Συγκρούσεις και συγκλίσεις Ινδίας-Κίνας.
Συγκρούσεις και συγκλίσεις Ινδίας-Κίνας.
Τα γεωπολιτικά παιχνίδια, και μάλιστα τα λιγότερο αναμενόμενα, εξετάζονται αρκετά συχνά στις σελίδες της «Le Monde diplomatique». Ο Christophe Jaffrelot, ειδικός στα θέματα της Ινδίας και της ευρύτερης περιοχής, έχει αναλύσει παλαιότερα τις σχέσεις Ινδίας - Κίνας σ’ ένα κείμενο από το αρχείο μας, αποσπάσματα του οποίου αναδημοσιεύουμε σήμερα.
Μέσα σε διάστημα μερικών μηνών η Ινδία και η Κίνα πέρασαν από την εγκαρδιότητα στην ψυχρότητα. Τον Δεκέμβριο του 2010, η επίσκεψη του Κινέζου πρωθυπουργού στο Νέο Δελχί σημαδεύτηκε από μια κάποια απόσταση: Στο κοινό ανακοινωθέν δεν γινόταν αναφορά σε «μία Κίνα», τη διατύπωση που χρησιμοποιείται συνήθως για να εκφραστεί η αναγνώριση της κινεζικής κυριαρχίας στο Θιβέτ και στην Ταϊβάν. Η παράλειψη αποτελούσε τα αντίποινα για την άρνηση της Κίνας να αναγνωρίσει το γεγονός ότι το Αρουνακάλ Πραντές και το Τζαμού και Κασμίρ αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της ινδικής επικράτειας. Αντίθετα, κατά την τρίτη διάσκεψη κορυφής της BRICS, το Πεκίνο και το Νέο Δελχί επέδειξαν ιδιαίτερη σύμπνοια για την υπεράσπιση των συμφερόντων των αναδυόμενων χωρών και την καταδίκη της επέμβασης στη Λιβύη, την οποία αποκάλεσαν «δυτική».
Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, ο Τζαϊράμ Ραμές, εξέχον μέλος της ινδικής κυβέρνησης και αρμόδιος για ζητήματα περιβάλλοντος, είχε επινοήσει την έννοια της «Κινδίας», γεγονός που ήταν ενδεικτικό μιας ορισμένης αναθέρμανσης των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Από την εποχή της ιστορικής επίσκεψης του Ρατζίβ Γκάντι στο Πεκίνο, το 1988, η ανάμνηση του πολέμου του 1962 στον οποίο ενεπλάκησαν οι δύο χώρες είχε αρχίσει να ξεθωριάζει και οι επίσημες επισκέψεις συνεχίστηκαν με αμείωτο ρυθμό, ενώ υπογράφηκαν και σημαντικές συμφωνίες, όπως η India-China Strategic and Cooperative Partnership for Peace and Prosperity (2005). Στο διπλωματικό πεδίο, η Ινδία διακήρυξε ξανά ότι το Θιβέτ ανήκει στην Κίνα -όπως εξάλλου είχε κάνει και το 1954-, ενώ η Κίνα είχε αναγνωρίσει ότι το Σικίμ, το οποίο είχε προσαρτήσει η Ινδία το 1974, αποτελούσε όντως τμήμα της επικράτειάς της. Στο οικονομικό πεδίο, οι εμπορικές ανταλλαγές γνώρισαν εκρηκτική άνοδο και το 2010 έφτασαν τα 61,7 δισ. δολάρια, έναντι μόλις 3 δισ. το 2000. Επιπλέον, η Κίνα έγινε ο πρώτος εμπορικός εταίρος της χώρας.
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι από το 1988 οι συνοριακές διαφορές αποτελούσαν αντικείμενο επίπονων μερικές φορές διαπραγματεύσεων, τα τελευταία χρόνια γνώρισαν έντονη αναζωπύρωση. Το 2009, το Πεκίνο επιχείρησε να μπλοκάρει δάνειο 2,9 δισ. δολαρίων της Ασιατικής Τράπεζας για την Ανάπτυξη προς την Ινδία, επειδή τμήμα του ποσού προοριζόταν για τη χρηματοδότηση ενός προγράμματος στο Αρουνακάλ Πραντές, στο οποίο το Πεκίνο δεν αναγνωρίζει την εθνική κυριαρχία της. Η Κίνα, η οποία, αντίθετα από την Ινδία, δεν αναγνώρισε ποτέ τη γραμμή Μακ Μάχον (η οποία καθορίστηκε το 1913, μετά από διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους Βρετανούς και στην τότε κυβέρνηση του Θιβέτ), θεωρεί ότι η περιοχή αποτελεί το «Νότιο Θιβέτ» και της ανήκει. Μάλιστα, το Πεκίνο επιδίωξε να αποτρέψει τον Ινδό πρωθυπουργό από το να επισκεφθεί το Αρουνακάλ Πραντές. Προφανώς, το ξαφνικό άγχος οφείλεται στο γεγονός ότι εκεί βρίσκεται το Ταβάνγκ, ένα θιβετιανό βουδιστικό μοναστήρι στο οποίο γεννήθηκε ο έκτος Δαλάι Λάμα. Φαίνεται ότι οι Κινέζοι φοβούνται μήπως ο διάδοχος του σημερινού θρησκευτικού ηγέτη προέλθει από το συγκεκριμένο μοναστήρι.
Οι τριβές εντάσσονται στο πλαίσιο της αναζωπύρωσης των εντάσεων ανάμεσα στην Ινδία και στο Πακιστάν μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις των οπαδών της τζιχάντ στη Βομβάη, τον Νοέμβριο του 2008. Η αμέριστη υποστήριξη που παρέχει η Κίνα στο Ισλαμαμπάντ δεν παύει να ανησυχεί την Ινδία. Οι φόβοι της ενισχύονται από την κατασκευή του λιμένος Γκουαντάρ στην πακιστανική επαρχία του Βαλουχιστάν, από τα κοινά στρατιωτικά γυμνάσια των δύο χωρών, καθώς και από τη συμπαραγωγή των πρώτων μαχητικών αεροσκαφών JF-17, τον Νοέμβριο του 2009.
Η αντιπαλότητά τους έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία περιφερειακών συνασπισμών. Στην Κίνα πρόσκεινται το Πακιστάν, η Βιρμανία (Μιανμάρ) και η Σρι Λάνκα. Το Πεκίνο επιχειρεί επίσης να προσεγγίσει και χώρες με τις οποίες η Ινδία θα επιθυμούσε να διατηρήσει ή να αναπτύξει καλές σχέσεις (Ιράν, Νεπάλ, Μπαγκλαντές). Από την πλευρά του, το Νέο Δελχί προσπαθεί να εκμεταλλευθεί τις ανησυχίες που προκαλεί η ισχύς της Κίνας σε διάφορες χώρες, από το Βιετνάμ ώς τη Σιγκαπούρη και την Ιαπωνία αλλά και τις ΗΠΑ.
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο στην διεύθυνση
Monde Diplomatique
Επιμέλεια: Βασίλης Παπακριβόπουλος
16 Μαρτίου 2020