Η "μίνι κατάρρευση" της λίρας χθες, "καμπανάκι" για την κατάρρευση του Ερντογάν.




Η "μίνι κατάρρευση" της λίρας χθες, "καμπανάκι" 
για την κατάρρευση του Ερντογάν. 

Η ευπάθεια της Τουρκίας στις παλινδρομήσεις του επενδυτικού κλίματος -και η πιθανή επανάληψη της περσινής κρίσης της λίρας- αποκαλύφθηκε τη Δευτέρα, όταν οι Ιάπωνες επενδυτές πούλησαν τούρκικη λίρα σε μεγάλες ποσότητες, οδηγώντας σε μία στιγμιαία κατάρρευση του νομίσματος, της τάξης του 10%, έναντι του δολαρίου.

Αργότερα, βέβαια, ανέκτησε τις περισσότερες από τις ζημίες της, για να τελειώσει την ημέρα μειωμένη κατά 1,2% στα 5,8296 ανά δολάριο, αλλά η στιγμιαία κατάρρευση -η δεύτερη για φέτος- δείχνει την αυξανόμενη ανησυχία για την κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής της χώρας, την οποία έχει αναλάβει εξ ολοκλήρου ο Recep Tayyip Erdoğan.

Από τότε που κέρδισε τεράστιες, νέες εξουσίες, στις προεδρικές εκλογές τον περασμένο Ιούνιο, ο Erdoğan κάνει ό,τι συνήθως επικαλούνται πως κάνουν οι ισχυροί για να αποτρέψουν τις προκλήσεις για την εξουσία τους. Αλλά αυτή η αμφισβητήσιμη προσέγγιση, την οποία επιστρατεύει στις σχέσεις με τους ξένους και την οποία χρησιμοποιεί για να ενισχύσει την "εντός των τειχών" δημοτικότητά του, απειλεί σιγά σιγά, αλλά σίγουρα, τις προοπτικές για την ανάκαμψη της λίρας, αλλά και της εν συνόλω οικονομίας της Τουρκίας.

Ο Erdoğan έχει στείλει την πολιτική αβεβαιότητα στο ζενίθ, ενισχύοντας τη διεθνή κρίση για την εξόρυξη φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο, διώχνοντας με το "έτσι θέλω" τρεις Κούρδους νεοεκλεγέντες δημάρχους, την τελευταία εβδομάδα και συντηρώντας την κρίση με τις ΗΠΑ για το θέμα της αγοράς των S-400 από τη Ρωσία. Έχει επίσης επιμείνει στην τακτική που έχει καταστρώσει, όσον αφορά την οικονομία, εφαρμόζοντας μια σειρά από γρήγορα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την επίλυση των οικονομικών δεινών της Τουρκίας.

Ωστόσο, κάθε φορά που ο "σουλτάνος" χρησιμοποιεί τέτοια εργαλεία, οι επιπτώσεις αυξάνονται σταδιακά, και για την κυβέρνησή του και για αυτόν προσωπικά κατ' επέκταση, καθώς "τη νύφη" την πληρώνει ο τουρκικός λαός.

Η αδυσώπητη καταστολή των διαφωνούντων, που έχει ήδη επιφέρει αλλά και που προσπαθεί να εντείνει ο Erdoğan, μέσα στην Τουρκία, αύξησε την κυριαρχία του σε σχεδόν κάθε πολιτικό θεσμό της χώρας. Βέβαια όχι χωρίς πολιτικό κόστος. Αυτή η δικτατορική πρακτική, ήταν η μέγιστη αιτία για τις ήττες του στις τοπικές εκλογές φέτος -το κυβερνών κόμμα έχασε τον έλεγχο της Κωνσταντινούπολης (όσο κι αν ο Erdoğan προσπάθησε να την "κλέψει") και της πρωτεύουσας Άγκυρας- και στην εμφάνιση αντιφατικών πολιτικών κινημάτων από τους πρώην συμμάχους του, όπως ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Αλί Μπαμπατζάν, ο οποίος ξεκινά το δικό του κόμμα, θέλοντας να εμφανιστεί ως το αντίπαλον δέος.

Η επιμονή του στη ρητορική εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελλάδας αποδεικνύεται όλο και πιο πολυδάπανη. Οι σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση -η Τουρκία ήταν εν δυνάμει υποψήφια για ένταξη μόλις πριν από μια δεκαετία- έχουν φτάσει λίγο πριν από το σημείο μη επιστροφής. Κρατώντας την Ευρωπαϊκή Ένωση "όμηρο", μέσω της συμφωνίας για το προσφυγικό, η οποία υπεγράφη το 2016, ώστε να συνεχίσει να παίρνει λεφτά που χάνονται από το "πάγωμα" των προενταξιακών κονδυλίων, απλά είναι άλλο ένα θέμα που "ρίχνει λάδι στη φωτιά".

Η Τουρκία πλήρωσε βαρύ τίμημα όταν ο Erdoğan, πιστός στην τακτική της Τουρκίας να "φωνάζει", γιγάντωσε μία πολιτική κρίση με τις ΗΠΑ, το περασμένο έτος, καταρχάς, απειλώντας να εισβάλει στη Συρία και στη συνέχεια αρνούμενος να απελευθερώσει τον ευαγγελιστή πάστορα Andrew Branson, τον οποίο κατηγορούσε για κατασκοπεία. Οι οικονομικές κυρώσεις ήταν η αντίδραση από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, κάτι που έστειλε τη λίρα στα "Τάρταρα" και την τουρκική οικονομία σε ύφεση.

Η αύξηση του αριθμού των πλοίων που ψάχνουν φυσικό αέριο στη διχοτομημένη Κύπρο, όχι μόνο προκάλεσε σοβαρή ζημιά στις σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ελλάδα, αλλά απέκλεισε επίσης την Τουρκία από μια αναδυόμενη συμμαχία ενεργειακής συνεργασίας, μεταξύ Ισραήλ, Αιγύπτου, Ελλάδας, Κύπρου και ΗΠΑ. Οι Βρυξέλλες έστειλαν με τη σειρά τους τη δική τους απειλή για οικονομικές κυρώσεις ως αντίποινα για τις ενέργειες της Τουρκίας.

Ωστόσο, η αμφισβητήσιμη τακτική του Erdoğan φαίνεται πως έχει προκαλέσει τις περισσότερες ζημιές στην οικονομία της Τουρκίας.

Η εξουσία του Τούρκου προέδρου στο εσωτερικό σημαίνει με λίγα λόγια πως κάνει ό,τι θέλει με την οικονομία της χώρας.

Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης έχουν υποβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, καθώς η ολοένα και πιο συγκεντρωτική προσέγγιση του "σουλτάνου" μεταφράζεται σε μία όλο και πιο απρόβλεπτη τουρκική οικονομία. Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που θεωρούνται αρνητικά για την οικονομία έγινε πέρσι, όταν ο Erdoğan συγχώνευσε τα υπουργεία Οικονομίας και Οικονομικών και έδωσε τον έλεγχο των δύο αυτών θεσμικών υπουργείων σε έναν αρχάριο σε θέματα οικονομικής πολιτικής, τον γαμπρό του, Berat Albayrak.

Ο Erdoğan έχει επίσης επιμείνει στην τακτική του όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική. Η λίρα "βυθίστηκε" τον περασμένο Αύγουστο, εν μέρει επειδή η κυβέρνησή του εισήγαγε μία σειρά δανειακών σχεδίων και φορολογικών ελαφρύνσεων για την τόνωση της οικονομίας. Η αντίδρασή του στη νομισματική κρίση ήταν να αυξήσει τη συχνότητα και την επί τούτω φύση, αυτών των λαϊκιστικών μέτρων.

Η ίδια διαδικασία παρατηρείται και στη νομισματική πολιτική. Στις αρχές της δεκαετίας αυτής, η αποστροφή του Erdoğan στα επιτόκια -που έχει τις βάσεις της στο ισλαμιστικό του παρελθόν- ώθησε την Κεντρική Τράπεζα να εισαγάγει ένα καταπληκτικό σύνολο νομισματικών εργαλείων για να τον καθησυχάσει και παράλληλα να προσπαθήσει να ελέγξει τον πληθωρισμό και να προστατεύσει τη λίρα. Φυσικά ο "αχόρταγος" Erdoğan δεν δίστασε να υπονομεύσει την προσέγγιση της Κεντρικής Τράπεζας, προσφέροντας δανεισμό από Κρατικές Τράπεζες με επιτόκια χαμηλότερα από τα βασικά επιτόκια.

Αντί να δώσει τουλάχιστον ιδιωτική στήριξη στην Κεντρική Τράπεζα, που προσπάθησε να υπερασπιστεί τη λίρα κατά τη διάρκεια της περσινής νομισματικής κρίσης, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού, ο Erdoğan την κατηγόρησε δημοσίως, επαναλαμβάνοντας τη θεωρία του ότι τα υψηλότερα επιτόκια προκαλούν τον πληθωρισμό, αντί να το μειώνουν. Όταν η λίρα σταθεροποιήθηκε και ο πληθωρισμός άρχισε να επιβραδύνεται αισθητά από το υψηλό 15ετίας, 25,2%, τον Οκτώβριο, ο "σουλτάνος" κατάπιε τη γλώσσα του.

Στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές του Μαρτίου, ο Erdoğan έχασε τις μεγάλες πόλεις της Τουρκίας, Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη, παρά τη χιονοστιβάδα φορολογικών περικοπών, δανείων και άλλων λαϊκιστικών μέτρων που επιστράτευσε προς τις τελευταίες εβδομάδες της προεκλογικής περιόδου. Οι απειλές για την απομάκρυνση αρκετών Κούρδων δημάρχων, που τελικά πραγματοποιήθηκαν την περασμένη εβδομάδα, απέτυχαν να σταματήσουν τους φιλοκούρδους υποψηφίους από το να κερδίσουν αρκετές μεγάλες πόλεις στα νοτιοανατολικά της χώρας, το φυσικό "άντρο" της κουρδικής μειονότητας της Τουρκίας.

Οι δημοσκοπήσεις που πραγματοποιήθηκαν μετά τις εκλογές έδωσαν μια ζοφερή εικόνα για τον πρόεδρο. Έδειξαν ότι οι ψηφοφόροι ήταν όλο και περισσότερο δύσπιστοι όσον αφορά την ικανότητά του να διαχειριστεί την οικονομία. Κάποιοι παραδοσιακοί υποστηρικτές του κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) -που μετατράπηκε από έναν συνασπισμό φιλελεύθερων και θρήσκων συντηρητικών, σε μηχανή προσωπικής πολιτικής- είτε δεν εμφανίστηκαν στα εκλογικά κέντρα, είτε ψήφισαν για αντίπαλους υποψηφίους.

Σαν να μην έφταναν αυτά, με μία διαδικασία παρωδία, κατάφερε να οργανώσει επαναληπτικές εκλογές στην Κωνσταντινούπολη. Έφτασε να κατηγορήσει τον υποψήφιο του CHP,  Ekrem İmamoğlu, πως είναι τζιχαντιστής απλά και μόνο γιατί ένα παιδί του είπε "όλα θα γίνουν όμορφα" κάτι που θεωρήθηκε σύνθημα γκιουλενιστών. Τελικά ο İmamoğlu κέρδισε και τη δεύτερη αναμέτρηση ενάντια στον τελευταίο πρωθυπουργό της τουρκικής δημοκρατίας, Binali Yıldırım, με διπλή διαφορά από την πρώτη.

Κάνοντας τα "γλυκά μάτια" στον πρόεδρο των ΗΠΑ, Donald Trump, για να αποτρέψει προσωρινά μια νέα σειρά οικονομικών κυρώσεων -αυτή τη φορά για την αγορά ρωσικών πυραύλων S-400- ο Erdoğan αποφάσισε, ως βασιλιάς, να επιτεθεί και να κατηγορήσει έναν από τους συμβούλους του για την εκλογική του ήττα. Αυτός που την "πλήρωσε" ήταν ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας, που απολύθηκε και στη θέση του "ανήλθε" κάποιος πιο... έμπιστος.

Από την απόλυση του Murat Çetinkaya τον περασμένο μήνα -και εν μέσω απειλών για περισσότερες απολύσεις- η Κεντρική Τράπεζα έχει μειώσει τα επιτόκια κατά 425 μονάδες βάσης στο 19,75%. Το κόστος δανεισμού ήταν 24% από τον Οκτώβριο. Όλα τα εχέγγυα για την ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας, τα οποία κατοχυρώθηκαν σε ένα πρόγραμμα του ΔΝΤ στις αρχές της δεκαετίας του 2000, χάθηκαν με την απομάκρυνση του Çetinkaya.

Εν τω μεταξύ, καθώς το έλλειμμα του προϋπολογισμού της Τουρκίας διευρύνθηκε αμείλικτα, για να πλησιάσει τον στόχο του έτους σε μόλις έξι μήνες, ο Erdoğan "εξήγαγε" δεκάδες δισ. λίρες από την Κεντρική Τράπεζα για δεύτερη φορά φέτος. Τα μετρητά, ένα ταμείο έκτακτης ανάγκης, διοχετεύονταν κατευθείαν στα ταμεία του ΥΠΟΙΚ για να μπορέσει η κυβέρνηση να συνεχίσει να σπαταλά κατά το δοκούν.

Τώρα ο "σουλτάνος" της Τουρκίας επιμένει ότι η Κεντρική Τράπεζα θα μειώσει τα επιτόκια ξανά, σε μια συνεδρίαση τον Σεπτέμβριο, προειδοποιώντας χωρίς καμία αιδώ, ότι η περαιτέρω έλλειψη εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση και τις πολιτικές της, θα οδηγήσει σε περαιτέρω απολύσεις.

Εν τω μεταξύ, ο Erdoğan έχει δώσει εντολή στις κρατικές τράπεζες να ανοίξουν πλήρως τις στρόφιγγες για δανεισμό. Έχουν συμμορφωθεί, μειώνοντας τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων, των καταναλωτικών και επιχειρηματικών δανείων έως και κατά το ένα τρίτο. Η Κεντρική Τράπεζα υποστήριξε επίσης τη συγκεκριμένη κίνηση αυτό τον μήνα, λέγοντας στις τράπεζες ότι μπορούν να καταθέσουν λιγότερα χρήματα σε υποχρεωτικά αποθεματικά εάν δανείσουν περισσότερα για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές.

Ο Erdoğan προσπάθησε επίσης να εδραιώσει τις οικονομικές του πολιτικές αυξάνοντας τις εξουσίες του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Υπογράφηκε ένα προεδρικό διάταγμα αυτόν τον μήνα, επιτρέποντας στο υπουργείο να αγοράζει μετοχές σε ιδιωτικές εταιρείες. Η απόφαση ώθησε τους πολιτικούς αντιπάλους του Erdoğan να ισχυριστούν ότι θα χρησιμοποιήσει δημόσιο χρήμα για τη διάσωση επιχειρηματιών-φίλων της κυβέρνησης.   

Καθώς δεν διαφαίνεται αλλαγή της πορείας του Erdoğan, οι προοπτικές για την οικονομία της Τουρκίας είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επιδεινωθούν.

Οι επενδυτές, με την ελπίδα ότι η Άγκυρα θα επανέλθει σε συνετές οικονομικές πολιτικές μετά τις τεταμένες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, έχουν όλο και περισσότερες δυσκολίες να προβλέψουν την επόμενη κίνηση του Erdoğan. Τα στοιχήματά τους για την ελπίδα -βασισμένα στις πολιτικές υπέρ του ΔΝΤ που ακολούθησε η κυβέρνηση πριν από μία δεκαετία- έχουν πλέον μετατραπεί σε ρεαλισμό και προσπάθεια περιορισμού ζημιών.

Ένας εντεινόμενος εμπορικός πόλεμος μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας πιθανώς συνέβαλε στην πυροδότηση του στιγμιαίου ξεπουλήματος της λίρας, τη Δευτέρα, στην Ασία -η Ουάσινγκτον και το Πεκίνο εξαπέλυσαν δασμούς εκατέρωθεν την Παρασκευή. Ωστόσο, αυτό δείχνει ότι η Τουρκία, μαζί με την πληγείσα από κρίση Αργεντινή, είναι και πάλι πρώτη στην γραμμή πυρών όταν το παγκόσμιο συναίσθημα γίνεται αρνητικό.

Αν ο Erdoğan συνεχίσει να επιμένει στη στρατηγική του για την οικονομία και να σφίγγει τη θηλιά του γύρω από την Τουρκία, αυτοί που θα την πληρώσουν θα είναι οι απλοί Τούρκοι πολίτες, χάνοντας αγοραστική δύναμη (κάτι που ήδη συμβαίνει σε τεράστιο βαθμό), αλλά και χάνοντας ευκαιρίες. Τελικά, οι οικονομικές και πολιτικές συνέπειες θα φτάσουν στις πύλες του ίδιου του προεδρικού παλατιού.

Πέτρος Κράνιας

27/8/2019