Ο Θουκυδίδης και η έναρξη του πελοποννησιακού πολέμου.
Ο Θουκυδίδης και η έναρξη του πελοποννησιακού πολέμου.
Τα γεγονότα που αποτέλεσαν την απαρχή του πελοποννησιακού πολέμου αφορούν τη διεκδίκηση της Επιδάμνου ανάμεσα στους Κερκυραίους και τους Κορίνθιους: «Η Επίδαμνος είναι μια πόλη η οποία βρίσκεται στα δεξιά εκείνου που μπαίνει στην κόλπο του Ιονίου και κοντά της κατοικούν οι βάρβαροι Ταυλάντιοι, φύλλο ιλλυρικό. Την πόλη την είχαν ιδρύσει ως αποικία τους οι Κερκυραίοι, αρχηγός όμως της αποικίας ήταν ο Κορίνθιος Φαλίος του Ερατοκλείδη, απόγονος του Ηρακλή, τον οποίο είχαν προσκαλέσει από τη μητρόπολη, σύμφωνα με την παλιά συνήθεια, για να ηγηθεί των αποίκων. Στον αποικισμό πήραν μέρος και μερικοί Κορίνθιοι κι άλλοι Δωριείς». (Βιβλίο πρώτο, παράγραφος 24).
Βρισκόμαστε μπροστά στην ίδρυση μιας νέας αποικίας που στελεχώνεται κυρίως από Κερκυραίους, αλλά την ηγεσία ασκεί Κορίνθιος, αφού οι πατροπαράδοτοι νόμοι ορίζουν ότι κάθε αποικία οφείλει να τιμά την μητρόπολη και η Κέρκυρα ήταν αποικία των Κορινθίων. Μ’ άλλα λόγια μια αποικία (η Κέρκυρα) ιδρύει μια νέα αποικία (την Επίδαμνο) πράγμα που σημαίνει ότι η τελική αφετηρία όλων είναι η Κόρινθος: «Με τον καιρό η Επίδαμνος έγινε πόλη μεγάλη και πολυάνθρωπη. Ύστερα όμως από εμφύλιες διαμάχες που κράτησαν, όπως λέγεται, πολλά χρόνια, κάποιος πόλεμος με τους γειτονικούς βαρβάρους έφερε σε παρακμή την Επίδαμνο και τη στέρησε από το μεγαλύτερο μέρος της δύναμής της. Τέλος, λίγα χρόνια πριν αρχίσει ο πόλεμος που εξιστορώ, οι δημοκρατικοί της Επιδάμνου έδιωξαν τους ολιγαρχικούς, οι οποίοι ενώθηκαν με τους βαρβάρους κι έκαναν ληστρικές επιδρομές εναντίον των κατοίκων της πόλης κι από στεριά κι από θάλασσα. Οι Επιδάμνιοι, επειδή βρέθηκαν σε δύσκολη θέση, έστειλαν πρέσβεις στην Κέρκυρα, που ήταν μητρόπολή τους, ζητώντας να μην βλέπει αδιάφορη την καθημερινή φθορά τους, αλλά να βοηθήσει να συμβιβαστούν με τους εξόριστους ολιγαρχικούς και να κλειστεί ειρήνη με τους βαρβάρους». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 24).
Ο Φειδίας επιδεικνύει τα έργα στον Παρθενώνα στους φίλους του,
έργο του Λώρενς Άλμα-Ταντέμα, λάδι σε καμβά, 1868
Το ότι η φυσική μητρόπολη της Επιδάμνου ήταν ουσιαστικά η Κέρκυρα δεν επιβεβαιώνεται μόνο από τα λόγια του Θουκυδίδη, αλλά και από την προτεραιότητα που της έδειξαν οι Επιδάμνιοι για βοήθεια. Η γεωγραφική θέση, η προτίμηση προς τη δημοκρατία, αλλά και οι ίδιες οι καταβολές του πληθυσμού της Επιδάμνου καθιστούν σαφές ότι η Κέρκυρα είχε τον πρώτο λόγο. Οι Κερκυραίοι όμως αρνήθηκαν τη βοήθεια κι έστειλαν πίσω τους πρέσβεις άπρακτους. Τα αίτια της άρνησης δεν ξεκαθαρίζονται. Το σίγουρο είναι ότι οι Επιδάμνιοι, μπροστά στο αδιέξοδο, θυμήθηκαν ξανά την Κόρινθο, ως πρωταρχική μητρόπολη, αφού ιδρυτής της πόλης ήταν Κορίνθιος. Έστειλαν μάλιστα και απεσταλμένους στο μαντείο των Δελφών προκειμένου να μάθουν τη γνώμη των θεών για το αν πρέπει να απευθυνθούν στην Κόρινθο. Όταν έλαβαν τη θετική απάντηση του μαντείου έστειλαν αμέσως πρέσβεις στην Κόρινθο: «Οι Κορίνθιοι υποσχέθηκαν να στείλουν βοήθεια, τόσο γιατί πίστευαν ότι ενεργούσαν σύμφωνα με το δίκιο – μια και θαρρούσαν πως η Επίδαμνος δεν ήταν λιγότερο δική τους αποικία απ’ ό,τι των Κερκυραίων – όσο και γιατί μισούσαν τους Κερκυραίους, επειδή, αν κι ήταν άποικοί τους, παραμελούσαν τις υποχρεώσεις τους απέναντί τους. Κι αλήθεια, ούτε στα κοινά πανηγύρια τους έδιναν τα συνηθισμένα δώρα ούτε στις θυσίες πρόσφερναν στην Κόρινθο τις απαρχές, όπως κάνουν οι άλλες αποικίες, αλλά τους περιφρονούσαν, επειδή κείνη την εποχή οι Κερκυραίοι, από άποψη πλούτου, βρίσκονταν στο ίδιο επίπεδο με τους πλουσιότερους Έλληνες κι από άποψη πολεμικής ετοιμασίας ήταν πολύ ισχυροί. Όσο για το ναυτικό, μερικές φορές καυχιόταν ότι είχαν μεγάλη υπεροχή, επειδή οι Φαίακες, που είχαν κατοικήσει την Κέρκυρα πριν απ’ αυτούς, ήταν ξακουστοί για τη ναυτική τους τέχνη. Γι’ αυτό και περισσότερο ετοίμαζαν το ναυτικό τους κι ήταν πολύ δυνατοί σ’ αυτό. Και πραγματικά, όταν άρχισε ο πόλεμος είχαν εκατόν είκοσι πολεμικά καράβια». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 25).
Ερείπια στη Σπάρτη
Οι Κορίνθιοι συγκέντρωσαν στρατό κι ενισχύθηκαν με φρουρά από Αμπρακιώτες και Λευκαδίτες: «Ως την Απολλωνία, που ήταν αποικία των Κορινθίων, πήγαν από στεριά, επειδή φοβήθηκαν μήπως οι Κερκυραίοι τους εμποδίσουν, αν πήγαιναν από θάλασσα». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 26). Η αναγνώριση από πλευράς Κορινθίων ότι οι Κερκυραίοι ενδεχομένως να επιχειρούσαν να τους εμποδίσουν, είναι η τοποθέτηση των γεγονότων στη σωστή τους βάση. Γιατί, σε τελική ανάλυση, εχθροί δεν ήταν ούτε οι βάρβαροι που απειλούσαν την Επίδαμνο, ούτε οι ολιγαρχικοί που εκδιώχτηκαν από την πόλη, ούτε οι δημοκρατικοί που επί της ουσίας ήταν στρατιωτικά ανίσχυροι. Βρισκόμαστε μπροστά στην πεμπτουσία της αποικιοκρατίας, που μόνο ως εξάρτηση μπορεί να ερμηνευτεί, δηλαδή ως καθαρά οικονομικό δεδομένο. Οι εσωτερικές συγκρούσεις και τα στρατιωτικά αδιέξοδα μιας αδύναμης πόλης αποτελούν την αφορμή της διαμεσολάβησης των ισχυρών που θα συγκρουστούν για την προσάρτησή της επικαλούμενοι το δίκιο και τους νόμους και τα όσια και τα ιερά κι οτιδήποτε άλλο. Γιατί οι Κερκυραίοι, αν και αρχικώς αδιάφοροι, όταν μαθαίνουν την επέμβαση των Κορινθίων, γίνονται έξαλλοι. Η μέχρι πρότινος άρνησή τους δεν έχει καμιά σημασία μπροστά στις ανεπιθύμητες εξελίξεις, αφού η αλαζονεία της δεδομένης κτήσης είναι η περιφρόνηση που γεννά ο εφησυχασμός και που μετατρέπεται σε θανάσιμο μίσος όταν κλονίζεται από αναπάντεχους ανταγωνιστές. Οι Κερκυραίοι υποτίμησαν το δράμα των Επιδάμνιων και προφανώς δεν θεώρησαν τους Ταυλάντιους σοβαρή απειλή για την κυριαρχία του τόπου. Με άλλα λόγια δεν υπήρχαν επαρκείς λόγοι για μπουν σε πολεμικές διαδικασίες. Ο προστάτης δεν είναι ποτέ πρόθυμος να μπει σε περιπέτειες. Ο προστάτης αναλαμβάνει δράση μόνο στην έσχατη περίπτωση, δηλαδή στην απειλή της κυριαρχικής απώλειας. Κι αυτό ακριβώς ήταν η μεσολάβηση των Κορινθίων. Οι Κερκυραίοι όφειλαν να δώσουν ένα σαφές μήνυμα ότι το ζήτημα της Επιδάμνου ήταν δικό τους – και μόνο δικό τους – κι ότι κανείς δεν είχε το δικαίωμα να παρεμβαίνει στις εσωτερικές τους υποθέσεις. Όταν οι Κορίνθιοι κατέλαβαν την Επίδαμνο κι εξόρισαν πολλούς «….οι Κερκυραίοι εκστρατεύσανε εναντίον τους με σαράντα καράβια, έχοντας μαζί τους, για να τους αποκαταστήσουν, τους εξόριστους και τους Ιλλυριούς ως συμμάχους. Στρατοπεδέψανε μπροστά στην πόλη και διαλάλησαν πως όσοι Επιδάμνιοι και ξένοι ήθελαν μπορούσαν να φύγουν απείραχτοι, αλλιώς θα είχαν μεταχείριση εχθρών. Το διαλάλημα δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, γι’ αυτό κι οι Κερκυραίοι άρχισαν την πολιορκία της πόλης, που είναι χτισμένη πάνω σε ισθμό». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 26). Τα νέα της πολιορκίας της Επιδάμνου έφεραν στην Κόρινθο μεγάλες στρατιωτικές προετοιμασίες: «Ζήτησαν οι Κορίνθιοι κι από τους Μεγαρίτες να τους συνοδέψουν με καράβια τους, μήπως κι οι Κερκυραίοι τους εμποδίσουν στο αρμένισμά τους. Οι Μεγαρίτες ετοιμάστηκαν να ξεκινήσουν μαζί τους με οχτώ καράβια κι οι Κεφαλλονίτες Παλείς με τέσσερα. Ζήτησαν επίσης βοήθεια από τους Επιδαυρίους, που τους έδωσαν πέντε καράβια, οι Ερμιονίτες τους έδωσαν δύο, οι Τροιζήνιοι επίσης δύο, οι Λευκαδίτες δέκα κι οι Αμπρακιώτες οχτώ. Απ’ τους Θηβαίους και τους Φλιασίους ζήτησαν χρήματα, κι απ’ τους Ηλείους χρήματα και καράβια χωρίς πληρώματα. Οι ίδιοι οι Κορίνθιοι ετοίμαζαν τριάντα καράβια και τρεις χιλιάδες οπλίτες». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 27). Μπροστά σ’ αυτή τη δύναμη οι Κερκυραίοι πρότειναν την αποφυγή του πολέμου και την καταφυγή σε δίκαιη διαιτησία. Οι Κορίνθιοι όμως κήρυξαν τον πόλεμο και στη ναυμαχία που έγινε νίκησαν οι Κερκυραίοι: «Ύστερα από τη ναυμαχία οι Κερκυραίοι στήσανε τρόπαιο στο ακρωτήριο της Κέρκυρας Λευκίμμη και σκότωσαν όλους όσους έπιασαν αιχμαλώτους εκτός από τους Κορινθίους, τους οποίους φυλάκισαν. Κατόπιν, όταν οι Κορίνθιοι και οι σύμμαχοί τους, νικημένοι, έφυγαν για τις πατρίδες τους, οι Κερκυραίοι κυριαρχούσαν στη θάλασσα όλης αυτής της περιοχής, αρμένισαν μάλιστα και στη Λευκάδα, αποικία των Κορινθίων, και κατάστρεψαν την ύπαιθρο. Έβαλαν επίσης φωτιά στην Κυλλήνη, το λιμάνι των Ηλείων, επειδή έδωσαν στους Κορινθίους καράβια και χρήματα». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 30).
Χάρτης που απεικονίζει την αθηναϊκή ηγεμονία το 431 π.Χ.,
την πρώτη χρονιά του Πελοποννησιακού πολέμου
«Για δυο ολόκληρα χρόνια ύστερα από τη ναυμαχία οι Κορίνθιοι, οργισμένοι από την εξέλιξη που είχε ο πόλεμος με τους Κερκυραίους, ναυπηγούσαν καράβια κι ετοίμαζαν μια πολύ δυνατή αρμάδα, στρατολογώντας κωπηλάτες, με την προσφορά καλής αμοιβής, τόσο από την Πελοπόννησο όσο κι από την υπόλοιπη Ελλάδα. Όταν οι Κερκυραίοι πληροφορήθηκαν τις ετοιμασίες αυτές φοβήθηκαν (γιατί δεν ήταν σύμμαχοι με καμιά ελληνική πόλη ούτε είχαν προσχωρήσει στην αθηναϊκή ή σπαρτιατική συμμαχία) κι αποφάσισαν να καταφύγουν στους Αθηναίους για να γίνουν σύμμαχοί τους και να προσπαθήσουν να ‘χουν κάποια βοήθεια απ’ αυτούς». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 31). Η καταφυγή των Κερκυραίων στην Αθήνα δεν είναι παρά το νομοτελειακό παιχνίδι της αποικιοκρατίας που αργά ή γρήγορα καταλήγει στα μεγάλα αφεντικά. Γιατί αποικιοκρατία χωρίς μεγάλα αφεντικά δεν νοείται ή – ακόμα καλύτερα – μεγάλα αφεντικά χωρίς αποικιοκρατία δεν υφίστανται. Γιατί ο πλούτος μετριέται με τις ζώνες επιρροής που ελέγχει ο καθένας, αφού μόνο έτσι εξασφαλίζονται και τα φορολογικά έσοδα και οι εμπορικοί δρόμοι και η στρατιωτική ενίσχυση.
Ο Περικλής εκμεταλλεύτηκε τη νίκη των ελληνικών δυνάμεων επί των Περσών και την άνοδο της ναυτικής δύναμης της Αθήνας προκειμένου να μετατρέψει τη Δηλιακή Συμμαχία σε «Αθηναϊκή Ηγεμονία», οδηγώντας την πόλη του στην μεγαλύτερη ακμή της ιστορίας της κατά την περίοδο των 14 συνεχόμενων ετών που εκλεγόταν στο αξίωμα του Στρατηγού.
Ο Περικλής εκμεταλλεύτηκε τη νίκη των ελληνικών δυνάμεων επί των Περσών και την άνοδο της ναυτικής δύναμης της Αθήνας προκειμένου να μετατρέψει τη Δηλιακή Συμμαχία σε «Αθηναϊκή Ηγεμονία», οδηγώντας την πόλη του στην μεγαλύτερη ακμή της ιστορίας της κατά την περίοδο των 14 συνεχόμενων ετών που εκλεγόταν στο αξίωμα του Στρατηγού.
Η Αθήνα δεν γνωρίζει μόνο τα οφέλη του ιμπεριαλισμού, αλλά και την καθωσπρέπει ορολογία. Οι υποτελείς ονομάζονται σύμμαχοι και τα χαράτσια εισφορά στη συμμαχία. Ο Ραφαηλίδης στην «Νεοελληνική Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας» γράφει για τον Περικλή: «Κυρίως τον κατηγορούν (τον Περικλή) και έχουν απόλυτο δίκιο αυτή τη φορά, για μετατροπή των εταίρων της Δηλιακής Συμμαχίας σε υπηκόους της άτυπης αθηναϊκής ναυτικής αυτοκρατορίας του Αιγαίου. Πράγματι, ο Περικλής δεν επιτρέπει σε κανένα σύμμαχο να πάψει να θέλει να είναι σύμμαχος». (σελ. 345). Υπό αυτούς τους όρους γίνεται αντιληπτό ότι ο πελοποννησιακός πόλεμος δεν ήταν ούτε συγκυρία, ούτε περιστασιακή σύγκρουση συμφερόντων, αλλά το τελικό (και αναπόφευκτο) ξεκαθάρισμα των λογαριασμών της ισχύος. Η αποικιοκρατία δεν μπορεί να εδραιωθεί εν ειρήνη, αφού, από θέση αρχής, δομείται από τη βία, ούτε μπορεί να έχει όρια, γιατί αν δεν εξαπλώνεται παρακμάζει. Για να το πούμε απλά, η διαρκής αποικιοκρατική ενίσχυση του ενός είναι μια μόνιμη απειλή για τους άλλους. Ο Θουκυδίδης το καθιστά σαφές από την αρχή: «Για να εξηγήσω τους λόγους που οδήγησαν στη διάλυση της ειρήνης, πρώτα πρώτα έγραψα για τις αιτίες των παραπόνων που είχε ο ένας εναντίον του άλλου και για τις διαφορές τους, ώστε να μην ψάχνει κανείς μελλοντικά να βρει γιατί έγινε ένας τόσο μεγάλος πόλεμος ανάμεσα στους Έλληνες. Η πιο αληθινή λοιπόν, αλλά και η λιγότερο ομολογούμενη αιτία ήταν, νομίζω, το γεγονός ότι η δύναμη των Αθηναίων γινόταν όλο και πιο μεγάλη, πράγμα που φόβισε τους Λακεδαιμονίους και τους ανάγκασε να πολεμήσουν». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 23). Οι Κερκυραίοι, βαθείς γνώστες του ιμπεριαλιστικού παιχνιδιού, όταν στέλνουν πρέσβεις στους Αθηναίους για να ζητήσουν βοήθεια μπαίνουν αμέσως στο ψητό: «Όσο για τον πόλεμο, στον οποίο εμείς θα μπορούσαμε να σας φανούμε χρήσιμοι, αν κανείς σας νομίζει πως τούτος δε θα γίνει, πλανιέται και δεν καταλαβαίνει πως οι Λακεδαιμόνιοι, επειδή σας φοβούνται, θέλουν τον πόλεμο, κι ότι οι Κορίνθιοι, που είναι εχθροί σας κι έχουν μεγάλη επιρροή πάνω τους, χτυπούν σήμερα εμάς για να επιτεθούν κατόπιν εναντίον σας». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 33). Και αφού έχουν τονίσει πόσο ισχυρό ναυτικό έχουν και πόσο χρήσιμο θα ήταν αυτό ως συμμαχική δύναμη των Αθηναίων συμπληρώνουν: «Γιατί η Κέρκυρα βρίσκεται σε πολύ κατάλληλη θέση για να πάει κανείς – αρμενίζοντας κοντά στις ακτές – στην Ιταλία και τη Σικελία, με συνέπεια να μπορεί και να εμποδίσει την αποστολή ναυτικού από τα μέρη αυτά στην Πελοπόννησο και να βοηθήσει στο να πάει στόλος από δω εκεί, και πολλά άλλα πλεονεκτήματα δίνει». (βιβλίο πρώτο, παράγραφος 36). Οι Αθηναίοι είναι αδύνατο να αρνηθούν τέτοια ευκαιρία. Εμπλέκονται στα γεγονότα προκαλώντας την οργή των Κορινθίων, που φυσικά στέλνουν πρέσβεις στο άλλο αφεντικό. Το χρονικό του πολέμου έχει μπει για τα καλά στο αυλάκι.
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ ΙΣΤΟΡΙΑ μετάφραση Α. Γεωργοπαπαδάκου
εκδόσεις «ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ – ΠΑΙΔΕΙΑ» Ά έκδοση 1985
Βασίλης Ραφαηλίδης «Νεοελληνική Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ του ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ Αθήνα 2010
http://en.wikipedia.org/wiki/Thucydides
Θανάσης Μπαντές
20/10/2023