Το Φινλανδικό Εκπαιδευτικό σύστημα και τα "φυτώρια ευφυΐας".



  Το Φινλανδικό Εκπαιδευτικό σύστημα
 και τα "φυτώρια ευφυΐας".

Αυτή την πρωτοχρονιά ο Άγιος Βασίλης μου έφερε ένα ιδιαίτερο βιβλίο. Το βιβλίο αυτό είναι αρκετά δημοφιλές μεταξύ πολλών συναδέλφων, ειδικά αυ­τών που επικρίνουν με σφοδρότητα τις παθογένειες του Ελληνικού εκπαι­δευ­τικού συστήματος και αναφέρεται στη δομή και λειτουργία των καλύτερων εκπαι­δευτικών συστη­μάτων του κόσμου. Ο τίτλος του είναι «Φυτώρια Ευφυΐας», έχει γραφτεί από την Αγγλίδα εκπαιδευτικό Lucy Crehan και αποτελεί ένα «ταξίδι» στα εκπαι­δευτικά συστήματα της Φινλανδίας, της Ιαπωνίας, της Σι­γκαπούρης, της Σαγκάης και του Καναδά. Οι μαθητές των χωρών αυτών έχουν πολύ καλές επιδόσεις στο διαγωνισμό PISA και με βάση αυτές τις επι­δόσεις τα αντίστοιχα εκπαιδευτικά συστήματα κατατάσσονται στη συνείδηση των περισσότερων ερευ­νητών ως συστήματα «κορυφαίας απόδοσης». Έχω προλάβει να διαβάσω μέχρι τώρα το κεφάλαιο που αναφέ­ρεται στη Φινλανδία. Η συγγραφέας, αφού δίδαξε επί 4 χρόνια διαδοχικά σε δύο σχολεία της Αγγλίας (σύμφωνα με το βιογραφικό της), στη συνέχεια ταξίδεψε στις παρα­πάνω χώρες για να αποκτήσει προσωπική άποψη για το πώς λειτουργούν τα εκπαι­δευτικά τους συστήματα. Η Lucy Crehan ξεκινά το ταξίδι της με τη Φινλανδία, ενισχύοντας ουσιαστικά την άποψη πολλών άρθρων και παρου­σιά­σεων που κυκλοφορούν, ιδιαίτερα στο διαδίκτυο για το πόσο εξαίρετο είναι το εκπαιδευτικό σύστημα της Φινλανδίας. Στη Φινλαν­δία η συγγραφέας έμεινε τέσσερις εβδομάδες (όπως και στις άλλες χώρες που επισκέ­φτηκε) και πέρασε τον περισσότερο χρόνο της (τρεις εβδομάδες) σε σχολεία της χώρας αυτής. Ο χρόνος αυτός είναι ικανός για να αποκτήσει μια καλή ιδέα των εκπαι­δευ­τικών συνθη­κών που επικρατούν στην χώρα αυτή, αλλά ταυτόχρονα είναι λίγος – κατά την προ­σω­πική μου άποψη – για να μπορέσει να αναδείξει τα πιθανά αρνητικά στοιχεία του συστήματος μιας και η περίοδος προσαρμογής της (άλλαζε σχολείο κάθε εβδομάδα και δεν έμενε στο ίδιο συνέχεια) δεν της επιτρέπει σε κάθε περίπτω­ση την εις βάθος ανάλυση. Παρόλα αυτά η προσέγγισή της έχει αξία να διαβαστεί αφού πα­ρουσιάζει με σαφήνεια κάποιες σημαντικές συνιστώσες του συστήματος που πιθανά συνεισφέρουν στη Φινλανδική υπεροχή.

Στα επόμενα θα παρουσιάσω τις βασικές θέσεις-απόψεις της Lucy Crehan για το Φινλανδικό εκπαιδευτικό σύστημα αλλά θα προσθέσω και πληροφορίες από άλλες πηγές ώστε ο αναγνώστης να μπορέσει να αποκτήσει μια όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το σύστημα αυτό. Στο τέλος του άρθρου ανα­φέρω κάποια διδάγματα που μπορούμε να αντλήσουμε για να βελτιώσουμε το Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.

Η Lucy Crehan θεωρεί ότι υπάρχουν τρεις σημαντικοί πυλώνες της επιτυχίας του Φινλανδικού μοντέλου εκπαίδευσης. Η ποιότητα της προσχολικής εκπαί­δευσης και η υποστήριξη των μαθητών με δυσκολίες, η ενιαία και ισότιμη εκπαίδευση των μαθητών μέχρι τα 15-16 τους χρόνια και η ποιότητα των εκπαιδευτικών.

Η ποιότητα της προσχολικής εκπαίδευσης 
και η υποστήριξη των μαθητών με δυσκολίες

Σύμφωνα με τη συγγραφέα, στη Φινλανδία τα παιδιά πηγαίνουν σχολείο (δη­μοτικό) μετά τον Αύγουστο της χρονιάς που συμπληρώνουν τα επτά τους χρό­νια (από εξίμισι μέχρι επτάμισι χρονών). Πριν τα επτά τους χρόνια σχεδόν όλα τα παιδιά πηγαίνουν για ένα χρόνο στο νηπιαγωγείο, ενώ στα χρόνια πριν από το νηπιαγωγείο πολλά παιδιά παρακολουθούν προσχολική αγωγή που είναι επιδοτούμενη από το κράτος. Στα χρόνια πριν την έναρξη του δημοτικού σχο­λείου τα παιδιά δεν μαθαίνουν με τον τυπικό τρόπο καθισμένα σε θρανία αλλά μέσα από το παιχνίδι. Η καθυστέρηση της έναρξης του δημοτικού σχο­λείου κα­­τά ένα χρόνο, έχει, σύμφωνα με τη συγγραφέα μέσω της έρευνας που ανασκοπεί, θετικές μακροπρό­θεσμες επι­πτώσεις. Επιπλέον, με την έναρξη του δημοτικού σχολείου υπάρχει ση­μα­ντική μέριμνα για παιδιά με ειδικές ανάγκες που ξεκινάει από τις παιδα­γωγικές πρα­κτικές τις οποίες χρησιμοποιεί ο δάσκα­λος, ενώ σε πιο δύσκολες περιπτώσεις και αφού οι τεχνικές του δασκάλου δεν αποδίδουν ζητείται η συνδρομή των δασκάλων ειδική αγωγής φτάνοντας ακόμη και στην φοίτηση σε ξεχωριστό τμήμα. Η συγγραφέας αναφέρει ότι τα Φινλανδικά σχολεία έχουν οδοντίατρο, νοσοκόμα, λογοθεραπευτή και οικογενειακό σύμβουλο και αυτοί μπορεί να εργάζονται είτε μόνο σε ένα σχολείο αν είναι μεγάλο, είτε σε περισσότερα του ενός αν τα σχολεία αυτά είναι μικρά (γενικά, το 1/3 των σχολείων στη Φινλαν­δία έχουν μόνο τρεις ή τέσσερις μόνιμους δασκάλους). Σε κάθε σχολείο υπάρχει σύμφω­να με το νόμο ειδική διεπιστημονική ομάδα (ψυχολόγος, λογοθεραπευτής, κοι­νωνική λειτουργός, σύμβουλος σπουδών κ.ά.) γνωστή ως «ομάδα παιδικής πρό­νοιας» όπου συζητούν μαζί με το δάσκαλο κάθε τάξης μια φορά την εβδο­μάδα για διάφορα προβλήματα που συναντά ο δάσκαλος αυτός καθώς και για κάθε παιδί ξεχωριστά ώστε να αντιμετωπίζονται οι βαθύτερες αιτίες των προβλημά­των που ανακύπτουν και έτσι να μειώνουν δραστικά τον αριθμό των μαθητών που εγκαταλείπουν για κάποιο λόγο το σχολείο.

Η ενιαία και ισότιμη εκπαίδευση των μαθητών

Παλαιότερα, ο Φιλανδός μαθητής έπρεπε να επιλέξει όταν γινό­ταν 10 χρονών αν θα ακολουθούσε σχολείο το οποίο θα τον οδηγούσε στο Πα­νε­πιστήμιο ή σχολείο που θα τον οδηγούσε στην επαγγελματική εκπαί­δευ­ση. Στη δεκαετία του 70 άλλαξε σταδιακά σε όλη τη χώρα αυτή η πρακτική και όλα τα παιδιά άρχισαν να παίρνουν την ίδια υποχρεωτική 9χρονη εκπαίδευση. Πλέον, όταν ο Φιλανδός μαθητής γίνει 15 ή 16 χρονών επιλέγει αν θέλει να συνεχίσει στο Φινλανδικό λύκειο ή αν θέλει να συνεχίσει σε επαγγελματικό σχο­λείο. Αυτή η αλλαγή δημιούργησε ανομοιογενείς τάξεις δυσκολεύοντας αρχικά την εργασία των Φιλανδών εκπαιδευτικών, ενώ απαγορεύτηκε η ομα­δοποίηση των μαθητών ανάλογα με το μαθησιακό τους επίπεδο. Ο σκοπός είναι ότι όλοι οι μαθητές πρέπει ισότιμα να παίρνουν την ίδια εκπαίδευση ανεξάρτητα από το υπόβαθρό τους. Φυσικά όπως ανέφερα και πιο πάνω υπάρ­χει ιδιαίτερη μέριμνα για τους μαθητές με ειδικές ανάγκες καθώς και για τους αδύναμους μαθητές που δυσκολεύονται. Παιδιά που ήρθαν στη χώρα ως μετα­νάστες και δεν μιλούν τη γλώσσα φοιτούν σε κανονικά σχολεία αλλά σε χωριστή τάξη για ένα έτος όπου επικε­ντρώ­νονται στην εξοικείωσή τους με τη γλώσσα και μετά εντάσσονται στις κανονικές τάξεις. Επιπλέον οι έφηβοι που ήλθαν από εμπό­λεμες περιοχές χωρίς να έχουν πάει ποτέ σχολείο στην πατρίδα τους παρα­μέ­νουν σε χωριστές τάξεις και μετά το πρώτο έτος.


Η πρακτική της προσπάθειας για ισότητα έχει πιθανά συντείνει στην εξίσωση των αποτελε­σμάτων στις επι­δόσεις των μαθητών μεταξύ των σχολείων. Με άλλα λόγια δεν υπάρχουν καλά και κακά σχολεία στη Φινλαν­δία. Όμως απουσιάζει εντελώς η ειδική μέριμνα για τα χαρισματικά παιδιά. Τα παιδιά αυτά εντάσ­σονται στις ίδιες ανομοιο­γε­νείς τάξεις, ενώ σύμφωνα με τη συγγραφέα το Φιν­λανδικό εκπαιδευτικό σύστημα θα μπορούσε να βελτιωθεί αν παρεχόταν μεγαλύτερη στήριξη στους χαρισματικούς μαθητές.

Η ποιότητα των εκπαιδευτικών και του εκπαιδευτικού υλικού

Σύμφωνα με τη Lucy Crehan οι εκπαιδευτικοί στη Φινλανδία έχουν τεράστια ελευθερία στο πώς να κάνουν τη δουλειά τους, ενώ η επαγγελματική τους γνώμη γίνεται σεβαστή στα πάντα. Επιπλέον δεν υπάρχει σχολική επιθεώρηση, και δεν υπάρχει αξιολόγηση εκπαιδευτικών. Η συγγραφέας θεωρεί ότι το υψηλό κίνητρο των Φιλανδών εκπαιδευτικών καθώς και μια εναλλακτική προσέγγιση του ελέγχου ποιότητας κάνουν τη διαφορά στην ποιότητα των εκπαιδευτικών.

Το υψηλό κίνητρο

Το υψηλό κίνητρο που έχουν αναπτύξει οι Φιλανδοί εκπαιδευτικοί, σύμφωνα με την Lucy Crehan, οφείλεται στην άρτια γνώση του αντικειμένου τους, στην άρτια παιδαγωγική κατάρτισή τους με αποτέλεσμα την αυτονομία που απολαμ­βάνουν. Ιστορικοί λόγοι ώθησαν την κοινω­νία να εκτιμά ιδιαίτερα τους εκπαι­δευτικούς αλλά το κύρος του επαγγέλματος έχει υποστεί μείωση τα τελευταία χρόνια. Παρόλα αυτά, το επάγγελμα του εκπαιδευτικού είναι αρκετά δημο­φιλές στην Φινλανδία, ιδιαίτερα όσον αφορά των πρωτοβάθμια εκπαί­δευση (χωρίς οι αποδοχές να είναι ιδιαίτερα υψηλές σε σχέση με το βιοτικό επίπεδο των Φιλανδών).

Η εκπαίδευση

Στη μεταρρύθμιση της δεκαετίας του 70 άλλαξε και ο τρόπος εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών και από το 1979 η εκπαίδευση που αποκτούν πλέον οι Φιλαν­δοί εκπαιδευτικοί (πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης) είναι πανεπιστημιακή και επιπέδου μάστερ.

Για να εισαχθεί ένας μαθητής που τελειώνει το Λύκειο σε σχολή δασκάλων για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση πρέπει να συναγωνιστεί πολλούς συμμαθητές του (στους δέκα υποψηφίους που κάνουν αίτηση γίνεται δεκτός ο ένας). Τα κριτή­ρια είναι ιδιαίτερα αυστηρά και σε πρώτη φάση παίζουν ρόλο τα αποτε­λέ­σματα των εξετάσεων που δίνουν όλοι οι Φιλανδοί μαθητές στο τέλος του Λυ­κείου, ο βα­θμός του απολυτηρίου του Λυκείου καθώς και διάφορες εξω­σχολικές δρα­στηριότητες στις οποίες έχει εμπλακεί ο μαθητής στη διάρκεια του Λυκείου. Σε δεύτερη φάση ο υποψήφιος δίνει εξετάσεις σε βασικές αρχές παιδαγωγικής, συμμετέχει σε προσομοιώσεις σχολικών καταστάσεων όπου απαιτούνται δεξιότητες επι­κοινωνίας και αλληλεπίδρασης και στη συνέχεια οι υποψήφιοι που πέτυχαν τις καλύτερες επιδόσεις περνούν από συνέντευξη για να εξηγήσουν τους λόγους που θέλουν να γίνουν δάσκαλοι (Sahlberg, 2010). Όταν εισαχθούν στην παιδαγωγική σχολή, οι φοιτητές παρακολουθούν πεντα­ετές πρόγραμμα σπουδών επιπέδου μάστερ κάνοντας παράλληλα άσκηση σε σχολείο.

Οι υποψήφιοι για καθηγητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μπορούν να εισα­χθούν στην εκπαίδευση με δύο τρόπους. Αφού τελειώσουν πρώτα την τετραετή φοίτησή τους στο κύριο επιστημονικό τους αντικείμενο (π.χ. Φυσική), στη συ­νέχεια παρακολουθούν ένα μονοετές μεταπτυχιακό πρόγραμ­μα επιπέδου μά­στερ στα παιδαγωγικά. Ο δεύτερος τρόπος είναι να παρακολουθούν μαζί τα μαθήματα του επιστημονικού τους αντικειμένου και τα παιδαγωγικά μαθή­ματα (Sahlberg, 2010). Μια πολύ σημαντική παράμετρος της εκπαίδευσης των κα­θη­γητών και των δασκάλων στη Φινλανδία είναι η ενα­σχόλησή τους με την εκπαι­δευτική έρευνα στη διάρκεια των σπουδών τους, είτε ως μέλη ερευνη­τικών ομάδων είτε μέσω της έκθεσής τους στην προϋπάρ­χουσα έρευνα. Επειδή οι σπουδές των εκπαιδευτικών είναι επιπέδου μάστερ πολλοί εκπαιδευτικοί συ­νεχίζουν την εκπαίδευσή τους αποκτώντας διδακτορικό σε παρεμφερή πεδία.

Η αυτονομία

Η σημαντική αυτονομία που απολαμβάνουν οι εκπαιδευτικοί της Φινλανδίας βασί­ζεται στην υψηλή τους κατάρτιση. Αφού έ­χουν εκπαιδευτεί στις παιδα­γωγικές αρχές έχουν τη δυνατότητα να εφαρ­μό­ζουν αποδοτικές εκπαιδευτικές πρακτικές χωρίς την ανάγκη αυστηρής καθο­δήγησης και αξιολόγησης. Αυτή ακριβώς η εμπιστοσύνη που δείχνει το εκπαι­δευτικό σύστημα της Φινλανδίας  στους εκπαιδευτικούς (αλλά και η ίδια η κοινωνία συμπεριλαμβανομένων και των μαθητών) αποτελεί μια διαφορε­τική προσέγγιση ελέγχου ποιό­τη­τας. Η εμπι­στοσύνη όμως δομείται στη βάση της εξαιρετικής κατάρτισης και εκπαί­δευσης που τυγχάνει ο Φιλανδός ε­κπαι­­δευ­τικός. Η πρόσληψη των αρί­στων σε αυτό τον τομέα κάνει τη δια­φορά. Παρόλη την αυτονομία όμως που απολαμ­βάνουν, είναι εντυπω­σιακό το γεγο­νός ότι οι περισσότεροι Φιλανδοί καθη­γητές κάνουν μάθημα με παρό­μοιο τρόπο στα διάφορα σχολεία της επι­κρά­τειας ίσως γιατί ευθυγραμμίζονται με τα συμπεράσματα της έρευνας για την αποδοτικότερη διδασκαλία αν και τα τε­λευ­ταία χρόνια υπάρχουν σύννεφα σε αυτόν τον τομέα.


Πώς προσλαμβάνονται οι εκπαιδευτικοί

Ενδιαφέρον έχει και ο τρόπος που προσλαμβάνονται οι εκπαιδευτικοί στα σχο­λεία. Σύμφωνα με τον Sahlberg (2011), επειδή η Φινλανδία δεν έχει ένα κε­ντρικό σύστημα διαχείρισης των εκπαιδευτικών, την επιλογή του εκπαι­δευτι­κού για την εισαγωγή στο σχολείο την κάνουν το ήδη υπάρχων εκπαιδευτικό προσωπικό του σχολείου, ο διευθυντής και το σχολικό συμβούλιο. Οι υποψή­φιοι εκπαιδευ­τικοί κάνουν αίτηση απευθείας στον αντίστοιχο δήμο στον οποίο ανήκει το σχολείο ανάλογα με τις θέσεις που έχουν προκηρυχθεί με βάση τις ανάγκες του κάθε σχολείου του δήμου. Υπάρχουν θέσεις μονίμων και θέσεις αναπληρωτών (μόνο για ένα χρόνο). Οι περισσότερες όμως είναι θέσεις μονί­μων. Για απομακρυσμένες περιοχές δίνονται και κάποια κίνητρα. Συνήθως ο εκπαιδευτικός που προσλαμβάνεται σε ένα σχολείο μένει για πάντα στο σχο­λείο αυτό. Δεν υπάρχει κάποια περίοδος δοκιμής για όποιον προσλαμβά­νεται, ούτε κάποια διαδικασία αξιολόγησης.

Όσον αφορά στη μετέπειτα επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών υπάρ­χει ποικιλία αντιμετωπίσεων που αντικατοπτρίζει την αποκέντρωση διαχεί­ρισης του εκπαιδευτικού προσωπικού. Όταν προσλαμβάνεται ένας εκπαι­δευτικός άλλα σχολεία έχουν υιοθετήσει εξελιγμένα συστήματα υποστήριξής του ενώ άλλα σχολεία απλά τον καλωσορίζουν και … του δείχνουν την τάξη που θα κάνει μάθημα (Sahlberg, 2011). Σε άλλα σχολεία υπεύθυνος για την ομαλή ένταξη του νέου εκπαιδευτικού στην καθημερινή εκπαιδευτική πρα­κτι­κή είναι ο διευθυντής ή ο υποδιευθυντής του σχολείου ενώ σε άλλα σχολεία μπορεί να υπάρχει υπεύθυνος εκπαιδευτικός (μέντορας) που καθοδη­γεί στα πρώτα του βήματα το νέο εκπαιδευτικό (Sahlberg, 2011).

Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών είναι ευθύνη του σχολείου και του δήμου με αποτέλεσμα να υπάρχει ποικιλία αντιμετωπίσεων ανά την επικράτεια. Σε κά­ποιους δήμους οργανώνεται κεντρικά η συνεχιζόμενη επιμόρφωση των εκπαι­δευ­τικών, ενώ σε άλλους δεν γίνεται αυτό με αποτέλεσμα το κάθε σχολείο και ο κάθε εκπαιδευτικός να αποφασίζει μόνος του αν και πότε και με ποιο τρόπο θα επιμορφώνεται. Βλέπουμε δηλαδή ότι δεν έχουν όλοι οι εκπαιδευτικοί τις ίδιες ευκαιρίες επιμόρφωσης και αυτό είναι ένα σημείο κριτικής για το εκπαι­δευτικό σύστημα της Φινλανδίας που χρειάζεται διόρ­θω­ση (Sahlberg, 2011).

Τα σχολικά εγχειρίδια

Σύμφωνα με την Lucy Crehan, ένα άλλο σημείο που συνεισφέρει στην ποιό­τη­τα της Φινλανδικής εκπαίδευσης είναι τα υψηλής ποιότητας σχολικά βιβλία. Τα σχολικά εγχειρίδια δεν χρειάζονται έγκριση από την υπουργείο παιδείας και στη διαδικασία της συγγραφής συμμετέχουν και έμπειροι εκπαιδευτικοί. Για κάθε διδακτικό αντικείμενο υπάρχουν διαθέσιμα βιβλία από αρκετούς εκδότες και μέσω του ανταγωνισμού των εκδοτών οι καθηγητές και οι μαθητές έχουν στη διάθεσή τους υλικό υψηλής ποιότητας. Επειδή δεν υπάρ­χουν κεντρικές εξετάσεις μέχρι την ηλικία των δεκαοκτώ ετών (εκτός από την τελευταία τάξη του Λυκείου), οι εκδότες α­ντα­γωνίζο­νται τίνος τα βιβλία θα προσελκύσουν περισσότερο το ενδιαφέρον των μαθητών και θα τους βοηθήσουν να μάθουν καλύτερα.
Μέχρι την υποχρεωτική εκπαίδευση, δηλαδή τα 6 χρόνια στο Δημοτικό και τα 3 χρόνια στο Γυμνάσιο τα βιβλία παρέχονται δωρεάν στους μαθητές από το κράτος. Στο λύκειο όμως, δηλαδή στα τελευταία τρία χρόνια της σχολικής τους εκπαίδευσης, οι μαθητές αγοράζουν τα σχολικά εγχειρίδια, ενώ είναι υποχρε­ω­μένοι να αγοράσουν και ένα laptop που απαιτείται για τις εργασίες τους. Αυτό σημαίνει ότι επιβα-ρύνονται με ένα κόστος της τάξης των 2000-3000 ευρώ για τα τρία αυτά χρόνια. Υπάρχει όμως η σκέψη στους εκπαιδευτικούς κύκλους της Φινλανδίας να γίνει και το Λύκειο υποχρεωτικό οπότε στην περίπτωση αυτή τα βιβλία και όλο το απαιτούμενο υλικό θα δίνεται δωρεάν (*).

(*) Η πληροφορία για την υποχρεωτική αγορά του laptop καθώς και για τη σκέψη να συμπεριλαμβάνεται το Λύκειο στην υποχρεωτική εκπαίδευση της Φινλανδίας δεν υπάρχει στο βιβλίο της Lucy Crehan. Την πληροφορία αυτή μου την έδωσε ο καλός φίλος Φιλανδός εκπαι­δευ­τικός Timo Ilomaki.

Η εποχή μετά το 2000

H Lucy Crehan κάνει και μια αναφορά για την εποχή μετά το 2000 αναγνω­ρίζοντας ότι υπάρχει μια πτωτική πορεία στις επιδόσεις των Φινλανδών μα­θη­τών στο διαγωνισμό PISA. Πράγματι, βλέποντας την επόμενη εικόνα (εικόνα 1) πα­ρα­τηρείται αυτή η πτωτική πορεία η οποία εμφανίζεται να εδραιώνεται και στα αποτελέσματα του 2018. Παρόλα αυτά, οι επιδόσεις των μαθητών της Φινλαν­δίας βρίσκονται πάνω από το μέσο των υπολοίπων χωρών μελών του ΟΟΣΑ.


(Εικόνα 1) – Τάση της απόδοσης των Φινλανδών μαθητών στους διαγωνισμούς PISA

Στην επόμενη εικόνα (εικόνα 2) βλέπουμε επίσης και άλλο ένα γράφημα που αντικα­το­πτρίζει τις επιδόσεις των μαθητών των Γυμνασίων της Φινλανδίας προερ­χό­μενο από δεδομένα διεθνών αξιολογήσεων. Το γράφημα δείχνει ότι η μεγάλη άνοδος της Φινλανδίας είχε επιτευχθεί κυρίως με το προηγούμενο σύστημα που υλοποιούσε καθώς και την αδράνεια που αυτό είχε μέχρι το 2000. Από κει και μετά παρατηρείται η γνωστή πτώση.


(Εικόνα 2) – H απόδοση των μαθητών Γυμνασίου σε διεθνείς αξιολογήσεις

Σύμφωνα με την Lucy Crehan, η Φινλανδία αντιμε­τωπίζει σήμερα μεγαλύτερες προκλήσεις πέρα από το πεδίο της εκπαίδευσης όπως τα διογκούμενα κοινω­νικά προβλήματα, η αυξανόμενη φτώχεια και η πτώση του μορφωτικού επιπέ­δου, ενώ η αυτονομία των εκπαιδευτικών χωρίς την κατάλληλη ανα­τρο­φοδότηση μπορεί να προκαλεί και κάποιες αρνητικές επιπτώσεις. Επιπλέον ο 21ος αιώνας έφερε στη Φινλανδία και δημογραφικές μεταβολές αφού η μετανά­στευση προς τη Φινλανδία αυξήθηκε σημαντικά.

Άλλοι όμως μελετητές θεωρούν ότι υπάρχει ένας σημαντικός λόγος που μπορεί να έχει συνεισφέρει στη μείωση των επιδόσεων. Οι επιδόσεις των 15χρονων μαθητών το 2000 εξαρτώνται από την εκπαίδευσή τους πολύ νωρί­τερα από το 2000, όπου το εκπαιδευτικό σύστημα είχε διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά από το σημερινό (Oates, 2015). Σύμφωνα με τoν Sahlgren (2015) το εκπαιδευτικό σύστημα μέχρι το 1990 περί­που ήταν πολύ πιο συγκε­ντρωτικό και είχε μικρή αυτονομία, ενώ εφαρμό­ζονταν έντονα δασκαλο­κε­ντρική  διδασκαλία. Oι μεταρρυθμίσεις των τελευταίων χρόνων εισήγαγαν στη διδασκαλία περισσότερες μαθητο-κεντρικές προσεγ­γίσεις, ένα γεγονός το οποίο μπορεί να ερμηνεύει την πτώση των επιδόσεων, παρόλο που, σύμφωνα με την Lucy Crehan, η δασκαλοκεντρική μέθοδος διδασκαλίας κυριαρχεί ακόμη στη Φινλανδία.

Μαθήματα για το εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας

Κανένα εκπαιδευτικό σύστημα μιας χώρας όσο πετυχημένο και αν είναι δεν μπορεί να εφαρμοστεί αυτούσιο σε κάποια άλλη χώρα. Η πορεία ενός εκπαι­δευτικού  συστήματος εξαρτάται από πολλούς γενικούς παράγοντες (όπως είναι οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, η ιστορία και η κουλτούρα του τόπου, η δομή του κράτους κ.ά.) ή ειδικούς παράγοντες (όπως είναι το πρόγραμμα σπου­δών, η υλικοτεχνική υποδομή των σχολείων, η κατάρτιση των εκπαιδευτικών κ.ά.).  Η πολυπλο­κότητα που χαρακτηρίζει τους παράγοντες που επιδρούν στα αποτε­λέ­σματα ενός εκπαιδευτικού συστήματος απαιτεί πολλή μελέτη και προσεκτικά βήματα όταν πρόκειται να γίνουν αλλαγές. Οι αλλαγές πρέπει να συνοδεύονται από συγκεκριμένη στοχοθεσία και το κυριότερο να βασίζονται σε παιδαγωγικές πρακτικές που επιβεβαιώνονται από την έρευνα σε μεγάλο βαθμό. Μπορείτε να ρίξετε μια ματιά εδώ για τη διαδικασία και τη στοχοθεσία της πρόσφατης αλλαγής του προγράμματος σπουδών στη Φινλανδία (κείμενο στα αγγλικά).

Παρόλα αυτά, κάποιες γενικές αρχές που προκύπτουν με βάση την επιτυχία ή την αποτυχία κάποιων εκπαιδευτικών συστημάτων μπορούμε να εξάγουμε και να τις έχουμε ως οδηγό σε μελλοντικές αλλαγές του δικού μας εκπαιδευτικού συστήματος. Παρατηρώντας τις απόψεις της Lucy Crehan για τους παράγοντες επιτυχίας του Φινλανδικού συστήματος βλέπουμε ότι υπάρχουν κάποιες ομοιότητες με την Ελλάδα. Για παράδειγμα, η δομή της εκπαίδευσης είναι περίπου η ίδια, ενώ η αυτονομία των εκπαιδευτικών στην Ελλάδα είναι εδραιωμένη εκ των πραγμάτων αφού δεν υπάρχει κάποια εξωτερική αξιολόγηση. Οι ομοιότητες όμως σταμα­τούν εκεί.

Έντονη και επίμονη υποστήριξη των αδύνατων μαθητών

Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού PISA 2015, σύμ­φωνα με τον οργανισμό έρευνας και ανάλυσης «διαΝΕΟσις», οι 15χρονοι Έλληνες μαθητές που φοιτούν σε ιδιωτικά σχολεία πετυχαίνουν μεγαλύτερες επιδόσεις από αυτές που πετυχαίνουν οι μαθητές της Φινλανδίας και συντρι­πτικά μεγαλύτερες από αυτές που πετυχαίνουν οι μαθητές των δημόσιων Ελ­ληνικών σχολείων.




Γιατί συμ­βαίνει αυτό; Κάποιος θα μπορούσε να αναφέρει πολύ σωστά ότι στα ιδιωτικά σχο­λεία πηγαίνουν οι μαθητές που το κοινωνικό-οι­κο­νομικό και πολιτισμικό επί­πεδο των γονέων τους βρίσκεται πάνω από το μέσο όρο. Αυτή όμως είναι μια ανισότητα την οποία πρέπει να αμβλύνει το Ελληνικό εκπαι­δευ­τικό σύστημα. Προς ποια κατεύθυνση όμως πρέπει να κινηθούμε;

Η ιδιαί­τερη και επίμονη υποστήριξη των μαθητών με μαθησι­ακά και άλλα προβλήματα έχει ιδιαίτερη σημασία. Και όταν λέμε υπο­στήριξη εννοούμε πολύ­πλευρη και από πολύ νω­ρίς, ώστε αφενός να μη συμβαίνει εγκατάλειψη του σχολείου και αφετέρου να πετυχαίνουν μαθησιακά, υπερ­πη­δώντας τα εμπόδια που μοιραία τους θέτει το κοινωνικο-οικονομικό περιβάλ­λον τους.
Υπάρχει όμως ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας που μπορεί να βοηθήσει στη μείωση των διαφορών μεταξύ των μαθητών: Η ποιότητα των εκπαι­δευτικών.

Η εκπαίδευση και υποστήριξη των εκπαιδευτικών

Σύμφωνα με τον Dylan William (2011), η ποιότητα των εκπαιδευτικών είναι η πιο σημαντική παράμετρος για την επιτυχία ενός εκπαιδευτικού συστήματος. Η αύξηση της ποιότητας των εκπαιδευτικών μπορεί να μειώσει τη διαφορά μεταξύ των μαθητών με χαμηλή και υψηλή απόδοση, αφού οι μαθητές χαμηλής απόδοσης ευνοούνται περισσότερο όταν διδάσκονται από εκπαι­δευ­τικούς με βαθιά γνώση του αντικειμένου και της παιδαγωγικής σε σχέση με τους μαθητές που έχουν υψηλή απόδοση  (Wiliam, 2011).

Μια αρχή είναι να αλλάξει η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών ώστε αυτοί που εισέρχονται στο επάγγελμα να έχουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κατάρτιση. Επειδή όμως αυτή είναι μια διαδικασία που παίρνει πολύ χρόνο, για να δούμε απτά αποτελέ­σματα σε όσο το δυνατόν λιγότερο χρονικό διάστημα, πρέπει ταυτόχρονα να υπάρξει σοβαρή εκπαίδευση και υποστήριξη του έργου των εκπαιδευτικών που ήδη βρίσκονται στην εκπαί­δευση σήμερα. Η εκπαίδευση και η υποστήριξη περιλαμβάνει ένα φάσμα ενεργειών που εκτείνεται από τη συνεχή και επίμονη επιμόρ­φωση με επιμορφωτές που μπορούν να κατευθύ­νουν απο­τελε­σματικά τους εκπαιδευτικούς μέχρι την αύξηση της υλικοτε­χνικής υποδο­μής στα σχολεία και τη μείωση της γραφειοκρατίας. Επιπλέον, η κουλτούρα της συνεργασίας πρέπει να καλ­λιερ­γηθεί μέσω ομάδων εργασίας μεταξύ των εκπαιδευτικών (ακόμα και με ερευνητικούς στόχους), ενώ διαδικασίες αυτο­αξιολόγησης μπορούν να επιφέρουν απτά αποτελέσματα στην αυτοβελτίωση του κάθε εκπαιδευτικού.

Αναφορές

Oates, T. (2015). Finnish fairy stories, (April), 1–6.
Sahlberg, P. (2010). The secret to Finland’s success: Educating teachers. Stanford Centre for Opportunity Policy in Education- Research Brief. https://doi.org/10.1007/s13398-014-0173-7.2
Sahlberg, P. (2011). The Professional Educator: Lessons from Finland. American Educator. https://doi.org/10.1146/annurev.genom.2.1.103
Sahlgren, G. H. (2015). Real Finnish Lessons.
Wiliam, D. (2011). Embedded formative assessment. Solution Tree Press.



 8 Ιανουαρίου 2020