O Ερντογάν κηρύσσει τον πόλεμο στις ξένες τράπεζες.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ:
Εγκαταλείπουν την Τουρκία οι διεθνείς επενδυτές
O Ερντογάν κηρύσσει τον πόλεμο
στις ξένες τράπεζες.
Η Τουρκία απαγόρευσε χθες Πέμπτη για αδιευκρίνιστο χρονικό διάστημα στην Citigroup, UBS και τη BNP Paribas τη διενέργεια συναλλαγών σε λίρες, ενώ μαίνεται η συναλλαγματική κρίση, ισχυρότερη από το προηγούμενο επεισόδιο του Αυγούστου 2018 στη γείτονα. Η εποπτική αρχή του χρηματοπιστωτικού τομέα BDDK προχώρησε σε αυτή την κίνηση στην αγορά συναλλάγματος, υποστηρίζοντας ότι οι τρεις τράπεζες δεν εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους έναντι Τούρκων εταίρων τους.
Η επιθετική αυτή κίνηση είχε άμεσο αποτέλεσμα στην διαμόρφωση της ισοτιμίας, που από το ιστορικό χαμηλό των 7,269 λιρών ανά δολάριο, ενισχύθηκε κατά 1% στις 7,07 λίρες, προτού τα κέρδη προσγειωθούν στο 0,3%, ήτοι 7,17 λίρες ανά δολάριο.
Οι προειδοποιήσεις είχαν έρθει από την Τετάρτη, οπότε εν μέσω καταβύθισης του νομίσματος, έγινε γνωστό ότι οι ξένες τράπεζες απειλούνταν με αποκλεισμό και πρόστιμο, κατηγορούμενες για χειραγώγηση της αγοράς συναλλάγματος.
Είναι αμφίβολο, ωστόσο, αν οι κατασταλτικές κινήσεις μπορούν να αποτελέσουν κάτι παραπάνω από βραχυπρόθεσμη λύση.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της Rabobank, οι διαθέσιμες δυνατότητες είναι τρεις: αντιστροφή της νομισματικής πολιτικής με επιστροφή των επιτοκίων στα επίπεδα του 24% ή και παραπάνω, περιορισμοί στις εκροές κεφαλαίων και την δολαριοποίηση των εγχωρίων καταθέσεων ή ελεύθερη διακύμανση της λίρας χωρίς τις υποστηρικτικές παρεμβάσεις της κεντρικής τράπεζας που το τελευταίο διάστημα έχουν σχεδόν εξαντλήσει τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα.
Οι ίδιοι αναλυτές θεωρούν την πρώτη λύση ως την λιγότερο πιθανή (προφανώς γιατί είναι πολιτικά απαγορευτική) και την τρίτη ως την περισσότερο ορθολογική και φιλική προς τις αγορές, με την υποσημείωση ότι θα πρέπει να συνοδευτεί από διαρθρωτικές αλλαγές υπό την επίβλεψη του ΔΝΤ, ώστε να αποφευχθεί η ραγδαία υποχώρηση της ισοτιμίας στις 10 λίρες ανά δολάριο.
Υπενθυμίζεται ότι τα συναλλαγματικά διαθέσιμα έχουν υποχωρήσει τον Απρίλιο, σύμφωνα με υπολογισμούς του Bloomberg, στα μόλις 25 δισ. δολάρια. Όμως ο πρώην σύμβουλος του υπουργείου Οικονομικών Μαχφί Εγιλμέζ, υποστηρίζει στην ιστοσελίδα του ότι, με την εκκαθάριση των swaps, τα καθαρά διαθέσιμα βρίσκονται σε αρνητική περιοχή και διαμορφώνονταν στα τέλη του μηνός στα μείον 13,4 δισ. δολάρια.
Ωστόσο, η Τουρκία του Ερντογάν δεν μπορεί να απεξαρτηθεί από ένα μοντέλο ανάπτυξης με οδηγό την κατανάλωση και τροφή τον φθηνό δανεισμό. Η νέα ηγεσία που επιβλήθηκε πέρσι στην κεντρική τράπεζα, υπηρετεί τις επιλογές της πολιτικής ηγεσίας με διαδοχικές μειώσεις επιτοκίων - εξ ού και στις 13 εβδομάδες πριν από τις 24 Απριλίου σημειώθηκε πιστωτική επέκταση κατά 60%. Ο πληθωρισμός πάντως (10,9%) ξεπερνά πλέον τα επιτόκια, γεγονός που δεν συντελεί ασφαλώς στην στήριξη των καταθέσεων σε λίρες.
Όλα αυτά αποτελούν διεργασίες με ιστορία τουλάχιστον τριών ετών, όμως η πανδημία του κορονοϊού και τα περιοριστικά μέτρα που την συνοδεύουν έφερε όλες τις υποκείμενες αδυναμίες στην κορύφωσή τους. Η τουρκική οικονομία παίρνει μιαν εσωστρεφή κατεύθυνση, καθώς χάνονται πολύτιμες πηγές συναλλάγματος, όπως ο τουρισμός, μειώνονται οι εξαγωγές και άρα διευρύνεται το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Την ίδια ώρα, αναζητούνται τρόποι ανακύκλωσης χρέους 170 δισ. δολαρίων για φέτος, με τις επιχειρήσεις να απειλούνται από την εξυπηρέτηση των δανείων τους σε όλο και σκληρότερο ξένο νόμισμα.
Το πρόβλημα περιπλέκεται από την προσδοκία της πολιτικής ηγεσίας να αποφύγει μία προσφυγή στο ΔΝΤ με τη σύναψη μιας συμφωνίας για άνοιγμα πιστωτικής γραμμής από την αμερικανική κεντρική τράπεζα. Όμως, αν και η Fed έχει ήδη αντίστοιχα swap lines με χώρες όπως η Βραζιλία και το Μεξικό, αντιμετωπίζει την Τουρκία ως διαφορετική περίπτωση, καθώς σύμφωνα με εκμυστηρεύσεις στελεχών του χώρου, η συνεργασία προϋποθέτει μία σχέση "αμοιβαίας εμπιστοσύνης" και βεβαίως εχέγγυα ανεξαρτησίας της τουρκικής κεντρικής τράπεζας.
Όπως δήλωσε ο Τόμας Μπάρκιν, πρόεδρος της Richmond Fed τα swaps σχεδιάσθηκαν για την σταθεροποίηση των χρηματοπιστωτικών αγορών και όχι για την εξασφάλιση χρηματοδότησης.
Του Κώστα Ράπτη
8/5/2020
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
Σε μια περίοδο που ο πρόεδρος Ερντογάν προσπαθεί να αποφύγει μια «ταπεινωτική» προσφυγή στο ΔΝΤ, τα ΜΜΕ της χώρας απέδιδαν τη συνεχιζόμενη διολίσθηση της τουρκικής λίρας σε ενορχηστρωμένη επίθεση ξένων τραπεζών με έδρα το Λονδίνο.
Εγκαταλείπουν την Τουρκία οι διεθνείς επενδυτές.
Σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα έναντι του δολαρίου υποχώρησε χθες η τουρκική λίρα παρά τις επίμονες παρεμβάσεις των τουρκικών τραπεζών στην αγορά συναλλάγματος και παρά τα μέτρα που λαμβάνει η κεντρική τράπεζα για να περιορίσει τη δυνατότητα των επενδυτών να πωλούν το τουρκικό νόμισμα. Η γειτονική χώρα βλέπει να εγκαταλείπεται από τους επενδυτές, οι οποίοι αμφισβητούν τη δυνατότητά της να αντιμετωπίσει τη νέα οικονομική λαίλαπα, ενώ ανησυχούν για τη ραγδαία μείωση των συναλλαγματικών της διαθεσίμων. Και την ίδια στιγμή, η Αγκυρα δεν φαίνεται να εξασφαλίζει τη στήριξη που περιμένει από την ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ, από την οποία έχει ζητήσει να συμπεριλάβει την τουρκική λίρα στις συμφωνίες swap νομισμάτων με τις χώρες του G20.
Η ισοτιμία του τουρκικού νομίσματος υποχώρησε χθες κατά 0,8% στις 7,2598 λίρες προς ένα δολάριο, σε επίπεδα δηλαδή κάτω από το προηγούμενο χαμηλό ρεκόρ στο οποίο είχε βρεθεί το καλοκαίρι του 2018. Τότε η γειτονική χώρα βρισκόταν στη δίνη μιας νομισματικής κρίσης, που την οδήγησε ξανά σε ύφεση μετά μια δεκαετία. Στη συνεδρίαση της Τετάρτης είχε, άλλωστε, υποχωρήσει κατά 1,7%, ενώ από την αρχή του έτους το τουρκικό νόμισμα έχει υποτιμηθεί κατά 18% έναντι του δολαρίου, καταγράφοντας τη χειρότερη πορεία ανάμεσα στα νομίσματα όλων των αναδυόμενων αγορών.
Είχε προηγηθεί την Τετάρτη τηλεδιάσκεψη του υπουργού Οικονομικών, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, με 2.000 επενδυτές, τους οποίους επιχείρησε να καθησυχάσει σχετικά με την πορεία της τουρκικής οικονομίας, τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα και τις δυνατότητές της να αντιμετωπίσει την κρίση. Ο υπουργός Οικονομικών και γαμπρός του Τούρκου προέδρου επέμεινε ότι η τουρκική οικονομία θα σημειώσει ανάπτυξη φέτος και αντέκρουσε τις προβλέψεις του ΔΝΤ πως η Τουρκία θα διολισθήσει φέτος σε ύφεση εξαιτίας της πανδημίας.
Μεταξύ επενδυτών επικρατεί ανησυχία για τα επίπεδα των συναλλαγματικών διαθεσίμων της Τουρκίας, που έχουν μειωθεί κατά 20 δισ. δολάρια από την αρχή του έτους. Οπως σχολιάζουν αναλυτές, τα διαθέσιμά της έχουν «εξανεμιστεί» καθώς ανέρχονται μόλις σε 86 δισ. δολάρια, που είναι το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο ετών. Και το χειρότερο είναι ότι σε αυτά συγκαταλέγεται ο δανεισμός της κεντρικής τράπεζας από τις εγχώριες τράπεζες. Αιτία της ραγδαίας μείωσης είναι, βέβαια, οι αλλεπάλληλες παρεμβάσεις των τουρκικών τραπεζών, που έχουν ρίξει δισεκατομμύρια δολάρια στην αγορά συναλλάγματος για να στηρίξουν το τουρκικό νόμισμα.
Την ίδια στιγμή, όμως, οι άμεσες υποχρεώσεις της Τουρκίας για αποπληρωμή χρέους σε ξένο νόμισμα μέσα στους επόμενους 12 μήνες υπερβαίνουν τα 168 δισ. δολάρια. Οι ξένοι επενδυτές έχουν από την αρχή του έτους αποσύρει από τουρκικούς τίτλους, μετοχές ή ομόλογα σε τουρκικές λίρες, κεφάλαια ύψους 8 δισ. δολαρίων. Τελευταία, επιταχύνονται, άλλωστε, οι εκροές εν μέσω της κρίσης που έχει προκαλέσει η πανδημία. Οπως σχολίασε στους Financial Times ο Ταχά Γκοζ, αναλυτής της Commerzbank, όλα αυτά «στοιχειοθετούν την τέλεια καταιγίδα για την τουρκική λίρα».
Μιλώντας στους επενδυτές, ο κ. Αλμπαϊράκ ισχυρίστηκε, πάντως, πως τα διαθέσιμα της Τουρκίας είναι «επαρκή» ενώ έδωσε έμφαση στις συμφωνίες για swap με τις χώρες του G20. Κι ενώ μιλούσε ο Τούρκος υπουργός Οικονομικών, οι τουρκικές αρχές λάμβαναν νέα μέτρα για να εμποδίσουν τους επενδυτές να στοιχηματίσουν κατά του νομίσματος. Η εποπτική αρχή των τουρκικών τραπεζών μείωσε την Τετάρτη για μία ακόμη φορά το ανώτατο όριο των swap νομισμάτων που επιτρέπεται ανάμεσα στις εγχώριες και στις ξένες τράπεζες, ώστε να καταστήσει πολύ δύσκολο να πουλήσουν οι επενδυτές την τουρκική λίρα.
Κατά γενική εκτίμηση των οικονομολόγων, η μοναδική διέξοδος για την Τουρκία, την οποία και επιδιώκει επίμονα η Αγκυρα, θα ήταν ένα swap νομισμάτων με τη Federal Reserve. Η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ, όμως, δεν έχει έως τώρα συμπεριλάβει την τουρκική λίρα στις σχετικές συμφωνίες ανταλλαγής που σύνηψε με άλλες χώρες τον Μάρτιο. Δεν φαίνεται, άλλωστε, προοπτική για μια τέτοια συμφωνία στο εγγύς μέλλον. Ερωτώμενος σχετικά από δημοσιογράφο του Reuters, ανώτατος αξιωματούχος της Fed τόνισε χθες πως οι γραμμές swap προορίζονται για χώρες ανάμεσα στις οποίες υπάρχει «αμοιβαία εμπιστοσύνη» με τις ΗΠΑ και οι οποίες πληρούν τις υψηλότερες προδιαγραφές φερεγγυότητας. Και την ίδια στιγμή, ο κ. Αλμπαϊράκ αποκλείει κάθε πιθανότητα προσφυγής στο ΔΝΤ.
Πάντως, μόνο μια τέτοια γραμμή swap με τη Fed θα μπορούσε να προσφέρει στην Αγκυρα τα δολάρια που έχει απελπισμένα ανάγκη και μια διέξοδο για να μην αναγκαστεί σε μια ταπεινωτική για τον Τούρκο πρόεδρο προσφυγή στο ΔΝΤ.
Εξάλλου, ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η τηλεδιάσκεψη του υπουργού Οικονομικών με τους επενδυτές, τα τουρκικά ΜΜΕ απέδιδαν τη συνεχιζόμενη διολίσθηση της τουρκικής λίρας σε ενορχηστρωμένη επίθεση ξένων κέντρων και ειδικότερα ξένων τραπεζών με έδρα το Λονδίνο. Το ειδησεογραφικό πρακτορείο Anadolu υποστήριζε μάλιστα πως οι Αρχές της χώρας είχαν εναγάγει τις συγκεκριμένες τράπεζες, που «θα πληρώσουν βαρύτατα πρόστιμα και θα υποστούν απαγόρευση συναλλαγών». Οι κατηγορίες θυμίζουν παρόμοια περιστατικά από το περασμένο έτος, όταν η Τουρκία απειλούσε την JPMorgan επειδή συμβούλευε τους πελάτες της να πουλήσουν τουρκικές λίρες. Μιλώντας στους Financial Times, ο Γιαμάμ Ακντενίζ, νομικός και ακαδημαϊκός στο Πανεπιστήμιο Μπιλτζί της Κωνσταντινούπολης, σχολίασε πως «εν ολίγοις, οι τουρκικές αρχές συνιστούν στους ειδικούς, στις τράπεζες, στα ΜΜΕ ή σε οποιονδήποτε ενδιαφέρεται για οικονομικά θέματα να μη μιλούν για την οικονομική κρίση που είναι σε εξέλιξη στην Τουρκία».
https://www.kathimerini.gr/1077231/article/oikonomia/die8nhs-
oikonomia/egkataleipoyn-thn-toyrkia-oi-die8neis-ependytes
8/5/2020