Η απαρχή,με μια ματιά.



Η απαρχή,με μια ματιά.

Ο αιώνας που διαδέχτηκε τον πολυμορφικό 19o ήταν αφιερωμένος από την αρχή του στο ανθρώπινο πλήθος. Η μαζικότητα των εκδηλώσεων των επίσημων τελετών γρήγορα μεταβλήθηκε σε ενεργό συμμετοχή εκατομμυρίων ανθρώπων που ήταν ωσεί παρόντες στις μεγάλες πολυδάπανες τελετές.

Ωσπου να εμφανιστεί το ραδιόφωνο, η τηλεόραση και το διαδίκτυο, ο Μέγας Μεσάζων ήταν η Φωτογραφία, η πιο πρόσφατη Θεά της επικοινωνίας και η Δυναμική Θεότητα του Τύπου, που έφτασε να θεωρείται ευεργετική και επικίνδυνη.

Παντού στον κόσμο δήμαρχοι κατεβάζουν διακοσμημένους διακόπτες ηλεκτρικού ρεύματος, εγκαινιάζοντας μεγαλοπρεπή δημόσιο φωτισμό. Οι δημόσιες πυκνές συγκοινωνίες επιτρέπουν να γιγαντώνονται οι πόλεις, παίρνοντας την εξουσία από τα ανάκτορα και τα αυταρχικά ψευδοκοινοβούλια, ενώ οι ελάχιστοι -αναλογικά- Ευρωπαίοι, Αμερικανοί και μαχαραγιάδες, που περνούν καλά, μαζεύονται στο Παρίσι και στα θέρετρα της καλής κοινωνίας, παραθερίζουν και ερωτεύονται επαναστατώντας απέναντι στην ακίνητη εικόνα.

Εγκαθίσταται η μπελ επόκ, μια γενική φαντασίωση ευμάρειας, και τα πλήθη παρακολουθούν από τις εφημερίδες τις τρέλες των επωνύμων, ενώ τα κουτσομπολιά οργιάζουν.

Δυο φορές πτωχευμένη το 19ο αιώνα και καταφέρνοντας να στήσει μια διώρυγα, ένα τρένο κι ένα μετρό, η Ελλάδα νίκησε με τους πρώτους Ολυμπιακούς του 1896, για να καταστραφεί από τον πόλεμο του 1897. Ωσπου να παρουσιαστεί το 1909 η εμβληματική μορφή του Κρητικού αγωνιστή Ελευθερίου Βενιζέλου, ο παλιός δικομματισμός είχε θρυμματιστεί, μετά τη δολοφονία του δημαγωγού Δηλιγιάννη και ξάφνιασε με λάθος ελπίδες το κόμμα «των Ιαπώνων», εκφρασμένο κυρίως από τον Θεοτόκη, το οποίο πήρε το όνομά του από μια νέα κοινωνία, την ιαπωνική, που έδειχνε ότι θα άλλαζε πολλά στον κόσμο.

Η Θεσσαλονίκη ξεφλουδίζεται από το θαλάσσιο τείχος της το 1870 και αποκτά παραλία και τρεις φαρδείς δρόμους. Το 1882 αποκτά το πρώτο αξιόπιστο τοπογραφικό που αποτυπώνει αμυδρά το αρχαίο ιπποδάμειο σύστημα, ενώ η πυρκαγιά του 1890 καταστρέφει μια πυκνοκατοικημένη γειτονιά των Εβραίων, και ολόκληρο το τμήμα της πόλης από την Αγία Σοφία στο Λευκό Πύργο.

Κάπου εκεί απαγορεύεται και η αγοραπωλησία ανθρώπων, αν και ένα λαθρεμπόριο επιμένει ακόμη στο Μπεχτσινάρ. Οι Οθωμανοί καταβάλλουν προσπάθειες εκσυγχρονισμού, αλλά ο μακεδονικός αγώνας ρημάζει την ύπαιθρο και οι χριστιανικοί πληθυσμοί στρέφονται προς τους εθνικισμούς των ανεξάρτητων γειτονικών κρατών. Η αναμονή της επίσκεψης ενός σουλτάνου στη Σαλονίκη φέρνει φτιάξιμο της αστικής υποδομής, τον Κάρολο Ντηλ, που επιμελείται την αναστήλωση της Αγίας Σοφίας και της δίνει χαρακτηριστικά εικονομαχικού μνημείου, ενώ παραμένει τέμενος.

Οι Εβραίοι, οι Ελληνες και οι διαχρονικοί υπήκοοι ξένων δυνάμεων κυριαρχούν στην εκπαίδευση και το εμπόριο, ενώ οι Οθωμανοί στηρίζονται πολύ στους δραστήριους Ντονμέδες, που είναι ελαφρώς εξισλαμισμένοι Εβραίοι, οπαδοί του Σαμπατάι Σεβή, ενός μυθικού δασκάλου του παρελθόντος. Η ορμή της πόλης ξεσπάει κυρίως προς την ανατολή, όπου παρατηρούνται και οι πρώτες σημαντικές επεκτάσεις της πόλης, ενώ το λιμάνι και ο σιδηρόδρομος δίνουν νέες προοπτικές σε όλους.

Οι ελπίδες του Nέου Aιώνα

Ο 20ός αιώνας, περισσότερο από κάθε προηγούμενο, έφερε πολλές ελπίδες στο δυτικό κόσμο. Υπήρχαν σαφείς ενδείξεις ότι η δημόσια υγεία θα βελτιωνόταν, ότι υπήρχε μια νέα πολιτική πρόταση με το όνομα του σοσιαλισμού, ότι οι αποικίες έφερναν πλούτο και ευμάρεια στις δύο ατλαντικές ηπείρους, ότι οι εφευρέσεις θα έλυναν χρονίζοντα προβλήματα, όπως η πείνα, οι ολέθριες ασθένειες, η διαφθορά και η ανηθικότητα.

Δημόσιες συγκοινωνίες και μετρό, η δειλή εμφάνιση του αυτοκινήτου μέσα στην παντοδυναμία του τρένου, η κατάκτηση του αέρα και κυρίως η διαχείριση της κοινωνίας από τους πολίτες και την ολιγαρχία του «φιλάνθρωπου πλούτου» έδιναν εχέγγυα ότι θα υπήρχαν μόνο τοπικοί πόλεμοι και μια διαρκής πρόοδος στην ανθρωπότητα.

Ο αιώνας εισέβαλε μέσα από τις κατακτήσεις της βιομηχανικής επανάστασης, αλλά και μέσα από μια ακατάσχετη νοσταλγία για ένα χαμένο ήθος που υπήρχε παντού και απλώς καταστράφηκε από την αμείλικτη πρόοδο. Οι Αμερικανοί ανακάλυπταν το Γουέστερν και το θηρίο Μόμπι Ντικ, οι Ελληνες νοσταλγούσαν τους αδικημένους αγωνιστές του 1821, οι Βρετανοί ζούσαν υπό την επήρεια μιας πανέμορφης και φανταστικής προραφαηλιτικής ενόρασης.

Θεωρίες για τον άνθρωπο που καταφέρνει τα πάντα, οι πρόσκοποι, ο Ερυθρός Σταυρός και η οργανωμένη φιλανθρωπία, οι εθνικές διεκδικήσεις φλογερών πατριωτών και η δράση των ιεραποστόλων στους «δυστυχισμένους» μαύρους και κίτρινους λαούς μας φαίνονται σήμερα παρωχημένα ή απλώς παράξενα φαινόμενα, αλλά από αυτά πήγασε η ίδια μας η ύπαρξη, διαμορφώνοντας τον άνισο, βίαιο και συναρπαστικό στην αθλιότητά του 20ό αιώνα.

Σε μικρότερη κλίμακα, ο Νέος Αιώνας χαρακτηρίζεται από την επιφάνεια δύο νέων δυνάμεων στον παγκόσμιο στίβο: της Γερμανίας και της Ιαπωνίας. Χωρίς να λάβουν μηνύματα από τις νέες αντιλήψεις της πολιτικής, οι Γερμανοί διεκδικούν ζωτικό αποικιακό χώρο και προκαλούν την ορμητική αντίδραση των Βρετανών και των Γάλλων.

Η Ιαπωνία όχι μόνον αισθάνεται ότι η Κίνα είναι ένα γεωγραφικό (και ημιθανές) μαμούθ που πρέπει να λεηλατήσουν, αλλά επιχειρούν να ταπεινώσουν και τον άλλο διεκδικητή της Απω Ανατολής, την τσαρική Ρωσία. Ας σημειωθεί πως οι Ρώσοι με τον υπερσιβηρικό επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τη Σιβηρία και διαθέτουν την απαραίτητη τυφλότητα για να πουλήσουν την Αλάσκα στην αναδυόμενη Αμερική.

Οι υποθέσεις, βέβαια, του Ειρηνικού αφήνουν την Ευρώπη και την Αμερική αδιάφορες και τις σκέφτονται μέσα στο πλαίσιο της «καλλιτεχνικής λαογραφίας» τους. Η όπερα «Μικάδο» και η «Μαντάμ Μπάτερφλαϊ» θα είναι για δεκαετίες η μόνη κυρίαρχη αντίληψη για την «κίτρινη φυλή». Κι ενώ ο κόσμος φέρεται συντηρητικά, όπως πάντα, το κίνημα του κυβισμού εικονογραφεί με διαφορετικό τρόπο την αντίληψη της σύγχρονης ζωής.

Η κατάκτηση του αέρα

Οι αδελφοί Ράιτ, αρχές του 20ού αιώνα, υλοποίησαν τα οράματα πτήσης των αρχαίων πολιτισμών, νικώντας τους υποστηρικτές της πτήσης χωρίς μηχανή, που έως τότε πέρασε έναν αιώνα ελπίδων, από το αερόστατο των Μονγκολφιέρων έως τους χαρταετούς Χαργκρέιβ, που δοξάστηκαν ανεβάζοντας παρατηρητές στο Γαλλογερμανικό Πόλεμο του 1870.

Χωρίς να ηττηθεί το αερόπλοιο, ήδη ενισχυμένο από το μύθο του Ροβήρου του Κατακτητή τουλάχιστον έως το μεσοπόλεμο, το αεροπλάνο ξεκίνησε από ένα τολμηρό προσωπικό εργαλείο τιμής και ανταγωνισμού, αλλά από την αρχή οι εφευρέτες του είχαν το ένα μάτι στην πολεμική του χρήση. Ωσπου να «σκάσει» το 1912, οι περισσότερες δυτικές χώρες είχαν τολμηρούς αξιωματικούς ή απλώς ενθουσιώδεις ερασιτέχνες που έπαιζαν το κεφάλι τους με τις εύθραυστες ιπτάμενες μηχανές τους.

Σε πρώτη φάση, το ζητούμενο ήταν να είναι πανάλαφρος ο σκελετός, υποτυπώδης η μηχανή και ο πιλότος ένα είδος αβαρούς τζόκεϊ, όπως συνέβαινε στον ιππόδρομο. Η αύξηση της ισχύος των μηχανών και η διαπίστωση πως διαφορετικά σχήματα ελίκων έδιναν διαφορετικές επιδόσεις άνοιξαν απότομα ένα φλερτ ανάμεσα στην πιο οργιαστική φαντασία και τις ανάγκες μεταφοράς μεγάλων βαρών, όχι πια ηρώων που στοιχημάτιζαν τη ζωή τους.

Το 1912 σημαδεύεται από χαρακτηριστική πρόοδο στην αερομηχανική και την αεροπλοΐα, που ήταν άγνωστη λίγους μήνες πριν. Οι χρήσεις υπέρ πολεμικών σκοπών είναι πλέον κυρίαρχες. Η ζωή του πιλότου αρχίζει να μετράει όσο και το σκάφος του. Ο ιππότης του νέου αιώνα είναι σαφώς ο αεροπόρος, αλλά πρέπει να γεμίσει με αίμα το κόκπιτ στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, για να γίνει πιστευτή τούτη η είδηση στο μεγάλο κοινό.

Ας σημειωθεί ότι στην Ελλάδα, μαρτυρημένη ήδη στα χρόνια του Αλή πασά, υπήρχε η συνήθεια να ανεβάζουν σε γιορτές χάρτινα φαναράκια στο βραδινό ουρανό. Η φήμη ότι στην Κωνσταντινούπολη δύο τουλάχιστον τολμηροί ντερβίσηδες είχαν καταφέρει να εκτοξευτούν στον ουρανό, να διανύσουν μια μεγάλη απόσταση και να προσγειωθούν σώοι και αβλαβείς δεν πρέπει να έγινε γενικώς πιστευτή.

Για κάποιον ακαθόριστο λόγο, τα αναπτύγματα μαχών, τα πανοράματα πόλεων δεν ήταν δημοφιλή όσο στην Ευρώπη. Ωστόσο, οι επισκέψεις Ελλήνων και ξένων αεροπόρων στη χώρα έφερναν πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες. Μήτε το κύμα του φουτουρισμού, αποφασιστικά υπέρ των μηχανών, της κίνησης και της προόδου, έγινε πιστευτό στην Ελλάδα.

Ο σύγχρονος Ελλην οραματιστής δεν ξεκόλλησε τα πόδια του από τη γη. Αλλά η χώρα ακολούθησε την παγκόσμια προσήλωση στον αέρα πιστά, ασχέτως εάν οι αποκριάτικοι χαρταετοί και οι «σαΐτες» ήταν οι μόνες ενδείξεις του πνεύματος του Ικάρου.

Το Ζάππειο

Αρχισαν να το σκέφτονται ήδη από τα πρώτα χρόνια του Οθωνα, αλλά έγινε πραγματικότητα και σχεδιάστηκε ως μεγάλο εμπορικό, εκθεσιακό κέντρο χάρη στη διαθήκη και τα χρήματα του ευεργέτη Ζάππα. Χτίστηκε μεταξύ 1874 και 1888, αλλά ποτέ δεν έγινε η ελληνική μορφή του Κρίσταλ Πάλας του 1851 του Λονδίνου, όπως ήταν η αρχική ιδέα. Η λειτουργία του παρέμεινε υποτονική, διότι οι Ελληνες έχουν χόμπι να υποτιμούν την εμπορική δραστηριότητα υπέρ του πνεύματος των ιδεών…

Ιταλός πιλότος στη Λιβύη

Ο Μάρτιος του 1912 ήταν συγκλονιστικός για τον κόσμο των πτήσεων. Πρώτη Μαρτίου ο λοχαγός Αλμπερτ Μπέρι πήδηξε στο Μισούρι με αλεξίπτωτο από 150 μέτρα απείραχτος. Την επόμενη εβδομάδα ο Ιταλικός Στρατός δοκίμασε αναγνωριστική πτήση πάνω από την Τρίπολη της Λιβύης στον Ιταλοτουρκικό Πόλεμο, ενώ την ίδια μέρα ο Γάλλος Ανρί Σεμέ κατάφερε να πετάξει από το Λονδίνο στο Παρίσι κατευθείαν σε τρεις ώρες.

Πίσω από τα ρεκόρ και τον ενθουσιασμό του πλήθους μπορούμε σήμερα να διακρίνουμε την παθιασμένη προσπάθεια των ΜΜΕ της εποχής, των εφημερίδων, να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τον τηλέγραφο και τη φωτογραφία ως μαρτυρία, αλλά και τον υπόγειο πόλεμο των βιομηχανιών, που οι περισσότερες, εν όψει του γερμανικού επεκτατισμού, ήταν όλο και πιο φανερά πολεμικές.

Μια νέα παραλία

Τα τείχη κατεδαφίστηκαν και σε μια πενταετία οι Θεσσαλονικείς είχαν τη χαρά να περπατούν σε μια αξιοπρεπή ευρωπαϊκού τύπου "και" (=αποβάθρα), χτισμένη από το υλικό των κατεδαφισμένων τειχών. Ετσι, επεκτάθηκε η ακτογραμμή από την Προξένου Κορομηλά έως τη σημερινή Παραλία. Είναι άγνωστο τι θάφτηκε μαζί με τα κρημνίσματα του τείχους.

Η εντύπωση που προκλήθηκε στους κατοίκους ήταν τρομακτική, επειδή οι γειτονιές πίσω από το θαλάσσιο τείχος ήταν υγρές, δυσώδεις και ανθυγιεινές. Και τώρα, σαν να γύρισε το μέσα έξω σε ένα δέρμα, τα κακόφημα και τα φτωχά έγιναν πολύτιμα και τα ζητούσαν όλοι.

Η πλησιέστερη αφήγηση για το νέο αίσθημα φρεσκάδας, θέας και νέων κοινωνικών επαφών αποτυπώνεται στο ποιητικό έργο του Γεωργίου Παπουλιά από την Κουλακιά (Χαλάστρα), που περιγράφει το νυφοπάζαρο και την εργολαβία (φλερτ) που έπεφτε στην καθημερινή βόλτα το έτος 1885. Από τότε, η Παλιά Παραλία έχασε δυο φορές τη μορφή της, στις πυρκαγιές του 1890 (από τη Μητρόπολη και ανατολικά) και του 1917 στο υπόλοιπο τμήμα ώς το λιμάνι.

Τελικά, με το «τείχος» των πολυκατοικιών επέστρεψε η μεσαιωνική εικόνα της πόλης αλλά με άλλους όρους.

Στροφές στροφάλων: η επανάσταση του «Ντρέντνοτ»

Χωρίς συγκροτημένο αεροπορικό σώμα, με μονάδες ιππικού και πυροβολικού σε πλήρη ακμή, η ναυτική υπεροπλία ήταν ο πιο σημαντικός παράγοντας για να κρατηθούν νησιά και μακρινές αποικίες.

Με τους Γερμανούς αποφασισμένους να λανσαριστούν ως η υπερδύναμη της Βόρειας Θάλασσας με τους Ιάπωνες έτοιμους να οδηγήσουν την τσαρική Ρωσία σε ατιμωτικές ήττες και τους Ιταλούς να επιθυμούν μεγάλο μέρος της υποκείμενης Μεσογείου, ο ναυτικός ανταγωνισμός έγινε το πιο δημοφιλές και φλέγον δημόσιο ζήτημα.

Τα θωρηκτά του 19ου αιώνα, πραγματικά μαστόδοντα, ήταν αργά, έτρωγαν πολύ κάρβουνο, ήθελαν τακτικό ανεφοδιασμό και είχαν προβλήματα ακριβούς σκόπευσης αλλά και δυσκολίες ελιγμών. Την ίδια εποχή, γύρω στο 1900, σε τρία ναυτικά επιτελεία -ιαπωνικό, βρετανικό και αμερικανικό- τρία νέα σκάφη σχεδιάστηκαν με παρόμοιες προδιαγραφές. Επρεπε να είναι ταχύτατα, περιορισμένου βυθίσματος αλλά σταθερά, με ισχυρότατη δύναμη πυρός και (το μυστικό) να προέρχεται η δύναμη αυτή από ιδίου διαμετρήματος όπλα.

Τουλάχιστον 12 ιντσών. Εως τότε, ένα επαρκές θωρηκτό είχε 4 πυροβόλα των 12 ινσών και έως 18 ταχυβόλα το πολύ 8 ίντσες. Είχαν παραγωγικό πυρ μετά βίας στα 4 χιλιόμετρα.

Το «Σατσούμα», το «Ντρέντνοτ» και το «Μίτσιγκαν» έμοιαζαν μεταξύ τους και εντυπωσίασαν με τις επιδόσεις τους. Φανταστείτε ότι το θαυμάσιο ιταλικής κατασκευής εύδρομο «Αβέρωφ», που δεν είχε μήτε κατά διάνοια τη δύναμη πυρός ενός «Ντρέντνοτ», κατάφερε με τα άλλα του προχωρημένα χαρακτηριστικά να θεωρείται, και δικαίως, ο τρόμος της Μεσογείου.

Οι βολές ενός «Ντρέντνοτ» ήταν εξαιρετικά ακριβείς, αφού οι 12 ίντσες όλων των πυροβόλων έδιναν ευκολία στον υπολογισμό των αποστάσεων, διότι ήταν ίδιος και στα 12 βαρέα όπλα. Επίσης, εκτός από έλεγχο είχαν και δύναμη πυρός: από τα 12 κανόνια, τα 10 μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να «κλειδώσουν» στόχο στα 6 χιλιόμετρα.

Παρόλο που τέρατα τύπου «Ντρέντνοτ» συγκρούστηκαν μια φορά σε ναυμαχία, της Γιουτλάνδης που δεν ήταν αποφασιστική, ο ανταγωνισμός συνεχίστηκε τόσο έντονα, ώστε οι 12 ίντσες τάχιστα έγιναν 16 (στην περίπτωση του ιαπωνικού «Γιαμάτο» 18!), ενώ τον ατμό διαδέχτηκε το ντίζελ και το μέγεθος εκτινάχτηκε σε τεράστια σκάφη. Αλλά όταν ο πόλεμος των θωρηκτών ατόνησε, ήδη κυριαρχούσε η αεροπορία στο νέο αιώνα.

Ετσι, το 1912, η ανθρωπότητα για πρώτη φορά συμβιβάζεται με την ιδέα ενός υπερόπλου που θα καθορίζει τις τύχες των μαχών. Η βιομηχανία πήρε μια απίστευτη ώθηση, η βία έγινε πολύ πιο διαθέσιμη, η ναυτοσύνη και η προσωπική ανδρεία έπαιξαν το τελευταίο τους χαρτί και έχασαν.

Τις εφευρέσεις που πλαισίωσαν τα ναυτικά επιτεύγματα της εποχής γρήγορα τις εκμεταλλεύτηκε η βιομηχανία, ειδικά στα μοτέρ, στις συγκολλήσεις και στα κράματα.

Αποικίες και αποικιοκρατία

Οπου υπήρχε ανάγκη, ανεξάρτητα κράτη δέχονταν την καταπίεση να τους φέρονται ως αποικίες, ενώ άλλες πράγματι αποικίες απολάμβαναν μια σχετική ασυλία. Σε μερικές, η ζωή ήταν ήπια, αλλά τα λεγόμενα «δικαιώματα του ανθρώπου» περνούσαν περισσότερο από μιας μορφής ανθρωπιστική κριτική ή τεχνικές φιλανθρωπίας.

Σε κανενός μέλους της αστικής τάξης το μυαλό δεν ήταν σχηματισμένη κάποια έννοια ισότητας του ανθρώπινου γένους. Καμία αρχή δεν ήταν δεδομένη και κανένα δικαίωμα δεν υπήρχε που να μην έχει έναν ισχυρό αντίλογο.

Ακόμη και πλησιάζοντας τον 20ό αιώνα, ο ρατσισμός, χωρίς να λέγεται έτσι, ήταν ενεργός, ενώ «ο άλλος», ειδικά εάν ήταν έγχρωμος ή διαφορετικός, μετά βίας ασκούσε κάποια δικαιώματα. Ηταν πολλά τα λεφτά από τα «αποικιακά», βλέπετε.

Δουλεία στο Αιγαίο και στο Θερμαϊκό

Επί αιώνες το Αιγαίο ήταν επισφαλής θάλασσα, και το δουλεμπόριο ήκμαζε ανάμεσα στην αφρικανική ακτή της Μεσογείου και στα πολυσχιδή βόρεια. Η πειρατεία ενίοτε ήταν αφορμή για το σχηματισμό ισχυρών αντιοθωμανικών στολίσκων, ενώ η νέα Ελλάδα, με τους νέους της κυβερνήτες, καταδίωξε απηνώς την πειρατεία με τη βοήθεια των συμμάχων της μετά το Ναυαρίνο.

Η δουλεία υπέστη πολλά πλήγματα μετά τα μέσα του 1850, ώσπου απαγορεύτηκε τελείως. Τελείως; Αρκετά αργότερα, ο Μαζάουερ, λεπτολογώντας πάνω στις μαρτυρίες των πολιτών της Θεσσαλονίκης και τις αναφορές των ξένων, αποκαλύπτει ότι προς το τέλος του 19ου αιώνα οι δουλέμποροι άφηναν τους αγορασμένους σκλάβους στις δυτικές και βόρειες ακτές του Θερμαϊκού, στο Μπεχτσινάρ, απ' όπου τους παραλάμβαναν οι αγοραστές.

Η πειρατεία, που είχε λάβει διαστάσεις στην αρχή του 19ου αιώνα, μετατράπηκε σε μια έντονη εμπορική κίνηση ανάμεσα στην Πιερική ακτή και τη Χαλκιδική. Μπορεί να μην υπήρχαν καλά λιμάνια, αλλά τα καΐκια έβρισκαν σκαλώματα, μεταφέροντας κυρίως ξυλεία και βασικά είδη διατροφής σε ένα ιδιότυπο εμπόριο που κράτησε το μεγαλύτερο διάστημα του 20ού αιώνα.

Η σκοτεινή επιστήμη

Ο Τέσλα, ξεχωριστός νέος που μπορούσε να δουλέψει και να σπουδάσει σε ολόκληρη την αυτοκρατορία της Αυστροουγγαρίας, σε έδαφος της οποίας είχε γεννηθεί, έζησε μια μάλλον άτακτη και ασυνεχούς παιδείας ζωή, ώσπου σε νεαρή ηλικία επιδιόρθωσε έναν ηλεκτρικό σταθμό στο Παρίσι, λίγο πριν τον επισκεφτεί ο Κάιζερ των Γερμανών, και ήδη το 1884 ήταν συνεργάτης του Εντισον στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Παθιασμένος με το μίγμα οραμάτων και πρακτικών εφαρμογών της Φυσικής, που είχε στοιχειώσει τα καλύτερα μυαλά της εποχής του (το Γραφείο Ευρεσιτεχνιών της Αμερικής ήταν ο στίβος στον οποίο παίχτηκαν και χάθηκαν ή αποκτήθηκαν περιουσίες, φήμη, δόξα και καταισχύνη), δεν τα βρήκε με το μεγαλύτερο σε ηλικία Εντισον, αφοσιωμένος σε εφευρέσεις και φαινόμενα στα οποία ο μεγάλος εφευρέτης δεν έτρεφε πίστη.

Ακόμη και σήμερα, για να ξεχάσουμε τις λεπτομέρειες, ο Τέσλα θεωρείται ο γκουρού του εναλλασσόμενου ρεύματος, της ασύρματης επικοινωνίας, του ραδιοφώνου και πολλών ηλεκτρομαγνητικών εφαρμογών.

Η εποχή του ήταν εποχή ολοκλήρωσης της μεγάλης βιομηχανικής επανάστασης, που έφτανε σε έναν κύκλο τιτάνιας ανανέωσης. Τώρα πλέον υπήρχαν μηχανές λαδιού, βενζίνης και πετρελαίου, πρωτοφανείς και πανίσχυρες αντλίες και βιομηχανικές αλυσίδες, νέες πηγές ενέργειας, ηλεκτροκίνηση, είχε έρθει η ανακάλυψη της σχετικότητας και της ραδιενέργειας, κρατώντας την επιτροπή των βραβείων Νομπέλ σε εργώδη παραφορά.

Σε αυτό το εκρηκτικό μίγμα, ο Τέσλα δεν άφησε κάποια κληρονομιά αυτοκτονικής αφοσίωσης, όπως οι Κιουρί, μήτε μια έξαλλη παραγωγικότητα συνδυασμένη από μια δευτεροκλασάτη μανία κατοχύρωσης και φήμης, όπως ο Εντισον και η στρατιά του.

Επέλεξε τον μεταφυσικό, οραματικό χώρο. Στη Σιβηρία, συνέβη στην Τουγκούσκα μια φοβερή λάμψη και έκρηξη που συνοδεύτηκε από καταστροφή παρθένου δάσους σε διάμετρο 150 χιλιομέτρων, το 1908. Ενώ ο παγκόσμιος πληθυσμός (αλλά και οι μηχανικοί του υπερσιβηρικού) μιλούσαν για μετεωρίτες, για διαστημόπλοια και άλλα απίστευτα, ο Τέσλα δήλωσε πως η έκρηξη και η τιτάνια φλόγα ήταν συνέπεια της «ακτίνας Τέσλα», ενός υπερόπλου που μπορούσε να εξαφανίσει τεράστιες ποσότητες και ισχύ πολεμικών μηχανών σε δευτερόλεπτα.

Δεν ήθελε περισσότερες αποδείξεις ο κύκλος των εφευρετών και επιστημόνων που δεν τον εκτιμούσαν για να τον θεωρήσουν τρελό για δέσιμο. Το «υπερόπλο Τέσλα» ακόμη στοιχειώνει, αναπόδεικτο, τη ρητορική των τηλεοπτικών προφητών, αλλά δε φάνηκε ποτέ σε εφαρμογή.

Μικρό το κακό. Ο Τέσλα, μέσα σε ένα κύκλωμα σκληρής δουλειάς και σκαμπανεβάσματος επιτυχιών με αστοχίες, διατήρησε μια εξέχουσα φήμη στα ΜΜΕ. Κυριολεκτικά ήταν το αντίστοιχο του Τσάρλι Τσάπλιν στο χώρο του θεάματος: τον κυνηγούσε «ως ξένο» το FBI, τον λάτρευαν και τον μισούσαν.

Μετά τον Τέσλα, οι ήρωες της καθημερινής ζωής έπρεπε να ακολουθούν το μοντέλο του: μοιραίοι, απρόσιτοι, παράξενοι, όπως ο Χιρστ, οι Κένεντι. Χωρίς τη «διαφορά» δεν μπορούσε να υπάρξει σκοτεινή φήμη.

Η διαφήμιση κυριαρχεί στον Τύπο

Με καθυστέρηση μερικών ετών, έως λίγων δεκαετιών, η διαφήμιση εισβάλλει στην Ελλάδα ως ρεκλάμα, αφού ο εμπορικός ανταγωνισμός έχει επιπλέον να αντιμετωπίσει τη δυνατή άμυνα παραδοσιακών προϊόντων, ειδών και συνηθειών, για τα οποία οι Ελληνες έτρεφαν έρωτα.

Τα νέα ευρωπαϊκά προϊόντα είχαν ισχυρές προτιμήσεις, αλλά πρέπει να λογαριάσουμε ότι, καθώς η χώρα νοσταλγούσε ακόμη το ήθος των αγωνιστών του 1821, ήταν φυσικό να έχει στραμμένη την προσοχή της σε αξέχαστα και «αθάνατα» προϊόντα. Ακόμη και η εισβολή της παγκόσμιας μόδας της εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής, με πολλά στοιχεία ελληνορωμαϊσμού, έφερνε απόγνωση σε αρκετούς διανοουμένους.

Απεναντίας, η φήμη του Γερμανού δουλευταρά που κατασκευάζει απέθαντα προϊόντα, κατακτά χώρες και θα συντρίψει τους «κακούς» και «διεφθαρμένους» Αγγλογάλλους διαθέτει φιλοσοφική υποστήριξη, φοβερά έμπρακτα δείγματα άριστης τεχνολογίας, εκατοντάδες αστικούς μύθους για την πρωσική πειθαρχία και μεγάλο τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού συμπαθεί αυτούς τους κάπως αδέξιους και αυστηρούς τύπους, τους οποίους η αγγλική προπαγάνδα επιχειρεί (και σε μεγάλο βαθμό το καταφέρνει) να συνδέσει με δυσάρεστους συνειρμούς.

Πάντως, οι «Ούνοι» της Ευρώπης έβγαζαν το καλύτερο ατσάλι, ήταν εντάξει στις παραδόσεις τους και μεγάλες ομάδες λαών που έζησαν την αποικιοκρατία έδειχναν να προτιμούν τη γερμανική προστασία.

Οσο πλησιάζουμε προς το 1912, ο κόσμος φοβάται μια παγκόσμια σύρραξη, άλλοι την προφητεύουν και μερικοί την περιμένουν ανυπόμονα.

Η νέα συνοικία των Πύργων

Σε λιγότερο από μια γενιά από την κατεδάφιση των τειχών της πόλης, έχουμε μια επέκταση του αστικού θαλάσσιου μετώπου, αλλά κατά μήκος ενός παραδοσιακού δρόμου προς Καλαμαριά και Κασσάνδρα, στραμμένου προς τα μεσόγεια και χωρίς εύκολη θέα στη θάλασσα.

Από το Λευκό Πύργο έως τη βίλα Αλλατίνη, σε πλήρη συνέχεια, στην οποία έχουν διαμορφωθεί και ιδιότυπες «γειτονιές», οι εύποροι Θεσσαλονικείς, Εβραίοι, Ελληνες, Οθωμανοί αλλά και πέρα από τους βασικούς διαχωρισμούς, οι Ντονμέδες (εξισλαμισμένοι Εβραίοι) και οι περισσότεροι «μπερατλήδες» (κάτοχοι διαπιστεύσεων, διαβατηρίων και προστασίας ευρωπαϊκών κυρίως κρατών) χτίζουν κατά μήκος αυτού του άξονα χαρακτηριστικής άνεσης και μορφής κατοικίες, ενώ οι πυρκαγιές και οι εσωτερικές αλλαγές της πόλης (χαράξεις δρόμων, πυρκαγιές και πολιτικές μεταβολές,) συσσωρεύουν συνοικισμούς πτωχών στο βάθος αυτής της ζηλευτής εικόνας.

Ειδικά στην πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα, όταν η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της Θεσσαλονίκης προκαλεί έκρηξη εμπορίου, αύξηση του διεθνούς ενδιαφέροντος και πολλές συζητήσεις για το μέλλον της πόλης, οι έμποροι και οι παράγοντες κάθε λαού που την κατοικεί ανοίγουν το κεμέρι τους και διαδίδουν δημοσίως την καλυτέρευση της ζωής τους.

Η πολυγλωσσία και οι συχνές επισκέψεις στην Ευρώπη επιτείνουν την εξέλιξη, από την οποία μένουν ελάχιστοι μάρτυρες, καθώς η φάση αυτή της Θεσσαλονίκης ξεριζώθηκε υπό συλλογική ενοχή και ανοχή.

Η νίκη των πόλεων: η δημόσια υγιεινή

Οι πόλεις της Ανατολής είχαν πιο καλές συνθήκες υγιεινής από τις αντίστοιχες δυτικές μεσαιωνικές, αλλά τα όρια δεν ήταν σαφή. Πολύς κόσμος έπινε νερό από τα μολυσμένα ποτάμια (τυπικό παράδειγμα ο Τάμεσης), ενώ ο υδροφόρος ορίζοντας που γέμιζε τα πηγάδια δεν ήταν πάντα αλώβητος.

Η βιομηχανική εποχή σήμαινε ότι οι εργάτες έπρεπε να έχουν εκπαίδευση, μια εκπαίδευση που δεν έπρεπε να πηγαίνει χαμένη, επειδή ο μέσος όρος ζωής ήταν μεταξύ 25 και 40 ετών και οι μισές μέρες του πληθυσμού περνούσαν με αρρώστιες.

Ηδη από το Μεσαίωνα γνώριζαν να αποστειρώνουν με ασβέστη και να επιβάλλουν καραντίνα στους ταξιδιώτες, αλλά οι επιδημίες δεν ήταν πάντα εισαγόμενες. Η ανακάλυψη ότι υπήρχαν μικροσκοπικά όντα, μικρόβια ή βάκιλοι, που κουβαλούσαν ασθένειες ήταν το πρώτο συμπέρασμα από την ιατρική χρήση του μικροσκοπίου και, ταυτόχρονα, οι γιατροί αναγνώρισαν τη δύναμη του μαζικού εμβολιασμού ως μεθόδου για να αποδυναμώνεται η ένταση μερικών ασθενειών.

Η Γαλλία διέθετε τη μόνη πόλη, το Παρίσι, που είχε καλές αποχετεύσεις -αν κι έμειναν διάσημες λόγω του κυνηγητού του Γιάννη Αγιάννη στους «Αθλίους» του Ουγκό.

Στην Αγγλία και στη νέα Γερμανία του 1874, οι μαζικοί εμβολιασμοί έγιναν υποχρεωτικοί. Στο Λονδίνο, το κύριο ζήτημα ήταν το καθαρό νερό και ένα αξιόπιστο και στεγανό αποχετευτικό σύστημα. Οταν τα πρώτα τιτάνια έργα συμπληρώθηκαν, οι επόπτες κατάλαβαν ότι η δημόσια υγιεινή ήταν μονόδρομος για τη δημόσια υγεία.

Μεγάλοι βιομήχανοι, όπως ο Μάκιντος στην κεντρική Αγγλία, άρχισαν να ασκούν έργο στέγασης και υγιεινής εργατών, που απέκτησε τη φήμη του κατεξοχήν welfare, έργου ευποιίας. Οι φιλόσοφοι και ακτιβιστές υπέρμαχοι του σοσιαλισμού επέμεναν ότι η ζωή των εργατών δεν έπρεπε να εξαρτάται από την καλοσύνη των αφεντικών, η εποχή της φιλάνθρωπης λογικής τράβηξε το δρόμο της χωρίς επιστροφές.

Αυτά να τα σκεφτείτε παρέα με την ανακάλυψη ότι οι κάτοικοι στις αποικίες είχαν χαρακτηριστικά ανθρώπινα, ότι η «καλύβα του μπαρμπα-Θωμά» ήταν μια καλή εισαγωγή για να ανακουφιστούν οι καημένοι οι μαύροι, που μάλλον ήταν κι αυτοί άνθρωποι, αλλά μέσα σ' ένα περιβάλλον όπου ο αμερικανικός Νότος, η ζωή στην Ινδία και η συνάντηση Στάνλεϊ και Λίβινγκστον συγκινούσαν τρομερά το ευρύ κοινό.

Η δημιουργία υποδομών ύδρευσης και αποχέτευσης, με αξιόλογα αποτελέσματα στην υγεία του γενικού πληθυσμού, μαζί με τον αγώνα του ιατρικού κόσμου κατά των ασθενειών, έφεραν με τη σιωπηρή αποτελεσματικότητά τους πολύ πιο ουσιαστικά αποτελέσματα από τον άγριο ακτιβισμό και τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων.

Φυσικά, ακόμη και το 1911 υπήρχε πανούκλα στη Θεσσαλονίκη και στις περισσότερες πόλεις της Μεσογείου, αλλά η βελτίωση της υγείας των λαών, έστω και με όλες αυτές τις παρενθέσεις, ήταν ένας ασφαλής δείκτης προόδου.

Η αστική ανάπτυξη πλησιάζει και την Ελλάδα.

Ο αστικός ιστός σημαίνει ταξικές διαφορές, πάστες αντί για σοροπιαστά, υπόκοσμος και Μπαϊρακτάρης σε συνεννόηση χάριν των Ολυμπιακών Αγώνων, χωρικοί που θαυμάζουν τα «μέγαρα», εσωτερικοί μετανάστες (Κρυστάλλης, Παπαδιαμάντης) νοσταλγοί των κοιτίδων τους, ποικιλοχρωμία, φτώχεια, εκμετάλλευση και συμμορίες στην πολιτική, στην πορνεία, στο λαθρεμπόριο.

Η έννοια της τάξης. Από τη μια οι ταπεινοί και καταφρονεμένοι, από την άλλη ο «Τρελαντώνης» και η ανέμελη ζωή πέριξ της βασιλικής αυλής. Κι όλα καλυμμένα από ακατάσχετη πολιτικολογία, συγκρούσεις φοιτητών για τη γλώσσα και την αρχαιότητα.

Μια χώρα γεννιέται

«Κάτω την σπάθην, Ιταλοί, δεν είναι ιδική σας!», μαλώνει ο Αχιλλέας Παράσχος τη γείτονα χώρα, που ασκεί και αυτή τον επεκτατισμό και αλυτρωτισμό της. Η Ιταλία είναι σαράντα ετών το 1912 και δεν έχει απαλλαγεί από την προϊστορία των κρατιδίων που τη διαμόρφωσαν. Εύπορη Λομβαρδία και βιομηχανικό Μιλάνο, χώρες του Πάπα και της Βενετίας, πόλος των ντιλετάντηδων επισκεπτών, παλιό βασίλειο των Σικελιών με τη φτωχομάνα Νάπολη.

Η χώρα φαίνεται σταματημένη, αλλά φλέγεται από εθνικισμό και ματαιωμένες ελπίδες. Ενας «ιταλικός μύθος» γεννιέται παγκοσμίως, αποτέλεσμα 10 εκατομμυρίων Ιταλών που είναι κάτοικοι Ηνωμένων Πολιτειών ήδη το 1900 και άλλων 7 που είναι κάτοικοι εκτός της χώρας τους. Από αυτήν τη μετανάστευση, πάντως, δεν ευεργετείται η χώρα. Πρόλαβαν άλλοι λαοί να δημιουργήσουν τα πανίσχυρα και επιδραστικά τους λόμπι.

Θεσσαλονικη, διήγηση ενός αιώνα ,2011

Πάνος Θεοδωρίδης


22/7/2020