ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ:(1) Οι 'Ελληνες πληρώνουν σε φόρους και εισφορές όσα και οι Γερμανοί. (2) Με 400 ευρώ αμείβεται 1 στους 3 εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα. (3) Υπογεννητικότητα: Πάνω από τους μισούς Έλληνες δεν αποκτούν παιδιά για οικονομικούς λόγους.


1.
Οι 'Ελληνες πληρώνουν σε φόρους και εισφορές 
όσα και οι Γερμανοί.

Φόρους και εισφορές ύψους 76 δισ. ευρώ κατέβαλαν το 2018 οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά στο ελληνικό Δημόσιο σύμφωνα με τη μελέτη της Eurostat, εξέλιξη η οποία κατατάσσει την Ελλάδα στις χώρες με τις υψηλότερες επιβαρύνσεις. 

Σύμφωνα με τη μελέτη, οι φόροι και εισφορές αντιστοιχούν στο 41,5% του ΑΕΠ με αποτέλεσμα η Ελλάδα να έχει αναρριχηθεί στην 8η θέση στην Ε.Ε. μαζί με τη Γερμανία. Βέβαια, οι πολίτες των άλλων χωρών που καταβάλλουν μεγάλους φόρους έχουν υψηλού επιπέδου δημόσιες υπηρεσίες και δεν πληρώνουν από την τσέπη τους για την Παιδεία ή την Υγεία, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα.

Στα κράτη αυτά, μάλιστα, τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μείωση των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών σε αντίθεση με τη χώρα μας που στα χρόνια της κρίσης αυξήθηκαν κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες, καταδεικνύοντας ότι η δημοσιονομική προσαρμογή έγινε ως επί το πλείστον από το σκέλος των εσόδων και των εισφορών και όχι από τη συρρίκνωση των δαπανών.

Συγκεκριμένα, το 2010 φόροι και εισφορές αποτελούσαν το 34,2% του ΑΕΠ, το 2015 το 39,6% και κατά την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ αυξήθηκαν στο 41,5% όπου και διατηρήθηκαν μέχρι και σήμερα. Από την επεξεργασία των στοιχείων προκύπτει ότι στις χώρες των «μνημονίων» οι επιχειρήσεις και τα φυσικά πρόσωπα πληρώνουν λιγότερα σε φόρους και εισφορές. Συγκεκριμένα, οι Πορτογάλοι πληρώνουν φόρους και εισφορές που αντιστοιχούν στο 37,2% του ΑΕΠ τους, οι Ισπανοί στο 35,4%, οι Κύπριοι στο 33,8%, ενώ οι Ιρλανδοί βρίσκονται στην τελευταία αλλά καλύτερη θέση της βαθμολογίας, με φόρους και εισφορές μόλις στο 23% του ΑΕΠ τους.


Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει η ανάλυση των επιβαρύνσεων με τους φόρους στην παραγωγή και στις εισαγωγές, κοινώς στην κατανάλωση, να έχουν τα πρωτεία, καθώς καταβλήθηκαν 31 δισ. ευρώ από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Ειδικότερα:

1. Το 17,1% του ΑΕΠ (είναι το 4ο υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ενωση), προήλθε από τους έμμεσους φόρους όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος διαμορφώθηκε αισθητά χαμηλότερα, στο 13,6%, και ο μέσος όρος της Ευρωζώνης στο 13,3%.

2. Οι φόροι στο εισόδημα και στην περιουσία (άμεσοι φόροι), παρά τη σημαντική αύξησή τους στα χρόνια της κρίσης (κυρίως στην περιουσία) είναι χαμηλότεροι από τον μέσον όρο της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης (13,2% του ΑΕΠ και 13% αντιστοίχως) και φθάνουν στο 10,1% του ΑΕΠ, κατατάσσοντας τη χώρα μας 15η στην Ευρωπαϊκή Ενωση μαζί με την Πορτογαλία.

Από τους άμεσους φόρους, το 6,2% του ΑΕΠ προέρχεται από φόρους στο ατομικό ή οικογενειακό εισόδημα, έναντι 9,5% στην Ε.Ε. και στην Ευρωζώνη. Οι φόροι στο εισόδημα και στα κέρδη των επιχειρήσεων αποτελούν το 2,2% του ΑΕΠ επί των άμεσων φόρων, κατατάσσοντας την Ελλάδα 19η μαζί με τη Βουλγαρία, ενώ στην Ε.Ε. ανέρχεται στο 2,7%.

3. Οι ασφαλιστικές εισφορές ανήλθαν στο 14,2% του ΑΕΠ και ήταν από τις υψηλότερες στην Ευρωπαϊκή Ενωση (στην 9η θέση). Ο μέσος όρος της Ε.Ε. ανήλθε στο 13,3%, ενώ της Ευρωζώνης στο 15,2%.

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ


1/11/2019 





2.
Με 400 ευρώ αμείβεται 1 στους 3 εργαζομένους 
στον ιδιωτικό τομέα.
Σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, στα 404,5 ευρώ μεικτά, παραμένει ο μέσος μισθός των μερικώς απασχολουμένων, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΕΦΚΑ, όπως δηλώνονται από τους ίδιους τους εργοδότες μέσω των αναλυτικών περιοδικών δηλώσεων (ΑΠΔ). Μάλιστα, με τον μισθό της μερικής απασχόλησης κατά τον μήνα Απρίλιο, που αφορούν τα στοιχεία, φαίνεται πως αμείβεται το 28,66% του συνόλου των εργαζομένων της χώρας.

Σε ετήσια βάση, παρουσιάζεται βελτίωση τόσο του αριθμού των απασχολουμένων όσο και του μέσου μισθού. Αναλυτικά, το σύνολο των απασχολουμένων ανέρχεται στα 2.352.294, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 9,5% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα. Μάλιστα, τον φετινό Απρίλιο, ο αριθμός των ασφαλισμένων με πλήρη απασχόληση αυξήθηκε στις κοινές επιχειρήσεις κατά 10,86%, ενώ αύξηση κατά 6,93% παρουσίασε και ο αριθμός των απασχολουμένων με μερική. 

Ο μέσος μισθός αυξήθηκε στις επιχειρήσεις κατά 5,48% μέσα σε ένα έτος, φθάνοντας στα 1.170,73 ευρώ. Αναλογικά, το μέσο ημερομίσθιο στις επιχειρήσεις αυξήθηκε τον φετινό Απρίλιο κατά 3,47% σε σύγκριση με τον περυσινό, φθάνοντας στα 51,38 ευρώ.

Συνολικά, οι άντρες καλύπτουν το 53,5% των θέσεων εργασίας στις κοινές επιχειρήσεις. Το ποσοστό αυξάνεται εφόσον η σύγκριση γίνει με όρους πλήρους απασχόλησης, καθώς οι άνδρες αντιπροσωπεύουν το 56,28% των εργαζομένων, ενώ το ποσοστό τους υποχωρεί στο 44,7% όταν πρόκειται για συμβάσεις μερικής απασχόλησης.

Στο σύνολο των επιχειρήσεων, το 22,24% των ασφαλισμένων είναι έως 29 ετών και το 50,95% έως 39 ετών. Ως προς την υπηκοότητα, από το σύνολο των ασφαλισμένων το 89,47% είναι Ελληνες.

Επίσης, τα στοιχεία δείχνουν ότι το 21,97% των εργαζομένων απασχολούνται ως υπάλληλοι γραφείου. Το 20,76% των ασφαλισμένων στον ιδιωτικό τομέα απασχολείται στο χονδρικό και το λιανικό εμπόριο. Το 16,05% στα ξενοδοχεία και στα εστιατόρια και το 12,43% στις μεταποιητικές βιομηχανίες. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως το 21,29% των εργαζομένων με ελληνική υπηκοότητα απασχολείται στο χονδρικό - λιανικό εμπόριο, ενώ το 31,6% των ασφαλισμένων υπηκοότητας άλλης χώρας Ε.Ε. εργάζεται στα ξενοδοχεία και στα εστιατόρια.

ΡΟΥΛΑ ΣΑΛΟΥΡΟΥ


2/11/2019

3.
Υπογεννητικότητα: Πάνω από τους μισούς Έλληνες 
δεν αποκτούν παιδιά για οικονομικούς λόγους.

Το 89,74% δήλωσαν ότι θα αποκτούσαν άμεσα παιδί αν είχαν οικονομικό κίνητρο, όπως επιδόματα και επαρκή ιατροφαρμακευτική κάλυψη.

Η επίπτωση της οικονομικής κρίσης που βίωσε η Ελλάδα την περίοδο των μνημονίων αναδεικνύεται ως το κυριότερο εμπόδιο στην απόκτηση παιδιών για τα ζευγάρια στην Ελλάδα.

Το 52,9% των Ελλήνων δηλώνει ότι το υψηλό οικονομικό κόστος που συνεπάγεται η περίοδος της κύησης αλλά και συνολικά μετέτειπα η ανατροφή ενός τέκνου, αποτελεί το σημαντικότερο ανασταλτικό παράγοντα για την απόκτηση παιδιού.

Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα της μελέτης, που διενεργήθηκε την περίοδο Ιανουαρίου- Φεβρουαρίου 2019, για τα αίτια της υπογεννητικότητας στην Ελλάδα από το Τμήμα Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιά σε συνεργασία με τη μη κερδοσκοπική οργάνωση HOPEgenesis και την υποστήριξη της ασφαλιστικής εταιρείας EUROLIFE ERB.

Το δείγμα της μελέτης αποτελούσαν 121 ενήλικες, 25-35 ετών, από τη βάση δεδομένων της HOPEgenesis, που είχαν εκφράσει την επιθυμία να αποκτήσουν παιδί. Οι συμμετέχοντες κατοικούσαν σε ακριτικές και δυσπρόσιτες περιοχές με σοβαρό πρόβλημα υπογεννητικότητας, δηλαδή μηδενικές γεννήσεις.

Το 52,9% δήλωσε ότι το υψηλό οικονομικό κόστος που συνεπάγεται η περίοδος της κύησης αλλά και συνολικά μετέτειπα η ανατροφή ενός τέκνου, αποτελεί το σημαντικότερο ανασταλτικό παράγοντα για την απόκτηση παιδιού.

Αντίθετα το 89,74% δήλωσαν ότι θα αποκτούσαν άμεσα παιδί αν είχαν οικονομικό κίνητρο, όπως επιδόματα και επαρκή ιατροφαρμακευτική κάλυψη. Αξίζει να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση από 1/1/2020 επιδοτεί κάθε νέα γέννηση με το ποσό των 2.000 ευρώ, με κοινωνικοοικονομικά κριτήρια.

Η μελέτη πάντως του Πανεπιστημίου Πειραιά διαπιστώνει επίσης ότι 6 στους 10 θέλουν να αποκτήσουν παιδί εντός της προσεχούς διετίας. Μάλιστα το 80% των ζευγαριών δηλώνει ότι θέλει να αποκτήσει έως 3 παιδιά. Αλλά, δεδομένου ότι το δείγμα της έρευνας προερχόταν από ακριτικές περιοχές, η ανασφάλεια που βιώνουν οι γυναίκες στην περίπτωση κύησης αποτελεί εμπόδιο, αφού ο αγροτικός γιατρός δεν επαρκεί για την ιατρική φροντίδα της εγκύου.

Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να εξευρεθούν λύσεις ανάλογα με τα προβλήματα που συντείνουν στην υπογεννητικότητα που αντιμετωπίζει κάθε περιφέρεια ξεχωριστά.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κ. Προκόπιος Παυλόπουλος έχει ήδη θέσει υπό την αιγίδα του τις δράσεις της HOPEgenesis, που έχει "υιοθετήσει" ακριτικές περιοχές της Ελλάδας καλύπτοντας πλήρως τα έξοδα κύησης και τοκετού των γυναικών που επιθυμούν να τεκνοποιήσουν, βάζοντας το λιθαράκι της στην αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας.

Μαίρη Μπιμπή


30/10/2019