Ο τζίτζικας (της Μιράντας Ξαφά) και ο μέρμηγκας. Η τρίτη εκδοχή...
Σε ... εμπνευσμένο της άρθρο της στην Καθημερινή η γνωστή σπόνσορας της νεο-φιλελεύθερης «ηθικής» κυρία Μιράντα Ξαφά χρησιμοποίησε μια δική της παραλλαγή του μύθου του Αισώπου με το εργατικό μυρμήγκι που προνοεί και ευημερεί και το επιπόλαιο τζιτζίκι που τελικά πεθαίνει της πείνας. Στην εκδοχή της κυρίας Ξαφά, τελικά, το επιπόλαιο τζιτζίκι την βγάζει ζάχαρη καθώς παρεμβαίνει το κοινωνικό κράτος και οι μικροπολιτικές /συνδικαλιστικές σκοπιμότητες Κουκουέδων, Συριζομαδούρων, τσακαλώτων και σκουρλέτηδων. Το αποτέλεσμα της εκδοχής του μύθου της κυρίας Ξαφά είναι τελικά η καταστροφή: Το κράτος που τρέφει τζιτζίκια καταρρέει, τα μυρμήγκια μεταναστεύουν και τελικά ακόμη και τα τεμπέλικα τζιτζίκια σαπίζουν ηθικά και βιολογικά στο περιθώριο μιας κατεστραμμένης κοινωνίας. Αυτή είναι η εκδοχή της κυρίας Ξαφά. Ωστόσο, υπάρχει και μια ακόμη εκδοχή η οποία έχουμε την εντύπωση ότι αποτυπώνει καλύτερα και πιο πιστά την πραγματικότητα. Ας δούμε κι αυτήν την εκδοχή του μύθου...
'Ηταν λοιπόν το εργατικό μυρμήγκι που όλο το καλοκαίρι δούλευε σκληρά επισκευάζοντας την φωλιά και μαζεύοντας τα απαραίτητα για να περάσει ο δύσκολος χειμώνας. Το τζιτζίκι έσκαγε μύτη με το ανοιχτό τζιπάκι, μουσική στο τέρμα, φορτωμένο με τζιτζικήνες, σανίδες του σερφ και φωνάζοντας στο εργατικό μυρμήγκι το καλούσε να πάνε μια βόλτα στη θάλασσα. «τι σκοτώνεσαι ρε, μια ζωή την έχουμε κλπ κλπ». Όλο το καλοκαίρι αυτή η δουλειά, μα το μυρμήγκι ατάραχο συνέχιζε να προετοιμάζεται για να αντιμετωπίσει τον δύσκολο χειμώνα.
Πέρασε το καλοκαίρι, ήρθαν τα κρύα οι βροχές τα χιόνια, το μυρμήγκι αραχτό στη ζεστή φωλιά με όλα τα καλά και την οικογένεια αισθάνονταν υπερήφανο για την προνοητικότητά του και που και που του πέρναγε από το μυαλό η δυστυχία μέσα στην οποία, όπως πίστευε θα βρίσκονταν το επιπόλαιο τζιτζίκι. Μέχρι που...
Μέχρι μια μέρα που το χιόνι είχε σκεπάσει τα πάντα το μυρμήγκι ακούει έξω από τη φωλιά μουσική και κορναρίσματα. Βγάζει το κεφάλι από την πόρτα και βλέπει τον φίλο του τον τζίτζικα με τις τζιτζικήνες σε ένα τεράστιο τζιπ 4χ4 τα πέδιλα του σκι δεμένα στην οροφή να του χαμογελάει και να του φωνάζει: έλα Παρνασσό θα σε πάω στα καλύτερα...
Σκασμένο το μυρμήγκι σκύβει το κεφάλι και λέει ότι μια χαρά είναι, που να τρέχει τώρα και άλλα τέτοια. Το μυρμήγκι χαιρετάει την παρέα των τζιτζικιών, γυρίζει να μπει στη ζεστή φωλιά του μα κοντοστέκεται και γυρνώντας ξανά φωνάζει στον Τζίτζικα: και που είσαι φίλε... άμα πετύχεις πουθενά αυτόν τον Αίσωπο να του πεις να πάει να γαμηθεί.
Επειδή από αυτήν την εκδοχή του μύθου οι κάθε λογής Ξαφάδες ίσως δυσκολευτούν να βγάλουν συμπεράσματα, ας τους βοηθήσουμε.
Σ αυτήν τη ζωή υπάρχουν οι σκληρά εργαζόμενοι και τα λαμόγια. Υπάρχουν αυτοί που για να ζήσουν φτύνουν αίμα και αυτοί που έχουν άκρες και τη βγάζουν ζάχαρη έτσι κι αλλιώς. Υπάρχουν αυτοί που χρωστάνε σ όσους μιλάνε Ελληνικά αλλά κυκλοφορούν άνετοι και ωραίοι σε τηλεοράσεις και κάνουν παρέα με υπουργούς και τραπεζίτες. Υπάρχουν κι αυτοί που δεν μπορούν να πληρώσουν μια δόση και χάνουν τα πάντα. Υπάρχουν αυτοί που πληρώνουν φόρους και αυτοί που τους ροκανίζουν. Υπάρχουν αυτοί που τίναξαν τις τράπεζες στον αέρα κι αυτοί που πληρώνουν τα σπασμένα. Υπάρχουν αυτοί που προνοούν μια ζωή και αυτοί που τινάζουν τα ασφαλιστικά τους ταμεία στον αέρα. Υπάρχουν, υπάρχουν... Μια ματιά τριγύρω, ειδικά την τελευταία δεκαετία αρκεί για να δει κανείς χειμώνα καλοκαίρι χοντρά τζιτζίκια- κυφήνες, ευυπόληπτες παρεούλες στους κύκλους που κάνει τις βόλτες της η κυρία Ξαφά...
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΛAΚΑΣ
26/6/2019