Όταν η πανδημία χτυπήσει τους πιο ευάλωτους. Οι αναπτυσσόμενες χώρες οδεύουν προς μια καταστροφή λόγω κορωνοϊού.

Προετοιμασίες για την ταφή ενός θύματος COVID-19 στην Abbottabad, 
στο Πακιστάν, τον Μάρτιο του 2020. Sultan Mehmood / Reuters

Όταν η πανδημία χτυπήσει τους πιο ευάλωτους.
Οι αναπτυσσόμενες χώρες οδεύουν προς μια καταστροφή 
λόγω κορωνοϊού.

  Αν οτιδήποτε που προσεγγίζει ετούτο που έχει χτυπήσει τα αναπτυγμένα έθνη του κόσμου πρόκειται να προσβάλλει φτωχότερα ή εμπόλεμα έθνη, τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να είναι συντριπτικά.

Φανταστείτε ότι σχεδόν όλα τα σχετικά με την συνεχιζόμενη ανταπόκριση των Ηνωμένων Πολιτειών στην COVID-19, την ασθένεια που προκαλείται από τον νέο κορωνοϊό, πηγαίνουν στραβά. Ότι οι ελλείψεις του τεστ κιτ εξακολουθούν να επιμένουν για μήνες. Ότι η χώρα αποτυγχάνει τελικά να ενισχύσει την χωρητικότητα των νοσοκομείων και των μονάδων εντατικής θεραπείας και να επεκτείνει την προσφορά προστατευτικών μασκών προσώπου, γαντιών και αναπνευστήρων. Ότι ένα ήδη πιεσμένο σύστημα υγείας αποδεικνύεται ανίκανο να ανιχνεύσει, να απομονώσει και να βάλει [τα κρούσματα] σε καραντίνα. Ότι οι απλοί πολίτες αποτυγχάνουν να απομονωθούν ο ένας από τον άλλο και ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις παραμένουν ανοικτές.

Τώρα, φανταστείτε τα όλα αυτά, απλώς μερικές τάξεις μεγέθους χειρότερα. Για πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, ένα τέτοιο σενάριο δεν είναι ζήτημα θεωρητικολογίας. Είναι ένα πιθανό μέλλον, αν όχι μια επικείμενη πραγματικότητα.

Η νέα πανδημία του κορωνοϊού άρχισε κυρίως σε ανεπτυγμένες χώρες, οι οποίες θεωρητικά είναι καλύτερα εξοπλισμένες για να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της -είτε είναι η Κίνα, η Νότια Κορέα, η Σιγκαπούρη ή η Ιταλία. Παρόλο που και αυτά τα έθνη αγωνίζονται να την αντιμετωπίσουν, απολαμβάνουν σχετική ευημερία, ισχυρούς θεσμούς και πολιτικά συστήματα, και αρκετά αποτελεσματικά υγειονομικά συστήματα σύμφωνα με τα παγκόσμια πρότυπα. Αν οτιδήποτε που προσεγγίζει ετούτο που έχει χτυπήσει τα έθνη αυτά πρόκειται να προσβάλλει φτωχότερα ή εμπόλεμα έθνη, τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να είναι συντριπτικά. Αυτή η στιγμή, δυστυχώς, μπορεί να μην είναι πολύ μακριά: Η Ινδία, το Πακιστάν, η Βραζιλία, η Βενεζουέλα, η Αργεντινή, η Νιγηρία και η Νότια Αφρική έχουν εκατοντάδες, μερικές φορές χιλιάδες, κρούσματα. Και όπως έδειξε η εμπειρία πολλών σημερινών καυτών σημείων COVID-19, μόνο μια μικρή απόσταση μπορεί να χωρίζει τις σταλαγματιές από τις πλημμύρες.

Ένας άνδρας στην κοινότητα Makoko στο Λάγος της Νιγηρίας, 
στις 9 Μαρτίου 2020. Temilade Adelaja / Reuters 

ΕΤΟΙΜΑΣΤΕΙΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΚΡΟΥΣΗ

Ως τώρα, δεν είναι σαφές σε ποιο βαθμό η ασθένεια έχει εξαπλωθεί στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, καθώς αυτές δεν ελέγχονται επί του παρόντος επαρκώς, αν όχι καθόλου, για την παρουσία του ιού. Ίσως πολλές από αυτές θα γλιτώσουν από μια μεγάλη επιδημία, παρόλο που δεν υπάρχει ακόμη αξιόπιστο επιστημονικό σκεπτικό για το γιατί αυτό μπορεί να συμβεί. Ο ιός μπορεί να είναι εξαιρετικά εποχικός και λιγότερο μεταδοτικός σε πιο υγρά, θερμότερα κλίματα, αλλά μέχρι στιγμής υπάρχουν λίγα στοιχεία για να υποστηριχθεί κάτι τέτοιο. Η εποχικότητα είναι χαρακτηριστικό των καθιερωμένων ιών, στους οποίους οι άνθρωποι είχαν την ευκαιρία να αναπτύξουν τουλάχιστον μερική ασυλία. Αυτό συμβαίνει επειδή σε ένα περιβάλλον όπου ο πληθυσμός είναι ήδη κάπως ανοσοποιημένος, οι μεταβολές της θερμοκρασίας και της υγρασίας είναι πολύ πιθανότερο να επηρεάσουν την ικανότητα του ιού να εξαπλωθεί. Αλλά στην περίπτωση του νέου κορωνοϊού, αυτή η μερική ανοσία εξακολουθεί να λείπει εξ ολοκλήρου. Η Σιγκαπούρη, παρά το σταθερά θερμότερο και πιο υγρό κλίμα της, ήταν μια από τις πρώτες χώρες που επηρεάστηκαν. Οποιαδήποτε επίδραση μπορεί να έχει ο καιρός στον κορωνοϊό πιθανόν να είναι μέτρια στην καλύτερη περίπτωση, καθυστερώντας την καταστροφή αντί να την αποτρέψει.

Οι γνωστοί παράγοντες κινδύνου COVID-19, όπως η παχυσαρκία, οι καρδιαγγειακές παθήσεις ή η υπέρταση, επικρατούν περισσότερο στις χώρες υψηλού εισοδήματος. Οι ηλικιωμένοι πληθυσμοί είναι επίσης πιο πιθανό να υποφέρουν από τις χειρότερες συνέπειες της νόσου, ενώ πολλές αναπτυσσόμενες χώρες κλίνουν προς τους νεότερους [πληθυσμούς]. Μαζί, αυτά τα δεδομένα θα μπορούσαν να σημαίνουν ότι ο ιός θα χτυπήσει λιγότερο σκληρά τις χώρες με χαμηλότερα εισοδήματα. Πάντως, κάθε πιθανό όφελος θα είναι μικρό: Η παχυσαρκία και οι καρδιαγγειακές παθήσεις εξακολουθούν να είναι διαδεδομένες στις φτωχότερες χώρες, οι πληθυσμοί των οποίων πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουν ορισμένα άλλα προβλήματα υγείας και περιβαλλοντικές συνθήκες που επιδεινώνουν την θνησιμότητα του ιού, από τον χρόνιο υποσιτισμό μέχρι τον ιό HIV/AIDS, την φυματίωση, το κάπνισμα, και την κακή ποιότητα του αέρα. Και ακόμη και οι νεαροί διατρέχουν κάποιο κίνδυνο: Η [ασθένεια] COVID-19 μπορεί να είναι θανατηφόρα σε άτομα στην ηλικία των 20, ειδικά όταν λείπει επείγουσα ιατρική περίθαλψη.

Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η COVID-19 θα πλήξει σχεδόν σίγουρα τις αναπτυσσόμενες χώρες. Οι τρέχοντες χαμηλοί αριθμοί οφείλονται είτε σε έλλειψη ανίχνευσης είτε σε χρονική υστέρηση μεταξύ του πότε πρωτο-εξαπλώθηκε ο ιός και του πότε άρχισε να εκδηλώνεται. Όταν θα χτυπήσει όντως, θα το κάνει με εκδικητικότητα, καθώς αυτές οι χώρες συνδυάζουν όλους τους πιο ισχυρούς παράγοντες κινδύνου. Οι βασικές τους υγειονομικές υποδομές είναι ανεπαρκείς. Έχουν συχνά έλλειψη καθαρού τρεχούμενου νερού. Έχουν επίσης υψηλή πυκνότητα πληθυσμού και δομές οικογενειακής συγκατοίκησης που θα εμποδίσουν την φυσική αποστασιοποίηση. Και όταν οι εργαζόμενοι εξαρτώνται εξ ολοκλήρου από τον μισθό τους για να επιβιώσουν και η κυβέρνηση δεν μπορεί να αντέξει να καλύψει την διαφορά, το κόστος του κλεισίματος των επιχειρήσεων γίνεται αδιανόητο. Όπως επισήμανε ο πρωθυπουργός της Αιθιοπίας, Abiy Ahmed [1], στους Financial Times, ακόμη και μια σύντομη διακοπή της φύτευσης ή της συγκομιδής θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες για τον εφοδιασμό της χώρας του με τρόφιμα. Όλα αυτά αναπόφευκτα θα ενισχυθούν από την δραματική παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση που αναμένεται και η οποία θα πλήξει τα πιο εύθραυστα κράτη, και θα βλάψει περαιτέρω τις αντοχές τους.

Εν ολίγοις, οι χώρες που είναι λιγότερο ικανές να επιβάλουν την φυσική αποστασιοποίηση και να επιτύχουν τον εντοπισμό των επαφών, τείνουν επίσης να έχουν τα πλέον υπερβολικά πιεσμένα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και τις πιο επισφαλείς οικονομίες. Μια μεγάλη εστία COVID-19 σε οποιαδήποτε από αυτές τις χώρες θα μπορούσε να οδηγήσει σε έναν σχεδόν αμέτρητο αριθμό νεκρών. Οι εκτιμήσεις [2] στις Ηνωμένες Πολιτείες υποδηλώνουν ότι περίπου το 5% με 10% των ασθενών με COVID-19 απαιτούν νοσηλεία σε μονάδες εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ). Στις πιο φτωχές χώρες, οι οξείες ελλείψεις των κλινών ΜΕΘ προκύπτουν ακόμη και υπό κανονικές συνθήκες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν περίπου 33 κρεβάτια ΜΕΘ ανά 100.000 άτομα. Ο αριθμός αυτός πέφτει στα περίπου δύο στην Ινδία, στο Πακιστάν και στο Μπαγκλαντές. Στην υποσαχάρια Αφρική, η κατάσταση είναι ακόμη πιο φρικτή: Η Ζάμπια έχει 0,6 κρεβάτια ΜΕΘ ανά 100.000. Η Γκάμπια έχει 0,4˙ και η Ουγκάντα έχει 0,1. Εάν η πανδημία χτυπήσει αυτές τις χώρες ή οποιεσδήποτε άλλες όπως αυτές, σίγουρα θα αντιμετωπίσουν μια ξαφνική αύξηση των κρουσμάτων που θα κατακλύσουν τα συστήματα υγείας τους. Ως αποτέλεσμα, το ποσοστό θνησιμότητας από COVID-19, το οποίο στα πλουσιότερα κράτη υπολογίζεται σήμερα μεταξύ 0,25 και 3% [3], θα μπορούσε να είναι πολύ υψηλότερο στις φτωχότερες χώρες. Επειδή τα υπερπιεσμένα νοσοκομεία δεν θα είναι σε θέση να φροντίσουν άτομα με άλλες πιθανώς θεραπευόμενες ιατρικές παθήσεις, το συνολικό ποσοστό θνησιμότητας θα είναι ακόμη υψηλότερο.

Κάνετε τους λογαριασμούς: Αν δεν αλλάξει τίποτα, η προοπτική εκατομμυρίων θανάτων είναι μακράν του να είναι μη ρεαλιστική. 

ΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ

Τι πρέπει να γίνει; Οι κυβερνήσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες θα πρέπει, φυσικά, να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να επιβάλουν την φυσική αποστασιοποίηση, να ενισχύσουν τις δυνατότητές τους για τεστ [για τον ιό] και για εντοπισμό των επαφών [μεταξύ μολυνθέντων και άλλων], να απομονώσουν τους πιο ευάλωτους πολίτες τους, και να μετακινήσουν τις δημοσιονομικές τους προτεραιότητες προς την δημόσια υγεία. Αλλά σε πολλά μέρη, αυτές οι παρεμβάσεις θα είναι δύσκολο να εφαρμοστούν και πηγαίνουν μόνο μέχρι ενός σημείου. Τελικά, μεγάλο μέρος της αντίδρασης θα πρέπει να προέρχεται από το εξωτερικό -από τα πλουσιότερα κράτη, τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς θεσμούς και την παγκόσμια κοινότητα υγείας.

Το πρώτο βήμα είναι να γίνει αντιληπτό το πλήρες μέγεθος της επικείμενης κρίσης και όχι απλώς να ελπίζεται το καλύτερο, μόνο και μόνο επειδή το χειρότερο δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί. Μερικά άμεσα βήματα θα βοηθούσαν: Διεθνείς οργανισμοί ή μεμονωμένα κράτη θα πρέπει να παρέχουν επειγόντως κονδύλια ώστε οι αναπτυσσόμενες χώρες να μπορούν να παράγουν ή να αγοράζουν ιατρικά εφόδια. Δημοσιονομική στήριξη και ελάφρυνση χρέους θα μπορούσαν να απελευθερώσουν άλλους πόρους. Ο ΟΗΕ έχει ήδη εκδώσει έκκληση ύψους 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων [4] για την καταπολέμηση της πανδημίας. Είναι μια αρχή, αλλά μια αρχή που μόλις ξύνει την επιφάνεια της ανάγκης.

Οποιοσδήποτε διαθέσιμος πόρος θα πρέπει να δαπανηθεί με σύνεση. Η αύξηση των προμηθειών εξοπλισμού ατομικής προστασίας για την προστασία των εργαζομένων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης έχει νόημα. Αντίθετα, η προσπάθεια να ενισχυθούν ουσιαστικά οι υπάρχουσες δυνατότητες των ΜΕΘ -π.χ. με την παροχή αναπνευστήρων- θα ήταν πιθανώς εσφαλμένη. Δεδομένου του μεγέθους της πρόκλησης, η προτεραιότητα θα πρέπει να είναι να διασφαλιστεί ότι οι φτωχότερες χώρες μπορούν να εντοπίζουν τα άτομα που έχουν μολυνθεί και τους ανθρώπους που έχουν έρθει σε επαφή μαζί τους και να εξασφαλίζουν ότι τα άτομα με σχετικά ήπια συμπτώματα μπορούν να διαγνωσθούν σε κέντρα ελέγχου ή, ιδανικά, στο σπίτι τους αντί να αναζητούν νοσοκομειακή φροντίδα. Αυτή η στρατηγική είναι ο καλύτερος τρόπος για να μετριαστεί η πίεση στα ήδη πιεσμένα συστήματα υγείας και να σωθούν ζωές. Για την εφαρμογή της στρατηγικής αυτής, οι εταιρείες βιοτεχνολογίας, οι μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, και οι διεθνείς οργανώσεις υγείας πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους για την ανάπτυξη και την διανομή χαμηλού κόστους εργαλείων για τεστ.

Περαιτέρω στην πορεία, εάν οι ερευνητές κατορθώσουν να επαναχρησιμοποιήσουν ή να αναπτύξουν ένα φάρμακο που να μπορεί να μειώσει την σοβαρότητα της νόσου και να την καταστήσει λιγότερο θανατηφόρα, τα πλουσιότερα κράτη πρέπει να ξεφύγουν από τα τυπικά: Αντί να δώσουν προτεραιότητα στους πολίτες τους, οφείλουν ταυτόχρονα να προμηθεύουν έθνη χαμηλού και μέσου εισοδήματος. Το ίδιο ισχύει και για κάθε μελλοντικό εμβόλιο, το οποίο σε ένα βέλτιστο σενάριο θα είναι διαθέσιμο σε 12 έως 18 μήνες από τώρα. Επειδή η φυσική απομόνωση και η καραντίνα -τα μόνα εναλλακτικά μέτρα που υπάρχουν σήμερα για τον έλεγχο του ιού- είναι πιο δύσκολο να εφαρμοστούν στις περισσότερες πιο φτωχές χώρες, η παγκόσμια πρόσβαση σε οποιαδήποτε αποτελεσματική θεραπεία ή εμβόλιο θα πρέπει να θεωρείται προτεραιότητα, κι όχι να αντιμετωπίζεται ως μια δεύτερη σκέψη. Μόλις τελειώσει η απειλή που θέτει η COVID-19, οι αναπτυσσόμενες χώρες θα χρειαστούν και πάλι μαζική βοήθεια -αυτή την φορά για να βοηθήσουν στην ανοικοδόμηση των οικονομιών τους και να διασφαλίσουν ότι θα είναι καλύτερα προετοιμασμένες για την επόμενη πανδημία.

ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΕΞΑΠΛΩΣΗΣ

Το να δοθεί προσοχή στην δυσχερή κατάσταση των φτωχότερων κρατών αναμφισβήτητα θα πουληθεί [πολιτικά] δύσκολα σε μια εποχή που όλες οι χώρες, τόσο οι πλούσιες όσο και οι φτωχές, αντιμετωπίζουν την πανδημία και την οικονομική καταστροφή που βρίσκεται στο πέρασμά της. Η κοινή γνώμη θα αντισταθεί στο να δαπανηθούν πόροι στο εξωτερικό, όταν χρειάζονται τόσα πολλά εγχωρίως.

Αν όμως οι ανθρωπιστικοί λόγοι δεν αρκούν για να δικαιολογηθεί αυτή η υπόθεση, θα πρέπει να το κάνουν πιο πρακτικοί [λόγοι]. Μια πανδημία που δεν γνωρίζει σύνορα θα έχει επιπλοκές που επίσης τα αγνοούν [τα σύνορα]. Όσο αποτελεσματικά κι αν μπορεί να είναι τα κλεισίματα των συνόρων, δεν θα περιορίσουν ποτέ πλήρως τον ιό -αναπόφευκτα θα υπάρχει διαρροή, επιτρέποντας στον ιό να επιστρέψει σε περιοχές όπου είχε εξαλειφθεί. Η κατανίκηση της COVID-19 μόνο σε ορισμένες τοποθεσίες, θα παραμείνει μια βραχύβια επιτυχία εάν η ασθένεια δεν καταστραφεί παντού.

Ακόμα και εκτός του ιατρικού χώρου, είναι πιθανό να υπάρξουν φαινόμενα εξάπλωσης. Πολλές αναπτυσσόμενες χώρες θα μπορούσαν να υποστούν μαζικούς θανάτου, οικονομικές καταστροφές, και απογείωση της ανεργίας και της φτώχειας. Οι προκύπτουσες κοινωνικές αναταραχές θα μπορούσαν να λάβουν πολλές μορφές, από την βίαιη ενδοκρατική σύγκρουση έως τις μαζικές ροές προσφύγων, την αύξηση του οργανωμένου εγκλήματος, ή τις τρομοκρατικές ομάδες οι οποίες θα επωφεληθούν από το χάος που θα επεκτείνεται- το καθένα από τα οποία θα μπορούσε τελικά να επηρεάσει την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Μια κρίση επικών διαστάσεων ίσως να βρίσκεται μπροστά ή ίσως ήδη να σιγοκαίει, αόρατη αλλά όχι λιγότερο ισχυρή. Για τα πλουσιότερα έθνη, το να βοηθήσουν τον αναπτυσσόμενο κόσμο να αντιμετωπίσει τόσο τον άμεσο αντίκτυπο της [ασθένειας] COVID-19 όσο και το μακροπρόθεσμο κόστος της δεν είναι απλώς μια πράξη ανθρωπιστικού αλτρουισμού. Είναι μια ιδιοτελής και επείγουσα ανάγκη.

Στα αγγλικά: 

Σύνδεσμοι:

Robert Malley και Richard Malley 

Ο ROBERT MALLEY είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του International Crisis Group και διετέλεσε Συντονιστής του Λευκού Οίκου για τη Μέση Ανατολή, την Βόρεια Αφρική και τις χώρες του Κόλπου από το 2015 έως το 2017.Ο RICHARD MALLEY είναι γιατρός λοιμωδών νόσων στο Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης και καθηγητής Παιδιατρικής στη Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ.


1/4/2020