Χάνει ή κερδίζει η Τουρκία στη Συρία;

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Καταγγελίες για «στρατό γενιτσάρων» του Ερντογάν.
(2) «Σκοτώνουν» το πολιτικό πείραμα της Ροζάβα.


 Χάνει ή κερδίζει η Τουρκία στη Συρία; 

Η αξιολόγηση μιας στρατιωτικής επιχείρησης ή ενός πολιτικού-διπλωματικού εγχειρήματος ως προς την επιτυχία ή την αποτυχία τους, είναι σχετικά μια εύκολη υπόθεση εάν οι στόχοι (ή αντικειμενικοί σκοποί) είναι ξεκάθαροι και προσδιορισμένοι. Όταν εξετάζουμε την Τουρκία, σκοπός δεν είναι υπερβάλουμε τη δύναμη ή την επιτυχία της αλλά ούτε και να την υποβαθμίσουμε. Επίσης, πρέπει η ανάλυσή μας να λάβει υπόψη διάφορα επίπεδα, π.χ. το (υψηλό) στρατηγικό και το τακτικό. Με άλλα λόγια, το ζητούμενο είναι να δούμε την πραγματικότητα όσο αντικειμενικά γίνεται – και όσο αντικειμενικά μας επιτρέπουν οι (διασταυρωμένες) πληροφορίες για το τι συμβαίνει. Άρα, η απάντηση στο αν η Τουρκία «χάνει ή κερδίζει» στην Συρία δεν μπορεί να είναι ένα απλό «χάνει» ή «κερδίζει». Τα πιο πάνω θα προσπαθήσω να εξετάσω στην περιορισμένη έκταση αυτού του άρθρου.

Η αποτυχία

Αν πάρουμε τα πράγματα από την αρχή του συριακού πολέμου και εξετάσουμε την τουρκική πολιτική, θα δούμε ότι στο δεύτερο μισό του 2011 η Άγκυρα έθεσε ως στόχο την ανατροπή του καθεστώτος Μπασάρ αλ Άσαντ, και προς αυτή την κατεύθυνση υποστήριξε ποικιλοτρόπως διάφορες αντικαθεστωτικές ομάδες. Ήτανε περίπου την ίδια περίοδο που στην Τουρκία ξεκίνησαν να εκπονούν σχέδια επέμβασης στην Συρία, κάτι που όμως δεν ήτανε ακόμα εφικτό για διάφορους εσωτερικούς και εξωτερικούς λόγους.

Σήμερα, οκτώ χρόνια μετά, ο στόχος αυτός δεν εγκαταλείφθηκε επισήμως αλλά ούτε επιδιώκεται εμπράκτως. Δεν είναι καν ρεαλιστικό να θεωρεί πλέον κανείς ότι ο Άσαντ μπορεί να ανατραπεί. Ακόμα και αν ο Άσαντ αποχωρήσει από μόνος του ή μετά από μια εκλογική διαδικασία στο πλαίσιο μιας νέας συνταγματικής τάξης και διευθέτησης του Συριακού, δεν θα μπορούμε να μιλάμε για την επίτευξη του τουρκικού στόχου καθώς η ανατροπή του Άσαντ ήτανε μόνο το ένα κομμάτι της τουρκικής πολιτικής. Το άλλο ήτανε η αντικατάστασή του από μια φιλο-τουρκική κυβέρνηση με τη συμμετοχή της συριακής Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Αντίθετα με το τι ήθελε η Άγκυρα τότε, σήμερα συζητά με την συριακή κυβέρνηση με την βοήθεια και της Μόσχας για το τι μέλλει γενέσθαι. Και αυτή ήτανε μια αναπόφευκτη εξέλιξη από τη στιγμή που η Ρωσία έγινε ο ρυθμιστής του Συριακού και περίπου ο εγγυητής της νέας τάξης πραγμάτων. Με λίγα λόγια, η Τουρκία απέτυχε να επιτύχει την ανατροπή και αντικατάσταση του Άσαντ.

Ένας άλλος στόχος της Τουρκίας του Ερντογάν, είναι η αναθεώρηση της γεωπολιτικής τάξης που επέφερε η Συνθήκη της Λωζάνης και, κατ’ επέκταση, η διεύρυνση της τουρκικής επιρροής και του τουρκικού ελέγχου (αν είναι δυνατόν και των εδαφών) στις περιοχές του «Εθνικού Συμβολαίου» που εκτείνονται από το Κιρκούκ και τη Μοσούλη του Ιράκ, μέχρι το Χαλέπι της Συρίας, την Ανατολική Μεσόγειο, τα Βαλκάνια και τη Μαύρη Θάλασσα. Εξού και η αντίληψη περί «Μεγάλης Τουρκίας» αλλά και το δόγμα της λεγόμενης «Γαλάζιας Πατρίδας».

Η παρανόηση που υπάρχει συχνά σε ό,τι αφορά το εν λόγω όραμα του Ερντογάν, είναι ότι, για παράδειγμα, η Μεγάλη Τουρκία συνεπάγεται κατ’ ανάγκη εδαφική επέκταση. Αυτό είναι μια υπερβολική ερμηνεία της τουρκικής προσέγγισης. Μπορεί να περιλαμβάνει και εδαφική επέκταση αλλά εδράζεται περισσότερο σε άλλα είδη αναθεωρητισμού. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν διασυνοριακές εξαρτήσεις, δημογραφικές αλλαγές, έλεγχο διοικητικών και οικονομικών δομών μέσω εθνοτικών ή θρησκευτικών αντιπροσώπων, απόκτηση ρόλου σε πολιτικές διεργασίες ή αποφάσεις μέσω μειονοτήτων, καθώς και συμφωνίες επαναπροσδιορισμού συνόρων ή θαλάσσιων ζωνών ή (συν)εκμετάλλευσης φυσικών πόρων.

Συνεπώς, αν θεωρήσουμε ότι ένας από τους στόχους του Ερντογάν ήταν η επέκταση των τουρκικών εδαφών στην Συρία σύμφωνα με τα όρια του «Εθνικού Συμβολαίου» τότε μπορούμε να πούμε εύκολα ότι υπήρξε κάποια «πρόοδος» αλλά όχι επιτυχία, διότι δεν έχει φτάσει μέχρι εκεί που θα ήθελε ενώ αυτά τα εδάφη αποτελούν ακόμα αντικείμενο διαπραγμάτευσης με την Συρία και τη Ρωσία.

Η επιτυχία

Αν όμως αντιληφθούμε την Μεγάλη Τουρκία με την πιο ευρεία έννοια του αναθεωρητισμού, όπως ορίστηκε πιο πάνω, και λάβουμε υπόψη το πώς η Τουρκία άλλαξε το status quo στις περιοχές που κατέλαβε με την επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη» και «Κλάδος Ελαίας» (δυτικά του Ευφράτη), τότε τα πράγματα αλλάζουν. Η Τουρκία έχει κτίσει σχολεία, νοσοκομεία, πανεπιστήμια, βιομηχανικές πόλεις όπου δουλεύουν Σύροι, στρατιωτικές βάσεις, έχει δημιουργήσει διοικητικές δομές τις οποίες στελέχωσε με δικά της άτομα από διάφορες εθνοτικές και θρησκευτικές κοινότητες, και έχει επανεγκαταστήσει από την Τουρκία περίπου 400 χιλιάδες Σύρους (αντικαθεστωτικούς) πρόσφυγες αλλοιώνοντας την δημογραφική σύνθεση της περιοχής. Ακόμα και αν η Τουρκία αποχωρούσε από αυτά τα εδάφη οι εξαρτήσεις των εν λόγω περιοχών και η επιρροή της Άγκυρας θα παρέμεναν.

Αν δούμε τις περιοχές ανατολικά του Ευφράτη, όπου εξελίχθηκε η επιχείρηση «Πηγή Ειρήνης», τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Από το 2016 λέγαμε ότι η Τουρκία δεν μπορεί να μπει σε αυτές τις περιοχές χωρίς την ανοχή των μεγάλων δυνάμεων. Αυτό είναι πλέον ξεκάθαρο. Αν θέλουμε να αξιολογήσουμε την επιτυχία της Τουρκίας με βάση αυτά που έλεγε ο Ερντογάν ότι επεδίωκε, δηλαδή μια ζώνη μήκους 360 χιλιομέτρων και 40 χιλιομέτρων πλάτους, σίγουρα θα καταλήξουμε στο ότι η επιχείρηση δεν πέτυχε τους στόχους της. Ωστόσο πρέπει να δούμε λίγο πιο προσεκτικά τα πράγματα.
Πέρα από την φιλοδοξία του εδαφικού επεκτατισμού ή του αναθεωρητισμού, η Τουρκία έχει άλλους στόχους που ιεραρχούνται πολύ ψηλότερα. Ο σημαντικότερος από αυτούς σε ό,τι αφορά στην τουρκική εθνική ασφάλεια είναι η αποτροπή δημιουργίας ενός συριακού Κουρδιστάν, η καταπολέμηση του PKK-YPG, και κατ’ ελάχιστον η βεβαίωση ότι οι Κούρδοι δεν ελέγχουν εδάφη στην τουρκο-συριακή μεθόριο που θα μπορούν δυνητικά να αυτονομηθούν.

Η καταπολέμηση του PKK και του YPG είναι συνεχόμενη. Μην ξεχνάμε ότι η Τουρκία έκανε πολύ μεγαλύτερες επιχειρήσεις την δεκαετία του 1990 τόσο εντός Τουρκίας όσο και στο Ιράκ. Και τότε τις έκανε με τον τουρκικό στρατό, όχι με Σύρους ή Ιρακινούς αντικαθεστωτικούς. Η δημιουργία ενός συριακού Κουρδιστάν δεν είναι πλέον βέβαιη καθώς οι Κούρδοι έχουν ήδη ξεκινήσει να επιστρέφουν εδάφη στη συριακή κυβέρνηση. Ακόμα όμως και αν υπάρξει κάποια κουρδική αυτονόμηση εντός Συρίας σίγουρα δεν θα είναι ανεξαρτητοποίηση, αλλά περισσότερο στα πρότυπα του ιρακινού Κουρδιστάν. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι η συριακή κυβέρνηση επιστρέφει ή επεκτείνει την παρουσία της, μετά από τη συμφωνία με τους Κούρδους, σε εδάφη που βρίσκονται στην μεθόριο με την Τουρκία (π.χ. Κομπανί και Καμισλί), δυτικά και ανατολικά της ζώνης που δημιουργεί η Τουρκία στα ανατολικά του Ευφράτη. Το νέο status quo που διαμορφώνεται θυμίζει έντονα μια νέα Συμφωνία Αδάνων (1998).

Άρα, η μείωση των εδαφών ενός πιθανού Κουρδιστάν αφενός, και η ακύρωση του κουρδικού ελέγχου επί των συνοριακών αστικών κέντρων αφετέρου εξυπηρετεί τους στόχους της Άγκυρας. Αποτελεί μεν συμβιβασμό, αν λάβουμε ως δεδομένο ότι η Άγκυρα θα ήθελε να ελέγξει ολόκληρη την μεθόριο, αλλά έναν συμβιβασμό που κατευνάζει προς το παρόν τουλάχιστον τις βασικές της ανησυχίες ασφάλειας. Ενώ παράλληλα εκκρεμούν οι προσπάθειές της για δημιουργία «ζώνης ασφαλείας» στον άξονα Ταλ Αμπυάντ-Ρας αλ Αΐν, 120 χιλιόμετρων μήκους και περίπου 20-30 χιλιομέτρων πλάτους – μετά τα 10 περίπου χιλιόμετρα πλάτους το έδαφος είναι σχεδόν ερημικό μέχρι και τον αυτοκινητόδρομο Μ4.

Με βάση την ίδια λογική, η εκεχειρία που φαίνεται να συμφωνήθηκε μεταξύ Ερντογάν και Μάικ Πενς το βράδυ της 17ης Οκτωβρίου, εξυπηρετεί τους στόχους της Τουρκίας εφόσον προνοεί την απομάκρυνση του YPG από το τουρκο-συριακό σύνορο και την de facto δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» αλλά αυτή την φορά αναίμακτα. Το αποτέλεσμα της εκεχειρίας ουσιαστικά δεν είναι τίποτε άλλο από αυτό που ζητούσε ο Ερντογάν από τις ΗΠΑ εδώ και τόσα χρόνια. Μπορεί όντως αυτή η απόφαση να λήφθηκε υπό την απειλή νέων αμερικανικών κυρώσεων, αλλά αυτό δεν αλλάζει την αξία της για την τουρκική πολιτική και ασφάλεια. Για το κατά πόσο οι πρόνοιες της εκεχειρίας θα εφαρμοστούν ή το αν αυτή θα διαρκέσει, θα πρέπει να περιμένουμε και να δούμε.

Υπό το πρίσμα των πιο πάνω ο μόνος στόχος της Άγκυρας που απ’ ότι φαίνεται δεν επιτυγχάνεται πλήρως είναι η αποτροπή δημιουργίας Κουρδιστάν. Εδώ όμως πρέπει να θυμίσουμε ότι η Τουρκία είχε την ίδια στάση και για το ιρακινό Κουρδιστάν, ιδιαίτερα μετά τον πόλεμο του 2003 στο Ιράκ. Πλέον η Τουρκία και το Ιρακινό Κουρδιστάν είναι πολύ στενοί εμπορικοί και ενεργειακοί εταίροι, τουλάχιστον. Και αυτό βέβαια έγκειται στην επικράτηση του Κουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος (KDP) στο Ιρακινό Κουρδιστάν το οποίο ιδεολογικά δεν έχει σχέση με το PKK.

Συνεπώς, το μελλοντικό στοίχημα της Τουρκίας δεν είναι κατ’ ανάγκη η ακύρωση ενός Συριακού Κουρδιστάν, αλλά η βεβαίωση ότι αυτό δεν θα διοικείται από το PYD-YPG, και ότι θα επικρατήσουν πιο μετριοπαθείς κουρδικές δυνάμεις, συγγενικές του ιρακινο-κουρδικού KDP. Αυτός είναι και στόχος των Αμερικανών, αλλά και του Άσαντ θα μπορούσαμε να πούμε. Επικράτηση συγγενικών δυνάμεων του ιρακινο-κουρδικού PUK θα σήμαινε περισσότερη ιρανική επιρροή. Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, σε 10 χρόνια το ομόσπονδο Συριακό Κουρδιστάν θα μπορούσε να ήτανε κάλλιστα ένας εμπορικός εταίρος της Τουρκίας.

Κερδισμένη ή όχι;

Είναι λοιπόν κερδισμένη η Τουρκία στην Συρία ή όχι; Δεδομένου ότι ο πόλεμος ακόμα καλά κρατεί και ότι το διπλωματικό παιχνίδι για τη συνολική διευθέτηση του ζητήματος είναι ακόμα στην αρχή, μια απόλυτη απάντηση επί τη βάσει μιας συνολική και ολοκληρωμένης αξιολόγησης δεν είναι ακόμα δυνατή. Ωστόσο, με βάση τα μέχρι στιγμής δεδομένα η Τουρκία, παρά τις αποτυχίες σε στρατηγικό επίπεδο και τους συμβιβασμούς σε τακτικό και ενδεχομένως μελλοντικά και στρατηγικό επίπεδο, βρίσκεται σε πιο πλεονεκτική θέση απ’ ότι πριν τρία με τέσσερα χρόνια. Τότε βρισκότανε ενώπιον μιας τεράστιας κουρδικής απειλής η οποία πλέον έχει τουλάχιστον μετριαστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό.

Επιπλέον, ποιος βγαίνει από ένα πόλεμο με έμμεσο ή άμεσο έλεγχο περισσότερων εδαφών και είναι χαμένος; Ακόμα και αν η Τουρκία χρειαστεί να αντιμετωπίσει στο εγγύς μέλλον ένα πολυμέτωπο κουρδικό αντάρτικο από την Αζάζ μέχρι το Ρας αλ Αΐν, αυτό θα λαμβάνει χώρα κυρίως εντός συριακών εδαφών, εφόσον το PKK εντός Τουρκίας είναι αρκετά αποδυναμωμένο από το 2015. Επίσης, η τριβή και το κόστος που θα προκαλεί το αντάρτικο δεν θα έχει τόσο μεγάλο αντίκτυπο στην ίδια την Τουρκία, εφόσον οι περισσότερες δυνάμεις στις ζώνες που δημιούργησε η Άγκυρα αποτελούνται από Σύρους αντικαθεστωτικούς που συμμετέχουν στα διάφορα παρακλάδια του FSA (Ελεύθερου Συριακού Στρατού). Αυτό σημαίνει «σφραγίζω» τα σύνορά μου.

Αυτή τη στιγμή οι αστάθμητοι παράγοντες είναι ο Ερντογάν και οι Κούρδοι του YPG. Από τη μια παραμένει το ερώτημα για το αν το YPG θα αποχωρήσει όντως από τα σύνορα. Από την άλλη, αν ο Ερντογάν συνεχίσει να προκαλεί την ανοχή των ΗΠΑ ή και της Ρωσίας, μη σεβόμενος τα όρια τα οποία του έχουν τεθεί, κινδυνεύει να βρεθεί ενώπιον ισχυρών πιέσεων που μπορεί να εκφραστούν σε οικονομικό, πολιτικό αλλά και στρατιωτικό επίπεδο. Άρα το ερώτημα είναι, το κατά πόσον οι βασικοί δρώντες του πολέμου (Ρωσία, ΗΠΑ, Συρία, Τουρκία, Ιράν) έχουν μια λίγο-πολύ κοινή αντίληψη για το που πηγαίνουν τα πράγματα. Μέχρι στιγμής αυτό φαίνεται. Αν αυτή η εικόνα ανατραπεί, τότε το Συριακό αλλά και η Τουρκία θα εισέλθουν σε μια νέα φάση αστάθειας.

Φωτογραφία: AP

  Δρ Ζήνωνας Τζιάρρας,
 Διεθνολόγος-Ερευνητής, PRIOCyprusCentre 
και συνιδρυτής του geopoliticalcyprus.org.


 18 Οκτωβρίου 2019


               ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ           



1.
Καταγγελίες για «στρατό γενιτσάρων» του Ερντογάν

«Ο Ερντογάν έστειλε τζιχαντιστές από διάφορες εθνότητες και χώρες, ακόμη και από το Ισλαμικό Κράτος, στον λεγόμενο Εθνικό Συριακό Στρατό, που μας πολεμάει ως εμπροσθοφυλακή της Τουρκίας. Πρόκειται για έναν στρατό γενιτσάρων, που θα είναι η αυριανή δύναμη κατοχής στη Ροτζάβα (συριακό Κουρδιστάν), αν η διεθνής κοινότητα δεν βάλει φραγμό».

Την καταγγελία αυτή διατύπωσε ο Ιεμπραχέμ Μουσλέμ, εκπρόσωπος του συροκουρδικού κόμματος PYD στην Ελλάδα, κατά τη χθεσινή συνέντευξη Τύπου στα γραφεία της ΕΣΗΕΑ, όπου ανακοινώθηκε η ίδρυση κίνησης για τον τερματισμό της τουρκικής επέμβασης και την ανθρωπιστική βοήθεια στους Κούρδους. Τη σχετική έκκληση υπογράφουν 87 καλλιτέχνες, πανεπιστημιακοί, πολιτικοί και δημοσιογράφοι, με επικεφαλής τους Μίκη Θεοδωράκη και Μανώλη Γλέζο.

Το αμέσως προσεχές διάστημα, η κίνηση θα συγκεντρώσει χρήματα για οικογένειες Κούρδων που έχουν ξεκληριστεί και θα διοργανώσει συναυλία στο Σύνταγμα, όπως δήλωσε η πρώην υπουργός Νάντια Βαλαβάνη. «Αν η Τουρκία κάνει ό,τι θέλει στα νότια σύνορά της, δεν αποκλείεται να δελεαστεί να προχωρήσει σε επιθετικές κινήσεις προς τα δυτικά», προσέθεσε.

Απαντώντας σε ερώτηση της «Κ», ο κ. Μουσλέμ δήλωσε ότι η κουρδική πολιτοφυλακή YPG είναι έτοιμη να ενταχθεί στον συριακό στρατό εφόσον υπάρξει πολιτική λύση του προβλήματος, τονίζοντας ότι στόχος των Κούρδων δεν είναι η απόσχιση από τη Συρία, αλλά η δημοκρατία και η πολιτιστική αυτονομία όλων των εθνοτήτων μέσα στο συριακό κράτος.



23/10/2019



 2.
«Σκοτώνουν» το πολιτικό πείραμα της Ροζάβα.

Ήταν το πιο ριζοσπαστικό πολιτικό πείραμα αυτοδιοίκησης, που έχει γνωρίσει η Μέση ανατολή εδώ και 30 χρόνια… Η αυτόνομη Ροζάβα σηματοδότησε μια σιωπηλή κοινωνική επανάσταση, πρωτοφανή για το πιο ταραγμένο μέρος του πλανήτη, καθώς το πολιτικό σύστημα που εγκαθίδρυσε βασιζόταν στην άμεση δημοκρατία, την ισότητα και την αειφορία. Η επίθεση της Τουρκίας εναντίον των Κούρδων στη βόρεια Συρία, σε συνδυασμό με τη συμφωνία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, απειλεί να σβήσει την Ροζάβα μια για πάντα από τον χάρτη…



Λίγες μέρες μετά την έναρξη της τουρκικής στρατιωτικής επιχείρησης «Πηγή Ειρήνης», οι Κούρδοι ανακοίνωσαν την επίτευξη συμφωνίας με την Δαμασκό για την ανάπτυξη του συριακού στρατού κατά μήκος της τουρκοσυριακής μεθορίου. «Για να αντιμετωπισθεί η τουρκική επίθεση και να εμποδιστεί η συνέχισή της, επιτύχαμε συμφωνία με την συριακή κυβέρνηση για την ανάπτυξη του στρατού κατά μήκος των τουρκοσυριακών συνόρων με στόχο την υποστήριξη των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF)», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η κουρδική ηγεσία. Όπως ανέφερε o στρατηγός των Κούρδων, Μασλούμ Αμπντί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Δεν εμπιστευόμαστε τις υποσχέσεις τους. Για να είμαι ειλικρινής είναι δύσκολο να πεις ποιον μπορείς να εμπιστεύεσαι» και αναγνώρισε ότι «γνωρίζουμε ότι θα πρέπει να κάνουμε οδυνηρούς συμβιβασμούς με τη Μόσχα και τον Άσαντ εάν επιλέξουμε συνεργασία μαζί τους. Αλλά αν πρέπει να επιλέξουμε μεταξύ συμβιβασμών και γενοκτονίας του λαού μας, σίγουρα θα επιλέξουμε τη ζωή για τους ανθρώπους μας».

Θα πρέπει να ήταν πολύ δύσκολο για τον Μασλούμ Αμντί να παρακαλέσει τον Σύρο Πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ για βοήθεια ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει την τουρκική επίθεση. Και πράγματι ήταν ένας επώδυνος συμβιβασμός, καθώς η συμφωνία μεταξύ Κούρδων και Άσαντ ορίζει ότι καταργούνται οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις και όλες οι κουρδικές δυνάμεις και στρατιωτικές ομάδες θα συνταχθούν με το 5ο Σώμα Στρατού υπό ρωσικές διαταγές και πως η συριακή κυβέρνηση θα αναλάβει όλες τις παραμεθόριες περιοχές και τα διοικητικά κέντρα. Ο Άσαντ έδωσε την υπόσχεση ότι θα διασφαλιστούν πλήρως όλα τα δικαιώματα των Κούρδων στο νέο Σύνταγμα της Συρίας και ότι μέσα σε διάστημα ενός μήνα η κουρδική ηγεσία θα αρχίσει να αναλαμβάνει επίσημους ρόλους μέσα στην παρούσα συριακή κυβέρνηση. Διευκρίνισε ωστόσο ότι προς το παρόν η μεταξύ τους συμφωνία θα έχει εφαρμογή στον στρατιωτικό τομέα, μεταθέτοντας τα κρίσιμα ζητήματα για τη διακυβέρνηση των Κούρδων και το εδαφικό στο απώτερο μέλλον. Το μόνο που είναι δεδομένο πάντως, είναι ότι ο Άσαντ θα θελήσει να ελέγξει την περιοχή στην οποία οι Κούρδοι είχαν μέχρι σήμερα τον πρώτο λόγο.

Επιπλέον, δυσοίωνα είναι και τα μηνύματα που έρχονται μετά τη συμφωνία της Τουρκίας με τη Ρωσία. Οι Κούρδοι είναι και πάλι οι μεγάλοι χαμένοι, έχοντας προδοθεί ξανά από τις δυτικές δυνάμεις και κυρίως από τις ΗΠΑ που τους χρησιμοποίησαν στον πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους, καθώς αποτέλεσαν την πλέον αξιόμαχη και αξιόπιστη δύναμη στην περιοχή. Οι Βλαντιμίρ Πούτιν και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μοίρασαν την περιοχή της Βόρειας Συρίας, με τον Ρώσο Πρόεδρο να δεσμεύεται πως οι Κούρδοι θα αποχωρήσουν από τη «ζώνη ασφαλείας» που επιθυμεί να δημιουργήσει η Άγκυρα. 

Επί δεκαετίες περιθωριοποιημένοι και θύματα διακρίσεων εκ μέρους των αρχών της Δαμασκού, οι Κούρδοι εγκαθίδρυσαν ντε φάκτο καθεστώς αυτονομίας στην βόρεια Συρία εκμεταλλευόμενοι τον πόλεμο της Συρίας που ξεκίνησε το 2011. Η Δαμασκός αρνήθηκε πεισματικά να αναγνωρίσει αυτό το καθεστώς αυτονομίας και, κατά το παρελθόν, η συριακή ηγεσία χαρακτήρισε «προδότες» τους Κούρδους μαχητές όταν εκείνοι συμμάχησαν με την Ουάσιγκτον στο πλαίσιο του πολέμου κατά των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους. 

Με την έναρξη του εμφυλίου πολέμου στη Συρία, το 2011, οι Κούρδοι κράτησαν αποστάσεις τόσο από το καταπιεστικό μπααθικό καθεστώς όσο και από τους αντιπάλους του, που διακήρυσσαν ανοιχτά έναν αραβικό εθνικισμό και την επιβολή του νόμου της Σαρίας, γεγονός που τους καθιστούσε ακόμα πιο επικίνδυνους. Τότε βρήκαν την ευκαιρία να ακολουθήσουν έναν τρίτο δρόμο, διεκδικώντας ένα σύστημα διακυβέρνησης δημοκρατικό, πλουραλιστικό, χωρίς αποκλεισμούς και με σεβασμό στις ατομικές ελευθερίες. Σύμμαχοί τους σε αυτή την προσπάθεια θα ήταν οι Ασσύριοι, Άραβες, Τουρκομάνοι και Αρμένιοι γείτονές τους. Είχαν όμως και πολλούς εχθρούς που δεν έβλεπαν με καλό μάτι τη δημιουργία ενός κουρδικού κράτους στην περιοχή της Ροζάβα και αυτοί δεν ήταν μόνο εντός Συρίας αλλά και στην Τουρκία, τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, το Ιράν και το Ιράκ. 

Μετά την απόσυρση των δυνάμεων του Άσαντ από το συριακό Κουρδιστάν, το 2012, και ενώ ο εμφύλιος είχε φουντώσει, το Κόμμα Δημοκρατικής Ενότητας (PYD) και η στρατιωτική πτέρυγα του, οι Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG) μαζί με το γυναικείο σώμα τους (YPJ) ανέλαβαν τον έλεγχο της Ροζάβα. Ένα χρόνο αργότερα, το 2013, η Ροζάβα θα κήρυττε την αυτονομία της, διδάσκοντας δημοκρατία όχι μόνο στη Μέση Ανατολή αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Το σύνταγμα των καντονίων της Ροζάβα, βασίστηκε άλλωστε στη θεωρία του ελευθεριακού κοινοτισμού, του Αμερικανού Μάρεϋ Μπούκτσιν, οι ιδέες του οποίου κινούνται στον χώρο του αναρχισμού και της κοινωνικής οικολογίας.

Οι προσπάθειες αυτονόμησης των Κούρδων δεν τυχαίνουν διεθνούς αναγνώρισης, ωστόσο αυτό το πείραμα είχε ενθαρρύνει τους Κούρδους, οι οποίοι υπολογίζονται σε όλο τον κόσμο σε 25 εκατομμύρια αλλά παραμένουν χωρίς δικό τους κράτος. Έξι χρόνια μετά όμως το σχέδιο της κουρδικής αυτονομίας στη Συρία φαίνεται πως οδηγείται σε ναυάγιο. Αν γυρίζαμε πίσω τον χρόνο θα ήταν αδύνατο να προβλέψουμε ένα τέτοιο άδοξο τέλος σε αυτό το σενάριο. Η νέα προδοσία των ΗΠΑ προς του Κούρδους ήταν η χαριστική βολή, αλλά κατά πάσα πιθανότητα η Ροζάβα ήταν καταδικασμένη από την αρχή. Παρά τα επιτεύγματα του, τα σημάδια που έδειχναν την αστάθειά του εγχειρήματος υπήρχαν, όσο κι αν κανείς δεν ήθελε να τα αναγνωρίσει.

Πρώτα από όλα, οι εσωτερικές αντιπαραθέσεις στην κουρδική κοινότητα, δηλαδή η αέναη εσωτερική διαμάχη μεταξύ των Κούρδων της Συρίας, της Τουρκίας, του Ιράν και του Ιράκ, υπονόμευσαν το εγχείρημα της Ροζάβα.

Στο μεταξύ, οι δεσμοί μεταξύ των Κούρδων της Συρίας και των Κούρδων της Τουρκίας δεν είναι μια θεωρία συνωμοσίας. Πολλοί Κούρδοι της Ροζάβα θεωρούν τον ιδρυτή του PKK, Αμπντουλάχ Οτσαλάν ως εθνικό ήρωα τους. Ήταν άλλωστε ο πρώτος που έθεσε στο τραπέζι την ιδέα ιδέα της συνομοσπονδίας. Αλλά τόσο η Τουρκία όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες χαρακτηρίζουν το ΡΚΚ «τρομοκρατική οργάνωση». Ακόμα και αν δεν συνεργάζονται επιχειρησιακά το YPG και το ΡΚΚ, οι δύο ομάδες μοιράζονται κοινούς ιδεολογικούς στόχους και ένα δίκαιο αριθμό μαχητών. Αυτό θα παρακινούσε σίγουρα τον Ερντογάν σε μία επίθεση για να καταπνίξει ακόμα και την σκέψη περί αυτονομίας των κουρδικών μειονοτήτων εντός των συνόρων της χώρας του. Ήταν θέμα χρόνου να το κάνει. Στο μεταξύ προσπαθεί παράλληλα να σπείρει ζιζάνια και μεταξύ του φιλοκουρδικού κόμματος HDP και της υπόλοιπης αντιπολίτευσης. Το HDP δεν στηρίζει πάντως την ιδέα ενός αυτόνομου κουρδικού κράτους αλλά προκρίνει μια ομοσπονδιακή δομή μέσα στη χώρα με περισσότερη αυτονομία για την κουρδική μειονότητα.

Ένας ακόμη παράγοντας αστάθειας της Ροζάβα ήταν η σχέση της με το καθεστώς Άσαντ, στην οποία ο πρόεδρος της Συρίας φαίνεται πως είχε πάντα το πάνω χέρι. το καθεστώς υπήρξε ιδιαίτερα σκληρό απέναντι στους Κούρδους της Συρίας. Ο πατέρας του Άσαντ είχε αφαιρέσει τη συριακή ιθαγένεια σε 300 χιλιάδες Κούρδους και είχε καταστείλει τη γλώσσα και τον πολιτισμό τους με Κάθε ευκαιρία. Οι Κούρδοι επαναστάτησαν αλλά οι γεωπολιτικές εξελίξεις των τελευταίων 5 χρόνων τους ανάγκασαν να κηρύξουν μια άτυπη εκεχειρία με τον Άσαντ. Εκείνος μην έχοντας ανθρώπινους πόρους τους άφησε να βγάλουν το φίδι του Ισλαμικού Κράτους από την τρύπα, αν και είχε ορκιστεί να διεκδικήσει κάθε ίντσα της συριακής επικράτειας και είχε διαμηνύσει πως δεν επρόκειτο να ανεχθεί ένα αυτόνομο εθνοτικό κράτος στα ανατολικά της χώρας του. Ο Άσαντ ίσως δεν γνώριζε ότι οι Τούρκοι θα έφερναν τους Κούρδους στα χέρια του με αυτόν τον τρόπο, αλλά απέδειξε για άλλη μια φορά ότι πίσω από κάθε κίνησή του υπάρχει στρατηγική σκέψη. Τώρα εκεί όπου η κυβέρνηση δεν είχε καμία δύναμη εδώ και χρόνια, ανεμίζουν και πάλι οι συριακές σημαίες καθώς ο συριακός στρατός προελαύνει στις περιοχές Αλ Τάμπκα, Ταλ Ταμάρ, Μάνμπιτς και Κομπάνι.

Εάν αυτό είναι πραγματικά το τέλος του κουρδικού πολιτικού πειράματος, θα πρέπει να μιλάμε για μια τραγωδία και όχι μόνο για τους Κούρδους. Περιτριγυρισμένη από αυταρχικά καθεστώτα και φονταμενταλιστές έτοιμους να διαπράξουν γενοκτονίες ανά πάσα στιγμή, η Ροζάβα - με όλες τις ατέλειές της - πρότεινε ότι ένα άλλο είδος πολιτικής ήταν εφικτό.

Ελένη Μπέλλου

https://tvxs.gr/news/kosmos
/o-erntogan-skotonei-politiko-peirama-tis-rozaba


25/10/2019