Ο εμπορικός πόλεμος επιταχύνει την τεχνολογική «αυτoνομία» του Πεκίνου


Ο εμπορικός πόλεμος επιταχύνει 
την τεχνολογική «αυτoνομία» του Πεκίνου 

Μπροστά στον κίνδυνο νέων αμερικανικών εμπάργκο

Η ένταση μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ για τη μεταφορά τεχνολογίας είχε ως αποτέλεσμα αρκετούς ηττημένους στη διάρκεια του προηγούμενου χρόνου. Υπάρχουν αμερικανικές εταιρείες που κατέγραψαν απώλειες εξαιτίας των κυρώσεων και κινεζικοί όμιλοι που αναγκάστηκαν να αναζητήσουν εναλλακτικούς προμηθευτές.

Υπάρχει όμως και μια ομάδα που αναδείχτηκε νικητής: τα γεράκια του τομέα της ασφάλειας, που πρόβλεψαν τις εξελίξεις και πιέζουν σήμερα το Πεκίνο για περισσότερη αυτάρκεια. Από την αρχή του 2019, η Ουάσιγκτον χρησιμοποίησε τις κυρώσεις για να αποκόψει τις κινεζικές εταιρείες από τις αμερικανικές αλυσίδες διανομής βάζοντας στο στόχαστρο τον όμιλο τηλεπικοινωνιών Huawei, πολλές κινεζικές εταιρείες πληροφορικής και οκτώ επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον χώρο της τεχνητής νοημοσύνης.

Για μεγάλο μέρος της κινεζικής πολιτικής ηγεσίας, η αναπόφευκτη μελλοντική τάση θα είναι ο μεγαλύτερος διαχωρισμός των αλυσίδων διανομής των δύο χωρών. Μια ανακωχή στον εμπορικό πόλεμο είναι απίθανο να αλλάξει τη διάθεση της κυβέρνησης Τραμπ να επιβάλει ελέγχους στις εξαγωγές αναπτυγμένων τεχνολογιών.

Το αποτέλεσμα ήταν μια αποφασιστική μετατόπιση στην προσέγγιση της Κίνας απέναντι στη βιομηχανία. Το Πεκίνο επιταχύνει την προσπάθειά του για τεχνολογική «αυτονομία», με στόχο να ενισχύσει τον έλεγχο της δικής του αλυσίδας διανομής απέναντι στον κίνδυνο περισσότερων αμερικανικών εμπάργκο.

Για να αποκτήσει τεχνολογική αυτονομία, το Πεκίνο ακολουθεί στρατηγικές που τηρούν μια εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στην αύξηση της εμπλοκής του με τον έξω κόσμο και την περιχαράκωσή του απ' αυτόν.

Παρ’ όλες τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει η Κίνα για κλοπή τεχνολογίας από άλλες χώρες, το Πεκίνο αγκαλιάζει σήμερα τις διεθνείς τεχνολογίες ανοιχτού κώδικα ή τις συνεργασίες που παραμένουν ανοιχτές σε όλους. Αναζητεί επίσης νέα ταλέντα στις διεθνείς αγορές επενδύοντας σε τρίτες χώρες περισσότερα χρήματα απ' ό,τι οι ΗΠΑ.

Η επιτάχυνση του διαχωρισμού δεν θα επηρεάσει μόνο αμερικανικούς ομίλους που συναλλάσσονται με την Κίνα. Θα αρχίσει σταδιακά να αναδιαμορφώνει την παγκόσμια αλυσίδα διανομής καθώς οι κινεζικές εταιρείες θα στρέφονται ολοένα και περισσότερο σε χώρες που θεωρούν ως ασφαλέστερους συμμάχους. Οι δύο υπερδυνάμεις πιέζουν ήδη ασφυκτικά εμπορικούς εταίρους τους να επιλέξουν στρατόπεδο.

«Πριν από τρία χρόνια, μπορεί να υπήρχαν περισσότεροι που πίστευαν ότι μπορούμε να βασιζόμαστε σε ορισμένες αμερικανικές τεχνολογίες αντί να αναπτύσσουμε τις δικές μας» δηλώνει ο Γιαν Μινγκ, διευθυντής της Ομοσπονδίας Υπολογιστών Κίνας. «Αν κάποιος ισχυριστεί κάτι τέτοιο σήμερα, θα υποθέσω ότι κοιμόταν τα τελευταία τρία χρόνια» προσθέτει.

Η κυβέρνηση Τραμπ δικαιολόγησε μέχρι τώρα τις κυρώσεις στη βάση ανησυχιών για την εθνική ασφάλεια που περιβάλλουν τη Huawei και τον στόχο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής να εμποδιστεί η καταπίεση των μουσουλμάνων Ουιγούρων και άλλων φυλών της βορειοδυτικής επαρχίας Σινγιάνγκ που διευκολύνεται από συστήματα παρακολούθησης που κατασκευάζονται από κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας.

Στην ίδια την Κίνα, ωστόσο, οι ισχυρισμοί αυτοί θεωρούνται απλώς ως δικαιολογίες για την επίτευξη ενός ευρύτερου στόχου: της παρεμπόδισης της ανάδυσης της Κίνας ως πρόκλησης στην αμερικανική τεχνολογική υπερδύναμη. Οι φόβοι του Πεκίνου δεν είναι αβάσιμοι. Τον Νοέμβριο, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου πρότεινε κανόνες που θα του έδιναν τη δυνατότητα να αναθεωρεί και να εμποδίζει συναλλαγές που περιλαμβάνουν «τεχνολογίες πληροφοριών, τηλεπικοινωνιών και υπηρεσιών» από «ξένους ανταγωνιστές».

Με μπαμπούλα την ασφάλεια

Αμερικανοί αξιωματούχοι εξέφρασαν ανησυχίες για την εθνική ασφάλεια για μια γκάμα κινεζικών εταιρειών, από γίγαντες παραγωγής λογισμικού όπως η Tencent και η Alibaba ώς την κρατική σιδηροδρομική εταιρεία που επιδιώκει την υπογραφή συμβολαίου αξίας ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων με το μετρό της Ουάσιγκτον. Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι η ανησυχία τους δεν αφορά μόνο τις τεχνολογιές εταιρείες. Επισημαίνουν ότι όλες οι κινεζικές εταιρείες θα έπρεπε να θεωρούνται ως απειλές εξαιτίας του ελέγχου που μπορεί να ασκήσει σε αυτές το κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα.

Το αποτέλεσμα είναι ότι ένα πλήθος κινεζικών ομίλων επανεκτιμά σήμερα την εξάρτησή του από τις αμερικανικές τεχνολογίες. Το μεγαλύτερο κενό βρίσκεται στο υλισμικό (hardware), ιδίως τον σχεδιασμό και κατασκευή ημιαγωγών και επεξεργαστών υψηλής τεχνολογίας, ένα πεδίο όπου η Κίνα υπολείπεται σημαντικά των ΗΠΑ. Η Κίνα βασίζεται επίσης σε αμερικανικό λογισμικό από τις εφαρμογές της Google για τα έξυπνα κινητά Android μέχρι το λειτουργικό σύστημα Windows της Microsoft.

Υπό το φως των αμερικανικών κυρώσεων, Κινέζοι εμπειρογνώμονες επισημαίνουν ότι ο κίνδυνος διαταραχής των αλυσίδων διανομής για πολιτικούς λόγους θα έπρεπε να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη όταν αποφασίζονται τα συστατικά που θα χρησιμοποιηθούν. Αμερικανοί αξιωματούχοι άσκησαν πιέσεις σε ομολόγους τους στην Ταϊβάν να σταματήσουν τον μεγαλύτερο κατασκευαστή επεξεργαστών από το να πουλά στην Κίνα.

«Η ανάπτυξη αυτόνομης και ελεγχόμενης τεχνολογίας είναι μια λύση απέναντι στον έλεγχο των άλλων» σημειώνει ο Γιαν. Προσθέτει ότι η κυβέρνηση Τραμπ «δίδαξε στην Κίνα ένα μάθημα» όταν επέβαλε προσωρινά κυρώσεις στην τηλεπικοινωνιακή ΖΤΕ, το 2018, οδηγώντας την εταιρεία στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Το μάθημα ήταν: «Αν συνεχίσουμε έτσι, θα ελεγχόμαστε από άλλους και δεν πρόκειται να επιβιώσουμε όταν μας κόψουν την αλυσίδα διανομής» σημειώνει.

Παρότι ξένα προιόντα χαρακτηρίζονται ακόμα «ασφαλή και ελεγχόμενα», η προσπάθεια αυτή οδηγεί στην απομάκρυνση ξένων πωλητών, όπως, για παράδειγμα, οι εταιρείες κυβερνοασφάλειας. Σε εμπιστευτική οδηγία που αποκαλύφτηκε στη «Financial Times», η κεντρική κυβέρνηση ενημέρωσε υπουργεία και άλλες υπηρεσίες να αντικαταστήσουν τους υπολογιστές και το λογισμικό τους με εκδοχές εγχώριας κατασκευής. «Μας αποκλείουν από τους διαγωνισμούς. Δεν μας επιτρέπουν πια να συμμετέχουμε» δηλώνει ο διευθύνων σύμβουλος της Cisco Τσακ Ρόμπινς.

Για πολλές χώρες, η ανάπτυξη τεχνολογίας σχεδόν πάντοτε βασίζεται στη διεθνή εμπειρία και εξειδίκευση. Την προηγούμενη χρονιά, η Κίνα ενεπλάκη σε διάφορες μορφές συνεργασίας με πηγές ανοιχτού κώδικα -όπου μπορούν να συμμετάσχουν άτομα απ' όλο τον κόσμο- προκειμένου να παρακάμψουν τις αμερικανικές κυρώσεις.

Η μάχη των επεξεργαστών

Οι επεξεργαστές αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της προσπάθειας για αυτάρκεια καθώς αποτελούν βασικό συστατικό στοιχείο όλων των υπολογιστών. Ο Νι Γκουανγκνάν, ειδικός της βιομηχανίας πληροφορικής, υποστηρίζει ότι η Κίνα διαθέτει αρκετές επιλογές σε σχέση με τον σχεδιασμό επεξεργαστών.

Εκείνοι που σχεδιάζονται από την Intel και την Arm, που έχει την έδρα της στη Βρετανία, υπόκεινται σε πιθανές αμερικανικές κυρώσεις, υποστηρίζει. Εκείνοι όμως που σχεδιάζονται εξολοκλήρου στην Κίνα, όπως η Loongson και η Sunway, χρησιμοποιούνται σπανίως. Επίσης οι εξεξεργαστές που βασίζονται στην αρχιτεκτονική RISC-V δεν ελέγχονται από άλλες χώρες και έχουν μέλλον στις αναδυόμενες αγορές.

Η Κίνα έχει αντιμετωπίσει αρκετά προβλήματα όσον αφορά την ανάπτυξη ανταγωνιστικής εγχώριας βιομηχανίας επεξεργαστών. Εταιρείες όπως η Xiaomi και η Huawei χρησιμοποιούν ήδη τα δικά τους σχέδια για επεξεργαστές που χρησιμοποιούνται σε κινητά τηλέφωνα.

Ο σχεδιασμός όμως άλλων επεξεργαστών υψηλής τεχνολογίας, όπως οι μικροεπεξεργαστές, που χρησιμοποιούνται στους διακομιστές μεγάλης ταχύτητας και οι οποίοι θα μπορούν να είναι ανταγωνιστικοί σε εκείνους της Intel, απέχουν ακόμη μια δεκαετία, σημειώνει ο Νταν Γουάνγκ, αναλυτής της συμβουλευτικής εταιρείας Gavekal Dragonomics του Πεκίνου.

Τα κινεζικά κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών στις ΗΠΑ έχουν υποχωρήσει αισθητά τον τελευταίο χρόνο καθώς το χρήμα ρέει πλέον προς χώρες που οι επενδυτές κρίνουν ότι δεν απειλούνται από τις αμερικανικές κυρώσεις.

«Οι Κινέζοι χτενίζουν τον κόσμο για μη αμερικανικές τεχνολογίες ημιαγωγών προκειμένου να καλύψουν το κενό» τονίζει ο Μπας Φράνσεν, αναλυτής της συμβουλευτικής εταιρείας TenX2, η οποία έφερε σε επαφές σχεδιαστές από την Κίνα και την Ινδία. «Ειδικά στην Μπάνγκαλορ συναντάς πολλά διευθυντικά στελέχη των κινεζικών επιχειρήσεων καθώς και κυβερνητικούς αξιωματούχους οι οποίοι αναζητούν μικρές επιχειρήσεις για να επενδύσουν και να πείσουν να μετακινηθούν στην Κίνα».

Ωστόσο, πέρα από τον σχεδιασμό επεξεργαστών, το Πεκίνο βλέπει τους ανοιχτούς κώδικες ως ευκαιρία επέκτασης του κινεζικού τεχνολογικού τομέα. Όχι μόνο ελέγχουν μεγάλο μέρος της τεχνολογίας πίσω από το σύγχρονο Ίντερνετ αλλά οι ανοιχτοί κώδικες εξαιρούνται επίσης -τουλάχιστον προς το παρόν- από τους αμερικανικούς ελέγχους στις εξαγωγές.

Το υπουργείο Βιομηχανίας και Τεχνολογίας Πληροφοριών, ο ρυθμιστής της τεχνολογικής βιομηχανίας στην Κίνα, ενθάρρυνε προσφάτως τη θυγατρική της Microsoft, GitHub, τη μεγαλύτερη πλατφόρμα διαμοιρασμού κώδικα παγκοσμίως και οικοδεσπότη πολλών συνεργασιών, να επεκταθεί στην Κίνα.

Η επικεφαλής της εταιρείας Έρικα Μπρέσια σημειώνει ότι Κινέζοι αξιωματούχοι ανέφεραν στην εταιρεία πως οι ανοιχτοί κώδικες προσφέρουν μια «αίσθηση ασφάλειας» καθώς δεν υπόκεινται σε εμπορικούς περιορισμούς. «Εξαιτίας του εμπορικού πολέμου, η κινεζική κυβέρνηση και οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας της έχουν συνειδητοποιήσει την ανάγκη δημιουργία του δικού της οικοσυστήματος ανοιχτού κώδικα» δηλώνει ο Μαρκ Μα, διευθυντής της Open Source China.

Κυνήγι ταλέντων

Η κυβέρνηση εντείνει επίσης τα προγράμματά της για τον εντοπισμό ταλέντων προσπαθώντας να φέρει στην Κίνα μετανάστες και να προσελκύσει ξένους ειδικούς. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει το Πρόγραμμα των Χιλίων Ταλέντων, που συνεχίζεται, παρά τις οδηγίες της κινεζικής κυβέρνησης προς τα ΜΜΕ να σταματήσουν να αναφέρονται σε αυτό καθώς πέρσι έγινε στόχος επικρίσεων από τις ΗΠΑ.

«Κυνηγοί κεφαλών» στη Σίλικον Βάλεϊ περιγράφουν πώς οι αυξανόμενες δυσκολίες στις ΗΠΑ, όπως η αυστηροποίηση των κανόνων για την έκδοση βίζας για ξένους ειδικευμένους εργαζόμενους, έχουν αναγκάσει πολλούς Κινέζους μηχανικούς να επιστρέψουν στην πατρίδα τους αντί να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους στις ΗΠΑ.

«Ορισμένοι ερευνητές δεν αισθάνονται εντελώς ασφαλείς πλέον στις ΗΠΑ» δηλώνει ο Ζανγκ Μονάν, επικεφαλής του think tank Διεθνείς Οικονομικές Συναλλαγές στο Πεκίνο. Τα κινεζικά σχέδια για τη στρατολόγηση ειδικών προσφέρουν μια σειρά κίνητρα. Από φοροαπαλλαγές και δάνεια για έρευνα ώς υψηλούς μισθούς σε συνεργασία με μεγάλες εταιρείες του ιδιωτικού τομέα.

Ο ιδιωτικός τομέας στην Κίνα είναι ακόμα σε θέση να προσελκύει νέα ταλέντα - παρότι εταιρείες όπως η Huawei, που υπόκεινται στις αμερικανικές κυρώσεις, προσέχουν να μην προσλαμβάνουν μηχανικούς από ανταγωνιστές που θα μπορούσαν να κατηγορηθούν ότι εισάγουν παράνομα τεχνολογικές γνώσεις στη χώρα.

Η προσπάθεια για αυτάρκεια στην παραγωγή επεξεργαστών έχει δώσει παράλληλα ώθηση σε μικρές κινεζικές εταιρείες, σημειώνει ο Τσαρλς Κάο, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Applied Materials. «Υπάρχει αυξημένη ζήτηση για κινεζικής startup» σημειώνει.

Ορισμένοι Κινέζοι πανεπιστημιακοί εκφράζουν την αισιόδοξη πεποίθηση ότι το χάσμα με τις ΗΠΑ θα καλυφθεί. Η προσέλκυση περισσότερων αμερικανικών επενδύσεων και εταιρειών, υποστηρίζουν, θα κάνει ακόμη πιο δραστήριες τις ομάδες πίεσης του τεχνολογικού τομέα στην Ουάσιγκτον που επιθυμούν περισσότερες συναλλαγές με την Κίνα.

Παραδείγματα αυτής της τάσης αποτελούν η απόφαση της κεντρικής τράπεζας να επιτρέψει στην PayPal να γίνει η πρώτη ξένη εταιρεία του τομέα ηλεκτρονικών πληρωμών που λαμβάνει άδεια καθώς και το νομοσχέδιο περί ξένων επενδύσεων που υιοθετήθηκε τον Μάρτιο σε μια προσπάθεια καθησυχασμού των ξένων επενδυτών.

Ο νόμος υπόσχεται ότι όλοι οι τομείς παραμένουν ανοιχτοί σε ξένες επενδύσεις, εκτός και αν κατονομάζονται σε μια ειδική λίστα. Ωστόσο, ειδικοί επισημαίνουν πως η στρατηγική αυτή έρχεται σε σύγκριση με την προσπάθεια της Κίνας να διασφαλίσει ότι οι τεχνολογίες της θα είναι «ασφαλείς και ελεγχόμενες».

Ξένοι πολιτικοί υποστηρίζουν ότι με το να αγοράζουν εξοπλισμό από τη Huawei οι χώρες τους δίνουν στην Κίνα τον «διακόπτη» για να κλείσει το τηλεπικοινωνιακό σύστημα μιας χώρας. Η κινεζική κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν αντίστοιχο «γρίφο»: αν θέλει να επιτρέψει σε ξένες τεχνολογικές εταιρείες να αποκτήσουν μερίδιο στην κινεζική αγορά, θα πρέπει να αναγνωρίσει ότι η Ουάσιγκτον θα μπορεί να αποκτήσει επιρροή σε κρίσιμες τεχνολογίες. Η κινεζική ηγεσία πιστεύει όλο και περισσότερο ότι δεν αντέχει να αναλάβει παρόμοιο ρίσκο.

  Γουάν Γιάνγκ, Πεκίνο

Financial Times


20 Ιανουαρίου 2020