Δεύτερος Ψυχρός Πόλεμος μετά την πανδημία;



 Δεύτερος Ψυχρός Πόλεμος μετά την πανδημία; 

(Μέρος Α) 

Η ιστορία μας έχει δείξει πως πανδημίες τέτοιας κλίμακας, όπως αυτή της COVID-19, λειτουργούν ως πυροκροτητές αλυσιδωτών αντιδράσεων, που ανατρέπουν βεβαιότητες δεκαετιών, αλλάζουν κοινωνίες, διαλύουν οικονομίες, ρίχνουν κυβερνήσεις, καταστρέφουν πολιτικά συστήματα, και τελικά αναδιαμορφώνουν το γεωπολιτικό σκηνικό του κόσμου. Εν ολίγοις είναι οι “μαμές” που ξεγεννούν ένα νέο, διαφορετικό κόσμο.

Οι πανδημίες που έγραψαν ιστορία

Από την Ιουστινιάνεια Πανώλη (541 μ.Χ.) και τον “Μαύρο Θάνατο” (1347-1351) ως την Ισπανική Γρίπη (1918-1919) οι πανδημίες, εκτός από εκατομμύρια θύματα, λειτουργούσαν ως καταλύτες και επιταχυντές ιστορικών και γεωπολιτικών εξελίξεων. Η Ιουστινιάνεια Πανώλη, η οποία αποδυνάμωσε την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Βυζάντιο), έφερε στο προσκήνιο μια νέα δύναμη, τους Άραβες και μια νέα θρησκεία, τον Μουσουλμανισμό.

Ο “Μαύρος Θάνατος” (βουβωνική πανώλη) εξασθένισε τις ευρωπαϊκές χριστιανικές δυνάμεις, έφερε μια νέα δύναμη σε ευρωπαϊκό έδαφος, τους Οθωμανούς Τούρκους, ενώ οι δημογραφικές μεταβολές που επέφερε οδήγησαν στην ευρεία αμφισβήτηση του φεουδαρχικού συστήματος στη μεσαιωνική Ευρώπη.
Οι μεταδιδόμενες ασθένειες (ιλαρά, τύφος, διφθερίτιδα, ευλογιά κ.ά) τις οποίες μετέφεραν οι Ευρωπαίοι κατακτητές στον “μικροβιακά παρθένο” Νέο Κόσμο, οδήγησαν (κυρίως τον 16ο και τον 17ο αιώνα) σε μια “σιωπηλή γενοκτονία” των ιθαγενών της Αμερικής, και σε μία τέτοιας κλίμακας πληθυσμιακής συρρίκνωσης των ντόπιων πληθυσμών, ώστε μια ολόκληρη ήπειρος κατέστη πρόσφορη στον ευρωπαϊκό αποικισμό, χωρίς ουσιαστική αντίσταση.

Η Ισπανική Γρίπη ήρθε το 1918 από τις ΗΠΑ, μαζί με τα αμερικανικά στρατεύματα που στάλθηκαν στο Δυτικό Μέτωπο, και μέσα σε λίγους μήνες ανάγκασε τη Γερμανία του Κάιζερ να συνθηκολογήσει άνευ όρων. Τα εκατομμύρια νεκρών της Γρίπης, που προστέθηκαν σε εκείνα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, δημιούργησαν μια πολιτικά τοξική ατμόσφαιρα κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, η οποία οδήγησε στην εμφάνιση του Φασισμού και του Ναζισμού και κατ' επέκταση στο ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, που αναδιαμόρφωσε τελικά τον παγκόσμιο γεωπολιτικό χάρτη.

Η πανδημία της COVID-19 μοιάζει με τη γρίπη του 1957-1958

Η σημερινή πανδημία της COVID-19 θα πλήξει άραγε σε τέτοιο βαθμό πληθυσμούς, κοινωνίες, οικονομίες και χώρες, ώστε να οδηγήσει σε παρόμοιες, τεκτονικού τύπου, μεταβολές της υφιστάμενης παγκόσμιας τάξης; Καταρχάς είναι ακόμη νωρίς για να συμπεράνουμε κάτι τέτοιο. Τα έως τώρα στοιχεία και τάσεις δείχνουν πως η σημερινή πανδημία της COVID-19 προσιδιάζει περισσότερο με την επιδημία γρίπης του 1957-1958, η οποία σκότωσε συνολικά 1,1 εκατομμύριο ανθρώπους και λιγότερο με τη Ισπανική Γρίπη του 1918-1919, που ήταν περισσότερο θανατηφόρα, έπληττε νεαρότερες και πιο παραγωγικές ηλικίες, και σκότωσε τελικά 40 εκατομμύρια ανθρώπους ή το 2% του τότε παγκόσμιου πληθυσμού (σήμερα ο αντίστοιχος αριθμός θα ήταν 150 εκατομμύρια νεκροί παγκοσμίως).

Αν δε συμβεί κάποια επικίνδυνη μετάλλαξη, ή οποία θα κάνει τον νέο κορωνοϊό πιο θανατηφόρο, ιδιαίτερα για τις νεότερες και τις πιο παραγωγικές ηλικίες, ή δε θα πλήξει ανεξέλεγκτα τις πολυπληθείς φτωχές χώρες (Ινδία, Λατινική Αμερική, Υποσαχάριο Αφρική), με εύθραυστα ή ανύπαρκτα δημόσια συστήματα υγείας, τότε η πανδημία της COVID-19 ίσως να εξελιχθεί στο σύγχρονο αντίστοιχο της γρίπης του 1957-1958. Θα προκαλέσει μεν σημαντικές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές (συνολικά 3 εκατομμύρια νεκροί παγκοσμίως, αναλογικά με τη γρίπη του 1957-58), αλλά όχι ανυπόφορες για τις κοινωνίες και χώρες που θα πληγούν, οι οποίες θα έχουν να διαχειριστούν όμως και μια βαθιά οικονομική ύφεση, συγκρίσιμη με το Κραχ του 1929. Θα επιφέρει ένα ισχυρό σοκ στο παγκόσμιο σύστημα, αλλά δεν θα το αποσταθεροποιήσει εντελώς. Ή μήπως όχι;  

Από το 2008 στο 2020: Δύο κρίσεις που αποδυνάμωσαν τη Δύση

Στην πραγματικότητα ο κόσμος μας βρίσκεται εδώ και χρόνια σε διαδικασία μεγάλων αλλαγών, τόσο σε τεχνολογικό και οικονομικό επίπεδο, όσο και σε κοινωνικό και πολιτισμικό. Αλλαγές οι οποίες τελικά θα αναδιαμορφώσουν το κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο, θα επιφέρουν κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές μεγάλης κλίμακας και, εν τέλει, θα αναδιαμορφώσουν το παγκόσμιο γεωπολιτικό σκηνικό. Η, τεκτονικής φύσεως, μετατόπιση της γεωοικονομικής δύναμης από τη Δύση προς την Ανατολή και από τις ΗΠΑ προς την Κίνα, που παρατηρείται τις δύο τελευταίες δεκαετίες, θα αποκρυσταλλωθεί τα αμέσως επόμενα χρόνια διαμορφώνοντας νέες παγκόσμιες ισορροπίες.

Τόσο η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, όσο και ο “Μαύρος Κύκνος” της πανδημίας της COVID-19 του 2020, θα αναγνωριστούν ως δύο ιστορικά γεγονότα, τα οποία επιτάχυναν αυτές τις κοσμογονικές εξελίξεις. Η μεν κρίση του 2008 δεν αποσταθεροποίησε απλώς το Δυτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά έθεσε υπό αμφισβήτηση την παγκόσμια κυριαρχία του Δυτικού οικονομικού μοντέλου, καθώς η αυταρχική “κόκκινη” Κίνα εξήλθε, όχι μόνον αλώβητη από αυτή την κρίση, αλλά και πιο ισχυρή. Η νέα κρίση της πανδημίας της COVID-19, αν και προήλθε από την Κίνα, την επηρέασε αρνητικά, τουλάχιστον με τα έως τώρα δεδομένα, πολύ λιγότερο από ό,τι τις πιο ανεπτυγμένες Δυτικές οικονομίες. Ειδικά πολύ λιγότερο από ό,τι τις ΗΠΑ, που είναι και η δύναμη η οποία ασκεί παγκόσμια ηγεμονία.

Η “Αχίλλειος Πτέρνα” των ΗΠΑ

Στις 30 Απριλίου 2020 οι ΗΠΑ μετρούσαν τουλάχιστον 60.000 θύματα -σπάζοντας το ψυχολογικό φράγμα των 58.000 νεκρών, που ήταν οι αμερικανικές απώλειες κατά τον δεκαετή Πόλεμο του Βιετνάμ- και σχεδόν 1,1 εκατομμύριο επίσημα καταγεγραμμένα κρούσματα. Αριθμοί τρομακτικοί από κάθε άποψη, που βαίνουν ωστόσο αυξανόμενοι. Το γεγονός αυτό έχει πλήξει το γόητρο των ΗΠΑ παγκοσμίως. Η μεγαλύτερη δύναμη στον κόσμο αποδεικνύεται ανίσχυρη στην αντιμετώπιση της νέας αόρατης απειλής. Αποδείχθηκε πως δεν είχε απόθεμα μασκών και αναπνευστήρων και βασιζόταν γι' αυτά κυρίως από τις εισαγωγές από την Κίνα. Παρά πλούτη και την τεχνολογική της υπεροχή αποδείχθηκε πως η Αμερική δεν μπορεί να προστατεύσει τους πολίτες της, ειδικά τους φτωχότερους, και να τους παρέχει ένα δίχτυ ασφαλείας και ένα αποτελεσματικό δημόσιο σύστημα υγείας. Για μια ακόμη φορά η “Αχίλλειος Πτέρνα” των ΗΠΑ αναδεικνύεται η ανυπαρξία ενός δωρεάν δημόσιου συστήματος υγείας -κάτι που απολαμβάνουν οι πολίτες σχεδόν όλων των ευρωπαϊκών χωρών- και φυσικά οι τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες στο εσωτερικό της χώρας. Αυτά τα τα δύο στοιχεία καθιστούν τη σημερινή ηγεμονική δύναμη του πλανήτη μας εξαιρετικά ευάλωτη σε “Μαύρους Κύκνους”, δηλαδή σε απροσδόκητα γεγονότα, όπως η πανδημία της COVID-19.

 Αντί να προσπαθήσει να διορθώσει τις σημαντικές ελλείψεις σε αυτούς του βασικούς τομείς και να προστατεύσει τους έτσι πιο αδύναμους Αμερικανούς πολίτες, που κατά “σύμπτωση” είναι στην πλειονότητά τους αφροαμερικανοί και άλλες μειονότητες, η διακυβέρνηση Τραμπ προτιμά να στρέφει αλλού τα βέλη της. Έχοντας ξεκινήσει, εδώ και τρία χρόνια τη στρατηγική των εμπορικών  πολέμων κατά του Πεκίνου, επιλέγει πλέον ανοικτά τη στοχοποίηση και δαιμονοποίηση της Κίνας, καθιστώντας την έτσι τον “βολικό εχθρό” στο νέο Δεύτερο Ψυχρό Πόλεμο που σχεδιάζει να παρουσιάσει ως μια αναπόφευκτη εξέλιξη στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα.

Από τον Πρώτο στον Δεύτερο Ψυχρό Πόλεμο: 
Η Κίνα στη θέση της Σοβιετικής Ένωσης

Ο Πρώτος Ψυχρός Πόλεμος ήταν μεταξύ ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης, που συγκρότησαν δύο αντίπαλα πολιτικοϊδεολογικά και στρατιωτικά μπλοκ: το ΝΑΤΟ και το Σύμφωνο της Βαρσαβίας. Ξεκίνησε το 1947, με τον Εμφύλιο Πόλεμο στην Ελλάδα και κράτησε μέχρι το 1987, όταν η Περεστρόικα του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ οδήγησε στην άμβλυνση της αντιπαλότητας και τελικά στην άτυπη συνθηκολόγηση της Σοβιετικής Ένωσης και στη διάλυσή της. Κατόπιν υπήρξε μια περίοδος αδιαμφισβήτητης αμερικανικής υπεροχής, διάρκειας περίπου δύο δεκαετιών (μέχρι την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008), η οποία σπαταλήθηκε από τις αμερικανικές κυβερνήσεις σε μια σειρά από άσκοπους περιφερειακούς πολέμους π.χ. Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστάν, Ιράκ κ.ά. με τεράστιο κόστος, καθώς και σ' έναν ατελεύτητο πόλεμο κατά της ισλαμιστικής τρομοκρατίας. Από το 2008 και τη σχετική κάμψη της αμερικανικής ισχύος, η Ουάσιγκτον άρχισε να αναδιπλώνεται από την προηγούμενη στρατιωτική της υπερεπέκταση, αλλά η ζημιά και το χάος που είχε ήδη προκαλέσει στις χώρες στις οποίες επενέβη στρατιωτικά, δημιούργησαν νέες απειλές και έδωσαν τη δυνατότητα σε άλλες δυνάμεις να επιχειρήσουν να καλύψουν το κενό.

Η έναρξη της διακυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ, που εκλέχτηκε με το σύνθημα “Η Αμερική Πρώτα”, συνοδεύτηκε από την αύξηση της τάσης αναδίπλωσης της αμερικανικής πολεμικής μηχανής από τα ανοικτά μέτωπα της Μέσης Ανατολής. Ταυτόχρονα εμφανίστηκε και μια εμμονή στη ρύθμιση των τεράστιων αμερικανικών εμπορικών ελλειμμάτων με αύξηση των δασμών. Στην ουσία με μια σειρά μικρών “εμπορικών πολέμων”, που στρεφόταν κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα κατά της Κίνας.

Η Κίνα στο στόχαστρο των ΗΠΑ

Μετά το 2008 η Κίνα είχε αρχίσει να μπαίνει στο στόχαστρο των ΗΠΑ, ως ο επόμενος μνηστήρας για το θρόνο της παγκόσμιας ηγεμονίας. Η εκπληκτική οικονομική και βιομηχανική της ανάπτυξη, που διπλασίαζε το ΑΕΠ της κάθε 7-8 χρόνια, αλλά και η τεχνολογική της αναβάθμιση, σε τομείς ανταγωνιστικούς και ζωτικής σημασίας για την αμερικανική οικονομία, απειλούσε την αμερικανική εκδοχή της παγκοσμιοποίησης, παρότι τα κινεζικά εμπορικά πλεονάσματα επενδύονταν σε μεγάλο βαθμό στην αγορά αμερικανικού χρέους. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Κίνας σε προηγμένες νέες τεχνολογίες, όπως των δικτύων 5G, προκάλεσαν φόβους στην Αμερική για επικείμενο τεχνολογικό παραγκωνισμό και περιθωριοποιησής της.

Οι φόβοι πυροδοτήθηκαν και από τα αμερικανικά ΜΜΕ που παρουσίαζαν την “κομμουνιστική” Κίνα ως το κατεξοχήν αυταρχικό κράτος, το οποίο καταπιέζει πολίτες, αντιφρονούντες και μειονότητες, καταστρέφει το περιβάλλον, ενώ είναι υπεύθυνο για ύπουλες κυβερνοεπιθέσεις, αθέμιτο ανταγωνισμό στο εμπόριο και απώλεια αμερικανικών θέσεων εργασίας. Όλα αυτά συνετέλεσαν ώστε να δημιουργηθεί ένα κύμα Σινοφοβίας στους κόλπους της αμερικανικής κοινής γνώμης, το οποίο καλλιέργησε κι εκμεταλλεύτηκε η διακυβέρνηση Τραμπ. Έρευνα του Pew Research Center έδειξε πρόσφατα πως το 66% των Αμερικανών έχουν αρνητική γνώμη για την Κίνα και μόλις το 22% έχει θετική. Μάλιστα το 62% των Αμερικανών θεωρούν ανοικτά την Κίνα ως απειλή για τις ΗΠΑ.

Από την άλλη, σε γεωπολιτικό επίπεδο, η αναβάθμιση της ρωσοκινεζικής συνεργασίας στον οικονομικό, ενεργειακό και αμυντικό τομέα, πυροδότησε εύλογες ανησυχίες για τη συγκρότηση ενός “ευρασιατικού πόλου”, που θα μπορούσε να απειλήσει την παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ. Δεν ήταν δύσκολο λοιπόν να καταστεί η Κίνα, αρκετά πριν από την εμφάνιση της COVID-19, το αντίπαλο δέος των ΗΠΑ στον εν εξελίξει Δεύτερο Ψυχρό Πόλεμο...

 Γιώργος Στάμκος,
συγγραφέας και δημοσιογράφος 


1/5/2020


Ο κόσμος μετά την πανδημία 

 (Μέρος B)

Κατηγορώντας την Κίνα για την πανδημία. 

Τα μικρόβια και οι ιοί μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, όπως η πολιτική και οι πόλεμοι. Η, εκ μέρους της Ουάσιγκτον, στοχοποίηση και η διαμονοποίηση του Πεκίνου, με αφορμή ενδεχόμενα λάθη και παραλείψεις στη διαχείριση της πανδημίας, παρέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που απαιτούνται για τη δημιουργία ενός ευπρόσδεκτου “εχθρού” και στο ξέσπασμα της πρώτης, μεγάλης “γεωπολιτικής καταιγίδας” του 21ου αιώνα. 

Το ξέσπασμα της COVID-19 στην Κίνα και στη συνέχεια η διάδοση της επιδημίας στη Δύση και στις ΗΠΑ ήταν απλώς το “κερασάκι στην τούρτα” για να ολοκληρωθεί η εικόνα της “κακιάς Κίνας”, που θέλει να καταστρέψει τη Δύση και να ελέγξει τον κόσμο. Ο πρόεδρος Τραμπ επέμενε να κάνει λόγο για «κινεζικό ιό» και σταμάτησε να χρηματοδοτεί την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ) με την κατηγορία ότι ευνοεί την Κίνα. Κατηγόρησε ανοικτά την Κίνα ότι θα μπορούσε να είχε σταματήσει την εξάπλωση του κοροναϊού, να ενημερώσει εγκαίρως και να προστατεύσει και τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά δεν το έκανε. Αμερικανικές θεωρίες συνωμοσίας έκαναν λόγο για “τεχνητό ιό”, που κατασκευάστηκε ή “ξέφυγε” από ατύχημα από εργαστήριο ιολογικής έρευνας στην Γουχάν. Η Κίνα αρνήθηκε όλες αυτές τις κατηγορίες και έδωσε κι άλλες πληροφορίες σχετικά με την αρχική προέλευση του νέου κορωνοϊού.

Ουάσιγκτον καλεί Πεκίνο: θα σας στείλουμε τον τελικό λογαριασμό

Σε κάθε περίπτωση η Κίνα θεωρήθηκε υπεύθυνη για την πανδημία, σε σημείο ώστε η Πολιτεία του Μισούρι (με κυβερνήτη Ρεπουμπλικάνο και υποστηρικτή του Τραμπ) άσκησε αγωγή κατά της Κίνας, με βαριές κατηγορίες,  ζητώντας ανάλογη αποζημίωση. Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος, απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου, σχετικέ με την αξίωση το Πεκίνο να καταβάλλει σχετική αποζημίωση, δήλωσε πως «δεν έχουμε ακόμη καταλήξει στο οριστικό ποσό, αλλά είναι πολύ υψηλό. Δεν υπήρξαν ζημίες μόνο στις ΗΠΑ, αλλά σε όλο τον κόσμο». Αναλυτές εκτιμούν πως η Ουάσιγκτον μπορεί να ζητήσει αποζημίωση ύψους άνω του ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων από το Πεκίνο -μια απαίτηση που θα μπορούσε να είναι Camus Belli από μόνη της. Μια οριστική ρήξη των σινοαμερικανικών σχέσεων κι ένας νέος εμπορικός πόλεμος θα μπορούσε κάλλιστα να δώσει και το επίσημο εναρκτήριο λάκτισμα ενός Δεύτερου Ψυχρού Πολέμου, που όλοι φοβούνται.

Η επιστροφή της “σύγκρουσης των πολιτισμών”; 

Ο Πρώτος Ψυχρός Πόλεμος είχε υπερτιμήσει τον πολιτικό παράγοντα και είχε υποτιμήσει τον πολιτισμικό. Ο Δεύτερος Ψυχρός Πόλεμος θα μπορούσε να οδηγήσει στο αντίστροφο: στην υπερτίμηση των πολιτισμικών διαφορών έναντι των πολιτικών. Έτσι η Κίνα και ο “εξωτικός” για τη Δύση πολιτισμός της, θα μπορούσε να παρουσιαστεί ο απόλυτος “Άλλος” στα μάτια των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, αλλά και το αντίστροφο. Και οι δύο αντίπαλοι πόλοι θα προβάλουν ο καθένας το δικό τους μοντέλο διακυβέρνησης, οικονομικής και τεχνολογικής ανάπτυξης, και τον δικό τους πολιτισμό, που έρχεται “εκ φύσεως” σε σύγκρουση με τον άλλο, επιβεβαιώνοντας έτσι τη θεωρία του Σάμουελ Χάντιγκτον περί “σύγκρουσης των πολιτισμών”.

Στη νέα ιστορική περίοδο που διανύουμε και οριοθετείται από την έναρξη και εξάπλωση της πανδημίας της COVID-19 και την επικείμενη βαθιά παγκόσμια οικονομική ύφεση, η οποία θα προκαλέσει αναπόφευκτα πλήθος αναταραχών και ανακατατάξεων σε παγκόσμιο επίπεδο, τρία είναι τα βασικά σενάρια που διαφαίνονται στον ορίζοντα.   

Σενάριο πρώτο: τα δύο αντίπαλα μπλοκ ενός νέου Ψυχρού Πολέμου

Το πρώτο είναι η επίσημη έναρξη ενός Δεύτερου Ψυχρού Πολέμου, αυτή τη φορά μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας και των συμμαχικών μπλοκ που θα συγκροτηθούν γύρω από αυτούς τους δύο αντιπαρατιθέμενους πόλους. Οι ΗΠΑ θα έχουν καταρχάς στο πλευρό τους τις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, της πιο ισχυρής στρατιωτικής συμμαχίας στο σύγχρονο κόσμο, αλλά και άλλες περιφερειακές χώρες, όπως η Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Αυστραλία, Σαουδική Αραβία, Ισραήλ, Νότια Αφρική κ.ά. Η Κίνα θα έχει αρχικά στο πλευρό της το Ιράν, τη Βόρεια Κορέα, τη Βενεζουέλα, τη Μιανμάρ, και ενδεχομένως το Πακιστάν, το Βιετνάμ και τις Φιλιππίνες. Υπάρχει το όχι και τόσο απίθανο ενδεχόμενο οι περισσότερες χώρες της υποσαχάριου Αφρικής να ταχθούν τελικά στο πλευρό της Κίνας, μιας και το Πεκίνο έχει αναδειχθεί ο υπ' αριθμόν ένα στρατηγικός επενδυτής στη Μαύρη Ήπειρο. Ερωτηματικά υπάρχουν για τη στάση χωρών, όπως η Αίγυπτος, η Τουρκία, η Αργεντινή και άλλες λατινοαμερικανικές χώρες. 

Το κρίσιμο σε αυτό το σενάριο θα είναι η τελική στάση της Ρωσίας, που θα κρίνει και τις εξελίξεις. Αν η Ρωσία, η χώρα με τα περισσότερα πυρηνικά συστήματα στον κόσμο και με μια πολεμική μηχανή που θεωρείται η δεύτερη ισχυρότερη στον κόσμο, ταχθεί στο πλευρό της Κίνας, τότε θα προσδώσει στο φιλο-κινεζικό μπλοκ το χαρακτήρα ενός αχανούς “ευρασιατικού πόλου”, ο οποίος θα κατέχει και τη γεωπολιτική heartland του πλανήτη μας. Επίσης η Ρωσία ελέγχει μια σειρά από δορυφορικά κράτη (Λευκορωσία, Αρμενία, Καζακστάν, Μογγολία) και έχει αρκετούς παραδοσιακούς συμμάχους (Κούβα, Σερβία, Συρία, Λιβύη, Αιθιοπία, Βιετνάμ) σε όλες τις ηπείρους, οι οποίοι, ή τουλάχιστον ορισμένοι, θα μπορούσαν να ταχθούν κι αυτοί στο πλευρό της Κίνας. Σε αυτή την περίπτωση η ισχύς του ευρασιατικού μπλοκ θα ήταν τέτοια που θα έδινε αυτάρκεια και θα επέτρεπε έτσι το Δεύτερο Ψυχρό Πόλεμο να κρατήσει για αρκετές δεκαετίες. Ερώτημα θα είναι η τελική στάση της Ινδίας, που είναι μεν φιλορωσική, αλλά ταυτόχρονα αντικινεζική. Θα κρατήσει ουδέτερη στάση σε αυτή την αντιπαράθεση ή θα επιλέξει στρατόπεδο;

Σενάριο δεύτερο: σινοαμερικανική συνεργασία
 για παγκόσμια συγκυριαρχία

Το δεύτερο σενάριο είναι η κρίση της πανδημίας της COVID-19 να μην οδηγήσει τελικά σε ρήξη και ψύχρανση των σινοαμερικανικών σχέσεων, αλλά αντίθετα στο “λιώσιμο των πάγων” και στη αναθέρμανση της μεταξύ τους συνεργασίας. Και οι δύο υπερδυνάμεις ίσως συνειδητοποιήσουν πως έχουν περισσότερα κοινά συμφέροντα, παρά διαφορές, κι έχουν πολύ περισσότερα να κερδίσουν συνεργαζόμενες και αντίστοιχα υπερβολικά πολλά να χάσουν αν έρθουν σε ανοικτή ψυχροπολεμική αντιπαράθεση. Σε αυτή την περίπτωση η μεταξύ τους καχυποψία θα αμβλυνθεί και οι δύο υπερδυνάμεις θα επιχειρήσουν να αναλάβουν κοινές πρωτοβουλίες για το “καλό του κόσμου”, για να ανακάμψει η παγκόσμια οικονομία, επιβάλλοντας έτσι μια νέα τάξη πραγμάτων που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα τους. 

Για να γίνει αυτό όμως οι ΗΠΑ θα πρέπει να παραιτηθούν εθελοντικά από τα πρωτεία και την πρωτοκαθεδρία τους (διατηρώντας ωστόσο κάποιους “τιμητικούς τίτλους” π.χ. την έδρα του ΟΗΕ και του ΔΝΤ). Να αναγνωρίσουν δηλαδή το γεγονός ότι ζούμε σ' έναν πολυπολικό κόσμο και να θελήσουν μοιραστούν τα βάρη και τις ευθύνες της διαχείρισής του και με τους υπόλοιπους, και πρωτίστως με την Κίνα, η οποία θα καταστεί πριν από το 2030 η ισχυρότερη οικονομική δύναμη στον πλανήτη μας. Σε αυτή την περίπτωση ίσως υπάρξει κάποιος βελούδινος διαχωρισμός του κόσμου σε “σφαίρες επιρροής”, με τη ΝΑ Ασία και την Αφρική να περνούν τελικά στην επιρροή της Κίνας, ενώ οι ΗΠΑ θα κρατήσουν για λογαριασμό την επιρροή τους στη νότια Αμερική, στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι ένας ισχυρός πόλος, στους κόλπους ωστόσο της αμερικανικής σφαίρας επιρροής, όπως είναι και σήμερα. Ρωσία και Ινδία, θα διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους και θα είναι ουδέτεροι εξισορροπιστές ανάμεσα στους δύο, προσκομίζοντας και τα ανάλογα οφέλη. Μεγάλο ερώτημα αποτελεί το πως θα αποδεχθούν οι υπόλοιπες μικρότερες χώρες το γεγονός ότι θα βρίσκονται υπό την επικυριαρχία ενός άτυπου σινοαμερικανικού συνασπισμού. Θα το δεχθούν ως κάτι το “φυσιολογικό” ή μήπως ο κόσμος θα μετατραπεί σε “καζάνι που βράζει”, και θα ξεσπούν συνεχώς επαναστάσεις και περιφερειακές συγκρούσεις; 

Σενάριο τρίτο: η συνέχιση της σημερινής άβολης συνύπαρξης 

Το τρίτο σενάριο, που είναι ίσως και το πλέον πιθανόν, είναι η συνέχιση περίπου της σημερινής κατάστασης αβεβαιότητας και της συντηρητικής στάσης του “βλέποντας και κάνοντας”. Με άλλα λόγια να μην οδηγηθούμε ούτε σε ανοικτό Ψυχρό Πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, αλλά ούτε και σε θερμή συνεργασία μεταξύ τους για τον καταμερισμό της ευθύνης διαχείρισης των παγκόσμιων ζητημάτων. Μπορεί να συνεχιστούν οι μεταξύ τους αλληλοκατηγορίες, ακόμη και αψιμαχίες, αλλά αυτό δεν θα οδηγήσει σε ανοικτή αντιπαράθεση ψυχροπολεμικού τύπου ή σε ανεξέλεγκτες περιφερειακές συγκρούσεις “δια αντιπροσώπων”. Αμερική και Κίνα θα συνεργάζονται σε τομείς και περιοχές, όπου έχουν περισσότερα κοινά συμφέροντα, ενώ θα συγκρούονται σε άλλους τομείς και ζώνες, όπου θίγονται άλλα συμφέροντά τους, όπως περίπου συμβαίνει έως τώρα. Θα αποφεύγουν ωστόσο τις άμεσες σοβαρές προκλήσεις και την κατά μέτωπο αντιπαράθεση. 

Η Κίνα θα συνεχίσει να αγοράζει αμερικανικά ομόλογα και οι αμερικανικές εταιρείες να επενδύουν στο “μεγαλύτερο εργοστάσιο του πλανήτη”. Και οι δύο, από κοινού ή μόνες τους, θα προσπαθούν να εξέλθουν της νέας οικονομικής ύφεσης, βοηθώντας τους συμμάχους τους, με την Κίνα να πλεονεκτεί σε αυτόν τον τομέα λόγω των κεφαλαιακών αποθεμάτων που διαθέτει και της προβλεπτικότητάς της. Το μεγαλύτερο τμήμα της ενέργειάς του θα διοχετεύεται για τη “θεραπεία” των επιπτώσεων της μεγαλύτερης οικονομικής ύφεσης από το 1929 και δε θα έχουν διάθεση να ανοίξουν κι άλλα κοστοβόρα ανοικτά μέτωπα. Θα συντηρούν ωστόσο κάποια δευτερεύοντα σημεία τριβής και αντιπαράθεσης, αν μη τι άλλο, για λόγους γοήτρου. Παράλληλα θα αποφεύγουν να αναμειγνύονται η μία στις εσωτερικές υποθέσεις της άλλης, αλλά θα καλλιεργούν φοβικά σύνδρομα για “εσωτερική κατανάλωση”. Αμερικανικός βούβαλος και κινεζικός δράκος θα συνυπάρχουν με δυσφορία, αποφεύγοντας ωστόσο να προκαλέσουν ανοικτά ο ένας τον άλλο. Η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να διαρκέσει ακόμη και μια δεκαετία, ώσπου η ενδυνάμωση της ισχύος της μίας εκ των δύο υπερδυνάμεων, θα τη βάλει στον πειρασμό να προκαλέσει ανοικτά την άλλη πλήττοντας ζωτικά της συμφέροντα. Αλλά μέχρι τότε υπάρχει το σοβαρό ενδεχόμενο να υλοποιηθεί το πρώτο ή το δεύτερο σενάριο, που περιγράψαμε προηγουμένως. 

Ο 19ος αιώνας ήταν Ευρωπαϊκός. Ο 20ος ήταν Αμερικανικός Αιώνας. Και ο 21ος αιώνας, ο οποίος στην ουσία ξεκινά από το 2020, θα είναι ένας Σινο-Αμερικανικός Αιώνας. Όλα δείχνουν, καθώς η “τέλεια καταιγίδα” βρίσκεται μπροστά μας, πως το 2020 θα είναι το “1914” του 21ου αιώνα. Με ή χωρίς νέο Ψυχρό Πόλεμο.

 Γιώργος Στάμκος,
συγγραφέας και δημοσιογράφος 


2/5/2020