Η ελληνική διπλωματία δέσμια πολιτικών εξελίξεων στα Δυτικά Βαλκάνια.


BERGSERG VIA GETTY IMAGES


Η ελληνική  διπλωματία δέσμια πολιτικών εξελίξεων 
στα Δυτικά Βαλκάνια.

Οι πολιτικές εξελίξεις στα κράτη της περιοχής διαμορφώνουν τους γεωπολιτικούς συσχετισμούς σε συνδυασμό με την επιρροή ξένων δυνάμεων.

Η Ελλάδα επανέρχεται στα δυτικά Βαλκάνια φιλοδοξώντας να αναδειχθεί πυλώνας περιφερειακής σταθερότητας. Ωστόσο, οι πολιτικές ισορροπίες των δυτικών Βαλκανίων παραμένουν εύθραυστες, εξαιτίας εθνοτικών και θρησκευτικών διενέξεων. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση της Αθήνας εμφανίζεται εγκλωβισμένη στην ελληνό-τουρκική αντιπαράθεση και στη διαχείριση του μεταναστευτικού. Οι παρεμβάσεις ξένων δυνάμεων στα δυτικά Βαλκάνια, αποτελούν ακόμα μια παράμετρο, που επηρεάζει την πολιτική κρατών καθώς και την ελληνική διπλωματία. Η ένταξη κρατών στην Ευρωπαϊκή Ένωση προκαλεί τις αντιδράσεις της Ρωσίας, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα, δεν πρέπει να υποβαθμιστεί και η τουρκική διείσδυση στα δυτικά Βαλκάνια με τη δημιουργία παράλληλων δομών.

Η κατάσταση σήμερα και τα πιθανά σενάρια για την επόμενη ημέρα
Η ελληνική εξωτερική πολιτική τάσσεται υπέρ της ένταξης Βόρειας Μακεδονίας και Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας έχει, ωστόσο, καταστήσει σαφές ότι η ενταξιακή πορεία κρατών των Δυτικών Βαλκανίων, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη συμμόρφωση με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Η κυβέρνηση της Αθήνας προωθεί και μια επικοινωνιακή στρατηγική για το ρόλο που διαδραματίζει στα δυτικά Βαλκάνια με τη διοργάνωση διεθνών συνεδρίων, όπως την επερχόμενη Διάσκεψη Ευρωπαϊκή Προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων (24/02/2020) και το διεξαχθέντα 2ο Περιφερειακό Φόρουμ (7-9/02/2020), στη Θεσσαλονίκη.

Ωστόσο, οι πολιτικές ισορροπίες στα Δυτικά Βαλκάνια, με τις εκλογές του Απριλίου 2020 στη Βόρεια Μακεδονία, τη νέα κυβέρνηση στο Κόσοβο με πρωθυπουργό τον ’Αλμπιν Κούρτι και την εκκλησιαστική διαμάχη Μαυροβουνίου – Σερβίας, δύναται να επηρεάσουν τις γεωπολιτικές εξελίξεις και την ελληνική εξωτερική πολιτική. Οι επιπτώσεις ενδέχεται να προκαλέσουν αλυσωτές αντιδράσεις στην ευρύτερη περιοχή.

Η πολιτική αλλαγή στο Κόσοβο σαφώς και επηρεάζει τη διαμάχη Πρίστινα- Βελιγραδίου. Ο νέος πρωθυπουργός Άλμπιν Κούρτι τηρεί σκληρή στάση προς τη Σερβία. Η πρώτη του συνάντηση με τον σέρβο πρόεδρο Αλεξάντερ Βούτσιτς επιβεβαίωσε τις μεγάλες διαφορές τους, παρά το διαμεσολαβητικό ρόλο της Ουάσιγκτον, για την επανέναρξη του διαλόγου Κόσοβου – Σερβίας. Ο Άλμπιν Κούρτι υποσχέθηκε να θεσπίσει υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, όταν επισκέφθηκε την Kosovo Security Force (KSF), με στόχο την ενίσχυση της άμυνας της χώρας του. Όμως, η υλοποίηση της υποχρεωτικής θητείας θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολη, εξαιτίας υψηλού κόστους. Η KFS και η επιβολή δασμών ύψους 100% σε σερβικά προϊόντα, αποτελούν σημαντικά σημεία τριβής μεταξύ Πρίστινα και Βελιγραδίου. Ο Κούρτι έχει επιχειρηματολογήσει υπέρ της ένωσης Κοσόβου – Αλβανίας, αναδεικνύοντας το ζήτημα του αλβανικού εθνικισμού, που ενδέχεται να το χρησιμοποιεί και ως μοχλό πίεσης για να προωθήσει τα συμφέροντά της χώρας του.

Η Βόρεια Μακεδονία ενόψει των πρόωρων εκλογών της 12ης Απριλίου χαρακτηρίζεται από τεταμένο πολιτικό σκηνικό, μεταξύ της Σοσιαλδημοκρατικής Ένωσης (SDS) του πρώην πρωθυπουργού Ζόραν Ζάεφ και του εθνικιστικού κόμματος VMRO-DPMNE που ηγείται ο Χριστιάν Μικόσκι. Η πόλωση προκαλεί ανασφάλεια σε Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς πιθανή νίκη του VMRO-DPMNE ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την Συμφωνία των Πρεσπών. Ο Χριστιάν Μικόσκι έχει δηλώσει ότι θα στραφεί ενάντια σε όσα πρεσβεύει η Συμφωνία των Πρεσπών, αν το κόμμα του νικήσει στις εκλογές. Η εθνικιστική ρητορική του Μικόσκι αποβλέπει στη συσπείρωση όσων αντιδρούν στη Συμφωνία των Πρεσπών, εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν προχώρησε στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με τη Βόρεια Μακεδονία. Ενδεχόμενη κατάρρευση της Συμφωνίας των Πρεσπών ενδέχεται προκαλέσει αποσταθεροποίηση στη χώρα και ντόμινο εξελίξεων στην περιοχή, ενισχύοντας τον αλβανικό εθνικισμό.

Οι γεωθρησκευτικές ανακατατάξεις αποτελούν ένα ακόμα πεδίο έντασης στα δυτικά Βαλκάνια. Μαυροβούνιο και Σερβία βρίσκονται σε αντιπαράθεση με αφορμή τη διεκδίκηση αυτοκέφαλής εκκλησίας από την κυβέρνηση της Ποντγκόριτσα. Αφορμή της διαμάχης είναι ο νόμος για την θρησκευτική ελευθερία, που προβλέπει την εθνικοποίηση των περιουσιακών στοιχείων για τα οποία οι εκκλησίες δεν είναι σε θέση να αποδείξουν ότι τους ανήκαν πριν από το 1918. Ο νόμος στοχεύει σύμφωνα με το Βελιγράδι στην απόσπαση από την Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία ναών και μοναστηριών και την παραχώρησή τους στην ορθόδοξη Εκκλησία του Μαυροβουνίου (CPC), που συστάθηκε το 1993. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος απέρριψε κατηγορηματικά κάθε ενδεχόμενο να αποδοθεί αυτοκεφαλία στο Μαυροβούνιο.


ASSOCIATED PRESS


Ελληνική διπλωματία

Η κυβέρνηση της Αθήνας στηρίζει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό των δυτικών Βαλκανίων και προωθεί την οικονομική διπλωματία στην περιοχή, με στόχο να διαδραματίσει σταθεροποιητικό ρόλο. Ωστόσο, για να αποδώσει η ελληνική εξωτερική πολιτική στα δυτικά Βαλκάνια απαιτείται συντονισμός και γνώση των πολιτικών εξελίξεων που συντελούνται στα κράτη των δυτικών Βαλκανίων.

Η αξιολόγηση πληροφοριών κρίνεται απαραίτητη καθώς θα δίνει στην ευκαιρία στην ελληνική διπλωματία να προβλέπει τις εξελίξεις και να έχει παρουσία σε σημαντικές διπλωματικές πρωτοβουλίες και φόρουμ αναφορικά με λήψη αποφάσεων για τα δυτικά Βαλκάνια.

Η ελληνική διπλωματία πρέπει να αντιληφθεί ότι οι πολιτικές εξελίξεις στα κράτη της περιοχής διαμορφώνουν τους γεωπολιτικούς συσχετισμούς σε συνδυασμό με την επιρροή ξένων δυνάμεων. Η Αθήνα φαίνεται να παρακολουθεί ετεροχρονισμένα τις εξελίξεις στα δυτικά Βαλκάνια καθώς η ελληνική διπλωματία έχει επικεντρωθεί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και στην ακύρωση του μνημονίου Τουρκίας – Λιβύης για την οριοθέτηση των θαλάσσιων συνόρων και στη διαχείριση του μεταναστευτικής κρίσης.

Παράλληλα, η τουρκική διείσδυση στα δυτικά Βαλκάνια γίνεται εντονότερη με την άσκηση «ήπιας ισχύος» (softpower) και παράλληλων δομών στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Η ελληνική διπλωματία πρέπει να παρακολουθεί στενά την τουρκική εξωτερική πολιτική στα δυτικά Βαλκάνια, καθώς η Άγκυρα επιδιώκει να εφαρμόσει το ίδιο μοντέλο και στη Θράκη.

Ο ξένος παράγοντας, διαδραματίζει το δικό του ρόλο στη διαμόρφωση των γεωπολιτικών ισορροπιών στα δυτικά Βαλκάνια, μόνο για την προώθηση των εθνικών του συμφερόντων. Η ελληνική διπλωματία πρέπει να το κατανοήσει πλήρως. Οι ΗΠΑ παρά τη στενή αμυντική συνεργασία με τη Ελλάδα, δεν θα κάνουν ένα βήμα περαιτέρω για να υποστηρίξουν τα ελληνικά συμφέροντα Η Γερμανία από την πλευρά της, με την πρωτοβουλία BerlinProcess για την ευρωπαϊκή προοπτική των δυτικών Βαλκανίων, φαίνεται να αγνοεί την Ελλάδα και γενικότερα η στάση της Άνγκελα Μέρκελ τείνει να ευνοεί τον Ταγίπ

 Γιώργος Ξ. Πρωτόπαπας
Διεθνολόγος, Στρατηγικός Αναλυτής. 
Sr. Data Analyst στη Palo Services.


21/2/2020