επεμβάσεων και του χάους». Εκείνη την εποχή, το σύνθημα «Πρώτα η Αμερική» μεταφραζόταν ως απόσυρση της υπερδύναμης από αιματηρές και πολυδάπανες περιφερειακές κρίσεις, πρωτίστως στη Μέση Ανατολή.

Στην περίπτωση του Ιράν, όμως, ο 45ος πρόεδρος κάνει αυτό ακριβώς που καυτηρίαζε πριν από δυόμισι χρόνια και μάλιστα με υπερβάλλοντα ζήλο σε σύγκριση με όλους τους προκατόχους του. Η ανατροπή του ιρανικού καθεστώτος ήταν ο προφανής, αν και ανομολόγητος στόχος του όταν αποφάσιζε, στις 8 Μαΐου του 2018, να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης και να στραγγαλίσει την ιρανική οικονομία με χωρίς προηγούμενο κυρώσεις.

Εδώ και μία εβδομάδα, όλος ο κόσμος αναρωτιέται αν ο απρόβλεπτος Τραμπ είναι έτοιμος να περάσει από τον οικονομικό πόλεμο στον πραγματικό, βάζοντας φωτιά στην πιο επικίνδυνη περιοχή του πλανήτη, με ανυπολόγιστες συνέπειες. Το κακό άρχισε όταν η Ουάσιγκτον έστειλε στον Περσικό Κόλπο ένα αεροπλανοφόρο με την αρμάδα του, βομβαρδιστικά Β-52, πλοία αμφίβιων αποστολών και πυραύλους Patriot, επικαλούμενη πιθανή ιρανική επίθεση εναντίον αμερικανικών στόχων στην περιοχή, χωρίς το παραμικρό αποδεικτικό στοιχείο. Παράλληλα, οι New York Times κυκλοφορούσαν σενάριο περί αποστολής 120.000 Αμερικανών στρατιωτών στον Κόλπο, κατά το πρότυπο του ολέθριου πολέμου που ξεκίνησε το 2003 ο υιός Μπους κατά του Ιράκ.

Είναι αλήθεια ότι το Ιράν του 2019, μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη με έντονη επιρροή από τη Συρία και τον Λίβανο μέχρι το Ιράκ και την Υεμένη, δεν μοιάζει σε τίποτα με το τριχοτομημένο και εξουθενωμένο Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν, έτσι που οποιαδήποτε στρατιωτική επιχείρηση της Ουάσιγκτον εναντίον της Τεχεράνης να μοιάζει με απίστευτο τυχοδιωκτισμό. Αλλά και η Δύση του 2019 δεν είναι η Δύση του 2003. Τότε η κυβέρνηση Μπους κατάφερε να διχάσει την Ευρώπη, παίρνοντας μαζί της Βρετανία, Ισπανία, Πορτογαλία και τις νέες, ανατολικές χώρες της Ενωσης, παρά την αντίσταση της Γαλλίας, της Γερμανίας και των συμμάχων τους.

Σήμερα, η κυβέρνηση Τραμπ βρίσκει απέναντί της, σε ενιαίο μπλοκ, όλες τις χώρες της Ε.Ε. όπως έδειξε η ψυχρολουσία που υπέστη ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο στις Βρυξέλλες, την περασμένη Δευτέρα. Μάλιστα το πιο ηχηρό χαστούκι ήρθε από τη Βρετανία, καθώς ο Βρετανός υποστράτηγος που εκπροσωπεί τη χώρα του στις συμμαχικές δυνάμεις σε Συρία και Ιράκ διέψευσε ξεκάθαρα τους αμερικανικούς ισχυρισμούς περί επικείμενου ιρανικού πλήγματος. Αλλά και η Ισπανία φρόντισε να αποσύρει τη φρεγάτα της από την αρμάδα του αμερικανικού αεροπλανοφόρου, καθιστώντας σαφές ότι δεν εννοεί να μπλέξει σε οποιονδήποτε τυχοδιωκτισμό. Ρωσία και Κίνα καταδικάζουν τα πολεμικά παιχνίδια της κυβέρνησης Τραμπ, με αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να είναι τραγικά απομονωμένες στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, έχοντας απέναντί τους τέσσερα από τα πέντε μόνιμα μέλη του.

Η εκτίμηση του Χαμενεΐ

Τούτων δοθέντων, δεν αποκλείεται να έχει δίκιο ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Χαμενεΐ, ο οποίος εκτίμησε ότι δεν θα υπάρξει στρατιωτική σύγκρουση και ότι πρόκειται  για ψυχολογικό πόλεμο των Αμερικανών με στόχο τον πολιτικό εκβιασμό της χώρας του. Ο ίδιος ο πρόεδρος Τραμπ διέψευσε το δημοσίευμα των New York Times και τόνισε ότι δεν επιθυμεί πόλεμο, αν και στον επόμενο τόνο δήλωσε ότι αν τελικά κάνει πόλεμο, θα στείλει πολύ περισσότερους από 120.000 στρατιώτες.

Η αλλοπρόσαλλη πολιτική του Τραμπ, τόσο στο Ιράν όσο και στο σύνολο των ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής, όπως και το κενό που άφησε στο Πεντάγωνο η εκδίωξη του Τζιμ Μάτις (ο προσωρινός αντικαταστάτης του, Πάτρικ Σάναχαν, ένας πρώην επιχειρηματίας, ακόμη μαθαίνει) αφήνουν ένα επικίνδυνο κενό, το οποίο καλύπτουν δύο «γεράκια»: ο Πομπέο και ο ακόμη περισσότερο επικίνδυνος σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Τζον Μπόλτον. Από τους αρχιτέκτονες του πολέμου στο Ιράκ το 2003, ο Μπόλτον έγραψε, τον Μάρτιο του 2015, πολύκροτο άρθρο στους New York Times με τίτλο: «Για να μην αποκτήσει πυρηνική βόμβα το Ιράν πρέπει να το βομβαρδίσουμε».

Σε αυτό το φόντο, ο κίνδυνος πολεμικής σύγκρουσης, έστω και από ατύχημα, καθίσταται πραγματικός, καθώς σε ένα τόσο ηλεκτρισμένο τοπίο αρκεί ένας μικρός σπινθήρας για να φέρει την ανάφλεξη. Η διεθνής ανησυχία κορυφώθηκε δύο φορές την προηγούμενη εβδομάδα. Την πρώτη φορά με την καταγγελία των Εμιράτων περί κάποιου ανεξιχνίαστου σαμποτάζ σε τέσσερα τάνκερ (δύο σαουδαραβικών, ενός νορβηγικού και ενός των Εμιράτων) στον Κόλπο του Ομάν, χωρίς να υπάρξουν θύματα. Ανώνυμος αξιωματούχος των ΗΠΑ έστρεψε τις υποψίες στο Ιράν, κάτι που δεν έκαναν, τουλάχιστον ευθέως, ούτε οι Σαουδάραβες ούτε τα Εμιράτα, παρά τη μετωπική αντιπαλότητά τους με την Ισλαμική Δημοκρατία, ενώ δορυφορικές φωτογραφίες του Associated Press αμφισβητούσαν ότι έγινε οποιοδήποτε σαμποτάζ. Το δεύτερο επεισόδιο ήρθε με τον (πραγματικό, αυτή τη φορά) βομβαρδισμό πετρελαιαγωγού κοντά στο Ριάντ από drones των φιλοϊρανών ανταρτών Χούτι, στην Υεμένη, και πάλι χωρίς θύματα. Για την ώρα, η κατάσταση δεν έχει ξεφύγει εκτός ελέγχου, αλλά και δεν απέχει πολύ από την κόκκινη γραμμή.

Στη μέγγενη των κυρώσεων

Ο βασικός παράγοντας αποσταθεροποίησης εντοπίζεται στην απόφαση του Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία του 2015 και να εξοντώσει το Ιράν με ακόμη σκληρότερες κυρώσεις, στον πετρελαϊκό και τον τραπεζικό τομέα. Οι επιπτώσεις του οικονομικού πολέμου είναι οδυνηρές. Ο πληθωρισμός ανέβηκε στο 31%, το ριάλ έχασε το 68% της αξίας του έναντι του δολαρίου, ενώ το ΑΕΠ έπεσε κατά 3,9% πέρυσι και προβλέπεται να πέσει κατά 6% φέτος. Οι Ευρωπαίοι προσπάθησαν να σώσουν τη συμφωνία, αλλά όταν εκβιάστηκαν από την Ουάσιγκτον να διαλέξουν ανάμεσα στην αμερικανική ή στην ιρανική αγορά, αποδείχθηκαν ανίσχυροι. Μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες, όπως η Peugeot και η Renault, ανέστειλαν τις δραστηριότητές τους στο Ιράν. Επόμενο ήταν να αγανακτήσει η ιρανική ηγεσία και να προειδοποιήσει τους Ευρωπαίους ότι, αν δεν εξασφαλίσει οικονομικά οφέλη για τη συμμόρφωσή της στη συμφωνία του 2015, τότε δεν πρέπει να θεωρούν αυτή τη συμμόρφωση δεδομένη


20/5/2019


         ΣΧΕΤΙΚΑ  ΚΕΙΜΕΝΑ         

 Ο Ιρανός πρόεδρος Χασάν Ρουχανί καθώς απευθύνεται στο Innovation and Industry Forum κατά την διάρκεια επίσημης επίσκεψης στην Βέρνη της Ελβετίας, τον Ιούλιο του 2018. DENIS BALIBOUSE / REUTERS

 'Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ κηρύσσοντας την πρόθεσή του να αποσυρθεί από το JCPOA στον Λευκό Οίκο, τον Μάιο του 2018. JONATHAN ERNST / REUTERS

1.
Η τέχνη μιας νέας συμφωνίας με το Ιράν.
Τι πραγματικά σκέφτονται οι διπλωμάτες του κόσμου για το τελικό παιχνίδι του Trump στο Ιράν.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ επιζήτησε μια συμφωνία που απαιτεί διπλωματία, αλλά στην συνέχεια προχώρησε σταθερά μόνο με τα πιο τραχιά μέσα καταναγκασμού. Η Ουάσινγκτον έχει περικόψει περαιτέρω τις προοπτικές της, αποτυγχάνοντας να καλλιεργήσει τις ευρωπαϊκές συμμαχίες της ή να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για να συμμετάσχει η Τεχεράνη στις συνομιλίες.

Πριν από έναν χρόνο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald Trump, αποσύρθηκε από την πυρηνική συμφωνία του Ιράν με το σκεπτικό ότι ήθελε μια ευρύτερη, καλύτερη συμφωνία. Επικρίνοντας το περιορισμένο πεδίο εφαρμογής και την κλίμακα του Joint Comprehensive Plan of Action (JCPOA), ο Trump έκανε έκκληση για μια συμφωνία που θα επιβάλλει αυστηρότερους και διαρκέστερους περιορισμούς στο πυρηνικό έργο του Ιράν, περιορίζοντας παράλληλα το πρόγραμμα των βαλλιστικών πυραύλων της Τεχεράνης και παρεμποδίζοντας την παρέμβασή της σε γειτονικές χώρες. Για να φτάσει σε μια τέτοια μεγάλη συμφωνία, η διοίκηση Trump έχει υποσχεθεί να επιτύχει την υποστήριξη περιφερειακών παικτών, καθώς και του Κογκρέσου.

Πόσο βιώσιμο είναι το φιλόδοξο σχέδιο του Trump; Μαζί με τους συναδέλφους μου στο Chatham House, έβαλα αυτό το ερώτημα μεταξύ άλλων σε 75 αναλυτές και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής σε δέκα χώρες: Ηνωμένες Πολιτείες, Ιράν, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Γερμανία, Ισραήλ, Ρωσία, Κίνα, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Σαουδική Αραβία. Οι ερωτηθέντες αξιολόγησαν την πιθανότητα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ακόμη θα μπορούσαν να διεκδικήσουν μια μεγάλη συμφωνία με το Ιράν. Επίσης, απάντησαν σε ερωτήσεις σχετικά με τα πυρηνικά, περιφερειακά και βαλλιστικών πυραύλων ζητήματα που βρίσκονταν υπό διαπραγμάτευση.

Από αυτή την έρευνα, μπορούμε να καθορίσουμε το πώς αυτοί που γνωρίζουν περισσότερα –και είναι πιο πιθανό να συμμετάσχουν σε μελλοντικές συνομιλίες- αξιολογούν την πολιτική του Trump για το Ιράν και τις προοπτικές επιτυχίας της. Οι ερωτηθέντες ήταν εν πολλοίς σκεπτικοί και πολλοί επεσήμαναν τα ίδια ελλείμματα. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ επιζήτησε κάτι –δηλαδή, μια συμφωνία- που απαιτεί διπλωματία, αλλά στην συνέχεια προσέγγισε σταθερά μόνο με τα πιο τραχιά μέσα καταναγκασμού. Η Ουάσινγκτον έχει περικόψει περαιτέρω τις προοπτικές της, αποτυγχάνοντας να καλλιεργήσει τις ευρωπαϊκές συμμαχίες της ή να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για να συμμετάσχει η Τεχεράνη στις συνομιλίες. Η χθεσινή ανακοίνωση ότι το Ιράν θα περιορίσει την συμμόρφωσή του ως προς τμήματα της πυρηνικής συμφωνίας, αποδεικνύει θετικά ότι η προσέγγιση Trump δεν λειτουργεί.

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΜΗΔΕΝΙΚΟΥ ΑΘΡΟΙΣΜΑΤΟΣ

Οι περισσότεροι από αυτούς που πήραμε συνέντευξη, θεώρησαν ότι η πολιτική της Ουάσιγκτον για «μέγιστη πίεση» στο Ιράν δεν ανταποκρίνεται στον δηλωμένο στόχο της να φέρει το Ιράν πίσω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Λιγότερο από το 20% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι μια μεγάλη συμφωνία με το Ιράν ήταν εφικτή. Οι υπόλοιποι ερωτηθέντες ήταν διχασμένοι. Κάποιοι σκέφτονταν ότι μια βελτιωμένη JCPOA βρίσκεται στην σφαίρα του δυνατού, ενώ άλλοι είδαν περισσότερες δυνατότητες σε ξεχωριστές διαπραγματεύσεις για να αντιμετωπιστούν διακριτά ζητήματα, ενώ άλλοι δεν μπορούσαν να προβλέψουν καμία συμφωνία εντελώς. 

Όταν ρωτήθηκαν γιατί η πολιτική της διοίκησης του Trump δεν ήταν μέχρι σήμερα πιο επιτυχημένη, περίπου οι μισοί από τους ερωτηθέντες επεσήμαναν διαιρέσεις και ανταγωνισμούς εντός της διοίκησης για την πολιτική του Ιράν. Ενώ ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε σαφώς την επιθυμία του για μια συμφωνία με το Ιράν, άλλα μέλη της διοίκησης έχουν στείλει αντιφατικά μηνύματα, όπως σημείωσαν οι ερωτηθέντες. Συγκεκριμένα, ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, John Bolton, και ο υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, επικοινώνησαν ιδεολογικά κίνητρα και αποσταθεροποιητικούς στόχους που έρχονταν σε αντίθεση με την συναλλακτική προσέγγιση του Προέδρου. Ορισμένοι συνεντευξιαζόμενοι, συμπεριλαμβανομένων Αμερικανών και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος, εξέφρασαν την ανησυχία τους ότι ο Μπόλτον και ο Πομπέο θα προσπαθούσαν να υπονομεύσουν την επιτυχία οποιασδήποτε συζήτησης με το Ιράν. Οι Ιρανοί που ερωτήθηκαν εξέφρασαν την απροθυμία τους να διαπραγματευτούν με μια διοίκηση που θεωρούν διαιρεμένη και αποδιοργανωμένη.

Η διοίκηση έχει εγκλωβίσει τον εαυτό της περαιτέρω με το να ακολουθεί αυτό που πολλοί ερωτηθέντες αντιλαμβάνονται ως προσέγγιση μηδενικού αθροίσματος ως προς το Ιράν. Μιλώντας στο Ίδρυμα Heritage το περασμένο Μάιο, ο Pompeo απαρίθμησε 12 αιτήματα (αργότερα πρόσθεσε ένα 13ο, σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα) για συμπερίληψη σε οποιαδήποτε νέα συμφωνία με το Ιράν. Ορισμένοι από τους συνεντευξιαζόμενούς μας προσδιόρισαν αυτόν τον κατάλογο ως την αρχική θέση διαπραγμάτευσης των ΗΠΑ, αν και ποτέ δεν είχε διατυπωθεί δημόσια ως τέτοιος. Τα αιτήματα περιλαμβάνουν την παύση του εμπλουτισμού [του ουρανίου], τον τερματισμό του πολλαπλασιασμού των βαλλιστικών πυραύλων, την απελευθέρωση των ατόμων με διπλή υπηκοότητα που κρατούνται σε ιρανικές φυλακές, και την διακοπή της υποστήριξης στις ομάδες πληρεξουσίων των Ιρανών σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή.

Οι ερωτηθέντες μας, τείνουν να συμφωνούν ότι τα ζητήματα αυτά αξίζουν την προσοχή. Αλλά η απαρίθμησή τους ως απαιτήσεις και το επανειλημμένο και δημόσιο σφυροκόπημα του Ιράν, μας είπαν, δεν προσέφεραν κανένα άνοιγμα για νέες διαπραγματεύσεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες επανεπέβαλαν κυρώσεις, οι οποίες έχουν περιορίσει την οικονομική ανάπτυξη του Ιράν και έχουν προκαλέσει πόνο στην κυβέρνηση και τον πληθυσμό του˙ αλλά οι κυρώσεις δεν άλλαξαν την συμπεριφορά της Τεχεράνης στην περιοχή ούτε την ώθησαν να δεχθεί οποιαδήποτε από τις απαιτήσεις. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες υπέθεταν ότι η Τεχεράνη θα συνθηκολογούσε υπό την πίεση, σημείωσαν οι συνεντευξιαζόμενοί μας, υποτίμησαν σοβαρά την σταθερότητα της Ισλαμικής Δημοκρατίας και παρερμήνευσαν την αξιολόγηση ασφαλείας της και την κοσμοθεωρία της. Εάν το Ιράν πρόκειται να ξεκινήσει μια νέα διαπραγμάτευση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, σημείωσαν οι ειδικοί, θα χρειαστεί να σωθούν τα προσχήματα -κάτι που καθιστά αδύνατη μια πολιτική μέγιστης πίεσης χωρίς δελεασμούς ή εξωραϊσμούς.

ΓΝΩΡΙΖΕ ΤΟ ΑΝΤΙΠΑΛΟ ΣΟΥ

Η κυβέρνηση Trump, σημείωσαν οι ερωτηθέντες μας, έχει μέχρι τώρα αποτύχει να λάβει υπόψη τις πιθανές απαιτήσεις των Ιρανών, αν επρόκειτο να συμφωνήσουν σε νέες συνομιλίες. Η ανακούφιση από τις κυρώσεις είναι ένα προφανές ζήτημα, αλλά οι Ιρανοί θα μπορούσαν επίσης να ζητήσουν εγγυήσεις ασφαλείας, μια περιφερειακή πυρηνική συνεννόηση, παραχωρήσεις για περιφερειακά προγράμματα βαλλιστικών πυραύλων, και ακόμη μια περαιτέρω απόσυρση των δυνάμεων των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή. Αντί να εξετάσουν τα πιθανά αιτήματα και τις κόκκινες γραμμές του Ιράν, οι διπλωμάτες με τους οποίους μιλήσαμε προέβησαν σε εικασίες ότι η διοίκηση του Trump υποθέτει ότι η Τεχεράνη επιδιώκει την αποκατάσταση πλήρων διπλωματικών δεσμών με την Ουάσινγκτον. Αλλά η ιρανική ηγεσία σχεδόν σίγουρα δεν ενδιαφέρεται για ένα τέτοιο αποτέλεσμα, όπως μας είπαν οι περισσότεροι ειδικοί, επειδή η Ισλαμική Δημοκρατία αντιλαμβάνεται τις Ηνωμένες Πολιτείες ως θεμελιωδώς εχθρικές προς τη μορφή της διακυβέρνησής της.

Η υπέρμετρη στήριξη της κυβέρνησης Trump στην καταναγκαστική ισχύ των κυρώσεων υπογραμμίζει την αδυναμία της να κατανοήσει την διαδικασία λήψης αποφάσεων στην Τεχεράνη. Η πολιτική των κυρώσεων μπορεί να εξαρτάται από την πεποίθηση ότι το Ιράν άρχισε διαπραγματεύσεις με την διοίκηση του Ομπάμα το 2012 εξαιτίας του οικονομικού πόνου που προκάλεσε το εμπάργκο πετρελαίου και οι οικονομικοί περιορισμοί. Αλλά ακόμα και εκείνη την εποχή, οι αναλυτές σε ολόκληρο τον κόσμο επεσήμαναν τη μετατόπιση της θέσης των Ηνωμένων Πολιτειών στον εμπλουτισμό [ουρανίου] ως το πραγματικό στήριγμα της μόχλευσης. Μεταξύ των ετών 2003 και 2013, οι Ηνωμένες Πολιτείες προχώρησαν από το να απαιτούν από το Ιράν να μην εμπλουτίζει καθόλου ουράνιο -η σημερινή θέση της διοίκησης του Trump- στο να αναγνωρίσουν ότι ως συμβαλλόμενο μέρος της συνθήκης για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, το Ιράν είχε δικαίωμα περιορισμένου εμπλουτισμού. Το JCPOA επέτρεψε τον εμπλουτισμό μέχρι 3,67% για 15 χρόνια. Πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι η κυβέρνηση Trump δεν μπορεί να επανεκκινήσει τις διαπραγματεύσεις χωρίς να αναγνωρίσει ομοίως τα δικαιώματα του Ιράν -αυτή την φορά, με το να αναγνωρίσει τις ανησυχίες της Τεχεράνης για την περιφερειακή ασφάλεια.

Το γεγονός ότι η διοίκηση Trump προφανώς έδωσε τόσο λίγη σκέψη στην προετοιμασία του εδάφους για τις διαπραγματεύσεις, κάνει πολλούς ειδικούς να το ξανασκεφθούν. Λένε ότι η Ουάσινγκτον δεν έχει συμβουλευτεί Αμερικανούς πρώην διαπραγματευτές πυρηνικής ενέργειας ή διατλαντικούς εταίρους. Περίπου ένας χρόνος πέρασε από την αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών από το JCPOA και η Ουάσιγκτον δεν έκανε τίποτα για να μετριάσει την οργή που κρυφοκαίει στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Το ξέφτισμα αυτών των δεσμών ίσως να μην φαίνεται σημαντικό βραχυπρόθεσμα, καθώς η Ευρώπη αγωνίζεται να φέρει το βάρος της διατήρησης του JCPOA στην ζωή. Ωστόσο, η ευρωπαϊκή συνεργασία θα είναι αποφασιστικής σημασίας για την επίτευξη οποιασδήποτε νέας διαπραγμάτευσης.

ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΕΝΑΝ ΕΝΤΙΜΟ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗ

Μεταξύ των συνεντευξιαζόμενών μας, υπήρξαν μερικοί που πίστευαν ότι μια μεγάλη συμφωνία είναι ακόμα δυνατόν να συμβεί. Χωρίς εξαίρεση, αυτοί οι ερωτηθέντες ήταν είτε Αμερικανοί είτε Ιρανοί (συγκεκριμένα, οι Αμερικανοί που ρωτήσαμε και οι οποίοι συμμετείχαν στο JCPOA, δεν μοιράστηκαν αυτήν την προοπτική). Εκείνοι που μπορούσαν να οραματιστούν την επίτευξη μιας νέας συμφωνίας επεσήμαναν ότι τα ζητήματα που είχε αφήσει άλυτα το JCPOA πραγματικά μπορούσαν να επιλυθούν μόνο με μια συμφωνία μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσιγκτον. Μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να παράσχουν στο Ιράν τις εγγυήσεις ασφαλείας και τις συνολικές άρσεις κυρώσεων που απαιτούνται για μια μεγαλύτερη συμβιβαστική συμφωνία, υποστηρίζουν αυτοί οι ερωτηθέντες. Επιπλέον, μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να καλύψουν τις ανησυχίες του Ισραήλ και του Αραβικού Κόλπου. Αυτοί οι συνεντευξιαζόμενοι είδαν την Ευρώπη, που βρίσκεται στη μέση, ως μη ιδιαίτερα σχετική με τον διάλογο.

Και όμως, η συντριπτική πλειοψηφία των ειδικών σε ολόκληρο τον κόσμο ήταν πολύ σκεπτικοί για το ότι η διοίκηση Trump θα μπορούσε να διευκολύνει μια μεγάλη συμφωνία. Πολλοί ισχυρίστηκαν ότι τρίτα μέρη όπως η Ρωσία, η Κίνα, το Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία, εκμεταλλεύονταν το αδιέξοδο με το Ιράν για δικούς τους πολιτικούς σκοπούς. Οι περισσότεροι ερωτηθέντες από την Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δεν μπόρεσαν καν να ενθαρρύνουν την ανανέωση των συνομιλιών των ΗΠΑ με το Ιράν και οι Ρώσοι και οι Κινέζοι ειδικοί εκτιμούν ότι οι χώρες τους δεν ήταν διατεθειμένες να επεκταθούν πέρα από τις περιορισμένες προσπάθειες που είχαν ήδη καταβάλει για την διατήρηση του JCPOA .

Εάν ο πρόεδρος των ΗΠΑ επιδιώκει πραγματικά αυτή την ευρύτερη, καλύτερη συμφωνία, η διοίκησή του πρέπει να επανεκτιμήσει την στρατηγική της για το Ιράν. Αντί απλώς να εντείνει τις μονομερείς κυρώσεις που δεν έχουν ακόμη φέρει κανένα σημαντικό αποτέλεσμα, η διοίκηση θα πρέπει να οικοδομήσει γέφυρες πάλι με την Ευρώπη και να προετοιμάσει τα είδη των ανοιγμάτων και δελεασμών που έφεραν αποτελεσματικά το Ιράν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στο παρελθόν.

Στα αγγλικά:
https://www.foreignaffairs.com/articles/iran/
2019-05-09/art-new-iran-deal

Sanam Vakil
Η SANAM VAKIL είναι ανώτερη ερευνήτρια στο πρόγραμμα του Chatham House
 για τη Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική.

http://www.foreignaffairs.gr/articles/72298/sanam-vakil/
i-texni-mias-neas-symfonias-me-to-iran?

14/05/2019


Οι Φρουροί της Επανάστασης του Ιράν εκτοξεύουν πυραύλους κατά την διάρκεια πολεμικών ασκήσεων κοντά στην ιερή πόλη Qom, τον Νοέμβριο του 2006. FARS NEWS / REUTERS

 2.
Μια πορεία προς πόλεμο με το Ιράν.
Πώς η κλιμάκωση από την Ουάσινγκτον θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακούσια καταστροφή.

Από την ημέρα που ανέλαβε το αξίωμά του ο Τραμπ, πολλοί φοβήθηκαν ότι η παρορμητική συμπεριφορά του, η μεγαλόστομη ρητορική του, η αδυναμία του να σκεφτεί εμπροσθοβαρώς, η έλλειψη σεβασμού για την διαδικασία πολιτικής, και η αποφασιστικότητά του να «κερδίσει», θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πόλεμο. Τώρα οι πιθανότητες έχουν αυξηθεί.

Όταν ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες από την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν τον περασμένο Μάιο, πολλοί επικριτές ισχυρίστηκαν [1] ότι ρίσκαρε να ξεκινήσει μια αλυσίδα γεγονότων που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πόλεμο. Η πυρηνική συμφωνία δεν ήταν τέλεια, αναγνώρισαν οι υποστηρικτές της συμφωνίας, αλλά εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποχωρούσαν ορμητικά και η συμφωνία κατέρρεε, το Ιράν θα μπορούσε να επαναλάβει το πρόγραμμά του για πυρηνικό εμπλουτισμό, και για να το σταματήσουν, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα είχαν άλλη επιλογή παρά να χρησιμοποιήσουν βία. Αυτό με την σειρά του θα μπορούσε να προκαλέσει μια ευρύτερη ανάφλεξη. Αλλά αξιωματούχοι της διοίκησης και άλλοι αντίπαλοι της συμφωνίας απέρριψαν [2] τέτοιου είδους ανησυχίες -ακόμη και όταν επέμειναν ότι απούσης της συμφωνίας, ο καλύτερος τρόπος για να μπλοκαριστεί το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ήταν με την «αξιόπιστη στρατιωτική επιλογή» [3]. 

Τώρα ο αναπόφευκτος κύκλος κλιμάκωσης φαίνεται να είναι σε εξέλιξη. Στο πλαίσιο της εκστρατείας της «μέγιστης πίεσης», μόνο τον προηγούμενο μήνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες όρισαν το Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (Islamic Revolutionary Guards Corps, IRGC) ως τρομοκρατική οργάνωση˙ τερμάτισαν τις απαλλαγές που επέτρεπαν σε μικρό αριθμό χωρών να αγοράζουν ιρανικό πετρέλαιο παρά τις κυρώσεις των ΗΠΑ˙ ανακοίνωσαν [4] πρόσθετες κυρώσεις που αποσκοπούσαν στην επιδείνωση της οικονομίας της χώρας˙ και μέχρι που έστειλαν μια επιθετική ομάδα αεροπλανοφόρου και βομβαρδιστικά Β-52 στην περιοχή για να στείλουν «ένα σαφές και αδιαμφισβήτητο μήνυμα» [5] στο ιρανικό καθεστώς να μην προκαλέσει τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Προφανώς, το Ιράν ανταποκρίθηκε όχι με το να υποταχθεί στα αιτήματα των ΗΠΑ (πόσω μάλλον να καταρρεύσει) αλλά με μια δική του εκστρατεία πίεσης. Στις 8 Μαΐου, ο Ιρανός πρόεδρος Χασάν Ρουχανί ανακοίνωσε [6] ότι το Ιράν θα αναστείλει την συμμόρφωσή του σε τμήματα της πυρηνικής συμφωνίας και θα αποσυρθεί εξ ολοκλήρου εάν η Ευρώπη δεν βρει τρόπο να αποφέρει οικονομικά οφέλη στο Ιράν εντός 60 ημερών -κάτι σχεδόν αδύνατο να επιτευχθεί. Τέσσερις μέρες αργότερα, τέσσερα σαουδαραβικά πετρελαιοφόρα στα ανοικτά των ακτών των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων υπέστησαν σαμποτάζ με εκρηκτικά και δυο μέρες μετά από αυτό, drones συνετρίβησαν σε εγκαταστάσεις πετρελαίου στην Σαουδική Αραβία, προκαλώντας εκρήξεις και κλείνοντας έναν αγωγό. Δεν αποδείχθηκε κανένας ιρανικός ρόλος σε αυτά τα γεγονότα, αλλά το IRGC έχει καταφύγει σε παρόμοιες ασύμμετρες και μη ανιχνεύσιμες επιθέσεις στο παρελθόν –γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο αξιωματούχοι του στρατού των ΗΠΑ και των μυστικών υπηρεσιών [7] είχαν προειδοποιήσει ότι τέτοια αντίποινα ήταν πιθανά.

Η κυβέρνηση Trump ανταποκρίθηκε τώρα στην απάντηση του Ιράν με την διαρροή πληροφοριών ότι το Ιράν προετοιμάζει πιθανές πυραυλικές επιθέσεις εναντίον αμερικανικών συμφερόντων και προειδοποίησε δημόσια το Ιράν για ενδεχόμενη στρατιωτική δράση. Η Ουάσινγκτον έφτασε ακόμη και στο σημείο να εκκενώσει το προσωπικό της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Βαγδάτη και να αναφέρει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες προετοιμάζουν σχέδια έκτακτης ανάγκης για να στείλουν μέχρι και 120.000 στρατιωτικούς στην περιοχή. Ο ίδιος ο Trump περιέγραψε αναφορές για τις στρατιωτικές προετοιμασίες ως «ψεύτικα νέα», αλλά επίσης δήλωσε ότι θα αναπτύξει [8] «κολασμένα περισσότερους στρατιώτες από αυτό» αν χρειαστεί, και ότι το Ιράν θα «υποφέρει πολύ» [9] αν επιτεθεί σε Αμερικανούς. Από την πλευρά του, ο υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, προειδοποίησε [10] ότι «εάν αμερικανικά συμφέροντα υποστούν επίθεση, σίγουρα θα απαντήσουμε με τον κατάλληλο τρόπο». Στις 16 Μαΐου, μια ευθυγραμμισμένη με το κράτος εφημερίδα στην Σαουδική Αραβία, η οποία είναι στενός σύμμαχος της διοίκησης του Τραμπ, έκανε έκκληση [9] για «χειρουργικά χτυπήματα» εναντίον του Ιράν, ενώ ένας υποστηρικτής του Trump και περιστασιακός σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής, ο γερουσιαστής του Άρκανσο, Tom Cotton, προέβλεψε [11] με σιγουριά ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να κερδίσουν έναν πόλεμο με το Ιράν με δύο μόνο χτυπήματα: «Το πρώτο χτύπημα και το τελευταίο χτύπημα».

Η αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης θα είναι δύσκολη, δεδομένης της αποφασιστικότητας των δύο πλευρών να μην υποχωρήσουν. Μια νέα διαπραγμάτευση πυρηνικής ενέργειας, την οποία ισχυρίζεται ότι θέλει ο Trump, θα ήταν ένας τρόπος να αποφευχθεί μια σύγκρουση. Αλλά το Ιράν δεν είναι πιθανό να εισέλθει σε συνομιλίες με μια διοίκηση την οποία δεν εμπιστεύεται, και ακόμα λιγότερο πιθανό να συμφωνήσει με το είδος της ευρείας συμφωνίας που λέει ο Trump ότι είναι απαραίτητη: Μια συμφωνία που θα απαγορεύει τον εμπλουτισμό, θα διαρκεί για πάντα, θα επιτρέπει ακόμα πιο επιθετικές επιθεωρήσεις από όσο η παλαιά συμφωνία, θα βάζει όρια στους βαλλιστικούς πυραύλους και θα περιορίζει την περιφερειακή συμπεριφορά του Ιράν. Μετά, υπάρχει το σενάριο στο οποίο το Ιράν απλώς κάθεται και ελπίζει ότι ο πρόεδρος Trump θα αποχωρήσει από το αξίωμα το 2020. Αλλά δεκαοκτώ μήνες είναι μακρύς χρόνος για να είναι υποφερτή η οικονομική πίεση που ασκείται στο Ιράν˙ και εν πάση περιπτώσει, το Ιράν φαίνεται να έχει κλείσει την πόρτα σε αυτή την επιλογή, με το να απειλήσει να παραβιάσει την πυρηνική συμφωνία αν δεν λάβει ταχεία οικονομική ανακούφιση.

Την περαιτέρω κλιμάκωση, από την άλλη πλευρά, είναι αρκετά εύκολο να την φανταστούμε: Εάν το Ιράν εγκαταλείψει πλήρως την συμφωνία, επεκτείνει το πυρηνικό του πρόγραμμα έστω και σταδιακά, ή υποστηρίξει άμεσες ή πληρεξούσιες επιθέσεις σε αμερικανικά στρατεύματα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αντιμετωπίσουν μόνο δύο επιλογές –μια ταπεινωτική αποκλιμάκωση ή την χρήση στρατιωτικής βίας.

ΟΛΑ ΠΟΛΥ ΠΡΟΒΛΕΨΙΜΑ

Το ότι η προσέγγιση της διοίκησης του Τραμπ στο Ιράν θα μπορούσε να οδηγήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μια ακούσια σύγκρουση δεν θα πρέπει να αποτελεί έκπληξη για κανέναν. Πράγματι, από την ημέρα που ανέλαβε το αξίωμά του ο Τραμπ, πολλοί φοβήθηκαν ότι η παρορμητική συμπεριφορά του, η μεγαλόστομη ρητορική του, η αδυναμία του να σκεφτεί εμπροσθοβαρώς, η έλλειψη σεβασμού για την διαδικασία πολιτικής, και η αποφασιστικότητά του να «κερδίσει» θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πόλεμο. Σε ένα δοκίμιο την άνοιξη του 2017 [12] σε αυτό το περιοδικό («Το όραμα ενός Trump σε πόλεμο», [12]), εξέφρασα ανησυχίες για τις πιθανότητές του να σκοντάψει σε μια σύγκρουση με το Ιράν, την Κίνα ή την Βόρεια Κορέα. Έγραψα το δοκίμιο με τη μορφή μιας φανταστικής ματιάς πίσω σε γεγονότα που δεν είχαν συμβεί, αλλά θα μπορούσαν, εάν ο Trump προσπαθούσε να μπλοφάρει στην πορεία του για «καλύτερες συμφωνίες» μέσω αντιπαράθεσης και κλιμάκωσης και χωρίς να εκτιμήσει ρεαλιστικά τι θα ήταν εφικτό ή πώς θα μπορούσαν να αντιδράσουν δυνητικά οι αντίπαλοι.

Δύο χρόνια αργότερα, τα καλά νέα είναι ότι κανένας από αυτούς τους πολέμους δεν συνέβη. Αλλά τα κακά νέα είναι ότι ο Trump συνεχίζει να επιδεικνύει τα χαρακτηριστικά που κατέστησαν τέτοιες εξελίξεις εύλογες εξ’ αρχής. Αν μη τι άλλο, φαίνεται πιο έτοιμος από ποτέ να σπάσει τους κανόνες και να ανταγωνιστεί συμμάχους και αντιπάλους ομοίως. Επιπλέον, οι σύμβουλοι που τον περιβάλλουν τώρα είναι λιγότερο πρόθυμοι και ικανοί από τους προκατόχους τους να περιορίσουν τις πιο προκλητικές τάσεις του -όταν δεν είναι πραγματικά αποφασισμένοι να ενθαρρύνουν αυτές τις τάσεις για τους δικούς τους σκοπούς. Το Ιράν είναι μακράν το πιο επικίνδυνο ενδεχόμενο βραχυπρόθεσμα, αλλά δεν είναι το μοναδικό μέρος όπου ο Τραμπ θα μπορούσε να σκοντάψει σε έναν πόλεμο από ατύχημα.

Ο Trump φαίνεται να έχει βάλει τον εαυτό του στην γωνία με την Κίνα με τον ίδιο τρόπο που έκανε και με το Ιράν: Με το να επιβάλλει μονομερείς κυρώσεις, να μην «διαβάζει» καλά τους αντιπάλους του, και να παραπλανά τον αμερικανικό λαό για τα κόστη, τους κινδύνους και τις συνέπειες της προσέγγισής του. Οι δασμοί που είχε επιβάλει αρχικά σε αξίας 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων εισαγωγές από την Κίνα υποτίθεται ότι έπρεπε να παράγουν μια «καλύτερη συμφωνία», αλλά αντ’ αυτού -και χωρίς έκπληξη- προκάλεσαν κινεζικούς αντίστοιχους δασμούς. Οι Ηνωμένες Πολιτείες απάντησαν αυξάνοντας το ποσοστό των δασμών και προετοιμάζοντας την επέκτασή τους για να καλύψουν το σύνολο των εξαγωγών της Κίνας προς τις Ηνωμένες Πολιτείες αξίας 540 δισ. δολαρίων. Ακόμα και καθώς αυξάνεται το κόστος για τους Αμερικανούς αγρότες, τους παραγωγούς και τους καταναλωτές, ο Trump τώρα πιθανολογεί [13] ότι θα είναι καλύτερα από πολιτική άποψη εάν συνεχίσει να αντιτίθεται την Κίνα τουλάχιστον μέχρι τις εκλογές του 2020.

Μια εμπορική συμφωνία με την Κίνα είναι, φυσικά, ακόμη δυνατή, όπως μια νέα πυρηνικής συμφωνία με το Ιράν. Αλλά η περαιτέρω κλιμάκωση είναι επίσης μια πραγματική δυνατότητα, όπως είναι και μια επικίνδυνη εξάπλωση από τον οικονομικό τομέα στον πολιτικό. Πράγματι, στο μυθιστορηματικό σενάριό μου φαντάστηκα ότι της διολίσθησης προς την στρατιωτική σύγκρουση θα είχε προηγηθεί ένας «εμπορικός πόλεμος που κλιμακώθηκε πέρα από αυτό που είχαν προβλέψει και οι δύο πλευρές», και μια ακραία εθνικιστική Κίνα που θα αρνείται την συνεργασία των Ηνωμένων Πολιτειών στην Βόρεια Κορέα και θα τις προκαλεί στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κίνας αποκαλούν τώρα τις Ηνωμένες Πολιτείες ως «τελείως ψευτοπαλλήκαρο», «χάρτινο τίγρη» και «αποικιοκράτη». Τουλάχιστον ένας εξέχων Κινέζος μελετητής πρότεινε [14] ότι το Πεκίνο να χτυπήσει τις «αγχωμένες και αλαζονικές» Ηνωμένες Πολιτείες απαγορεύοντας τις σπάνιες γαίες στις οποίες βασίζεται η αμερικανική βιομηχανία και πωλώντας αμερικανικά κρατικά ομόλογα, κινήσεις που θα έχουν καταστροφικές επιπτώσεις στην οικονομία των ΗΠΑ. Ο Trump φαίνεται ότι δεν κατάφερε να προβλέψει ότι και άλλες χώρες έχουν επίσης εγχώρια πολιτική -για να μην αναφέρουμε τη μόχλευση που [μπορούν να] χρησιμοποιούν εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η προσέγγιση του Trump στην Βόρειο Κορέα άρχισε με μεγαλαυχίες, προσβολές και απειλές, αποφέροντας το 2018 μια εκπληκτική προσέγγιση˙ ο Trump μέχρι που ισχυρίστηκε [15] ότι ο ίδιος και ο δικτάτορας Kim Jong Un «ερωτεύτηκαν». Αυτό το φλερτ προς τον Κιμ ήταν μια ευπρόσδεκτη εναλλακτική λύση σε έναν πιθανό πυρηνικό πόλεμο, αλλά ο Trump θα μπορούσε εύκολα να επανέλθει στην εχθρότητα, δεδομένης της τάσης του να στρέφεται ξαφνικά και βάναυσα [εναντίον] οποιουδήποτε πιστεύει ότι τον έχει ενοχλήσει. Οι πρόσφατες δοκιμές της Βόρειας Κορέας [16] ενός «νέου τύπου τακτικής καθοδήγησης όπλου», η επανάληψη των δοκιμών πυραύλων μικρής εμβέλειας, και η κατάσχεση από τις ΗΠΑ [17] ενός βορειοκορεατικού λαθρεμπορικού πλοίου που η Πιονγκγιάνγκ απαιτεί να της επιστραφεί, είναι όλα πρόσφατα υπενθυμητικά ότι οι σχέσεις θα μπορούσαν να επιδεινωθούν γρήγορα εάν η αγάπη του Trump για τον Κιμ αποδειχθεί χωρίς ανταπόκριση.

Και τώρα μπορούμε να προσθέσουμε την Βενεζουέλα στον κατάλογο των χωρών για τις οποίες οι λανθασμένες εκτιμήσεις των ΗΠΑ θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε θανατηφόρες συγκρούσεις. Ο Trump έριξε με τόλμη την υποστήριξή του στην αντιπολίτευση της Βενεζουέλας και κάλεσε για αλλαγή καθεστώτος, σίγουρος ότι η πίεση των ΗΠΑ θα μπορούσε να απομακρύνει το διεφθαρμένο καθεστώς του Νικολάς Μαδούρο. Φαίνεται ότι δεν κατάφερε να προβλέψει ότι ο Maduro θα χρησιμοποιήσει βία για να προσκολληθεί στην εξουσία και ότι θα το κάνει με ρωσική, κινεζική και κουβανική υποστήριξη. Τώρα, ο Trump βρίσκεται παγιδευμένος μεταξύ της αποδοχής μιας ενοχλητικής αποτυχίας ή της κλιμάκωσης με έναν τρόπο που θα μπορούσε να περιλαμβάνει την στρατιωτική παρέμβαση των ΗΠΑ, μια «επιλογή» [18] που δεν έχει αποκλείσει.

ΚΑΙ ΜΕΤΑ;

Με όλη την δημόσια συζήτηση για το ενδεχόμενο σύγκρουσης με το Ιράν, ο Trump φαίνεται να αναζητά μια διέξοδο. Είπε την περασμένη εβδομάδα [19] ότι «θα ήθελε να δει [τους ηγέτες του Ιράν] να μου τηλεφωνήσουν», και σύμφωνα με πληροφορίες είπε στο Πεντάγωνο [20] ότι δεν θέλει να πάει σε πόλεμο. Οι συνεχείς προσεγγίσεις του στον Κινέζο ηγέτη, Xi Jinping, και τον Kim Jong Un, παρά το ότι τον αψηφούν, δείχνει επίσης ότι ίσως να καταλαβαίνει καλά τους κινδύνους κλιμάκωσης. Ίσως ο Trump έχει, τελικά, οραματιστεί ένα μέλλον που περιλαμβάνει ακούσια στρατιωτική σύγκρουση των ΗΠΑ και δεν του αρέσει αυτό που βλέπει.

Ωστόσο, λιγότερο καθησυχαστικό είναι ότι η γενική προσέγγιση της διοίκησης του Trump σε αυτά τα ζητήματα -και η προσωπική προσέγγιση του προέδρου στην επίτευξη συμφωνιών- δεν έχει αλλάξει, και υπάρχει κίνδυνος να καταλήξει σε καταστροφική αποτυχία. Το μοτίβο μοιάζει να είναι τέτοιο όπου ελπίζει ότι οι απειλές, οι κυρώσεις και οι εκβιασμοί θα αναγκάσουν έναν αντίπαλο να παραδεχτεί ή να αποδεχθεί μια «καταπληκτική συμφωνία»˙ μετά, έχοντας αποτύχει να προβλέψουν τα πραγματικά αποτελέσματα μιας τέτοιας τακτικής, οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται στην γωνία χωρίς προφανή διέξοδο. Σε μια φαινομενική προσπάθεια να εξουδετερωθούν οι φόβοι για πόλεμο με το Ιράν, ένας ανώτερος αξιωματούχος των ΗΠΑ δήλωσε [21] στην εφημερίδα The Washington Post αυτή την εβδομάδα, ότι «επειδή εφαρμόζουμε επίπεδα πίεσης που δεν έχουν ιστορικό προηγούμενο, νομίζω ότι μπορούμε να περιμένουμε το Ιράν να αυξήσουν τις απειλές του και να αυξήσει την κακόβουλη συμπεριφορά του». Το ότι μια τέτοια αντίδραση από το Ιράν μπορεί να είναι εύλογη δεν το καθιστά καθησυχαστικό.

Επιπλέον, ενώ ο Trump μπορεί να μην θέλει πόλεμο, δεν περιβάλλεται πλέον από συμβούλους που μπορούν να τον βοηθήσουν να τον αποφύγει. Ο πρώην υπουργός Άμυνας, James Mattis, κάποιος που είχε δει τον πόλεμο από κοντά, ήταν μια φωνή συγκράτησης, αλλά τώρα έχει φύγει ήδη έξι μήνες, και ο διάδοχός του δεν έχει ούτε το ανάστημα ούτε προφανώς την βούληση να αμφισβητήσει τον Trump. Οι δύο πλησιέστεροι σύμβουλοι εξωτερικής πολιτικής του Προέδρου είναι τώρα ο υπουργός Εξωτερικών, Mike Pompeo –ένα υπερ-γεράκι για το Ιράν που φαίνεται να λέει στον Trump μόνο αυτά που θέλει να ακούσει- και ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, John Bolton, ο οποίος έχει υπερασπιστεί εδώ και καιρό ακριβώς το ίδιο είδος του πολέμου που ο Trump προφανώς προσπαθεί να αποφύγει. Ο Μπόλτον υποστήριξε ότι ο μόνος τρόπος για να σταματήσει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν είναι να βομβαρδιστεί [22] και συνηγόρησε για την υποστήριξη ομάδων ιρανικής εθνοτικής και εσωτερικής αντίστασης, προκειμένου να επιταχυνθεί η αλλαγή καθεστώτος. Ζήτησε επίσης οι Ηνωμένες Πολιτείες να επανεξετάσουν [23] την πολιτική της «μιας Κίνας» και να «δουν πώς ανταποκρίνεται μια όλο και περισσότερο πολεμοχαρής Κίνα»˙ αρνήθηκε να αποκλείσει την χρήση των [στρατιωτικών] δυνάμεων των ΗΠΑ στην Βενεζουέλα ενώ επέμεινε [24] ότι το Δόγμα Monroe είναι «ζωντανό και καλά»˙ και έγραψε [25] ότι «είναι απόλυτα θεμιτό οι Ηνωμένες Πολιτείες να ανταποκριθούν στην σημερινή ‘αναγκαιότητα' που θέτουν τα πυρηνικά όπλα της Βόρειας Κορέας με το να χτυπήσουν πρώτες».

Το 2017, όταν φανταζόμουν διάφορους τρόπους με τους οποίους οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να βρεθούν σε μια σύγκρουση, είδα κάποια πράγματα σωστά και κάποια πράγματα λάθος. Αυτό που σίγουρα δεν κατάφερα να προβλέψω ήταν ότι δύο χρόνια αργότερα, θα βασιζόμασταν στα ένστικτα του Donald Trump για να μας κρατήσουν εκτός πολέμου. 

Στα αγγλικά: 
https://www.foreignaffairs.com/articles/iran/
2019-05-20/path-war-iran 

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.theatlantic.com/international/archive/2018/05/iran-deal-trum...
[2] https://www.washingtonpost.com/opinions/a-false-dichotomy/2015/07/23/c0f...
[3] https://warontherocks.com/2015/09/this-iran-deal-or-war-misadventures-in...
[4] https://www.reuters.com/article/us-usa-iran-sanctions/trump-slaps-new-us...
[5] https://www.whitehouse.gov/briefings-statements/statement-national-secur...
[6] https://www.washingtonpost.com/world/iran-to-take-steps-to-reduce-its-co...
[7] https://www.washingtonpost.com/world/national-security/defense-intellige...
[8] https://www.nbcnews.com/politics/national-security/trump-disputes-report...
[9] https://www.bloomberg.com/news/articles/2019-05-13/trump-says-iran-will-...
[10] https://www.washingtonpost.com/world/europe/pompeo-set-to-meet-putin-wit...
[11] https://thehill.com/homenews/senate/443725-cotton-us-could-win-war-with-...
[12] https://www.foreignaffairs.gr/author/philip-gordon
[13] https://www.washingtonpost.com/politics/i-dont-see-him-crying-uncle-trum...
[14] http://www.globaltimes.cn/content/1150061.shtml
[15] https://www.cnn.com/videos/politics/2018/09/30/trump-kim-jong-un-fell-in...
[16] http://time.com/5572851/north-korea-test-fires-new-tactical-guided-weapo...
[17] https://www.nytimes.com/2019/05/09/us/politics/wise-honest-north-korea-s...
[18] https://www.reuters.com/article/us-venezuela-politics/trump-says-u-s-mil...
[19] https://www.cnn.com/2019/05/11/politics/trump-call-bolton-threat/index.html
[20] https://www.nytimes.com/2019/05/16/world/middleeast/iran-war-donald-trum...
[21] https://www.washingtonpost.com/opinions/global-opinions/the-trump-admini...
[22] https://www.nytimes.com/2015/03/26/opinion/to-stop-irans-bomb-bomb-iran....
[23] https://www.wsj.com/articles/revisit-the-one-china-policy-1484611627
[24] https://www.newyorker.com/magazine/2019/05/06/john-bolton-on-the-warpath
[25] https://www.wsj.com/articles/the-legal-case-for-striking-north-korea-fir...


Philip H. Gordon
Ο PHILIP H. GORDON είναι ανώτερος συνεργάτης στην έδρα Mary and David Boies για την Εξωτερική Πολιτική των ΗΠΑ στο Council on Foreign Relations. Διετέλεσε Ειδικός Βοηθός του Προέδρου και Συντονιστής του Λευκού Οίκου για τη Μέση Ανατολή, την Βόρεια Αφρική και την περιοχή του Κόλπου από το 2013 έως το 2015.

http://www.foreignaffairs.gr/articles/72306/philip-h-gordon/
mia-poreia-pros-polemo-me-to-iran?page=show

21/05/2019