Η Αίγυπτος και το θερμό ελληνοτουρκικό καλοκαίρι.


Η Αίγυπτος και το θερμό ελληνοτουρκικό καλοκαίρι.

Η αρνητική ανάγνωση λέει πως με το «μοντέλο Ιταλίας» στην ΑΟΖ του Ιονίου δημιουργήθηκε δύσκολο δεδικασμένο για το Αιγαίο. Υποστηρίζει ότι η Ελλάδα αποδέχθηκε περιορισμένη και μικρή επήρεια των νησιών, δεν «άγγιξε» τα όρια και τις συντεταγμένες του τουρκολιβυκού συμφώνου, και κατά μία έννοια παραχώρησε κυριαρχία επειδή δεν επέκτεινε την αιγιαλίτιδα ζώνη πριν προχωρήσει στην οριοθέτηση της ΑΟΖ.

Η προωθητική, και κατά πολλούς ρεαλιστική, ανάγνωση λέει πως η ελληνοϊταλική συμφωνία δίνει στην Αθήνα ισχυρά διπλωματικά και νομικά όπλα για το μεγάλο γεωπολιτικό μπρα ντε φερ στην ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο. Βάζει σε πρώτο πλάνο το γεγονός ότι η χάραξη της ελληνοϊταλικής ΑΟΖ έγινε στην βάση της μέσης γραμμής που αποτελεί πάγια θέση της Ελλάδας, και αναδεικνύει ως κομβικό στοιχείο το ότι αναγνωρίζεται η επήρεια όλων, ανεξαιρέτως, των νησιών επί του ορίου. Κοινώς, και με το βλέμμα πάντοτε στραμμένο στο Αιγαίο, λέει πως καταρρίπτεται πλήρως ο τουρκικός ισχυρισμός ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.

Τα επιχειρήματα που προβάλλονται και από τις δύο πλευρές είναι σοβαρά. Εως ότου όμως δοκιμαστούν στην πράξη, το βέβαιο είναι πως η συμφωνία για την ελληνοϊταλική ΑΟΖ παράγει νέα δεδομένα εν όψει ενός θερμού καλοκαιριού, σε γεωπολιτικούς αλλά και επιχειρησιακούς όρους, απέναντι στην Τουρκία. 

Το πρώτο αποτύπωμα της συμφωνίας θα μετρηθεί αυτή την εβδομάδα στο τρίγωνο Παρισιού – Τελ Αβίβ – Καϊρου. Σήμερα, ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας βρίσκεται στο Παρίσι επιδιώκοντας ένα ισχυρό μήνυμα προς την Τουρκία από κοινού με τον γάλλο ομόλογό του Ζαν-Ιβ Λε Ντριάν, αύριο  ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επισκέπτεται το Ισράηλ με τον East Med και την τριμερή συνεργασία ξανά σε πρώτο πλάνο, και την Πέμπτη ο Νίκος Δένδιας θα βρίσκεται στο Κάιρο για το κρίσιμο ζήτημα της ΑΟΖ με την Αίγυπτο.

Με την Άγκυρα να κλιμακώνει βάσει σταθερού σχεδίου τις προκλήσεις στο Αιγαίο και τις πρόβες πολέμου στα ανοιχτά της Λιβύης, η «αφύπνιση της Αθήνας μάλλον άργησε» όπως λένε έμπειροι διπλωμάτες.

Κοινός τόπος όμως για όλες τις πλευρές είναι πως ο μεγάλος «σταθμός» εντοπίζεται αυτή την στιγμή στην Αίγυπτο.

Η υπόθεση οριοθέτησης της ΑΟΖ Αιγύπτου – Ελλάδας δεν είναι καθόλου εύκολη και δεν έχει καμία σχέση με εκείνη της Ιταλίας. Η Άγκυρα κάνει ανοιχτό παζάρι και διαμηνύει στο Κάιρο πως εάν οριοθετήσει ΑΟΖ πρώτα μαζί της και όχι με την Ελλάδα θα κερδίσει μεγαλύτερο «οικόπεδο» στην ανατολική Μεσόγειο, μια ισχυρή μερίδα του αιγυπτιακού συστήματος εξουσίας έχει ανοιχτούς διαύλους με τον Ερντογάν, και πάγια αρχή της διπλωματίας της Αιγύπτου αποτελεί η μη εμπλοκή στα θερμά μέτωπα των γειτόνων. 

Και σε όρους «γεωπολιτικού ρεαλισμού» όπως λένε έμπειροι διπλωμάτες, η Αίγυπτος, όπως και όλες οι  αφρικανικές χώρες βρίσκεται πιο κοντά στα συμφέροντα της Τουρκίας διότι έχει τεράστιες ακτές και όχι νησιά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη επήρεια επί του ορίου της ΑΟΖ.

Πολύ απλά, αυτό σημαίνει πως η Αίγυπτος «θα απέφευγε να πατήσει τουρκικό κάλο», όπως είπε και ο Νίκος Δένδιας. Και καθ’ ότι, εν προκειμένω, ο «κάλος» είναι το Καστελόριζο, αποτελεί ήδη ειλημμένη απόφαση της κυβέρνησης η συζήτηση με την Αίγυπτο να προχωρήσει στην βάση της μερικής, και όχι πλήρους, οριοθέτησης ΑΟΖ.

Κατά την αρνητική ανάγνωση εδώ, η μερική οριοθέτηση θα οδηγήσει στον αποκλεισμό της Κύπρου καθώς η ελληνο-αιγυπτιακή ΑΟΖ δεν θα συναντήσει ποτέ την κυπριακή, θα μειώσει την επήρεια της Κρήτης κατά 50%, και θα ενισχύσει το τουρκικό σχέδιο «πολιορκίας» του Καστελόριζου.

Κατά την προωθητική ανάλυση, ακόμη και η μερική οριοθέτηση θα φέρει το δίκαιο της «μέσης γραμμής» και στην ανατολική Μεσόγειο, θα κατοχυρώσει οριστικά την επήρεια των νησιών, και θα επικαλύψει σε καίρια σημεία το παράνομο τουρκολυβικό σύμφωνο. Δεν θα αποκλείσει το Καστελόριζο αλλά θα το παραπέμψει σε μελλοντική οριοθέτηση και θα αποτελέσει το πλέον ισχυρό νομικό «χαρτί» σε μια ενδεχόμενη, πολυμερή πλέον, διευθέτηση ενώπιον Διεθνούς Δικαστηρίου.

Τίποτα απ΄όλα αυτά δεν θα κλείσει στις συναντήσεις αυτής της εβδομάδας στο Κάιρο. Και τίποτα όμως δεν μπορεί να παραμείνει επί μακρόν σε εκκρεμότητα με δεδομένη την ορατή απειλή αποστολής γεωτρύπανου από την Τουρκία. Υπό την προϋπόθεση ότι η ελληνική κοινή γνώμη θα πρέπει να είναι πλήρως ενήμερη για το τι σημαίνει η όποια τελική επιλογή και λύση...

Νικόλ Λειβαδάρη


15/6/2020


             ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ               




ΑΟΖ Ελλάδος- Ιταλίας: 
Επήρεια και Διαρρυθμίσεις- Ποια είναι η πραγματικότητα; 

Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας οριοθετήσεως της ΑΟΖ μεταξύ της Ελλάδος και την Ιταλίας, την 9 Ιουνίου 2019, στο πλαίσιο του δημόσιου διαλόγου που αναπτύχθηκε γύρω από αυτή, ήλθε η «αποκάλυψη» ότι η Ελλάδα έχει αποδεχθεί μειωμένη επήρεια των νήσων στον υπολογισμό των θαλασσίων ζωνών. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα δεν έχει αποδεχθεί τέτοια πρόβλεψη, καθώς έρχεται και σε αντίθεση με την πάγια πολιτική της επί του ζητήματος. 

Όλα ξεκίνησαν κάποιες ημέρες πριν, όταν αναφέρθηκαν ποσοστά μειωμένης επήρειας, από τα Διαπόντια νησιά (80%) και τις Στροφάδες (32%). Έγινε αναγωγή και προβολή των επιπτώσεων στο χώρο του Αιγαίου και ειδικά στην περιοχή του Καστελόριζου. Ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, αναπαράγωντας ουσιαστικά στοιχεία της εγχώριας δημόσιας αντιπαράθεσης, δήλωσε ότι η Συμφωνία «αποδεικνύει την εγκυρότητα των επιχειρημάτων της Άγκυρας σχετικά με τις θαλάσσιες συμφωνίες».

Κάνοντας όμως μια βαθύτερη ανάλυση αυτού του φλέγοντος εθνικού ζητήματος,  θα επιχειρήσουμε τον εντοπισμό των επισήμων εγγράφων με βάση τα οποία, η Ελλάδα, στην πραγματικότητα, δεν έχει αποδεχθεί  ως αρχή τη μειωμένη επήρεια. Στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει τίποτα πιο αξιόπιστο από την ίδια τη Συμφωνία οριοθετήσεως της ΑΟΖ.  Σύμφωνα με αυτή (προοίμιο, άρθρο 1), οι δύο Χώρες αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν και για την ΑΟΖ, την γραμμή οριοθετήσεως της υφαλοκρηπίδος, παραπέμποντας στην  αντίστοιχη Συμφωνία  της 24 Μαΐου 1977.

Η Συμφωνία του 1977 (Ν.786/78, ΦΕΚ Α΄101/78), προβλέπει στο προοίμιο ότι: «…τα συμβαλλόμενα Μέρη [έχουν] αποφασίσει να χαράξουν την διαχωριστικήν γραμμήν… της υφαλοκρηπίδος… επί τη βάσει της αρχής της μέσης γραμμής …».   Ακολούθως η Συμφωνία του 1977,  προσδιορίζει ότι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ των ζωνών της υφαλοκρηπίδος θα καθορισθεί με εφαρμογή της «… αρχής της μέσης γραμμής … λαμβανομένων υπ’ όψιν των συμφωνηθεισών αμοιβαίων μικρών διαρρυθμίσεων …» (άρθρο 1).

Άρα από τις δύο Συμφωνίες προκύπτει αβίαστα ότι ως αρχή χρησιμοποιήθηκε αυτή της μέσης γραμμής, δηλαδή της πλήρους επήρειας των νήσων, ενώ στη χάραξη ελήφθησαν υπόψη «αμοιβαίες μικρές διαρρυθμίσεις». Δεν υπάρχει ουδεμία αναφορά σε μειωμένη επήρεια νήσων στη χάραξη των θαλασσίων ζωνών, ακόμη δε περισσότερο σε ποσοστά όπως αυτά που αναφέρονται στο δημόσιο διάλογο. Επομένως δεν τίθεται  ζήτημα με βάση αυτές τις Συμφωνίες αποδοχής από την Ελλάδα ως αρχής της μειωμένης επήρειας των νήσων. 

Επίσης γεννάται το ερώτημα, για κάθε νοήμονα άνθρωπο, γιατί ενώ υπήρχαν από το 1977 αυτές οι υποτιθέμενες «υποχωρήσεις» της Ελλάδος, δεν είχαν μέχρι τώρα αναδειχθεί;

Εμβαθύνοντας στις «αμοιβαίες μικρές διαρρυθμίσεις», βλέπουμε ότι ενώ στα Διαπόντια νησιά και στις Στροφάδες συμφωνήθηκε μικρότερη απόσταση από την ελληνική γραμμή αφετηρίας,  σε σχέση με την ιταλική, δηλαδή σε βάρος της Ελλάδος,  στην Κεφαλονιά συμφωνήθηκε μεγαλύτερη απόσταση από ελληνικής πλευράς σε σχέση με αυτή της  ιταλικής, δηλαδή σε βάρος της Ιταλίας. Το δεύτερο επιμελώς αποκρύπτεται ή ελάχιστα προβάλλεται. Δηλαδή θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι η Κεφαλονιά έχει αυξημένη επήρεια (π.χ. 120% - αυθαίρετο) σε βάρος των ιταλικών ακτών. Επίσης, από τον συνολικό υπολογισμό εκάστης υφαλοκρηπίδος φαίνεται ότι υπάρχει ισορροπία, γεγονός το οποίο και αυτό δεν προβάλλεται αναλόγως. Άρα, οι «αμοιβαίες διαρρυθμίσεις» επηρεάζουν αμφότερες τις Χώρες και εξεταζόμενες συνολικά παράγουν ένα ισορροπημένο αποτέλεσμα. Η αποσπασματική και επιλεκτική αναφορά σε συγκεκριμένα σημεία και με συζητήσιμα ποσοστά, είναι σαφώς εσφαλμένη και προφανώς ελεγχόμενη. Οι διαρρυθμίσεις είναι αμοιβαίες και πρέπει να εξετάζονται και να αντιμετωπίζονται  σε ένα ενιαίο και συνολικό πλαίσιο. 

Κάποιοι θα μπορούσαν να ισχυρισθούν ότι οι «μικρές διαρρυθμίσεις», είναι ένας εύσχημος και συγκεκαλυμμένος τρόπος της «μειωμένης επήρειας». Ευτυχώς για την Ελλάδα τα πράγματα είναι σαφή, καθώς στις διεθνείς συμφωνίες γίνεται ξεκάθαρη αναφορά σε αυτά τα ζητήματα. Θα εξετασθεί για παράδειγμα η Συμφωνία  οριοθετήσεως της υφαλοκρηπίδος Ιταλίας – Τυνησίας (1971), στην οποία προβλέπεται ότι θα εφαρμοσθεί η αρχή της μέσης γραμμής με εξαίρεση τις νήσους Λαμπιόνε, Λαμπεντούζα, Λινόζα και Παντελερία (άρθρο 1) και προσδιορίζεται επακριβώς η επήρεια των συγκεκριμένων νήσων, στα 12-13 ναυτικά μίλια (άρθρο 2). Επομένως, η Ιταλία αποδέχθηκε μειωμένη επήρεια για τις συγκεκριμένες νήσους, καταγεγραμένη σαφώς στη Συμφωνία. Ως εκ τούτου αν η Ελλάδα και η Ιταλία είχαν αποδεχθεί μειωμένη ή αυξημένη επήρεια νήσων θα έπρεπε  αυτές να είχαν καταγράφει στη σχετική Συμφωνία.  Συνεπώς, οι Συμφωνίες Ελλάδος – Ιταλίας, οριοθετήσεως τόσο της  υφαλοκρηπίδος όσο και της ΑΟΖ, έστω και εμμέσως δεν υποκρύπτουν αποδοχή μειωμένης επήρειας των νήσων. 

Με βάση τα ανωτέρω,  η Ελλάδα έχει σαφώς και μόνο αποδεχθεί την αρχή της μέσης γραμμής, δηλαδή της «πλήρους επήρειας» των νήσων, με «μικρές αμοιβαίες διαρρυθμίσεις» οι οποίες στο τέλος παράγουν ένα ισορροπημένο αποτέλεσμα. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Όσοι συνεχίζουν άκριτα να χρησιμοποιούν τη μειωμένη επήρεια, δυστυχώς κινούνται σε εθνικά επικίνδυνες ατραπούς και ηθελημένα ή αθέλητα, υπονομεύουν τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδος. 

 Κωνσταντίνος Γκίνης
Στρατηγός ε.α., Επίτιμος Α/ΓΕΣ

https://www.liberal.gr/diplomacy/
epireia-kai-diarruthmiseis-poia-einai-i-pragmatikotita/307635


 16/6/2020