Η εκδίκηση της τουρκικής «Γενιάς Ζ».


Η εκδίκηση της τουρκικής «Γενιάς Ζ». 

Η άνεση με την οποία κινείται η ερντογανική Τουρκία στην περιφέρεια της, συμπεριφερόμενη όχι απλά ως “ταραξίας”, αλλά και ως αναθεωρητική και επεκτατική δύναμη, οφείλεται σε μικρότερο βαθμό στις διεθνείς συγκυρίες, και περισσότερο σε βαθύτερες, δομικές τάσεις στο εσωτερικό της χώρας. Αναμφισβήτητα, από τη μία η γενικότερη τάση αποδυνάμωσης της Δύσης, λόγω δομικών εσωτερικών προβλημάτων και ανταγωνισμών, καθώς και της αλλοπρόσαλλης πολιτικής του Τραμπ,  κι από την άλλη η άνοδος δυνάμεων όπως η Ρωσία και ειδικά η Κίνα, που μετατοπίζει τεκτονικά την ισχύ από τη Δύση προς την Ανατολή, ωθεί την Τουρκία να επιλέξει να πάρει αποστάσεις από το αποδυναμωνένο “Δυτικό μπλοκ” και να υιοθετήσει μια πιο “ανεξάρτητη”, αλλά και πιο νευρική, εξωτερική πολιτική. Εκμεταλλευόμενη πρωτίστως την πολύτιμη γεωστρατηγική της θέση μεταξύ δύο ηπείρων.

Δημογραφία, οικονομία, στρατός: Τα “σκληρά νομίσματα” 
της τουρκικής γεωπολιτικής ισχύος

Ενυπάρχουν ωστόσο σοβαροί εσωτερικοί λόγοι, που ενθαρρύνουν την Τουρκία να υιοθετήσει, με τέτοια αυτοπεποίθηση, την άμεση προβολή της γεωπολιτικής ισχύος της, αρχικά προς την περιφέρειά της.

Από τη μία η τουρκική οικονομία υπερδιπλασιάστηκε σε όγκο από το 2002 ως τώρα. Από την άλλη ότι ο πληθυσμός της αυξήθηκε κατά 19 εκατομμύρια ή κατά 30% από το 2000 (65 εκ. κάτοικοι) ως το 2020 (84 εκ.), ενισχύοντας έτσι το ειδικό βάρος της χώρας, τόσο περιφερειακά όσο και διεθνώς. H Τουρκία, ως η 19η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο με βάση το ΑΕΠ της, εισπράττει για την ώρα ένα γενναίο “δημογραφικό μέρισμα”. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο μεγάλος πληθυσμός της είναι σχετικά νέος, με το 22% να ανήκει στην ηλικιακή ομάδα 0-14 ετών και όλο και περισσότεροι νέοι να βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία, αποτελώντας άφθονο και φθηνό εργατικό δυναμικό για την τουρκική βιομηχανία και μεταποίηση.

Αποφασιστικό ρόλο διαδραματίζει επίσης και το γεγονός πως η Τουρκία διαθέτει τον δεύτερο σε μέγεθος στρατό του ΝΑΤΟ, εξοπλισμένο με σύγχρονα οπλικά συστήματα σε όλες του τις βαθμίδες, τα οποία και παράγονται σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό σε εγχώριες αμυντικές βιομηχανίες, που έχουν μάλιστα και φιλοδοξίες εξαγωγής οπλικών συστημάτων διεθνώς. Το μόνο που λείπει για την ώρα στην Τουρκία είναι η ανάπτυξη σύγχρονων πυραυλικών συστημάτων ενδιάμεσου βεληνεκούς και φυσικά η απόκτηση πυρηνικών όπλων, για να μπορέσει να συγκριθεί στρατιωτικά με άλλες δυνάμεις “μεσαίου μεγέθους”, όπως η Μ. Βρετανία και η Γαλλία. Στην περιφέρεια της πάντως διαθέτει τις ισχυρότερες ένοπλες δυνάμεις, αν και για την ώρα χώρες όπως το Ισραήλ (200 πυρηνικές κεφαλές), το Ιράν (βαλλιστικά συστήματα) και η Αίγυπτος (αεροπλανοφόρα τύπου Μιστράλ), διαθέτουν κάποια στρατηγικά πλεονεκτήματα απέναντί της.

Σε κάθε περίπτωση η ερντογανική Τουρκία εμφανίζεται διατεθειμένη να αξιοποιήσει όλα αυτά τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, προβάλλοντας ωμά τη γεωπολιτική της ισχύ, καταστρατηγώντας κάθε έννοια διεθνούς δικαίου, και ξεδιπλώνοντας επεκτατικές και νέο-οθωμανικές φιλοδοξίες. Το κάνει μάλιστα αυτό, ερχόμενη σε ρήξη με το κεμαλικό της υπόβαθρο, το οποίο ήταν συνυφασμένο με την εκκοσμίκευση, τον εκδυτικισμό και την γεωπολιτική πρόσδεση της χώρας στο άρμα της Δύσης. Πλέον η Άγκυρα επιλέγει να ελίσσεται στα επικίνδυνα όρια μεταξύ Δύσης και Ανατολής, Ευρώπης και Ασίας, μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας, Κίνας και αραβικού κόσμου, ως “ανεξάρτητη” περιφερειακή δύναμη, κινδυνεύοντας ωστόσο να καταλήξει “κανόνι ελεύθερο στο κατάστρωμα”.

Ο δημογραφικός παράγοντας ως εργαλείο προβολής 
της τουρκικής ισχύος

Ως παράγοντα ισχύος η Τουρκία επικαλείται συχνά το γεγονός πως αποτελεί ένα “έθνος 84 εκατομμυρίων”, με το αντίστοιχο ειδικό βάρος και με τις αντίστοιχες ανάγκες για φυσικούς και ενεργειακούς πόρους, θυμίζοντας όχι άδικα την αναχρονιστική θεωρία του “ζωτικού χώρου”. Ο ίδιος ο Ερντογάν επικαλείται μάλιστα ανά τακτά διαστήματα το πληθυσμιακό μέγεθος και τη δημογραφική δυναμική της Τουρκίας, όχι μόνο ως παράγοντα ισχύος, αλλά και για να δικαιολογήσει τις διεκδικήσεις και επεκτατικές βλέψεις της χώρας του στο θαλάσσιο χώρο και στα ενεργειακά κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου.

Δεν είναι υπερβολικό να ειπωθεί πως πίσω από τη στρατηγική της “Γαλάζιας Πατρίδας” κρύβεται σε μεγάλο βαθμό η εργαλειακή χρήση της δημογραφικής δυναμικής της Τουρκίας από τους ιθύνοντες της Άγκυρας. Το επιχείρημα είναι σχετικά απλά: η Τουρκία είναι μια χώρα που αυξάνεται πληθυσμιακά, αναπτύσσεται οικονομικά και εξελίσσεται σε σημαντική βιομηχανική δύναμη. Συνεπώς έχει ολοένα και αυξανόμενες ανάγκες σε φυσικούς πόρους και ενέργεια “ως έθνος 100 εκατομμυρίων ως το 2040”, όπως έχει πει κι Ερντογάν. Ο ίδιος ποντάρει στο “δημογραφικό ατού” μιας όλο και πιο επανα-ισλαμοποιημένης Τουρκίας, έχοντας τη συντηρητική αντίληψη πως οι νέοι της Τουρκίας, ως “καλοί μουσουλμάνοι και Τούρκοι πατριώτες”, θα συνεχίσουν να κάνουν παιδιά με τον ίδιο ρυθμό που έκαναν και οι προηγούμενες γενιές, εκτοξεύοντας τον πληθυσμό της χώρας από 14 εκατομμύρια το 1927 στα σημερινά 84 εκατομμύρια.   

Ερντογάν: “Γυρίστε σπίτια σας και κάντε περισσότερα παιδιά!”

Θυμόμαστε παλιότερα που ο Ερντογάν, ενοχλημένος από την ερώτηση μιας Τουρκάλας δημοσιογράφου, της έδωσε τη “συμβουλή” να πάει σπίτι της και να κάνει παιδιά, τουλάχιστον τρία για να βοηθήσει την Τουρκία, ώστε να γίνει πιο ισχυρή. Δεν εισακούστηκε. Από το 2010 και μετά ο δείκτης γονιμότητας της Τουρκίας είναι μονίμως κάτω από το 2,1 παιδιά ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας και το 2019 ο δείκτης αυτός κατρακύλησε στο 1,88. Μονάχα στο κέντρο της Ανατολίας και ειδικά στις κουρδικές περιοχές της νοτιοανατολικής Τουρκίας ο δείκτης αυτός είναι αισθητά μεγαλύτερος, φτάνοντας ακόμη και στο 4 στο τουρκικό Κουρδιστάν.

Θυμόμαστε επίσης πως σε επίσκεψη του στα Κατεχόμενα της βορείου Κύπρου ο Ερντογάν έδωσε την “πατρική συμβουλή” στους αδελφούς Τουρκοκυπρίους να πάνε σπίτια τους και να ξεκινήσουν να κάνουν περισσότερα παιδιά, ώστε τις επόμενες 2-3 δεκαετίες να γίνουν ισάριθμοι, αν όχι περισσότεροι από τους Ελληνοκυπρίους του νότου. Φυσικά δεν εισακούστηκε. Οι Τουρκοκύπριοι συνεχίζουν να έχουν γονιμότητα παρόμοια, αν όχι μικρότερη από εκείνη των Ελληνοκυπρίων και η όποια αύξηση του πληθυσμού τους οφείλεται καθαρά στην εισροή εποίκων από την Ανατολία, που δε σταμάτησε ποτέ.

Η Τουρκία βρίσκεται σε φάση “δημογραφικής μετάβασης”

Ο Ερντογάν θα ήθελε πολύ ο τουρκικός λαός, και ειδικά οι νέοι, να προσκυνούν συνεχώς την θεά της γονιμότητας, ώστε η Τουρκία να καταστεί μια δημογραφική υπερδύναμη σε όλη την περιοχή. Στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Στην περιοχή μας δημογραφική υπερδύναμη είναι ήδη η Αίγυπτος με 101 εκατομμύρια κατοίκους, που προβλέπεται να φτάσουν τα 150-160 εκατομμύρια τα επόμενα 30 χρόνια και να σταθεροποιηθούν τελικά στα 200-220 εκατομμύρια το 2100.

Αντίθετα η Τουρκία έχει κατά την τελευταία δεκαετία αποχαιρετήσει τους υψηλούς δείκτες γεννητικότητας του παρελθόντος και έχει εισέλθει στη φάση της “δημογραφικής μετάβασης” έτσι ώστε μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες ο πληθυσμός της να πάψει να αυξάνεται. Πρόκειται για ένα στάδιο που περνούν όλες οι χώρες, άσχετα με το πολιτισμικό τους πλαίσιο (χριστιανικές ή μουσουλμανικές), καθώς εκβιομηχανίζονται, αστικοποιούνται και αυξάνει το μορφωτικό επίπεδο και η εκπαίδευση των γυναικών. Στην ίδια φάση δημογραφικής μετάβασης βρίσκονται σήμερα και άλλες μουσουλμανικές χώρες, για παράδειγμα το Ιράν, η Τυνησία και το Μπαγκλαντές, και στην επόμενη δεκαετία θα ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες, με εξαίρεση εκείνες της υποσαχάριας Αφρικής.

Οι νέοι αρνούνται την δημογραφική εργαλειοποίηση τους 

Η σημερινή Τουρκία βρίσκεται λοιπόν σε στάδιο δημογραφικής μετάβασης, παρά τις επιθυμίες του  “σουλτάνου” Ερντογάν να χρησιμοποιήσει τα σώματα των γυναικών ως πολιτικά εργαλεία περαιτέρω ενίσχυσης του πληθυσμιακού εκτοπίσματος της χώρας. Οι νέοι και νέες της Τουρκίας δεν επιθυμούν, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, πλέον να τους χρησιμοποιούν με αυτόν το χυδαία εργαλειακό τρόπο, αλλά επιθυμούν να ζήσουν τις δικές τους χειραφετημένες ζωές, με λιγότερα παιδιά, χωρίς να υπακούν πλέον στις εντολές του κράτους. Έτσι καθυστερούν να παντρευτούν και να κάνουν οικογένεια και κάνουν πολύ λιγότερα παιδιά από ότι οι γονείς τους.

Τουλάχιστον το 70% του πληθυσμού της Τουρκίας κατοικεί σε μεγάλα αστικά κέντρα, όπου το κόστος ζωής και τα ενοίκια είναι ακριβά, όπως και η ανατροφή και η εκπαίδευση των παιδιών. Στις περισσότερες αστικοποιημένες περιοχές της Τουρκίας ο δείκτης γεννητικότητας είναι πεσμένος κάτω από το 2,1, που είναι και το όριο της αντικατάστασης των γενεών, ώστε να μείνει ο πληθυσμός σταθερός.

Αλλά οι Κούρδοι της Τουρκίας χρησιμοποιούν την δημογραφική τους αύξηση ως πολιτικό όπλο

Μόνον στις επαρχίες του εσωτερικού της Ανατολίας και στις περιοχές που πλειοψηφούν οι Κούρδοι ο δείκτης αυτός είναι σημαντικά μεγαλύτερος. Οι καταπιεσμένοι Κούρδοι της Τουρκίας, οι οποίοι αυξάνονται πληθυσμιακά με υπερδιπλάσιο ρυθμό σε σχέση με τους Τούρκους, δεν εντοπίζονται πλέον γεωγραφικά στα νοτιοανατολικά της χώρας, αλλά έχουν μεταναστεύσει σχεδόν παντού. Δεν αποτελούν δηλαδή μια γεωγραφικά εντοπισμένη μειονότητα αλλά μια μεγάλη κοινότητα, η οποία βρίσκεται παντού στην Τουρκία, ειδικά στις μεγάλες πόλεις όπως η Κωνσταντινούπολη, η Άγκυρα και η Σμύρνη. Και ως τέτοια,  αν κάποτε αποκτήσει τα πλήρη πολιτιστικά και πολιτικά της δικαιώματα, θα αποτελέσει στην ουσία μια συστατική εθνότητα (25-30% του πληθυσμού) του τουρκικού κράτους. Μια τέτοια Τουρκία θα είναι τελείως διαφορετική από τη σημερινή, προσομοιάζοντας περισσότερο προς το ισπανικό αποκεντρωτικό μοντέλο, και σίγουρα λιγότερο επιθετική προς τους γείτονες της.

Πλησιάζει η σταθεροποίηση του πληθυσμού της Τουρκίας

Ο πληθυσμός της Τουρκίας προβλέπεται να σταθεροποιηθεί μεταξύ 2030 και 2040, όταν θα φθάσει τα 95-98 εκατομμύρια και κατόπιν θ’ αρχίσει να συρρικνώνεται με γοργούς ρυθμούς, καθώς οι γενιές του «Baby Boom» της περιόδου 1950-1960, θα έχουν φθάσει σε ηλικίες συνταξιοδότησης και ο δείκτης θνησιμότητας θα είναι απότομα αυξημένος. Με άλλα λόγια μετά το 2040 η Τουρκία θα αντιμετωπίσει το δημογραφικό πρόβλημα, που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας (μείωση γεννήσεων, γήρανση πληθυσμού), αλλά σε πολύ μεγαλύτερο μέγεθος. Αυτή η δημογραφική μεταβολή θα έχει σίγουρα επιπτώσεις και στην εξωτερική πολιτική της χώρας, αλλά και στη γενικότερη γεωπολιτική της σημασία. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα που δημοσιεύτηκε στο The Lancet ο πληθυσμός της Τουρκίας προβλέπεται να κορυφωθεί στα 100 γύρω στο 2050 και στη συνέχεια να μειωθεί στα 86 εκατομμύρια το 2100,

Η εκδίκηση της τουρκικής “Γενιάς Ζ”

Η «Γενιά Ζ» της Τουρκίας, δηλαδή οι νεαροί Τούρκοι που γεννήθηκαν από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000 και αριθμούν περί τα 13 εκατομμύρια νέες και νέους, δεν θέλουν να γίνουν όργανα της καθεστωτικής πολιτικής του Ερντογάν, εργαλεία για τη δημογραφική στρατηγική του, ενώ παρακολουθούν ανήσυχοι την προσπάθεια επανα-ισλαμοποίησης της χώρας. 

Αυτή η γενιά δεν μεγάλωσε απλώς με το ίντερνετ, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ) και με τα κινητά τηλέφωνα, αλλά ουσιαστικά μεγάλωσε τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν και το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης μονίμως στην εξουσία, να είναι δηλαδή το Κατεστημένο. Όχι μόνον αισθάνονται πολιτική απέχθεια απέναντι στον καθεστωτικό Ερντογάν, αλλά παθαίνουν αλλεργία στη σκέψη ότι τους χρησιμοποιούν, όταν π.χ. τον Ιούνιο οι αρχές αποφάσισαν να κλείσουν τα πανεπιστήμια ένα μήνα νωρίτερα, δήθεν για “να ενισχυθεί ο εσωτερικός τουρισμός” με τα εκατομμύρια των άνεργων Τούρκων φοιτητών. Στην προσπάθεια του Ερντογάν να τους χειραγωγήσει και να υφαρπάξει την ψήφο τους οι νέοι της “Γενιάς Ζ” κήρυξε ψηφιακό πόλεμο. Κατά τη διάρκεια τηλεδιάσκεψης με νέους που διοργάνωσε το προεδρικό Μέγαρο και η οποία μεταδόθηκε ζωντανά μέσω Youtube, αναρτήθηκαν χιλιάδες μηνύματα εξαγριωμένων νέων που έβαλαν κατά του Ερντογάν υπό το hashtag «OyMoyYok» (δεν θα πάρεις την ψήφο μου) και με πάνω από 360.000 dislikes!

Η γενιά που θα καθορίσει το πολιτικό μέλλον του καθεστώτος Ερντογάν

Τα εκατομμύρια αυτών των νέων αναμένεται να παίξουν καθοριστικό ρόλο στις μελλοντικές εκλογές π.χ. το 2023, στις οποίες πολλοί αναμένεται να ψηφίσουν για πρώτη φορά. Ο αριθμός τους αντιστοιχεί στο 12% του συνολικού εκλογικού σώματος και η ατζέντα που τους απασχολεί είναι η δικαιοσύνη, η ανεργία, οι ελευθερίες και το βιοτικό επίπεδο. Ενδιαφέρονται επίσης περισσότερο για το περιβάλλον και έχουν μεγαλύτερη συναίσθηση απέναντι στα κοινωνικά προβλήματα. Οι παραδοσιακές αξίες, την επιστροφή στις οποίες ευαγγελίζεται ο Ερντογάν, δεν φαίνεται να παίζουν και ιδιαίτερο ρόλο στους νέους αυτής της γενιάς, που έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν και τις πολιτικές επιλογές των, λιγότερο μορφωμένων, γονιών τους.

 Επειδή το κύριο μέσο έκφρασης και επικοινωνίας τους είναι τα ΜΚΔ, θα χρειαστεί μια εντελώς καινούρια γλώσσα προσέγγισης τους, που το καθεστώς Ερντογάν δεν διαθέτει ακόμη. Η Γενιά Ζ της Τουρκίας χρησιμοποιεί κι αυτή το Youtube ως μηχανή αναζήτησης και διαβάζει ειδήσεις στο Instagram και όχι από πολιτικά sites, την τηλεόραση ή τα έντυπα. Για πολλούς αναλυτές η γενιά αυτή θα κρίνει και το πολιτικό μέλλον του Ερντογάν, που κέρδιζε ως τώρα τις εκλογές απευθυνόμενος κυρίως στους συντηρητικούς ηλικιωμένους της επαρχίας. Δεν υπάρχουν έως τώρα ενδείξεις πως θα στηρίξει την επανεκλογή του Ερντογάν, πόσο μάλιστα τα βιοπολιτικά του εθνικιστικά παιχνίδια και τα νεοοθωμανικά του σχέδια.

Γιώργος Στάμκος


20/7/2020

    ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ    






Γιώργος Ηλιόπουλος: Ένα Πακιστάν 
στην Ανατολική Μεσόγειο (19/7/2020)

 Το χειρότερο στοιχείο στην τρέχουσα περίοδο για την Ευρώπη στην Ανατολική Μεσόγειο απορρέει από το γεγονός ότι η Τουρκία ακολουθεί με ταχύτατους ρυθμούς πλέον τα βήματα του Πακιστάν, μίας χώρας με συχνές κρίσεις και ακόμα περισσότερα προβλήματα. Στην χώρα αυτή της κεντρικής Ασίας, η στρατιωτική ηγεσία προωθεί επί δεκαετίες το όραμα ενός αυστηρού πολιτικού Ισλάμ, εντελώς εχθρικού προς τις ΗΠΑ και τα ευρύτερα δυτικά συμφέροντα.

Βέβαια η Τουρκία δεν έχει μετατραπεί ακόμα σε Πακιστάν. Η μετατόπιση της χώρας προς αυτή την κατεύθυνση συναντά τις αντιδράσεις μεγάλης μερίδας του πληθυσμού, που επιθυμεί την προσέγγιση με την Ευρώπη και την ένταξη της χώρας στην ΕΕ. Επιπρόσθετα η οικονομία της Τουρκίας κλυδωνίζεται επικίνδυνα, με προοπτική μία επικείμενη πτώχευση εντός του 2020, ενώ η χρόνια κλυδωνιζόμενη οικονομική κατάσταση του Πακιστάν, αποτελεί πλέον ένα φαινόμενο που δεν αντιστρέφεται και προκαλεί κύματα λαθρομεταναστών.

Στο επικίνδυνο περιβάλλον που διαμορφώνεται, το τουρκικό τραπεζικό σύστημα έχει απωλέσει τον οποιοδήποτε βαθμό αξιοπιστίας του, ενώ και το τουρκικό νόμισμα δέχεται ανελέητα πλήγματα στις αγορές. Πάντως (και σε αντίθεση με το Πακιστάν), η ισλαμοποίηση της Τουρκίας δεν προωθείται από την στρατιωτική της ηγεσία, αλλά από έναν εκλεγμένο πρόεδρο.

Μάλιστα, έως την περίοδο των σαρωτικών μεταρρυθμίσεων του Ερντογάν, ο τουρκικός στρατός αποτελούσε ιστορικά μία δύναμη που υπονόμευε τους εκάστοτε εκλεγμένους πολιτικούς ηγέτες, ακόμα και μέσω πραξικοπημάτων, με πρόσχημα την προστασία και την διαφύλαξη της κοσμικής παράδοσης του ιδρυτή της νέας Τουρκίας Κεμάλ Ατατούρκ. Το δυστύχημα στην περίπτωση των Τούρκων εστιάζεται στο γεγονός ότι ο Ερντογάν ακολουθεί πιστά το πακιστανικό πρότυπο, με αναμφίβολα επικίνδυνες συνέπειες για την χώρα.

Το επικίνδυνο πακιστανικό πρότυπο

Ο πρώην πρεσβευτής του Πακιστάν στην Ουάσιγκτον Husain Haqqani, συγγραφέας ενός εξαιρετικού έργου με θέμα την ιστορική διαδρομή του στρατιωτικού κατεστημένου της χώρας του προς τον εναγκαλισμό και την υιοθέτηση του ισλαμικού φονταμενταλισμού, θεωρεί πως ο Τούρκος πρόεδρος αντιγράφει πιστά την τακτική του δικτάτορα του Πακιστάν, στρατηγού Ζία ουλ Χακ, της περιόδου 1978-1988.

Όπως ο Πακιστανός στρατηγός, ο Ερντογάν προωθεί, βήμα προς βήμα, νομοθετικές και κοινωνικές ρυθμίσεις που ενισχύουν την ισλαμοποίηση της χώρας. Χαρακτηριστικά, τον Ιανουάριο του 2018, πρόκρινε ένα νέο σχέδιο χρηματοδοτήσεων και επιδοτήσεων των ισλαμικών σχολείων, παρεμβαίνοντας με αναπόφευκτες δραματικές συνέπειες στην παιδεία της γείτονος.

Η τελευταία προκλητική κίνηση με την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε ισλαμικό τέμενος, αποτελεί ακόμα ένα βήμα αποστασιοποίησης του Τούρκου προέδρου από την Δύση, σηματοδοτώντας την πρόθεση του να ηγηθεί του σουνιτικού ισλαμικού τόξου. Σύμφωνα με τον Haqqani, που αξιολογεί προσεκτικά τις κινήσεις του Τούρκου προέδρου, ο Ερντογάν αντιγράφει το πακιστανικό πρότυπο της σύζευξης του ακραίου εθνικισμού, με τον ριζοσπαστικό θρησκευτικό ζήλο των φανατικών μουσουλμάνων.

Μετά το 1978, ο Ζία ουλ Χακ σταδιακά επιβάλλει με διατάγματα τον ισλαμικό νόμο, τροποποιεί το σύνταγμα, περιθωριοποιεί τα κοσμικά εκπαιδευτικά ιδρύματα και τις αντιτιθέμενες στις κινήσεις του προσωπικότητες, δημιουργώντας παράλληλα ινστιτούτα για την προώθηση της ισλαμοποίησης, που επιβιώνουν και μετά τον μυστηριώδη θάνατο του δικτάτορα σε αεροπορικό δυστύχημα, το 1988.

Ο Ερντογάν μιμείται τον στρατηγό Ζία


(...)


To κείμενο συνεχίζεται ΕΔΩ: