Η παρακμή της Ευρώπης.
Η παρακμή της Ευρώπης.
Στις 3 Φεβρουαρίου 2020 έφυγε από τη ζωή ένας μεγάλος στοχαστής, ένας από τους τελευταίους κορυφαίους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού πνεύματος, ο κριτικός και δοκιμιογράφος Τζορτζ Στάινερ. Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα συνέντευξής του, που δημοσιεύτηκε στο γαλλικό περιοδικό «Esprit» τον Δεκέμβριο του 2003
• Το έργο σας, που είναι ήδη πολύ γνωστό, πολύπλοκο και ταυτόχρονα συνεκτικό, είναι πρώτα από όλα το έργο ενός προσώπου το οποίο έχει διαβάσει άπειρα κείμενα. Μπορούμε να πούμε ότι εσείς, που συχνά χαρακτηρίζεστε Ευρωπαίος διανοούμενος, συνενώνετε την κριτική στη φρίκη και στο τραγικό της ιστορίας της Ευρώπης με την εξέταση όλων των πολύτιμων στοιχείων που μας έχει κληροδοτήσει η Ευρώπη; Το έργο σας στο σύνολό του δεν φωτίζει ακριβώς αυτή τη διαρκή ένταση ανάμεσα σε δημιουργία και καταστροφή; Μπορούμε να μιλάμε για παρακμή της ευρωπαϊκής ηπείρου;
Οι δύο μεγάλοι παγκόσμιοι πόλεμοι ήταν ευρωπαϊκοί εμφύλιοι πόλεμοι. Είναι αλήθεια ότι ενέπλεξαν τον πλανήτη, αλλά υπήρξαν πρώτα απ’ όλα ηπειρωτικοί πόλεμοι που διακόπηκαν από μιαν αλγεινή εκεχειρία. Η Ευρώπη θέλησε να κατασπαράξει την Ευρώπη. Το Ολοκαύτωμα, ο φασισμός και ο ίδιος ο σταλινισμός έχουν πολύ βαθιές ρίζες μέσα στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι, μετά τις σφαγές του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου (εβδομήντα εκατομμύρια νεκροί σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των πιο έγκυρων ιστορικών, από τη Μαδρίτη ώς την Οδησσό και από το Οσλο ώς το Παλέρμο), η Ευρώπη δεν άξιζε να ξαναζωντανέψει. Ή θα μπορούσαμε να σκεφτούμε μαζί με τον Πολ Βαλερί, ο οποίος είχε προβλέψει τον θάνατο των πολιτισμών: «Ας την αφήσουμε να πεθάνει!». […]
Εχουμε να κάνουμε με μιαν αθεράπευτη παρακμή της Ευρώπης, μια παρακμή που οφείλεται στην κόπωση, σε μια πελώρια κόπωση. Επέστρεψα τώρα από τη Γερμανία όπου μου απένειμαν ένα βραβείο. Δεν υπάρχει κτίριο στο οποίο να μη διαβάζεις μια αναμνηστική πλάκα που θυμίζει: «Την τάδε ημέρα του 1944 ή του 1945, πέθανε…». Υπάρχει μια έκφραση στη γερμανική γλώσσα, που ανάγεται στους καιρούς του Κάφκα και σημαίνει περίπου «έχουμε κουραστεί από τον κόσμο». Eνας παραλογισμός, ο οποίος όμως μπορεί να έχει πολύ ισχυρό ψυχολογικό νόημα, ωσάν αυτή η κόπωση να προέρχεται από μιαν υπερβολική δόση Ιστορίας. Τα φαντάσματα είναι τρομακτικά επαχθή. Στη διάρκεια της παραμονής μου, συνάντησα μερικούς Γερμανούς οι οποίοι με ρωτούσαν με μεγάλη ευγένεια και με μεγάλη αγωνία γιατί, κατά τη γνώμη μου, τα πανεπιστήμιά τους και οι μεγάλοι επιστημονικοί θεσμοί τους δεν κατορθώνουν να ανακάμψουν. Βρήκα τη δύναμη να τους απαντήσω: «Χωρίς να θέλω να σας προσβάλω, είναι εύλογο οι πολιτισμοί που έχουν εξοντώσει όλους τους εβραίους τους να μην μπορούν να επανέλθουν σε νέα ζωή. Αυτή ήταν η μοίρα της Ισπανίας, η οποία σήμερα συνέρχεται, μετά από τριακόσια χρόνια».
Φυσικά μπορεί να σφάλλω, όλα είναι τόσο περίπλοκα! Δεν μπορώ όμως να φανταστώ ούτε μιαν ώρα της ζωής μου χωρίς τον πλούτο της Ευρώπης, χωρίς τα καφενεία της για παράδειγμα. Στα καφενεία μπορείς να διαβάζεις, μπορείς να κάθεσαι όλη τη μέρα, να παίζεις σκάκι, να συναντάς τους φίλους, ακόμη και τους αντίπαλους διανοούμενους. Υπάρχουν τόσα πολλά από την όχθη του Ατλαντικού –σκέφτομαι το ωραιότατο καφενείο του Πεσόα στη Λισαβόνα– ώς την Πετρούπολη, την Οδησσό και το Κίεβο. Η Μόσχα αντίθετα δεν είχε ποτέ, αλλά η Μόσχα είναι η αρχή της πελώριας Ασίας. Καφενεία αυτού του είδους δεν βρίσκονται ούτε στις Ηνωμένες Πολιτείες ούτε στην Αγγλία. Και για μένα το να επιμένω στον διάλογο για την ευτυχία και την αγωνία, για την ειρωνεία και την εργασία, είναι κάτι το θεμελιώδες και κάτι που επέζησε θαυμαστά από δύο παγκόσμιους πολέμους και από το Ολοκαύτωμα.
Για να επιστρέψουμε στα αρχικά ερωτήματα, μου έρχεται στον νου μια περίφημη φράση του Σεν-Ζιστ: «Η ευτυχία είναι μια νέα ιδέα για την Ευρώπη», φράση μετά την οποία ο ίδιος θανατώθηκε στο ικρίωμα. Σήμερα έχω την εντύπωση ότι ζούμε έναν επίλογο που μπορεί να συγκριθεί με εκείνους που έπληξαν την Αθήνα και την Ιερουσαλήμ. Και αν εγώ επέλεξα παθιασμένα να παραμείνω στην Ευρώπη, για άλλους η προοπτική να φύγουν είναι πολύ υπαρκτή. Ποιο είναι πράγματι το μέλλον τους σε μιαν Ευρώπη όπου οι ιδεολογικές διαιρέσεις γίνονται όλο και περισσότερο σκληρές και άγριες;
• Ποια είναι κατά τη γνώμη σας η γενεαλογία της ευρωπαϊκής εμπειρίας με αφετηρία την Αθήνα και την Ιερουσαλήμ, από τον Σωκράτη και από τον Χριστό; Το ευρωπαϊκό πεπρωμένο θα είναι υποχρεωτικά μοιραίο και τραγικό, θα είναι μια βαθμιαία εξάλειψη της διπλής ευρωπαϊκής πολιτισμικής ρίζας;
Αγγίζουμε ακροθιγώς ένα ταμπού. Ποιες είναι οι απαρχές του ελληνικού θαύματος; Από έναν πολύ μικρό λαό, από ένα κομματάκι βραχώδους γης προήλθε ο στοχασμός, προήλθαν τα Μαθηματικά! Οι ανακαλύψεις των Σουμερίων ή των Αιγυπτίων είναι θαυμαστές, αλλά εμείς από διανοητική και επιστημονική άποψη είμαστε τα τέκνα του ελληνικού θαύματος. Πώς αυτό έγινε δυνατό; Ισως δεν επρόκειτο ακριβώς για θαύμα ή ίσως το θαύμα δεν έχει μία μόνον αιτία. Ο ελληνικός πολιτισμός άφηνε χρόνο για τον στοχασμό και ο λόγος για τον οποίο οι Ελληνες είχαν χρόνο για να στοχάζονται –ιδού το ταμπού– και είχαν όλη την άνεση να αφιερώνονται στην επιχειρηματολογία, στη διαλεκτική, στον στοχασμό στην αγορά, ήταν η δουλεία και το γεγονός ότι οι γυναίκες είχαν αποκλειστεί από τη δημόσια ζωή. Ο ελληνικός πολιτισμός, εκείνος ο πολιτισμός που τόλμησε να υποστηρίξει ότι το υπέρτατο καθήκον μιας πόλης είναι ένα ιδεώδες φιλοσοφικής δικαιοσύνης και ότι η φιλοσοφία πρέπει να καθοδηγεί τον άνθρωπο, είναι πάνω από όλα ένας πολιτισμός της ελίτ.
Αν το σκεφτούμε καλά, βλέπουμε εδώ ένα θαυμαστό σκάνδαλο, που εμείς ακόμα ελάχιστα κατανοούμε αλλά που συνεχίζει να κυριαρχεί στην ύπαρξή μας. Και στην άλλη όχθη της Μεσογείου, το άλλο μεγάλο σκάνδαλο (δανείζομαι τον όρο από τον Κίρκεγκορ) είναι εκείνο του μονοθεϊσμού και ενός μικρού λαού, που θα ζήσει και θα κατορθώσει να επιβιώσει με τα βιβλία εξαιτίας ενός βιβλίου. Παράξενη ιδέα, η ιδέα να επιβιώνεις χάρη σε ένα βιβλίο –ένα κείμενο που γίνεται έτσι η ταυτότητα αυτού του λαού– και χάρη στην ανάγνωση, το θεμέλιο της συντήρησής σου.
Εξαιτίας της εκπαίδευσής μου και χάρη στην κεντροευρωπαϊκή εβραϊκή παράδοση, από την οποία προέρχομαι, τοποθετούμαι στη διασταύρωση αυτών των δύο δρόμων. Νιώθω μεγάλη χαρά όταν σήμερα μπαίνω στα βιβλιοπωλεία του Παρισιού και βλέπω ότι στα προγράμματα εκπαίδευσης των διδασκόντων υπάρχουν τα έργα του Λέο Στράους. Πριν από λίγα χρόνια αυτό ήταν αδιανόητο. Σε αυτόν, όπως και σε άλλους συγγραφείς, τον Σεστόφ, τον Κίρκεγκορ, και σε μιαν ολόκληρη οικογένεια στοχαστών, η διαλεκτική μεταξύ Αθήνας και Ιερουσαλήμ, μεταξύ Σωκράτη και Χριστού είναι ακριβώς αυτή που κρίνει τη μοίρα της Δύσης. Ισως όμως σήμερα έχουμε φτάσει στην εξάντληση αυτής της μεγάλης έμπνευσης. Η τεχνολογία και η επιστήμη μιλούν μιαν άλλη γλώσσα. […]
Θανάσης Γιαλκέτσης
16/2/2020