Η Τουρκία «τσίμπησε» - Η Συρία δικαιώνει τις ΗΠΑ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Ακόμη πιο βαθιά η Τουρκία στο συριακό αδιέξοδο 
(2) Παγίδα που στήθηκε στην Τουρκία ή στον Ερντογάν;
(3) Τουρκία: Εξαντλούνται τα συναλλαγματικά αποθέματα 
της Κεντρικής Τράπεζας.Τι φανερώνουν τα στοιχεία.

Άγκυρα. Τούρκοι στρατιώτες στέκονται φρουροί στο Anitkabir - το μαυσωλείο του ιδρυτή της τουρκικής Δημοκρατίας Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Στον απόηχο τους βομβαρδισμού που στοίχισε τη ζωή σε 33 Τούρκους στρατιώτες στο Ιντλίμπ της Συρίας.- PHOTOGRAPH BY Altan Gocher / Barcroft Studios / Future Publishing (Photo credit should read Altan Gocher/Barcroft Media via Getty Images)

Η Τουρκία «τσίμπησε» - Η Συρία δικαιώνει τις ΗΠΑ.

Όλοι γνωρίζουν τα πάντα, απλά ο καθένας εκτιμά και πιστεύει ότι μπορεί να τα καταφέρει. Κάπως έτσι κάνει κύκλους και η ιστορία…

Γιατί οι Αμερικανοί δεν τιμωρούν την Τουρκία; Έως που θα φθάσει η «στρατηγική» συνεργασία Τουρκίας-Ρωσίας; Πως είναι δυνατόν η Τουρκία να συνεχίζει να προκαλεί, ενώ είναι απομονωμένη; Τα 
συγκεκριμένα είναι μόνο μερικά από τα ερωτήματα, που τίθενται από καιρού εις καιρόν και αφορούν τον πυρήνα του τουρκικού γεωστρατηγικού ρόλου. Ορίζουν το παίγνιο με ipsofacto δεδομένα, όπως «η Τουρκία ανήκει στο ΝΑΤΟ» ή/και «η Τουρκία έχει αυξημένη ενεργειακή εξάρτηση από την Ρωσία», τα οποία όμως δεν μπορούν να οδηγήσουν σε a priori εκτιμήσεις. Και αυτό είναι το δυστύχημα στο πεδίο της ανάλυσης και αποτύπωσης της γενικής τάσης.

Τα τελευταία χρόνια και εμφορούμενη με την περιφερειακή κατανομή ισχύος, η τουρκική απειλή έχει καταστεί περισσότερο σαφής και επικίνδυνη. Πρόκειται για απειλή στρεφόμενη προφανώς εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου, αλλά και εις βάρος συνολικά της σταθερότητας του διακρατικού συστήματος. Σε επίπεδο (νεοοθωμανικών) προθέσεων, οφείλεται να σημειωθεί ότι αυτές είναι εγγενείς και δεν αποτελούν κάτι το νέο. Η αλλαγή αφορά αφ’ ενός την κατανομή ισχύος, η οποία – όπως η ίδια εκτιμά και αντιλαμβάνεται – την ευνοεί και αφ’ ετέρου την ίδια την εσωτερική γραφειοκρατική συγκρότησή της, η οποία είναι ομολογουμένως συντεταγμένη και έχει αποκωδικοποιήσει – ελέω Αχμέτ Νταβούτογλου – τη νεοοθωμανική κοσμοθεωρία σε μια ορθολογική στρατηγική πρόταση.

Έτσι, η Τουρκία θεωρεί ότι έχει βρεθεί ενώπιον μιας συστημικής ευκαιρίας την οποία, για να την εκμεταλλευτεί, απαιτούνται ισχυροποίηση και αυτονόμηση των ιδίων οικονομικών δομών, αλλά και συμμαχίες τόσο με αποσταθεροποιητικούς δρώντες όπως ο ISIS όσο φυσικά και με Μεγάλες Δυνάμεις, από τις οποίες ζητά τουλάχιστον την ανοχή τους. Προς αυτή την κατεύθυνση, έχει αναγνώσει ότι οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον τόσο ευαίσθητες στο κόστος της προσέγγισης κάποιου συμμάχου τους με την Ρωσία, καθότι η γεωκλιματική αλλαγή γεννά προκλήσεις για την περίφημη περίμετρο του Spykman, οι προτεραιότητές τους έχουν μετακυληθεί στον Ειρηνικό και στην Κίνα, ενώ και η Μόσχα δε διαδραματίζει πλέον πλανητικό ρόλο με αξιώσεις. 


Ταγίπ Ερντογάν και Ντόναλντ Τραμπ μαζί στην Ουάσιγκτον 
- σε «καλή» στιγμή τους (AP Photo/Patrick Semansky)

Έχοντας πραγματοποιήσει αυτή την εκτίμηση, η Τουρκία εστίασε στην ισχυροποίησή της (εσωτερική εξισορρόπηση), την οποία δύνατο να προσφέρει η Ρωσία μέσω σταθερής πρόσβασης σε φθηνή ενέργεια (BlueStream), μεταφοράς τεχνογνωσίας και τεχνολογίας για την κατασκευή πυρηνικών σταθμών (Akkuyu) και χορήγησης οπλικών συστημάτων, διαδικασία η οποία λειτουργεί πολλαπλασιαστικά, καθώς η αυτονόμηση της αμυντικής βιομηχανίας συνιστά απαράβατο όρο για την αποτελεσματική εκμετάλλευση της συστημικής ευκαιρίας. Η συζήτηση για τα F35 και τους S400 υπήρξε ενδεικτική, όπως και η διαρκής τουρκική περίσκεψη για το ποια επιλογή προσφέρει τη μεγαλύτερη αυτονόμηση στο επίπεδο των αμυντικών συστημάτων και κατ’ επέκταση όσον αφορά τον ευρύτερο γεωστρατηγικό ρόλο, που φιλοδοξεί να υιοθετήσει.

Το κόστος από την αμερικανική αντίδραση είναι υποφερτό για την Τουρκία, καθώς είναι ελεγχόμενο.Οι ΗΠΑ δεν επιλέγουν να πλήξουν καίρια την Τουρκία, ακριβώς επειδή γνωρίζουν ότι Άγκυρα και Μόσχα αποτελούν δύο εγγενώς ανταγωνιστικούς γεωστρατηγικούς δρώντες και αυτό αποδεικνύεται περίτρανα στο πεδίο της Συρίας, ενώ επεκτείνεται στον πρώην σοβιετικό χώρο (Ουκρανία, Καύκασος, Κεντρική Ασία), στον Εύξεινο Πόντο και στα Στενά. Συνεπώς, η Συρία αποτελεί μια ενδεικτική περίπτωση, η οποία επαληθεύει την εκτίμηση των ΗΠΑ για τα όρια της ρωσοτουρκικής συνεργασίας. 

Ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν, παραλαμβάνει ως τιμητικό δώρο από κομματικό στέλεχος του ΑΚΡ στην Τραπεζούντα ένα πίνακα με έναν εκ των σουλτάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Presidential Press Service via AP, Pool)

Τα παραπάνω δεν τα γνωρίζουν οι Τούρκοι, οι Ρώσοι ή οι Αμερικανοί; Η απάντηση έχει ήδη δοθεί στον προσεκτικό αναγνώστη, καθώς έχει υπογραμμισθεί η έννοια της εκτίμησης, όπως την έχει καταθέσει στην επιστημονική συζήτηση ο RobertJervis:

- Η Τουρκία εκτιμά ότι μπορεί να εκμεταλλευτεί την ανοχή όλων και να εγκαθιδρύσει μια defacto κατάσταση στο επιχειρησιακό επίπεδο, η οποία κατόπιν δε θα αντιστρέφεται και θα αποτελέσει αποφασιστικό βήμα για τη μετατροπή σε περιφερειακή δύναμη.

- Η Ρωσία εκτιμά ότι η Τουρκία δε θα τα καταφέρει και θα υποστεί ήττα, η οποία δεν θα της επιτρέψει να συνεχίσει τις επεμβάσεις της στην περιφέρεια. Η εκτίμηση της Μόσχας συνάδει με τη βούλησή της να μην αποκοπεί από τη Μέση Ανατολή.

- Οι ΗΠΑ εκτιμούν ότι η Τουρκία εισέρχεται σε έναν πόλεμο κατατριβής, ο οποίος είναι ελεγχόμενος, αλλά αρκετός για να αυξήσει τη δέσμευσή της (commitment) στον αμερικανικό παράγοντα στο πλαίσιο της επί δεκαετίας πελατειακής σχέσης τους.

Με γνώμονα τις εν λόγω εκτιμήσεις, λαμβάνονται και οι αποφάσεις, με την Ρωσία να κάνει τα πάντα προς την κατεύθυνση της τουρκικής ήττας στη Συρία, τις ΗΠΑ να απέχουν επιχειρησιακά αλλά να ανοίγουν «το δρόμο προς την παγίδα» και τη φθορά με διπλωματικά μέσα και την Τουρκία να λειτουργεί όπως θα έπραττε κάποιος που αισθάνεται ότι του έχει παρουσιαστεί μια ευκαιρία ζωής. Όλοι γνωρίζουν τα πάντα, απλά ο καθένας εκτιμά και πιστεύει ότι μπορεί να τα καταφέρει. Κάπως έτσι κάνει κύκλους και η ιστορία…

Η αποτελεσματικότητα στο θέατρο πολέμου κρίνει την τελική κατάληξη, η οποία σε πρώτη φάση δεν είναι δραματική, δηλαδή δε θα επιφέρει τη στρατηγική εκμηδένιση της Τουρκίας ούτε αντίστοιχα την αναγωγή της σε περιφερειακό ηγεμόνα. Θα τη θέσει, όμως, ενώπιον νέων προκλήσεων και διακυβευμάτων, καθώς η όρεξή της είναι δεδομένα μεγάλη και μια νίκη θα τη χορτάσει πρόσκαιρα, ενώ μια ήττα θα την αφήσει πεινασμένη. Μια νίκη θα τη φέρει πιο κοντά στη θέση της αξιόπιστης περιφερειακής δύναμης, ενώ μια ήττα θα τη στρέψει σε άλλους αντιπάλους, οι οποίοι θα δικαιώσουν τη στρατηγική της ιδιοσυστασία ως επαναστατικό κράτος.

Μάρκος Τρούλης
Διεθνολόγος

29/02/2020 


           ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ             



 Η Τουρκία κλιμακώνει την πολεμική αναμέτρηση με τις συριακές κυβερνητικές δυνάμεις, όμως πληρώνει βαρύ κόστος αίματος και εμπλέκεται όλο και περισσότερο σε μια σύγκρουση χωρίς διέξοδο

1.
Ακόμη πιο βαθιά η Τουρκία στο συριακό αδιέξοδο 

Μέχρι τώρα η Τουρκία είχε προσπαθήσει να έχει μια εμπλοκή στη συριακή κρίση που να εξυπηρετεί τον όποιον σχεδιασμό είχε και ταυτόχρονα να την προφυλάσσει από κινδύνους. Για μια χώρα που ούτως ή άλλως είχε για πολλά χρόνια έναν όχι και τόσο χαμηλής έντασης πόλεμο με το κουρδικό αντάρτικο το κόστος φάνταζε διαχειρίσιμο. Όμως, οι εξελίξεις στην Ιντλίμπ με τα δεκάδες θύματα μεταξύ των τουρκικών ένοπλων δυνάμεων, ύστερα από την αντεπίθεση των συριακών κυβερνητικών δυνάμεων μετά την ανακατάληψη της Σαρακέμπ από δυνάμεις υποστηριζόμενες από την Τουρκία, διαμορφώνει νέα δεδομένα.

Οι ανακοινώσεις της τουρκικής κυβέρνησης, ύστερα από έκτακτη σύσκεψη στις 27 Φεβρουαρίου ότι πλέον θα πληγούν στόχοι της συριακής κυβέρνησης παραπέμπουν σε μια ακόμη μεγαλύτερη κλιμάκωση των τουρκικών πολεμικών επιχειρήσεων με ανοιχτό το ερώτημα για το εάν και πώς θα γίνουν αυτές, ιδίως εάν αναλογιστούμε ότι ο εναέριος χώρος της Συρίας παραμένει σε μεγάλο βαθμό υπό τον έλεγχο των ρωσικών δυνάμεων που υποστηρίζουν τη συριακή κυβέρνηση.

Επιπλέον, πέραν των αναμενόμενων υψηλών τόνων, δεδομένου και του μεγέθους των απωλειών, δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι η νέα κλιμάκωση συνδυάζεται με μια εμφανή στρατηγική αποκλιμάκωσης της τουρκικής εμπλοκής στη συριακή κρίση.

Μια εμπλοκή που πάντα χρειάστηκε την ανοχή άλλων δυνάμεων
Παρότι η Τουρκική εμπλοκή στη συριακή κρίση, ξεκινώντας από τα αρχή της υποστήριξης τμήματος της αντιπολίτευσης, μέχρι τη σημερινή κλιμάκωση της αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων στην Ιντλίμπ, αποτέλεσε την πιο μεγάλη «προβολή ισχύος» και τη διεκδίκηση ρόλου περιφερειακής δύναμης από τη μεριά της Τουρκίας, την ίδια στιγμή εξαρχής ήταν μία κίνηση που δεν μπορούσε να σταθεί από μόνη της, χωρίς τη στήριξη ή την ανοχή άλλων δυνάμεων.

Αυτό φάνηκε και στην αρχή όταν η Τουρκία είδε σταδιακά άλλες δυνάμεις, όπως ήταν η Σαουδική Αραβία, να στηρίζουν άλλες μερίδες της αντιπολίτευσης από αυτές που στήριζε η ίδια και το Κατάρ, και αργότερα με την ανάδυση του κινδύνου από το Ισλαμικό Κράτος αλλά και σήμερα γύρω από την Ιντλίμπ. Σε όλες τις περιπτώσεις η Τουρκία στηρίχτηκε, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στη στήριξη ή την ανοχή άλλων δυνάμεων.

Η ανοχή της Ρωσίας μέχρι τώρα

Από ένα σημείο και μετά η Τουρκία στηρίχτηκε στην παρουσία και την ανοχή της Ρωσίας, καθώς η Μόσχα αναδύθηκε τα τελευταία χρόνια ως η μόνη δύναμη που προσπαθούσε να μεθοδεύσει μια πολιτική διέξοδο, ιδίως από τη στιγμή που κατέστη σαφές ότι δεν ετίθετο ζήτημα ανατροπής της κυβέρνησης Άσαντ.

Κυρίως δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ήταν η Ρωσία αυτή που εγγυήθηκε στην Τουρκία ότι δεν θα διαμορφωθεί μια οιονεί κουρδική κρατική οντότητα, την ώρα που οι ΗΠΑ στηρίζονταν πρωτίστως στις κουρδικές δυνάμεις πολιτοφυλακής, ενώ χωρίς τη ρωσική ανοχή η Τουρκία δεν θα είχε μπορέσει να πραγματοποιήσει την εισβολή στην περιοχή της Αφρίν που ήταν το πρώτο βήμα περιορισμού των υπό κουρδικό έλεγχο περιοχών.

Αντίστοιχα, μετά την ανακοίνωση της μερικής αμερικανικής αποχώρησης από τη βορειοανατολική Συρία ήταν πάλι η Ρωσία που εγγυήθηκε τελικά τη δυνατότητα της Τουρκίας να αποκτήσει τη ζώνη ασφαλείας που διεκδικούσε, έστω και σε μικρότερη έκταση.

Και βέβαια, η ίδια η τουρκική παρουσία στην Ιντλίμπ και η διάσωση των ένοπλων ισλαμικών ομάδων που υποστηρίζει και που βρίσκονται στην περιοχή της Ιντλίμπ, ήταν το αποτέλεσμα της συναίνεσης που έδωσε η Ρωσία και η οποία αποτυπώθηκε στη συμφωνία του Σότσι το 2018.

Το τέλος της ρωσικής υπομονής

Όμως, η Ρωσική παρουσία στη Συρία δεν αποσκοπούσε απλώς στο να εξασφαλίσει κάποιες ισορροπίες. Η Ρωσία διεκδικούσε και διεκδικεί να είναι η δύναμη που θα μπορούσε να εγγυηθεί μια πολιτική λύση, που να εξασφαλίζει την εδαφική και πολιτική ακεραιότητα της Συρίας και τη δρομολόγηση μιας συνεννόησης ανάμεσα στην κυβέρνηση Άσαντ και τα πιο πολιτικά τμήματα της αντιπολίτευσης, τραβώντας μιας διαχωριστική γραμμή με τις οργανώσεις που θεωρεί τρομοκρατικές. Σε αυτό το πλαίσιο θεωρούσε δόκιμη την τουρκική ανησυχία σε σχέση με το κουρδικό και αποδέχτηκε το δικαίωμα της Άγκυρας να έχει ένα λόγο, όμως δεν δέχτηκε ποτέ να είναι απλώς μια δύναμη που εξυπηρετούσε τις τουρκικές «προβολές ισχύος».

Εντός αυτού του πλαισίου η Μόσχα μπορούσε να επιδεικνύει ευελιξία και να προτείνει συμβιβασμούς. Η συμφωνία του Σότσι ήταν ένα τέτοιο παράδειγμα. Η Τουρκία θα διέσωζε τις ένοπλες δυνάμεις που στηρίζει, όμως υπό τον όρο ότι θα αναλάμβανε αυτή τη διαδικασία απομάκρυνσης και αφοπλισμού των πιο επιθετικών ένοπλων ισλαμιστικών οργανώσεων που είχαν βρεθεί εκεί και κυρίως αυτών που είχαν σχέση με αυτό που ήταν προηγουμένως η Αλ Κάιντα στη Συρία.

Την ίδια ώρα η Τουρκία προσπάθησε να εκμεταλλευτεί αυτή τη συμφωνία για να μπορέσει να διευρύνει την παρουσία της στη Συρία, εκτός όλων των άλλων και ελπίζοντας ότι θα μπορέσει να μεταφέρει πρόσφυγες που είναι στο έδαφός της στις περιοχές όπου υπήρχε ενισχυμένη κουρδική παρουσία, με σκοπό τη διαμόρφωση ευνοϊκότερης πληθυσμιακής σύνθεσης.

Όμως, για τη Μόσχα ο συγκεκριμένος συμβιβασμός είχε πάντα ένα όριο, μια ημερομηνία λήξης, που ήταν η σταδιακή απομάκρυνση των ομάδων που η κυβέρνηση θεωρεί τρομοκρατικές και η επέκταση της κυριαρχίας της συριακής κυβέρνησης και σε αυτή την περιοχή.

Η Τουρκία από τη μεριά της θεωρούσε ότι αυτό θα διακύβευε τη δική της παρουσία συμπεριλαμβανομένου του τρόπου που θέλει να χρησιμοποιήσει τη μετεγκατάσταση των προσφύγων.

Η κλιμάκωση της σύγκρουσης

Το όριο του συμβιβασμού φάνηκε όταν οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις, με την υποστήριξη ρωσικών και ιρανικών δυνάμεων, άρχισαν να διεκδικούν μεγαλύτερο τμήμα της επαρχίας της Ιντλίμπ, ιδίως από τη στιγμή που απέκτησαν και μεγαλύτερο έλεγχο στην περιοχή του Χαλεπιού. Αυτό επιτάθηκε και από τη διαπίστωση ότι υπήρχαν επιθέσεις εναντίον τους προερχόμενες από αυτές τις περιοχές. Επίκεντρο της διεκδίκησης ο έλεγχος των δύο αυτοκινητοδρόμων, του Μ4 και το Μ5 που είναι κομβικοί για την επικοινωνία ανάμεσα στις διαφορετικές περιοχές της χώρας.

Απέναντι σε αυτό η Τουρκία επέλεξε να κλιμακώσει τη στρατιωτική εμπλοκή της επιδιώκοντας να ανακόψει την κίνηση των κυβερνητικών δυνάμεων. Ανάμεσα στις 2 και τις 22 Φεβρουαρίου περίπου 2700 τουρκικά στρατιωτικά οχήματα όλων των ειδών μπήκαν στο συριακό έδαφος και ο αριθμός των τούρκων στρατιωτών στην περιοχή της Ιντλίμπ έφτασε τις 7400. Μόνο που αυτή η κλιμάκωση της παρουσίας σήμαινε και την κλιμάκωση των τουρκικών απωλειών.

Ακόμη και η μεγαλύτερη πρόσφατη επιτυχία των τουρκικών δυνάμεων και των ένοπλων ομάδων της αντιπολίτευσης που στηρίζουν, δηλαδή η ανακατάληψη της Σαρακέμπ ήρθε με κόστος απωλειών, με αποκορύφωμα τα τουλάχιστον 33 θύματα στις 27 Φεβρουαρίου.

Παρότι η ανακατάληψη της Σαρακέμπ, που έσπασε την πολιορκία σε ορισμένες τουρκικές θέσεις ήταν η πρώτη απώλεια πρόσφατα κατακτημένης περιοχής από τις κυβερνητικές δυνάμεις, εντούτοις οι τελευταίες συνεχίζουν να καταλαμβάνουν θέσεις στην περιοχή της Σαλ Αλ-Γκαμπ, στην περιφέρεια της Χάμα, πλησιάζοντας το να την ελέγξουν πλήρως.

Παρότι η ρητορική του Ερντογάν, ιδίως μετά τις εξελίξεις στις 27 Φεβρουαρίου, παραπέμπει σε μια συνολική αντιπαράθεση με τις συριακές κυβερνητικές δυνάμεις και παρά την ύπαρξη επιμέρους επιτυχιών όπως η ανακατάληψη της Σαρακέμπ. η Τουρκία γνωρίζει καλά ότι δεν μπορεί να κερδίσει αυτό τον πόλεμο, εάν τον δει ως γενικευμένη σύγκρουση με τη συριακή κυβέρνηση, ιδίως όταν αυτή έχει τη στήριξη μαχητών υποστηριζόμενων από το Ιράν και φυσικά της ρωσική αεροπορίας, την ώρα που η αμερικανική υποστήριξη στην Τουρκία είναι περισσότερο ρητορική και οι ΗΠΑ, που καλούν σε άμεση κατάπαυση πυρός, δεν έχουν δείξει διάθεση παραπέρα εμπλοκής. Ανεξαρτήτως ρητορικής, η Τουρκία πολύ δύσκολα μπορεί να κερδίσει έναν πόλεμο ενάντια στις κυβερνητικές δυνάμεις.

Ούτε θέλει η Άγκυρα να προχωρήσει σε μια συνολική ρήξη με τη Μόσχα και γιατί έχει μαζί ένα ευρύ φάσμα οικονομικών και πολιτικών συνεργασιών και γιατί δεν θέλει να διακυβεύσει τις εγγυήσεις που έμπρακτα προσφέρει ως προς το κουρδικό ζήτημα.

Η διαρκής αντίφαση της τουρκικής πολιτικής

Αυτό εξηγεί και τη διαρκή αντίφαση της τουρκικής πολιτικής. Από τη μια να υψώνει τους τόνους και να κλιμακώνει την εμπλοκή και από την άλλη να ξέρει ότι δεν μπορεί μεσοπρόθεσμα να κερδίσει με όρους καθαρά στρατιωτικούς.

Από τη μια, το προηγούμενο διάστημα να έχει έρθει σε αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ για τη στήριξή τους στους Κούρδους και τώρα να ζητά αμερικανική εμπλοκή σε μια σύγκρουση από την οποία οι ΗΠΑ έχουν σε μεγάλο βαθμό αποχωρήσει. Από τη μια να αρνείται τις ρωσικές προτάσεις και από την άλλη να αντιλαμβάνεται ότι μόνο η Ρωσία μπορεί να εγγυηθεί ένα συμβιβασμό.

Από τη μια να γνωρίζει τα όρια της εμπλοκής στη Συρία και από την άλλη να κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπη με παρατεταμένη και αιματηρή σύγκρουση, με μεγάλο κόστος και η οποία θα την κάνει μέρος του προβλήματος και όχι του συνασπισμού που θα φέρει την λύση.

Η ρωσική πρόταση και η τουρκική παλινωδία

Η Μόσχα σε αυτή τη φάση δεν επιθυμεί να εξυπηρετήσει τα τουρκικά σχέδια. Είναι διατεθειμένη να προσφέρει ένα συμβιβασμό και να εγγυηθεί και ότι η Τουρκία δεν θα φαντάζει ηττημένη, αλλά υπό τον όρο ότι δεν θα αναιρεθεί ο πραγματικός συσχετισμός δύναμης και οι θέσεις που κατέκτησαν οι κυβερνητικές δυνάμεις. Αυτό σηματοδοτεί η θέση ότι δεν μπορούν να επιστρέψουν τα πράγματα σε αυτά που προέβλεπε η συμφωνία του Σότσι.

Αυτό αποτυπώθηκε στη ρωσική πρόταση για ζώνη βάθους 16 χιλιομέτρων υπό τουρκικό έλεγχο, ρωσικό έλεγχο των περασμάτων ανάμεσα στην Ιντλίμπ και την Αφρίν, κοινό ρωσικό και τουρκικό έλεγχο των αυτοκινητοδρόμων και μετακίνηση προς τα σύνορα των τουρκικών παρατηρητηρίων.

Παράλληλα, η Ρωσία επιμένει ότι δεν μπορεί να υπάρξει λύση εάν δεν αντιμετωπιστούν οι ομάδες που χαρακτηρίζει ως τρομοκρατικές και χρησιμοποιούν ως ορμητήριο την περιοχή της Ιντλίμπ.

Παράλληλα, η Μόσχα επιμένει ότι η συζήτηση για πολιτική λύση οφείλει να γίνει μεταξύ των δυνάμεων που συμμετέχουν στην «διαδικασία της Αστάνα» δηλαδή της Ρωσίας, της Τουρκίας και του Ιράν, απορρίπτοντας την τουρκική πρόταση για τετραμερή συνάντηση Τουρκίας, Ρωσίας, Γερμανίας και Γαλλίας.

Η Τουρκία σε αυτή τη φάση δυσκολεύεται να δεχτεί τους ρωσικούς όρους, την ώρα που δεν μπορεί να επιβάλει κάποιους διαφορετικούς. Περισσότερο δείχνει να συνδυάζει τη στρατιωτική πίεση με την πολιτική ελπίζοντας ότι θα μπορέσει να υπάρξει μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που αφενός να της δίνει κάποιες από τις προηγούμενες θέσεις της, αφετέρου να της επιτρέψει να μην εμπλακεί παραπέρα σε πολεμικές επιχειρήσεις. Ωστόσο σε πρώτη φάση, αυτό που έχει πετύχει είναι να είναι αντιμέτωπη με ακόμη μεγαλύτερη πολεμική εμπλοκή. Η Μόσχα, από τη μεριά της έδειξε να πιστεύει ότι είναι η Τουρκία που πρέπει να παραμείνει υπό πίεση ώστε να έρθει με πιο ρεαλιστικό πνεύμα στη διαπραγμάτευση. Βέβαια, η Μόσχα δεν δείχνει να επιθυμεί και μια γενικευμένη σύγκρουση, στο βαθμό που θέλει να κατοχυρωθεί ως δύναμη που εγγυάται την ειρήνη στην περιοχή.

Πάντως είναι ενδεικτικό ότι η Τουρκία αποφεύγει να επιρρίπτει ευθύνες στις ρωσικές δυνάμεις, στοχοποιώντας μόνο τις κυβερνητικές δυνάμεις, την ίδια ώρα που η Ρωσία διαβεβαίωσε ότι η ρωσική αεροπορία δεν είχε συμμετοχή στην επίθεση κατά των τουρκικών δυνάμεων. Ωστόσο, το Ρωσικό Υπουργείο Άμυνας έσπευσε να υπογραμμίσει ότι οι τουρκικές δυνάμεις που δέχτηκαν την επίθεση ήταν σε περιοχή που δρούσαν τρομοκράτες, ότι με βάση την ενημέρωση που είχαν από την Τουρκία δεν μπορούσαν να ήταν εκεί τουρκικές δυνάμεις και ότι η Ρωσία πήρε πρωτοβουλία για να σταματήσουν τα πυρά των συριακών κυβερνητικών δυνάμεων.

Η ρωσική διάθεση να υπάρξουν πολιτικές πρωτοβουλίες φάνηκε και στο γεγονός ότι τελικά στην επικοινωνία που είχαν στις 28 Φεβρουαρίου ο Πούτιν με τον Ερντογάν συμφωνήθηκε να πραγματοποιηθεί συνάντησή τους. Πάντως ο Σεργκέι Λαβρόφ φρόντισε να θέσει τα όρια της ρωσικής στάσης: «Ο Συριακός Στρατός έχει το δικαίωμα να σταματήσει τους τρομοκράτες στην Ιντλίμπ. Η Ρωσία δεν μπορεί να αποτρέψει τον Συριακό στρατό από το να το κάνει. Είμαστε σε συνεχή διάλογο με την Τουρκία».


Παναγιώτης Σωτήρης

https://www.in.gr/2020/02/29/world/
akomi-pio-vathia-tourkia-sto-syriako-adieksodo/


29/2/2020




   33 Turkish soldiers killed in Syrian air raid in Idlib

2.
Παγίδα που στήθηκε στην Τουρκία ή στον Ερντογάν;

Στην Τουρκία από το 2003 εμφανίστηκε μια τάση στο βαθύ κράτος και τις Ένοπλες Δυνάμεις, που θεωρούσε ότι η συμμαχία και συστράτευση της χώρας με τη Δύση (ΝΑΤΟ-ΕΕ) θα την οδηγούσε νομοτελειακά στο διαμελισμό, κυρίως λόγω του Κουρδικού. Κι αυτό γιατί οι αξίες της Δύσης ευνοούν τα κινήματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και κυρίως των εθνικών ομάδων που διεκδικούν τα δικαιώματά τους.

Η τάση αυτή επιδίωκε τη στροφή της Τουρκίας προς Ανατολάς, ήτοι Ρωσία, Ιράν, Ευρασία και Κίνα.

Ο Ερντογάν μετά το πραξικόπημα παραδόθηκε στην κυριολεξία σ’ αυτήν την τάση, που τον έσπρωξε στην αγκαλιά της Ρωσίας και του Ιράν και τον απομάκρυνε από τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και τη Δύση. Αυτή η τάση, που έχει και πολιτικές εκφράσεις (παλιοί αριστεροί, μαοϊκοί κτλ.), έπεισε τον Ερντογάν να εισβάλει στο Ιράκ και τη Συρία και να εμπλακεί στη Λιβύη. Το κύριο επιχείρημα είναι η «επιβίωση» της Τουρκίας.

Το άρθρο που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικό αυτής της τάσης και εντυπωσιάζει με την πειστικότητα που παραθέτει τα επιχειρήματά του ο αρθρογράφος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι πολιτικώς ορθά.

Ίσα-ίσα: από τις εξελίξεις, το ερώτημα που θέτει ο αρθρογράφος στον τίτλο του άρθρου που ακολουθεί μπορεί να αντιστραφεί, όπως παρουσιάζεται στον δικό μας τίτλο: Έστησαν όντως παγίδα στον Ερντογάν και την Τουρκία οι κύκλοι που επικαλείται ο αρθρογράφος, ή οι ίδιοι οι κύκλοι του αρθρογράφου, που τον οδήγησαν στην αδιέξοδη επιλογή της στρατιωτικής επέμβασης σε Ιράκ, Συρία, Λιβύη, επικαλούμενοι το κίβδηλο δίλημμα της «επιβίωσης» ή όχι της Τουρκίας.


* * *

«Η παγίδα που στήθηκε, 
και το πρόβλημα επιβίωσης της Τουρκίας»

Του Semih Koray (εφ. Aydinlik).

Η Τουρκία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια μεγάλη παγίδα στο Ιντλίμπ. Το Ιντλίμπ δεν είναι αυτό καθ' αυτό η παγίδα, αλλά το όχημα, το μέσον. Η παγίδα που έχει σχεδιαστεί πάει πολύ πιο πέρα από την περιοχή του Ιντλίμπ. Ο στόχος είναι να συρθεί η Τουρκία σε μια σύγκρουση με τη Ρωσία στο Ιντλίμπ και τη Συρία, και να απομονωθεί. Ο στόχος είναι να αποδυναμωθούμε, για να μην έχουμε τη δυνατότητα να υπερασπιστούμε την πατρίδα μας σε όλους τους τομείς όπου υπάρχουν απειλές, που θα επηρεάσουν την ίδια την επιβίωση της χώρας μας. Ένας από τους πρωταρχικούς στόχους της παγίδας είναι να καταστεί η χώρα μας «ανοικτή σε επιθέσεις» και από το εσωτερικό αλλά και σε εκείνες τις περιοχές που οι στρατιώτες μας, στην Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο, τον Εύξεινο Πόντο και τη Συρία.

Η «ασυλία» που μας εξασφάλισε η συνεργασία

Οι επιχειρήσεις των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων «Ασπίδα του Ευφράτη», «Κλάδος Ελαίας» και «Πηγή Ειρήνης», έγιναν για να εξασφαλίσουν τόσο την ασφάλεια της χώρας μας όσο και την εδαφική ακεραιότητα της Συρίας. Οι επιχειρήσεις αυτές, που στηρίχτηκαν στο δίκαιο της Τουρκίας και στην συνεργασία με τη Ρωσία και το Ιράν, στις συνόδους της Αστάνας, μας έδωσαν μια φαινομενική «ασυλία». Δεδομένου ότι ο Ελεύθερος Στρατός της Συρίας (FSA) συμμετείχε στις επιχειρήσεις που αποσκοπούσαν στην εξουδετέρωση του PKK-PYD και του ΙΚ, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν επίσης ως εργαλεία για το διαμελισμό της Συρίας, έπαιξε αρνητικό ρόλο στη συνέχιση αυτής της «ασυλίας». Στην πραγματικότητα, η κατάσταση αυτή δημιούργησε ένα κατάλληλο έδαφος που άνοιξε το δρόμο για την ενσωμάτωση του FSA στην ακεραιότητα της Συρίας.

Αντίσταση για να μην πέσουμε στην παγίδα

Το Ιντλίμπ δεν είναι το επίκεντρο του προβλήματος επιβίωσης της χώρας μας. Το Ιντλίμπ είναι ένα «πρόβλημα επιβίωσης» όσον αφορά την εδαφική ακεραιότητα της Συρίας. Η προσπάθεια να κερδίσει κανείς έναν ρόλο για τον FSA στη Συρία και να θέσει ως στόχο την «προέλαση μέχρι τη Δαμασκό» για χάρη αυτού του στόχου, δεν αποφέρει τίποτα στη χώρα μας. Αντιθέτως, την οδηγεί μας πιο βαθιά στην παγίδα που έχει στηθεί γι' αυτήν. Ο σκοπός της ασύμμετρης αντίδρασης στις επιθέσεις που γίνονται ενάντια στις Ένοπλες Δυνάμεις μας, είναι να αποτρέψουμε την επανάληψη τέτοιων επιθέσεων.

Διαφορετικά, μια ανεξέλεγκτη κλιμάκωση της σύγκρουσης μάς οδηγεί στην εμφάνιση της κατάστασης που αποσκοπεί η παγίδα που στήθηκε εις βάρος της πατρίδας μας.

Τι ακριβώς περιλαμβάνει η παγίδα

Η παγίδα του Ιντλίμπ στήθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το σύστημα της Ατλαντικής Συμμαχίας και είναι μια παγίδα που στρέφεται κατευθείαν εναντίον της Τουρκίας. Ο λόγος για τον οποίο τροφοδοτούν την ένταση και μας ενθαρρύνουν να ρίξουμε βενζίνη στη φωτιά που άναψε στο Ιντλίμπ, αντί να την κατασβέσουμε, είναι για να φτάσουν στο στόχο που έχουν βάλει στήνοντας την παγίδα. Κι αυτό γιατί η απώλεια της «ασυλίας» για τη χώρα μας θα ανοίξει το δρόμο στις δυνάμεις που προσπαθούν να επιβάλλουν οι ΗΠΑ στη χώρα μας, ούτως ώστε να είναι πιο αποτελεσματικές σε κάθε τομέα. Όμως η απομόνωση της Τουρκίας θα έχει τα εξής αποτελέσματα:

Θα την καταστήσει πιο ευάλωτη και θα προκαλέσει την ακόμα πιο επιθετική στάση των στόλων της Ατλαντικής Συμμαχίας εναντίον μας στην Αν. Μεσόγειο.
Θα καταστήσει ακόμα πιο επιθετικό εναντίον μας το PKK-PYD που υποστηρίζουν και εξοπλίζουν στην ΒΑ Συρία.
Θα ενισχύσει και θα αναζωπυρώσει στο εσωτερικό της χώρας την απειλή που προέρχεται από το PKK-HDP και από την οργάνωση του Γκιουλέν (FETÖ).
Θα ενισχύσει και θα αναζωπυρώσει στο εσωτερικό της χώρας την απειλή που προέρχεται από τις πορτοκαλί δυνάμεις και από τις δυνάμεις εκείνες που ελπίζουν στη βοήθεια της Δύσης και θέλουν να καταλάβουν την εξουσία.
Η δημοσιοποίηση της έκθεσης του Rand Corporation με τίτλο «Turkey’s Nationalist Course» και οι αναφορές σ' αυτήν για το ενδεχόμενο ενός «πραξικοπήματος» ή μιας «φιλοδυτικής κυβέρνησης», δεν έγιναν τυχαία.

Το πρόβλημα των προσφύγων

Το πρόβλημα των αιτούντων άσυλο, το οποίο ήλθε και πάλι στο προσκήνιο λόγω της κρίσης στο Ιντλίμπ, μπορεί να επιλυθεί ριζικά μόνο με την εξασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας. Προϋπόθεση για την εξασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας είναι η διάλυση και αδρανοποίηση όλων των τρομοκρατικών ομάδων που δρουν στη Συρία υπό την καθοδήγηση του Ατλαντικού Συστήματος (σ.τ.μ.: ΝΑΤΟ). Αλλιώς δεν μπορεί να λυθεί αυτό το θέμα. Επιπλέον, η προσπάθεια να συρθεί η Τουρκία ακόμα πιο βαθιά στη Συρία και να εμπλακεί σε έναν πόλεμο με τη Ρωσία, αντί να λύσει το πρόβλημα των προσφύγων, θα το επιδεινώσει περαιτέρω. Από την άλλη πλευρά, η αποκατάσταση της ειρήνης και της σταθερότητας στη Συρία θα αναβληθεί σε μια άγνωστη ημερομηνία. Η παγίδα για την Τουρκία δεν αφορά ένα νέο κύμα «προσφύγων» προς τη χώρα μας, αλλά την αναβολή της «εξάλειψης των αιτίων που προκαλούν τα κύματα προσφύγων».

Ολοκληρωμένη στρατηγική

Η χώρα μας σε όλες τις πολιτικές που ακολουθεί θα πρέπει να επικεντρωθεί στο «πρόβλημα επιβίωσης». Ως εκ τούτου, είναι ουσιώδες σε όλα τα βήματα που θα κάνει, να έχει ως στόχο να εξουδετερώσουμε τις τρομοκρατικές οργανώσεις που απειλούν την ασφάλεια της χώρας μας, ιδιαίτερα το PKK-PYD και το FETÖ. Η πηγή αυτών των απειλών είναι οι ΗΠΑ και το Ατλαντικό Σύστημα. Η διασφάλιση της ειρήνης και της σταθερότητας είναι δυνατή μόνο με τον περιορισμό και τη σταδιακή εξάλειψη της παρουσίας και της επιρροής του Ατλαντικού Συστήματος στην περιοχή. Γι’ αυτόν το λόγο η Τουρκία έχει ανάγκη από μια ολιστική στρατηγική στην περιοχή που εκτείνεται από το Αιγαίο Πέλαγος έως τον Περσικό Κόλπο και από την Αν. Μεσόγειο μέχρι τον Εύξεινο Πόντο. Ο δρόμος για να εξουδετερωθεί η Ατλαντική Συμμαχία στην περιοχή μας περνάει από τη συνεργασία και την αλληλεγγύη με τη Ρωσία, το Ιράν και την Ευρασία, που έχουν τον ίδιο στόχο μ' εμάς. Εκτός από τον στηριζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις, αν βάλουμε απέναντι στην Ατλαντική Συμμαχία τη βαρύτητα της Συμμαχίας της Δυτικής Ασίας σε κάθε τομέα, συνεισφέρει και θα συμβάλλει καθοριστικά στο κεντρικό ζητούμενο, που είναι το πρόβλημα επιβίωσης της χώρας μας.

ΣΑΒΒΑΣ ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ

http://www.pontos-news.gr/article/206134/
pagida-poy-stithike-stin-toyrkia-i-ston-erntogan


28 Φεβρουάριος 2020 



 3.
Τουρκία: Εξαντλούνται τα συναλλαγματικά αποθέματα 
της Κεντρικής Τράπεζας.Τι φανερώνουν τα στοιχεία.

Τα καθαρά αποθέματα της Τουρκίας υποχωρούν
 κατά περίπου $9 δισεκατομμύρια σε ξένο συνάλλαγμα.

Όπως αναφέρει το Bloomberg, τα αποθέματα της χώρας σε ξένο νόμισμα ανέρχονται σε μόλις $35 δισ. στο χαμηλότερο τους επίπεδο εδώ και έξι μήνες, καλύπτοντας πλέον μόνο το ένα πέμπτο των υποχρεώσεων της Τουρκίας σε ξένο νόμισμα. 
Ωστόσο, τονίζεται πως εάν εξαιρεθούν οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις, τα συναλλαγματικά αποθέματα της γείτονας χώρας μπορεί να είναι λιγότερα από τα $35 δισ.

Από την πλευρά της, η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας προσπαθεί να ενισχύσει όσο μπορεί την τουρκική λίρα αλλά το κόστος που επωμίζεται άρχισε να αυξάνεται. Ήδη από τον περασμένο Δεκέμβριο, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής είχαν εκκρεμείς συμβάσεις ανταλλαγής συναλλάγματος ύψους 18,2 δισ. δολαρίων οι οποίες όμως θα πρέπει να πληρωθούν εντός του επόμενου έτους. Ως ένδειξη της αυξανόμενης ανησυχίας για την κατάσταση των αποθεματικών της, η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας αύξησε την Τρίτη το ποσό σε ξένο νόμισμα που θα μπορούσε να δανειστεί από τις εμπορικές τράπεζες. Σημειώνεται πως κατά το πρώτο εξάμηνο του 2019, η Κεντρική Τράπεζα ενέτεινε δραστικά τις ενέργειες της με σκοπό να αντισταθμίσει την απότομη μείωση των αποθεματικών σε ξένο νόμισμα.

Το Bloomberg τονίζει πως παρουσιάζεται μείωση στα αποθεματικά της Τουρκίας σε ξένο νόμισμα, παρά την πώληση ευρωομολόγου, ύψους 4 δισ. δολαρίων τον Φεβρουάριο, εξέλιξη που περιόρισε τη μείωση στα αποθεματικά, η οποία είχε επιταχυνθεί τον Ιανουάριο.

«Βρισκόμαστε κοντά σε δυσάρεστα επίπεδα», δήλωσε ο Kaan Nazli, ανώτερος οικονομολόγος και διαχειριστής χαρτοφυλακίου, ο οποίος βοηθά στην επίβλεψη περιουσιακών στοιχείων αξίας 26 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο Neuberger Berman στη Χάγη. Ο ίδιος εκτιμά ότι η Τουρκία διαθέτει περίπου $6 δισ. σε χρηματοδοτικές ανάγκες τους επόμενους δύο μήνες.

Τέλος, η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας υποστηρίζει ότι είναι παραπλανητικό να επικεντρωθεί κάποιος στα καθαρά στοιχεία και παροτρύνει τους επενδυτές να εξετάσουν τα ακαθάριστα αποθεματικά της, τα οποία ανέρχονται ελαφρώς πάνω από τα 104 δισεκατομμύρια δολάρια, συμπεριλαμβανομένου και του χρυσού.

https://economytoday.sigmalive.com/bloomberg/16847_toyrkia-exantloyntai-ta-synallagmatika-apothemata-tis-kentrikis-trapezas?fbclid=IwAR3Y4yeVrz3B-hx4op5h-HDeRD7kQXDTYPApzChi_eiuoTjzY1Ahj_VJ0vM

27.02.2020