Ρωσία και Γαλλία φρενάρουν την Τουρκία στη Λιβύη.
O υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, συζητά με τον Φαγέζ αλ Σαράζ, κατά την πρόσφατη επίσκεψη πολυπληθούς τουρκικής αντιπροσωπείας στη Λιβύη. REUTERS / TURKISH FOREIGN MINISTRY
Ρωσία και Γαλλία φρενάρουν την Τουρκία στη Λιβύη.
«Ο Τραμπ και ο Τούρκος πρόεδρος βρίσκουν κοινό έδαφος» ήταν ο τίτλος εκτενούς ρεπορτάζ των New York Times το Σάββατο 13 Ιουνίου. Η δημοσιογράφος σημείωνε ότι, ενώ πριν από δέκα μήνες ΗΠΑ και Τουρκία βρίσκονταν στο χείλος της στρατιωτικής σύγκρουσης στη βόρεια Συρία, σήμερα η εικόνα διαγράφεται εντελώς διαφορετική. Αφού ανέχθηκε την τουρκική εισβολή εναντίον των Κούρδων συμμάχων των ΗΠΑ, αποσύροντας τα αμερικανικά στρατεύματα από τη βόρεια Συρία τον περασμένο Οκτώβριο, ο Αμερικανός πρόεδρος έκανε πρόσφατα ένα δεύτερο μεγάλο βήμα προσέγγισης του Ερντογάν, δίνοντας το πράσινο φως για την τουρκική στρατιωτική παρέμβαση στη Λιβύη. Με άλλα λόγια, ανέθεσε και στις δύο περιπτώσεις στην Τουρκία τον ρόλο του βασικού αναχώματος έναντι της ρωσικής διείσδυσης, κάνοντας outsourcing ενός δύσκολου καθήκοντος, το οποίο κανονικά θα έπρεπε να επωμιστεί ο αμερικανικός στρατός.
Δεν είχε προλάβει να στεγνώσει το μελάνι στο χαρτί των New York Times, και οι ειδήσεις από τη Μόσχα ήρθαν να ενισχύσουν το ρεπορτάζ τους. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ ακύρωσε προγραμματισμένη για την περασμένη Κυριακή επίσκεψή του στην Αγκυρα. Εκεί, επρόκειτο να συζητήσει με τον ομόλογό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου σχέδιο για κατάπαυση του πυρός στη Λιβύη, όπου Ρωσία και Τουρκία υποστηρίζουν αντίπαλες παρατάξεις της εμφύλιας σύγκρουσης. Οπως έγινε γνωστό, η προοπτική μιας ρωσοτουρκικής συμφωνίας για εκεχειρία (κατ’ αναλογία με εκείνη των Πούτιν-Ερντογάν για την ειρήνευση στο Ιντλίμπ της Συρίας, τον Μάρτιο) απομακρύνθηκε λόγω αγεφύρωτων διαφωνιών γύρω από το μέλλον της Σύρτης.
Η στρατηγικής σημασίας πόλη, στο κέντρο της λιβυκής ακτογραμμής, που ελέγχει τους περισσότερους τερματικούς σταθμούς του λιβυκού πετρελαίου, έπεσε στα χέρια του Λιβυκού Εθνικού Στρατού (LNA) του Χαλίφα Χαφτάρ τον περασμένο Απρίλιο, όταν ο ισχυρός άνδρας της Ανατολικής Λιβύης, με έδρα τη Βεγγάζη, προήλαυνε προς τα δυτικά, με στόχο την κατάληψη της Τρίπολης. Ωστόσο, η αποφασιστική παρέμβαση της Τουρκίας (με στρατιωτικούς συμβούλους, drones, όπλα και χιλιάδες μισθοφόρους που μεταφέρθηκαν από τη Συρία) ανέτρεψε τα δεδομένα υπέρ της κυβέρνησης του Φαγέζ αλ Σαράζ. Οι δυνάμεις της Τρίπολης έδιωξαν τον LNA σχεδόν από όλες τις θέσεις της Δυτικής Λιβύης που είχε καταλάβει και βρέθηκαν να προελαύνουν προς τα ανατολικά, με επόμενο στόχο τη Σύρτη. Απορρίπτοντας το σχέδιο ειρήνευσης της Αιγύπτου, που επίσης υποστηρίζει τον Χαφτάρ, η Τουρκία και ο πολιτικός της όμηρος Σαράζ (περισσότερο εκπρόσωπος Τύπου των τζιχαντιστικών πολιτοφυλακών, παρά πραγματικός ηγέτης) έκαναν σαφές ότι εννοούν να διαπραγματευτούν για εκεχειρία μόνο μετά την άλωση της Σύρτης.
Οι προσδοκίες της Τουρκίας για τη λιβυκή της επένδυση είχαν ήδη εκδηλωθεί με το μνημόνιο χάραξης ΑΟΖ, που δικαιολογημένα ανησύχησε Ελλάδα, Κύπρο και Ε.Ε. Εγιναν όμως ακόμη καθαρότερες την περασμένη Τετάρτη, όταν υψηλότατου επιπέδου τουρκική αντιπροσωπεία (πλην του Τσαβούσογλου, συμμετείχαν ο Ιμπραχήμ Καλίν, υπ’ αριθμόν 1 σύμβουλος του Ερντογάν, ο αρχηγός της μυστικής υπηρεσίας ΜΙΤ Χακάν Φιντάν και ο υπουργός Οικονομικών Μπεράτ Αλμπαϊράκ) επισκέφθηκαν την Τρίπολη. Σύμφωνα με τουρκικά και αραβικά μέσα, στο τραπέζι τέθηκαν η ανάθεση σε τουρκικές εταιρείες μεγάλων έργων στη δυτική Λιβύη, αλλά και η δημιουργία τουρκικών βάσεων στη Βόρεια Αφρική, για πρώτη φορά μετά την κατάρρευση της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Λόγος γίνεται για τη ναυτική βάση της Μισράτα και την αεροπορική της Αλ Ουατίγια, την οποία μέχρι πρόσφατα ήλεγχαν οι δυνάμεις του Χαφτάρ.
Πρέπει να θεωρείται βέβαιο, όμως, ότι η Ρωσία δεν θα επιτρέψει την προέλαση των υποστηριζόμενων από την Τουρκία δυνάμεων του Σαράζ προς την ανατολική Λιβύη, όπου έχει επενδύσει τόσα πολλά, ενδεχομένως, δε, προσβλέπει σε μια δεύτερη ρωσική βάση στη Μεσόγειο, πλάι σε εκείνη της Ταρτούς, στη Συρία. Ηδη τα ρωσικά Μιγκ και Σουχόι που μεταφέρθηκαν στη βάση της Αλ Τζούφρα, νότια της Σύρτης, για να ενισχύσουν τον Χαφτάρ, σταμάτησαν με αεροπορικούς βομβαρδισμούς την προέλαση των κυβερνητικών δυνάμεων σε απόσταση ασφαλείας από τη Σύρτη.
Με αυτά τα δεδομένα, το πιθανότερο είναι ότι, αργά ή γρήγορα, και μάλλον γρήγορα, η Λιβύη θα μετατραπεί σε ένα ασταθές ρωσοτουρκικό condominium (πεδίο συγκυριαρχίας) και θα οδεύσει προς μια προσωρινή εκεχειρία. Ενδεχομένως αυτό θα γίνει αφού ο φθαρμένος Χαφτάρ αντικατασταθεί, ως πολιτικός εκπρόσωπος της ανατολικής Λιβύης, από τον περισσότερο αποδεκτό από την Αγκυρα πρόεδρο του Κοινοβουλίου του Τομπρούκ, Ακίλα Σάλεχ. Το λιβυκό πρόβλημα είναι πιθανό να μετατραπεί σε μια παγωμένη σύγκρουση, με σποραδικές υποτροπές, καθώς Μόσχα και Αγκυρα θα έχουν περισσότερο συμφέρον να διαχειρίζονται τη διένεξη παρά να τη λύσουν, αφού θα διαιωνίζουν με αυτόν τον τρόπο τον παρεμβατικό τους ρόλο στη νότια Μεσόγειο.
Η Ευρώπη μεταξύ Πούτιν και Ερντογάν
Καμία ευρωπαϊκή χώρα, ούτε καν η Ιταλία που στηρίζει τον Σαράζ, δεν θα αισθανόταν καλά με τον πλήρη έλεγχο της Λιβύης από τους συμμάχους της Τουρκίας. Και μόνο το γεγονός ότι αυτό θα έδινε στην Αγκυρα τον έλεγχο άλλης μιας βασικής πύλης εξόδου προσφύγων, προκαλεί εύλογη ανησυχία. Μέχρι στιγμής, όμως, μόνο η Γαλλία αντέδρασε σθεναρά, ζητώντας από το ΝΑΤΟ «να σταματήσει να στρουθοκαμηλίζει» απέναντι στην «απαράδεκτη συμπεριφορά» της Τουρκίας σε Λιβύη, Κύπρο, Αιγαίο. Γεγονός είναι ότι οι μόνες δυνάμεις που «μετράνε» στρατιωτικά στη Λιβύη είναι η Ρωσία και η Τουρκία, καθώς οι Αμερικανοί έχουν αποχωρήσει από το 2012, ενώ η Ε.Ε. δεν είναι σε θέση ούτε καν την επιχείρηση «Ειρήνη» να υλοποιήσει, υποχωρώντας στην επίδειξη δύναμης από τις τουρκικές φρεγάτες. Με ωμό ρεαλισμό, η Le Monde καλούσε, την περασμένη Τρίτη, τους ηγέτες της Δύσης να αποφασίσουν αν στο κρίσιμο λιβυκό θέατρο «έρχεται πρώτη στην ιεράρχηση των απειλών η Ρωσία ή η Τουρκία», υπονοώντας ξεκάθαρα ότι πλειοδοτεί υπέρ της δεύτερης επιλογής.
21/6/2020
Σκίτσο του Η. ΜΑΚΡΗ
Σκίτσο του Π. ΜΑΡΑΓΚΟΥ
Σκίτσο του Η. ΜΑΚΡΗ
Η απειλή της Τουρκίας και η Δύση
Είναι φανερή η προσπάθεια της κυβέρνησης να καθησυχάσει την ελληνική κοινή γνώμη σχετικά με τις απειλές της Τουρκίας και τις εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά. Καταγγέλλουν παντού και σε όλα τα φόρουμ ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί την Αγκυρα για την κλιμάκωση των προκλήσεων εις βάρος της Ελλάδας, παράλληλα προχωρούν σε ενέργειες που ισχυροποιούν τα επιχειρήματα της χώρας, η κυβέρνηση φροντίζει να προβάλλονται στο εσωτερικό της χώρας οι δηλώσεις και οι ανακοινώσεις ξένων παραγόντων που συντάσσονται με τις ελληνικές θέσεις. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι όλα αυτά δεν φαίνεται να πτοούν τον Ερντογάν.
Αν θέλουμε να δούμε κατάματα την πραγματικότητα, η Τουρκία επανέκτησε τη Λιβύη (ήταν κτήση της επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έως ότου την πήρε η Ιταλία), ή έστω τη μισή, με ωμή στρατιωτική επέμβαση, δίχως κανείς να την ενοχλήσει ουσιαστικά, και δεν είναι τυχαίος ο ισχυρισμός της πως ο Σαράζ έχει τουρκικές ρίζες. Είναι επίσης γεγονός ότι ο Ερντογάν βρίσκεται σε συνεννόηση τόσο με τον Πούτιν όσο και με τον Τραμπ, για να βρει... κατανόηση. Οι ενδείξεις είναι ότι τα καταφέρνει, κρίνοντας από τις πρόσφατες δηλώσεις Τσαβούσογλου περί συνεργασίας με τις ΗΠΑ στο Λιβυκό, αλλά και με την ανοχή που επιδεικνύει η Μόσχα, προς το παρόν τουλάχιστον. Από την πλευρά της, η Ευρώπη είναι για άλλη μία φορά απούσα, είτε λόγω αδυναμίας είτε γιατί διάφορα εθνικά συμφέροντα αποτρέπουν παρασκηνιακά κάθε ανάμειξή της. Αλλωστε, είναι σαφές ότι η Τουρκία αντιλαμβάνεται –και δικαιώνεται έως τώρα– την Ευρώπη μόνον σαν οικονομική οντότητα και τίποτα περισσότερο.
Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι οι όποιες ελπίδες για επικράτηση του Χαφτάρ, του αντιπάλου του Σαράζ, είναι εξαιρετικά ασθενικές, έως και ανύπαρκτες. Αρα εδραιώνεται η κυβέρνηση του εκλεκτού της Αγκυρας Σαράζ, επομένως δεν πρόκειται να ακυρωθεί το τουρκολιβυκό μνημόνιο για την ΑΟΖ στο ορατό μέλλον. Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί εμφαντικά ότι οι απόψεις της Λιβύης στο παρελθόν, επί καθεστώτος Καντάφι, τότε που γίνονταν ελληνολιβυκές συνομιλίες για τη χάραξη ΑΟΖ, ήταν ανάλογες με αυτές της Αγκυρας, άρα απαράδεκτες για την ελληνική πλευρά, γι’ αυτό και δεν συνεχίστηκαν. Οσοι σήμερα υποστηρίζουν ότι εκείνη την εποχή (2010) χάθηκε ευκαιρία για υπογραφή σχετικής συμφωνίας εξαιτίας της μαξιμαλιστικής στάσης της Αθήνας, είτε δεν ξέρουν τι λένε είτε συμμετέχουν συνειδητά σε μια εκστρατεία διαστρέβλωσης των πραγματικών δεδομένων με άγνωστους στόχους!
Η Τουρκία, βέβαια, δεν έχει αλλάξει θέσεις, επιχειρήματα και στόχους από το 1974, απλά κλιμακώνει τη ρητορική και τις ενέργειές της. Επεκτείνει μάλιστα τις βλέψεις της στο πλαίσιο του ιδεολογήματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», δημιουργώντας συνθήκες έκρηξης. Αυτά δεν επιδέχονται αμφισβήτηση και το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν και πότε θα ανοίξει «την πόρτα του φρενοκομείου». Η αντικειμενική ανάλυση της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί λέει ότι, δυστυχώς, μπορεί να είναι κοντά το σημείο έκρηξης. Είναι η συνεχώς κλιμακούμενη ρητορική των απειλών από την Αγκυρα, είναι η έλλειψη τουρισμού στην περιοχή που περιορίζει δραστικά την οικονομική ζημιά για την Τουρκία από ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο ή σύρραξη, είναι ο φόβος ότι η προσωπική σχέση (και η εξυπηρέτηση προσωπικών συμφερόντων) Ερντογάν - Τραμπ πιθανόν να πάρει τέλος τον προσεχή Νοέμβριο, είναι η βεβαιότητα ότι παρά τις δηλώσεις και ανακοινώσεις κανείς στην περιοχή δεν θα θελήσει να αναμειχθεί στρατιωτικά ευθέως, είναι η διάγνωση ότι η Ε.Ε. δεν έχει ούτε βούληση ούτε δομές για ανάμειξη και είναι, φυσικά, και η αλαζονεία που χαρακτηρίζει τα τελευταία χρόνια τη συμπεριφορά της Αγκυρας.
Από την άλλη πλευρά, αφενός επειδή η Ελλάδα είναι «όμηρος της γεωγραφίας» και αφετέρου γιατί τα οράματα και οι προσδοκίες της δεν έχουν ρεαλιστικά άλλη επιλογή, είναι αναγκασμένη να εναποθέτει τις ελπίδες για ασφάλεια και ευημερία στις ΗΠΑ, στο ΝΑΤΟ και κυρίως στην Ε.Ε. Δηλαδή στους πυλώνες που στηρίζουν (όσο το στηρίζουν στην πράξη) το οικοδόμημα της λεγόμενης Δύσης. Δυστυχώς ή ευτυχώς, έξω από αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα δεν έχει καμία τύχη, ό,τι και να διαλαλούν οι διάφοροι παραμυθάδες και «ψεκασμένοι» στο Διαδίκτυο ή έξω από αυτό.
Τρανό παράδειγμα η Ε.Ε., που μπορεί να μην είναι πρόθυμη ούτε ικανή να μας στηρίξει, όσο και όπως θα επιθυμούσαμε, απέναντι στην Τουρκία, ακόμη και στο μεταναστευτικό, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία πως σε αυτή στηρίζονται όλες οι προσδοκίες της χώρας για οικονομική ανάκαμψη στην κρίση της πανδημίας. Και αυτή τη φορά οι προσδοκίες έχουν βάση, καθώς το σχέδιο του Ταμείου Ανάκαμψης το στηρίζει ανοιχτά η Γερμανία της Μέρκελ, που αναλαμβάνει και την προεδρία της Ε.Ε. τον Ιούλιο· πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι επίσης Γερμανίδα, η Φον ντερ Λάιεν, ενώ η Γαλλίδα Λαγκάρντ, πρόεδρος της ΕΚΤ, έχει δώσει ήδη με επιτυχία τις εξετάσεις της προς την ίδια κατεύθυνση. Και προφανώς, η καγκελάριος της Γερμανίας επιθυμεί να αφήσει μια καλή κληρονομιά με το όνομά της σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες
ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΤΑΓΚΟΣ
https://www.kathimerini.gr/1083802/opinion/
epikairothta/politikh/h-apeilh-ths-toyrkias-kai-h-dysh
21/6/2020
Σκίτσο του Π. ΜΑΡΑΓΚΟΥ
Σκίτσο του Η. ΜΑΚΡΗ
Η απειλή της Τουρκίας και η Δύση
Είναι φανερή η προσπάθεια της κυβέρνησης να καθησυχάσει την ελληνική κοινή γνώμη σχετικά με τις απειλές της Τουρκίας και τις εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά. Καταγγέλλουν παντού και σε όλα τα φόρουμ ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί την Αγκυρα για την κλιμάκωση των προκλήσεων εις βάρος της Ελλάδας, παράλληλα προχωρούν σε ενέργειες που ισχυροποιούν τα επιχειρήματα της χώρας, η κυβέρνηση φροντίζει να προβάλλονται στο εσωτερικό της χώρας οι δηλώσεις και οι ανακοινώσεις ξένων παραγόντων που συντάσσονται με τις ελληνικές θέσεις. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι όλα αυτά δεν φαίνεται να πτοούν τον Ερντογάν.
Αν θέλουμε να δούμε κατάματα την πραγματικότητα, η Τουρκία επανέκτησε τη Λιβύη (ήταν κτήση της επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έως ότου την πήρε η Ιταλία), ή έστω τη μισή, με ωμή στρατιωτική επέμβαση, δίχως κανείς να την ενοχλήσει ουσιαστικά, και δεν είναι τυχαίος ο ισχυρισμός της πως ο Σαράζ έχει τουρκικές ρίζες. Είναι επίσης γεγονός ότι ο Ερντογάν βρίσκεται σε συνεννόηση τόσο με τον Πούτιν όσο και με τον Τραμπ, για να βρει... κατανόηση. Οι ενδείξεις είναι ότι τα καταφέρνει, κρίνοντας από τις πρόσφατες δηλώσεις Τσαβούσογλου περί συνεργασίας με τις ΗΠΑ στο Λιβυκό, αλλά και με την ανοχή που επιδεικνύει η Μόσχα, προς το παρόν τουλάχιστον. Από την πλευρά της, η Ευρώπη είναι για άλλη μία φορά απούσα, είτε λόγω αδυναμίας είτε γιατί διάφορα εθνικά συμφέροντα αποτρέπουν παρασκηνιακά κάθε ανάμειξή της. Αλλωστε, είναι σαφές ότι η Τουρκία αντιλαμβάνεται –και δικαιώνεται έως τώρα– την Ευρώπη μόνον σαν οικονομική οντότητα και τίποτα περισσότερο.
Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι οι όποιες ελπίδες για επικράτηση του Χαφτάρ, του αντιπάλου του Σαράζ, είναι εξαιρετικά ασθενικές, έως και ανύπαρκτες. Αρα εδραιώνεται η κυβέρνηση του εκλεκτού της Αγκυρας Σαράζ, επομένως δεν πρόκειται να ακυρωθεί το τουρκολιβυκό μνημόνιο για την ΑΟΖ στο ορατό μέλλον. Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί εμφαντικά ότι οι απόψεις της Λιβύης στο παρελθόν, επί καθεστώτος Καντάφι, τότε που γίνονταν ελληνολιβυκές συνομιλίες για τη χάραξη ΑΟΖ, ήταν ανάλογες με αυτές της Αγκυρας, άρα απαράδεκτες για την ελληνική πλευρά, γι’ αυτό και δεν συνεχίστηκαν. Οσοι σήμερα υποστηρίζουν ότι εκείνη την εποχή (2010) χάθηκε ευκαιρία για υπογραφή σχετικής συμφωνίας εξαιτίας της μαξιμαλιστικής στάσης της Αθήνας, είτε δεν ξέρουν τι λένε είτε συμμετέχουν συνειδητά σε μια εκστρατεία διαστρέβλωσης των πραγματικών δεδομένων με άγνωστους στόχους!
Η Τουρκία, βέβαια, δεν έχει αλλάξει θέσεις, επιχειρήματα και στόχους από το 1974, απλά κλιμακώνει τη ρητορική και τις ενέργειές της. Επεκτείνει μάλιστα τις βλέψεις της στο πλαίσιο του ιδεολογήματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», δημιουργώντας συνθήκες έκρηξης. Αυτά δεν επιδέχονται αμφισβήτηση και το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν και πότε θα ανοίξει «την πόρτα του φρενοκομείου». Η αντικειμενική ανάλυση της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί λέει ότι, δυστυχώς, μπορεί να είναι κοντά το σημείο έκρηξης. Είναι η συνεχώς κλιμακούμενη ρητορική των απειλών από την Αγκυρα, είναι η έλλειψη τουρισμού στην περιοχή που περιορίζει δραστικά την οικονομική ζημιά για την Τουρκία από ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο ή σύρραξη, είναι ο φόβος ότι η προσωπική σχέση (και η εξυπηρέτηση προσωπικών συμφερόντων) Ερντογάν - Τραμπ πιθανόν να πάρει τέλος τον προσεχή Νοέμβριο, είναι η βεβαιότητα ότι παρά τις δηλώσεις και ανακοινώσεις κανείς στην περιοχή δεν θα θελήσει να αναμειχθεί στρατιωτικά ευθέως, είναι η διάγνωση ότι η Ε.Ε. δεν έχει ούτε βούληση ούτε δομές για ανάμειξη και είναι, φυσικά, και η αλαζονεία που χαρακτηρίζει τα τελευταία χρόνια τη συμπεριφορά της Αγκυρας.
Από την άλλη πλευρά, αφενός επειδή η Ελλάδα είναι «όμηρος της γεωγραφίας» και αφετέρου γιατί τα οράματα και οι προσδοκίες της δεν έχουν ρεαλιστικά άλλη επιλογή, είναι αναγκασμένη να εναποθέτει τις ελπίδες για ασφάλεια και ευημερία στις ΗΠΑ, στο ΝΑΤΟ και κυρίως στην Ε.Ε. Δηλαδή στους πυλώνες που στηρίζουν (όσο το στηρίζουν στην πράξη) το οικοδόμημα της λεγόμενης Δύσης. Δυστυχώς ή ευτυχώς, έξω από αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα δεν έχει καμία τύχη, ό,τι και να διαλαλούν οι διάφοροι παραμυθάδες και «ψεκασμένοι» στο Διαδίκτυο ή έξω από αυτό.
Τρανό παράδειγμα η Ε.Ε., που μπορεί να μην είναι πρόθυμη ούτε ικανή να μας στηρίξει, όσο και όπως θα επιθυμούσαμε, απέναντι στην Τουρκία, ακόμη και στο μεταναστευτικό, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία πως σε αυτή στηρίζονται όλες οι προσδοκίες της χώρας για οικονομική ανάκαμψη στην κρίση της πανδημίας. Και αυτή τη φορά οι προσδοκίες έχουν βάση, καθώς το σχέδιο του Ταμείου Ανάκαμψης το στηρίζει ανοιχτά η Γερμανία της Μέρκελ, που αναλαμβάνει και την προεδρία της Ε.Ε. τον Ιούλιο· πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι επίσης Γερμανίδα, η Φον ντερ Λάιεν, ενώ η Γαλλίδα Λαγκάρντ, πρόεδρος της ΕΚΤ, έχει δώσει ήδη με επιτυχία τις εξετάσεις της προς την ίδια κατεύθυνση. Και προφανώς, η καγκελάριος της Γερμανίας επιθυμεί να αφήσει μια καλή κληρονομιά με το όνομά της σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες
ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΤΑΓΚΟΣ
https://www.kathimerini.gr/1083802/opinion/
epikairothta/politikh/h-apeilh-ths-toyrkias-kai-h-dysh
21/6/2020