Το 1619 και το 2019.


Το 1619 και το 2019.

Το New York Times Magazine πρόσφατα δημοσίευσε το “1619 Project”, μια πρωτοβουλία που αναδεικνύει την τετρακοσιοστή επέτειο της άφιξης των πρώτων Αφρικανών σκλάβων στη Βόρεια Αμερική. Το εγχείρημα είναι φιλόδοξο και έχει ως στόχο την “επαναπλαισίωση της ιστορίας της χώρας μας μέσω της κατανόησης του 1619 ως το έτος της πραγματικής μας ίδρυσης”. Διάφοροι δημοσιολόγοι χαρακτήρισαν αυτό το εγχείρημα ως μια προσπάθεια “απονομιμοποίησης” των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτού του είδους τα σχόλια μας δίνουν μια ευκαιρία να εξετάσουμε την κατάσταση των φυλετικών σχέσεων στην Αμερική και τον ρόλο της δουλείας στην ιστορία της χώρας.

Το αν η ίδρυση των Ηνωμένων Πολιτειών είχε νομιμοποίηση είναι ένα ενδιαφέρον πολιτικό, ηθικό και ιστορικό ζήτημα. Μπορεί κανείς να αφιερώσει μια ολόκληρη σταδιοδρομία στην εξέταση ζητημάτων όπως πότε δικαιολογείται η πολιτική βία, πώς μοιάζει η δίκαιη αντιπροσώπευση σε μια δημοκρατία, πώς μετριέται και διασφαλίζεται η συναίνεση των κυβερνωμένων και ποιο πολιτικό σύστημα διασφαλίζει καλύτερα τα φυσικά δικαιώματα. Δεν είναι όμως αυτά τα ερωτήματα που έχουν κατά νου πολλοί από τους επικριτές του 1619 Project όταν το κατηγορούν πως “απονομιμοποιεί” τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό που τους απασχολεί είναι πως η υπογράμμιση της βάναυσης ιστορίας της δουλείας στην Αμερική και του ρόλου της στη διαμόρφωση των Ηνωμένων Πολιτειών υπονομεύει το αμερικανικό εγχείρημα που είναι ένα πείραμα αυτοδιάθεσης.

Η σχέση ανάμεσα στους μαύρους ανθρώπους και τους λευκούς θεσμούς που τους καταπίεζαν είναι ένα από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά της αμερικανικής ιστορίας. Η πιο εξέχουσα από τις αντιφάσεις της Αμερικής είναι πως τα ιδρυτικά τα κείμενα συντάχθηκαν από λευκούς άνδρες που κατείχαν μαύρους ανθρώπους ως εξοπλισμό αγροκτημάτων, αλλά παρ’ όλα αυτά εξέφρασαν τη δέσμευσή τους προς την ελευθερία.

Ο Τόμας Τζέφερσον, ο άνθρωπος που πίστευε πως ήταν “αυταπόδεικτο” ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν δημιουργηθεί ίσοι, κατείχε σκλάβους. Ο Τζέημς Μάντισον, ο “Πατέρας του Συντάγματος” και συγγραφέας πολλών από τα Federalist Papers, κατείχε κι αυτός σκλάβους και αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό την προοπτική ελεύθεροι Αφροαμερικανοί να αποτελέσουν μέρος της αμερικανικής πολιτικής κοινωνίας. Φεύγοντας από τον Λευκό Οίκο, ο Μάντισον διετέλεσε Πρόεδρος της Αμερικής Εταιρείας Εποικισμού (American Colonization Society), η οποία παρακινούσε τους απελεύθερους μαύρους να μετεγκατασταθούν στην Αφρική.

Κατά τη διάρκεια της Αμερικανικής Επανάστασης, η βρετανική φρεγάτα HMS Savage ανέπλευσε τον ποταμό Πότομακ, με τον στρατό να καίει τα σπίτια στη Μέριλαντ κοντά στο Mt. Vernon, τη γη του Τζωρτζ Ουάσινγκτον στη Βιρτζίνια. Ο Βασιλικός Κυβερνήτης της Βιρτζίνια Τζον Μάρρεϊ είχε προηγουμένως εκδώσει μια διακήρυξη με την οποία προσέφερε την ελευθερία στους σκλάβους που θα πολεμούσαν στο πλευρό της Βρετανίας. Βεβαίως, επρόκειτο για ένα μέτρο ανάγκης εν καιρώ πολέμου και όχι για την υιοθέτηση μιας πλήρους χειραφέτησης, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι χαρακτηριστικό ότι δεκαεπτά από τους σκλάβους του Ουάσινγκτον εγκατέλειψαν το Mt. Vernon και επιβιβάστηκαν στο HMS Savage. Για έναν σκλάβο της Βιρτζίνια, η διαμονή σε ένα βρετανικό πολεμικό πλοίο ήταν προτιμότερη από τους χώρους για σκλάβους ενός ανθρώπου που θα γινόταν ο πρώτος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η απορία ενώπιον δουλοκτητών που διακήρυτταν την αφοσίωσή τους προς την ελευθερία δεν περιορίζεται στον 21ο αιώνα. Σε ένα δοκίμιό του το 1775 με θέμα τις αμερικανικές αποικίες, ο Άγγλος συγγραφέας Samuel Jackson αναρωτήθηκε εύλογα “πώς γίνεται να ακούμε τις ηχηρότερες κραυγές υπέρ της ελευθερίας μεταξύ των δουλοκτητών;” Ο ιδρυτικός πατέρας Τζον Άνταμς ποτέ δεν κατείχε σκλάβους και αντιτασσόταν στη δουλεία, όμως υποστήριζε την σταδιακή διάβρωση του θεσμού της δουλείας αντί για την πλήρη και άμεση κατάργησή του. Η γυναίκα του Abigail κατανοούσε την αντίφαση της ίδρυσης της Αμερικής:

“Μερικές φορές είμαι έτοιμη να πιστέψω ότι το πάθος για την ελευθερία δεν μπορεί να είναι εξίσου ισχυρό στα στήθη εκείνων που έχουν συνηθίσει να την στερούν από τους συνανθρώπους της. Είμαι σίγουρη ότι ο θεσμός της δουλείας δεν έχει έρεισμα στη γενναιόδωρη και χριστιανική αρχή του κάνουμε στους άλλους αυτό που θα θέλαμε οι άλλοι να κάνουν σε μας”.

Το γεγονός ότι η γενιά των ιδρυτών της Αμερικής περιελάμβανε ηθικούς υποκριτές δεν εκπλήσσει. Κάθε ομάδα ανθρώπων περιλαμβάνει ανθρώπους με ελαττώματα. Όποιος αναζητά την ηθική τελειότητα στα βιβλία της ιστορίας, θα απογοητευτεί.

Δεν είναι ξεκάθαρο ότι η ηθική υποκρισία κάποιων από τους ιδρυτές της Αμερικής απονομιμοποιεί τις Ηνωμένες Πολιτείες καθαυτές. Στην χειρότερη περίπτωση, αυτή η υποκρισία καθιστά την ίδρυση των ΗΠΑ κάτι το μη τέλειο. Ακόμη και όσοι πιστεύουν πως είναι υπερβολή ο ισχυρισμός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ιδρύθηκαν έχοντας ως θεμέλιο τους τον ρατσισμό, δύσκολα μπορούν να αρνηθούν ότι η χώρα ιδρύθηκε με ρατσιστικούς θεσμούς ρητά προστατευμένους. Τα δεινά της δουλείας δεν ακυρώνουν καθαυτά τα παράπονα των αποίκων για την απουσία εκπροσώπησής τους στο Κοινοβούλιο, ή το γεγονός ότι οι Βρετανοί αξιωματούχοι υπέβαλαν τους αποίκους σε αχρείαστες, επεμβατικές έρευνες και άλλες καταχρήσεις που παραβίασαν τα πολιτικά τους δικαιώματα. Αλλά δεν πρέπει να τα παραβλέπουμε.

Το ξεκάθαρο είναι πως οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν ακόμη συμφιλιωθεί με την ιστορία ρατσιστικής βίας και καταπίεσης της χώρας. Σε μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται στο ότι έχουμε συνηθίσει να μετράμε την πρόοδο στις φυλετικές μας σχέσεις μέσα από το πρίσμα των στρατιωτικών, πολιτικών και νομοθετικών νικών.

Εκατοντάδες χιλιάδες Αμερικανοί πέθαναν στο ξέσπασμα μιας παράνομης προσπάθειας απόσχισης που βασιζόταν στην διατήρηση της δουλείας. Οι τροποποιήσεις του Συντάγματος κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο σίγουρα βελτίωσαν το κείμενό του, αλλά δεν έσβησαν την κουλτούρα βίας και ρατσισμού που τις κατέστησαν αναγκαίες.

Ο Βορράς κέρδισε τον Εμφύλιο Πόλεμο, ο Νότος κέρδισε την Ανασυγκρότηση. Η ρητή εξαίρεση των μαύρων από τα πολιτικά δικαιώματα και την πολιτική συμμετοχή στον Νότο καθώς και η εμφάνιση μιας ντόπιας ρατσιστικής τρομοκρατικής οργάνωσης καταδεικνύουν ότι οι πόλεμοι και οι συνταγματικές τροποποιήσεις δεν διέγραψαν κουλτούρες που αναπτύχθηκαν επί αιώνες. Έναν αιώνα μετά την παράδοση του Ρόμπερτ Λη στον Στρατηγό Γιουλίσες Γκραντ στο δικαστικό μέγαρο του Αποματόξ, οι ρατσιστές δολοφονούσαν ακτιβιστές στον Νότο των νόμων Jim Crow. Χιλιάδες μαύροι άνθρωποι υπέστησαν λιντσάρισμα μέσα σ’ αυτά τα εκατό χρόνια. Άλλοι υποβλήθηκαν σε ιατρικά πειράματα. Ο φυλετικός διαχωρισμός, οι απαγορεύσεις διαφυλετικών γάμων και πολλά άλλες αισχρότητες επιβλήθηκαν από νομοθετικά σώματα στα οποία πλειοψηφούσαν οι λευκοί.

Μπορούμε και οφείλουμε να εξάρουμε την πρόοδο που έχει συντελεστεί στις ΗΠΑ από την ίδρυσή της μέχρι σήμερα, αποδεχόμενοι ταυτόχρονα ότι υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά να γίνει. Αυτή η δουλειά προϋποθέτει μια έντιμη ματιά στην ιστορία που θα αντιμετωπίζει τους ιδρυτικούς πατέρες και τα ιδρυτικά κείμενα της Αμερικής ως ανθρώπους και ιστορικά έγγραφα και όχι ως προφήτες και θρησκευτικά κείμενα.

Μολονότι έχουν περάσει δεκαετίες από το κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων, οι αμερικανικοί θεσμοί ακόμη αντανακλούν τη ρατσιστική ιστορία της Αμερικής. Η εφαρμογή του νόμου και η ποινική δικαιοσύνη είναι ίσως τα πιο εξέχοντα και εμφανή παραδείγματα, αλλά δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε τις συνέπειες του ρατσισμού στην πολιτική στέγασης, την εκπαίδευση και τις οικονομικές ρυθμίσεις. Αυτή η ιστορία βεβαίως δεν σημαίνει ότι όλοι όσοι εργάζονται στην εφαρμογή του νόμου, την στέγαση και την εκπαίδευση, ή όσοι υποστηρίζουν τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού είναι ρατσιστές, αλλά θα πρέπει να τα έχουμε αυτά κατα νου όταν εξετάζουμε τη συνεχιζόμενη επίδραση των φυλετικών σχέσεων στην αμερικανική κοινωνία.

Θα πρέπει ακόμη να εξετάσουμε την σύγχρονη ηθική υποκρισία και τη φυλετική γλώσσα. Σήμερα, άνθρωποι που ισχυρίζονται ότι υποστηρίζουν την “ελευθερία” διαμαρτύρονται για την απομάκρυνση ανδριάντων των στρατηγών της Συνομοσπονδίας που πολέμησαν για τη διατήρηση της δουλείας. Πάνω από 150 χρόνια μετά τη λήξη του Εμφυλίου, ένας εργαζόμενους του δήμου της Νέας Ορλεάνης φόρεσε θωράκιση και κάλυψε το πρόσωπό του για να απομακρύνει έναν ανδριάντα του ηγέτη της Συνομοσπονδίας Τζέφερσον Ντέιβις.

Ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής από τη Βόρεια Καρολίνα Mark Meadows, μέλος του “Freedom Caucus” επανεξελέγη παρά το γεγονός ότι δήλωσε πως ο Πρόεδρος Ομπάμα θα πρέπει να “σταλεί πίσω στην Κένυα ή κάτι τέτοιο” (έκτοτε έχει αποκηρύξει αυτά τα σχόλια). Η προεδρία Ομπάμα είναι γεμάτη από παραδείγματα ελάχιστα κεκαλυμμένης ρατσιστικής γλώσσας εναντίον του προέδρου και της οικογένειάς του. Ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής από την Άιοβα Steve King έχει χρησιμοποιήσει ρατσιστική γλώσσα και στολίζει το γραφείο του με μια σημαία της Συνομοσπονδίας, την οποία επιδεικνύει χωρίς ίχνος ειρωνείας παράλληλα με τη σημαία των ΗΠΑ.

Αν πρωτοβουλίες όπως το 1619 Project μπορούν να βοηθήσουν τους Αμερικανούς να κατανοήσουν καλύτερα την ιστορία και τους θεσμούς τους τότε είναι αξιέπαινες. Ακόμη δεν έχω διαβάσει ολόκληρη τη συλλογή των δοκιμίων και είμαι σίγουρος ότι θα έχω διαφωνίες με κάποιους από τους συντελεστές. Το δοκίμιο που αφορά τη σύνδεση της δουλείας με τη “βαναυσότητα του αμερικανικού καπιταλισμού” φαίνεται ευεπίφορο σε τεκμηριωμένη κριτική.

Είναι σημαντικό να κοιτάξουμε με έντιμη ματιά τους θεσμούς και την ιστορία της Αμερικής καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες - σε αντίθεση με τη Γαλλία και την Ελλάδα - θεμελιώθηκαν σε ένα σύνολο θεσμών. Η γαλλική και η ελληνική ταυτότητα άντεξαν στο χρόνο παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα και η Γαλλία κυβερνήθηκαν από ένα μεγάλο εύρος πολιτικών καθεστώτων (αβασίλευτες δημοκρατίες, κοινοβούλια, μοναρχίες, κατοχές κλπ). Η αμερικανική ταυτότητα όμως κατά μία έννοια είναι συνδεδεμένη με την πολιτική δέσμευση που διατυπώνεται στη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας: ένα κράτος που αναλαμβάνει το καθήκον να διασφαλίζει τα δικαιώματα που έχουν κληροδοτηθεί σε όλους τους ανθρώπους.

Αυτή η δέσμευση με αφορά προσωπικά. Ορκίστηκα στο Σύνταγμα όταν έγινα Αμερικανός πολίτης πριν από δέκα χρόνια. Το έκανα αυτό με χαρά, γνωρίζοντας ότι το κείμενο και οι άνθρωποι που το υπέγραψαν ήταν ατελείς. Τέτοιες ατέλειες όμως δεν μείωσαν τον πατριωτισμό μου. Όποιος έχει οικογένεια και φίλους ξέρει ότι μπορεί κανείς να αγαπά κάτι που δεν είναι τέλειο. Η σχέση μου με τη χώρα μου μοιάζει με τη σχέση μου με τον οποιοδήποτε άλλο: βελτιώνεται όσο αυξάνεται η ειλικρίνεια, ο αναστοχασμός και η ευθύτητα.


Tou Matthew Feeney
Ο Matthew Feeney είναι διευθυντής του προγράμματος Αναδυόμενων Τεχνολογιών του'' Cato Institute''. 

https://www.cato.org/blog/why-1619-matters-2019

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ
 23 Αυγούστου 2019 


  ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ ΣΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ