Μέχρι πότε θα είμαστε στο ΝΑΤΟ;
Μέχρι πότε θα είμαστε στο ΝΑΤΟ;
Από τότε που η είσοδος του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα άνοιξε τον δρόμο σε μια διαρκή διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με δυσκολία μπορούμε να διακρίνουμε σ' αυτήν μια εξωτερική πολιτική άξια του ονόματός της. Γιατί μερικές φορές το περισσότερο είναι λιγότερο: ο φλύαρος συμβιβασμός, όχι η διαβεβαίωση· η εξαφάνιση, όχι η ισχύς. Πλέον, η πλειονότητα των χωρών της Ένωσης έχουν συμμετάσχει στις αυτοκρατορικές περιπέτειες των ΗΠΑ (δεκαέξι από τα σημερινά μέλη της συνεισέφεραν στον πόλεμο του Ιράκ)· αντηχεί την ανάμειξη της Ουάσιγκτον στη Λατινική Αμερική (εξ ου και η παράλογη αναγνώριση της αντιπολίτευσης στη Βενεζουέλα ως νόμιμη κυβέρνηση)· προσποιείται ότι αντιτίθεται στα καπρίτσια της κυβέρνησης Τραμπ, αλλά επιστρέφει στον ορθό δρόμο της μόλις δεχθεί απειλές για τιμωρία (οικονομικές κυρώσεις ενάντια στις επιχειρήσεις που εμπορεύονται με το Ιράν). Και, παρ' όλο που ο Σαρλ ντε Γκωλ αντετίθετο στην πρόσβαση Ηνωμένου Βασιλείου στην Κοινή Αγορά γιατί θεωρούσε ότι η συγκεκριμένη χώρα θα γινόταν ο αμερικανικός Δούρειος Ίππος στη Γηραιά Ήπειρο, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν να φοβούνται τίποτα από το Brexit. Διότι, με το πέρασμα του χρόνου, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει γίνει ο υποτακτικός τους.
Η κυριαρχία της Ουάσιγκτον είναι ακόμα πιο ταπεινωτική όσον αφορά την άμυνα. Ο Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ), που δημιουργήθηκε στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, είναι το εργαλείο της. Η στήριξη του Λευκού Οίκου είναι αρκετή ώστε ένα κράτος - μέλος αυτής της συμμαχίας να κατακτά ένα άλλο (η Τουρκία κατέχει ένα μέρος της Κύπρου εδώ και σαράντα πέντε χρόνια) ή να χρησιμοποιεί έναν από τους γείτονές της ως «ζώνη ασφαλείας» του - ο στρατός της Άγκυρας, ο δεύτερος του ΝΑΤΟ, μόλις έκανε επέμβαση στον Βορρά της Συρίας προκειμένου να εξαλείψει την κουρδική αυτονομία στην περιοχή. Αλλά η Ουάσιγκτον δεν αντιδρά όσο το καθεστώς του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξακολουθεί να επιτηρεί ένα από τα θαλάσσια σύνορα της Ρωσίας, να αγοράζει το 60% του οπλισμού του από τις ΗΠΑ και να φιλοξενεί αμερικανικές πυρηνικές κεφαλές. Και εξίσου λίγο ενδιαφέρει τον Γενς Στόλτενμπεργκ, γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, ένα υποχείριο των Αμερικανών που έχει το ψευδώνυμο «Νορβηγός Τόνι Μπλερ», αφού κατά τη γνώμη του η Τουρκία «δρα συγκρατημένα και σε συνεργασία με τους άλλους συμμάχους, με τρόπο ώστε να διατηρήσει τις νίκες μας απέναντι στον κοινό εχθρό: το Ισλαμικό Κράτος».
Επεμβαίνοντας στο Ιράκ το 2003, με ψευδή δικαιολογία, η χώρα της οποίας το ΝΑΤΟ είναι το πρόθυμο φερέφωνο προκάλεσε το σημερινό χάος στη Μέση Ανατολή. Με τη φόρα που είχαν, οι ΗΠΑ, μαζί με άλλους, προκάλεσαν τον πόλεμο στη Λιβύη και κατόπιν, μόνες αυτή τη φορά, αμφισβήτησαν τη συμφωνία του Ιουλίου 2015 με το Ιράν για τα πυρηνικά (της οποίας η σύναψη είχε ωστόσο αναδειχθεί σε μία από τις σπάνιες στιγμές σύνεσης για ολόκληρη τη δεκαετία...). Τον Οκτώβριο, τη στιγμή που παρέδιδε τους Κούρδους στον τουρκικό στρατό χωρίς να συμβουλευτεί τους Ευρωπαίους «συμμάχους» του στο ΝΑΤΟ, που ήταν όμως παρόντες στο πεδίο, ο Αμερικανός Πρόεδρος έγραψε με αξιοθαύμαστη ειλικρίνεια ένα tweet: «Ελπίζω να τα καταφέρουν όλοι, εμείς είμαστε 11.000 χιλιόμετρα μακριά!». Όσο συνεχίζουμε να ανεχόμαστε αυτόν τον ιδιόρρυθμο ηγεμόνα, που δεν βλέπει άλλο συμφέρον παρά το δικό του, είναι σαν να αποδεχόμαστε μια μόνιμη υποβάθμιση στο επίπεδο του προτεκτοράτου. Για να καταφέρει η Ευρώπη να βγει από αυτή την κατάσταση, πρέπει πρώτα να βγει από το ΝΑΤΟ.1
1 Βλ. Régis Debray, «La France doit quitter l’OTAN»,
«Le Monde diplomatique», Μάρτιος 2013.
Του Serge Halimi*
* Ο Serge Halimi είναι ο διευθυντής της «Le Monde diplomatique»
Επιμέλεια: Βάλια Καϊμάκη
Monde Diplomatique
11 Νοεμβρίου 2019