Ποια ήταν η συμβολή των Αλβανών στην Επανάσταση του 1821;

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Ο ρόλος των Βορειοηπειρωτών στην Επανάσταση του 1821.
(2) Ο Χειμαραίος αγωνιστής Χρήστος Βάρφης 
που πολέμησε για την απελευθέρωση της Ελλάδας  


Ποια ήταν η συμβολή των Αλβανών 
στην Επανάσταση του 1821;

Η καταστροφή της Μοσχόπολης και πολλών ελληνικών πόλεων μετά τα ορλοφικά από Αλβανούς - Τι γράφουν αγωνιστές του 1821 στα απομνημονεύματά τους για τη συμμετοχή των Αλβανών σε μάχες εναντίον των Ελλήνων - Το αλβανικό ντοκιμαντέρ για το 1821

Ένα από τα θέματα που έχει συζητηθεί πάρα πολύ κι έχουν γραφτεί γι’ αυτό πολλά, είναι η συμμετοχή των Αλβανών στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Οι γνώμες είναι πολλές και διάφορες. Πολλοί Αλβανοί υποστηρίζουν ότι κορυφαίοι αγωνιστές του 1821 ήταν συμπατριώτες τους. Εδώ βέβαια αρχίζουν οι εκατέρωθεν επιχειρηματολογίες για Αρβανίτες, Αλβανούς, εξελληνισμένους ή ελληνόφωνους Αλβανούς κλπ. Έχουμε αναφερθεί αρκετές φορές σ’ αυτό το θέμα στηριγμένοι πάντα σε στοιχεία έγκυρων και έγκριτων επιστημόνων. Εκατοντάδες σχόλια αναγνωστών, ίσως και περισσότερα από χίλια, έχουν γραφτεί για τα άρθρα μας αυτά και βέβαια κάποιοι μας έχουν «στολίσει» με διάφορους χαρακτηρισμούς. Δυστυχώς όσο δεν ανακαλύπτονται ή δεν βρίσκονται με κάποιο τρόπο γραπτά ή άλλα στοιχεία που να δίνουν ακλόνητες απαντήσεις σε βασικά ζητήματα, πολλά ερωτήματα θα αιωρούνται. Στο σημερινό μας άρθρο θα δούμε τη συμμετοχή των Αλβανών σε επιδρομές και μάχες εναντίον των Ελλήνων από τα Ορλοφικά (1770) ως την Επανάσταση του 1821, στηριζόμενοι είτε σε απομνημονεύματα αγωνιστών του ’21 είτε σε σημαντικούς ιστορικούς (Καρλ Μέντελσον Μπαρτόλντι, Κων/νος Σάθας, Τζορτζ Φίνλεϊ). 



Η καταστροφή της Μοσχόπολης (1769) 
και οι επιδρομές Αλβανών στην Ελλάδα μετά τα Ορλοφικά

Η Μοσχόπολη (αλβανικά Voskopoje) είναι οικισμός της Βορείου Ηπείρου δυτικά της Κορυτσάς. Στη Βικιπαίδεια αναφέρεται ότι ανήκει στην Ελλάδα. Πρόκειται βέβαια για σοβαρό και απαράδεκτο λάθος, καθώς ανήκει στην Αλβανία. Σήμερα έχει περίπου 700 κατοίκους, όμως το παρελθόν της είναι λαμπρό. Ως το τέλος του 17ου αιώνα η Μοσχόπολη ήταν ένας μικρός οικισμός ,όμως από τις αρχές του 18ου αιώνα γνώρισε μεγάλη οικονομική και πνευματική ανάπτυξη. Στο απόγειο της ακμής της έφτασε τη δεκαετία του 1730, οπότε και ο πληθυσμός της ήταν περίπου 50.000-60.000. Οι περισσότεροι από τους κατοίκους της ήταν Έλληνες και Βλάχοι και υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα του βλαχόφωνου ελληνισμού. Κύριες ενασχολήσεις των κατοίκων της ήταν το εμπόριο, η κτηνοτροφία, η κατεργασία μαλλιού, η ταπητουργία και η βυρσοδεψία ,ενώ η πόλη φημιζόταν για τη σιδηρουργία, την αργυροχοΐα και τη χαλκουργική της. Πολλοί έμποροι απ’ τη Μοσχόπολη εγκαταστημένοι στη Βιέννη, τη Βενετία, την Οδησσό, την Κωνσταντινούπολη και άλλες σημαντικές πόλεις της εποχής ,ενίσχυαν οικονομικά την πατρίδα τους και συντέλεσαν στην ίδρυση σχολείου σ’ αυτή γύρω στο 1700. Το σχολείο με την ονομασία «Ελληνικόν Φροντιστήριον» εξελίχθηκε σε σημαντικό πνευματικό κέντρο της περιοχής. Το 1744 αναβαθμίστηκε από δωρεές και μετονομάστηκε σε «Νέα Ακαδημία». Για τη συμβολή της στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό, η Μοσχόπολη αναφέρεται την εποχή της ακμής της και ως «Νέα Αθήνα» ή «Νέος Μυστράς». Από τη Μοσχόπολη καταγόταν ο εθνικός ευεργέτης Γεώργιος Σίνας, η οικογένεια του Κωνσταντίνου Σμολένσκη, ήρωα του πολέμου του 1897 και μετέπειτα υπουργού, ο λόγιος Νεκτάριος Τέρπος, ο επίσης λόγιος Κωνσταντίνος Τζεχάνης κ.α. (Πηγή: Βικιπαίδεια).



Δυστυχώς το 1769 λόγω της συμμετοχής της πόλης στις προετοιμασίες για την εξέγερση του 1770 (Ορλοφικά), στίφη Αλβανών με επικεφαλής τους μπέηδες της γειτονικής Φράσαρης ,λεηλάτησαν και πυρπόλησαν τη Μοσχόπολη (Κ. Σάθας ‘’Τουρκοκρατούμενη Ελλάς’’). Η πόλη των 50.000 και πλέον κατοίκων, που ευημερούσε καταστράφηκε μέσα σε τρεις ημέρες. Ισχυρές συντεχνίες, αρχαιότατο εμπόριο, μέγαρα, ναοί, τεμένη, καλλιμάρμαρα σχολεία και η περίφημη «Νέα Ακαδημία» της Μοσχόπολης που είχε επικεφαλής τον Θεόδωρο Καβαλιώτη, το τυπογραφείο της, το δεύτερο στον χώρο του υπόδουλου ελληνισμού κ.ά.  αφανίσθηκαν (Κ. Σκενδέρης ‘’Ιστορία της Αρχαίας και Συγχρόνου Μοσχοπόλεως’’). Η τραγική ανάμνηση σωζόταν ως το 1916 στον Κώδικα της ιεράς μονής Προδρόμου γραμμένη από χέρι μοναχού:

 -Ω Μοσχόπολις Μοσχόπολις. Πού το κάλλος σου;
 Πού η μορφή σου ην περί τον 17ον αιώνα είχες;

 -Έχθιστοι μερόπων (ανθρώπων)προευξένησαν μη τον όλεθρον.

 (Ιωακείμ Μαρτινιανός, Μητροπολίτης Ξάνθης ‘’Συμβολαί εις την Ιστορίαν της Μοσχοπόλεως’’ Αθήνα 1930, τόμος Α’, σελ. 13)

Σουλιώτες 19ος αι.

Η Φράσαρη εκδικήθηκε την αντίζηλό της. Οι Αλβανοί όμως δεν σταμάτησαν εκεί. Πέρασαν στη Θεσσαλία και κατέστρεψαν τα Τρίκαλα και στη συνέχεια διαμέσου της Στερεάς Ελλάδας σκόπευαν να κατευθυνθούν προς την Πελοπόννησο. Από το έρημο τότε Μεσολόγγι πήγαν στο Αιτωλικό ,οι κάτοικοι του οποίου παραδόθηκαν με συνθήκη. Ούτε αυτή όμως σεβάστηκαν οι Αλβανοί και έκαψαν τα πάντα. Στη συνέχεια προκάλεσαν καταστροφές στην Παρνασσίδα, τη Φθιώτιδα και τη Λιβαδειά. Ο φημισμένος οπλαρχηγός της Αττικής Μητρομάρας, αρχηγός των λεμπέσηδων, τους αντιμετώπισε στην Κακιά Σκάλα της Μεγαρίδας και εξόντωσε πολλούς απ’ αυτούς. Ωστόσο πολυάριθμο στίφος κατευθύνθηκε στην Κόρινθο. Ο Αλβανός Χατζή Οσμάν, επικεφαλής 8.000 συμπατριωτών του  κατευθύνθηκε προς τη Μεσσηνία. Ο Ιωάννης Μαυρομιχάλης εγκαταλείποντας λίγους Ρώσους συμπολεμιστές του πήγε στο Νησί (Μεσσήνη) με τους Μανιάτες του. Μετά από ηρωικό αγώνα από σπίτι σε σπίτι όλοι οι γενναίοι Μανιάτες σκοτώθηκαν.

 (Κ. Σάθας ‘’Τουρκοκρατούμενη Ελλάς’’)


Όπως γράφει ο Φραντζής ,6.000 Αλβανοί επιτέθηκαν εναντίον της Βοστίτσας (Αιγίου). Οι κάτοικοι κατέφυγαν στη Μονή των Ταξιαρχών με επικεφαλής τον ηγούμενο Θεοφάνη. Στη δεύτερη έφοδό τους οι Αλβανοί κυρίευσαν τη μονή. Έσφαξαν όλους όσους βρίσκονταν σ’ αυτή, τη λαφυραγώγησαν και την πυρπόλησαν. Όπως γράφει ο Πουκεβίλ στο βιβλίο του ‘’Voyage dans la Grece’’ οι Αλβανοί μπήκαν από παντού στον Μοριά, έπνιξαν στην Επανάσταση στο αίμα και παρεκτράπηκαν σε βάρβαρες λεηλασίες και απάνθρωπες καταστροφές. Κι όταν δεν έβρισκαν πρόχειρη λεία ,συλλάμβαναν τους δύσμοιρους Πελοποννήσιους και τους εξανάγκαζαν σε υπογραφή ομολογιών πληρωτέων σε ορισμένο χρόνο ή τους πουλούσαν σαν σκλάβους. 20.000 Μοραΐτες πουλήθηκαν τότε σε Τούρκους και Αφρικανούς.

Από το 1770 ως το 1779 η Πελοπόννησος έγινε έρμαιο των πολυάριθμων Αλβανών ληστών. Όμως καθώς έγιναν επικίνδυνοι και για τους ίδιους τους Τούρκους, αντιμετωπίστηκαν και εξοντώθηκαν από τον Χατζή Τζεζαϊρλή που απέκτησε το προσωνύμιο γαζής (νικητής). Με τα κεφάλια 4.000 απ’ αυτούς και συνδετική ύλη άμμο και ασβέστη, κατασκεύασε πυραμίδα. Διέταξε μάλιστα όποιος πείραζε το αποτρόπαιο αυτό κτίσμα να θανατώνεται.

Οι Αλβανοί στην Ελληνική Επανάσταση του 1821

Το 2018, παρουσιάστηκε στην αλβανική τηλεόραση ένα ντοκιμαντέρ, όπου ιστορικοί από τη γειτονική μας χώρα ισχυρίζονται ότι σχεδόν όλοι οι ήρωες του 1821 ήταν Αλβανοί και πως ουσιαστικά οι Αλβανοί απελευθέρωσαν την Ελλάδα από τον οθωμανικό ζυγό!

Ο ιστορικός Πασκάλ Μίλο ήταν σαφής: “Οι Αλβανοί ήταν οι ήρωες 
της Ελληνικής Επανάστασης”.

Στη συνέχεια, ο αφηγητής του ντοκιμαντέρ, μας ενημερώνει ότι ο Μάρκος Τζαβέλας, ο Κίτσος Τζαβέλας, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Αντώνης Κριεζής, η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, ο Καραϊσκάκης και ο Μιαούλης, ήταν Αλβανοί που είχαν έρθει (προφανώς όχι οι ίδιοι, αλλά οι πρόγονοί τους...) στην Ελλάδα πριν από αιώνες! Στο ίδιο ντοκιμαντέρ ένας άλλος Αλβανός ιστορικός, ο Μάθιου Άρεφ ισχυρίζεται ότι: “Μακεδόνες και Αλβανοί ήταν ένας λαός” και συνεπώς ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν κι αυτός Αλβανός!

Αποσπάσματα από το ντοκιμαντέρ, όπως παρουσιάστηκαν στον ANT1, μπορείτε να βρείτε στο YouTube (δείτε π.χ. “Αλβανική” η Επανάσταση του 1821 σύμφωνα με τους Αλβανούς).

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάποιοι από τους ήρωες του 1821, ήταν Αρβανίτες, όχι Αλβανοί, που ζούσαν όμως στον ελλαδικό χώρο για αιώνες και είχαν καθαρά ελληνική εθνική συνείδηση. Ας δούμε ένα χαρακτηριστικό, άγνωστο γεγονός.

Ο Ιωάννης Γκούρας (1791-1826), ήταν ένας γενναίος και ικανός οπλαρχηγός, ο οποίος δυστυχώς στιγματίστηκε από τη δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Γεννήθηκε στο χωριό Γκουρίτσα Παρνασσίδας. Το τοπωνύμιο και κατ’ επέκταση το επώνυμο Γκούρας, σύμφωνα με τον Χαράλαμπο Π. Συμεωνίδη (ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΙΚΩΝΥΜΙΩΝ), είναι αλβανικό.

Gurra<αλβαν. gurre-a, “πηγή νερού που αναβλύζει από βράχο”. Ίσως η αλβανική λέξη προέρχεται από την ελληνική λέξη γούρνα, που είναι μεσαιωνική.


Τον Ιούλιο του 1824, ο Ιωάννης Γκούρας, με τη βοήθεια των οπλαρχηγών Ρούκη και Ευμορφόπουλου, συνέτριψε τις δυνάμεις του ικανότατου Ομέρ πασά της Καρύστου στον Μαραθώνα. Σκοτώθηκαν 260 άνδρες του Ομέρ, ο αρχηγός των γενίτσαρων Ιμπραήμ και άλλοι αξιωματικοί, ενώ οι Έλληνες αποκόμισαν πλούσια λάφυρα, όπλα και δύο σημαίες.

Ο Γκούρας, μετά τον θρίαμβό του, σε επιστολή του προς την δημογεροντία των Αθηνών, χαρακτήριζε τη νίκη του ανώτερη σε ηρωισμό και από εκείνη της Γραβιάς του 1821, γιατί “ενίκησα εκεί όπου ενίκησε πάλαι ποτέ και ο Μιλτιάδης”.

Βλέπουμε λοιπόν, ποια ήταν τα πρότυπα των αγωνιστών του 1821, ποιοι ήταν οι ήρωες γι’ αυτούς. Και ο Γκούρας, δεν προκύπτει πως είχε ιδιαίτερη μόρφωση. Παιδί φτωχής και άσημης οικογένειας ήταν, που εντάχθηκε στο σώμα του συγγενή του αρματολού Δημήτριου Πανουργιά σε ηλικία 17 ετών...

Οι Έλληνες αγωνιστές του 1821, βρέθηκαν αντιμέτωποι σχεδόν αποκλειστικά, με Τούρκους και Αλβανούς. Μόνο το εκστρατευτικό σώμα του Δράμαλη, το οποίο απαρτιζόταν κυρίως από Τούρκους-Χαλτούπηδες της Ανατολής και οι δυνάμεις του Ιμπραήμ, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, αποτελούνταν από Άραβες. Βέβαια, όπως είδαμε στο άρθρο μας για τον Ιμπραήμ, στην απόβασή του στην Κρήτη, συμμετείχαν και Αλβανοί...


Αλβανοί είναι αυτοί που αντιμετωπίζει ο Διάκος στην Αλαμάνα και σε Αλβανό δερβίση, επικεφαλής Αλβανών, μιλά ο Οδυσσέας Ανδρούτσος στο Χάνι της Γραβιάς, πυροβολώντας τον και σκοτώνοντάς τον (Κ.Μ. Μπαρτόλντι, “Ιστορία της Ελλάδος”, τόμος Α’ σελ. 285-288).

Ο Αχμέτ Ντέμος και ο Ελμάζ Μπόνος, Τσάμηδες, μαζί με τον Κεχαγιάμπη εισβάλλλουν στην Πελοπόννησο, λεηλατούν και πυρπολούν την Αιγιαλεία, ανασκολοπίζουν (=παλουκώνουν, “σουβλίζουν”), χωρικούς για παραδειγματισμό και κλείνονται στην Τριπολιτσά. Από τους 12.000 πολιορκημένους στην πόλη, οι 7.000 ήταν Αλβανοί. Όπως είχαμε αναφέρει και στο σχετικό άρθρο μας για την άλωση της Τρίπολης (Τριπολιτσάς), οι περισσότεροι από αυτούς αναχώρησαν από την πόλη με συνθήκη και την εγγύηση του Θ. Κολοκοτρώνη, ο οποίος έδωσε εντολή στον Πλαπούτα και στους Υδραίους Θ. Γκίκα και Π. Μαρκέζη, που γνώριζαν την αλβανική γλώσσα να τους συνοδεύσουν με ασφάλεια.

Τη στρατιά του πασά της Σκόδρας Μουσταφά Ρεσίτ Πασά Μπουσάτλι, την αποτελούσαν 8.000 Μιρδίτες, (λαός που ζει στη Βόρεια Αλβανία και μάλιστα το 1921, ίδρυσαν ένα βραχύβιο κράτος που ονομαζόταν Rebulbic of Mirdita, ιδρύθηκε στις 17 Ιουλίου 1921 και διαλύθηκε στις 20 Νοεμβρίου 1921). 4.000 Μιρδίτες, με επικεφαλής τον Τζελαλεδίν Μπέη, αναμετρήθηκαν με τους Έλληνες στη μάχη του Κεφαλόβρυσου όπου σκοτώθηκε ο Μάρκος Μπότσαρης.

Ο Κιουταχής, αφού "εξασφάλισε με τα καθιερωμένα δώρα την αλβανική τιμιότητα", όπως γράφει ο Μπαρτόλντι, πέρασε το Μακρυνόρος (όρος της Δ. Στερεάς στον νομό Αιτωλοακαρνανίας, απ' όπου διέρχεται η Εθνική Οδός Αντιρρίου-Ιωαννίνων και όπου βρισκόταν ως το 1881 τα ελληνοτουρκικά σύνορα), επικεφαλής 20.000 Αλβανών και έφτασε στο Μεσολόγγι το οποίο και πολιόρκησε από την ξηρά.

Στην συμβολή τριών γραφικών κοιλάδων όπου βρίσκεται η Αράχωβα, έγινε η ιδιαίτερα φονική μάχη μεταξύ Ελλήνων, με επικεφαλής τον Γ. Καραϊσκάκη και Αλβανών, με αρχηγούς τους Μουστάμπεη και Κεχαγιάμπεη, που έληξε με ελληνικό θρίαμβο (Νοέμβριος 1826).

Αλβανοί αντιστάθηκαν λυσσαλέα τον Φεβρουάριο του 1827 στον Άγιο Σπυρίδωνα, που δεσπόζει στο λιμάνι του Πειραιά.

Οι Αλβανοί που μετείχαν στις πολιορκίες του Μεσολογγίου ως μισθοφόροι του Ομέρ Βρυώνη και του Κιουταχή, αποκαλούσαν την πόλη “σαράφ”, δηλαδή τράπεζα και πηγή πλουτισμού τους (Κ.Μ. Μπαρτόλντι)




Οι αγωνιστές του 1821 για τη δράση των Αλβανών 
κατά την Επανάσταση

Ας δούμε τι γράφουν όμως για τους Αλβανούς που πολέμησαν εναντίον των Ελλήνων, οι ίδιοι οι αγωνιστές του 1821 στα απομνημονεύματά τους.

“Ο Μεχμέτ Ρεσίτ Πασάς από του Ιουνίου μέχρι του Αυγούστου 1823 συνήψε πεισματωδεστάτας μάχας περί το Τρίκερι. Δύο επίσημοι Αλβανοί ηγούντο των αλβανοτουρκικών σωμάτων, ο Ισμαήλ Πασιάς Πλιάσας (Πλιάσα Κορυτσάς) και ο Μπανούς Σεβράνης” (Λάμπρος Κουτσονίκας, “Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως”).

“Οι πολιορκηταί του Μεσολογγίου, προειδοποιημένοι όντες, ως ανωτέρω ερρέθη, περί της αφίξεως του επικουρικού σώματος, άμα ως ήκουσαν εις την κορυφήν του όρους τουφεκισμόν, υποπτευθέντες εισβολήν εις τα στρατόπεδα αυτών, ετοποθέτησαν άνωθεν των σκηνωμάτων των και εις τους πρόποδας του όρους επέκεινα των 3.000 Αλβανών υπό τον Μουστάμπεην Κιαφζέζην” (Α. Μίχος, “Απομνημονεύματα”).


“Τον Κεχαγιάμπεην, Μουστάμπεην και όλους τους αξιωματικούς του Κιουταχή και της Αρβανιτιάς σας κάμω όρκον εις τον Θεόν, όπου ήτον ως 2.500” (Νικ. Δ. Μακρής, “Ιστορία του Μεσολογγίου”)

“Ούτη η μοίρα εσύγκειτο εξ 9.000 στρατεύματος σχεδόν υπό τας διαταγάς του Σουλεϊμάν Πασιά Μπεράτη” (Σπυρομήλιος, “Απομνημονεύματα της Δευτέρας Πολιορκίας του Μεσολογγίου”).

“Αριθμούντες δε οι Λαλαίοι εις χιλίους πεντακοσίους οπλοφόρους πεζούς και εις τετρακοσίους ιππείς” (Κων. Μεταξάς, “Ιστορικά Απομνημονεύματα εκ της Ελληνικής Επαναστάσεως”).

Μοσχόπολη

Ο Λάλας, ορεινός οικισμός της Ηλείας, 30 χιλιόμετρα ΒΑ του Πύργου, είναι άμεσα συνδεδεμένος με την Ελληνική Επανάσταση. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας, ήταν εκεί εγκατεστημένοι Αλβανοί, οι οποίοι μετά τα Ορλοφικά (1770), συγκρότησαν ένα ισχυρό ισλαμικό πυρήνα στην Ηλεία. Οι Λαλαίοι, ήταν σκληροί πολεμιστές και είχαν εξελιχθεί σε μάστιγα των ελληνικών πληθυσμών με τις συχνές επιδρομές εναντίον τους,τις λεηλασίες και τις πυρπολήσεις. Στις 29 Μαΐου 1821, σώμα Κεφαλλονιτών και Ζακυνθινών, με επικεφαλής τον Ανδρέα Μεταξά, άρχισε τη συστηματική πολιορκία του Λάλα. Στις 11 Ιουνίου, έφτασε η βοήθεια που είχαν ζητήσει οι Αλβανοί από τους Τούρκους της Πάτρας, με επικεφαλής τον Γιουσούφ, οι οποίοι δυο μέρες αργότερα επιτέθηκαν εναντίον των Ελλήνων. Ακολούθησε σκληρή, ολοήμερη μάχη, αλλά οι ελληνικές γραμμές δεν διασπάστηκαν. Οι Έλληνες, τελικά οχυρώθηκαν στη Δίβρη. Στις 17 Ιουνίου οι Τούρκοι επέστρεψαν στην Πάτρα και τους ακολούθησαν και οι Λαλαίοι με τις οικογένειές τους, οι οποίοι προηγουμένως είχαν πυρπολήσει τα σπίτια τους. Στη συνέχεια, επιβιβάστηκαν σε καράβια με προορισμό την Ανατολή. Η ελληνική αυτή νίκη, ήταν από τις σημαντικότερες της πρώτης περιόδου του Αγώνα και απάλλαξε την Επανάσταση από έναν επικίνδυνο εχθρό. (Πηγή: ΕΓΚ/ΔΕΙΑ “ΔΟΜΗ”, Έκδοση 2005).

Ας επανέλθουμε όμως στα Απομνημονεύματα των αγωνιστών του 1821, για τις ελληνοαλβανικές συγκρούσεις στη διάρκεια του Αγώνα.

“Βεβαιώνεται μάλιστα, ότι έπειτα ήλθαν με τον Δράμαλην έως εις την Αλαμάναν ως 8.000 Αλβανοί, από τους οποίους πολλοί έτυχαν να είναι εις την άλωσιν της Τριπολιτσάς και αφού εβεβαιώθησαν ότι τους φέρνει δια να πολεμήσει την Πελοπόννησον έφυγαν όλοι και πήγαν πίσω” (Φωτάκος, “Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως”).

“Ο Ρουμπής και ο Μαραμπούτης με τους εντοπίους, ίνα αποπλύνουν το όνειδος της προτέρας εκεί ήττης των, και επίδειξιν ποιήσωντι της περί το εμπείρως μάχεσθαι φήμης ων, αντεφιλοτιμήθησαν προς τους ανταμιλλωμένους επιδεικτικώς Αλβανούς του Κεχαγιάμπεη...” (Μ. Οικονόμου “Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενίας”).

“Τον Ταΐρ Αμπάζη, έναν αγαπημένον του Αλήπασα, γνωστικόν και πολλά άξιον Τούρκον Αρβανίτη, τον είχαν στελμένον οι Τούρκοι, το κόμμα του Αλήπασα, εις το Μεσολόγγι και Βραχώρι (Αγρίνιο), σε όλα αυτά τα μέρη να ιδεί τα τρέχοντα των Ρωμαίγων, αν δουλεύουν δια τον αφέντη τους τον Αλήτιασα, όπως έλεγαν”(Μακρυγιάννης, “Απομνημονεύματα”).

"Εισήλθον εις την Πελοπόννησον δώδεκα χιλιάδες Αλβανοί, οι οποίοι ως βάρβαροι και απάνθρωποι έπραττον τα μύρια κακουργήματα μη γνωρίζοντες άλλον παρά την θέλησίν των" (Αναγνώστης Κοντάκης, "Απομνημονεύματα") "Απετελείτο από 5.000 Μωαμεθανούς Γκέγκηδες και 3.000 καθολικούς Μιρδίτες (ο στρατός του Μουσταφά πασά της Σκόδρας) (G. Finlay, "History of the Greek Revolution").

"Με τους Αλβανούς φρουράρχους της Πρεβέζης Σουλεϊμάν Ασλάνην και Κασίμ Συριάνην έρχεται εις συνεννόησιν περί παραδόσεως της πόλεως κατά το 1829 ο Γεώργιος Βαρνακιώτης") (Κάρπος Παπαδόπουλος, "Τα Κατά Γ. Βαρνακιώτην, σελ. 210).

"Η δύναμις του Ομέρ Βρυώνη εσύγκειτο από Αλβανούς, έχοντας την αυτήν ενδυμασίαν, τον αυτόν οπλισμόν και τα αυτά σχεδόν ήθη και έθιμα με τους Έλληνας..." (Δ. Αινιάν, "Απομνημονεύματα").

"Ο δε Ελμάζ Βέης, αφού προηγουμένως κατεδήωσε (κατέστρεψε εντελώς) την Αργολίδα, εισήλασε και ούτος εν αυτή (Τριπολιτσά) μετά τριών χιλιάδων σκιπεταρών" (F.C.H. Ponqueville, "Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως).

"Τρισχίλιοι Γενίτσαροι και Αρναούται επέβαιναν του στόλου του Χοσρέφ Πασιά, ο οποίος επετέθη κατά την 2αν Ιουλίου 1825 και κατέστρεψε τα Ψαρά" (Jurien de la Graviere - "Ιστορία του υπέρ της Ανεξαρτησίας των Ελλήνων Αγώνος", Αθήνα 1894).

"Τότε (26/9/1826), είδομεν και Αρβανίτικα τάγματα..." (Νικ. Καρώρης, "Ημερολόγιον Πολιορκίας").


"Οι Αρβανίτες άρχισαν να έχουν ομιλίες με ημάς. Αυτοί ήτον 3.000 και εκείνοι ήταν η δύναμιν της τουρκικής φρουράς" (Διήγησις Συμβάντων της Ελληνικής Φυλής).

"Περί τας 23 Απριλίου έφθασαν εις την Πιάναν δύο ιππείς απεσταλμένοι δρομαίως από τον Ζαΐμην και Λόντον με γράμματα προς εμέ των 22 του ιδίου και με γράφουν από την μονήν των Ταξιαρχών, ότι ο Κεχαγιάμπεης του Χουρσίτ Πασιά με τους Αλβανούς Αλιόμπεην, Τέμον, Ελμάζμπεην και Βεζήρμπεην Γιάτσην με 3.500 στρατιώτας επιλέκτους ανεχώρησαν από το στρατόπεδον των Ιωαννίνων και διαλθόντες όλην την Ακαρνανίαν και Αιτωλίαν έφθασαν από το Μεσολόγγι εις Ναύπακτον προχτές..." (Κανέλλος Δεληγιάννης, "Απομνημονεύματα").

Τέλος ο Θ. Κολοκοτρώνης, σε επιστολή του προς τους πρόκριτους της Ύδρας έγραφε:

"Και αφού σω Θεώ απαλλαγώμεν των Αρβανιτών, ελπίζομεν εντός ολίγου την καταστροφήν των εγχώριων" (Δ. Κόκκινος, "Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως").
Επίλογος

Οι ισχυρισμοί των Αλβανών ότι αυτοί απελευθέρωσαν την Ελλάδα ,είναι φαιδροί και έωλοι. Οι πολλοί Αρβανίτες που πήραν μέρος στην Επανάσταση του 1821, είχαν καθαρά ελληνική εθνική συνείδηση. Οι Αλβανοί, ήταν συχνά η αιχμή του δόρατος των οθωμανικών στρατευμάτων. Δυστυχώς, και μετά τη δημιουργία του αλβανικού κράτους, ως και τις μέρες μας, οι αλβανικές ηγεσίες έχουν καθαρά ανθελληνική στάση. Παρά την τεράστια βοήθεια και στήριξη από την Ελλάδα.

Πρόσφατη είναι η μεγάλη αρωγή της χώρας μας στην Αλβανία, κατά τους φονικούς σεισμούς του περασμένου Νοεμβρίου. Το "ευχαριστώ" του Έντι Ράμα, ήταν μόνο λόγια. Τα έργα του; Η εγκατάσταση 30.000 Πακιστανών δίπλα στα ελληνοαλβανικά σύνορα, στα χωριά της ελληνικής μειονότητας! Αυτοί που θα μείνουν και σε σπίτια που θα επιτάξει το αλβανικό κράτος, προέρχονται από την Τουρκία. Φυσικά, πρόκειται για μια άθλια συνεργασία Ράμα-Ερντογάν, σε βάρος της χώρας μας. Στη δίνη του κορονοϊού, το θέμα αυτό έχει περάσει στα ψιλά. Θα μας απασχολήσει όμως πολύ σύντομα, ίσως και πριν από την ελληνική κυβέρνηση, που μάλλον, παραμένει αδρανής...

Πηγή για το άρθρο, ήταν το βιβλίο του Αλέξανδρου Χ. Μαμμόπουλου, "Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΚΗΣ ΣΥΜΒΟΛΗΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ", ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ, ΑΘΗΝΑ 1963.

Μιχάλης Στούκας


25/03/2020 


         ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ          



1.
Ο ρόλος των Βορειοηπειρωτών στην Επανάσταση του 1821.

Οι Βορειοηπειρώτες στον πανελλήνιο ξεσηκωμό του ’21 δεν έμειναν αμέτοχοι. Αρκετοί ήταν αυτοί από τις περιοχές της Χειμάρας, του Αργυροκάστρου, της Μοσχόπολης, της Πρεμετής, που είχαν μυηθεί στα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας.

Αναφέρουμε μερικά ονόματα φιλικών, όπως τα κατέγραψαν στα βιβλία τους οι: Α. Παπακώστας και Ν. Πατσέλης: Ο Μιχαήλ Λαζάρου Στέλιος, ο Ελευθεριάδης Βενιαμίν από τη Σέλτση Αργυροκάστρου, ο Επίσκοπος Ευρίπου Γρηγόριος ο Αργυροκαστρίτης (ο κυριότερος εμπνευστής της εξέγερσης της Εύβοιας), οι Στέφανος και Αδάμ. Δούκας από την Πρεμετή, ο Δρύσης, ο Γούλας και ο Κανούσης από το Λεσκοβίκι και πολλοί άλλοι. Τολμηροί μαχητές ξεκίνησαν από τις προφυλακές του έθνους και κατέβηκαν στην επαναστατημένη Ελλάδα.

Στη Ρούμελη συμμετείχαν Σουλιώτες και Βορειοηπειρώτες. Ο Χειμαριώτης Σπυρομήλιος με τα αδέρφια του Ζάχο, Νικόλαο και Ιωάννη και εθελοντικό σώμα Χειμαριωτών, έλαβαν μέρος στην άμυνα του Μεσολογγίου και στην κατάληψη της ακρόπολης των Αθηνών. Η οικογένεια των Σπυρομηλαίων πρόσφερε πολλά στην Επανάσταση του ’21. Ο Σπυρομήλιος, επιστρέφοντας από τη Σικελία όπου ζούσε, οργάνωσε στρατιωτικό σώμα από 200 Χειμαριώτες και τον Αύγουστο του 1824 έφτασε στην Ακαρνανία και παρουσιάστηκε στον Μαυροκορδάτο. Εντυπωσίασε με την εμφάνισή του, την σεμνότητα και αξιοπρέπεια.

Θα γράψει ο Κ. Μπίρης (Αρβανίτες, Αθήναι 1960, σ. 301): «Ήταν γενναίος και ανιδιοτελής και κάθε φιλέλλην που τον γνώριζε δεν μπορούσε να μη φωνάξει: Θα ήταν ευτυχής η Ελλάς, αν είχε περισσότερους άνδρας σαν αυτόν». Ήταν παρών και κατά την δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου. Ο αδελφός του Νικόλαος σκοτώθηκε κατά την Έξοδο του Μεσολογγίου (10 Απριλίου 1826), ενώ ο Ζάχος σώθηκε και υπηρέτησε ως στρατιωτικός ακόλουθος στην απελευθερωμένη Ελλάδα.

Λίγο αργότερα τον Σπυρομήλιο τον βρίσκουμε στη Ρούμελη με τον Καραϊσκάκη. Μετά τον θάνατο του Καραϊσκάκη, έλαβε μέρος στη μάχη της Πέτρας, κάτω από τις διαταγές του Δημ. Υψηλάντη. Μετά την απελευθέρωση έγινε διοικητής της Σχολής των Ευελπίδων και αργότερα υπουργός των Στρατιωτικών.

Το Χόρμοβο, κοντά στο Τεπελένι, που ξεκληρίστηκε από τον Αλή Πασά, πρόσφερε πολλά. Ο Λ. Κουτσονίκας (Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, 1863) γράφει για τη συμβολή των Χορμοβιτών στον αγώνα της ανεξαρτησίας: «Εις την Ελληνικήν Επανάστασιν συνετέλεσαν ουκ ολίγον οι Χορμοβίται. Το τμήμα της Ρίζης είναι επίσημον δια τους μαχίμους αυτής άνδρας, συντελέσαντας ουκ ολίγον εν τη επαναστάσει της Ελλάδος». Γνωστός για τη δράση του είναι ο Χορμοβίτης Κων. Λαγουμιτζής ή Νταλαρόπουλος. Την καταγωγή του διεκδικούν η Χειμάρα και η Λέκλη, χωριό του Αργυροκάστρου. Περισσότερο γνωστός είναι με το παρωνύμιο «Λαγουμιτζής», από την ικανότητα που είχε να ανοίγει «λαγούμια», υπόνομους. Βοήθησε στην άλωση της Ακρόπολης των Αθηνών και το Μεσολόγγι με τους υπόνομους που κατασκεύαζε. Γράφει σχετικιά ο συμπολεμιστής του Μακρυγιάννης στα απομνημονεύματά του: «Όταν κολλήσαμεν εις το Κάστρο, βαστούσαμεν και τον μαχαλάν της Πλάκας ως την αρβανίτικη πόρτα. Από κάτου το κάστρο εις τα σπίτια ήταν μία εκκλησία και της έδεσε λαγούμι ο αθάνατος περίφημος Κώστας Λαγουμιτζής, γενναίος και τίμιος πατριώτης, και με την τέχνη του και με το ντουφέκι του ως λιοντάρι πολέμαγε δια την πατρίδα. Εις το Μεσολόγγι και παντού αυτός ο γενναίος άνδρας θάματα έχει κάμει. Πατρίδα, του χρωστάς πολύ αυτηνού του αγωνιστή». Ο Κ. Λαγουμιτζής πέθανε το 1851 φτωχός και λησμονημένος.

Στον απελευθερωτικό αγώνα έλαβε μέρος και ο εθνικός ευεργέτης Ευάγγελος Ζάππας. Πολέμησε στο Σούλι, στην Άρτα, στο Φανάρι και στην Κόρινθο.

Η Περιφέρεια Δελβίνου αντιπροσωπεύεται από τον Σταύρο Κόντο. Ο καπετάν Σταύρος, όπως ήταν γνωστός, με τη λήξη του αγώνα, εγκαταστάθηκε στην Άμφισσα και παντρεύτηκε την Παναγιώτα Κοντοδήμου. Γιος τους ήταν ο αξιόλογος φιλόλογος και γραμματικός Κωνσταντίνος Κόντος.

Στην Επανάσταση της Εύβοιας συμμετείχαν μόνο Βορειοηπειρώτες, οι οποίοι προσκλήθηκαν από τον Μητροπολίτη Ευρίπου Γρηγόριο τον Αργυροκαστρίτη. Για τη δράση του γράφουν οι: Ε. Κουρίλας («Γρηγόριος Αργυροκαστρίτης», εν Αθήν. 1935) και ο Φ. Μιχαλόπουλος («Γρηγόριος ο Αργυροκαστρίτης και η Επανάσταση της Ευβοίας», Αρχείον Ευοϊκών μελετών, τ.Γ’, 1954, εν Αθ. 1955). Και οι δύο αναφέρονται στη ζωή και το έργο του Αργυροκαστρινού κληρικού και τη μύησή του στη Φιλική Εταιρεία.

Ο Γρηγόριος γνώριζε το μάχιμο των συμπατριωτών του και κάλεσε Αργυροκαστρίτες, Χορμοβίτες και Χειμαραίους, οι οποίοι έλαβαν μέρος σε όλες τις μάχες και παρέμειναν τελευταία στη μάχη των Αδριλιών, στην οποία και κρίθηκε η Ευβοϊκή Επανάσταση (23 Ιουλίου 1823). Στη μάχη των Ανδριλιών για την οποία γράφει και ο ιστορικός Κουτσονίκας στην ιστορία του (σελ. 74) έλαβαν μέρος οι Ηπειρώτες Σταύρος Βασιλείου με τον αδερφό του Κώστα και τον γενναίον Αργυροκαστρίτη Λιάκον με τριακόσια παλικάρια. Ο Λιάκος περικυκλώθηκε από τους εχθρούς «και ηρωικώτατα μαχόμενος, ως άλλος Λεωνίδας, εφονεύθη μεθ’ όλων των συντρόφων του, μεγίστην φθοράν προξενήσας εις τους εχθρούς».

Ο σεπτός ιεράρχης Γρηγόριος συνελήφθη και κλείστηκε στις σκοτεινές φυλακές της Χαλκίδας, όπου και υπέστη φοβερά βασανιστήρια. Κατόρθωσε, όμως, να δραπετεύσει και τον συναντούμε αργότερα στην Κέρκυρα ασχολούμενο με τη μετάφραση της Καινής Διαθήκης στην αλβανική γλώσσα.

Σημαντικός, επίσης, ήταν ο αριθμός των Βορειοηπειρωτών, που κατάγονταν από τις Επαρχίες Κορυτσάς και Μοσχόπολης. Η Μοσχόπολη, πνευματικό κέντρο του Ελληνικού Βορρά, χάρη στην ξακουστή Ακαδημία της, καλλιέργησε την εθνική ιδέα και διατήρησε την ορθοδοξία στις γύρω περιοχές. Στον ιερό αγώνα του ’21 οι Μοσχοπολίτες συμμετείχαν με χρήμα και αίμα. Δυστυχώς, δεν είναι γνωστά όλα τα ονόματα των Βορειοηπειρωτών αγωνιστών του ’21. Ιστορικές πληροφορίες ανεβάζουν τον αριθμό των οπλαρχηγών σε 22 και τον συνολικό αριθμό των πολεμιστών σε 4.500 άντρες.

Αρκετά σημαντική ήταν η συμβολή των Βορειοηπειρωτών και από οικονομικής πλευράς. Κυρίως οι Μοσχοβίτες και οι Κορυτσαίοι διέθεσαν και τις περιουσίες τους για τις ανάγκες του αγώνα και την εξαγορά και απελευθέρωση αιχμαλώτων και ομήρων της Ρούμελης και του Μωριά. Γι’ αυτό το λόγο ξεσηκώθηκαν οι άτακτοι Τουρκαλβανοί της περιοχής (λιποτάκτες του τουρκικού στρατού, δραπέτες των φυλακών, ληστές και φυγόδικοι) και γεμάτοι μίσος και οργή, λεηλατούσαν για αρκετό διάστημα την Κορυτσά και την περιοχή της. Ο ελληνικός χριστιανικός πληθυσμός αυτή την εποχή έπαθε μεγάλη συμφορά.

Ο Ιωακείμ Μαρτιανός (Η Μοσχόπολις, εν Θεσ/νίκη 1957) γράφει: «Επέπιπτον αναφανδόν κατά χωρίων και κωμών αδυνάτων, ελεηλάτουν τους από πολλού περιτρόμους ενοίκους, στόχον κυρίως έχοντες τους ευκαταστάτους, απεγύμνουν αυτούς, αφήρπαζον ουχί σπανίως τους υιούς επί λύτροις και διέπραττον πλείστα όσα τοιαύτα αναλόγως της καταστάσεως των αιχμαλωτιζομένων και ιδίως της ιδίας αυτών ακολάστου φιλαργυρίας».

Δυστυχώς, παρόλες τις αναρίθμητες στρατιωτικές υπηρεσίες, την οικονομική και πνευματική συμβολή, η Ήπειρος και το Βόρειο κομμάτι της και μετά την απελευθέρωση της Παλαιάς Ελλάδος και την ίδρυση ανεξάρτητου Ελληνικού Βασιλείου, δεν ευτύχησαν να συμπεριληφθούν στα όρια της ελεύθερης πατρίδας. Το «ποθούμενο» του Πατροκοσμά θα’ρθει πολύ αργότερα, στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων.

ΝΙΚΟΣ Θ. ΥΦΑΝΤΗΣ 

 ''Πρωινός Λόγος''

https://www.himara.gr/istoria/4300
-o-rolos-ton-boriopiroton-stin-apanastasi-toy-1821


25 Μαρτίου 2020




2.
Ο Χειμαραίος αγωνιστής Χρήστος Βάρφης 
που πολέμησε για την απελευθέρωση της Ελλάδας

Ο Χρήστος Βάρφης γεννήθηκε τὸ 1789 στὴν Χειμάρρα.

Ἦρθε στὴν ἐπαναστατημένη Ἒλλάδα καὶ πολέμησε μὲ δικό του σῶμα ἀπό τὸ 1824.

Τὴν 1η Ὀκτωβρίου 1825 «ἐκ Χειμάρρας ἀυθορμήτως κινηθείς» εἰσέρχεται μέ δέκα Χειμαρρέους στὸ πολιορκημένο Μεσολόγγι.

Στὶς 16 Ὀκτωβρίου 1825 ὀνομάζεται Χιλίαρχος λόγω ὅ,τι «ἀνδραγάθησε εἰς τὰς κατά τῶν ἐχθρῶν μάχας»

Στὶς 18 Νοεμβρίου 1825 στὸ Μεσολόγγι αἰτεῖται προβιβασμὸ σὲ Ἀντιστράτηγο, νὰ ἔχει ὑπό τὰς διαταγάς του 60 στρατιῶτες καί νὰ τοποθετηθῆ ὑπό τὸν στρατηγὸ Σπύρο Μήλιο. Ἀναφέρει μεταξύ ἂλλων στὴν αἲτησή του:
«Ἀναχωρῶν ἐκ τῆς πατρίδος μου Χειμάρρας, μὲ μερικοὺς στρατιῶτες, ὁρκισθεὶς νὰ ἒλθω εἰς τὴν ἐλεύθερον Ἑλλάδα νὰ συναγωνισθῶ ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας της, ἀφήνων εἰς τὴν διάκρισιν τῶν ἐχθρῶν ( ἐὰν πόποτε δυνηθοῦν) τὴν οἰκογένειά μου… Ἡ οἰκογένειά μου εἶναι ἀπό ταῖς προύχονταις τῆς Χειμάρρας ἀσκεῖ δε ἐπιρροή εἰς τοὺς συμπατριῶτας μου… Ὁ προβιβασμὸς αὐτὸς ὄχι μόνον θέλει ἐξάψη εἰς τὴν ψυχή μου νἐον ἐνθουσιασμόν εἰς τὰς ὑποσχέσεις μου, ἀλλὰ ἀκούοντάς με οἱ συμπατριῶτες μου προβιβασμένον πολλοὶ ἐξ αὐτῶν θέλει παρακινηθῶσι νὰ ἀκολουθῆσουν τὰ πρακτικά μου.»

Οἱ Ἰωάννης Παπαδιαμαντόπουλος καί Δημήτριος Θέμελης, μέλη τῆς ἐπιτροπῆς γιὰ τὴν διεύθυνση τῶν πολεμικῶν και πολιτικῶν πραγμάτων τῆς Δυτικῆς Ἑλλάδος, συνιστοῦν στὴν Διοίκηση στὶς 23 Νοεμβρίου 1825 νὰ γίνει δεκτὸ τὸ αἲτημά του, ἀναφέροντας χαρακτηριστικὰ:
«Ἡ εὐγένειά του ἐλθῶν ἐδῶ ἀπό τὴν πατρίδα του μὲ τινας τῶν συμπατριωτῶν του ἔδειξε ζῆλον καί προθυμίαν εἰς τὴν δούλευσιν τῆς πατρίδος· εἶναι ἂνθρωπος μὲ φρόνησιν καὶ πλήρης ἐνθουσιασμοῦ ὑπέρ τοῦ κοινοῦ καλοῦ.»

Στὶς 12 Ἰανουαρίου 1826 ζητᾶ νὰ παρουσιασθῆ στὴν Διοίκηση:
«ζητώντας τὴν ἀνταμοιβή τῶν ἐκδουλεύσεων μου, ὃπου μὲ τοὺς δέκα συμπατριῶτες μου στρατιώτας Χειμαρρέους ἐκτέλεσα καὶ ἐκτελῶ τὰ χρέη μου»

Στὶς 8 Φεβρουαρίου 1826 οἱ Ἀνδρέας Ἴσκος, Ἀποστόλης Κουσουρῆς καὶ Σπύρος Μήλιος βεβαιώνουν γιὰ τὸν Χρῆστο Βάρφη καί τοὺς ἄνδρες του:
«συναγωνίσθησαν μετὰ αὐτοῦ ἐκτελώντας τὰ στρατιωτικὰ των χρέη ἀνδρείως κατὰ τοῦ ἐχθροῦ, ὑποφέροντας ὃλα τὰ δεινὰ»

Στὶς 18 Φεβρουαρίου 1826 ἡ Προσωρινή Διοίκησις τῆς Ἑλλάδος τὸν προάγει σὲ Ἀντιστράτηγο.

Στὶς 22 Φεβρουαρίου 1826 ἀναγνωρίζονται οἱ στρατιωτικὲς ἐκδουλεύσεις του καί μισθοδοτοῦνται οἱ δέκα στρατιῶτες του.

Στὶς 13 Μαρτίου 1826 τοῦ δίδεται ἡ ἐντολὴ νὰ στρατολογήσει ἕως 70 ἂνδρες «καὶ μετὰ αὐτῶν διατελής μαχόμενος ἐναντίον τοῦ πολιορκοῦντος τὸ Μεσολόγγι ἐχθροῦ.»

Τελικῶς στρατολογεῖ ἂλλους 17 ἂνδρες καί μὲ 27 συνολικῶς παίρνει μέρος στὴν Ἒξοδο τοῦ Μεσολογγίου.

Τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1826 συμμετέχει στὴν ἐκστρατεία τοῦ Καραϊσκάκη στὴν Ἀνατολικὴ Στερεὰ Ἓλλάδα, ὃπου καὶ ἀριστεύει στὴν Ἀράχωβα. Μετέχει στὸ ἀποτελούμενο ἀπό 120 ἄνδρες Σῶμα τῶν Σπύρου καί Ζάχου Μήλιου. Τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1828 ὀνομάζεται Ἓκατόνταρχος.

Στὶς 10 Μαΐου 1828 συγκροτεῖ Ἀνεξάρτητη Ἑκατονταρχία πολεμώντας μὲ τὴν Χιλιαρχία του Κίτσου Τζαβέλα καὶ τὴν Φρουρὰ τοῦ Στρατάρχη Δημητρίου Ὑψηλάντη κατὰ τὴν ἐκστρατεία στὴν Ἀνατολική Στερεὰ Ἑλλάδα.

Στὶς 24 Ὀκτωβρίου 1828 καταγράφεται στὸ Στρατόπεδο στὴν Ἐλευσίνα, ὑπὸ τὸν Στρατάρχη, ὡς Ἑκατόνταρχος ἐπικεφαλῆς 78 στρατιωτῶν.

Κατὰ τὴν προέλαση τοῦ ἀνωτέρω σώματος στὴν Βοιωτία ἦταν ἀρχηγὸς τῆς ὀπισθοφυλακῆς. Συμμετεῖχε σὲ ἐκκαθαρίσεις καί μάχες ἐναντίον τῶν Τούρκων καὶ διεκρίθη ἰδιαιτέρως στὴν μάχη στὸ Στεβενίκο (29/10/1828) ὃπου «ἐπέδειξε τὴν ἀπαιτούμενη εὐπείθεια καὶ ἀνδρεία».

Στὶς 7 Ἰανουαρίου 1829 βρίσκεται στὸ Ζεμενὸ Ἀράχωβας. Ἐλέγχει τὶς κινήσεις τῶν ἐκδιωχθέντων, ἀπό τά νότια τμήματα τῆς Φωκίδος καί Βοιωτίας, Τούρκων πού κατέφυγαν στὴν Δαύλεια.

Στὴν κατάσταση τοῦ κατὰ τὴν Ἀνατολικὴ Ἑλλάδα Στρατοῦ (29/1/1829, Σκάλωμα Σαλώνων) καταγράφεται ὡς Ἑκατόνταρχος, Διοικητὴς τῆς Ἀνεξαρτήτου Ἑκατονταρχίας δυνάμεως 70 ἀνδρῶν.

Στὶς 22 Φεβρουαρίου 1829 γίνεται ἀναφορὰ εἰς βάρος του πρὸς τὸν Πληρεξούσιο Τοποτηρητὴ στὴν Στερεὰ Ἓλλάδα κόμη Αὐγουστίνο Καποδίστρια. Ἑξῆντα ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶτες του τὸν κατηγοροῦν γιὰ τύραννο. Ἀναφέρουν χαρακτηριστικὰ:
«Δὲν ἠθέλησε πώποτε νὰ μᾶς εἰδῆ μὲ ἀγαλλιαστικόν ὂμμα, ἀλλὰ ὅταν ἢθελε πάγῃ τις νὰ τοῦ ἀναφέρῃ ἤ νὰ παραπονεθῇ ὡς ἀδικημένος, ὁ τιοῦτος ἀντὶ νὰ δώσῃ κάποιαν καλὴν παρηγορίαν, ἀντὶ νὰ τὸν καλοακούσῃ κἄν ὡς ἀρχὴ, ἐλάμβανε ἀντὶ αὐτῶν ξυλιᾶς καὶ ἤκουε μυρίους ὑβριστικοὺς λόγους»

Συνέρχεται τὸ Πολεμικὸ Κριτὴριο τοῦ Στρατοπέδου, ἀποτελούμενο ἀπό τοὺς Χρῆστο Περραιβό, Κούστα Μᾶκο καί Μῆτρο Τριανταφύλλου, γιὰ νὰ ἐξετάση τὴν ὑπόθεση. Ἀντιπρόσωπός του ἦταν ὁ Σπύρος Μήλιος. Τὸ Κριτὴριο ἔκρινε ὃτι «τὰ παράπονα δὲν εἶναι μεγάλα, μήτε ἱκανὰ νὰ διαλύσουν μία Ἑκατονταρχία, προῆλθαν δὲ ἀπό ἐλλείψεις τῶν παραπονουμένων». Θεώρησε τὴν ὃλη κίνηση ὡς συνομωσία καὶ στὶς 26 Φεβρουαρίου 1829 βγάζει ἀπόφαση. Παύει τρεῖς ἀπό τοὺς παραπονούμενους Ἀξιωματικοὺς τοῦ βαθμοῦ των, διατάζει ὃσοι ἐκ τῶν ὑπολοίπων ἀποχωρήσουν νὰ θεωρηθοῦν λιποτάκτες , ἀθωώνη τὸν Χρῆστο Βάρφη ὁ ὁποῖος «χρεωστῇ νὰ φέρεται πρὸς τοὺς ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν του μὲ ἥμερον καὶ συνετὸν τρόπον τὸν ἁρμόζοντα εἰς τὸν χαρακτήρα τοῦ βαθμοῦ του»

Στὶς 26 Φεβρουαρίου 1829 καταγράφεται στὴν Φρουρὰ Σαλώνων (Ἀμφίσσης). Ἀπὸ τὸν Μάρτιο τοῦ 1829 ὑπηρετεῖ ὡς Ἑκατόνταρχος στὴν Φρουρὰ τοῦ Στρατάρχου Δ. Ὑψηλαντου, μὲ ἀρχηγὸ τὸν Σπυρο Μήλιο, παίρνοντας μέρος καὶ στὴν τελευταία μάχη τοῦ Ἀγώνα στὴν Πέτρα Βοιωτίας στὶς 12 Σεπτεμβρίου 1829. Στὶς 18-30 Ἰανουαρίου 1830 συνυπογράφει στὴν Σαλαμίνα δήλωση πίστης καὶ ἀφοσίωσης στὸν Ἰωάννη Καποδίστρια.

Ὑπηρετώντας ὡς Λοχαγὸς κρίνεται ἄξιος νὰ λάβη τὸ Ἀργυρὸ Ἀριστεῖο στὶς 3 Μαρτίου 1836.

Κατετάγη στὸ 2ο Ἐλαφρὸ Πεζικό Τάγμα Μεσολογγίου στὶς 25 Ἀπριλίου 1836. Τέθηκε ὑπό σύνταξη στὶς 27 Ἰουνίου 1838 ἀπό τὸ 2ο Τάγμα Ἐλαφροῦ Πεζικοῦ στὸ Μεσολόγγι.

Προήχθη σὲ Ταγματάρχη στὶς 18 Σεπτεμβρίου 1839. Τιμήθηκε μὲ τὸν Ἀργυρὸ Σταυρὸ τῶν Ἱπποτῶν τοῦ Τάγματος τοῦ Σωτῆρος στὶς 18 Σεπτεμβρίου 1844 Ἦταν νυμφευμένος μὲ δύο τέκνα. Ἀπεβίωσε τὸ 1850 καὶ ἡ σύζυγὸς του ἔλαβε μηνιαία σύνταξη 162 δρχ.

Θεοδωρος Κων. Δράκος

ΦΕΚ 5,10/2/1861, ΦΕΚ 26,10/6/1836,ΦΕΚ 19, 5/10/1839, ΦΕΚ 30, 26/9/1844
Ἀρχεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Παλιγγενεσίας, Τόμος Η΄, σελίς 421
Μ. Ἀγων. ΑΑ 19, Φ 1783
Γενικὰ Ἀρχεία Κράτους/Ἀρχεῖο περιόδου κυβερνήτη Ἰ. Καποδίστρια / Γραμματεία τῶν Στρατιωτικῶν καὶ τῶν Ναυτικῶν/ Φάκελλος 16/ Ἒγγραφο 242,243
ΓΑΚ/Ἀριστεῖα/Φ2/Τ97
ΓΑΚ/Συλλογή Βλαχογιάννη/Σ1/Υ5/Φ245/Ε237-240 & Φ246/Ε316
ΓΑΚ/ Ἀρχεῖο Μινιστέριου /Γραμματείας/Υπουργείου τοῦ Πολέμου/Φ144/Τ50 & Φ169/Τ144-6 & Φ174/Τ100-2 & Φ177/Τ85 & Φ181/Τ178 & Φ 182/Τ35,139 & Φ 192/Τ123,135
ΓΑΚ/Γενικὸν Φροντιστήριον/Φ11/Τ1100 & Φ 22/Τ126 & Φ 22/Τ792-4 & Φ 29/Τ643 & Φ 31/Τ605 & Φ 34/Τ499 & Φ 37/Τ681,742
ΓΑΚ/ Ἀρχεῖο Ἐκτάκτων Ἐπιτρόπων καὶ Προσωρινῶν Διοικητῶν/Φ95/Τ829
ΓΑΚ/ Ἀρχεῖο Πληρεξούσιου Τοποτηρητῆ/Φ3/Τ347-8,439-441 & Φ15/Τ363

Πηγή: Himara.gr 
 Ειδήσεις απ’ την Βόρειο Ήπειρο

https://infognomonpolitics.gr/2020/03/o-chimareos-agonistis-christos-varfis-pou-polemise-gia-tin-apeleftherosi-tis-elladas-2/?fbclid=IwAR0orja72ukMB9Yxec2bwqNmRZHm1mFiObSNSo6MipfNyXkdJLChQSdupdU#.XnyPgDZCZbY.facebook


26 Μαρτίου 2020