«Case Study»: Γιατί δεν έχει η Ελλάδα βιομηχανία;

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 Sperwer A: Γιατί ΔΕΝ είναι εφικτή και αποδοτική
 για τον Ελληνικό Στρατό η αναβάθμιση.


 Η αγορά ελικοπτέρων στην Ελλάδα
 ως υπόδειγμα «σωστού προγραμματισμού»…

Το «κέις στάντι» που θα παρουσιάσουμε εν συντομία είναι τα ελικόπτερα γενικής χρήσης. Ελικόπτερα μεσαίων διαστάσεων και βάρους, που χρησιμοποιούνται σε πολλές εκδόσεις, με ποικίλο εξοπλισμό, για μία σειρά ρόλων, από τη μεταφορά στρατευμάτων, μέχρι τις αεροδιακομιδές. (ΣΗΜΕΙΩΣΗ DP: Επιμέρους σημεία ενστάσεων μπορεί να υπάρχουν, ο λόγος της αναδημοσίευσης είναι το κατά τη γνώμη μας ορθότατο κεντρικό επιχείρημα του ενδιαφέροντος άρθρου που ακολουθεί).

Τον χειμώνα που μας πέρασε η τουρκική βιομηχανία παρέδωσε το πρώτο από τα 109 ελικόπτερα τύπου Μπλακ Χωκ, της αμερικανικής εταιρείας Σικόρσκι, που κατασκευάζονται κατόπιν αδείας στη γείτονα. Τα ελικόπτερα προορίζονται για τον Τουρκικό Στρατό, την Αεροπορία, αλλά και την Υπηρεσία Δασών. Στην κατασκευή τους εμπλέκονται μια σειρά εταιρειών με μικρό ή μεγάλο υποκατασκευαστικό έργο. Η Τουρκία διαθέτει ήδη παλαιότερες εκδόσεις του ελικοπτέρου, σε χρήση από τον Στρατό, τη Χωροφυλακή και το Ναυτικό.

Η εμπειρία που αποκτήθηκε από τις αγορές αυτές, οδήγησε την Τουρκία στο επόμενο βήμα: Την ανάπτυξη ενός «εγχώριου» ελικοπτέρου, σε ιταλικά σχέδια και με αμερικανικούς κινητήρες. Το ελαφρύ ελικόπτερο «Γκοκμπέι» βρίσκεται στο στάδιο ανάπτυξης: πέρυσι πέταξε το πρωτότυπο και οι δημιουργοί του ελπίζουν να αρχίσουν τη μαζική παραγωγή το 2021.

Ποια είναι η αντίστοιχη κατάσταση στην Ελλάδα; Στις δεκαετίες του 1990 και 2000 αγοράστηκαν αρκετά ελικόπτερα, για τις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων και των υπόλοιπων υπηρεσιών.

Πρώτο το Πολεμικό Ναυτικό ξεκίνησε από τη δεκαετία του ’90 την προμήθεια 11 αμερικανικών ελικοπτέρων S-70 (ναυτική έκδοση του ΜπλακΧοκ), σε δύο παραγγελίες. Στη συνέχεια, η Πολεμική Αεροπορία προμηθεύτηκε 12 γαλλικά ελικόπτερα Σούπερ Πούμα για αποστολές έρευνας και διάσωσης. Ο Ελληνικός Στρατός, από την άλλη προτίμησε το ελικόπτερο ΝΗ-90 της ευρωπαϊκής κοινοπραξίας NHI Industries. Το 2003 αγοράστηκαν 20 ελικόπτερα με κόστος 700 εκατομμύρια ευρώ.

Το Λιμενικό Σώμα στράφηκε στα γαλλικά AS Ντώφιν, αγοράζοντας το 2003 έξι ελικόπτερα αντί 50.000.000 ευρώ. Ελικόπτερα αγόρασε και το Πυροσβεστικό Σώμα: δύο τύπου Σούπερ Πούμα και 3 τύπου BK-117. Το ΕΚΑΒ, από την άλλη, προτίμησε ελαφρύτερα ελικόπτερα και απέκτησε, το 2000, 5 ιταλικά Aγκούστα 109. Τέλος, η Ελληνική Αστυνομία διαθέτει 5 ελαφρά ελικόπτερα, τα τρία τύπου BO-105 και τα δύο τύπου EC-135.

Συνοψίζοντας, βλέπουμε ότι η Ελλάδα, μέσα σε δύο δεκαετίες, αγόρασε από το εξωτερικό 64 ελικόπτερα, 8 (!) διαφορετικών τύπων. Τα καταφέραμε έτσι, ώστε κάθε κλάδος των Ενόπλων Δυνάμεων και κάθε δημόσια υπηρεσία να διαθέτει ξεχωριστό τύπο ελικοπτέρου, διαφορετικό από όλους τους άλλους!


Όπως είναι προφανές, οι αποσπασματικές παραγγελίες λίγων μόνο κομματιών, έχουν αυξημένο κόστος και δεν προσφέρουν υποκατασκευαστικό έργο στην εγχώρια βιομηχανία. Η πολυτυπία είναι για χουβαρντάδες. Το πρόγραμμα των NH του στρατού, π.χ., προέβλεπε την αγορά 34 ελικοπτέρων, αλλά τελικώς έμεινε στα 20, λόγω έλλειψης κονδυλίων.

Δεν προκαλεί εντύπωση, βέβαια, καθώς, εκτός των άλλων, τα ελικόπτερα αγοράστηκαν όχι με διεθνή διαγωνισμό, αλλά με απευθείας ανάθεση, αυξάνοντας το κόστος εκάστου στα 28 εκατομμύρια (ενώ οι Φινλανδοί αγόρασαν τον ίδιο αριθμό ελικοπτέρων προς 20 εκατομμύρια έκαστο).

Αλλά τα προβλήματα δεν σταματούν εκεί. Κάθε τύπος ελικοπτέρου απαιτεί προφανώς ξεχωριστή διοικητική μέριμνα, διαφορετική σύμβαση υποστήριξης, διαφορετικά ανταλλακτικά, διαφορετική εκπαίδευση πιλότων και μηχανικών κ.λπ. κ.λπ… Η πολυτυπία κόστισε χρήματα στους φορολογούμενους, στέρησε τη χώρα από βιομηχανικό έργο και θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης και φόρτωσε το δημόσιο με ένα τιτάνιο (και κοστοβόρο) έργο υποστήριξης.

Όσο για το επιχειρησιακό αποτέλεσμα, δεν χρειάζεται να πούμε πολλά. Όταν πέρασε η περίοδος των παχιών αγελάδων, φάνηκε η έκταση του εγκλήματος. Τα ελικόπτερα του ΕΚΑΒ είναι καθηλωμένα, περιμένοντας μια δωρεά του ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, μπας και ξαναπετάξουν. Τα ελικόπτερα του Λιμενικού έχουν σταματήσει να πετούν στο Αιγαίο εδώ και χρόνια.

Τα S-70 του Πολεμικού Ναυτικού δεν έχουν σύμβαση υποστήριξης, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν προβλήματα διαθεσιμότητας (γεγονός που δεν εμποδίζει το ναυτικό να προωθεί την αγορά 4 νέων, προς 250 εκατομμύρια δολλάρια). Όσο για τα πολύπαθα NH-90 του Στρατού, δεν έχει καν ολοκληρωθεί η παραλαβή τους και είναι ζήτημα να πετάνε δυο-τρία…


Έτσι, ο Στρατός αναγκάζεται να χρησιμοποιεί τα «παλαιολιθικά» ελικόπτερα Χιούι, εποχής του πολέμου του… Βιετνάμ, ενώ βλέπουμε να γίνονται αεροδιακομιδές ασθενών με C-130 και Σινούκ, μέσα που έχουν πολλαπλάσιο κόστος λειτουργίας.

Αν ρωτούσαμε τους «υπεύθυνους» γιατί αγοράστηκαν τόσοι διαφορετικοί τύποι ελικοπτέρων, αντί να γίνει μια μαζική αγορά ενός τύπου για όλες τις υπηρεσίες, με ανάλογη γραμμή παραγωγής στην Ελλάδα, η απάντηση θα ήταν απλή: «Δεν υπήρχανε τα χρήματα».

Κι όμως, τα εκατομμύρια που σπαταλήθηκαν και εξακολουθούν να σπαταλώνται, λόγω αυτής της επιλογής, είναι πολύ περισσότερα. Αλλά, αν τους ρωτήσουμε γιατί δεν επιλέχθηκαν τουλάχιστον ένας-δύο τύποι (μεσαίου και ελαφρού βάρους) για όλες τις υπηρεσίες, τι απάντηση θα έδιναν;

Αν αυτή είναι η ιστορία των ελικοπτέρων, που μετρούν μερικές δεκάδες, μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς την αντίστοιχη ιστορία των τροχοφόρων οχημάτων -αυτοκίνητα, τζιπ, φορτηγά- που χρησιμοποιούνται από το ελληνικό δημόσιο κατά δεκάδες χιλιάδες…




28/4/2020


              ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ              



 Sperwer A: Γιατί ΔΕΝ είναι εφικτή και αποδοτική
 για τον Ελληνικό Στρατό η αναβάθμιση.

Με δεδομένο το ότι ο Ελληνικός Στρατός αξιοποίησε πρώτος επιχειρησιακά ολοκληρωμένα συστήματα UAV για την κάλυψη των επιχειρησιακών του αναγκών σε τακτικό επίπεδο, θεωρούμε ότι το ερώτημα αυτό είναι και το πλέον κρίσιμο να απαντηθεί. 

Ας δούμε κατ’ αρχήν το κατά πόσο είναι εφικτό να αναβαθμιστούν τα συστήματα Sperwer. Παράγοντας εξαιρετικής βαρύτητας φυσικά είναι το κόστος. Απαιτούνται 50 και πλέον εκατομμύρια που  απαιτούνται για την αναβάθμιση των διαθέσιμων Sperwer A σε Sperwer B, η τα περισσότερα από 120 εκατομμύρια ευρώ που εκτιμάται ότι θα απαιτηθούν για την προμήθεια των 18 Sperwer A του Γαλλικού Στρατού και την παράλληλη αναβάθμιση του συνόλου των συστημάτων σε Sperwer B.

Αυτό είναι καταρχήν ένα λογικό ποσό για την πλήρη κάλυψη (ποιοτικά και ποσοτικά) μίας τόσο σημαντικής επιχειρησιακής ανάγκης, ιδίως από τη στιγμή που το Sperwer B μπορεί να φέρει, έστω και ελαφρά, όπλα, αλλά… Θα πρέπει δυστυχώς να λάβουμε υπόψη ότι τα χρήματα αυτά απλά δεν υπάρχουν! Και από ότι όλα δείχνουν δεν πρόκειται να υπάρξουν και στη μετά-κορονοϊό εποχή.

Δεν χρειάζεται να γράψουμε πολλά για να επιβεβαιωθεί το γεγονός αυτό… Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, η σύμβαση για την ενοικίαση των δύο UAV τύπου Heron από το Ισραήλ (39 εκατομμύρια ευρώ…) δεν έχει ακόμη υπογραφεί παρά τον αυταπόδεικτα κατεπείγοντα χαρακτήρα του προγράμματος και παρά το ότι έχει ανακοινωθεί αρκετά πριν από το τέλος του 2019.


Από οικονομικής άποψης επομένως, η μόνη λογική και εφικτή λύση που φαίνεται διαθέσιμη για την άμεση κάλυψη των αναγκών του Ε.Σ. είναι… η ενδιάμεση. Δηλαδή η απόκτηση των Sperwer A του Γαλλικού Στρατού, ως μεταχειρισμένο υλικό. Υπό την προϋπόθεση ότι ο εξοπλισμός αποστολής είναι κοινός και απόλυτα αξιοποιήσιμος.

Με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και με σχετικά χαμηλό κόστος να καλύψουμε μία σημαντική επιχειρησιακή ανάγκη στον Έβρο και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Το λέμε αυτό για δύο λόγους:

1. Ο πρώτος είναι ότι ο αριθμός των Sperwer A, μαζί με τα γαλλικά συστήματα σε περίπτωση που αποκτηθούν, θα είναι σημαντικά μεγαλύτερος και επομένως και επιχειρησιακά επαρκής, σε σχέση με αυτόν των Pegasus II της Πολεμικής Αεροπορίας.

2. Ο δεύτερος είναι ότι το UAV Sperwer του Ελληνικού Στρατού, δεν υπόκειται στους ίδιους επιχειρησιακούς περιορισμούς. Δηλαδή δεν απαιτεί διάδρομο απο/προσγείωσης για την αξιοποίησή του. Εκτοξεύεται από εποχούμενο καταπέλτη και περισυλλέγεται με τη χρήση αλεξιπτώτου. Πέραν αυτού δεν επηρεάζεται, ή επηρεάζεται κατά πολύ λιγότερο από ισχυρούς πλευρικούς ανέμους κατά την εκτόξευσή του. Κάτι που δεν ισχύει με τα συμβατικής απογείωσης και προσγείωσης UAV.

Αυτά ισχύουν ως προς τα πλεονεκτήματα… Στα μειονεκτήματα θα πρέπει φυσικά να περιληφθεί το ότι η ανάκτηση του Sperwer A εγκυμονεί πάντα κινδύνους πρόκλησης ζημιών στον εξοπλισμό αποστολής του, αλλά και το γεγονός ότι οι μονάδες του ΕΣ χρειάζεται σίγουρα να εξοπλιστούν συνδυαστικά και με πιο ευέλικτα και απόλυτα φορητά συστήματα. Τουλάχιστον σε επίπεδο Τάγματος.


Με άλλα λόγια θεωρούμε ότι η επένδυση ποσών της τάξης των 50 εκατομμυρίων ευρώ για την αναβάθμιση των Sperwer A σε -Β, ή 100+ εκατομμυρίων ευρώ για την απόκτηση και των γαλλικών συστημάτων και αναβάθμισης του συνόλου που θα προκύψει, είναι και ανέφικτη οικονομικά και μη αποδοτική δεδομένου ότι ο Ελληνικός Στρατός χρειάζεται να εισέλθει στη φιλοσοφία ευρείας αξιοποίησης και UAV Class I ακόμη και από μονάδες επιπέδου Τάγματος σε πρώτη φάση.

Από την άλλη πλευρά δεν πρέπει να θεωρούμε τυχαίο το γεγονός ότι ο ίδιος ο Γαλλικός Στρατός καταργεί τα Sperwer A απορρίπτοντας την εναλλακτική του Sperwer B. Πηγαίνει δηλαδή σε ένα σημαντικά μεγαλύτερο και βαρύτερο UAV (το Patroller του ίδιου κατασκευαστή…), συμβατικής απο/προσγείωσης και με σημαντικά μεγαλύτερες δυνατότητες επιτήρησης και σημαντικά καλύτερες επιδόσεις ύψους, ταχύτητας, και επιχειρησιακής οροφής.

Το εάν ένα τέτοιο UAV θα ήταν αναγκαίο στον Ε.Σ. αξιοποιούμενο από την Αεροπορία Στρατού, είναι ένα ζήτημα που χωρά εκτεταμένη ανάλυση προς καθορισμό των “υπέρ” και των “κατά”. Υποκειμενική μας άποψη είναι ότι τουλάχιστον μέχρι την απόσυρση των Sperwer A στην Ελλάδα υπάρχει η δυνατότητα σχεδίασης, ανάπτυξης και παραγωγής UAV αντίστοιχων δυνατοτήτων από πλευράς επιδόσεων και μεταφορικής ικανότητας εξοπλισμού.

Το βασικό αεροσκάφος με τα χαρακτηριστικά που επιθυμεί ο Ε.Σ. μπορεί να κατασκευαστεί στην Ελλάδα, με τον κινητήρα και τον εξοπλισμό αποστολής να προέρχονται από τη διεθνή αγορά. Η επένδυση που θα χρειαστεί να γίνει θα είναι πολύ μικρότερη από πλευράς κόστους και θα έχει πολλαπλά οφέλη για την ελληνική αμυντική βιομηχανία.

Θα εξοικονομήσει επίσης σημαντικά κεφάλαια τόσο για την προμήθεια μικρότερων (Class I) UAV για τα Τάγματα εκστρατείας και τις μονάδες πρώτης γραμμής, όσο και για την προμήθεια και αξιοποίηση οπλισμένων UCAV. Τα οποία δεν χρειάζεται κατ’ ανάγκη να αγοράσουμε, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση.


Επιμένουμε στη λύση της αναζήτησης και απόκτησης μεταχειρισμένων MQ-1 Predator από την USAF. Η αξιοποίησή τους δεν θα είναι χωρίς κόστος για την ελληνική πλευρά, όμως μπορεί να γίνει με λίγα χρήματα και σε σύντομο χρόνο. Παλαιότερα, για την ακρίβεια πριν από τρία μόλις χρόνια, υποτίθεται ότι η Ελλάδα είχε φτάσει σε συμφωνία με τις ΗΠΑ για την απόκτηση σημαντικού αριθμού τέτοιων συστημάτων από την Πολεμική Αεροπορία. Το γιατί δεν προχώρησε στη φάση της υλοποίησης το εν λόγω πρόγραμμα είναι κάτι που μένει να διερευνηθεί.


Στέργιος Δ. Θεοφανίδης

https://www.defence-point.gr/news/sperwer-a-giati-den-einai-efikti-kai-apodotiki-i-anavathmisi-apo-ton-elliniko-strato?pop=2&fbclid=IwAR3tXaw080hIcNFnh074UPUdhNhb5XFtGHiyFW0lk-L9wzspZk9p3lNtdbk


  27/04/2020