Ανθρωπιστική κρίση στην Ινδία λόγω καραντίνας.
Ανθρωπιστική κρίση στην Ινδία λόγω καραντίνας.
Υπάρχει τουλάχιστον μία χώρα στην οποία τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας Covid-19 κινδυνεύουν να αφήσουν πίσω τους περισσότερους νεκρούς από τον ίδιο τον κορονοϊό. Και η χώρα αυτή έχει πληθυσμό 1,3 δισ. ανθρώπων.
Η κατάσταση που επικρατεί στην Ινδία αφότου η κυβέρνηση του Ναρέντρα Μόντι έθεσε τη χώρα σε καραντίνα 21 ημερών περιγράφεται ήδη ως "ανθρωπιστική κρίση”. Διότι το "μένουμε σπίτι” έχει πολύ διαφορετικό νόημα σε χώρες μεσαίου και άνω εισοδήματος απ' ό,τι σε χώρες όπου κυριαρχεί η άτυπη κατοίκηση και απασχόληση, η μαζική φτώχεια, η έλλειψη στοιχειωδών υποδομών. Και οι αυτονόητες συστάσεις για τακτικό πλύσιμο των χεριών ακούγονται ειρωνικά όταν σε μέρη του κόσμου σαν την Ινδία η ύδρευση είναι είδος πολυτελείας και αποτέλεσε εθνικό στόχο (με την Clean India Mission του 2014) η δημιουργία αποχωρητηρίων για τα εκατοντάδες εκατομμύρια των αγροτών που τα στερούνται.
Ο συνωστισμός στις τεράστιες παραγκουπόλεις του πλανήτη, ακυρώνει την ίδια την ιδέα της φυσικής αποστασιοποίησης, ενώ οι περιορισμοί στις μετακινήσεις μετατρέπονται, ελλείψει περισσότερο δομημένων καταστάσεων, σε καθολική απαγόρευση κυκλοφορίας υπό την επιτήρηση του στρατού.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της παραγκογειτονιάς Dharavi της Βομβάης, όπου, σύμφωνα με το CNN η πυκνότητα κατοίκησης είναι 30 φορές μεγαλύτερη από της Νέας Υόρκης, ενώ αντιστοιχεί μία τουαλέτα ανά 1.440 άτομα.
Επιπλέον, για τους κατοίκους τέτοιων περιοχών, οι οποίοι ζουν με το μεροκάματο που θα εξασφαλίσουν κάθε μέρα στον δρόμο, χωρίς τραπεζικούς λογαριασμούς και χωρίς κοινωφελείς υπηρεσίες ο περιορισμός φαντάζει καταδίκη σε λιμοκτονία.
Εξ ού και από το Σάββατο στην Ινδία ξεκίνησε μια μαζική έξοδος εκατομμυρίων εσωτερικών μεταναστών από τα αστικά κέντρα προς τα χωριά. Πρόκειται για τους ανθρώπους οι οποίοι αποτελούν τον κορμό της εργατικής δύναμης σε τομείς όπως οι κατασκευές, η εστίαση, οι διανομές, τα συνεργεία κ.ο.κ. - και ο συνολικός τους αριθμός ανά την Ινδία υπολογίζεται σε 74 έως 100 εκατομμύρια.
Αντίστοιχη μετακίνηση, μας θυμίζουν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, δεν έχει ζήσει η ινδική υποήπειρος από την διχοτόμηση της Βρετανικής Ινδίας το 1947 και την αιματηρή ανταλλαγή πληθυσμών που την ακολούθησε και έφερε 15 εκατομμύρια ανθρώπους να διασχίζουν τα σύνορα των νεοσύστατων κρατών της Ινδίας και του Πακιστάν. Περισσότερο ακριβή ιστορική αναλογία, όμως, θα αποτελούσε μάλλον η εκκένωση της Βομβάης από τον μισό πληθυσμό της κατά τις επιδημίες πανώλης του 1896 και ισπανικής γρίπης του 1918.
Με τις σιδηροδρομικές μεταφορές να έχουν διακοπεί, τα ταξί να είναι ακριβά και τα κατάμεστα λεωφορεία να μην επαρκούν για όλους, πολλοί από αυτούς τους εσωτερικούς μετανάστες (έως 600.000 κατά τους υπολογισμούς της ινδικής κυβέρνησης) πήραν με τα πόδια τον δρόμο της επιστροφής στις ιδιαίτερες πατρίδες τους – και ας απέχουν εκατοντάδες χιλιόμετρα.
Ήδη καταγράφονται νεκροί από την εξάντληση της πεζοπορίας ή από τροχαία δυστυχήματα, ενώ στα όρια των ομόσπονδων κρατιδίων της Ινδίας έχουν σημειωθεί συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής οι οποίες επιχειρούσαν να διαχειριστούν το πλήθος.
Και βέβαια το τι μπορεί να σημάνει αυτή η απελπισμένη μαζική μετακίνηση για την εξάπλωση στην ύπαιθρο του ίδιου του κορονοϊού, μπορεί ο οποιοσδήποτε να το φανταστεί. Πάντως οι εσωτερικοί μετανάστες πιθανότατα θα στριμωχτούν στα πατρικά τους σπίτια, μαζί με τους γέροντες γονείς.
Ματαίως ο επικεφαλής της κυβέρνησης του κρατιδίου του Δελχί Arvind Kejriwal ικέτευσε τους εσωτερικούς μετανάστες να μείνουν όπου βρίσκονται και να αποφύγουν τις μεγάλες συγκεντρώσεις (λ.χ. στους σταθμούς των λεωφορείων) υποσχόμενος ότι η πολιτεία θα αναλάβει την πληρωμή των ενοικίων τους και ανακοινώνοντας την ίδρυση 568 κέντρων διανομής τροφίμων ανά την ινδική πρωτεύουσα.
Περισσότερο συντεταγμένος, αλλά όχι λιγότερο εσπευσμένος, υπήρξε και ο επαναπατρισμός με ειδικές πτήσεις πολλών από τους Ινδούς οι οποίοι έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό και αποτελούν λ.χ. το κύριο εργατικό δυναμικό μοναρχιών του Περσικού Κόλπου.
Σε κάθε περίπτωση, η κεντρική κυβέρνηση του Ναρέντρα Μόντι αποδείχθηκε να μην έχει προβλέψει το ξέσπασμα αυτών των κυμάτων μαζικής μετακίνησης. Άλλωστε ο ακροδεξιός ινδουιστής Μόντι αρέσκεται σε επιδείξεις αποφασιστικότητας, όπως συνέβη όταν τo 2016 επιχείρησε, με καταστροφικά αποτελέσματα, να μετατρέψει την κατά βάση αγροτική Ινδία σε χώρα αποκλειστικά ψηφιακών συναλλαγών χωρίς μετρητά, αποσύροντας εν μία νυκτί τα χαρτονομίσματα που αντιστοιχούσαν στο 86% της όλης χρηματικής κυκλοφορίας.
Ως προς το καθαυτό υγιειονομικό μέτωπο, ίσως αποτελεί παρήγορο στοιχείο το ότι το δημογραφικό προφίλ της Ινδίας είναι αρκετά νεανικό (διάμεση ηλικία τα 28 έτη), με μικρότερη συχνότητα επιβαρύνσεων του ανεπτυγμένου κόσμου όπως η παχυσαρκία, τα καρδιαγγειακά νοσήματα κ.ο.κ. Από την άλλη πλευρά, οι υποδομές περίθαλψης εμφανίζουν μεγάλες ελλείψεις, Π.χ. οι κλίνες εντατικής θεραπείας στην Ινδία ανέρχονται σε 2 ανά 100.000 κατοίκους (έναντι 33 στις ΗΠΑ).
Στο οικονομικό μέτωπο, πάλι, η ύψους 22 δισ. δολαρίων δέσμη μέτρων ανακούφισης των πληττομένων που εξήγγειλε η κυβέρνηση Μόντι είναι βέβαιο ότι δεν θα επαρκέσει. Και εύχεται κανείς να μην διαταραχθεί στη συνέχεια η αγροτική συγκομιδή, οπότε η επισιτιστική κρίση θα λάβει εφιαλτικές διαστάσεις.
Του Κώστα Ράπτη
2/4/2020