Ο Ψυχρός Πόλεμος της Μέσης Ανατολής.


 Ο Ψυχρός Πόλεμος της Μέσης Ανατολής.

Η όλο και εντονότερη εμπλοκή της Τουρκίας στον λιβυκό εμφύλιο, καθώς και οι φιλοδοξίες της για  ανάδειξή της σε περιφερειακή δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή, την έχει φέρει σε πορεία “σιδηροδρομικής σύγκρουσης” με την Αίγυπτο, τη μεγαλύτερη χώρα του αραβικού κόσμου. Η Αίγυπτος δυσανασχετεί έντονα με την γεωπολιτική εκδίπλωση της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή, τις νεοοθωμανικές της φιλοδοξίες και, κυρίως, για την απροκάλυπτη ανάμειξή της, ακόμη και στρατιωτικά, σχεδόν σε όλα τα ανοικτά ζητήματα του αραβικού κόσμου. 

Η στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας στη βόρεια Συρία με την κατάληψη συριακών εδαφών, η έντονη ανάμειξή της στο Παλαιστινιακό Ζήτημα, η συμμαχία της με το “μαύρο πρόβατο” που λέγεται Κατάρ, η ταραχοποιός δράση της στην Ανατολική Μεσόγειο, η επιθυμία της να κατασκευάσει ναυτική βάση στο Σουδάν στα παράλια της Ερυθράς Θάλασσας, οι στενές σχέσεις της με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και, τελευταία, η αποφασιστική και πολυεπίπεδη εμπλοκή της στον Λιβυκό εμφύλιο πόλεμο στο πλευρό της κυβέρνησης της Τρίπολης (GNA), έχει εκνευρίσει και εξοργίσει την Αίγυπτο, που αρχίζει πλέον να χάνει την υπομονή της. 

Η “κόκκινη γραμμή” της Σύρτης

Έτσι ερμηνεύεται και η πρόσφατη απόφαση του Καΐρου να χαράξει την πρώτη “κόκκινη γραμμή” έναντι της Άγκυρας, με το να μην επιτρέψει την προώθηση των, υποστηριζόμενων από την Τουρκία, δυνάμεων της Τρίπολης (GNA) προς τη Σύρτη και ανατολικότερα, όπου βρίσκονται και οι περισσότερες πετρελαϊκές εγκαταστάσεις και αποθέματα ορυκτών καυσίμων της Λιβύης. Προς το παρόν η Αίγυπτος, προφανώς σε συνεννόηση με τη Μόσχα, ανέλαβε μια διπλωματική πρωτοβουλία για ειρηνική επίλυση του Λιβυκού ζητήματος, πιέζοντας τον σύμμαχό της στρατηγό Χαφτάρ να δεχθεί εκεχειρία. Ωστόσο η Άγκυρα και η κυβέρνηση της Τρίπολης απορρίπτουν αυτή την προσέγγιση διότι θέλουν περισσότερα εδαφικά κέρδη, και ειδικά πετρελαιοπηγές, προτού καθίσουν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. 

Ο βασικός λόγος είναι ότι η Τουρκία προσδοκά, εκτός από γεωπολιτικά, και οικονομικά οφέλη από την εμπλοκή της στη Λιβύη, όπως εξόφληση προ του 2011 υποχρεώσεων σε τουρκικές εταιρείες άνω των 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων, καθώς και εκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων της Λιβύης, που είναι μία από τις πλουσιότερες χώρες της βόρειας Αφρικής. Από την πλευρά της η Αίγυπτος είναι αποφασισμένη να εμποδίσει τον GNA του Φαγιέζ Αλ Σάρατζ και την Τουρκία να διεκδικήσουν την πετρελαιοφόρα περιοχή, η οποία εκτείνεται από τη Σύρτη ως τη Βεγγάζη. Τόσο η Αίγυπτος, όσο και ο στενός της σύμμαχος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, δεν θεωρούν αποδεκτό τον ενδεχόμενο έλεγχο των σημαντικότερων πετρελαϊκών πηγών της Λιβύης από τον GNA, που θεωρείται φιλικά προσκείμενος προς τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, κι εμμέσως από την Ερντογανική Τουρκία. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο δε θα ήταν απλά ήττα, αλλά ταπείνωση για την Αίγυπτο και τους συμμάχους της, που είναι ορκισμένοι εχθροί της νεοοθωμανικής Τουρκίας του Ερντογάν.

Ο “Ψυχρός Πόλεμος” του αραβο-ισλαμικού κόσμου

Αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια και μετά την λεγόμενη “Αραβική Άνοιξη” στη Μέση Ανατολή και στους κόλπους του Ισλαμο-αραβικού κόσμου είναι ένα είδος Ψυχρού Πολέμου με δύο διακριτά στρατόπεδα. Από τη μία είναι η Ερντογανική Τουρκία, το Κατάρ, η κυβέρνηση της Τρίπολης (GNA) και οι ισλαμιστές της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, που βρίσκονται διάσπαρτοι σε διάφορες αραβικές χώρες. Από την άλλη είναι η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το στρατόπεδο του Χαφτάρ στην ανατολική Λιβύη. Οι υπόλοιπες αραβικές χώρες είναι είτε ουδέτερες, είτε γέρνουν ελαφρώς προς τη μία ή την άλλη πλευρά, με εξαίρεση του Παλαιστίνιους, οι οποίοι την τελευταία δεκαετία στράφηκαν μαζικά προς την Τουρκία. 

Σε αυτή την εξίσωση θα πρέπει να προστεθεί και ο άξονας του λεγόμενου “σιιτικού τόξου', δηλαδή η συμμαχία του Ιράν με τη Συρία του Άσαντ, τη Χεζμπολάχ του Λιβάνου, τη σιιτική πλειοψηφία του Ιράκ και τους σιίτες αντάρτες της Υεμένης. Το Ιράν, που είναι αναμφίβολα και η ισχυρότερη περιφερειακή δύναμη στη Μέση Ανατολή, δεν επιδιώκει αυτή τη στιγμή να εμπλακεί ενεργά στο νέο Ψυχρό Πόλεμο του αραβο-ισλαμικού κόσμου, παρά μόνο να προσκομίσει γεωπολιτικά οφέλη από αυτόν, αποδυναμώνοντας τις δυνάμεις που διάκεινται εχθρικά απέναντί του. Έτσι στον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων (proxy war) της Λιβύης, το Ιράν και οι σύμμαχοί του, είναι ίσως οι μόνοι που δεν εμπλέκονται άμεσα.

Λιβύη: η πιο πλούσια σε υδρογονάνθρακες χώρα της Αφρικής

Από το 2011 και την ανατροπή του Μουαμάρ Καντάφι επικράτησε στη Λιβύη το χάος και ένας εμφύλιος πόλεμος διαρκείας στον οποίο ενεπλάκησαν παγκόσμιες δυνάμεις, περιφερειακές δυνάμεις, τοπικές φυλές και φατρίες, μισθοφόροι και τζιχαντιστές, προσπαθώντας ν' αρπάξουν όλοι τους ένα κομμάτι μια χώρας, που έχει τα περισσότερα αποθέματα υδρογονανθράκων στη βόρεια Αφρική. Η Λιβύη διαθέτει κοιτάσματα 49,3 δισεκατομμυρίων βαρελιών πετρελαίου και 1,5 τρισ. κυβικά μέτρα φυσικά αερίου. Αλλά λόγω του μακροχρόνιου πολέμου η παραγωγή της Λιβύης έχει υποχωρήσει από το 1.3 εκ. βαρέλια ημερησίως, μόλις στα 100.000 – 150.000. Σε κανονικές συνθήκες η Λιβύη θα μπορούσε να καλύψει το 1% των παγκόσμιων αναγκών σε υδρογονάνθρακες. 

Χαφτάρ/LNA Vs Σάρατζ/GNA και ο proxy war της Λιβύης

Τα τελευταία πέντε χρόνια η Λιβύη ουσιαστικά διαιρέθηκε σε ανατολική και δυτική μεταξύ δυο αντίπαλων πολιτικών φατριών (Χαφτάρ/LNA Vs Σάρατζ/GNA) και των υποστηρικτών τους.  Ορμώμενος από την ανατολική Λιβύη ο στρατηγός Χαλιφά Χαφτάρ και ο Εθνικός Στρατός της Λιβύης (LNA), ο οποίος έλεγχε ως πρόσφατα σχεδόν το 80% του λιβυκού εδάφους και τις περισσότερες πετρελαιοπηγές και βρίσκεται πλέον σε θέση άμυνας στη Σύρτη, υποστηρίζεται κυρίως από την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Ρωσία, ενώ φαίνεται να λαμβάνει υποστήριξη από τη Γαλλία, τη Σαουδική Αραβία και εμμέσως από την Ελλάδα. Από την άλλη η κυβέρνηση στην Τρίπολη (GNA) του Φαγέντ αλ-Σαράτζ υποστηρίζεται από την Τουρκία, το Κατάρ κι εμμέσως από το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιταλία. Οι ΗΠΑ φαίνεται να τηρούν μια πολιτική, όχι τόσο ίσων αποστάσεων, όσο ενός εκκρεμούς που κινείται πότε προς τη μία και πότε προς την άλλη κατεύθυνση, προσπαθώντας να κρατήσουν επαφές και με τις δύο πλευρές, αλλά και να αποτρέψουν την περαιτέρω ενίσχυση της Ρωσίας στη Μεσόγειο.

Ερντογάν  Vs Σίσι: ο ένας είναι η “Νέμεσις” του άλλου 

Οι βασικοί πρωταγωνιστές αυτής της σύγκρουσης είναι η Αίγυπτος με την Τουρκία και συγκεκριμένα δύο ορκισμένοι εχθροί: ο αιγύπτιος πρόεδρος, Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι, με τον νεοοθωμανιστή πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Σύμφωνα με τον Σόνερ Καγκαπτάι, διευθυντή του Τουρκικού Ερευνητικού Προγράμματος του Ινστιτούτου της Ουάσιγκτον, υπάρχει ένα αβυσσαλέο χάσμα μεταξύ του Ερντογάν και του Σίσι, καθώς “ο ένας είναι η Νέμεσις του άλλου στη Μέση Ανατολή. Ο Σίσι είναι ένας κοσμικός στρατηγός που έχει φυλακίσει τους Ισλαμιστές πολιτικούς και ο Ερντογάν ένας Ισλαμιστής πολιτικός που έχει φυλακίσει κοσμικούς στρατηγούς. Δεν μπορούν να μείνουν μαζί στο ίδιο δωμάτιο ούτε για 20 λεπτά”.

Αίγυπτος - Τουρκία - Ιράν: το στρατηγικό τρίγωνο της Μέσης Ανατολής

Ως γνωστόν οι ενδοπεριφερειακές ισορροπίες στη Μέση Ανατολή παραδοσιακά βασίζονται στο μηχανισμό του στρατηγικού τριγώνου Αίγυπτος-Τουρκία-Ιράν. Αποτελεί το κεντρικό τρίγωνο, όπου τέμνονται τα υδάτινα περάσματα τριών ηπείρων (Βόσπορος, Σουέζ, Στενά Ορμούζ) και στην εποχή μας απέκτησε περισσότερο ενδιαφέρον λόγω και της διέλευσης του πετρελαίου. Ανέκαθεν υπήρχε μια ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ Αιγύπτου, Τουρκίας και Ιράν, με ιστορικές ρίζες. 

Από τη δεκαετία του 1950 (Κρίση του Σουέζ) μέχρι και τη δεκαετία του 1970 η Αίγυπτος του Νάσερ ήταν ο περιθωριοποιημένος παίκτης αυτού του τριγώνου, ενώ η Τουρκία και το Ιράν προσέγγισε η μία την άλλη και μαζί οι δύο τους, τη Δύση. Ωστόσο, μετά τις συμφωνίες του Καμπ Ντέιβιντ (29 Μαρτίου 1979) και την Ιρανική Επανάσταση (1979), το Ιράν περιθωριοποιήθηκε και η Αίγυπτος προσέγγισε τη Δύση, αλλά και την Τουρκία, με την οποία είχε διατηρήσει ένα παρελθόν ψυχρότητας και καχυποψίας. 

Σήμερα το Ιράν συνεχίζει να είναι περιθωριοποιημένο εκ μέρους της Δύσης και η Τουρκία με την Αίγυπτο να έχουν ψυχρές και σχεδόν εχθρικές σχέσεις μεταξύ τους, ενώ συνεχίζουν να προσελκύονται εκ μέρους του συστήματος της Δύσης. Η Ερντογανική Τουρκία ακολουθεί ισόρροπες σχέσεις με το Ιράν, ενώ βρίσκεται σε έναν ιδιότυπο ανταγωνισμό με την Αίγυπτο, τόσο στην Ανατολική Μεσόγειο, όσο και στα περισσότερα ζητήματα της Μέσης Ανατολής. Και αυτό γιατί η Τουρκία επιδιώκει πλέον τη διεύρυνση της επιρροής της ως ηγέτιδα δύναμη στον σουνιτικό κόσμο της περιοχής. Το 2011, μετά τις κινητοποιήσεις στην Πλατεία Ταχρίρ και την “αραβική άνοιξη”, η Μουσουλμανική Αδελφότητα κέρδισε τις εκλογές, εισπράττοντας επαίνους από τον Ερντογάν, για να δει ωστόσο την κυβέρνηση Μόρσι να ανατρέπεται το 2013 από το πραξικόπημα που έφερε τον κοσμικό στρατηγό Αλ Σίσι στην εξουσία. Το γεγονός αυτό ψύχρανε ακόμη περισσότερο τις τουρκο-αιγυπτιακές σχέσεις.

Η Αίγυπτος από τη δεκαετία του 1980 έπαψε να είναι απειλή για το Ισραήλ και τη θέση της πήρε το Ιράν, ενώ η Άγκυρα πέρασε από τη στρατηγική σχέση που είχε με το Τελ Αβίβ, στη σημερινή εχθρότητα. Ταυτόχρονα παρατηρήθηκε μια προσέγγιση Αιγύπτου και Σαουδικής Αραβίας, αλλά και Συρίας με το Ιράν, που διαμόρφωσαν νέες ισορροπίες στον αραβικό κόσμο.

Το γεωπολιτικό πρόβλημα της Αιγύπτου

Η Αίγυπτος είναι αναμφίβολα η μεγαλύτερη χώρα του Αραβικού κόσμου και ο παλαιότερος πολιτισμός στην περιοχή. Ωστόσο τα σημερινά 100 εκατομμύρια των κατοίκων της Αιγύπτου κατοικούν στην ουσία στις όχθες και στο Δέλτα του Νείλου, σε μια έκταση δηλαδή λιγότερη των 40.000 τ.χλμ, δηλαδή πιο μικρή κι από τη βόρεια Ελλάδα. 

Η Αίγυπτος είναι στην ουσία μια λωρίδα εύφορης γης στις όχθες του Νείλου, που περικλείεται κι από τις δύο πλευρές από έρημο, ενώ στο βορρά απλώνεται η Μεσόγειος θάλασσα. Το 95% του εδάφους της Αιγύπτου είναι έρημος και ανήκει στην Αφρική, ενώ το 5%, και συγκεκριμένα η χερσόνησος του Σινά, βρίσκεται στην Ασία. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της Αιγύπτου είναι ο έλεγχος της διώρυγας του Σουέζ, του μεγαλύτερου θαλάσσιου κόμβου του πλανήτη, που υπό κανονικές συνθήκες μπορεί να αποφέρει ετήσια έσοδα άνω των 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. 

Ωστόσο η Αίγυπτος έχει μια σειρά από σοβαρά προβλήματα που αποδυναμώνουν την ισχύ της και αυξάνουν την ανασφάλεια της. Από τη μία ο ολοένα και αυξανόμενος πληθυσμός της, που θα φθάσει τα 150 εκατομμύρια το 2050, δεν έχει επαρκείς πόρους για να τραφεί και έτσι η χώρα, ενώ ήταν ο “σιτοβολώνας” της αρχαιότητας, είναι πλέον αναγκασμένη να κάνει εισαγωγές τροφίμων. Όμως το βιοτικό επίπεδο των Αιγυπτίων είναι χαμηλό (3.000 δολάρια ετήσιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ), η φτώχεια ενδημική και η ανεργία των νέων μονίμως υψηλή. Με τα έσοδα από τον τουρισμό να έχουν καταρρεύσει λόγω των παλαιότερων τρομοκρατικών επιθέσεων και της τωρινής πανδημίας της Covid-19, αλλά και τη μείωση των εσόδων από τη μειωμένη κίνηση των εμπορικών πλοίων από το Σουέζ, η Αίγυπτος αντιμετωπίζει υψηλά ελλείμματα, που μπορούν να αντισταθμιστούν μόνο με μεγάλη ξένη οικονομική βοήθεια ή δάνεια. Αλλιώς η κοινωνική δυσαρέσκεια μπορεί να εκτοξευθεί και υπάρχει ο κίνδυνος να επανέλθει η Μουσουλμανική Αδελφότητα στο πολιτικό προσκήνιο. 

Το αιθιοπικό “Φράγμα της Αναγέννησης”: ένα πονοκέφαλος για την Αίγυπτο

Πρόσθετος πονοκέφαλος για την Αίγυπτο αποτελεί η κατασκευή και η λειτουργία εντός του 2020 του γιγαντιαίου Φράγματος της Αναγέννησης στο Γαλάζιο Νείλο των αιθιοπικών υψιπέδων. Αυτό θα μπορούσε να μειώσει άμεσα η ροή του νερού στην πιο ζωτική υδάτινη αρτηρία της χώρας και να διακινδυνεύσει ίσως και το 30% της αιγυπτιακής γεωργικής παραγωγής. Με άλλα λόγια πείνα, εξαθλίωση για εκατομμύρια Αιγυπτίους, γεγονός που θα πυροδοτούσε μεγάλη κοινωνική έκρηξη, σε μια εποχή που δεν υπάρχουν έσοδα από αλλού (π.χ. τουρισμός, Σουέζ, εμπόριο). Αυτό είναι ένα εφιαλτικό σενάριο για την αιγυπτιακή κυβέρνηση, που σκέφτεται να αναλάβει και στρατιωτική δράση (π.χ. αεροπορικός βομβαρδισμός του φράγματος) αν δεν υπάρξει ικανοποιητική συμφωνία για την κατανομή των υδάτων του Νείλου.

Η Τουρκία έχει “περικυκλώσει” την Αίγυπτο

Από την άλλη η Αίγυπτος αισθάνεται και την απειλή της Τουρκίας από το νότο, με τη φιλοδοξία της Άγκυρας να κατασκευάσει ναυτική βάση σε ένα νησάκι του Σουδάν στις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας. Παρακολουθεί με ανησυχία την επεκτατική Τουρκία να αυξάνει τις αεροναυτικές δραστηριότητες αλλά και τις έρευνές της για υδρογονάνθρακες στην Ανατολική Μεσόγειο σε περιοχές της Κυπριακής και Ελληνικής ΑΟΖ, δύο συμμαχικών προς αυτήν χωρών. 

Η Αίγυπτος γνωρίζει πως το μεγαλύτερο γεωπολιτικό της πρόβλημα είναι η ευαλωτότητα της από το βορρά, καθώς ιστορικά η χώρα έχει υποστεί πολλές εισβολές δια μέσου της Ανατολικής Μεσογείου. Γι' αυτό και δεν επιθυμεί να δει την Τουρκία να εξελίσσεται σε περιφερειακή δύναμη, ενώ η ίδια προσπαθεί, όσο μπορεί να ενισχύσει το πολεμικό της ναυτικό στη Μεσόγειο, όπως έκανε το 2016 με την αγορά ενός μικρού γαλλικού αεροπλανοφόρου τύπου Mistral. Δεν διαθέτει όμως αρκετούς οικονομικούς πόρους για να δημιουργήσει ένα ισχυρό πολεμικό ναυτικό, οπότε για την ώρα αρκείται σε συμμαχίες και με άλλες ναυτικές δυνάμεις της Μεσογείου, όπως η Γαλλία και η Ελλάδα (αλλά και το Ισραήλ), προκειμένου να αντισταθμίσει την ναυτική υπεροχή της Τουρκίας.

Η Αίγυπτος δε θα μείνει με “σταυρωμένα χέρια”

Με δεδομένα όλα αυτά είναι προφανές πως το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε να δει η Αίγυπτος είναι μια φιλοτουρκική κυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στα ανατολικά σύνορά της, στη Λιβύη, η οποία μάλιστα θα ελέγχει και τις πετρελαιοπηγές της Σύρτης. Αν και σε γενικές γραμμές ο αιγυπτιακός στρατός είναι πολύ συντηρητικός και σπανίως εμπλέκεται σε επιχειρήσεις πέρα από τα σύνορά της χώρας, αυτό δε σημαίνει πως θα μείνει με σταυρωμένα χέρια σε περίπτωση που παραβιαστεί η “κόκκινη γραμμή” που έβαλε ο Αλ Σίσι για την προώθηση του GNA και της Τουρκίας στη Σύρτη και ανατολικότερα. 

Το πιθανότερο είναι να εμπλακεί στη σύγκρουση, σε συνεργασία και οικονομική βοήθεια από άλλες περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, και σε συνεννόηση με τη Ρωσία και τη Γαλλία. Για την ώρα πάντως φαίνεται να έχουν το προβάδισμα οι διαπραγματεύσεις και η προώθηση μιας ειρηνικής διευθέτησης του λιβυκού προβλήματος, με την Τουρκία όμως να έχει βάλει πόδι για τα καλά στη βόρειο Αφρική, κάτι που όμως εξοργίζει την Αίγυπτο και δύσκολα θα αποδεχθεί σε βάθος χρόνου. Εκτός αν ο Ερντογάν έχει ξεφύγει τόσο πολύ που θεωρεί λανθασμένα πως ολόκληρη η Λιβύη θα μπορούσε να γίνει ένα τουρκικό προτεκτοράτο.

Γιώργος Στάμκος


 29/6/2020