Tι σημαίνει ο "χρησμός" των 28 για Τουρκία και Βόρεια Μακεδονία.


Tι σημαίνει ο "χρησμός" των 28
 για Τουρκία και Βόρεια Μακεδονία.

Το κείμενο συμπερασμάτων του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων των "28” αποτελεί έναν κλασικό κοινοτικό "σολομώντειο” συμβιβασμό ο οποίος συνδυάζει τις ενισχυμένες φραστικές επικρίσεις εναντίον της Τουρκίας για τις ενέργειές της στην ΑΟΖ Κύπρου με την ελάχιστα υποκρυπτόμενη πρόθεση των εταίρων να μην γίνουν πολλά σε πρακτικό επίπεδο.

Αθήνα και Λευκωσία καλύπτονται πίσω από το πρώτο σκέλος (με ελληνικές διπλωματικές πηγές μάλιστα να παρουσιάζουν το κείμενο ως την "πρώτη φορά που η Ε.Ε. αποφασίζει μέτρα κατά σε βάρος της Τουρκίας), μολονότι δεν απέσπασαν κάτι το ουσιαστικό ως προς δεύτερο σκέλος, όπου επιδίωκαν την υιοθέτηση στοχευμένων κυρώσεων.

Τα "κατάλληλα μέτρα” που αναζητούν κατά δήλωσή τους οι "28” εναπόκεινται στην εισηγήσεις της Κομισιόν και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, χωρίς τίποτε να αποκλείει ότι δεν θα υπάρξει περαιτέρω οπισθοχώρηση στο επίπεδο των Ευρωπαίων ηγετών που συνέρχονται την Πέμπτη και Παρασκευή σε Σύνοδο Κορυφής.

Κατά τα λοιπά, το κείμενο του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων περισσότερο υπενθυμίζει την ήδη υφιστάμενη κατάσταση όπου "οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας έχουν ουσιαστικά σταματήσει και ότι δεν μπορούν να εξεταστούν άλλα κεφάλαια για το άνοιγμα ή το κλείσιμό τους και ότι δεν χρειάζεται περαιτέρω εργασία για την επικαιροποίηση της τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας".

Πρόκειται ασφαλώς για μια πραγματικότητα όχι άγνωστη ούτε και αφόρητη στον Ταγίπ Ερντογάν, ώστε να θεωρήσει ότι η δημιουργία τετελεσμένων στην ανατολική Μεσόγειο συνοδεύεται από κόστος.

Η ούτως ή άλλως απονεκρωμένη ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας στην Ε.Ε. και η αντικατάστασή της από μία περισσότερο "συναλλακτική” σχέση ( λ.χ. την ευρωτουρκική συμφωνία για το προσφυγικό) αφαιρεί τόσο το "μαστίγιο” όσο και το "καρότο” με το οποίο η διπλωματία της ελληνικής πλευράς πλαισίωνε την τελευταία εικοσαετία τις προσδοκίες της έναντι της Άγκυρας.

Η ίδια "διευρυνσιακή κόπωση” μιας όλο και λιγότερο συνεκτικής Ε.Ε. ερμηνεύει και την δεύτερη περιπλοκή που επιφυλάσσει για την ελληνική διπλωματία το κείμενο συμπερασμάτων του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων.

Οι ηχηροί έπαινοι για τη Συμφωνία των Πρεσπών δεν μεταφράστηκαν σε καθορισμό ημερομηνίας έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων για την Βόρεια Μακεδονία, καθώς οι σχετικές αποφάσεις μετατίθενται για το φθινόπωρο (το αργότερο). Αυτό σημαίνει ότι είναι η παρούσα Κομισιόν που θα κρίνει τα πράγματα, ωστόσο σε επίπεδο Συμβουλίου, όπου θα πρέπει να ληφθούν ομόφωνες αποφάσεις, η Ελλάδα πιθανότατα θα εκπροσωπείται από μία διαφορετική κυβέρνηση. Οι επισημάνσεις των "28” ότι η Ε.Ε. θα παρακολουθεί την πιστή εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών δεν αφορά βέβαια μόνο τη μία από τις δύο συμβαλλόμενες χώρες.

Η γειτονική χώρα πέφτει έτσι "θύμα” των πιέσεων της Γαλλίας και της Γερμανίας να μην δημοσιοποιηθεί η έκθεση προόδου της Κομισιόν σε χρόνο που θα επηρέαζε τις ευρωεκλογές, αλλά και τον κατοπινών ισχυρισμών του Βερολίνου ότι το θερινό πρόγραμμα της Μπούντεσταγκ δεν επιτρέπει την ενδελεχή μελέτη της.

Περισσότερο από όλα, όμως, η υποψηφιότητα της Βόρειας Μακεδονίας θίγεται από τον συσχετισμό της με αυτήν της πολύ πιο προβληματικής Αλβανίας, για την οποία μάλιστα το ολλανδικό κοινοβούλιο με απόφασή του έχει αποκλείσει την λήψη οποιασδήποτε απόφασης εντός του 2019. Το φθινόπωρο θα είναι πιθανότατα ο χρόνος της συζητούμενης εδώ και καιρό "αποσύνδεσης” (decoupling) των δύο περιπτώσεων. 

Του Κώστα Ράπτη

19/6/2019


           ΣΧΕΤΙΚΑ  ΘΕΜΑΤΑ             



 1.
Η ομολογία ήττας Τσαβούσογλου 
και η νίκη της ελληνικής διπλωματίας.

Την Πέμπτη στις Βρυξέλλες οι ηγέτες των 28 θα καλέσουν την Κομισιόν και την επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Φεντερίκα Μογκερίνι να προχωρήσουν άμεσα στην επεξεργασία και τη νομική τεκμηρίωση συγκεκριμένων μέτρων κατά της Τουρκίας για τις παράνομες γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ.

Η απόφαση είναι ήδη ειλημμένη, περιγράφεται στο χθεσινό ανακοινωθέν του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων, και σηματοδοτεί την πρώτη φορά στα χρονικά που η Ευρώπη, πέραν των ρητορικών διακηρύξεων, απαντά με πράξεις και συγκεκριμένες κυρώσεις στην τουρκική παραβατικότητα. Σύμφωνα δε με διπλωματικούς κύκλους οι πιθανές κυρώσεις που ήδη έχουν μπει στο τραπέζι περιλαμβάνουν διακοπή κοινοτικών χρηματοδοτήσεων προς την Τουρκία, διακοπή της θεώρησης των διαβατηρίων αλλά και πάγωμα των διαπραγματεύσεων για την τελωνειακή ένωση.

Πρόκειται για μια γκάμα κυρώσεων που μπορεί μεν να απέχει από το αίτημα της Λευκωσίας για ένα σκληρό οικονομικό και εμπορικό εμπάργκο αντίστοιχο με εκείνο που η ΕΕ επέβαλε στην Ρωσία, θέτει όμως – επίσης για πρώτη φορά – την Τουρκία σε επίσημο καθεστώς υπόλογου και, υπό τιμωρία, διεθνούς παραβάτη.

Με αυτό το δεδομένο, η πρώτη απάντηση της Άγκυρας ήταν αναμενόμενη – μια ακόμη πράξη στον συνήθη «εικονικό πόλεμο»: Η Τουρκία ανακοίνωσε ότι αύριο, ημέρα διεξαγωγής της συνόδου κορυφής των Βρυξελλών, δεσμεύει με NAVTEX την θαλάσσια περιοχή μεταξύ Ρόδου και Καστελόριζου για άσκηση με πραγματικά πυρά. Η σημειολογία και το… υπονοούμενο προς την Αθήνα είναι σαφές – όπως σαφές όμως είναι και το μήνυμα που έχει λάβει, στο ανώτατο διπλωματικό επίπεδο, η Τουρκία «να μην διανοηθεί καν να τρυπήσει» στην περιοχή του Καστελόριζου και στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.

Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση του ψευδοκράτους ανακοίνωσε ότι αποφάσισε να ανοίξει για… εποικισμό την Αμμόχωστο – δηλαδή, αποφάσισε να κάνει το πρώτο βήμα για την προσάρτηση της Αμμοχώστου που παραμένει κλειστή από το 1974, τελεί υπό την πλήρη προστασία και δικαιοδοσία των Ηνωμένων Εθνών, και με βάση σειρά ψηφισμάτων του ΟΗΕ δεν μπορεί να εποικιστεί παρά μόνον από τους εκδιωχθέντες κατοίκους της. Και μόνον ο διπλωματικός και ιστορικός μαξιμαλισμός του εγχειρήματος καταδεικνύει την άσφαιρη δυναμική του. Εξ ου και, τόσο στην Αθήνα όσο και στην Λευκωσία, κυβερνητικές πηγές μιλούσαν χθες το βράδυ για ένα ακόμη τουρκικό «πυροτέχνημα». 

Εκείνο ωστόσο που δεν ήταν «πυροτέχνημα» και για πολλούς, εντός και εκτός ελληνικής επικράτειας, δεν ήταν καν αναμενόμενο, είναι το περιεχόμενο της ανακοίνωσης του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών που αποτελεί και την επίσημη απάντηση Τσαβούσογλου στην απόφαση της ΕΕ για μέτρα κατά της Άγκυρας. Είναι μια ανακοίνωση που σε πρώτη ανάγνωση διατηρεί την επιθετική ρητορική των απειλών – σε δεύτερο επίπεδο όμως συνιστά ομολογία αδυναμίας (εάν όχι ήττας) και αφήνει ανοιχτούς διαύλους υπαναχώρησης.

Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών χαρακτηρίζει στην ανακοίνωσή του «μεγάλο λάθος της ΕΕ» την απόφαση ένταξης της Κύπρου του 2004, και προσθέτει ότι τώρα, η Ευρώπη «συνεχίζει αυτό το λάθος και γίνεται όμηρος του προβλήματος. Φαίνεται ότι η ΕΕ έχει προχωρήσει σε αποφάσεις υπό ένα τελείως ελληνικό πρίσμα», αναφέρει και προσθέτει: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση, με το επιχείρημα της Ένωσης αλληλεγγύης, ενεργεί ως δικαστήριο σε διμερείς διαφωνίες για την κυριαρχία και δίνει μεροληπτικές ερμηνείες σε ευαίσθητα πολιτικά ζητήματα, όπως η θαλάσσια οριοθέτηση. Είναι γνωστό ότι η ΕΕ δεν ήταν ποτέ μέρος διμερών ζητημάτων στο παρελθόν, αναφορικά με την θαλάσσια δικαιοδοσία των μελών της».

Εν ολίγοις, η Τουρκία διά χειρός Μεβλούτ Τσαβούσογλου, επιβεβαιώνει και αναγνωρίζει την πλήρη επικράτηση ενός εκ των βασικών δογμάτων της ελληνικής διπλωματίας: Ομολογεί ότι η Ε.Ε. θεωρεί ευρωπαϊκό και όχι διμερές ζήτημα τον σεβασμό του δικαίου της θάλασσας και το δικαίωμα της Κύπρου να αξιοποιήσει τον ορυκτό της πλούτο, δηλώνει ότι η Ευρώπη ακολουθεί… ελληνική πολιτική γραμμή, και δικαιώνει πλήρως την επιλογή της Ελλάδας να αναδείξει σε κορυφαία στρατηγική της επιλογή την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Πρόκειται προφανώς για μια σημαντική νίκη της ελληνικής διπλωματίας σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή. Κι αυτή η νίκη μάλλον θα πρέπει να αξιολογηθεί ψύχραιμα, και σε βάθος, και από την εγχώρια αξιωματική αντιπολίτευση η οποία μόλις προ τριών ημερών έσπευδε να καταγγείλει προεκλογική «δραματοποίηση» των εθνικών θεμάτων από την κυβέρνηση…

Νικόλ Λειβαδάρη

19/6/2019


2.
Γεωπολιτικά ελλείμματα.

Τα πλήγματα από την οικονομική κρίση και η εμπειρία από τη συριζαϊκή διακυβέρνηση βοήθησαν να καταρρεύσουν οι ψευδαισθήσεις και, εν μέρει, να ελευθερωθεί ο διάλογος. Σήμερα διατυπώνονται και «αιρετικές» απόψεις ως προς την οικονομία και την κοινωνία, χωρίς κίνδυνο από τα άσφαιρα πλέον πυρά περί «νεοφιλελευθερισμού». Η εξέλιξη αυτή επιτρέπει μια σχετική αισιοδοξία για τη μετεκλογική περίοδο. Χωρίς το παλαιό ιδεολογικό κλίμα, οι, για πολλούς αναλυτές, «βραδυφλεγείς βόμβες» θα εκτονωθούν.

Δεν έχει, όμως, συντελεσθεί ανάλογη πρόοδος ως προς την εξωτερική πολιτική. Η υστέρηση αποκαλύφθηκε με τη συμφωνία των Πρεσπών, η οποία εν πολλοίς έχει εισπραχθεί ως έξωθεν επιβολή, ως εθνικός εξευτελισμός· ή ως «νίκη της προόδου», στο πλαίσιο του ανταγωνισμού Δεξιάς - Αριστεράς. Πώς εντάσσεται η συμφωνία αυτή σε μιαν ευρύτερη εθνική στρατηγική; Τι επιδιώκουμε; Σε τι πρέπει να αποσκοπούμε; Ουδείς ασχολείται. Δεν έχει γίνει η αναγκαία μακρά προεργασία· το θέμα παραμένει «ταμπού».

Εξίσου απροετοίμαστοι βρισκόμαστε τώρα ως προς τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, πρόβλημα μείζον. Και πάλι, το αίτιο πρέπει να αναζητηθεί στην ανικανότητα της κοινωνίας να συζητεί τα εθνικά ζητήματα με νηφαλιότητα. Προϋπόθεση για να διαμορφωθεί μια αποτελεσματική στρατηγική είναι να εξετάζονται όλες οι προοπτικές, να διερευνώνται όλες οι εφικτές λύσεις. Εάν διαθέτει ένα υπόβαθρο, συγκροτημένο μέσα από μια συνεχή και ελεύθερη συζήτηση, η εκάστοτε πολιτική ηγεσία μπορεί να ελίσσεται και να αιφνιδιάζει αντιπάλους, ανταγωνιστές, ακόμη και συμμάχους. Αντιθέτως, αν κυριαρχεί το πολιτικώς ή εθνικώς ορθόν, δεν διαθέτει επαρκώς επεξεργασμένες εναλλακτικές στρατηγικές. Οπου κυριαρχεί ο κομφορμισμός και η αυτολογοκρισία, η εξωτερική πολιτική καθίσταται άκαμπτη. Ο αντίπαλος βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση. Μπορεί να χαράξει με ασφάλεια τη στρατηγική του, καθώς οι αντιδράσεις και οι κινήσεις είναι προβλέψιμες.

Οχι τυχαία, οι ισχυρές διπλωματικά χώρες διατηρούν fora όπου επικρατεί απόλυτη ελευθερία του λόγου. Υποδειγματική περίπτωση τέτοιου θεσμού είναι το Chatham House, το Βασιλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων στην Αγγλία. Την περίοδο 1949-1954, δηλαδή σε κρίσιμα χρόνια για τις διεθνείς σχέσεις, το διηύθυνε ο Ελληνας Peter Calvocoressi. Η Ελλάδα δεν σκέφτηκε να τον αξιοποιήσει.

Η Ανατολική Μεσόγειος υφίσταται συνεχείς και επεκτεινόμενες γεωπολιτικές ανακατατάξεις: αστάθεια στη Μέση Ανατολή, Παλαιστινιακό, τουρκική ανυπακοή προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, ρωσική επάνοδος στις θερμές θάλασσες, δημογραφικός δυναμισμός της Αφρικής, προσφυγικές πιέσεις, δρόμος του μεταξιού και κινεζική διείσδυση.

Η ανακάλυψη των υδρογονανθράκων προσέθεσε ένα νέο σοβαρό διακύβευμα. Η περιοχή αυτή εξελίσσεται σε ένα από τα περισσότερο θερμά σημεία της οικουμένης, όπου συγκλίνουν όλα τα μεγάλα παγκόσμια συμφέροντα, παλαιά και νέα. Η Ελλάδα και η Τουρκία αποτελούν ταυτοχρόνως παίκτες και παίγνια των μεγαλυτέρων παικτών.

Στα καθ’ ημάς, η συζήτηση εστιάζεται στα ενδεχόμενα «θερμά επεισόδια» τα οποία, όμως, αντιμετωπίζονται όπως τα «ακραία φυσικά φαινόμενα» – δηλαδή ως ανεξάρτητα από την ανθρώπινη βούληση. Από όσα συμβαίνουν και όσα επίκεινται στο σημαντικό γεωπολιτικό σταυροδρόμι της Ανατολικής Μεσογείου, περιοριζόμαστε στον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό και τις περισσότερο ή λιγότερο επιτυχείς τακτικές κινήσεις των προηγούμενων ελληνικών κυβερνήσεων. Περί συνολικής στρατηγικής δεν γίνεται λόγος. Εντούτοις, η εποχή απαιτεί καινοτόμες προσεγγίσεις και θαρραλέες πρωτοβουλίες. Θα έπρεπε να συζητούνται οι εναλλακτικές, ακόμη και οι απίθανες, με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους – όχι να επαναλαμβάνονται στερεότυπα οι γνωστές τετριμμένες και αδιέξοδες θέσεις οι οποίες αντιστοιχούν σε μια παρελθούσα περίοδο γεωπολιτικής στασιμότητας.

Η κοινωνία σταδιακά βγαίνει από τα οικονομικο-κοινωνικά προβλήματα, καθώς η ήδη δεκάχρονη κρίση οδήγησε σε αυτογνωσία. Αντιθέτως, σε ό,τι αφορά τη γεωπολιτική κρίση εξακολουθεί να πρυτανεύει άγνοια, αυταρέσκεια και εφησυχασμός. Η έλλειψη παιδείας και πραγματισμού οδήγησε στην οικονομική περιπέτεια· ως συνέπεια, από το 2010 η διαχείριση πέρασε στα χέρια των ξένων, με αλλότρια κριτήρια και συμφέροντα. Σήμερα, πάλι η έλλειψη πνευματικής προετοιμασίας ωθεί προς αποφάσεις και κινήσεις τις οποίες έχουν επεξεργαστεί ξένα κέντρα – για το καλό ή για το κακό μας· άδηλο.

Οποια κυβέρνηση προκύψει μετεκλογικά θα έχει δύσκολο έργο ως προς τις εσωτερικές υποθέσεις. Μπορεί, όμως, να στηριχθεί στην ωρίμανση της κοινής γνώμης, όπως έδειξαν οι ευρωεκλογές. Στον γεωπολιτικό τομέα, δεν υπάρχει αντίστοιχο πνευματικό και πολιτικό υπόβαθρο. Στην εξωτερική πολιτική θα χρειαστούν υπεύθυνοι πολιτικοί, με γνώση, οι οποίοι θα μπορούν να καλύψουν βραχυπρόθεσμα τις ελλείψεις με την προσωπικότητα, την εμπειρία και τις προσωπικές τους διασυνδέσεις στη Δύση και στην Ανατολή. Μακροπρόθεσμα, πάντως, θα πρέπει να αναπτυχθεί η γεωπολιτική σκέψη, χωρίς πνευματικές αγκυλώσεις, χωρίς συναισθηματικές τροχοπέδες και χωρίς ιδεολογικούς εκφοβισμούς. Η πνευματική αστοχία στον οικονομικό τομέα κόστισε την πτωχοποίηση του πληθυσμού· ανάλογη αστοχία στον γεωπολιτικό τομέα θα πληρωθεί με αίμα.

 Γιώργος Πρεβελάκης,
ομότιμος καθηγητής Γεωπολιτικής στη Σορβόννη (Paris 1).

16/6/2019