Η αντίδραση των ΗΠΑ, η μη-αντίδραση της Ευρώπης και η Ελλάδα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Η Ευρώπη της νεκρής αλληλεγγύης.
(2) Draghi (πρώην EKT): Αναπόφευκτη η βαθειά ύφεση – Απαιτείται 
μεγάλη αύξηση του δημοσίου χρέους και διαγραφές χρεών στον ιδιωτικό τομέα.


'Αμεση ανάλυση: Η αντίδραση των ΗΠΑ, 
η μη-αντίδραση της Ευρώπης και η Ελλάδα. 

Πριν λίγες ώρες, οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Δημοκρατικοί συμφώνησαν σε ένα δημοσιονομικό πακέτο μαμούθ, το μεγαλύτερο στη σύγχρονη ιστορία των ΗΠΑ, για την ενίσχυση νοικοκυριών, νοσοκομείων και επιχειρήσεων, ύψους σχεδόν 2 τρισ. δολαρίων. Η συμφωνία επιτεύχθηκε λίγες ώρες αφότου ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ σύντομα θα αντικαταστήσουν την Ιταλία ως το επίκεντρο της πανδημίας –ίσως κι αυτό έχει τη σημασία του.

O Λευκός Οίκος ζητούσε 500 δισ. δολάρια να τα διαχειρισθεί ο Πρόεδρος εν λευκώ, ενισχύοντας μεγάλες επιχειρήσεις χωρίς κριτήρια και διαφάνεια -μάλιστα ζητούσε να μείνει απόρρητο επί 6 μήνες ποιες επιχειρήσεις ενισχύθηκαν, δηλαδή μέχρι τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου. Το Κογκρέσο και η Γερουσία που ελέγχουν μέχρι το τελευταίο δολάριο του αμερικανικού κράτους, αρνήθηκαν να παραχωρήσουν τέτοιο δικαίωμα. 

Έτσι, ο Τραμπ (που έχει επικαλεσθεί προεδρικές εξουσίες  εν καιρώ πολέμου…) υποχρεώθηκε να δεχτεί έλεγχο δαπανών και, τελικά, επήλθε συμφωνία.

Πρώτο σημαντικό είναι ότι, συνυπολογίζοντας τα τρισεκατομμύρια νομισματικής τόνωσης (φρέσκο χρήμα) της Fed, οι ΗΠΑ ρίχνουν (με άλλα λόγια, κόβουν νέο και) πρακτικά άπειρο χρήμα στην οικονομία για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της επιδημίας.

Επίσης σημαντικό είναι ότι, από τη στιγμή που συνειδητοποιήθηκε το μέγεθος της επερχόμενης οικονομικής ύφεσης και υπήρξε η αρχική απόφαση να ενισχυθεί η οικονομία, όλα κινήθηκαν ταχύτατα –με ρυθμό που είναι αδιανόητος για την Ευρώπη.

Σε συνήθεις καταστάσεις, κατά κανόνα, η έγκριση κάποιας σοβαρής δαπάνης, η θέσπιση ενός νέου νόμου, είναι μια μεγάλη περιπέτεια. Γίνεται πολύ κουβέντα στις επιτροπές (Authorization και Appropriation Committees) του Κογκρέσου και της Γερουσίας, μετά στέλνονται οι ξεχωριστές αποφάσεις τους σε ειδικές επιτροπές για να προσπαθήσουν να τις συγκεράσουν, (τα λεγόμενα Conference Committees) και, τελικά, στις περισσότερες περιπτώσεις, μετά από πολλές εβδομάδες ή/και μήνες, δεν λαμβάνεται καμία απόφαση. Σπανίως θα φτάσει κάτι στο γραφείο του Προέδρου προς υπογραφή.  Όταν όμως συμφωνούν να αντιμετωπίσουν μια κρίση, τότε όλα αυτά γίνονται με ταχύτητα φωτός.  Όπως συνέβη τώρα, με την απόφαση να στηρίξουν την οικονομία τους.

Το αντίθετο από αυτό που γίνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Δυστυχώς για την Ευρώπη, ούτε προχθές οι υπουργοί οικονομικών της Ένωσης ούτε χθες οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης μπόρεσαν να καταλήξουν σε κάποια συμφωνία έστω περιορισμένου βεληνεκούς –πολύ περισσότερο σε μια συμφωνία που πράγματι θα ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις.

Ακόμα και αυτή η ιδέα, να μπορεί ο ESM να ανοίγει πιστωτικές γραμμές σε όσες χώρες ζητήσουν, μέχρι ύψους 2% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της κάθε χώρας (ύψος τελείως ανεπαρκές, που ουσιαστικά χωρίζει τις ευρωπαϊκές χώρες σε εκείνες που είναι ισχυρές και θα στηρίξουν τις κοινωνίες και τις οικονομίες τους και σε εκείνες που δεν είναι ισχυρές και δεν θα μπορέσουν να στηρίξουν τις δικές τους κοινωνίες και οικονομίες με σχετικά αποτελεσματικό τρόπο…), ακόμα κι αυτή παραπέμφθηκε  στο αυριανό συμβούλιο κορυφής.

Ενώ η ιδέα ενός ευρωπαϊκού ομολόγου για τον κορωνοϊό (μια περιορισμένη εκδοχή της παλιά ιδέας για ευρωομόλογο…), παρότι έχει την υποστήριξη και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σκοντάφτει στην αδιαλλαξία της Γερμανίας (που θέλει ναι μεν εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων με την «ευελιξία» που ταιριάζει στο κάθε φορά συμφέρον της, αλλά με άτεγκτο τρόπο εφαρμογή των άλλων κανόνων έναντι όλων των άλλων…) και, αν δεν κυριαρχήσει η λογική και η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, θα οδηγηθεί σε ναυάγιο. 

Η Ελλάδα, σε αυτές τις συνθήκες, πρέπει να τάσσεται ανοιχτά στο πλευρό της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και συνοχής –μαζί με την Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία κ.ά. Στις σημερινές συνθήκες,  κατά τη γνώμη μου δεν είναι ώρα να δείχνει καλή, ευγενική και πρόθυμη για ατελέσφορους συμβιβασμούς. Αφενός δικαιούται (λόγω της προσπάθειας που έχει κάνει και των αποτελεσμάτων που έχει πετύχει…) αφετέρου έχει συμφέρον (γιατί η ύφεση θα είναι μεγάλη, πυκνώνουν οι ενδείξεις ότι θα υπερβεί το 5% και βρίσκει την κοινωνία και την οικονομία σε μια πολύ δύσκολη στιγμή, με κρίσιμα προβλήματα για τα οποία δεν ευθύνεται η χώρα…) να μιλήσει καθαρά και αποφασιστικά. Νομίζω, άλλωστε, ότι σε αυτό το πνεύμα ήταν, πριν λίγες ημέρες, και το τηλεφώνημα του Κ. Μητσοτάκη στην κ. Λαγκάρντ, όταν ο πρωθυπουργός απαίτησε να περιληφθεί η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συμφέρον να ακολουθήσει το παράδειγμα των ΗΠΑ, να κόψει νέο χρήμα, όσα τρισεκατομμύρια ευρώ απαιτούνται και να στηρίξει όλα τα κράτη μέλη της και δη τα πιο αδύναμα σε μια υγειονομική κρίση που γίνεται και οικονομική και κοινωνική. Η ύφεση στην Ευρώπη θα είναι βαριά, όσο ποτέ στην σύγχρονη ιστορία της –ίσως κινηθεί στην ζώνη του 20% το οκτάμηνο έως τον Σεπτέμβριο και καταλήξει στην περιοχή του 10% σε ετήσια βάση. Για να αντιμετωπιστεί μια τόσο βαθιά ύφεση, δεν αρκεί η νομισματική τόνωση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, χρειάζεται και η συντονισμένη χρηματοδοτική ενίσχυση όλων των κρατών μελών -χωρίς μεμψίμοιρους όρους και υποχρεώσεις. Αν η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν συμπεριφερθεί με αλληλεγγύη σε μια τέτοια κρίση, όπως έχει σωστά ειπωθεί, αυτή η αποτυχία της δεν θα λησμονηθεί ούτε θα συγχωρεθεί από τους ευρωπαϊκούς λαούς.



25/3/2020


               ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ             



1.
Η Ευρώπη της νεκρής αλληλεγγύης.

ΗGoldman Sachs προβλέπει φέτος πτώση του ΑΕΠ της ευρωζώνης κατά 9%. Για την Ιταλία βλέπει μείωση του ΑΕΠ κατά 11,6% για την Ισπανία ύφεση 9,7% και για την Γερμανία αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης 8,9%.

Το καλό νέο είναι πως και η Goldman Sachs, και η Morgan Stanley και η Moody’s προβλέπουν σχεδόν αντίστοιχη εκτίναξη της ευρωπαϊκής οικονομίας και θεαματική ανάκαμψη το 2021. Το κακό νέο είναι πως για να ανέβουν στο τρένο αυτής της ανάκαμψης, εκατομμύρια εργαζόμενοι και μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα πρέπει προηγουμένως να έχουν επιβιώσει οικονομικά. Κι εδώ οι πιθανότητες τους είναι μάλλον δυσμενείς, καθότι η Ευρώπη δεν δείχνει – για μια ακόμη φορά – ούτε τόσο αλληλέγγυα, ούτε τόσο πρόθυμη να πατήσει την σκανδάλη του δημοσιονομικού «μπαζούκα».

Χθες το βράδυ, στην τηλεδιάσκεψη του Eurogroup αποφασίστηκε το αναμενόμενο και προεξοφλημένο: Να ανοίξει προληπτική πιστωτική γραμμή (ECCL) μέσω του ESM για όσες χώρες επιθυμούν να λάβουν ευρωπαϊκή στήριξη – μια στήριξη, που θα έχει ως ανώτατο και συνολικό πλαφόν το 2% του ΑΕΠ της ευρωζώνης. Κοινώς, το Eurogroup ανοίγει έναν κουμπαρά 410 δις ευρώ – αυτό είναι το ποσό που αντιστοιχεί στο 2% του ΑΕΠ της ευρωζώνης – από τον οποίον μπορούν να αντλήσουν κεφάλαια ενίσχυσης της οικονομίας τους όσες χώρες έχουν ανάγκη και το επιθυμούν. Οι όροι της δανειοδότησης δεν θα είναι δρακόντειοι, θα παραπέμπουν περισσότερο σε συμβολικές παρά σε μνημονιακού τύπου δεσμεύσεις, και η πρώτη που αναμένεται να κάνει χρήση της πιστωτικής γραμμής με ένα ποσό κοντά στα 60 με 70 δις ευρώ θεωρείται πως θα είναι η Ιταλία.

Παρά την ταχύτητα αναστολής όμως του Συμφώνου Σταθερότητας και την ενεργοποίηση της «ρήτρας εξαίρεσης», η πιστοληπτική γραμμή των 410 δις απέχει πολύ από το να αποτελέσει το ευρωπαϊκό «πυρηνικό» οπλοστάσιο απέναντι στο οικονομικό κραχ που φέρνει η πανδημία. Διότι το μεγάλο ζήτημα, την επόμενη μέρα της ανθρωπιστικής κρίσης, και ειδικά για τις χώρες του νότου, θα είναι το κόστος δανεισμού. Και δεν χρειάζονται πολλά για να υποθέσει κανείς με τι επιτόκια θα δανείζουν οι αγορές την Ιταλία, η οποία έχει ήδη δεσμεύσει 28 δις ευρώ για την άμεση αντιμετώπιση της πανδημίας, θα χρειαστεί άλλα 60 μέσω της πιστοληπτικής γραμμής, και το δημόσιο χρέος της βρισκόταν ήδη, προ κρίσης, στο 135% του ΑΕΠ της χώρας.

Η προφανής διέξοδος εδώ δεν είναι άλλη από το ευρωομόλογο – ο δανεισμός των κρατών μελών της ευρωζώνης με πανευρωπαϊκή εγγύηση. Η κυβέρνηση Κόντε το ζήτησε ήδη, υπέρ της έκδοσής του τάχθηκαν κορυφαίοι οικονομολόγοι μεταξύ των οποίων και γερμανοί σύμβουλοι της Μέρκελ, η κυβέρνηση του Βερολίνου όμως το «γείωσε» και αυτή την φορά, όπως είχε κάνει και στην κρίση χρέους.

Ο πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο όταν ρωτήθηκε χθες το βράδυ είπε, γενικώς και αορίστως, πως «όλα τα ενδεχόμενα εξετάζονται», και ο ιταλός επίτροπος Πάολο Τζεντιλόνι πέταξε, με βαριά καρδιά, την μπάλα στην εξέδρα λέγοντας πως «χρειάζεται περαιτέρω συζήτηση».

Στην πραγματικότητα καμία ουσιαστική συζήτηση δεν έγινε και δεν γίνεται διότι είχε σπεύσει να την ξεκόψει λίγες ώρες νωρίτερα ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας Πέτερ Αλτμάιερ. Ο γερμανός υπουργός αναφερόμενος στο ευρωομόλογο είπε στην Handesblatt ότι πρόκειται για μια «συζήτηση-φάντασμα» και, με ιδιαίτερα δηκτικό τρόπο, συνέστησε «προσοχή»: «Χρειάζεται προσοχή», είπε, «όταν κάποιες λαμπρές ιδέες παρουσιάζονται ως καινούργιες, ενώ αποτελούν επανάληψη προτάσεων που έχουν προ πολλού απορριφθεί».

Ηταν η απάντησή του στο αίτημα της χώρας- εταίρου στην Ευρώπη που μετρά ήδη 6.820 νεκρούς από τον κορονοϊό. Κατόπιν αυτού μάλλον δεν συνιστά έκπληξη η φωτογραφία που έχει γίνει viral στα ιταλικά social media τα τελευταία 24ωρα. Είναι μια φωτογραφία από το Σαν Μαρίνο, όπου ιταλοί πολίτες υποστέλλουν την ευρωπαϊκή σημαία και ανεβάζουν στην θέση της την κινεζική…

Νικόλ Λειβαδάρη


25/3/2020


2.
Draghi (πρώην EKT): Αναπόφευκτη η βαθειά ύφεση – Απαιτείται μεγάλη αύξηση του δημοσίου χρέους και διαγραφές χρεών στον ιδιωτικό τομέα.

Όσες εταιρίες πάρουν κρατικά κεφάλαια για να κρατήσουν τους εργαζόμενους τους θα πρέπει τα χρέη να διαγραφούν ανέφερε ο M. Draghi πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ

Υπέρ της άποψης ότι ο μόνος τρόπος για να απφευχθεί μια σοβαρή ζημιά στην παγκόσμια οικονομία και ειδικά στην Ευρώπη είναι η αύξηση του δημοσίου χρέους, τα κράτη μέσω αύξησης του χρέους θα πρέπει να χρηματοδοτήσουν το κόστος της καταστροφής που προκαλεί ο κορωνοιός τάσσεται ο M. Draghi ο πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ σε άρθρο του στους FT.
Επίσης αναφέρει ότι όσες εταιρίες πάρουν κρατικά κεφάλαια για να κρατήσουν τους εργαζόμενους τους θα πρέπει τα χρέη να διαγραφούν.
Αντιμετωπίζουμε έναν πόλεμο κατά του κορωνοϊού και πρέπει να κινητοποιηθούμε ανάλογα
Η αύξηση του δημόσιου χρέους θα αποτελέσει ένα οικονομικό στοιχείο και θα συνδυαστεί με ακύρωση του ιδιωτικού χρέους
Η πανδημία του κορωνοιού είναι μια ανθρώπινη τραγωδία δυνητικά βιβλικών αναλογιών.
Πολλοί σήμερα ζουν με το φόβο της ζωής τους ή με το πένθος των αγαπημένων τους.
Οι δράσεις που αναλαμβάνουν οι κυβερνήσεις για να αποτρέψουν τον ιό μέσω των συστημάτων υγείας είναι γενναία και αναγκαία.
Πρέπει να υποστηριχθούν.
Αλλά αυτές οι ενέργειες οδηγούν σε ένα τεράστιο και αναπόφευκτο οικονομικό κόστος.
Ενώ πολλοί αντιμετωπίζουν την απώλεια μιας ζωής, πολλοί περισσότεροι αντιμετωπίζουν οικονομική καταστροφή.
Κάθε μέρα, οι οικονομικές ειδήσεις δείχνουν επιδείνωση.
Οι εταιρείες αντιμετωπίζουν απώλειες εισοδήματος διεθνώς.
Πολλοί ήδη μειώνουν και απολύουν εργαζόμενους.
Μια βαθιά ύφεση είναι αναπόφευκτη.
Η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε είναι πώς να δράσουμε με αρκετή δύναμη και ταχύτητα για να αποτρέψουμε την ύφεση για ναμην εξελιχθεί σε συστημικό πρόβλημα.
Ο κίνδυνος χρεοκοπιών θα προκαλέσει ανεπανόρθωτες ζημιές.
Είναι ήδη σαφές ότι η απάντηση πρέπει να συνεπάγεται σημαντική αύξηση του δημόσιου χρέους.
Η απώλεια εισοδήματος από τον ιδιωτικό τομέα - και κάθε οφειλόμενο χρέος για την κάλυψη του χάσματος - πρέπει τελικά να απορροφηθεί, εν όλω ή εν μέρει, από τους κρατικούς προυπολογισμούς.
Πολύ υψηλότερα επίπεδα δημόσιου χρέους θα αποτελέσουν μόνιμο χαρακτηριστικό των οικονομιών μας και θα συνοδεύονται από υψηλό ιδιωτικό χρέος.
Είναι ο σωστός ρόλος του κράτους να δανειστεί και να αυξήσει το χρέος για να προστατεύσει τους πολίτες και την οικονομία από κραδασμούς που ο ιδιωτικός τομέας δεν είναι υπεύθυνος και δεν μπορεί να απορροφήσει.
Τα κράτη πάντα έτσι δρούσαν σε περιπτώσεις εθνικών καταστάσεων έκτακτης ανάγκης.
Οι πόλεμοι πάντα χρηματοδοτούνταν από την αύξηση του δημόσιου χρέους.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, στην Ιταλία και τη Γερμανία το 6 έως 15% των πραγματικών δαπανών για πόλεμο χρηματοδοτήθηκε από φόρους.
Στην Αυστρία-Ουγγαρία, τη Ρωσία και τη Γαλλία, κανένα από τα έξοδα του πολέμου δεν καταβλήθηκε από φόρους.
Το βασικό ερώτημα δεν είναι εάν αλλά το πώς το κράτος πρέπει να χρησιμοποιήσει τον προυπολογισμό του για βέλτιστο σκοπό.
Η προτεραιότητα δεν πρέπει να αποτελεί μόνο η αναπλήρωση των εισοδημάτων για όσους χάνουν τη δουλειά τους.
Πρέπει να προστατέψουμε τους ανθρώπους από το να χάσουν την εργασία τους πρωτογενώς, να μην χαθούν θέσεις εργασίας.
Εάν δεν το κάνουμε, θα βγούμε από αυτή την κρίση με μόνιμα χαμηλότερη απασχόληση και παραγωγική ικανότητα.
Τα επιδόματα απασχόλησης και ανεργίας και η αναβολή των φόρων είναι σημαντικά βήματα που έχουν ήδη εισαχθεί από πολλές κυβερνήσεις.
Αλλά η προστασία της απασχόλησης και της παραγωγικής ικανότητας σε μια περίοδο δραματικής απώλειας εισοδήματος απαιτεί άμεση υποστήριξη της ρευστότητας.
Αυτό είναι απαραίτητο για όλες τις επιχειρήσεις να καλύψουν τα λειτουργικά τους έξοδα κατά τη διάρκεια της κρίσης, είτε πρόκειται για μεγάλες επιχειρήσεις είτε για ακόμη μικρότερες επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενους επιχειρηματίες.
Αρκετές κυβερνήσεις έχουν ήδη εισαγάγει ευπρόσδεκτα μέτρα για τη διοχέτευση της ρευστότητας στις επιχειρήσεις που αγωνίζονται.
Ωστόσο, χρειάζεται μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση.
Ενώ διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες έχουν διαφορετικές οικονομικές και βιομηχανικές δομές, ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος για να φτάσουμε αμέσως σε κάθε πρόβλημα της οικονομίας είναι να κινητοποιήσουμε πλήρως το σύνολο των χρηματοπιστωτικών συστημάτων τους: αγορές ομολόγων, κυρίως για μεγάλες επιχειρήσεις, τραπεζικά συστήματα και σε ορισμένες χώρες, σύστημα για όλους τους άλλους.
Και πρέπει να γίνει αμέσως, αποφεύγοντας τις γραφειοκρατικές καθυστερήσεις.
Ειδικότερα, οι τράπεζες επεκτείνονται σε ολόκληρη την οικονομία και μπορούν να δημιουργήσουν χρήματα άμεσα επιτρέποντας το άνοιγμα πιστωτικών διευκολύνσεων.
Οι τράπεζες πρέπει να δανείζουν γρήγορα κεφάλαια με μηδενικό κόστος εταιρείες που είναι έτοιμες να διασώσουν θέσεις εργασίας.
Το κεφάλαιο που χρειάζονται για την εκτέλεση αυτού του καθήκοντος πρέπει να παρέχεται από την κυβέρνηση με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων.
Επιπλέον, το κόστος αυτών των εγγυήσεων δεν θα πρέπει να βασίζεται στον πιστωτικό κίνδυνο της εταιρείας που τις λαμβάνει, αλλά θα πρέπει να είναι μηδενικό, ανεξάρτητα από το κόστος χρηματοδότησης της κυβέρνησης που τις εκδίδει.
Οι εταιρείες, ωστόσο, δεν θα βασίζονται στη στήριξη της ρευστότητας απλά επειδή ο δανεισμός είναι φθηνός.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, για παράδειγμα, οι επιχειρήσεις με ανεκτέλεστες παραγγελίες, οι ζημίες τους μπορεί να είναι ανακτήσιμες και στη συνέχεια θα αποπληρώσουν το χρέος.
Σε άλλους τομείς, αυτό πιθανότατα δεν θα συμβεί.
Τέτοιες εταιρείες ενδέχεται να εξακολουθούν να είναι σε θέση να απορροφήσουν αυτήν την κρίση για σύντομο χρονικό διάστημα και να αυξήσουν το χρέος για να διατηρήσουν το προσωπικό τους. Ωστόσο, οι συσσωρευμένες ζημίες τους ενδέχεται να επηρεάσουν την ικανότητά τους να επενδύσουν στη συνέχεια.
Και, αν η επιδημία του ιού και οι σχετιζόμενες καραντίνες διαρκέσουν, θα μπορούσαν να παραμείνουν ρεαλιστικά στην επιχείρηση μόνο εάν τελικά διαγραφεί το χρέος που αυξήθηκε για να κρατηθούν οι εργαζόμενοι εκείνη τη στιγμή.
Είτε οι κυβερνήσεις αποζημιώνουν τους δανειολήπτες για τις δαπάνες τους, είτε αυτοί οι δανειολήπτες θα αποτύχουν και η εγγύηση θα καταπέσεις εις βάρος της κυβέρνησης.
Εάν ο ηθικός κίνδυνος μπορεί να περιοριστεί, η πρώτη περίπτωση είναι καλύτερη για την οικονομία.
Η δεύτερη διαδρομή είναι πιθανό να είναι λιγότερο δαπανηρή για τον προϋπολογισμό.
Και οι δύο περιπτώσεις θα οδηγήσουν τις κυβερνήσεις να απορροφήσουν μεγάλο μέρος της απώλειας εισοδήματος που προκαλείται από το κλείσιμο των οικονομιών, εάν θέλουμε να προστατεύσουμε τις θέσεις εργασίας.
Τα επίπεδα του δημόσιου χρέους θα αυξηθούν.
 Αλλά η εναλλακτική λύση - μόνιμη καταστροφή της παραγωγικής ικανότητας και κατά συνέπεια της φορολογικής βάσης - θα ήταν πολύ πιο επιζήμια για την οικονομία.
Πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι δεδομένου του σημερινού και πιθανού μελλοντικού επιπέδου των επιτοκίων, μια αύξηση του δημόσιου χρέους δεν θα αυξήσει το κόστος εξυπηρέτησης του.
Από ορισμένες απόψεις, η Ευρώπη είναι καλά εξοπλισμένη για να αντιμετωπίσει αυτό το εξαιρετικό σοκ.
Έχει μια ισχυρή χρηματοπιστωτική δομή ικανή να διοχετεύει κεφάλαια σε κάθε τμήμα της οικονομίας.
Έχει έναν ισχυρό δημόσιο τομέα ικανό να συντονίσει δράσεις πολιτικής.
Η ταχύτητα είναι απολύτως απαραίτητη για την αποτελεσματικότητα.
Αντιμέτωπη με απρόβλεπτες περιστάσεις, η αλλαγή νοοτροπίας είναι απαραίτητη σε αυτή την κρίση όπως θα ήταν σε περιόδους πολέμου.
Η μνήμη των παθών των Ευρωπαίων στη δεκαετία του 1920 είναι αρκετή.
Η ταχύτητα της υποβάθμισης των ιδιωτικών προυπολογισμών - που προκαλείται από το lockdown πρέπει να ισοσκελιστεί με την ίδια ταχύτητα στην ανάπτυξη των δημοσιονομικών ισολογισμών, στην κινητοποίηση των τραπεζών και ως Ευρωπαίοι, στην αλληλοϋποστήριξη για την επιδίωξη προφανώς του κορωνοιού.

https://bankingnews.gr/index.php?id=490369&fbclid=IwAR1j7Qu_TvOafDs8Im8KR_e_cGnPxPQBYVWQ2gBjbuwCxTH_mykdoDXdt5E


25/03/2020 




  ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ ΣΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ  

Ιδιοτέλεια και απληστία: Οι “εταίροι” μας οι Γερμανοί 
αποκαλύπτουν πάλι το πραγματικό τους πρόσωπο (25/3/2020)