Ο «Πόλεμος του Νερού» της Ασίας.
Ο «Πόλεμος του Νερού» της Ασίας.
Ένας ακήρυκτος σινο-ινδικός πόλεμος λαμβάνει χώρα σε υψόμετρο άνω των 4.000 μέτρων στα Ιμαλάια, εκ πρώτης όψεως για παλιές συνοριακές και εδαφικές διαφορές μεταξύ Ινδίας και Κίνας, αλλά επί της ουσίας για τον έλεγχο των πηγών νερού και των φυσικών υδάτινων δεξαμενών του Θιβέτ και του Κασμίρ, που θεωρούνται ζωτικής σημασίας και για τους δύο γίγαντες της Ασίας.
Θερμή αντιπαράθεση δύο γιγάντων της Ασίας
Το τελευταίο επεισόδιο ήταν μια αιματηρό μάχη στην κοιλάδα Γκαλουάν στα σινο-ινδικά σύνορα, και συγκεκριμένα στο βορειοανατολικό Κασμίρ στην περιοχή των Ιμαλαΐων, σε υψόμετρο 4.000 μέτρων, κατά την οποία σκοτώθηκαν 20 Ινδοί στρατιώτες (3 επί τόπου και άλλοι 17 από το ψύχος), ενώ οι απώλειες από την πλευρά των Κινέζων δεν είναι για την ώρα γνωστές (τα Ινδικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για 30-40 Κινέζους νεκρούς, αλλά προφανώς πρόκειται για προπαγάνδα).
Ήταν η πιο αιματηρή σύγκρουση μεταξύ των δύο πυρηνικών γιγάντων της Ασίας, από τον σύντομο μεθοριακό πόλεμο, που διεξήχθη το 1962 και οδήγησε σε ταπεινωτική ήττα την Ινδία, αλλά η εκεχειρία άφησε χωρίς διευθέτηση τη συνοριακή διαφορά στο Κασμίρ παρά τις συνομιλίες δύο δεκαετιών. Οι πληθυσμιακοί (Κίνα 1,42 δισ. κατοίκους και Ινδία 1,35 δισ. κατοίκους) και πυρηνικοί γίγαντες της Ασίας μοιράζονται κοινά σύνορα μήκους 3.488 χιλιομέτρων και κατά διαστήματα οι συνοριοφύλακες τους στις πλαγιές των Ιμαλαΐων εμπλέκονται σε αψιμαχίες, όταν συναντώνται οι αντίπαλες περίπολοι στα διαφιλονικούμενα εδάφη, αλλά ως τώρα δεν υπήρχαν νεκροί.
Η μία πλευρά κατηγορεί την άλλη για «παραβίαση των συνόρων», ενώ η ένταση έχει κλιμακωθεί τον τελευταίο μήνα με χιλιάδες στρατιώτες και από τις δύο χώρες, μαζί με τεθωρακισμένα οχήματα και πυροβολικό, έχουν αναπτυχθεί στην περιοχή του Λαντάκ στα ανατολικά Ιμαλάια κοντά στο Θιβέτ. Πρόκειται για αναζωπύρωση ενός ιδιαιτέρως θερμού μετώπου αντιπαράθεσης στην Ασία, όπου το διακύβευμα δεν είναι απλά η κατοχή μερικών τετραγωνικών χιλιομέτρων ορεινού εδάφους, αλλά στην ουσία ο έλεγχος πηγών νερού από τα Ιμαλάια και το υψίπεδο του Θιβέτ.
Το Θιβέτ είναι το εισιτήριο της Κίνας για την ηγεμονία
Από την άποψη της υδροηλεκτρικής ενέργειας η Κίνα είναι ήδη η πρώτη δύναμη στον κόσμο καθώς έχει κατασκευάσει ή κατασκευάζει 87.000 μικρά και μεγάλα φράγματα και υδροηλεκτρικά εργοστάσια, τα οποία θα έχουν τη δυνατότητα να παράγουν συνολικά 352 GW ηλεκτρικής ενέργειας. Πρόκειται για μια ποσότητα, που ξεπερνά το σύνολο της υδροηλεκτρικής παραγωγής των ΗΠΑ, του Καναδά και της Βραζιλίας μαζί! Πάνω από το 90% των ποταμών στα οποία κατασκευάζονται αυτά τα φράγματα πηγάζουν από τα υψίπεδα του Θιβέτ και τροφοδοτούνται συνεχώς από το λιώσιμο των αιώνιων πάγων των βουνοκορφών της οροσειράς των Ιμαλαίων.
Σχεδόν ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός εξαρτάται από ποταμούς που πηγάζουν από το οροπέδιο του Θιβέτ. Μόνον οι δύο γίγαντες της Ασίας, Κίνα και Ινδία, οι δύο αθροίζουν έναν πληθυσμό 2,8 δισεκατομμυρίων κατοίκων ή το 37% του παγκόσμιου πληθυσμού, Αν υπολογίσει κανείς και το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και τις χώρες της πρώην Ινδοκίνας (Μιανμάρ, Ταϊλάνδη, Βιετνάμ κ.ά.), που υδροδοτούνται από ποταμούς που πηγάζουν στα υψίπεδα του Θιβέτ, τότε το συνολικό άθροισμα αγγίζει τη μισή ανθρωπότητα. Το διακύβευμα είναι εξαιρετικά σοβαρό, κρίσιμο και ζωτικής σημασίας για να αφεθεί στην τύχη του. Και η Κίνα δεν σκοπεύει αυτή η περιοχή (Θιβέτ και Κασμίρ) να αφήσει να της ξεφύγει από τον ασφυκτικό της έλεγχο, διότι με αυτό τον τρόπο μπορεί να ελέγχει εμμέσως και την περιφέρεια της.
Θιβέτ: η «υδάτινη δεξαμενή» της Ασίας
Τα υψίπεδα του Θιβέτ είναι γνωστά και ως ο «υδάτινος πύργος» της Ασίας, καθώς από εκεί πηγάζουν οι μεγαλύτεροι ποταμοί της ασιατικής ηπείρου, συμπεριλαμβανομένου του Γιανκ Τσε (Κίτρινος Ποταμός), του Ινδού, του Γάγγη, του Βραχμαπούτρα, αλλά και του Μεκόνγκ. Συνολικά περισσότεροι από τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι εξαρτώνται από αυτούς τους ποταμούς, που πηγάζουν από το Θιβέτ και τροφοδοτούνται από το λιώσιμο των χιονιών και των πάγων των Ιμαλαΐων. Τυχόν μείωση της στάθμης και της ποσότητας του ύδατος αυτών των ποταμών θα έχει άμεσες αρνητικές επιπτώσεις σε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους, δημιουργώντας νέα κύματα περιβαλλοντικών προσφύγων. Ελέγχοντας γεωπολιτικά το Θιβέτ το Πεκίνο ελέγχει ουσιαστικά την τροφοδοσία με φρέσκο νερό της Ινδίας, του Πακιστάν, του Μπαγκλαντές, της Μιανμάρ, της Ταϊλάνδης, του Λάος, της Καμπότζης και του Βιετνάμ, στις οποίες ζουν συνολικά δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι, ενώ άλλο 1,4 δισεκατομμύρια ζουν στην ίδια την Κίνα. Αυτό καθιστά το Θιβέτ το μεγαλύτερο γεωπολιτικό πλεονέκτημα της Κίνας στην Ασία.
Κατασκευάζοντας διαρκώς εδώ και δεκαετίες μικρά και μεγάλα φράγματα και κάθε λογής υδατοφράκτες, η Κίνα έχει καταφέρει να ελέγξει τη ροή όλων των ποταμών που πηγάζουν από το Θιβέτ, ενώ έχει εκτοπίσει πάνω από 23 εκατομμύρια ανθρώπους από περιοχές που πλημμύρισαν από τις τεχνητές λίμνες των φραγμάτων. Με μεγάλο ανθρώπινο και περιβαλλοντικό αντίκτυπο η Κίνα κατάφερε να αυξήσει κατά 24 φορές την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας τα προηγούμενα 40 χρόνια. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα έχει αρχίσει να κατασκευάζει και πολλά υδροηλεκτρικά φράγματα στο ίδιο το υψίπεδο του Θιβέτ και αφορούν ποταμούς που πηγάζουν από εκεί αλλά έχουν λεκάνη απορροής σε άλλες, γειτονικές χώρες, όπως ο Γάγγης, ο Βραχμαπούτρα και ο Μεκόνγκ.
«Σιδηροδρομική σύγκρουση» στην Ασία για το νερό;
Ωστόσο μια δραματική μείωση της ροής ύδατος π.χ. στον Γάγγη, λόγω της κατασκευής φραγμάτων στο Θιβέτ, αποτελεί «αιτία πολέμου» για μια εκκολαπτόμενη υπερδύναμη, όπως η Ινδία, καθώς θα επηρεάσει τις ζωές εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν στη λεκάνη απορροής του. Έτσι η ζωτική ανάγκη της Κίνας για παραγωγή ανανεώσιμης υδροηλεκτρικής ενέργειας έρχεται σε άμεση σύγκρουση με την ανάγκη της Ινδίας να παράγει τρόφιμα για να θρέψει τον πληθυσμό της, που συνεχίζει να αυξάνεται με ρυθμό 17 εκατομμυρίων ετησίως. Καθώς για την ώρα δεν υπάρχει καμία επίσημη συμφωνία μεταξύ της Κίνας και των χωρών που έχουν ποταμούς, οι οποίοι πηγάζουν από το οροπέδιο του Θιβέτ, για τη διανομή της ποσότητας του νερού, το Πεκίνο θεωρεί πως έχει «λυμένα τα χέρια» του ώστε να κατασκευάσει όσα φράγματα θέλει, ανοιγοκλείνοντας τη ροή των ποταμών με βάση τις δικές του ανάγκες. Αλλά αυτό δεν είναι ανεκτό από τις άλλες χώρες και ειδικά για την Ινδία, που θα ήθελε να συνδιαχειρίζεται τη ροή αυτών των υδάτων.
Η ταχύτατη πληθυσμιακή αύξηση, η έντονη αστικοποίηση, η εκβιομηχάνιση και η κλιματική αλλαγή π.χ. οι αιώνιοι παγετώνες των Ιμαλαΐων λιώνουν ταχύτατα χωρίς να αποκαθιστώνται, απειλούν την ασφάλεια της ροής των υδάτων στη νότια και νοτιοανατολική Ασία, που απειλείται είτε με ξηρασία είτε με ξαφνικές, φονικές πλημμύρες. Το 2050 ο πληθυσμός της Ινδικής υποηπείρου (Ινδία, Πακιστάν, Μπαγκλαντές) θα ανέβει από τα σημερινά 1,9 δισεκατομμύρια στα 2,4 δισεκατομμύρια ανθρώπους. Αντίστοιχα ο πληθυσμός των χωρών της νοτιοανατολικής Ασίας θα ανέβει από τα σημερινά 662 εκατομμύρια σε 794 εκατομμύρια το 2050.
Οι πηγές του Θιβέτ ως γεωπολιτικό όπλο
Την ίδια περίοδο (2020-2050) ο πληθυσμός της Κίνας θα παραμείνει σταθερός στα σημερινά 1,4 δισεκατομμύρια κατοίκους. Ωστόσο η έντονη αστικοποίηση της Κίνας, που έχει φθάσει ήδη στο 60% του συνολικού πληθυσμού της, αυξάνει τις ανάγκες για κατανάλωση νερού, άσχετα αν ο πληθυσμός της παραμένει σταθερός.
Το Πεκίνο έχει προωθήσει επίσης μαζικά προγράμματα εντατικής αγροκαλλιέργειας στο οροπέδιο του Θιβέτ, και για τις ανάγκες άρδευσης των νέων χωραφιών απαιτούνται ακόμη περισσότερες ποσότητες νερού, άρα θα περισσεύει όλο και λιγότερο νερό για τις χώρες που βρίσκονται σε χαμηλότερα υψόμετρα στο νότο. Ο κινεζικός έλεγχος στο Θιβέτ θέτει αναπόφευκτα το Πεκίνο σε θέση υπεροχής σχετικά με την εξασφάλιση και τον εφοδιασμό με υδάτινους πόρους, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της περιοχής και ειδικά με την Ινδία. Το πλεονέκτημα αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως γεωπολιτικό όπλο στην εξωτερική πολιτική της Κίνας, απέναντι στους μικρότερους γείτονές της.
Μια Lose-lose κατάσταση για το Μπαγκλαντές
Ειδικά το Μπαγκλαντές στο δέλτα του Γάγγη και του Βραχμαπούτρα βρίσκεται στη χειρότερη θέση, κυριολεκτικά υπό «κινεζική αιχμαλωσία», ενώ απειλείται ταυτόχρονα από την άνοδο της στάθμης των θαλασσών, τη στιγμή που φιλοξενεί και εκατομμύρια Ροχίγια, δηλαδή μουσουλμάνους πρόσφυγες που έχουν εκδιωχθεί από τη γειτονική Μιάνμάρ (πρώην Βιρμανία). Σε όλη αυτή την ιστορία το Μπαγκλαντές βρίσκεται κυριολεκτικά lose-lose κατάσταση.
Αλλά δεν μπορεί να αντιδράσει δυναμικά, όπως η γειτονική Ινδία, που είναι μια εκκολαπτόμενη υπερδύναμη με πυρηνικά όπλα. Υπάρχει λοιπόν μεγάλο άγχος και ένταση για αυτό το ζήτημα, κι αυτό εξηγεί και τη νευρικότητα των ινδικών ένοπλων δυνάμεων στο διαφιλονικούμενο Κασμίρ.
Γιώργος Στάμκος
18/6/2020