Η τουρκική ασυδοσία και η κρίση στο Καστελόριζο μας δίνουν μαθήματα.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
Εκτεταμένη τουρκική απειλή: Τι πρέπει να προσέξουμε.
Η τουρκική ασυδοσία και η κρίση στο Καστελόριζο
μας δίνουν μαθήματα.
Από τις 21 Ιουλίου γινόμαστε όλο και πιο ώριμοι σε σχέση τόσο με τα ελληνοτουρκικά όσο και με το νέο κόσμο που μας περιβάλλει. Ένα πράγμα είναι μόνο χειρότερο από το λάθος στη διεθνή πολιτική, η αδράνεια. Αν η κρίση δε μας αφήσει μαθήματα τα οποία θα τα αξιοποιήσουμε σε στρατηγικό επίπεδο, τότε θα οδηγηθούμε ξανά στην εποχή πριν το 2010. Ποια μαθήματα μας αφήνει η κρίση αυτή και ποια είναι η ωριμότητα που παρέχει στην εξωτερική μας πολιτική που οφείλει να αξιοποιηθεί από εδώ και πέρα ώστε να έχουμε μια πραγματικά σύγχρονη εξωτερική πολιτική; Τα επίπεδα μελέτης είναι τρία και είναι το εσωτερικό, το περιφερειακό και το διεθνές. Σε κάθε από αυτά τα επίπεδα, έχουμε ξεχωριστά μαθήματα που είναι ικανά να μας κάνουν πολύ δραστήριους και να μας βγάλουν κερδισμένους στο υπόλοιπο του 21ου αιώνα.
Τέλος στην επεξήγηση μέσω ''απολογίας'' για την τουρκική ασυδοσία
από τη διεθνολογική κοινότητα.
Θαρρείς πως ήταν εισιτήριο ανέλιξης το να είσαι ''υπέρ του διαλόγου'' με την Τουρκία και μάλιστα άνευ όρων, για να μπορείς να δημοσιολογήσεις. Ειδικά μετά τα μισά της τελευταίας δεκαετίας του 20ου αιώνα, δημιουργήθηκε μια νέα ''θρησκεία'' στα ελληνοτουρκικά η οποία εκπονήθηκε από την ακαδημία με παραγγελία της πολιτικής ελίτ, προεξάρχοντος του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Παρόλο που για πολλούς αιώνες επικοινωνούμε με την αντίπαλη χώρα (Τουρκία) και έχουμε καλή γνώση (θεωρητικά) για τον τρόπο που πολιτεύεται, η Ελλάδα έκανε σημαία της τη λήθη προς οτιδήποτε έχει κάνει η Τουρκία. Το 1996 απείχε μόλις 22 χρόνια πριν από την τουρκική βαρβαρότητα στην Κύπρο που ακρωτηρίασε τον Ελληνισμό. Διάλογος με διευρυμένη ατζέντα, (ιδανική διεύρυνση για την Τουρκία) κατευνασμός δια πάσα νόσον, ένα ιδιάζον ''σνομπ'' ύφος δανεικό από τις Βρυξέλλες που συνοδευόταν από την ψευδαίσθηση οτι είμαστε ανάμεσα στο Λουξεμβούργο, το Βέλγιο και την Ολλανδία, και βέβαια, μια αλλαγή στο πώς ερμηνεύεται η σύγκρουση με τη γειτονική χώρα.
Αυτή η ερμηνεία μιλούσε ουσιαστικά για ''μια παρεξήγηση η οποία κατά βάθος αναδεικνύει τη φιλία που περιβάλλει του δύο λαούς''. Η περιφρόνηση της ιστορίας και κάθε ρεαλιστικής προσέγγισης, μπήκαν στο mute για χάρη αυτής της νέας ''θρησκείας΄'' η οποία όπως κάθε θρησκεία, έχει δική της κόλαση και δικό της παράδεισο. Η κόλαση εν προκειμένω, ήταν να αναφέρεσαι στον πάγιο τυχοδιωκτισμό μιας χώρας που δεν εκπολιτίστηκε ποτέ, στην ύπαρξη γεωπολιτικών οριζουσών που υπαγορεύουν την εχθρότητα μεταξύ των δύο χωρών, στην τελείως διαφορετική σύλληψη του Διεθνούς Δικαίου και της έννοιας της νομιμότητας από κράτος που ανά τακτά χρονικά διαστήματα στην ιστορία προχωρά σε γενοκτονίες και εκκαθαρίσεις κ.α. Σήμερα ξέρουμε πως η Τουρκία ακολουθεί μια πάγια στρατηγική με σκοπό να ανακαταλάβει όλα εκείνα που θεωρεί οτι η Ελλάδα της στέρησε. Η Άγκυρα στις ανακοινώσεις της συχνά-πυκνά κάνει παραπομπή σε Έλληνες ακαδημαϊκούς και συμβούλους που θεωρούν μαξιμαλισμό της επικράτειά μας. Στην κρίση αυτή λοιπόν, μάθαμε ότι η εξωτερική πολιτική και ο σχεδιασμός της, ξεκινούν από την παιδεία. Στην περίπτωση των ελληνοτουρκικών, ισχύει το ''Φίλος ο Πλάτων, Φιλτέρα η Αλήθεια''. Ο συνωστισμός πλοίων στο Αιγαίο μέσα σε λίγα λεπτά, εξέθεσε κάθε άλλον ''συνωστισμό''.
Η παρεξήγηση των συμμαχιών.
Οι συμμαχικές και οι εταιρικές σχέσεις έχουν όρια. Για πολλά χρόνια αρκετοί άνθρωποι όταν τους μιλούσες για ελληνική εξωτερική πολιτική, είτε μιλούσαν για όλες τις πτυχές της πλην της σημαντικής (ασφάλεια) και πάντα με συνοδεία το ρητό-κλισέ ''Η Ελλάδα είναι στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ''. Δεν αξιοποιήσαμε τη συμμετοχή μας σε αυτά τα fora.Η ΕΕ δεν είχε καταφέρει να βάλει τάξη ούτε καν στο θέμα του Κοσυφοπεδίου και χρειάστηκε αμερικανική λύση στα Βαλκάνια. Οι ΗΠΑ έδειχναν πως μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, περιεργάζονταν με περιέργεια το νέο κόσμο που ανέτειλε. Ο κόσμος άλλαζε αλλά η Ελλάδα παρέμενε σε μια ψευδαίσθηση ψυχροπολεμική όπου η ακινησία και η πρόσδεση, ήταν οι βασικές αρχές λειτουργίας του προβλέψιμου διπολικού κόσμου. Αυτή η φαντασιακή ''πρόσδεση'' χάριζε τον γλυκό ύπνο ότι οι σύμμαχοί μας αν η Τουρκία μας επιτεθεί, θα σπεύσουν να της κάνουν ναυτικό αποκλεισμό. Η Τουρκία στο μεταξύ είχε αρχίσει να καθιστά όλο και πιο ακριβό το ρόλο της και τις σχέσεις της με χώρες της ΕΕ, τις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Την ασυδοσία και την αναρχία που έκπληκτοι βλέπουν άπαντες, η Τουρκία τις χτίζει εδώ και τρεις δεκαετίες.
Η εξωτερική εξισορρόπηση απειλών, έχει όρια και αυτά είναι διπλωματικά. Και αυτά τα όρια πάλι είναι ποσοτικά, όχι αφηρημένα, όχι μεταμοντέρνα και κονστρουκτιβιστικά. Η βάση της ισχύος είναι υλική. Η Ελλάδα θα μπορούσε να αξιοποιήσει τις όποιες συμμαχίες της, αφού πρώτα φιλοξενούσε στο έδαφός της μεγάλα τους οικονομικά συμφέροντα. Όπως έκανε η Τουρκία. Όμως οι Ξένες Άμεσες Επενδύσεις μεγάλων χωρών και ισχυρών συμφερόντων, κατά μια ιδεολογική κηδεμονία που ταλάνισε τη χώρα, ήταν ''ξεπούλημα'' και ''προδοσία''. Στο παιχνίδι της διεθνούς πολιτικής, απαγορεύεται να πάρεις του άλλου τα στρατιωτάκια. Παίζεις μόνο με τα δικά σου. Οι πόλεμοι οι δικοί σου, δίνονται από εσένα και όχι από άλλους, για χάρη δική σου. Ο δικός μας στόλος βγήκε στο Αιγαίο και καταστήσαμε σαφές ότι όποιος ψάχνει ''Συρία'' μπορεί να την αναζητήσει αλλού
Τα προβλήματα δεν λύνονται όταν εκδηλωθούν οι συνέπειές τους.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική μέχρι το 2010 είναι απαθής, ασυγχρόνιστη και γεμάτη ασάφειες. Δεν υπήρχε κανένας στρατηγικός προσανατολισμός. Στη θεωρία όλοι έβλεπαν το νέο κόσμο της μονοπολικής στιγμής των ΗΠΑ και της Παγκοσμιοποίησης. Κανείς δεν έβλεπε την Ιστορία πίσω από την κουρτίνα, να έρχεται από το παράθυρο. Όπως τα δημοσιονομικά προγράμματα στα οποία εισήλθε η Ελλάδα δεν μπορούσαν μέσα σε τρία χρόνια να μαζέψουν τα ασυμμάζευτα τριών δεκαετιών, έτσι και η εξωτερική μας πολιτική. Σε όποιο οικοδόμημα έχεις ξαχάσει να βάλεις ισόγειο, τότε δεν υφίσταται οικοδόμημα. Η Ελλάδα μέσα από την αδράνεια και τον κατευνασμό στα ελληνοτουρκικά, δεν έκανε πραγματικά τίποτε για να αποδεχτεί το ρόλο της στη Μεσόγειο. Από το 1958 και σε συνθήκες ασφάλειας λόγω Ψυχρού Πολέμου, η Ελλάδα δεν καθόρισε τις θαλάσσιες ζώνες της. Από το 1982 και μετά επικαλούμαστε αρχές οι οποίες δεν είχαν εφαρμογή. Σα να έβλεπε η Ελλάδα έναν περιφερειακό της ρόλο ως ''βάρος''.
Γι' αυτό άλλωστε οποιοσδήποτε μίλαγε για ''περιφερειακή πρωτοβουλία'' αντιμετωπιζόταν μάλλον ως ''κατακτητής''. Στη διεθνή πολιτική αν δεν πάρεις πρωτοβουλίες, τότε είσαι υποσύνολο πρωτοβουλιών άλλων. Αν δεν είσαι δημιουργός Ιστορίας, είσαι ακόλουθος αυτής. Στις καθυστερήσεις και αφού ήδη ο ελληνικός στρατός ανταποκρινόταν στο αυθάδες τουρκικό τεστ, αρχίσαν οι συζητήσεις για το πού και πώς έπρεπε να ενισχύσουμε την άμυνά μας και για το τι θα μπορούσαμε να αγοράσουμε πάνω στην κρίση. Όλα έχουν τον ίδιο φόντο. Στο οτι ήμασταν καλομαθημένοι στην ψευδαίσθησή μας την ψυχροπολεμική, οτι ανήκουμε σε ένα στρατόπεδο το οποίο θα μεριμνήσει για την ασφάλειά μας. Σήμερα έχουμε όμως έναν γενναίο κόσμο πολυπολικής δομής.
Ο πολυπολικός κόσμος που θα γίνει ξανά διπολικός
Τα πολυπολικά συστήματα έχουν ροπή στην αναρχία. Όχι οτι αυτή μηδενίζεται σε διπολικά συστήματα. Μια πολυπολική δομή όμως, αγγίζει μεγάλο βαθμό αταξίας. Τα κράτη φέρονται τυχοδιωκτικά και βγάζουν απωθημένα που δεν μπορούσαν να εκδηλώσουν σε διπολικές συνθήκες οι οποίες λόγω της ύπαρξης συνθηκών μηδενικού αθροίσματος, δεν ευνοούν τους τακτικισμούς. Τα κράτη φροντίζουν λοιπόν να βγουν στην αγορά για να πάρουν ισχύ και η επόμενη διπολική αντιπαράθεση να τα βρει αναβαθμισμένα. Η Ελλάδα ήταν απούσα από μια τέτοια ανάγνωση του κόσμου. Ακόμη και σήμερα και μέσα από την αφορμή αγοράς οπλικών συστημάτων, μιλάμε με όρους 1821 για την επιρροή των ξένων δυνάμεων. Ο σημερινός κόσμος έχει ποσοστά επιρροής εντός κάθε χώρας, πολλών δυνάμεων. Ας δούμε την Αίγυπτο. Η Αίγυπτος είναι φίλα προσκείμενη στη Δύση όμως έχει στρατηγικές σχέσεις που αφορούν μάλιστα και το Σουέζ με Κίνα και Ρωσία. Ταυτόχρονα είναι στο Foreign Military Aid των ΗΠΑ και θεωρείται στρατηγικός τους σύμμαχος. Η διασπορά συμφερόντων μεγάλων δυνάμεων, η οποία σώζει ακόμη και σήμερα την Κύπρο, δε μας πέρασε για δεκαετίες από το μυαλό.
Ίσως η τουρκική ασυδοσία και το ότι μας υποχρέωσε να δεχθούμε τη βυζαντινή μας κληρονομιά μόνο όταν χρειάστηκε να δούμε live τη βεβήλωση της Αγίας Σοφίας, ενός κρηπιδώματος του Ελληνισμού, έτσι θα μας κάνει να συγχρονιστούμε με τον πραγματικά σύγχρονο κόσμο και να σπεύσουμε να προλάβουμε καθώς η ρευστότητα που βλέπουμε, γρήγορα θα πάψει να ισχύει. Λόγω αυτού του τυχοδιωκτισμού που παρέχει το πολυπολικό σύστημα των υψηλών αποδόσεων και της υπεραξίας, η Ελλάδα μπορεί να πάρει ανταλλάγματα που θα παγιωθούν στην επόμενη φάση εξέλιξης του διεθνούς συστήματος. Τα μαθήματα που πρέπει να πάρουμε, είναι πολύ σημαντικά για την επιβίωση και επαύξησή μας. Πολλά κράτη έχουν υποστεί ακρωτηριασμό σε τέτοιες φάσεις του συστήματος και αυτοκρατορίες έδωσαν τη θέση τους σε άλλες. Ή θα συμμορφωθούμε με τον κανονικό ρεαλισμό ή θα πάθουμε όσες ζημιές μας αξίζουν με την εικονική πραγματικότητα που επιλέξαμε. Μια σταθερά πάντως παραμένει, σε κάθε είδους σύστημα και σε κάθε είδους εποχή. Οι ναυτικές δυνάμεις ''κάνουν παρέα'' με ναυτικές δυνάμεις και όχι με ηπειρωτικές δυνάμεις οι οποίες προσπαθούν μέσα από διαμεσολαβήσεις διμερών ζητημάτων, να βγουν στη θάλασσα.
Αλέξανδρος Δρίβας,
Research Fellow in Hellenic American Leadership Council (HALC), Ph.D. Cand. Greek-American relations.
30 Ιουλίου 2020
ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
Η πρόσφατη επιθετική ενέργεια της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας, σηματοδοτεί την απαρχή ενός πολυεπίπεδου κύκλου κρίσης (crisis cycle), σ' ένα ενιαίο πεδίο διαπραγματεύσεων και επιχειρήσεων, με παράλληλη χρήση διπλωματικού/νομικού/πολιτισμικού "οπλοστασίου" καθώς και στρατιωτικών μέσων.
Η Ελλάδα εισέρχεται συνεπώς σε τροχιά (trajectory) αντιπαράθεσης ασαφούς χρονικού διαστήματος με την αναθεωρητική Τουρκία, έχοντας να αντιμετωπίσει σωρεία επιθετικών πρωτοβουλιών και διεκδικήσεων της γείτονος χώρας, καθώς βρίσκεται αντιμέτωπη με μια ευρεία ή εκτεταμένη απειλή, υπαγόμενη σε απεριόριστη στοχοθεσία και γεωγραφικό εύρος, η οποία λαμβάνει υπαρξιακά χαρακτηριστικά, λαμβάνοντας υπόψη τις γεωπολιτικές, γεωοικονομικές, δημογραφικές και ταυτοτικές/πολιτισμικές παραμέτρους που συνιστούν την τουρκική αναθεωρητική στρατηγική και ατζέντα.
Προς αντιμετώπιση μιας τέτοιου μεγέθους απειλής, η ελληνική πλευρά φαίνεται να προτάσσει αποφασιστικότητα και αποτροπή δια της παρουσίας των Ενόπλων Δυνάμεων (deterrence by presence), όταν απειλούνται μέσω στρατιωτικών μέσων η ελληνική εθνική κυριαρχία και δυνητικά η εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Παράλληλα λαμβάνονται αντίμετρα στο πλαίσιο της εξωτερικής εξισορρόπησης (external balancing), μέσω των σημαντικών συμμαχιών στις οποίες η χώρα μετέχει ως μέλος (ΝΑΤΟ-Ε.Ε).
Προδήλως, το υπάρχον ελληνικό πλαίσιο Αποτροπής (Deterrence) είναι αποσπασματικό, καθώς υπολείπεται μιας ολιστικής θεώρησης που να δημιουργεί ουσιαστικά διλήμματα κόστους-οφέλους στον αντίπαλο ιδίως όταν αυτός επιχειρεί στην λεγόμενη "γκρίζα περιοχή μεταξύ πολέμου και ειρήνης" (grey area), ενώ και η παρουσία των ΕΔ χωρίς ένα συνεκτικό στρατηγικό δόγμα συνιστά επί της ουσίας Λανθάνουσα Πίεση μην εξασφαλίζοντας την μεγιστοποίηση της Αποτροπής.
Κυρίως όμως καθίσταται εξόχως ευάλωτο σε μια στρατηγική εξουθένωσης (exhaustion) απειλούμενο με κορεσμό μιας παρατεταμένης κρίσης (protracted crisis), συνεπεία του υβριδικού δόγματος της Τουρκίας, το οποίο επιτρέπει τη διατήρηση της πρωτοβουλίας των κινήσεων (initiative) στοχεύοντας αφενός τις τρωτότητες του ελληνικού πολιτικού συστήματος και αφετέρου τον βαθμό και ρυθμό διατήρησης της επιχειρησιακής ικανότητας των ελληνικών ΕΔ.
Είναι προφανές πως η Ελλάδα δεν δύναται πλέον να επιτρέπει στην τουρκική πλευρά να καθορίζει το τέμπο της αντιπαράθεσης, καθώς θα δοκιμαστούν τα όρια των πολιτικών και οικονομικών αντοχών της.
Αντιθέτως, επιβάλλεται να αναπτύξει μια ολιστική στρατηγική αντιμετώπισης των τουρκικών επιθετικών ενεργειών, μεταφέροντας το δίλημμα στoν αντίπαλο, αρχικά δια της αρνήσεως των στόχων του (deterrence by denial) αυξάνοντας κλιμακωτά την πίεση μέσω της τιμωρίας (deterrence by punishment).
Εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση προς επίτευξη αυτού, αποτελεί η πρωταρχική επένδυση στον αμυντικό πυλώνα όπερ σημαίνει γενναία χρηματοδότηση για την εξασφάλιση των απαραίτητων στρατιωτικών δυνατοτήτων (capabilities) ήτοι το περίφημο "bang for the buck", υιoθετώντας βέλτιστες πρακτικές ανάπτυξης της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας (συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα-αυτονομία στην χρηματοδότηση των ΕΔ που διαρκώς εξαρτάται απ’ το ασφυκτικό πλαίσιο του Υπουργείου Οικονομικών) παρακάμπτοντας την πολυδαίδαλη υπάρχουσα γραφειοκρατία και καλύπτοντας τρέχουσες ανάγκες τόσο σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο όσο και τις μελλοντικές απαιτήσεις που σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Η χώρα θα πρέπει να συμβαδίσει με τις επιταγές της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης στο πλαίσιο της Εθνικής Ασφάλειας στο άμεσο μέλλον, στη λογική της ταυτόχρονης απόκτησης εξοπλισμών κύρους και αλλαγής δεδομένων (game-changing military equipment) όσο και χαμηλού κόστους χρηστικούς εξοπλισμούς πολλαπλής υφής (multi-modal equipment) συμβατών σε μια φιλοσοφία κυριαρχίας (dominance) σ' ένα πολυφασικό πεδίο μάχης (full-spectrum battlefield) το οποίο διαρκώς καθίσταται αμφισβητούμενο (contested).
Σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να επισημανθούν δύο σημαντικές παράμετροι που αφορούν το μέλλον του Πολέμου στον 21ο αιώνα.
Πρώτον, το πλαίσιο του συμβατικού πολέμου αλλάζει λόγω της ταχύτητας με την οποία θα διεξάγονται οι επιχειρήσεις, ενώ θα καταστεί εξαιρετικά ανεδαφική η λεγόμενη ενδοπολεμική αποτροπή (intra-war deterrence). Κατά τα λεγόμενα του Αμερικανού στρατηγού William Hix, ένας συμβατικός πόλεμος στο μέλλον θα είναι εξαιρετικά θανατηφόρος και σύντομος, ενώ θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποτραπεί η κλιμάκωσή του.
Δεύτερον οι νέες στρατιωτικές δυνατότητες δύνανται να ανατρέψουν την ισορροπία μεταξύ επίθεσης-άμυνας, δημιουργώντας συνθήκες αποσταθεροποίησης σε στρατηγικό επίπεδο, ευνοώντας την ανάληψη ρίσκου και επιθετικής στρατηγικής συμπεριφοράς, ενώ το μοντέλο του Προληπτικού Πρώτου Πλήγματος δύναται να κυριαρχήσει έναντι της Αποτροπής βασισμένης στην ικανότητα του αμυνόμενου να εξαπολύσει ένα δεύτερο πλήγμα από πλατφόρμες που δύσκολα εντοπίζονται και γίνονται στόχοι (ισχύει τόσο αναφορικά με την πιθανότητα πυρηνικού όσο και συμβατικού πλήγματος.
H Ελλάδα επιβάλλεται να αλλάξει στρατηγική κουλτούρα και στρατηγική συμπεριφορά, αξιολογώντας το διαφορετικό -σε σχέση με τις πρώτες δεκαετίες της μεταψυχροπολεμικής εποχής-στρατηγικό περιβάλλον το οποίο αναπτύσσεται ταχύτατα στον περίγυρό της. Οι καιροί της παθητικής εμπλοκής στη διεθνή σκακιέρα έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Ακολούθως θα πρέπει να υπερβεί στερεότυπα και παρωχημένες αντιλήψεις υπέρ του λεγόμενου "Βουτύρου" στο περίφημο δίλημμα "Κανονιών-Βουτύρου" (Guns or Butter dilemma), προκρίνοντας σαφώς τους αμυντικούς εξοπλισμούς έναντι των κοινωνικών προταγμάτων σε ορθολογικό πλαίσιο και στη λογική απόκτησης επιχειρησιακού και στρατηγικού πλεονεκτήματος.
Όπως κατέδειξε η Μάργκαρετ Θάτσερ στον περίφημο λόγο της στο Kensington Town Hall το 1976, έναντι μιας αναβαθμισμένης απειλής, απαιτείται ξεκάθαρα προτεραιότητα στην υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας μέσω της επένδυσης στον αμυντικό τομέα.
Κων/νος Θ. Λαμπρόπουλος,
Στρατηγικός Αναλυτής, Εταίρος Geneva Centre for Security Policy
https://www.capital.gr/arthra/3471519/ektetameni-tourkiki-apeili-ti-prepei-na-prosexoume
30/7/2020
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
Εκτεταμένη τουρκική απειλή:
Τι πρέπει να προσέξουμε.
Η πρόσφατη επιθετική ενέργεια της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας, σηματοδοτεί την απαρχή ενός πολυεπίπεδου κύκλου κρίσης (crisis cycle), σ' ένα ενιαίο πεδίο διαπραγματεύσεων και επιχειρήσεων, με παράλληλη χρήση διπλωματικού/νομικού/πολιτισμικού "οπλοστασίου" καθώς και στρατιωτικών μέσων.
Η Ελλάδα εισέρχεται συνεπώς σε τροχιά (trajectory) αντιπαράθεσης ασαφούς χρονικού διαστήματος με την αναθεωρητική Τουρκία, έχοντας να αντιμετωπίσει σωρεία επιθετικών πρωτοβουλιών και διεκδικήσεων της γείτονος χώρας, καθώς βρίσκεται αντιμέτωπη με μια ευρεία ή εκτεταμένη απειλή, υπαγόμενη σε απεριόριστη στοχοθεσία και γεωγραφικό εύρος, η οποία λαμβάνει υπαρξιακά χαρακτηριστικά, λαμβάνοντας υπόψη τις γεωπολιτικές, γεωοικονομικές, δημογραφικές και ταυτοτικές/πολιτισμικές παραμέτρους που συνιστούν την τουρκική αναθεωρητική στρατηγική και ατζέντα.
Προς αντιμετώπιση μιας τέτοιου μεγέθους απειλής, η ελληνική πλευρά φαίνεται να προτάσσει αποφασιστικότητα και αποτροπή δια της παρουσίας των Ενόπλων Δυνάμεων (deterrence by presence), όταν απειλούνται μέσω στρατιωτικών μέσων η ελληνική εθνική κυριαρχία και δυνητικά η εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Παράλληλα λαμβάνονται αντίμετρα στο πλαίσιο της εξωτερικής εξισορρόπησης (external balancing), μέσω των σημαντικών συμμαχιών στις οποίες η χώρα μετέχει ως μέλος (ΝΑΤΟ-Ε.Ε).
Προδήλως, το υπάρχον ελληνικό πλαίσιο Αποτροπής (Deterrence) είναι αποσπασματικό, καθώς υπολείπεται μιας ολιστικής θεώρησης που να δημιουργεί ουσιαστικά διλήμματα κόστους-οφέλους στον αντίπαλο ιδίως όταν αυτός επιχειρεί στην λεγόμενη "γκρίζα περιοχή μεταξύ πολέμου και ειρήνης" (grey area), ενώ και η παρουσία των ΕΔ χωρίς ένα συνεκτικό στρατηγικό δόγμα συνιστά επί της ουσίας Λανθάνουσα Πίεση μην εξασφαλίζοντας την μεγιστοποίηση της Αποτροπής.
Κυρίως όμως καθίσταται εξόχως ευάλωτο σε μια στρατηγική εξουθένωσης (exhaustion) απειλούμενο με κορεσμό μιας παρατεταμένης κρίσης (protracted crisis), συνεπεία του υβριδικού δόγματος της Τουρκίας, το οποίο επιτρέπει τη διατήρηση της πρωτοβουλίας των κινήσεων (initiative) στοχεύοντας αφενός τις τρωτότητες του ελληνικού πολιτικού συστήματος και αφετέρου τον βαθμό και ρυθμό διατήρησης της επιχειρησιακής ικανότητας των ελληνικών ΕΔ.
Είναι προφανές πως η Ελλάδα δεν δύναται πλέον να επιτρέπει στην τουρκική πλευρά να καθορίζει το τέμπο της αντιπαράθεσης, καθώς θα δοκιμαστούν τα όρια των πολιτικών και οικονομικών αντοχών της.
Αντιθέτως, επιβάλλεται να αναπτύξει μια ολιστική στρατηγική αντιμετώπισης των τουρκικών επιθετικών ενεργειών, μεταφέροντας το δίλημμα στoν αντίπαλο, αρχικά δια της αρνήσεως των στόχων του (deterrence by denial) αυξάνοντας κλιμακωτά την πίεση μέσω της τιμωρίας (deterrence by punishment).
Εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση προς επίτευξη αυτού, αποτελεί η πρωταρχική επένδυση στον αμυντικό πυλώνα όπερ σημαίνει γενναία χρηματοδότηση για την εξασφάλιση των απαραίτητων στρατιωτικών δυνατοτήτων (capabilities) ήτοι το περίφημο "bang for the buck", υιoθετώντας βέλτιστες πρακτικές ανάπτυξης της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας (συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα-αυτονομία στην χρηματοδότηση των ΕΔ που διαρκώς εξαρτάται απ’ το ασφυκτικό πλαίσιο του Υπουργείου Οικονομικών) παρακάμπτοντας την πολυδαίδαλη υπάρχουσα γραφειοκρατία και καλύπτοντας τρέχουσες ανάγκες τόσο σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο όσο και τις μελλοντικές απαιτήσεις που σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Η χώρα θα πρέπει να συμβαδίσει με τις επιταγές της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης στο πλαίσιο της Εθνικής Ασφάλειας στο άμεσο μέλλον, στη λογική της ταυτόχρονης απόκτησης εξοπλισμών κύρους και αλλαγής δεδομένων (game-changing military equipment) όσο και χαμηλού κόστους χρηστικούς εξοπλισμούς πολλαπλής υφής (multi-modal equipment) συμβατών σε μια φιλοσοφία κυριαρχίας (dominance) σ' ένα πολυφασικό πεδίο μάχης (full-spectrum battlefield) το οποίο διαρκώς καθίσταται αμφισβητούμενο (contested).
Σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να επισημανθούν δύο σημαντικές παράμετροι που αφορούν το μέλλον του Πολέμου στον 21ο αιώνα.
Πρώτον, το πλαίσιο του συμβατικού πολέμου αλλάζει λόγω της ταχύτητας με την οποία θα διεξάγονται οι επιχειρήσεις, ενώ θα καταστεί εξαιρετικά ανεδαφική η λεγόμενη ενδοπολεμική αποτροπή (intra-war deterrence). Κατά τα λεγόμενα του Αμερικανού στρατηγού William Hix, ένας συμβατικός πόλεμος στο μέλλον θα είναι εξαιρετικά θανατηφόρος και σύντομος, ενώ θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποτραπεί η κλιμάκωσή του.
Δεύτερον οι νέες στρατιωτικές δυνατότητες δύνανται να ανατρέψουν την ισορροπία μεταξύ επίθεσης-άμυνας, δημιουργώντας συνθήκες αποσταθεροποίησης σε στρατηγικό επίπεδο, ευνοώντας την ανάληψη ρίσκου και επιθετικής στρατηγικής συμπεριφοράς, ενώ το μοντέλο του Προληπτικού Πρώτου Πλήγματος δύναται να κυριαρχήσει έναντι της Αποτροπής βασισμένης στην ικανότητα του αμυνόμενου να εξαπολύσει ένα δεύτερο πλήγμα από πλατφόρμες που δύσκολα εντοπίζονται και γίνονται στόχοι (ισχύει τόσο αναφορικά με την πιθανότητα πυρηνικού όσο και συμβατικού πλήγματος.
H Ελλάδα επιβάλλεται να αλλάξει στρατηγική κουλτούρα και στρατηγική συμπεριφορά, αξιολογώντας το διαφορετικό -σε σχέση με τις πρώτες δεκαετίες της μεταψυχροπολεμικής εποχής-στρατηγικό περιβάλλον το οποίο αναπτύσσεται ταχύτατα στον περίγυρό της. Οι καιροί της παθητικής εμπλοκής στη διεθνή σκακιέρα έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Ακολούθως θα πρέπει να υπερβεί στερεότυπα και παρωχημένες αντιλήψεις υπέρ του λεγόμενου "Βουτύρου" στο περίφημο δίλημμα "Κανονιών-Βουτύρου" (Guns or Butter dilemma), προκρίνοντας σαφώς τους αμυντικούς εξοπλισμούς έναντι των κοινωνικών προταγμάτων σε ορθολογικό πλαίσιο και στη λογική απόκτησης επιχειρησιακού και στρατηγικού πλεονεκτήματος.
Όπως κατέδειξε η Μάργκαρετ Θάτσερ στον περίφημο λόγο της στο Kensington Town Hall το 1976, έναντι μιας αναβαθμισμένης απειλής, απαιτείται ξεκάθαρα προτεραιότητα στην υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας μέσω της επένδυσης στον αμυντικό τομέα.
Κων/νος Θ. Λαμπρόπουλος,
Στρατηγικός Αναλυτής, Εταίρος Geneva Centre for Security Policy
https://www.capital.gr/arthra/3471519/ektetameni-tourkiki-apeili-ti-prepei-na-prosexoume
30/7/2020
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ