Paul J. Zak: Ο παγκόσμιος νευροεπιστήμονας για το πώς θα έπρεπε να δουλεύουμε
Η ομιλία του στο 8ο Σεμινάριο Ηγεσίας της SARGIA Partners, τα μυστικά της ενδοεταιρικής εμπιστοσύνης, ο παράγοντας OFactor και οι μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Νευροεπιστήμη σήμερα.
«Η ενδοεταιρική εμπιστοσύνη αυξάνει την ικανοποίηση στην εργασία και μειώνει την εξάντληση κατά 40%» δηλώνει στο News 24/7 ο παγκοσμίου φήμης νευροεπιστήμονας Paul J. Zak, συγγραφέας και ομιλητής σε διοργανώσεις παγκόσμιας εμβέλειας.
Ο Zak, κεντρικός ομιλητής του 8ου Σεμιναρίου Ηγεσίας της SARGIA Partners με θεματική «Παράγοντας Εμπιστοσύνη: Η επιστήμη δημιουργίας επιχειρήσεων υψηλού προφίλ» (Trust Factor: The Science of Creating High Performance Companies) που θα λάβει χώρα στις 10 Ιουνίου 2019 στο Divani Apollon Palace and Thalasso, προσκαλεί τις ελληνικές επιχειρήσεις να συμμετάσχουν για πρώτη φορά στην παγκόσμια έρευνα εμπιστοσύνης που εκπονεί για δύο δεκαετίες, με τίτλο “OFactor”.
Σύμφωνα με τον διεθνούς κύρους επιστήμονα, η έννοια της ενδοεταιρικής εμπιστοσύνης αποτελεί έναν από τους ισχυρότερους προγνωστικούς δείκτες που χρησιμοποιούν οι οικονομολόγοι παγκοσμίως, ώστε να εξηγήσουν γιατί ορισμένες χώρες είναι ευημερούσες, σε αντίθεση με άλλες.
Σημειώνεται ότι ο Paul J. Zak είναι ιδρυτής του Κέντρου Νευρο-οικονομικών Μελετών και βασικός εισηγητής των διεπιστημονικών πεδίων του Νeuromanagement και του Νeuromarketing. Τα βιβλία του Trust Factor, The Moral Molecule και Moral Markets, έχουν γίνει Best Sellers, εισάγοντας νέα δεδομένα στον κλάδο της Νευροεπιστήμης. Τις ομιλίες του έχουν παρακολουθήσει εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι σε όλον τον κόσμο, ενώ έχουν γίνει viral στο διαδίκτυο.
Το News 24/7 συζήτησε με τον πατέρα της Νευροοικονομίας για τα μυστικά της ενδοεταιρικής εμπιστοσύνης, τον παράγοντα OFactor και τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Νευροεπιστήμη σήμερα:
Μιλήστε μας λίγο σχετικά με τη μελέτη σας. Η εμπιστοσύνη έχει τελικά βιολογική και όχι συναισθηματική βάση; Οφείλεται στην έκκριση της νευροχημικής ορμόνης οξυτοκίνης; Και με ποιον τρόπο επιδρά αυτή η ουσία στον ανθρώπινο εγκέφαλο;
«Έχω αφιερώσει δύο δεκαετίες στη μελέτη της διαπροσωπικής εμπιστοσύνης κι έχω αποδείξει με πληθώρα ερευνών πως αποτελεί σημαντικό προγνωστικό δείκτη υψηλότερης οικονομικής απόδοσης και κερδοφορίας.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών μου, το εργαστήριό μου ήταν το πρώτο που ανίχνευσε τη νευροχημική ουσία οξυτοκίνη, ως τη βασική ορμόνη που ευθύνεται για την αξιολόγηση ενός ατόμου ως αξιόπιστου. Η οξυτοκίνη έχει πολύ σημαντικές επιδράσεις στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Μειώνει το συναίσθημα του φόβου, αυξάνει την ενσυναίσθηση -την ικανότητα να κατανοείς και να αισθάνεσαι τα συναισθήματα των άλλων- και μας κινητοποιεί να λάβουμε ενεργό δράση για να τους βοηθήσουμε. Αυτή δεν είναι στην ουσία και η συνταγή της αποτελεσματικής ομαδικής εργασίας;
Όταν εξετάσαμε εργαστηριακά τις επιπτώσεις της ενδο-εταιρικής εμπιστοσύνης στην επιχειρηματική κερδοφορία ανακαλύψαμε σημαντικούς συσχετισμούς, όπως βελτίωση της παραγωγικότητας των εργαζομένων, υψηλότερα επίπεδα δέσμευσης στην εργασία και τον οργανισμό, μεγαλύτερη επαγγελματική ικανοποίηση και λιγότερες ημέρες αδείας λόγω ασθένειας.»
Το τελευταίο διάστημα η εμπιστοσύνη έχει κλονιστεί περισσότερο από κάθε άλλη αξία, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, των πολιτικών εξελίξεων και των αυξημένων περιστατικών τρομοκρατίας. Πιστεύετε ότι μπορούμε και πάλι να την ανακτήσουμε;
«Το εργαστήριό μου καθώς και άλλοι επιστήμονες έχουν αποδείξει ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να δημιουργήσουν μία εταιρική κουλτούρα που να ενισχύει το συναίσθημα της εμπιστοσύνης, αυξάνοντας κατά συνέπεια τις οικονομικές τους επιδόσεις, ανεξαρτήτως του κυβερνητικού περιβάλλοντος. Τείνουμε να εμπιστευόμαστε περισσότερο τους ανθρώπους με τους οποίους περνάμε περισσότερο χρόνο, συμπεριλαμβανομένων και των συνεργατών μας.
Κι ενώ ο κυβερνητικός τομέας στην Ελλάδα αγωνίζεται σκληρά για να ανακτήσει ένα κλίμα εμπιστοσύνης, οι μελέτες μας στον κλάδο της κυβερνητική εμπιστοσύνης έχουν δείξει πως ο εγκέφαλός μας αντιδρά "δημοκρατικά' σε ανάλογες περιστάσεις, καθώς τείνουμε να εμπιστευόμαστε την κυβέρνηση που εμπιστεύονται οι περισσότεροι γύρω μας. Η ελληνική κυβέρνηση επομένως χρειάζεται να κάνει συγκροτημένα βήματα για να μπορέσει να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών της, όπως να αποκτήσει πλήρη διαφάνεια, να επιτρέψει σε ανεξάρτητους οργανισμούς όπως οργανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση σε κρατικούς λογαριασμούς και να εξηγεί στους πολίτες τον λόγο και τη φιλοσοφία της εκάστοτε απόφασης. Κάτι τέτοιο μπορεί να είναι δύσκολο καθώς οι πολιτικές ατζέντες καμιά φορές υπερισχύουν της διαφάνειας, αλλά χώρες στην Ευρώπη όπως η Πορτογαλία και Ιρλανδία το έχουν καταφέρει με μεγάλη επιτυχία.»
Πόσο εύκολο είναι για κάποιον στη σημερινή εποχή να αποφασίσει να εμπιστευτεί έναν άνθρωπο, μία εταιρία ή ένα εργοδότη;
«Έρευνες στο εργαστήριό μου έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι έχουν ένα πολύ ισχυρότερο σύστημα οξυτοκίνης συγκριτικά με τους υπόλοιπους έμβιους οργανισμούς. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε υπερευαίσθητοι στην κοινωνική πληροφόρηση, καθώς το 90% των ανθρώπων που εξετάσαμε παγκοσμίως – συμπεριλαμβανομένων και των πληθυσμών του τροπικού δάσους της Παπούα της Νέας Γουινέας – επέδειξε ιδιαίτερη προδιάθεσή στο να εμπιστευτεί τους άλλους, ακόμη κι όταν δεν τους γνωρίζει καλά. Οι άνθρωποι διαθέτουμε ένα ανεπτυγμένο εγκεφαλικό σύστημα το οποίο, τις περισσότερες φορές, μας παροτρύνει να αξιολογήσουμε άμεσα τους άλλους και συνήθως να τους εμπιστευτούμε. Η εμπιστοσύνη βέβαια δεν είναι τυφλή. Διαρκώς επανεξετάζουμε και επαληθεύουμε τους λόγους ύπαρξής της, τροποποιώντας αναλόγως και τη συμπεριφορά μας. Σε κάθε περίπτωση όμως, το να εμπιστευόμαστε τους άλλους αποτελεί εγγενή αξία και η ικανότητα εμπιστοσύνης αγνώστων είναι σχεδόν μοναδικά ανθρώπινη – τα υπόλοιπα ζώα σπανίως συμπεριφέρονται έτσι. Αυτός είναι και ο λόγος που οι άνθρωποι μπορούν να συνεργάζονται για την εκτέλεση συλλογικών έργων, όπως η αποστολή του ανθρώπου στο φεγγάρι ή η δημιουργία και η παράδοση ενός νέου προϊόντος στους καταναλωτές. Το να εμπιστευόμαστε και να συνεργαζόμαστε με αγνώστους είναι μία από τις συμπεριφορές που κάνουν εμάς τους ανθρώπους μοναδικούς.»
Μπορεί το μοντέλο που σχεδιάσατε, το OFactor, να εγγυηθεί την ενίσχυση της ενδο-εταιρικής εμπιστοσύνης;
«Το Ofactor είναι ένα εργαλείο μέτρησης και αξιολόγησης συμπεριφορών που αποτελούν τη βάση για την ανάπτυξη της ενδο-εταιρικής εμπιστοσύνης. Αυτό που το κάνει πολύτιμο είναι ότι εντοπίζει τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους με τους οποίους οι ηγέτες μπορούν να εισαγάγουν αλλαγές στην πολιτική τους ώστε να αυξήσουν την εμπιστοσύνη στον χώρο της εργασίας. Στη συνέχεια αυτά τα αποτελέσματα μπορούν να μετρηθούν και να επαναξιολογηθούν. Το OFactor προσφέρει στους ηγέτες των οργανισμών ένα συστηματικό τρόπο μέτρησης και διαχείρισης της εταιρικής κουλτούρας τους, ώστε να μπορέσουν να ενισχύσουν την υφιστάμενη εμπιστοσύνη και να πετύχουν υψηλότερες αποδόσεις. Συνήθως, συστήνουμε στους οργανισμούς να αξιολογούν τα υφιστάμενα επίπεδα εμπιστοσύνης δύο φορές το χρόνο, ώστε να εντοπίζουν και να αντιμετωπίζουν άμεσα τυχόν προβληματικές ενδείξεις. Το OFactor ανιχνεύει επίσης τα «πρότυπα» εμπιστοσύνης – τομείς δηλαδή ή τμήματα όπου τα επίπεδα εμπιστοσύνης είναι υψηλότερα, ώστε αυτά να αποτελέσουν οδηγό για τις προσεγγίσεις που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και στα υπόλοιπα τμήματα ή τομείς του οργανισμού.»
Οι εξελίξεις της τεχνολογίας και του διαδικτύου ενισχύουν τελικά την εμπιστοσύνη μας ή μας κάνουν πιο εσωστρεφείς;
«Έχουμε διερευνήσει τις επιδράσεις της κοινωνικής δικτύωσης στην ανάπτυξη του συναισθήματος της εμπιστοσύνης και ανακαλύψαμε ότι οι θετικές διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις ενισχύουν την έκκριση της οξυτοκίνης. Αυτό έχει σημαντικές εφαρμογές στο σύγχρονο επαγγελματικό περιβάλλον, που χαρακτηρίζεται από την τμηματοποιημένη εργασία, τη γεωγραφική διασπορά, την τηλε-εργασία ή την απομακρυσμένη εργασία και τα τακτικά ταξίδια. Έχουμε διαπιστώσει ότι οι τηλεδιασκέψεις που συμπεριλαμβάνουν και εικόνα απελευθερώνουν υψηλότερα επίπεδα οξυτοκίνης σε σχέση με τις τηλεφωνικές διασκέψεις κι ότι ο ήχος είναι πολύ πιο αποδοτικός από το κείμενο. Παρ’ όλα αυτά, οι προσωπικές συναντήσεις παραμένουν ο ισχυρότερος τρόπος ουσιαστικής διασύνδεσης με τους άλλους, γι’ αυτό και προτείνω στους εξ’ αποστάσεως εργαζομένους να παρευρίσκονται στο γραφείο τουλάχιστον μία φορά τον μήνα.»
Μπορεί κανείς να περιμένει απτά και μετρήσιμα αποτελέσματα επενδύοντας στην εμπιστοσύνη σε όλα τα επίπεδα του οργανισμού;
«Σε ένα δείγμα εργαζομένων από τις ΗΠΑ, συγκρίναμε τις επιδόσεις και την κερδοφορία των επιχειρήσεων που επιδεικνύουν υψηλά επίπεδα ενδο-εταιρικής εμπιστοσύνης με εκείνες που βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα. Ανακαλύψαμε ότι οι εργαζόμενοι σε εταιρείες με υψηλά επίπεδα εμπιστοσύνης είναι κατά 76% περισσότερο αφοσιωμένοι στην εργασία τους, 56% περισσότερο ευχαριστημένοι με την εργασία τους και 50% πιο διατεθειμένοι να παραμείνουν στον εργοδότη τους κατά το επόμενο έτος.
Η εμπιστοσύνη αυξάνει την ικανοποίηση στην εργασία και μειώνει την εξάντληση κατά 40%. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πιο υγιείς εργαζόμενους: όσοι εργάζονται σε οργανισμούς υψηλής εμπιστοσύνης ζητούν 13% λιγότερες ημέρες ασθενείας, βελτιώνοντας την ποιότητα της ζωή τους και μειώνοντας το κόστος της υγειονομική περίθαλψης των εργοδοτών τους. Το πιο ενδεικτικό στοιχείο όλων όσων ανέδειξε η νευροεπιστήμη, είναι ότι οι εργαζόμενοι σε οργανισμούς υψηλής εμπιστοσύνης απολαμβάνουν περισσότερο τη ζωή τους συνολικά, δηλώνοντας κατά 29% πιο ικανοποιημένοι από το βιοτικό τους επίπεδο σε σχέση με όσους αναγκάζονται να διαχειριστούν ένα περιβάλλον χαμηλής εμπιστοσύνης. Αυτά τα ευρήματα αποδεικνύουν τα πολλαπλά οφέλη και διαστάσεις που μια εταιρική κουλτούρα εμπιστοσύνης μπορεί να έχει.»
Ποια πιστεύετε πως αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση
για τη σύγχρονη νευροεπιστήμη;
«Θεωρώ ότι δύο είναι οι μεγάλες προκλήσεις σήμερα: Η Νευροεπιστήμη 1.0 που επικεντρώνεται στην κατανόηση της μέσης συμπεριφοράς και η Νευροεπιστήμη 2.0, που μόλις έχει αρχίσει να αναπτύσσεται και εστιάζει στην κατανόηση των μεταβολών της εγκεφαλικής δραστηριότητας και συμπεριφοράς. Αυτό έχει σημαντικές επιπτώσεις στην κλινική πρακτική, τον τομέα της εκπαίδευσης και την προσπάθεια βελτίωσης των προσωπικών βιωματικών μας εμπειριών. Το εργαστήριό μου ασχολείται εκτεταμένα με τους τομείς αυτούς, στοχεύοντας στη συνολική βελτίωση της ζωή των ατόμων και των οργανισμών.
Η δεύτερη πρόκληση είναι οι μικρότερες φορητές τεχνολογίες για τη μέτρηση της εγκεφαλικής δραστηριότητας. Πρόσφατα δημιούργησα μία εταιρία, την Immersion Neuroscience, η οποία δημιούργησε και διοχέτευσε στην αγορά φορητούς νευρο-αισθητήρες που αξιολογούν σε πραγματικό χρόνο και για οποιοδήποτε αριθμό ανθρώπων, την ποιότητα της εμπειρίας που βιώνει το άτομο δευτερόλεπτο προς δευτερόλεπτο, κάτι που ονομάζουμε ‘βύθιση’. Πελάτες της συγκεκριμένης υπηρεσίας αποτελούν μεγάλα κινηματογραφικά στούντιο, τηλεοπτικά δίκτυα, εταιρίες συμβούλων, σχολεία, καθώς και εταιρίες που επιδιώκουν να βελτιώσουν την επαγγελματική ζωή των εργαζομένων και τις εμπειρίες των πελατών τους.»
Πιστεύετε ότι οι προκλήσεις αυτές θα αντιμετωπιστούν επιτυχώς
στο εγγύς μέλλον;
«Και οι δύο προκλήσεις θα βελτιώσουν την υγεία και ευτυχία των ανθρώπων. Η παθητική, προγνωστική και ενημερωτική μέτρηση είναι το κλειδί για την κατανόηση του εαυτού μας και των γύρω μας.»
Χρήστος Καράμπελας
23 Μαΐου 2019