Ελληνικό Stratodrone – HAPS αναπτύσσει ο Όμιλος Aratos!



 Ελληνικό Stratodrone – HAPS αναπτύσσει ο Όμιλος Aratos!

Μία ελληνική εταιρεία, πρωταγωνιστεί σε ένα φιλόδοξο αναπτυξιακό πρόγραμμα, που αφορά ένα στρατηγικής σημασίας σύστημα σε μια κατηγορία που συγκεντρώνει τεχνολογίες αιχμής και αναπτύσσεται ταχέως τα τελευταία έτη. Αναφερόμαστε στον ελληνικό Όμιλο ARATOS και τους λεγόμενους Σταθμούς Πλατφόρμας Μεγάλου Ύψους (High Altitude Platform Station – HAPS) που προορίζονται για επιχειρήσεις επιτηρήσεως μεγάλων περιοχών για περίοδο εβδομάδων, πετώντας σε πολύ μεγάλα υψόμετρα, στην στρατόσφαιρα.

Το πρόγραμμα ξεκίνησε στις 1 Φεβρουαρίου από την Aratos HAPS, νέα εταιρεία που συστάθηκε με έδρα την Ολλανδία και στην οποία κύριος μέτοχος με το 55% είναι ο Όμιλος Aratos, ελληνικών συμφερόντων και διοίκησης που ιδρύθηκε το 2003. Πρόεδρος της Aratos HAPS και του Ομίλου Aratos, είναι ο κ. Νικόλαος Μπογονικολός.


Το πρόγραμμα υποστηρίζεται εμμέσως από το Υπουργείο Αμύνης της Ολλανδίας μέσω της περιφέρειας Brabant, που διέθεσε χρηματοδότηση, ενώ το υπόλοιπο βάρος του κόστους ανάπτυξης καλύπτεται από την επενδυτική εταιρεία KYLLA και ιδία κεφάλαια του Ομίλου Aratos. Με αυτό τον τρόπο παρακάμφθηκαν οι αργές διαδικασίες των χρηματοδοτουμένων από την ΕΕ προγραμμάτων, εξασφαλίζοντας σύντομο χρόνο για εργασίες ανάπτυξης και αποτέλεσμα – προϊόν προς πώληση σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Δεδομένου ότι πρόκειται για προϊόν διττής φύσεως, το πρόγραμμα παρακολουθούν εκπρόσωποι των Υπουργείων Αμύνης Βελγίου, Γαλλίας, Γερμανίας, Εσθονίας, Ολλανδίας και Φινλανδίας, που ενημερώνονται στο πλαίσιο τεχνικών συναντήσεων εργασίας για την πρόοδο. Σε εξέλιξη βρίσκονται επαφές και με άλλες χώρες που μπορούν να εκδηλώσουν ενδιαφέρον, συμμετέχοντας με αυτό τον τρόπο, ως δυνητικοί αγοραστές, στον καθορισμό των προδιαγραφών.

Τι είναι τα HAPS

Τα HAPS αποτελούν πτητικές πλατφόρμες οι οποίες προορίζονται για πτήσεις στην στρατόσφαιρα, το «κενό» στρώμα μεταξύ της τροπόσφαιρας, όπου πετούν τα αεροπλάνα, και του διαστήματος στο οποίο βρίσκονται σε τροχιά οι δορυφόροι. Για σκοπούς επιτητήσεως και εγκαίρου προειδοποιήσεως, σήμερα υφίστανται τρεις επιλογές: οι επίγειες υποδομές (σταθμοί ραντάρ), τα αεροσκάφη (επανδρωμένα και μη) και οι δορυφόροι. Κάθε επιλογή εξυπηρετεί συγκεκριμένους σκοπούς αλλά όλοι έχουν περιορισμούς. Οι επίγειες υποδομές είναι εξ ορισμού σταθερές και με περιορισμούς στις επιδόσεις. Τα αεροσκάφη μπορούν να πετάξουν σε μια περιοχή ξανά και ξανά, αλλά όχι για πολύ. Ακόμη και τα UAV μακράς αυτονομίας, μπορούν να πετούν για πολλές ώρες. Τέλος, οι δορυφόροι μπορούν να περιστρέφονται γύρω από τη γη, αλλά δεν μπορούν να παραμείνουν επάνω από μια συγκεκριμένη περιοχή για περισσότερο από λίγα λεπτά.


Τα HAPS, έχουν το πλεονέκτημα ότι μπορούν να επιχειρούν επί εβδομάδες, με σχεδόν μηδενικό κόστος, τηρώντας υπό επιτήρηση τεράστιες περιοχές ενώ έχουν την δυνατότητα να κατευθύνονται άμεσα σε συγκεκριμένες περιοχές ενδιαφέροντος και να τις επιτηρούν ακόμη και επί εβδομάδες. Τα HAPS μεταδίδουν δεδομένα που συλλέγουν από τους αισθητήρες τους σε πραγματικό χρόνο, χωρίς να υπάρχει φόβος παρεμβολής ή κατάρριψης από εχθρική δράση. Επίσης, δεν απαιτούνται δαπανηρές εκτοξεύσεις πυραύλων για εξαπόλυση, δεδομένου ότι οι πτητικές πλατφόρμες μπορούν να μετακινηθούν από περιοχή σε περιοχή και να απογειωθούν από αεροδρόμια.

Οι πιθανές εφαρμογές των HAPS σε πολιτική χρήση περιλαμβάνουν θαλάσσια επιτήρηση, επιτήρηση ξηράς, παρακολούθηση του περιβάλλοντος, έλεγχο χερσαίων συνόρων, υποστήριξη τηλεπικοινωνιών, εξασφάλιση επικοινωνιών εκτάκτου ανάγκης και δημόσιας ασφάλειας, έξυπνα συστήματα μεταφοράς και έξυπνη γεωργία.

Βασική διαφορά και πλεονέκτημα του συγκεκριμένου προγράμματος είναι η εστίαση της πλατφόρμας Aratos HAPS ως ένα οικοσυστήματο πολλαπλών χρήσεων, δηλαδή δεν αποτελεί μια πλατφόρμα για μια μόνο χρήση. Η πλατφόρμα Aratos HAPS περιλαμβάνει 4 στοιχεία:

α) επαναχρησιμοποιήσιμη πλατφόρμα μεγάλου υψομέτρου.

β) εναλλασσόμενα ωφέλιμα φορτία (οθόνες, κάμερες ή σαρωτές).

γ) προσαρμοσμένο λογισμικό.

δ) επίγειο σταθμό βάσης από τον οποίο ελέγχεται η πτητική πλατφόρμα και συλλέγονται δεδομένα.


«Η ιδέα μας για το HAPS, αφορά την κάλυψη αναγκών που δεν μπορούμε να καλύψουμε σήμερα. Είναι μια λύση μιας πλατφόρμας διπλού σκοπού, στην στρατόσφαιρα. Οι μη στρατιωτικές εφαρμογές περιλαμβάνουν παρακολούθηση αγωγών σε απομακρυσμένες περιοχές, παρακολούθηση καλλιεργιών, διαγνωστικά καλλιεργήσιμων εκτάσεων, μέτρηση της ικανότητας των δασών να απορροφούν CO2, παρακολούθηση των αλιευτικών αποθεμάτων και της ποιότητας των υδάτων και παρακολούθηση των γραμμών μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος. Οι αμυντικές εφαρμογές θα μπορούσαν να είναι η ασφάλεια των συνόρων κ.λπ. Έτσι, μπορούμε να βελτιώσουμε, για παράδειγμα, τον τρόπο με τον οποίο καλλιεργούμε, ή να παρακολουθούμε καλύτερα τις διαδρομές αποστολής, συλλέγοντας δεδομένα σε πραγματικό χρόνο, τα οποία δεν μπορούμε να συλλέξουμε τώρα», ανέφερε ο κ. Μπογονικολός στον ΔΟΥΡΕΙΟ ΙΠΠΟ.

Στρατηγική επιλογή

Με την υποστήριξη της κυβέρνησης της Ολλανδίας, έχουν διατεθεί οι εγκαταστάσεις στρατιωτικού αεροδρομίου  για την εκτέλεση της πρώτης πτήσεως της πτητικής πλατφόρμας, η οποία προγραμματίζεται σε διάστημα 18 μηνών, εντός του 2021. Η εμπορευματοποίηση του τελικού προϊόντος, εκτιμάται ότι μπορεί να επιτευχθεί σε διάστημα 36 μηνών. Στην Αθήνα εργάζεται ομάδα 7 μηχανικών με τον πρόεδρο του Ομίλου Aratos να συμμετέχει προσωπικώς και στην όλη αρχιτεκτονική. Η ομάδα ανάπτυξης λογισμικού εργάζεται επίσης στην Αθήνα και όλες οι ευρεσιτεχνίες έχουν ελληνικό «χρώμα».

Από πλευράς τεχνικών προδιαγραφών, είναι ακόμη νωρίς να αναφερθούν συγκεκριμένα μεγέθη ενώ εξετάζονται διάφορες καινοτόμες λύσεις και σε συνεργασία με τους στρατηγικούς εταίρους του Ομίλου Aratos. Ωστόσο, στόχος είναι το Aratos ΗΑPS να πετάει σε υψόμετρο 20.000-25.000 μέτρων και η αυτονομία πτήσεως θα είναι 6-8 εβδομάδες, επίδοση η οποία εκτιμάται ότι θα εξασφαλισθεί χάρη στην τεχνολογία των φωτοβολταϊκών, αν και επί του συγκεκριμένου εξετάζεται ήδη μία καινοτόμα πρόταση που έχει υποβληθεί.

Αντιπροσωπευτικός τύπος HAPS σε υποστήριξη Ειδικών Επιχειρήσεων. Τα HAPS είναι ιδανικά για την κάλυψη τεραστίων περιοχών που είναι απομονωμένες και δεν μπορούν να καλυφθούν από δίκτυα δορυφορικών επικοινωνιών.

Το ενδιαφέρον με τις λύσεις HAPS είναι το ασυγκρίτως χαμηλό κόστος, ακόμη και σε σύγκριση με τα UAV κατηγορίας Μέσου Ύψους Μακράς Αυτονομίας (MALE). Σύμφωνα με την αρχική εκτίμηση, στόχος είναι στο στάδιο της σειριακής παραγωγής το πλήρες σύστημα Aratos HAPS να μην υπερβαίνει σε κόστος την τάξη μεγέθους του 1,5 εκατ. ευρώ. 

Τα HAPS, είναι γνωστά ως ορολογία και ως “Ψευδοδορυφόροι” (Pseudo-Satellites) επειδή αποτελούν άριστο και φθηνότατο υποκατάστατο των δορυφόρων επισκοπήσεως. Ο Όμιλος Aratos προωθεί για το πρόγραμμά του την ορολογία “Stratodrone”, που εκτιμάται ότι αποδίδει ακριβέστερα την ταυτότητα της μη επανδρωμένης πλατφόρμας. Είναι προφανές ότι τα πλεονεκτήματα του Aratos HAPS δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα, ιδίως ως προς την σχέση κόστους προς απόδοση.

Σε καθαρά επίπεδο καλύψεως αμυντικών αναγκών, ένα σύστημα όπως το Aratos HAPS μπορεί να εξασφαλίσει για τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις συνεχή επιτήρηση σε τεράστιες περιοχές, όπως είναι τα διακριτά Θέατρα Επιχειρήσεων ενώ κυριολεκτικώς αποτελεί ιδανική λύση για μεγάλες εκτάσεις όπου δεν υπάρχει κάλυψη δικτύων ραντάρ, όπως στην περίπτωση της μεγάλης σημασίας περιοχής μεταξύ Κρήτης και Κύπρου. Υπό την έννοια αυτή, συνιστά επιλογή Στρατηγικής σημασίας, εξαιρετικά προσιτού κόστους, που χάρη και στην ελληνική σφραγίδα, πρέπει να κινητοποιήσει τους φορείς που ασχολούνται με την Έρευνα & Ανάπτυξη, την Αμυντική Βιομηχανία, την Εθνική Ασφάλεια και την Εθνική Άμυνα.

Η εκδήλωση ενδιαφέροντος από πλευράς Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, για την εκ του σύνεγγεις παρακολούθηση του προγράμματος από ομάδα αξιωματικών και η έκφραση αρχικού ενδιαφέροντος για την κάλυψη των επιχειρησιακών αναγκών, από τα αρχικά στάδια του προγράμματος, μόνο επωφελής για όλες τις πλευρές, μπορεί να είναι. Σε επίπεδο Αμυντικής Βιομηχανίας, η περίπτωση αναδεικνύει την δυναμική του ιδιωτικού τομέα που αξίζει να υποστηριχθεί από τους αρμοδίους, οι οποίοι κατά κανόνα διαπράττουν το σφάλμα να εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στις κρατικές αμυντικές βιομηχανίες. Οι τελευταίες όμως, εξαιτίας των γνωστών προκλήσεων με τις οποίες βρίσκονται αντιμέτωπες επί σειρά ετών, αδυνατούν να διαδραματίσουν ηγετικό ρόλο χωρίς κρατική χρηματοδότηση και ως εκ τούτου, η πραγματικότητα του “τοπίου” δείχνει ότι μία θεμιτή επιλογή είναι να καταστούν ανοικτές σε συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα.

Σάββας Δ. Βλάσσης


 25/04/2020 


          ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ            



  Οι νέες τεχνολογίες ως πολλαπλασιαστής ισχύος και ανάπτυξης 
των Ενόπλων Δυνάμεων.

Στους προηγούμενους αιώνες η άμυνα μιας χώρας συναρτάτο από τον αριθμό των μαχητών που διέθετε, την εκπαίδευση και τη δύναμη τους αλλά και την ικανότητα των στρατηγών και τα μέσα που είχε στη διάθεση της. Όλοι όμως θεωρούν δεδομένο ότι στους επόμενους αιώνες κεντρικό ρόλο, εκτός από τα παραπάνω, θα παίζουν οι χειριστές κομπιούτερ και τα εξελιγμένα οπλικά συστήματα που θα έχουν ενσωματώσει την τεχνητή νοημοσύνη και τα πιο προηγμένα λογισμικά…

Σήμερα πάντως όλοι πιστεύουμε ότι ο τεχνολογικός ανταγωνισμός θα οξυνθεί, ενώ η εξέλιξη της τεχνολογίας θα επηρεάσει την ασφάλεια και την άμυνα και γενικότερα τις γεωστρατηγικές και γεωπολιτικές σχέσεις παγκόσμια. Είναι γεγονός πως οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας χρειάζονται ενίσχυση και ακούγονται διάφορα τόσο για τα μαχητικά F35  όσο και για την διαπραγμάτευση για την αγορά των γαλλικών φρεγατών. Βέβαια μετά από την πανδημία που βρίσκεται σε εξέλιξη όλες οι συζητήσεις για τα εξοπλιστικά προγράμματα θα πρέπει να μπουν σε διαφορετική βάση. Είναι εύλογο όμως να θα αναρωτιόμαστε αν σε βάθος 10ετίας ή 20ετίας οι πολεμικές συγκρούσεις θα διαδραματίζονται όπως έχουμε μέχρι στιγμής παρακολουθήσει  ή αν οι ένοπλες δυνάμεις της Χώρας μας θα κληθούν να αντιμετωπίσουν απειλές με τη μορφή κυβερνοπολέμου, ηλεκτρονικού πολέμου ή άλλου είδους απειλή.

Σίγουρα δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως θα υπάρξει τέτοια άμεση αλλαγή στον τρόπο διεξαγωγής του πολέμου και των στρατιωτικών επιχειρήσεων και σίγουρα δεν μπορούμε να επενδύσουμε τα κονδύλια και τους πόρους μόνο στις νέες τεχνολογίες θεωρώντας πως το πεδίο της μάχης θα κριθεί αποκλειστικά στο πεδίο της τεχνολογίας, της τεχνητής νοημοσύνης, του ηλεκτρονικού πολέμου και των drones και είναι λογικό να ενισχύσουμε τις Ένοπλες Δυνάμεις. Είναι ξεκάθαρο όμως πως ζούμε σε μια εποχή τεχνολογικής ανάπτυξης και της 4ης βιομηχανικής επανάστασης η οποία θα αλλάξει και τη μορφή των πολεμικών επιχειρήσεων.

Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή, στις δεκαετίες μεταξύ 1850-1880 υπήρξε μια πρώτη φάση εκβιομηχάνισης των ενόπλων συγκρούσεων κυρίως στον τομέα των μεταφορών και των μεθόδων ανεφοδιασμού με την χρήση των τρένων αλλά  και των πλοίων που άρχισαν να λειτουργούν με μηχανές και μετεξελίσσονταν από ξύλινα σε μεταλλικά αλλά και την αυτοματοποίηση που υπήρξε στην παραγωγή νέων φυσιγγίων και παραγωγής τυφεκίων και πυροβόλων όπλων (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο αμερικανικός εμφύλιος και πως η πρόοδος της τεχνολογίας έγειρε την πλάστιγγα). Από εκείνη την εποχή και μετά η εξέλιξη της τεχνολογίας κινήθηκε ραγδαία στον τομέα των μεταφορών, των τηλεπικοινωνιών, της χαλυβουργίας, των μηχανών εσωτερικής καύσης, στα υδραυλικά και βιομηχανικά μηχανήματα.

Σημείο καμπής αποτελούν ο 1ος και ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος όπου η ανάπτυξη των εξοπλισμών και της τεχνολογίας υπήρξε αστραπιαία και καταλυτική. Αεροπλάνα, τανκς, βλήματα και καράβια μέσα σε λίγα μόνο χρόνια όχι μόνο κατασκευάζονταν σε ταχύτερους χρόνους και σε μεγαλύτερες ποσότητες αλλά εμφανίζονταν και συνεχώς βελτιωμένα. Ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος έληξε και τυπικά με γη χρήση ενός όπλου που διέθετε μόνο η μια πλευρά, των ατομικών βομβών που ρίχτηκαν σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι, υποχρεώνοντας την Ιαπωνία σε χωρίς όρους συνθηκολόγηση. Ακολούθησε ο «ψυχρός πόλεμος» που οι δυο μεγάλες στρατιωτικές συμμαχίες (ΝΑΤΟ και Σύμφωνο Βαρσοβίας)  ανταγωνίζονταν στην απόκτηση  πυρηνικών.

Σήμερα λοιπόν βρισκόμαστε στη φάση όπου πολλές χώρες επενδύουν και στην ανάπτυξη συστημάτων ηλεκτρονικού πολέμου. Ήδη παρακολουθούμε πολλές κυβερνοεπιθέσεις αλλά και εκστρατείες παραπληροφόρησης ως μέσα επίθεσης. Ταυτοχρόνως αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο και τα κονδύλια  που επενδύονται στην ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Πολλοί είναι εκείνοι που ισχυρίζονται πως τις επόμενες δεκαετίες η μορφή των ένοπλων συγκρούσεων θα έχει αλλάξει, ενώ υπάρχει μεγάλη συζήτηση για το ηθικό δίλλημα που τίθεται: Ποιος θα παίρνει την ευθύνη για μια πολεμική επίθεση, το μηχάνημα ή ο άνθρωπος;

Σήμερα υπάρχουν αναφορές για τελείως αυτόνομα όπλα (όπως το  Ισραηλινό Harpy ή το ρωσικό τεθωρακισμένο Soratnik), ενώ ακόμα δεν υπάρχει μαζική παραγωγή οπλικών συστημάτων όπου δεν θα εμπλέκεται καθόλου ο ανθρώπινος παράγοντας. Τα οπλικά συστήματα είτε για να ξεκινήσουν είτε για να εκτελέσουν μια εντολή ουσιαστικά ακολουθούν τις οδηγίες του χειριστή.

Δεν μπορούμε όμως να εθελοτυφλούμε  καθώς δεν υπάρχει ούτε σαφές ερώτημα, ούτε σαφής υπόθεση. Γίνονται έρευνες για την απόλυτη αυτονομία των μηχανημάτων και των πολεμικών μηχανών και πολύ σύντομα θα υπάρχει η δυνατότητα να αποφασίζει (πχ ένα drone που φέρει οπλισμό) με βάση τα δεδομένα που θα επεξεργάζεται το λειτουργικό του σύστημα αν θα εμπλακεί σε μία σύγκρουση ή που θα επιτεθεί και ποιόν στόχο θα επιλέξει. Τότε θα υπάρξει με σαφήνεια το ερώτημα, ποιος παίρνει την απόφαση και αν θα αφήσουμε την τελική «ετυμηγορία» σε έναν υπολογιστή; Μπορεί η τεχνητή νοημοσύνη να υπερβεί την ανθρώπινη συνείδηση;

Υπάρχουν εκείνοι που ισχυρίζονται πως η μεγαλύτερη εμπλοκή μηχανών θα σώσει ανθρώπινες ζωές, ζωές στρατιωτών που δεν θα πάρουν μέρος στη σύγκρουση και οι υπέρμαχοι της άποψης πως την τελική απόφαση πάντα πρέπει να την παίρνει ο άνθρωπος καθώς το λειτουργικό σύστημα μπορεί να καταρρεύσει, να μπλοκάρει είτε να έχει λάθος δεδομένα, με αποτέλεσμα λάθος αποφάσεις αλλά και την παραβίαση των αρχών της συνθήκης της Γενεύης. Είναι αυτονόητο πως αντίστοιχα των συνθηκών για τα βιολογικά ή τα χημικά όπλα θα πρέπει να υπάρξει στα πλαίσια των διεθνών οργανισμών συνθήκη για τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στις πολεμικές συγκρούσεις.

Οι Ένοπλες Δυνάμεις τη χώρας μας όμως σήμερα χρειάζεται να ενισχυθούν και στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης. Είναι αναγκαίο  να είμαστε ειλικρινείς και να κάνουμε σαφές πως δύσκολα θα μπορέσουμε να ανταγωνιστούμε χώρες που έχουν ήδη επενδύσει και προχωρήσει αρκετά βήματα σε αυτό τον τομέα. Τα κονδύλια  που διατίθενται  από τις ΗΠΑ, την Κίνα και τη Ρωσία είναι αστρονομικά, ενώ οι ευρωπαϊκές χώρες στο σύνολο τους έχουμε μείνει αρκετά πίσω…Ειδικά σήμερα με την υγειονομική και την οικονομική κρίση που εξελίσσεται παγκόσμια η χώρα μας δε θα έχει τις οικονομικές δυνατότητες εκείνες να χρηματοδοτήσει τεράστια ποσά σε αυτό τον τομέα.

Οφείλουμε όμως να επενδύσουμε σε συνεργασία με πανεπιστήμια, τις εταιρείες αμυντικής βιομηχανίας (κρατικές και ιδιωτικές), με τις στρατιωτικές σχολές, στη έρευνα, στις δεξιότητες, την καινοτομία και την ανάπτυξη προηγμένων τεχνολογιών. Η επένδυση στην τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει τις Ένοπλες Δυνάμεις όχι μόνο στο πολεμικό μέτωπο, αλλά και στους τομείς των τηλεπικοινωνιών, της συλλογής πληροφοριών, στη βιομηχανική παραγωγή, την αναγνώριση απειλών αλλά και στην υγειονομική κάλυψη και περίθαλψη. Το μέλλον είναι δεδομένο ότι θα είναι digital. Εμείς θα μείνουμε στην εποχή του «μαυροπίνακα»; Μήπως ήρθε η ώρα να αναπτύξουμε την ελληνική γνώση, δεξιότητα και καινοτομία; Οι νέες τεχνολογίες θα είναι καταλύτης ως πολλαπλασιαστής ισχύος και ανάπτυξης των Ενόπλων Δυνάμεων.

  Γιώργος Μπαλάφας,
 μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και Περιφερειακός Σύμβουλος Αττικής

Από Militaire News -28/04/2020