Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αδύναμη να υπερασπιστεί τα στρατηγικά της συμφέροντα στη Μεσόγειο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αδύναμη να υπερασπιστεί
τα στρατηγικά της συμφέροντα στη Μεσόγειο.
Εφόσον υπάρχουν κράτη-μέλη της που αρνούνται μέχρι σήμερα την «κοινή εξωτερική πολιτική» και κατ’ επέκταση την «κοινή πολιτική άμυνας», είναι φυσικό επακόλουθο η Ευρώπη να αδυνατεί να υπερασπιστεί τα εκάστοτε στρατηγικά συμφέροντά της στη Μεσόγειο ή στον κόσμο ευρύτερα. Κι ας θα μπορούσαν σήμερα οι οικονομίες των 27, ως συνόλου, να κλονίσουν, αν το αποφάσιζαν ως μια γροθιά, οικονομίες «φτερά στον άνεμο» σαν της Ρωσίας, και ιδιαίτερα της Τουρκίας που επιχειρούν συνεταιρικά να αλλάξουν βίαια τον χάρτη, όπως αυτός προέκυψε μέσα από διεθνείς συνθήκες του παρελθόντος.
Προς αυτήν την γνώμη συγκλίνει και η ανάλυση του Jean–Pierre Stroobants, ανταποκριτή στις Βρυξέλλες του ''Le Monde'', στις 25-6-2020, με τίτλο : «Στη Λιβύη, η αδυναμία της Ευρώπης» (En Libye, l’impuissance de l’Europe).
Ήταν το πιο προφανές σύμβολο μιας δυσκολίας, ή μάλλον μιας ανικανότητας, τον όρο αυτό που μισούν να χρησιμοποιούν στις Βρυξέλλες, αλλά που αναμφίβολα μεταφράζει, στην καλύτερη περίπτωση, την κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι του εμφυλίου στη Λιβύη. Στις 10 Ιουνίου, το Cirkin, ένα τουρκικό εμπορικό φορτηγό που έφερε σημαία Τανζανίας, απέπλευσε από την Κωνσταντινούπολη. Μετέφερε όπλα στη Λιβύη που προορίζονταν για την κυβέρνηση εθνικής συμφωνίας (GAN) του Faïez Sarraj, κατά παράβαση του εμπάργκο που αποφάσισαν τα Ηνωμένα Έθνη ; Αυτή ήταν η υποψία της διοίκησης της ευρωπαϊκής επιχείρησης Irini, που ξεκίνησε την 1η Απριλίου 2020 από την Ευρωπαϊκή Ένωση με αποστολή τον σχετικό έλεγχο.
Η εν λόγω αποστολή στόχευε στην αναχαίτιση της κλιμάκωσης της στρατιωτικής σύγκρουσης μεταξύ του φιλοκυβερνητικού στρατού GAN της Τρίπολης και των δυνάμεων του Khalifa Haftar, ο οποίος είχε ξεκινήσει την επίθεση στη πρωτεύουσα της Λιβύης ένα χρόνο νωρίτερα. Οι υποστηρικτές της GAN (δηλαδή η Τουρκία και το Κατάρ) εξέφρασαν τη λύπη τους για το γεγονός ότι η Irini στοχεύει de facto κυρίως τις τουρκικές παραδόσεις όπλων, αφήνοντας εκτός τη στρατιωτική υποστήριξη των υποστηρικτών του Haftar (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Αίγυπτος, Ρωσία …) που κατευθύνεται προς την Κυρηναϊκή αεροπορικώς ή από τα αιγυπτιακά σύνορα.
Η υποψία για το Cirkin ενισχύθηκε από το γεγονός ότι το ίδιο φορτηγό πλοίο είχε ήδη εμπλακεί σε ένα άλλο «περιστατικό» στην ανοικτή θάλασσα, δύο εβδομάδες νωρίτερα : όταν μια γαλλική φρεγάτα, που επέστρεφε από άλλη αποστολή στα στενά του Ορμούζ, προσπάθησε να ελέγξει το φορτίο του, δύο τουρκικές φρεγάτες παρενέβησαν και απέτρεψαν οποιαδήποτε επέμβαση. Το πλοίο προσποιήθηκε ότι κατευθυνόταν προς την Τυνησία, πριν να φτάσει στη Μισράτα, στα δυτικά της Λιβύης, όπου κυριαρχεί η φιλοτουρκική εξουσία της GAN, και ξεφόρτωσε εκεί όπλα και, αναμφίβολα, μια ομάδα μισθοφόρων, σύμφωνα με πληροφορίες που έλαβε η Στρατιωτική Επιτροπή της ΕΕ.
Το ΝΑΤΟ σε δύσκολη θέση
Διπλασιάζοντας την επαγρύπνησή της στις 10 Ιουνίου, η Eunavfor Med – το επίσημο όνομα της Irini – απογείωσε ένα ελικόπτερο από την ελληνική φρεγάτα Spetsai, ένα από τα δύο πλοία της αποστολής της ΕΕ. Δύο φρεγάτες και τρία αεροπλάνα : αυτή είναι στην πραγματικότητα η πενιχρή δύναμη αυτής της αποστολής στο σημερινό της στάδιο … Εξάλλου, μια μεγαλύτερη ναυτική παρουσία θα ήταν άχρηστη, δεδομένου ότι ένα τουρκικό στρατιωτικό πλοίο (το «Orucreis» εμπόδισε, με άκρως επιθετικές κινήσεις, τη γαλλική φρεγάτα «Courbet»), στην σχετική απόπειρα ελέγχου. Απάντησε ότι το Cirkin ήταν υπό την προστασία του !!! Το δίκαιο της θάλασσας ορίζει ότι ένα πολεμικό πλοίο δεν μπορεί να ελέγξει ένα σκάφος που εκτελεί μια αποστολή δημοσίου συμφέροντος. Και οι τουρκικές αρχές αναφέρουν ότι ο μεταφορέας μετέφερε ιατρικά υλικά. Το Cirkin παρακολουθήθηκε σίγουρα, αλλά μπόρεσε να αγκυροβολήσει χωρίς εμπόδια στη Μισράτα.
Στη συνέχεια μάθαμε ότι το ίδιο πλοίο της Τανζανίας είχε επίσης εμπλακεί σε ένα σοβαρό περιστατικό με τη γαλλική φρεγάτα, Courbet, κατά της οποίας οι τουρκικές φρεγάτες απείλησαν σαφώς να ανοίξουν πυρ, εμφανιζόμενες ως «πλοία του ΝΑΤΟ», κάτι που ήταν ψέμα. Η Ατλαντική Συμμαχία διεξάγει, υποτίθεται, μια άλλη επιχείρηση επιτήρησης στην περιοχή, την Sea Guardian, με την οποία η ΕΕ προσπάθησε μια προσέγγιση. Μάταια όμως. Η Άγκυρα αντιτίθεται σ’αυτήν διότι λέει ότι «η Γαλλία υποστηρίζει τον πραξικοπηματία και πειρατή Haftar», όπως ανέφερε, στις 16 Ιουνίου 2020, το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών. Το Παρίσι κατάφερε, με την υποστήριξη 8 χωρών-μελών, να ξεκινήσει μια έρευνα από το ΝΑΤΟ, κάτι περισσότερο από αμήχανο από αυτήν τη σύγκρουση μεταξύ δύο από τα κύρια μέλη του. Η εν λόγω έρευνα δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα από το Παρίσι, εξ ου και η ανακοίνωσή του για «προσωρινή απόσυρση της Γαλλίας» από την επιχείρηση Sea Guardian.
Οι εντάσεις στην ΕΕ είναι λιγότερο σαφείς, αλλά αν ο Josep Borrell, Ύπατος Εκπρόσωπος Εξωτερικών Υποθέσεων, λέει ότι η Λιβύη θα είναι «το τεστ αξιοπιστίας» για τη διπλωματία των 27, δεν αγνοεί ότι η ικανότητα δράσης του είναι μειωμένη. Λόγω των διχασμών μεταξύ των κρατών μελών ή της αδιαφορίας τους (ορισμένες χώρες βλέπουν την Ε.Ε. ως ένα σούπερ μάρκετ, από το οποίο παίρνουν μόνο ό,τι τους αρέσει) : οι σκανδιναβικές χώρες, οι χώρες της Βαλτικής ή της Ανατολής ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για την κατάσταση στην Ουκρανία , π.χ., παρά για ό,τι συμβαίνει στη νότια πλευρά της Ένωσης, «ακόμη και αν η παρουσία της Ρωσίας στη Λιβύη μαρτυρεί τη βούλησή της να επεκτείνει την επιρροή της στη Βόρεια Αφρική», όπως εξέφρασε τη λύπη του ένας διπλωμάτης. Στην πραγματικότητα, μισθοφόροι από την ομάδα Wagner, εγκάθετης της Μόσχας, προσλήφθηκαν στο πλευρό του Haftar.
Κίνδυνος μιας «αφγανοποίησης της Λιβύης»
Η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία δεν κρύβουν τις έντονες ανησυχίες τους, αλλά η υποστήριξη του Παρισιού στον στρατάρχη Χάφταρ – ακόμα κι αν συχνά αποκαλείται «διφορούμενη» στις Βρυξέλλες – θολώνει το παιχνίδι. «Καταλαβαίνουμε τη γαλλική θέση, που ανησυχεί για το Σαχέλ, δηλαδή τον υποσαχάριο ισλαμικό κίνδυνο και έχει εμπλακεί σε μια συγκρουσιακή σχέση με την Τουρκία, αλλά ελπίζουμε τουλάχιστον ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει τη δύναμή της και την ικανότητά της επιρροής για την προώθηση μιας διπλωματικής λύσης», σχολίασε η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.
Ελλείψει οτιδήποτε καλύτερου, οι 27 παραμένουν εν πάση περιπτώσει ομόφωνοι, καθ ‘όλη τη διάρκεια των δηλώσεών τους, για να υποστηρίξουν μια «πολιτική λύση» και να εκφράσουν την προσήλωσή τους στη διαδικασία της διάσκεψης του Βερολίνου : τον Ιανουάριο 2020, οι κύριοι παράγοντες της σύγκρουσης συναντήθηκαν για να προσπαθήσουν – μάταια – να τερματίσουν τις λιβυκές αντιπαραθέσεις, να σταματήσουν τις ξένες παρεμβάσεις και να προωθήσουν ένα αποτέλεσμα με διαπραγμάτευση. «Όλοι αναμένουν μια λύση από την Ευρώπη, αλλά αυτή σαφώς δεν είναι ένας πραγματικός παίχτης σε αυτήν τη σύγκρουση», καυτηρίασε μια υψηλά ιστάμενη πηγή. Ωστόσο, ο Josep Borrell δεν σκοπεύει να τα παραιτήσει, αν και αρκετοί αφήνουν υπονοούμενα σε βάρος του για τα ισπανικά ναυπηγικά συμφέροντα στην Τουρκία. Εξ ου και βρίσκεται σήμερα και αύριο στην Τουρκία, 6 και 7 Ιουλίου 2020. «Θα θέσει το θέμα στο τραπέζι σε κάθε ευκαιρία, θα ασκήσει πίεση, θα προσπαθήσει να κινητοποιηθεί. Και θα επαναλάβει ότι, περισσότερο από τη δημιουργία μιας δεύτερης Συρίας, υπάρχει κίνδυνος μιας αυγανοποίησης της Λιβύης », υπογράμμισε το περιβάλλον του Ύπατου Εκπροσώπου.
Προς το παρόν, η ΕΕ περιορίζεται στη χρήση της συνηθισμένης «κατηγορίας και ντροπής» (blaming and shaming) και ελπίζει να παίξει τον ρόλο του διαιτητή, όταν υπάρξει μια επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ο Borrell θα ήθελε, εν τω μεταξύ, να διορθώσει την έλλειψη συγκεκριμένης δέσμευσης των περισσότερων από τα κράτη μέλη της για την αποστολή ελέγχου της «Ειρήνης» (Irini). Πιστεύει ότι είναι δυνατόν να γίνει μια πραγματικά αποτελεσματική αποστολή, παρά τους κανόνες που την καθιστούν δύσκολη : η εν λόγω επιχείρηση έχει μέχρι στιγμής διενεργήσει περίπου 150 ελέγχους για το εμπάργκο όπλων και πετρελαίου, αλλά η εντολή του Συμβουλίου ασφάλειας είναι περιοριστική. Οι «χαιρετισμοί» – ή οι έρευνες – που πραγματοποιούνται από τους Ευρωπαίους συνίστανται ουσιαστικά σε μια συλλογή πληροφοριών, οι οποίες στη συνέχεια διαβιβάζονται στα Ηνωμένα Έθνη, τα οποία η Τουρκία τα γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων της, εκτός κι αν πρόκειται για τον αχυράνθρωπό της τον Φάραζ, για τον οποίο διατυμπανίζει διαρκώς ότι «είναι ο διεθνώς αναγνωρισμένος ηγέτης της Λιβύης» !
«Εάν οι πληροφορίες είναι ικανοποιητικές, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα περισσότερο. Μόνο αν ένα πλοίο δεν απαντάει, μπορούμε να αναλάβουμε μια άλλη μορφή δραστηριότητας», δήλωσε ο Borrell στις 16 Ιουνίου μετά από μια συνάντηση των υπουργών Άμυνας. Και η «άλλη μορφή δράσης» (δηλαδή η στρατιωτική) δεν είναι προφανώς ούτε λεπτομερής ούτε επιθυμητή.
Η αποστολή «Ειρήνη» φαίνεται, στην πραγματικότητα, να αναπαράγει τα μειονεκτήματα και τις αβεβαιότητες της αποστολής «Σοφία», η οποία προηγήθηκε. Ξεκίνησε το 2015, αυτή η άλλη επιχείρηση για την επιτήρηση της εμπορίας ανθρώπων και έπειτα του εμπάργκο λιβυκού πετρελαίου, και σταμάτησε επίσημα τον Μάρτιο. Προηγουμένως, είχε αντιμετωπίσει μια κατάφωρη έλλειψη αναγκαίων μέσων, χωρίς πλοία και μετά με λιγοστά αεροπλάνα.
«Όλοι όσοι θέλουν την ειρήνη στη Λιβύη πρέπει να στηρίξουν την αποστολή Irini. Ελπίζω ότι το κάλεσμά μου θα εισακουστεί», είπε ο Borrell.
Χωρίς να γνωρίζουμε αν οι παλιοί ευρωπαϊκοί δαίμονες του παραπάνω εθνικού συμφεροντολογισμού θα μπορούσαν πραγματικά να ξεπεραστούν.
Θα περιμένουμε, χωρίς αυταπάτες, να δούμε τι θα αποδώσει η κοινοτική παρέμβαση του ισπανού Borrell στην Τουρκία.
Και κυρίως το αίτημα της Γαλλίας, για τη συνεδρίαση στις 13 Ιουλίου 2020 των υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. με μοναδικό θέμα το «τουρκικό πρόβλημα».
Οι επόμενες εβδομάδες διαγράφονται κρίσιμες για το μέλλον των σχέσεων Ε.Ε. – Τουρκίας, καθώς και για την «εγκεφαλικά νεκρή», κατά τον Μακρόν, Βορειοατλαντική Συμμαχία.
Του 'Αλκη Καλλιαντζίδη,
Οικονομολόγου, alkis@kalkis.eu www.kalkis.eu
6/7/2020