Η Κίνα θα αποφασίσει το μέλλον του πλανήτη.
Η Κίνα θα αποφασίσει το μέλλον του πλανήτη.
H χώρα αντιπροσωπεύει το 29% της παγκόσμιας παραγωγής εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, ποσοστό πολύ μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των ΗΠΑ.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει γίνει ο «κακός» της ιστορίας της κλιματικής αλλαγής. Στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός την περασμένη εβδομάδα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ έπαιξε τέλεια αυτόν τον ρόλο, αποκηρύσσοντας τους ακτιβιστές του κλίματος ως «προφήτες τις καταστροφής», ενώ η έφηβη ακτιβίστρια Greta Thunberg παρακολουθούσε στο ακροατήριο.
Ωστόσο, αν κοιτάξετε τα νούμερα –αντί για το θέατρο- γίνεται σαφές πως η μάχη για τον έλεγχο της κλιματικής αλλαγής τώρα εξαρτάται πολύ περισσότερο από το τι θα συμβεί στην Κίνα, παρά το τι θα συμβεί στην Αμερική.
Σύμφωνα με την Ένωση Ανήσυχων Επιστημόνων (Union of Concerned Scientists) η Κίνα αντιπροσωπεύει τώρα το 29% της παγκόσμιας παραγωγής εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα –έναντι του 16% των ΗΠΑ, περίπου 10% της ΕΕ και 7% της Ινδίας. Ακόμα και σε κατά κεφαλήν βάση, οι Κινέζοι τώρα εκπέμπουν περισσότερα αέρια του θερμοκηπίου απ’ ότι οι Ευρωπαίοι, και μάλιστα αυτό συμβαίνει από το 2014.
Όπως αρέσει στην κυβέρνηση Τραμπ να σημειώνει, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τις ΗΠΑ στην πραγματικότητα μειώθηκαν πέρυσι- αν και μόλις κατά 2,1%. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός πως η παραγωγή λιγνιτικής ενέργειας στις ΗΠΑ έχει μειωθεί σημαντικά και πλέον βρίσκεται στα επίπεδα που ήταν το 1975. Αντιθέτως, η Κίνα συνεχίζει να ανοίγει νέες λιγνιτικές μονάδες ενέργειας.
Εν τούτοις, ο σκεπτικισμός (αρνητισμός αν προτιμάτε) της κυβέρνησης Τραμπ για το κλίμα, εξακολουθεί να έχει σημασία. Οι ΗΠΑ έχουν ηγηθεί στη δημιουργία των περισσοτέρων από τους σημαντικούς διεθνείς θεσμούς και τις συμφωνίες που έχουν διαμορφώσει την τρέχουσα παγκόσμια τάξη. Αν επιλέξουν να μην συμμετέχουν στην παγκόσμια προσπάθεια για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, άλλοι θα πρέπει να παράσχουν την ηγεσία για την επίτευξη μιας διεθνούς συμφωνίας.
Η εξάρτηση της Κίνας από τον άνθρακα και το απολυταρχικό της σύστημα, σημαίνουν πως θα δυσκολευτεί να βγάλει έναν παγκόσμιο ηγέτη στο κλίμα. Οι Ευρωπαίοι έχουν πάθος για το θέμα, όμως, πιθανότατα δεν διαθέτουν την οργάνωση και το διεθνές εκτόπισμα για να ηγηθούν. Η συζήτηση στην ΕΕ για την επιβολή «συνοριακού φόρου άνθρακα» (carbon border tax) –ουσιαστικά δηλαδή για την φορολόγηση εισαγωγών από χώρες που μολύνουν πολύ το περιβάλλον- θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε εμπορικές διαμάχες που θα καταστήσουν ακόμα δυσκολότερη την επίτευξη μιας διεθνούς συμφωνίας.
Κάποιος, όμως, θα πρέπει σύντομα να ηγηθεί, διότι το ερχόμενο έτος θα είναι ζωτικής σημασίας για τις διεθνείς προσπάθειες για το κλίμα. Το Νοέμβριο, το Ηνωμένο Βασίλειο θα φιλοξενήσει την COP26, την πιο πρόσφατη σύνοδο του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή. Θα είναι μια ιδιαίτερα σημαντική συνεδρίαση διότι οι συμμετέχουσες χώρες αναμένεται να αναγνωρίσουν πως οι δεσμεύσεις που έκαναν στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού για το κλίμα το 2015 είναι ανεπαρκείς για να ανταποκριθούν στον στόχο του περιορισμού της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Στη σύνοδο της Γλασκόβης τον Νοέμβριο, υποτίθεται πως θα δεσμευτούν σε πιο φιλόδοξους και λεπτομερείς στόχους για τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου.
Όμως η COP26 θα ανοίξει μόλις έξι ημέρες μετά τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Αν επανεκλεγεί ο κ. Τραμπ, αυτό θα επιβεβαιώσει πως οι ΗΠΑ έχουν ουσιαστικά επιλέξει να μην συμμετέχουν στις παγκόσμιες προσπάθειες για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Στις 4 Νοεμβρίου, την ημέρα μετά τις εκλογές, οι ΗΠΑ είναι προγραμματισμένο να αποσυρθούν επισήμως από τη Συμφωνία του Παρισιού. Αυτό, με τη σειρά του, θα κλιμακώσει τις πιέσεις προς την ΕΕ, την Κίνα, την Ινδία και το Ηνωμένο Βασίλειο (ως διοργανώτριας) να διατηρήσουν «ζωντανή» την προσπάθεια να καταπολεμηθεί η κλιματική αλλαγή μέσω συντονισμένης παγκόσμιας δράσης. Ο Adam Tooze, καθηγητής του Πανεπιστημίου Columbia ο οποίος γράφει ένα ιστορικό της διεθνούς πολιτικής για το κλίμα, λέει πως ο Νοέμβριος του 2020 θα είναι μια «κομβική στιγμή για στην παγκόσμια ιστορία».
Ένα από τα εντυπωσιακά πράγματα στη συζήτηση για το κλίμα στο Νταβός ήταν ο τρόπος με τον οποίον το ζήτημα φάνηκε να αιωρείται πάνω από κάθε συνεδρίαση –ακόμα και αυτές που ήταν υποτίθεται αφιερωμένες σε άλλα θέματα. Ιδιαίτερα εντυπωσιακός ήταν ο Ashraf Ghani, πρόεδρος του Αφγανιστάν, ο οποίος δήλωσε πως μεγαλύτερος φόβους του είναι η περιβαλλοντική υποβάθμιση –ακόμα περισσότερο από τον πόλεμο που εξακολουθεί να μαστίζει τη χώρα: «Κάποτε είχαμε ξηρασία κάθε 100 χρόνια, τώρα έχουμε κάθε πέντε χρόνια».
Οι Αφρικανοί πολιτικοί στο Νταβός έκαναν παρόμοια σχόλια για την αύξηση των ξηρασιών στην περιοχή Sahel και τον τρόπο με τον οποίον η αλλαγή του κλίματος προκαλεί συγκρούσεις για γη και ύδωρ, και οδηγεί στον εκτοπισμό πληθυσμών.
Μετά από μια ημέρα τέτοιων συζητήσεων, χρειάστηκα κάτι να πιώ. Πήγα λοιπόν σε μια δοκιμή κρασιών, όπου συνάντησα έναν Γερμανό οινοποιό ο οποίος μου είπε πως η κλιματική αλλαγή τον ανάγκασε να αρχίσει να φυτεύει κλίματα στη Νορβηγία.
Τα κακά μαντάτα για τον πλανήτη είναι πως η συνεχιζόμενη ανάπτυξη της κινεζικής και ινδικής μεσαίας τάξης θα αυξήσει τη ζήτηση για αυτοκίνητα, ηλεκτρισμό, κρέας και ταξίδια στο εξωτερικό, και όλα αυτά θα δημιουργήσουν περισσότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Τα καλά νέα είναι πως η κινεζική κυβέρνηση έχει επανειλημμένως πει πως κατανοεί πως η κλιματική αλλαγή και η μόλυνση αποτελούν άμεση απειλή για το μέλλον της Κίνας, προκαλώντας ξηρασίες, ελλείψεις νερού και αυξήσεις στα επίπεδα της θάλασσας που απειλούν μεγάλες πόλεις, όπως η Σαγκάη. Ο πρόεδρος Xi Jinping έχει επίσης δείξει κάποια προσήλωση σε περιβαλλοντικές ενέργειες, μέσω των προσπαθειών του να βελτιώσει την ποιότητα του αέρα σε μεγάλες πόλεις όπως το Πεκίνο. Η κινεζική κυβέρνηση έχει επίσης ρίξει χρήμα και τεχνογνωσία στην ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Τους επόμενους μήνες, οι Κινέζοι και οι Ευρωπαίοι θα προσπαθήσουν να συνεργαστούν για να αναπτύξουν νέους διεθνείς στόχους για τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου. Αν πετύχουν, η επόμενη συνεδρίαση του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή μπορεί να συντηρήσει την ελπίδα πως η διεθνής κοινότητα μπορεί ακόμα να ενωθεί για να αντιμετωπίσει μια κοινή απειλή για την ανθρωπότητα –ασχέτως του τι θα συμβεί στις αμερικανικές εκλογές.
του Gideon Rachman
8/2/2020