Η επερχόμενη κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ:
(1) Α. Συρίγος: Πως να αντιμετωπίσουμε
 τον Τουρκικό επεκτατισμό.
(2) Μελέτη ΕΛΙΣΜΕ: Οι στόχοι των τουρκικών υπερπτήσεων 
και η αντιμετώπισή τους.
(3) Το «μυστικό» σχέδιο της ΕΥΠ για την Τουρκία 
– Σε επιφυλακή για νέο κύμα επιθετικότητας.
(4) Ε. Καραγιάννης:Ενδεχόμενη προβοκάτσια της Τουρκίας
 θα οδηγήσει σε πόλεμο με την Ελλάδα;…


Η επερχόμενη κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Στην Ελλάδα μόνο περιορισμένη ανάλυση των προθέσεων της τουρκικής ηγεσίας μπορεί να γίνει. Δυστυχώς, το ελληνικό σύστημα ασφαλείας δεν διαθέτει μεγάλες δυνατότητες συλλογής και επεξεργασίας πρωτογενών πληροφοριών για τη γειτονική χώρα. Αυτό που έχει σημασία τελικά είναι η αντικειμενική ανάλυση των αριθμών. Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Αμυνας, έγιναν 255 υπερπτήσεις πάνω από νησιά του Ανατολικού Αιγαίου μέχρι τα τέλη Απριλίου. Οι υπερπτήσεις το 2019 ήταν 124, το 2018 ήταν 47 και το 2017 ήταν μόλις 39. Από τις μαζικές παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου περάσαμε στις μαζικές υπερπτήσεις πάνω από ελληνικό έδαφος. Είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχει μια ποσοτική και ποιοτική αναβάθμιση της τουρκικής επιθετικότητας στο Αιγαίο.

Για πολλά χρόνια, η ελληνική στρατηγική βασίστηκε στην προσδοκία εξημέρωσης του «τουρκικού θηρίου» μέσα από τη διαδικασία ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Με αυτόν τον τρόπο θα επιλύονταν ειρηνικά και μόνιμα τα διμερή προβλήματα. Ηταν μια ευνοϊκή για τα ελληνικά συμφέροντα υπόθεση εργασίας με δύο αλληλένδετα σκέλη: πρώτον, ότι η Ε.Ε. επιθυμεί την ένταξη της Τουρκίας και, δεύτερον, ότι η Τουρκία θα κάνει τις απαραίτητες υποχωρήσεις για να ενταχθεί στην ενωμένη Ευρώπη. Η δυναμική της τουρκικής ένταξης έχει σήμερα εξασθενήσει σε τέτοιο βαθμό, που πλέον θεωρείται σχεδόν απίθανη εξέλιξη.

Για άλλη μία φορά, λοιπόν, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τον τουρκικό αναθεωρητισμό στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν είναι θέμα ηγεσίας, όπως αρκετοί πιστεύουν, διότι η τουρκική εξωτερική πολιτική έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου έχει μια διαχρονική συνέχεια. Την εισβολή στην Κύπρο οργάνωσε ένας κεντροαριστερός πολιτικός, ο Μπουλέντ Ετσεβίτ. Στην κρίση των Ιμίων, μια κεντροδεξιά πολιτικός, η Τανσού Τσιλέρ, προέτρεψε τους Τούρκους στρατηγούς να καταλάβουν την ανατολική Ιμια και να συλλάβουν τους Ελληνες στρατιώτες. Με άλλα λόγια, δεν έχει μεγάλη σημασία εάν πρόεδρος της Τουρκίας είναι ο Ταγίπ Ερντογάν ή κάποιος άλλος.

Εφτασε η ώρα να δούμε τον «ελέφαντα στο δωμάτιο», που δεν είναι άλλος από τον τουρκικό εθνικισμό. Αυτή είναι η κινητήρια δύναμη της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, που πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Οσες κινήσεις καλής θέλησης και να κάνουμε (π.χ. ακύρωση στρατιωτικών ασκήσεων), τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει αφού η Αγκυρα αμφισβητεί τα υφιστάμενα σύνορα. Αυτό ακριβώς δείχνουν οι τουρκικές υπερπτήσεις· μια έμπρακτη αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε νησιά, νησίδες και βραχονησίδες.

Η επιτυχημένη έκβαση της «μάχης του Εβρού» επιβεβαιώνει την άποψη πως χρειάζεται μια στρατηγική ανάσχεσης της Τουρκίας. Η Αθήνα πέτυχε μια πολύτιμη τακτική, όχι στρατηγική, νίκη επειδή αντέδρασε γρήγορα και αποφασιστικά. Δυστυχώς, όμως, είναι θέμα χρόνου να φτάσουμε στο επόμενο επίπεδο της τουρκικής κλιμάκωσης. Αυτή η εκτίμηση βασίζεται στα δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας: χρήση επιθετικής γλώσσας και προπαγάνδας εναντίον της Ελλάδας, προσπάθεια απονομιμοποίησης της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, επιθετικές επιχειρήσεις της ΜΙΤ σε ελληνικό έδαφος, παρενόχληση ελικοπτέρων που μεταφέρουν επισήμους, προσπάθειες εμβολισμού σκαφών, εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών και, φυσικά, οι μαζικές υπερπτήσεις στο Ανατολικό Αιγαίο. Ταυτόχρονα, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις υπερεξοπλίζονται με νέα οπλικά συστήματα που θα ανατρέψουν σύντομα την ισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Ολα αυτά είναι τα προεόρτια μιας νέας κρίσης που έρχεται. Η τουρκική ηγεσία προετοιμάζει το έδαφος για μεγαλύτερη αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Η ένδεια των νομικών επιχειρημάτων οδηγεί την τουρκική πλευρά στη στρατιωτικοποίηση των διμερών σχέσεων, ασχέτως των ελληνικών προθέσεων.

Η δημόσια συζήτηση για τα ελληνοτουρκικά είναι έντονη και παραγωγική, αλλά δεν αντικατοπτρίζει πάντα τη σκληρή πραγματικότητα. Ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμων Ρόμπερτ Τζέρβις πρώτος μίλησε για το πρόβλημα της παρανόησης (misperception) των κινήτρων του αντιπάλου. Η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε διδαχθεί από τα λάθη της. Αντ’ αυτού, η ελληνική πλευρά κινδυνεύει να αυτοεγκλωβιστεί σε μια εικόνα για την Τουρκία που απλώς δεν υφίσταται. Αυτό καταδεικνύει η πρόσφατη συζήτηση για την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης· δεκάδες κείμενα δημοσιεύτηκαν στη χώρα μας, ενώ στην Τουρκία υπήρχε απόλυτη αδιαφορία για το θέμα. Αυτό είναι απόρροια της συστηματικής έλλειψης γνώσης που υπάρχει για τη γειτονική χώρα. Κατά συνέπεια, οι λήπτες αποφάσεων δεν μπορεί να είναι προσκολλημένοι σε μία μόνο σχολή σκέψης.

Πολλοί θεωρούν δεδομένο ότι η τουρκική ηγεσία δεν σκοπεύει να κάνει χρήση στρατιωτικής βίας εναντίον της Ελλάδας. Ωστόσο, μια χώρα που διεξάγει παρανόμως πολέμους στη Συρία και στη Λιβύη δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα διστάσει, ίσως σε μια στιγμή ελληνικής αδυναμίας, να προβεί σε επιθετική κίνηση. Οσο η Τουρκία παραμένει μια αναθεωρητική δύναμη που επιδιώκει την περιφερειακή ηγεμονία, η Ελλάδα οφείλει να προετοιμάζεται για το χειρότερο σενάριο. Πρέπει δηλαδή να επικοινωνείται συστηματικά, χωρίς αντιφάσεις και αμφιθυμίες, η αποφασιστικότητα της ελληνικής πλευράς να προασπίσει την κυριαρχία της. Μόνον έτσι θα αποτραπεί αυτό που σήμερα φαίνεται να είναι μια σχεδόν βέβαιη εξέλιξη. Καθώς πλησιάζει η διακοσιοστή επέτειος της Ελληνικής Επανάστασης, είναι μια ευκαιρία να αναλογιστούμε τις θυσίες που έγιναν από τις προηγούμενες γενιές. Ευτυχισμένοι είναι οι ελεύθεροι και ελεύθεροι είναι οι γενναίοι.

 Μάνος Καραγιάννης,
αναπληρωτής καθηγητής στο King’s College London 
και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.


17/5/2020  


           ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ            



1.
Πως να αντιμετωπίσουμε τον Τουρκικό επεκτατισμό.

α) Γιατί συνεχίζεται και εντείνεται η Τουρκική προκλητικότητα;

 Η Τουρκία εδώ και καιρό  εμφορείται από μεγαλοϊδεατικά όσο και ανεδαφικά οράματα.

Θεωρεί ότι είναι μία παγκόσμια δύναμη που ασφυκτιά στα περιορισμένα σύνορα της Λωζάννης. Θέλγεται από την ένταση, αδιαφορεί για το διεθνές δίκαιο και δεν διστάζει να χρησιμοποιεί στρατιωτικά μέσα όταν διαπιστώνει ότι έχει το περιθώριο.

Το τελευταίο χρονικό διάστημα εισέβαλε στο έδαφος ανεξάρτητου κράτους, της Συρίας· αποστέλλει κρυφά στρατιώτες και όπλα στη Λιβύη κατά ρητή παραβίαση των σχετικών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ· προχώρησε στη διενέργεια γεωτρήσεων στην ΑΟΖ ενός άλλου κράτους, της Κύπρου· οριοθέτησε κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου (αλλά και της γεωγραφίας και λογικής) θαλάσσιες ζώνες που δεν της ανήκουν με τη Λιβύη· προσπάθησε να αποσταθεροποιήσει την Ελλάδα στέλνοντας δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες στον Έβρο.

Σήμερα, και παρά την πανδημία του κορωνοϊού, κρατά τρία ενεργά μέτωπα: με Συρία, με Λιβύη και με Ελλάδα-Κύπρο.

Οι δύο πρώτες περιπτώσεις αποτελούν πολέμους δι’ αντιπροσώπων. Είναι ανακατεμένοι πολλοί διεθνείς παίκτες, μερικοί εκ των οποίων είναι πιο ισχυροί από την Τουρκία. Η εμπλοκή της τελευταίας, της διασφαλίζει απλώς μία θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για το μέλλον των δύο συγκεκριμένων χωρών.

Αντιθέτως, στην περίπτωση Ελλάδας-Κύπρου, η Τουρκία είναι ο μεγάλος παίκτης, χωρίς σοβαρή παρουσία άλλων ισχυρότερων χωρών που θα την υποσκελίσουν.

Σε εμάς ο Ερντογάν αναζητεί την διπλωματική νίκη που τόσο του λείπει: την επιβεβαίωση ότι η Τουρκία είναι μία σημαντική περιφερειακή δύναμη, η μεγάλη δύναμη της περιοχής μας. Επομένως, αποτελούμε στρατηγικό στόχο της Τουρκίας.

(β) Πώς πρέπει να απαντήσει η Ελλάδα;

Κατ’ αρχήν οφείλουμε να ορίσουμε το στόχο μας. Οι ελληνοτουρκικές διαφορές πρέπει να επιλυθούν ειρηνικά. Μία στρατιωτική σύγκρουση θα μας γυρίσει χρόνια πίσω. Συνεπώς η λύση θα προέλθει είτε με διάλογο (μικρό ενδεχόμενο) είτε με προσφυγή στη διεθνή δικαιοσύνη. 

Η Τουρκία θέτει πλειάδα θεμάτων.

Μπορούμε να τα λύσουμε όλα;

Μπορούμε να συζητήσουμε για αποστρατιωτικοποίηση των ανατολικών νησιών του Αιγαίου, με την Τουρκία να εισβάλλει στα γειτονικά της κράτη όποτε θέλει; Μπορούμε να εξετάσουμε το εδαφικό καθεστώς των 18 νησιών που θέτει η Τουρκία, εκ των οποίων 14 είναι κατοικημένα;

Όσο και να υπάρχει βεβαιότητα περί δικαιώσεως, καμία ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να πει στους κατοίκους αυτών των νησιών ότι υπάρχει μία απειροελάχιστη πιθανότητα να ανήκουν στην Τουρκία και να αναζητούμε για αυτούς καθεστώς μειονότητας εντός της Τουρκίας.

Επομένως, η μερική επίλυση κάποιων σοβαρών ζητημάτων είναι υπό τις παρούσες συνθήκες ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να αναμένει η ελληνική πλευρά.

Η πλέον συμφέρουσα ελληνική επιδίωξη είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο (ενιαία από Έβρο έως Καστελόριζο) μέσω προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Τα υπόλοιπα ζητήματα που θέτει η Τουρκία θα παραμείνουν εκκρεμή για πολλά χρόνια. Αφ’ ενός δεν λύνονται όλα τα θέματα σε μία μακροχρόνια διένεξη. Αφ’ ετέρου όλα σχεδόν τα θέματα που θα παραμείνουν εκκρεμή δεν θίγουν άμεσα τα συμφέροντα της Τουρκίας.

Έχουν υψηλή συμβολική αλλά μικρή πρακτική σημασία.

Μπορούμε να πιέσουμε την Τουρκία να πάει στο διεθνές δικαστήριο μόνον για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο; Οι προτάσεις που κατά καιρούς ακούγονται, βασίζονται σε παραστάσεις προηγούμενων δεκαετιών.

Είναι όμως άχρηστες για το σήμερα. Ο Ερντογάν έχει την εντύπωση ότι μπορεί να διεκδικεί και τα πλέον απίθανα χωρίς ουσιαστικό κόστος. Δεν αισθάνεται οποιαδήποτε πίεση. Θα αλλάξει στάση μόνον εάν καταλάβει ότι η συνέχιση της πολιτικής του θα συνεπάγεται κόστος.

Τότε μπορεί να σκεφθεί και τη λύση του δικαστηρίου. Επομένως, μία νέα στρατηγική ειρηνικής επιλύσεως των ελληνοτουρκικών διαφορών πρέπει να αυξάνει το κόστος για την Τουρκία, κρατώντας παράλληλα περιορισμένο τον κίνδυνο ενός θερμού επεισοδίου.

Αυτό δεν είναι κάτι εύκολο.

Η νέα στρατηγική θα πρέπει να βασίζεται στην βήμα προς βήμα άσκηση όλων των δικαιωμάτων που μας δίνει το διεθνές δίκαιο με έμφαση σε δράσεις και μέτρα για τα οποία υπάρχει η ευρωπαϊκή θεσμική υποστήριξη.

Η Ελλάδα επικαλείται διαρκώς το διεθνές δίκαιο. Στην πραγματικότητα όμως συμπεριφέρεται σαν να μην υπάρχει η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, ούτε και οι θεσμοί που έφερε αυτή η σύμβαση μαζί της.

Για να πιεσθεί η Τουρκία, θα πρέπει να αρχίσουμε να εφαρμόζουμε με προσοχή τις διατάξεις του διεθνούς δικαίου. Στην αντίληψη που ξεκίνησε ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1981 «η Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτα», πρέπει να αντιταχθεί ότι η Ελλάδα διεκδικεί την εφαρμογή των κανόνων του διεθνούς δικαίου, όχι ρητορικά αλλά στην πράξη. Έτσι μόνον ασκείται πίεση.

Παράλληλα πρέπει να ληφθούν σοβαρά αμυντικά μέτρα που θα δώσουν το μήνυμα στην Τουρκία ότι θα αντιδράσουμε σε περίπτωση που ξεπεραστούν τα όρια. Αυτό προϋποθέτει να γίνουν σαφή τα όρια ανοχής της ελληνικής πλευράς σε προκλητικές τουρκικές κινήσεις.

Η ασάφεια δημιουργεί τις προϋποθέσεις θερμού επεισοδίου.

ΕΕ και το ΝΑΤΟ δεν μπορούν να μας προσφέρουν ασφάλεια στην ανατολική Μεσόγειο.

Δίπλα στις υπάρχουσες συμμαχίες, θα πρέπει να δημιουργήσουμε νέες στρατηγικές συμμαχίες με κράτη της περιοχής. Αυτό σημαίνει υιοθέτηση αμυντικών συμφωνιών.

Σε επίπεδο Ευρώπης το βάρος πρέπει να δοθεί:

(α) στην νέα τελωνειακή ένωση ΕΕ-Τουρκίας και

(β) στην μελλοντική ειδική σχέση με την ΕΕ.

Αυτά που περιγράφονται δεν είναι εύκολα. Εδώ, όμως, που έχουμε φτάσει δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις. Η πολιτική μας έναντι της Τουρκία έχει φτάσει στα όριά της. Εάν δεν την αλλάξουμε, θα βρεθούμε ενώπιον πολύ χειρότερων καταστάσεων σύντομα.



  18 Μαΐου 2020



 2.
Μελέτη ΕΛΙΣΜΕ: Οι στόχοι των τουρκικών υπερπτήσεων και η αντιμετώπισή τους. Ομαδική μελέτη από το Ελληνικό Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών.

Το φαινόμενο των τουρκικών υπερπτήσεων πάνω από ελληνικά εδάφη αναλύουν ερευνητές του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών σε εκτενή ομαδική εργασία/ μελέτη.

Όπως τονίζεται στη μελέτη, την οποία συνέταξαν οι Βλάχου Μαρία (Πολιτικός Επιστήμων) Δασκαλάκης Ιπποκράτης (Αντιστράτηγος εα) Ηλιόπουλος Δημήτριος (Πρέσβης ετ) Κατσαρός Παναγιώτης (Αντιπτέραρχος εα), οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βιώνουν μια περίοδο κλιμάκωσης τα τελευταία τρία χρόνια, ειδικότερα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016, και στο διευρυνόμενο φάσμα των τουρκικών προκλήσεων εντοπίζεται μια «σημαντική αύξηση των υπερπτήσεων των γειτόνων πάνω από την μεθόριο του Έβρου αλλά και από νησιά του Αιγαίου και μάλιστα ορισμένα εξ αυτών μεγάλου μεγέθους και σημαντικού πληθυσμού και που δεν εντάσσονται στις διεκδικούμενες από την Τουρκία, “γκρίζες ζώνες”».

Η κατάσταση

Η κυριαρχία της Ελλάδας στον αέρα (Εθνικός Εναέριος Χώρος-ΕΕΧ) ασκείται εντός 10 ναυτικών μιλίων από τις ακτές της, ενώ στη θάλασσα επέλεξε να ασκεί κυριαρχία μέχρι τα 6 ναυτικά μίλια.

Η Τουρκία από το 1931 έως το 1975 «αποδέχθηκε πλήρως με τη στάση της (παρά τις ελάχιστες και μη αιτιολογηθείσες παραβιάσεις της), ότι ο ΕΕΧ χώρος εκτεινόταν στα 10 ναυτικά μίλια καθώς αδράνησε και δεν αντέδρασε με τις προσήκουσες ενέργειες στην αμφισβήτηση του εύρους του. Η αποδοχή αυτή ενισχύει την ελληνική επιχειρηματολογία επί του συγκεκριμένου εναερίου χώρου, παρά τις οποιοδήποτε παρεκκλίσεις με διεθνείς πρακτικές» συμπληρώνεται σχετικά.

«Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι η διαφορά εύρους του ελληνικού εναερίου χώρου (10 νμ), με το αντίστοιχο εύρος των ελληνικών χωρικών υδάτων (6 νμ) δίνει πρόσφορο έδαφος στην Άγκυρα να παραβιάζει τον έξωθεν των 6 νμ χώρο χωρίς η Αθήνα να βρίσκει πάντα την επιθυμητή διεθνή κατανόηση. Αυτή η ιδιαιτερότητα σε συνδυασμό με την σύγχυση μεταξύ παραβιάσεων και παραβάσεων ενίοτε εκλαμβάνεται από τις ξένες κυβερνήσεις ως μια “ενοχλητική διαφορά” μεταξύ δύο συμμάχων χωρών που πρέπει να επιλυθεί με εκατέρωθεν καλή θέληση […] τονίζεται ότι η ”ελληνική ιδιαιτερότητα” βασίζεται επί διεθνών κανόνων και τεκμηριωμένων νομικών ερμηνειών, αποτελεί τμήμα της ελληνικής νομολογίας από το 1931 και ενισχύεται με την μακροχρόνια αποδοχή και εκ μέρους της Άγκυρας. Μάλιστα η υφιστάμενη αυτή ιδιαιτερότητα, κατά μια άλλη ανάγνωση -την οποία ασπάζονται και οι γράφοντες- εφελκύει την αναγκαιότητα επέκτασης του εύρους των χωρικών υδάτων τουλάχιστον στα 10 νμ ώστε οι δύο ”χώροι” να συμπίπτουν (στα 10 νμ ή κατά το προτιμητέο και απολύτως προβλεπόμενο από το διεθνές δίκαιο, στα 12 νμ)» συμπληρώνεται σχετικά.

Το ιστορικό

Όπως σημειώνεται στη μελέτη, οι πρώτες συστηματικές παραβιάσεις του ΕΕΧ συμπεριλαμβανομένων ακόμη και υπερπτήσεων των νησιών του ανατολικού Αιγαίου, έγιναν στις αρχές του 1964 κατά την κρίση του κυπριακού ζητήματος. «Οι υπερπτήσεις χρησιμοποιήθηκαν για πίεση στην ελληνική πλευρά και μειώθηκαν τον Νοέμβριο του 1964. Το Νοέμβριο του 1967, οι παραβιάσεις επανελήφθησαν και σταμάτησαν μετά τη συμφωνία της Ελλάδας για απόσυρση της ελληνικής Μεραρχίας από την Κύπρο. Στις 22 Ιουλίου 1974 η είσοδος δύο οπλισμένων τουρκικών Α/Φ εντός του ΕΕΧ νότια του νησιού του Αγίου Ευστρατίου και η εμπλοκή τους με ελληνικά κατέληξε στην κατάρριψη του ενός και καταστροφή του δευτέρου και οδήγησε στη διακοπή κάθε εισόδου τουρκικού Α/Φ για τα επόμενα χρόνια. Μέχρι το 1983 είχαμε ελάχιστες εισόδους άοπλων Α/Φ στον ΕΕΧ και σχεδόν μηδενικές υπερπτήσεις άνωθεν νησιών. Από το 1983 και μετά έχουμε τη συστηματική είσοδο τουρκικών Α/Φ (συχνά οπλισμένων ή με συνοδεία οπλισμένων) και με συστηματική παραβίαση του ΕΕΧ των 10 ναυτικών μιλίων αλλά αποφυγή εισόδου εντεύθεν των 6 νμ. Παράλληλα παρατηρήθηκε σταδιακή υπέρπτηση ακατοίκητων νησιών κυρίως του Νότιου Αιγαίου και σποραδική υπέρπτηση μικρών κατοικημένων (κυρίως Οινούσσες, Φαρμακονήσι και Αγαθονήσι). Μετά το 1996 η Τουρκία επιδίωξε να εφαρμόσει πολιτική αναχαίτισης κάθε ελληνικού Α/Φ που περνούσε τον 25ο μεσημβρινό, προσπάθεια που απέτυχε παταγωδώς. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής ξεκίνησε την εκπομπή προειδοποιητικών μηνυμάτων περί «παραβίασης του τουρκικού εναέριου χώρου» προς τα ελληνικά Ε/Π και Α/Φ (ακόμη και της FRONTEX) όταν πλησίαζαν στα ανατολικά νησιά μας. Η πολιτική αυτή ευθυγραμμίστηκε με τη θεωρία των “γκρίζων” ζωνών» και αυτήν της “επικάθησης” των ελληνικών νησιών στην υφαλοκρηπίδα της Τουρκίας».

Ο αριθμός των υπερπτήσεων μόνο τον Απρίλιο του 2020 έχει ανέλθει σε 80 δηλαδή είναι περίπου ισοδύναμος με τον αριθμό των υπερπτήσεων που έλαβαν χώρα την εξαετία από το 2010 έως και το 2015 (88 υπερπτήσεις). Όπως σημειώνεται, «μάλιστα αυξάνεται και ο αριθμός των τουρκικών παρενοχλήσεων εντός του ΕΕΧ σε ελληνικά κυβερνητικά πτητικά μέσα που μεταφέρουν την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας που μεταβαίνει σε νησιά του Αιγαίου Πελάγους ή την Κύπρο».

Τουρκικοί στόχοι

Σύμφωνα με την ανάλυση, στη δεκαετία του 1960 οι υπερπτήσεις χρησιμοποιήθηκαν ως μέσο πίεσης προς τις ελληνικές κυβερνήσεις για το κυπριακό ζήτημα και τα στοιχεία δείχνουν πως ο αριθμός τους είναι σε ευθεία αναλογική συνάρτηση με την εξέλιξη της έντασης μεταξύ των δύο χωρών. «Οι πρώτες αυτές παραβιάσεις αποτελούσαν ενέργειες “ψυχολογικών επιχειρήσεων” παρά συστηματικές ενέργειες αμφισβήτησης του εδαφικού καθεστώτος της περιοχής» σημειώνεται.

«Η αύξηση των παραβιάσεων της δεκαετίας του 1980 και η χρήση τους ως πολιτικό εργαλείο πίεσης κατά της Ελλάδας ξεκίνησε με τη σταδιακή αναβάθμιση των ικανοτήτων της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας […] Η σταδιακή μετακίνηση της αεροπορικής ισχύος υπέρ της Τουρκίας στη δεκαετία του 1990 συμβαδίζει με την αύξηση των τουρκικών διεκδικήσεων με πληθώρα παραβιάσεων, παραβάσεων και εμπλοκών. Ειδικά προς τα τέλη της δεκαετίας διακρίνεται και μια προσπάθεια “εξάντλησης” της ΠΑ αναφορικά με χρήση μέσων, πόρων και ανθρώπων.

Μετά τα Ίμια το 1996 οι υπερπτήσεις αυξήθηκαν σε συγκεκριμένες περιοχές, κυρίως αμφισβητούμενες βραχονησίδες και μικρονήσους του Αιγαίου Πελάγους, σε συνδυασμό με μια προσπάθεια νομικής, ψυχολογικής και πρακτικής αμφισβήτησης του εδαφικού καθεστώτος αυτών των εδαφών (μη καθοριζόμενα επισήμως επακριβώς) που χαρακτηρίζονται όμως (αόριστα) ως «γκρίζες ζώνες».

«Την πρώτη δεκαπενταετία του 2000, παρατηρούνται αυξομειώσεις στον αριθμό των παραβιάσεων, γεγονός που αποδίδεται περισσότερο σε εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας. Σε γενικές γραμμές όμως, τα μηνύματα των συνολικών τουρκικών αμφισβητήσεων, οι πιέσεις προς τις ελληνικές κυβερνήσεις-πληθυσμό (πολιτική πειθαναγκασμού) και οι καταπονήσεις δοκιμασίες της ΠΑ συνεχίζονται με όλα τα μέσα και τακτικές (συμπεριλαμβανόμενων και των υπερπτήσεων). […]Ακόμη όμως μεγαλύτερη είναι η αύξηση όλων των τουρκικών προκλήσεων (σε όλες τις διαστάσεις και τομείς) μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016 και την εδραίωση του Erdogan. Επιπρόσθετα υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι η αυξανόμενη προκλητικότητα των τουρκικών Α/Φ αποσκοπεί και στην πρόκληση αεροπορικού επεισοδίου κατόπιν ελληνικής αντίδρασης (σκόπιμης ή τυχαίας)».

«Θεωρείται βέβαιο ότι η Τουρκική Αεροπορία όλα αυτά τα χρόνια προχωρεί σε συστηματική καταγραφή των αντιδράσεων της ΠΑ σε όλες αυτές τις προκλήσεις με σκοπό να αναλυθούν οι ελληνικές επιχειρησιακές ικανότητες, αντιδράσεις και τακτικές. Θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι οι τουρκικές ενέργειες έχουν πετύχει σε έναν βαθμό να εδραιώσουν σε αριθμό χωρών και οργανισμών, την πεποίθηση ότι δεν συνιστούν παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου αλλά διμερείς διαφορές που θα πρέπει να επιλυθούν μέσω διμερών διαπραγματεύσεων. Το γεγονός αυτό υποστηρίζει την στόχευση της Άγκυρας για διεξαγωγή διμερών διαπραγματεύσεων ”εφ’ όλης της ύλης” των προβαλλόμενων εκ μέρους της, ελληνοτουρκικών διαφορών»

Τρόποι αντιμετώπισης

Οι ερευνητές του ΕΛΙΣΜΕ αναφέρουν τα εξής, όσον αφορά στον τρόπο αντιμετώπισης: «Η Ελλάδα από την έναρξη των τουρκικών προκλήσεων αντέδρασε με τις μεθόδους αναγνώρισης (κυρίως στο διεθνή εναέριο χώρου δικαιοδοσίας του FIR Αθηνών) και αναχαίτισης του “αγνώστου ίχνους” σε περίπτωσης παραβίασης του ΕΕΧ. Οι μέθοδοι αυτές οδηγούν συνήθως στην αποχώρηση του τουρκικού Α/Φ και λιγότερο συχνά στην εμπλοκή των αντιπάλων».

Μια πλέον δυναμική αντίδραση, σημειώνεται, είναι ο εγκλωβισμός του «αγνώστου ίχνους» από τα ελληνικά μαχητικά είτε από επίγεια συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας. Ο εγκλωβισμός γενικά θεωρείται ως «εχθρική ενέργεια» και υπό προϋποθέσεις μπορεί να δικαιολογήσει -μερικώς- μέτρα αντίδρασης (αυτοάμυνα) του εγκλωβισμένου Α/Φ (παθητικά ή και ενεργητικά). «Η χρήση επίγειων μέσων εγκλωβισμού δεν είναι τελείως δόκιμος καθώς καθιστά γνωστές τις θέσεις και ειδικότερα τις συχνότητες λειτουργίας των Α/Α συστημάτων. Επιπλέον όμως δίνουν την ευκαιρία στην Άγκυρα να προβάλλει τις πάγιες θέσεις της για στρατικοποίηση ορισμένων νήσων».

Όσον αφορά στην κατάρριψη του «αγνώστου ίχνους» που παραβιάζει το ΕΕΧ, χαρακτηρίζεται ως το έσχατο μέτρο. «Υπό το πρίσμα του διεθνούς δικαίου εξεταζόμενη η ενέργεια της κατάρριψης σε περίπτωση παραβίασης του ΕΕΧ δεν σημαίνει ότι είναι πάντα αποδεκτή καθώς πρέπει να συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις (πχ εξάντληση όλων των μεθόδων επαφής και ειδοποίησης του ”αγνώστου ίχνους”). Εξυπακούεται ότι η κατάρριψη από επίγεια συστήματα αεραμύνης εμπεριέχει και όλους τους κινδύνους που αναφέρθηκαν στην περίπτωση του εγκλωβισμού. Δεν πρέπει επίσης να παραγνωρίζουμε ότι η αποχή μας, για αρκετές δεκαετίες, από κατάρριψη Α/Φ που παραβιάζει τον ΕΕΧ δημιουργεί μια ανάλογη “εθιμική” συμπεριφορά και η αιφνίδια αντικατάσταση της από μια δυναμική τακτική θα προκαλέσει διεθνείς αντιδράσεις-προτροπές για αυτοσυγκράτηση ή ακόμη και πιέσεις για εξεύρεση λύσης κατά τρόπο που ευνοεί την πλευρά που δεν συμβαδίζει με το διεθνές δίκαιο. Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε δυναμική αντίδραση μας θα πρέπει να είναι επαρκώς προετοιμασμένη και προσχεδιασμένη, ώστε να μηδενιστούν ενδεχόμενες αντιδράσεις ως προς την νομιμότητα της πράξης (ξεκάθαρη θέση “αγνώστου ίχνους”, επιθυμητό προσδοκώμενο σημείο πτώσεως κλπ) και φυσικά ως προς το αποτέλεσμα της εμπλοκής […] Είναι σήμερα μάλλον βέβαιο ότι οποιαδήποτε ελληνική μεμονωμένη δυναμική αντίδραση στο παρελθόν (έστω και επιτυχής), στην καλύτερη περίπτωση, θα καθυστερούσε τον χρόνο επανέναρξης των συστηματικών τουρκικών παραβιάσεων χωρίς να επιτύχει την οριστική διακοπή τους δεδομένης της εις βάρος μας μεταβολής της ισορροπίας ισχύος».

Παράλληλα, τονίζεται πως ο χρόνος εκτίναξης των τουρκικών παραβιάσεων συμπίπτει με την σταθερή μετακίνηση του ισοζυγίου αεροπορικής ισχύος υπέρ της Τουρκίας: «Εκτιμάται ότι μια σημερινή δυναμική ελληνική αντίδραση (κατάρριψη) δεν θα οδηγήσει αναγκαστικά σε αυτοματοποιημένη έναρξη αεροπορικών συγκρούσεων, μικρής ή μεγάλης κλίμακας, αλλά σε διπλασιασμό την επομένη κιόλας ημέρα, των τουρκικών προκλήσεων με το δίλημμα της κλιμάκωσης να μεταφέρεται και πάλι στην χώρα μας. Κατά συνέπεια δημιουργείται το ερώτημα της ελληνικής αντίδρασης της επομένης ημέρας σε πιθανές μαζικές τουρκικές παραβιάσεις του ΕΕΧ. Η εύλογη απάντηση θα ήταν η συνέχιση των καταρρίψεων την επομένη ημέρα με σημαντική πιθανότητα (άρα και ανάλογες προετοιμασίες) κλιμάκωσης των συγκρούσεων. Η αποχή μας από ανάλογη δυναμική αντίδραση την επομένη ημέρα θα προκαλέσει διπλασιασμό των τουρκικών προκλήσεων κάθε είδους».

Όπως αναφέρεται ιδιαίτερα δυσμενής κατάσταση θα δημιουργηθεί και στην περίπτωση που η Ελλάδα θέσει «κόκκινες γραμμές» (πχ κατάρριψη ιπταμένου μέσου που εκτελεί παραβίαση ΕΕΧ) και δεν υλοποιήσει την απειλή της. «Είναι βέβαιο ότι η Τουρκία θα δοκιμάσει την αποφασιστικότητα της Ελλάδος και μάλιστα αρχικά θα εκμεταλλευθεί την περιοχή μεταξύ 6 έως 10 νμ προκαλώντας την ελληνική αντίδραση. Ένας ενδεχόμενος τρόπος αντίδρασης θα ήταν η εκτέλεση αντίστοιχων (αναλογικά ή απλώς ενδεικτικά) ελληνικών παραβιάσεων του τουρκικού ΕΕΧ. Εξ όσων γνωρίζουμε η χώρα μας, σεβόμενη το διεθνές δίκαιο και αντιλαμβανόμενη ότι παρόμοια αντίδραση εξυπηρετεί τις επιδιώξεις κλιμάκωσης της Άγκυρας (η οποία σποραδικά διαμαρτύρεται για ανύπαρκτες παραβιάσεις του τουρκικού ΕΕΧ) χωρίς να δρα επί της ουσίας αποτρεπτικά στις τουρκικές υπερπτήσεις, δεν έχει προχωρήσει σε ανάλογες ενέργειες».

Επίσης, γίνεται αναφορά στη χρήση drones από την Τουρκία, καθώς και στο ενδεχόμενο μετακίνησης τουρκικών S-400 στα δυτικά ως παράγοντες που περιπλέκουν την κατάσταση.

«Η χώρα μας χρησιμοποιεί τις διπλωματικές ενέργειες σε συνδυασμό με τις τακτικές της αναγνώρισης και αναχαίτισης των τουρκικών Α/Φ. Κοινοποίηση των τουρκικών παραβιάσεων γίνεται και σε διεθνείς οργανισμούς (ΝΑΤΟ, ΕΕ) και σε ξένες πρωτεύουσες. Αναγκαστική η συνεχής και μετά εντάσεως προβολή των τουρκικών εχθρικών ενεργειών των υπερπτήσεων αλλά αποδεικνύεται ότι ουδέν πρακτικό αποτέλεσμα έχει».

Όπως σημειώνεται, πίσω από τις περισσότερες τουρκικές αιτιάσεις κρύβεται «η τουρκική ανησυχία και πρόθεση παρεμπόδισης της ενάσκησης του αναφαίρετου δικαιώματος της επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 νμ».

«Η απολύτως νόμιμη αυτή ενέργεια της Ελλάδος επί της ουσίας θα καταστήσει άνευ νοήματος τις περισσότερες από τις ανυπόστατες τουρκικές διεκδικήσεις. Κατά συνέπεια μικρή -σχετικά- σημασία (ίσως περισσότερο συμβολική και ψυχολογική) έχει η αντιμετώπιση των τουρκικών υπερπτήσεων καθώς η εθνική προσπάθεια θα πρέπει να εστιαστεί στη σταδιακή προετοιμασία των βημάτων για την επέκταση των χωρικών υδάτων μας αντιμετωπίζοντας τις τουρκικές απειλές περί “casus belli”. Φυσικά και θα πρέπει να αναμένουμε ότι η ενάσκηση του δικαιώματος μας θα οδηγήσει -αν όχι σε περιορισμένη στρατιωτική σύγκρουση- σε σωρεία τουρκικών αντιδράσεων συμπεριλαμβανομένων και κάθε είδους υπερπτήσεων κατά μήκος και πλάτος του ΕΕΧ. Δεν υπονοούμε ότι η αντιμετώπιση των υπερπτήσεων πρέπει να συντελεστεί με την άμεση επέκταση των χωρικών μας υδάτων. Προτείνουμε ότι η τελευταία πρέπει να αποτελέσει τον βασικό αντικειμενικό εθνικό στόχο της επόμενης πενταετίας αποφεύγοντας την εφέλκυσή μας σε αντιδράσεις που εκφεύγουν ή θέτουν εμπόδια στη στόχευση μας. Παρά ταύτα η Άγκυρα πρέπει να γνωρίζει ότι η υπέρβαση των εσκαμμένων, σε οποιαδήποτε διάσταση, μπορεί να οδηγήσει –ηθελημένα ή μη- σε μια σύγκρουση, μικρής ή μεγάλης κλίμακος στο χώρο από τον Έβρο μέχρι την Κύπρο. Σε μια ανάλογη περίπτωση, η επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων θα πραγματοποιηθεί αυτόματα και αμετάκλητα από τα πρώτα λεπτά των συγκρούσεων και κατά συνέπεια οποιαδήποτε διαπραγματεύσεις αρχίσουν (εάν και όταν) θα λάβουν υπόψη τους τη νέα πραγματικότητα. Φυσικά για την υλοποίηση ενός ανάλογου εθνικού στόχου απαραίτητη είναι η επαύξηση της αμυντικής ισχύος της Ελλάδος σε συνδυασμό με την δημιουργία καταλλήλων συνεργασιών και συνθηκών στο διεθνές περιβάλλον».

Όπως υπογραμμίζεται, επιστρέφοντας στο θέμα των υπερπτήσεων θα πρέπει να επισημανθεί ότι θα πρέπει: «Να είμαστε σε θέση να συνεχίσουμε αδιάλειπτα -όπως μέχρι τώρα- και έναντι οποιοδήποτε κόστους, την άμεση επέμβαση της ΠΑ σε κάθε παραβίαση του ΕΕΧ (ή και παράβαση του FIR). Να διαθέτουμε την ετοιμότητα άμεσης μετάπτωσης από ένα μεμονωμένο αεροπορικό συμβάν σε μια μικράς διαρκείας αεροναυτική σύγκρουση μικρής-μεσαίας-μεγάλης κλίμακος, με θετικά υπέρ ημών αποτελέσματα. Να προχωρήσουμε (εάν κριθεί και όποτε κριθεί σκόπιμο και έχοντας συνυπολογίσει όλες τις πιθανές αντιδράσεις της Τουρκίας αλλά και διεθνείς) σε μια “χειρουργική” κίνηση κατάρριψης “αγνώστου ίχνους” σε προεπιλεγμένες συνθήκες που θα αφήνουν απολύτως έκθετη και μη δυνάμενη να αντιδράσει την γειτονική μας χώρα. Εκτιμούμε ότι μια ανάλογη μεμονωμένη κίνηση μάλλον δεν θα επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα παρά μόνο θα πολλαπλασιάσει την ένταση. Θα μπορούσε βέβαια για αποφυγή της κλιμάκωσης να παρουσιαστεί εκ μέρους μας ως ένα “ατυχές” συμβάν στο γεμάτο ένταση τεταμένο αεροπορικό περιβάλλον του Αιγαίου (με υπαιτιότητα της Τουρκίας)».

Σε αυτό το πλαίσιο, τονίζεται πως, δεδομένης της αύξησης χρήσης των drones/ UAV, «προτείνεται τυχόν δυναμική μας αντίδραση να αρχίσει με την έγκαιρη και κατάλληλη εξουδετέρωση ενός εξ’ αυτών (σε επιλεγμένες συνθήκες). Ευχής έργο θα ήταν η στοχευμένη κατάρριψη του -εντός του ΕΕΧ- να προέλθει από ενέργειες ηλεκτρονικού πολέμου και όχι πυρά. Συγχρόνως πρέπει να εντείνουμε την ενημέρωση όλων των κρατών, οργανισμών και φορέων για τις αναθεωρητικές στοχεύσεις της Άγκυρας και για τις επικίνδυνες για τη διεθνή ειρήνη ενέργειες στις οποίες προβαίνει (συμπεριλαμβανομένων και των υπερπτήσεων). Πρέπει να επιδιωχθεί η σκλήρυνση της στάσεως της ΕΕ έναντι της Άγκυρας σε όλα τα επίπεδα αφήνοντας κατά μέρους ενδοιασμούς του τύπου “αποφυγή περαιτέρω απομάκρυνσης της Τουρκίας από τη Δύση και διατήρηση αμοιβαίων επωφελών σχέσεων”».

Επιμέλεια: Κώστας Μαυραγάνης

https://www.huffingtonpost.gr/entry/melete-elisme-oi-stochoi-ton-toerkikon-eperpteseon-kai-e-antimetopise-toes_gr_5ec17fbfc5b637ff60aa4205


 18/5/2020


ΕΥΠ

3.
Το «μυστικό» σχέδιο της ΕΥΠ για την Τουρκία
 – Σε επιφυλακή για νέο κύμα επιθετικότητας.

Η Υπηρεσία Πληροφοριών εφαρμόζει νέο δόγμα απέναντι στις εξωτερικές απειλές, σύμφωνα με το ''Έθνος της Κυριακής''.

Νέο δόγμα απέναντι στις εξωτερικές απειλές εφαρμόζει η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, σε μια προσπάθεια ποιοτικής αναβάθμισης του ρόλου της, μέσω της ενίσχυσης του πληροφοριακού της δικτύου εκτός Ελλάδας.

Σε μια κρίσιμη περίοδο, κατά την οποία η κρίση στον Εβρο έκρουσε το καμπανάκι για το μέγεθος των προκλήσεων, οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες έχουν επιχειρήσει εδώ και πολλούς μήνες «στροφή» σε σχέση με τις προτεραιότητές τους. Το νέο δόγμα προκρίνει την ένταση της διεθνοποίησης της ΕΥΠ, προκειμένου να είναι ξεκάθαρη η μετατόπιση του «βάρους» από τα θέματα της εσωτερικής ασφάλειας σε εκείνα της εξωτερικής. 

Επί σειρά ετών οι μυστικές υπηρεσίες είχαν επικεντρωθεί περισσότερο απ’ ό,τι θα έπρεπε στο εσωτερικό πεδίο, με συνέπεια να «ατροφήσουν» σημαντικά το πληροφοριακό δίκτυο και η δραστηριότητα της υπηρεσίας στο εξωτερικό. Οπως λένε αρμόδιες πηγές, υπήρχαν ακόμα και περιπτώσεις χωρών όπου το δίκτυο της ΕΥΠ «ξηλώθηκε» παντελώς. Και αυτό παρότι για τις εσωτερικές κρίσιμες υποθέσεις τρομοκρατίας ή διαφθοράς υπάρχουν υπηρεσίες της Αστυνομίας, όπως η Αντιτρομοκρατική, η Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών και το Εσωτερικών Υποθέσεων, οι οποίες είναι ιδιαίτερα ενισχυμένες σε προσωπικό αλλά και σε σύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό. Παρά ταύτα, οι πράκτορες της ΕΥΠ ασχολούνταν για χρόνια και επί πολλών διαφορετικών κυβερνήσεων ακόμα και με έρευνες που δεν είχαν καθόλου εθνικό χαρακτήρα.

Εμπειρα στελέχη υπηρεσιών ασφαλείας εξηγούν ότι ένας από τους βασικούς λόγους που συνέβαινε αυτό ήταν ότι η ΕΥΠ υπαγόταν μέχρι πρότινος στον εκάστοτε υπουργό Προστασίας του Πολίτη, με αποτέλεσμα να είναι πιο «εύκολη» η ανάμειξή της σε έρευνες «εσωτερικού ενδιαφέροντος».

«Ξεκούραστη» δουλειά

Αρκετοί υπουργοί «δελεάζονταν» και αξιοποιούσαν αφιλτράριστα τις δυνατότητές της για να βγάλουν γρήγορα υποθέσεις, ενώ εντός της υπηρεσίας ενδεχομένως κάποιοι να «βολεύονταν» κάνοντας μια αισθητά πιο «ξεκούραστη» δουλειά σε σχέση με την ανάπτυξη δικτύου στο εξωτερικό.

Η μεταφορά των αρμοδιοτήτων της ΕΥΠ απευθείας στον πρωθυπουργό εκτιμάται ότι πριμοδοτεί την αλλαγή φιλοσοφίας για να στραφούν τα «μάτια» της υπηρεσίας εκτός Ελλάδας. Το πρώτο κρίσιμο κρας τεστ για τη νέα διοίκηση της ΕΥΠ, που ανέλαβε καθήκοντα το περασμένο καλοκαίρι, ήταν η κρίση στον Εβρο, η οποία ξεδιπλώθηκε σε τρεις φάσεις.

Η πρώτη αφορούσε στην οργανωμένη από το τουρκικό κράτος μετακίνηση μεγάλου αριθμού μεταναστών και προσφύγων στις Καστανιές. Σύμφωνα με πηγές του «Εθνους της Κυριακής», οι πρώτες πληροφορίες για τις προθέσεις της Τουρκίας έφτασαν στην ΕΥΠ περίπου έναν μήνα πριν εμφανιστούν στην ελληνοτουρκική μεθόριο οι πρώτοι μετανάστες.

Οι απόρρητες πληροφορίες δεν ήταν συγκεκριμένες, αλλά χαρακτηρίστηκαν ως εξαιρετικά σοβαρές. Ετσι, ξεκίνησε η επεξεργασία και η ανάλυσή τους, παράλληλα με την προσπάθεια άντλησης περισσότερων δεδομένων. Δέκα ημέρες πριν από το «σημείο μηδέν», δηλαδή το ξέσπασμα της κρίσης, οι πληροφορίες είχαν γίνει πολύ πιο συγκεκριμένες, ενώ λίγα 24ωρα πριν από την έμπρακτη επιβεβαίωσή τους οι ελληνικές Αρχές γνώριζαν τι θα επακολουθήσει. Η ΕΥΠ ενημέρωσε τα αρμόδια κυβερνητικά όργανα και ακολούθως οι πληροφορίες διαβιβάστηκαν στις Ενοπλες Δυνάμεις και στην ΕΛ.ΑΣ.

Η δεύτερη φάση του περιβόητου «ανοίγματος των συνόρων» ξεδιπλώθηκε στα τουρκικά παράλια. Μετά το «σφράγισμα» του Εβρου από τις ελληνικές δυνάμεις, οι τουρκικές υπηρεσίες επιχείρησαν να μεταφέρουν την κρίση στο Αιγαίο. Σύμφωνα με τις πληροφορίες των ελληνικών Αρχών, η Τουρκία συγκέντρωσε σε τέσσερα διαφορετικά σημεία στα τουρκικά παράλια συνολικά 20.000 πρόσφυγες και μετανάστες (από περίπου 5.000 σε κάθε σημείο). Στόχος της ήταν να περάσουν με φουσκωτά στα ελληνικά νησιά. Παράλληλα, είχε στηθεί δίκτυο μεταφοράς κόσμου από την ενδοχώρα, ούτως ώστε σε περίπτωση που κατάφερναν να φτάσουν στα ελληνικά νησιά, να μετακινηθεί στα τουρκικά παράλια επιπλέον αριθμός μεταναστών.

Ωστόσο, είχε προηγηθεί η απόφαση του ΚΥΣΕΑ της 1ης Μαρτίου για μεγάλη κινητοποίηση των ελληνικών δυνάμεων στο Αιγαίο, η οποία μπλόκαρε τα θαλάσσια περάσματα. Το αποτέλεσμα ήταν να προκληθεί έντονη νευρικότητα στην τουρκική πλευρά, με αποκορύφωμα την προσπάθεια εμβολισμού ελληνικού σκάφους από τουρκική ακταιωρό στις 11 Μαρτίου, ανοιχτά της Κω.

Η Τουρκία αναγκάστηκε να περάσει στο «plan C». Το σχέδιό της προέβλεπε να χρησιμοποιηθούν εμπορικά πλοία-φαντάσματα που θα λειτουργούσαν ως «πολιορκητικός κριός». Τα τουρκικά παράλια βρίθουν από παροπλισμένα -παλιά- πλοία (ακόμα και 60 ετών), στα οποία οι διακινητές θα στοίβαζαν πρόσφυγες και μετανάστες για να τους περάσουν στην Ελλάδα, ενδεχομένως και στην Ιταλία. Μία από τις βάσεις εκκίνησης ήταν το Τσανάκαλε. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες του «Εθνους της Κυριακής», η ΕΥΠ είχε πληροφορίες για 10 διαφορετικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες η τουρκική πλευρά προσπάθησε να προωθήσει μετανάστες με πλοία-φαντάσματα, χωρητικότητας εκατοντάδων ατόμων.

Οι ελληνικές Αρχές τα «είδαν» εγκαίρως και χάρη στην παρέμβαση των σκαφών του Λιμενικού και του Πολεμικού Ναυτικού μπλοκαρίστηκαν οι διελεύσεις τους. Σε μια περίπτωση, ένα από αυτά άρχισε να βγάζει πυκνούς καπνούς, λόγω παλαιότητας και κακής συντήρησης, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί μόνος του ο καπετάνιος να το γυρίσει πίσω.

Υπήρξε, όμως, και ένα περιστατικό κατά το οποίο εμπορικό πλοίο, ηλικίας 52 ετών, προσάραξε λόγω κακοκαιρίας έξω από το λιμάνι της Τζιας. Το πλοίο, που μετέφερε συνολικά 193 μετανάστες, δεν έφερε όνομα, ούτε σημαία εθνικότητας. Εκτιμάται ότι οι διακινητές κέρδισαν περίπου 1.000.000 ευρώ για ένα δρομολόγιο που τελικά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, καθώς ο προορισμός των μεταναστών ήταν η Ιταλία.

Φόβοι «πιέσεων» στο Αιγαίο

Η εργαλειοποίηση του Προσφυγικού – Μεταναστευτικού από την Τουρκία εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί και τους καλοκαιρινούς μήνες, ως μοχλός πίεσης προς την Ευρώπη. Στελέχη των ελληνικών Αρχών θεωρούν ότι τα κυκλώματα θα «πιέσουν» αισθητά περισσότερο στο Αιγαίο σε σχέση με τον Εβρο.

Υστερα, μάλιστα, από το «ναυάγιο» του σχεδίου με τη χρήση παλιών εμπορικών πλοίων, οι εκτιμήσεις των αρμόδιων υπηρεσιών ασφαλείας κάνουν λόγο για επιστροφή των δουλεμπόρων στις «παραδοσιακές» μεθόδους. Δηλαδή, στη διακίνηση ανθρώπων με τη χρήση φουσκωτών λέμβων, στις οποίες συνήθως χειριστής μπαίνει ένας από τους μετανάστες που θέλουν να περάσουν στα ελληνικά νησιά. Στα τουρκικά παράλια βρίσκεται έτοιμος ο μηχανισμός παραγωγής λέμβων, μηχανών και σωσιβίων, όπως και τα κυκλώματα που γνωρίζουν τη «δουλειά». Η απέναντι πλευρά, ωστόσο, έχει λάβει το μήνυμα ότι η φύλαξη των θαλάσσιων συνόρων είναι σημαντικά πιο ενισχυμένη, με 55 σκάφη του Λιμενικού, πλοία του Πολεμικού Ναυτικού και 30 ταχύπλοα τύπου Magna.

Τα τελευταία χρόνια, τα δρομολόγια των προσφύγων και μεταναστών ακολουθούν και οι κυνηγημένοι από το τουρκικό καθεστώς γκιουλενιστές. Μάλιστα, έχουν υπάρξει καταγγελίες για δράση των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών (ΜΙΤ) σε ελληνικό έδαφος για την παρακολούθηση των «εχθρών» του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η τουρκική κυβέρνηση δεν έπαψε ποτέ να φοβάται την οργάνωση αντιπολιτευτικών πυρήνων εκτός Τουρκίας, ως το αντίπαλον δέος του ερντογανικού καθεστώτος που μακροπρόθεσμα θα μπορούσε δυνητικά να προκαλέσει προβλήματα.

Πηγές της λεωφόρου Κατεχάκη εξηγούν ότι από το πραξικόπημα στη γειτονική χώρα και μετά έφτασαν στην Ελλάδα περίπου 30.000-35.000 Τούρκοι υπήκοοι. Κάποιοι εξ αυτών ήταν γκιουλενιστές και κάποιοι δεν ήταν, αλλά φοβήθηκαν ότι θα κυνηγηθούν στην πατρίδα τους γιατί θα τους έβαζαν αναπόφευκτα τη «σφραγίδα» του γκιουλενιστή. Σήμερα, ωστόσο, ένα πολύ μικρό ποσοστό εξ αυτών εξακολουθεί να βρίσκεται στην Ελλάδα (υπολογίζονται σε 5.000-6.000), καθώς η συντριπτική πλειονότητά τους έφυγε για άλλες χώρες. Πρόκειται για Τούρκους που ανήκαν κυρίως στην αστική τάξη της Τουρκίας και οι οποίοι διαθέτουν πτυχία και επαγγελματική πορεία που τους δίνουν τη δυνατότητα γρήγορης απορρόφησης στη χώρα όπου τελικά θα εγκατασταθούν.

Οπως εξηγούν καλά πληροφορημένες πηγές, οι Τούρκοι που έφτασαν στην Ελλάδα και είχαν προφίλ «οργανωμένου» γκιουλενιστή έχουν εγκαταλείψει τη χώρα μας, ενώ αυτοί που παραμένουν εδώ είναι Τούρκοι που δεν είχαν σχέσεις με πυρήνες του Γκιουλέν.

https://www.ethnos.gr/ellada/105910_mystiko-shedio-eyp
-gia-tin-toyrkia-se-epifylaki-gia-neo-kyma-epithetikotitas 


 16/5/2020



4.
Ενδεχόμενη προβοκάτσια της Τουρκίας 
θα οδηγήσει σε πόλεμο με την Ελλάδα;…

Του πρέσβη ε.τ. Ελευθέριου Καραγιάννη

Εντείνονται το τελευταίο διάστημα οι απόψεις και αναλύσεις ότι η εξ ανατολών νατοϊκή συμμαχική μας χώρα Τουρκία ετοιμάζει ένα νέο «θερμό» θαλάσσιο επεισόδιο στο Αιγαίο ή στις παρυφές της Ανατολικής Μεσογείου παραβιάζοντας κυριαρχικά μας δικαιώματα στην περιοχή.

Το  ότι η Τουρκία έχει ήδη σχεδιάσει μία νέα πρόκληση στην θαλάσσια μας περιοχή είναι ήδη γνωστό από τουρκικές επίσημες δηλώσεις που αφήνουν να διαφανεί ένα τέτοιο γεγονός.

Για να απαντήσει κανείς στο ερώτημα αν  η διαφαινόμενη και αναμενόμενη τουρκική πρόκληση  θα οδηγήσει και σε «θερμό» επεισόδιο τουτέστιν στρατιωτική αντιπαράθεση περιορισμένης ή μη έκτασης θα πρέπει να ανατρέξει στο πλούσιο ,δυστυχώς, ιστορικό παρελθόν των προκλήσεων της γείτονος κατά της χώρας μας και στο αποτέλεσμα που είχαν.

Από την ανάλυση των γεγονότων αυτών ,όχι μόνον από το 1974 και επέκεινα, αλλά και από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 η τουρκική πολιτική προκλητικότητα μπορεί να συνοψιστεί στην φράση « επίτευξη στόχων χωρίς επίθεση ,με χρήση αξιόπιστων απειλών και επιδέξιους πολιτικό-διπλωματικούς χειρισμούς ,που οδηγούν τον αντίπαλο σε υποχρεωτικές συνομιλίες και παραχωρήσεις».

Με την κατ΄επανάληψη χρήση της μεθόδου αυτής  η Τουρκία «υποχρέωσε»  την χώρα μας να αποδεχθεί ,διαχρονικά, απαιτήσεις της με αποτέλεσμα να δίδεται η εντύπωση στην γειτονική χώρα ότι στην περίπτωση που δημιουργεί τετελεσμένα των οποίων ,εμείς για να τα ανατρέψουμε θα πρέπει  να προχωρήσουμε σε πολεμική σύρραξη, η κατάληξη θα είναι θετική για αυτήν.

Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι η χώρα μας  διαχρονικά δεν εφαρμόζει προληπτική πολιτική έναντι της γείτονος  αλλά αμυντική   με αποτέλεσμα να αυξάνεται σε ένταση η τουρκική   προκλητικότητα.

Ως προς την αναμενόμενη τουρκική πρόκληση στον θαλάσσιο μας χώρο  είναι προφανές ότι η γειτονική χώρα θα επιδιώξει δια της προκλήσεως να μας  υποχρεώσει να παρακαθίσουμε  στο τραπέζι των συνομιλιών οι όροι των οποίων θα καθοριστούν από την μορφή και την κατάληξη που θα έχει το επεισόδιο.

*Ο πρέσβης ε.τ. Ελευθέριος Καραγιάννης είναι από τους πλέον διακεκριμένους Έλληνες  διπλωμάτες και έχει διατελέσει ανώτατος διπλωματικός σύμβουλος πρωθυπουργών της  Ελλάδος και Υπουργών Εθνικής Αμύνης.

 https://europost.gr/endechomeni-provokatsia-tis-toyrkias
-tha-odigisei-se-polemo-tin/


18/5/2020