Γιατί η τουρκική αντιπολίτευση στηρίζει την αγορά των S-400.


Ο Ταγίπ Ερντογάν διχάζει την τουρκική κοινωνία – όχι όμως σε ό,τι αφορά στην επιλογή του να προμηθευτεί τα ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα S-400.

Σε έρευνα του Πανεπιστημίου Kadir Has που δημοσιοποιήθηκε στις αρχές του μηνός, το 44% των ερωτηθέντων συμφώνησαν ότι η αγορά του επίμαχου συστήματος πρέπει να προχωρήσει, παρά τις αμερικανικές απειλές για επιβολή κυρώσεων, έναντι 24,9% όσων τοποθετήθηκαν αρνητικά και 31,1% όσων δήλωσαν άγνοια.

Στην ίδια έρευνα οι τουρκοαμερικανικές σχέσεις αξιολογούνται ως το πρώτο μέτωπο εξωτερικής πολιτικής της γείτονος (σημαντικότερο και από το συριακό), με την εκτίμηση παράλληλα ότι αυτές θα χειροτερέψουν.

Το 81% των Τούρκων πολιτών αντιμετωπίζει τις ΗΠΑ ως απειλή για την Τουρκία (έναντι 60,2% το 2018), ενώ η Ρωσία κατατάσσεται στην 12η θέση των απειλητικών χωρών, χαμηλότερα από την Γαλλία, τη Βρετανία ή τη Γερμανία. Οι ερωτηθέντες κρίνουν ως φιλικές χώρες όπως το Ιράν, η Ουκρανία και η Βενεζουέλα, ενώ ακόμη και για την Ελλάδα εκφράζονται περισσότερες θετικές κρίσεις (10,5%) απ' ό,τι λ.χ. για τη Γερμανία (9,3%).

Και το κυριότερο: η εν γένει αντιδυτική στάση που αποτυπώνεται στην έρευνα δεν γνωρίζει σημαντικές διακυμάνσεις με βάση τις πολιτικές προτιμήσεις των ερωτηθέντων. Έτσι, το 42% των υποστηρικτών του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ και του αντιπολιτευόμενου εθνικιστικού Καλού Κόμματος κρίνει ότι οι ΗΠΑ δεν είναι άξιες εμπιστοσύνης, και το ίδιο απαντά το 39% των υποστηρικτών του CHP της αξιωματικής αντιπολίτευσης και του συμπολιτευόμενου εθνικιστικού MHP.

Μάλιστα, οι οπαδοί του CHP εμφανίζονται ως οι κατεξοχήν πολέμιοι της αποκατάστασης των σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ (51,2%), ακολουθούμενοι από τους ψηφοφόρους του ΜΗΡ (51,1%), του ΑΚΡ (49,7%) και του φιλοκουρδικού HDP (49,5%).

Σε αυτό το φόντο δεν είναι παράδοξο που ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κεμάλ Κιλιντσάρογλου τάχθηκε δημοσίως το Σάββατο υπέρ της αγοράς των S-400, κατηγορώντας τις ΗΠΑ ότι δεν συγκατατέθηκαν να προμηθεύσουν τις ΗΠΑ με συστήματα Patriot και υποστηρίζοντας ότι η χώρα του βρίσκεται μέσα σε ένα "δαχτυλίδι φωτιάς” και πρέπει να φροντίσει για την άμυνά της.

Όλα τα κόμματα, πλην HDP,  
διατυπώνουν παραπλήσιες θέσεις.

Στην πραγματικότητα, η στροφή μακριά από τη Δύση που συμπυκνώνει η υπόθεση των S-400 έχει βαθύτερα χαρακτηριστικά από τις συγκυριακές βλέψεις του Ερντογάν και την ανάγκη να οχυρώσει τη δική του εξουσία.

Ο ίδιος ο κεμαλισμός συνδύαζε στις ημέρες της ακμής του την μίμηση της Δύσης με την πιο βαθιά καχυποψία απέναντι στις προθέσεις της (ο όρος "σύνδρομο των Σεβρών” αποτυπώνει την ριζωμένη πεποίθηση ότι οι μεγάλες δυνάμεις απεργάζονται τον ακρωτηριασμό της Τουρκίας ανά πάσα στιγμή). Η έλευση στην εξουσία του Ερντογάν (με τη στήριξη τότε του δικτύου Γκιουλέν και εν μέσω διεθνών επαίνων) καλλιέργησε στους κύκλους του παλιού κατεστημένου την πεποίθηση ότι το πολιτικό Ισλάμ είναι ενεργούμενο της Δύσης.

Το γεγονός ότι η σχέση του ίδιου του Ερντογάν με τη Δύση δηλητηριάστηκε από την διαιώνιση της συριακής περιπέτειας, την ρήξη με τον Γκιουλέν, την στρατιωτική στήριξη των Κούρδων του PYD από τις ΗΠΑ και εντέλει το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016, οδήγησε κατά παράδοξο τρόπο και τους κυβερνώντες στην ίδια με τους αντιπολιτευόμενους αντιδυτική στάση.

Το ευρύτερο πλαίσιο δίνουν βέβαια η λήξη του Ψυχρού Πολέμου (άρα και της αναγκαστικής πρόσδεσης στη Δύση για την αντιμετώπιση της σοβιετικής απειλής), η ουσιαστική ακύρωση της ευρωπαϊκής προοπτικής της γείτονος, η ωρίμαση του τουρκικού καπιταλισμού που γεννά φιλοδοξίες αυτόνομου περιφερειακού και διεθνούς ρόλου, η δρομολόγηση από την Κίνα και τη Ρωσία μιας "ευρασιατικής ολοκλήρωσης” στο βαρυτικό πεδίο της οποίας αντικειμενικά περιλαμβάνεται η Τουρκία και βέβαια το "υπαρξιακό” για την Άγκυρα κουρδικό πρόβλημα, με το οποίο οι ΗΠΑ και το Ισραήλ εμφανίζονται να παίζουν "εν ού παικτοίς”.

Του Κώστα Ράπτη

15/7/2019