Γιατί αντιπαρατίθενται Τουρκία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.




Γιατί αντιπαρατίθενται Τουρκία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

"Όταν έρθει η ώρα θα γίνει ο λογαριασμός" για τις ενέργειες των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στη Συρία και τη Λιβύη, προειδοποίησε ο Τούρκος υπουργός Άμυνας Χουλουσί Ακάρ, σε συνέντευξή του στο δίκτυο al Jazeera, διερωτώμενος ρητορικά "από πού προέρχεται αυτή η εχθρότητα, αυτές οι κακές προθέσεις, αυτή η ζήλια" του Αμπού Ντάμπι.

"Δεν γίνεται διαχείριση των σχέσεων με απειλές και δεν χωράνε αποικιοκρατικές αυταπάτες στη σημερινή εποχή", απάντησε μέσω Twitter ο Εμιρατιανός υπουργός Εξωτερικών Ανουάρ Γκαργκάς, καλώντας την Τουρκία να σταματήσει να ανακατεύεται στις υποθέσεις των αραβικών χωρών.

Ο μικρός αυτός ρητορικός πόλεμος του σαββατοκύριακου (ο οποίος βρήκε συνέχεια και με δηλώσεις συμπαράστασης άλλων αραβικών μοναρχιών, όπως το Μπαχρέιν, προς τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) φωτίζει την σύγκρουση που δεσπόζει στην συγκυρία μεταξύ όλων των άλλων που διαπερνούν την ευρύτερη Μέση Ανατολή: αυτήν που αντιπαραθέτει το δίδυμο Τουρκίας-Κατάρ με το μπλοκ των λοιπών αραβικών μοναρχιών και της Αιγύπτου.

Πρόκειται για μία σύγκρουση η οποία εκδηλώνεται σε οποιοδήποτε δυνατό μέτωπο στην περιοχή και εκτυλίσσεται στο εσωτερικό του "σουνιτικού κόσμου", υπερβαίνοντας σε ένταση την παραδοσιακή αντιπαράθεσή του με το (σιιτικό) Ιράν και αποκαλύπτοντας την ανεπάρκεια τον ερμηνειών που υπερτονίζουν τον θρησκευτικό-σεκταριστικό παράγοντα και παραμελούν την πεζή πραγματικότητα της (γεω)πολιτικής.

Για την ακρίβεια, το Ιράν είναι σε θέση να επωφελείται πραγματοποιώντας ανοίγματα και προς τις δύο πλευρές, είτε με τον διακριτικό διάλογο που εγκαινίασε με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα μετά τα πλήγματα που επέφεραν οι φιλοϊρανοί αντάρτες Χούθι της Υεμένης στην σαουδαραβική πετρελαϊκή υποδομή, είτε με την εντατικοποίηση των επαφών με την Άγκυρα - που άλλωστε, μαζί με τη Μόσχα, αποτελεί εταίρο της Τεχεράνης στην "Διαδικασία της Αστάνα" για την εξεύρεση πολιτικής λύσης στη συριακή κρίση.

Μάλιστα η τουρκο-ιρανική προσέγγιση έφθασε πρόσφατα μέχρι του σημείου να υποστηρίξει το Ιράν την φιλοτουρκική κυβέρνηση Σάρατζ στην Τρίπολη της Λιβύης, αλλά και να επιδοκιμάσει, δια στόματος του Αλί Ακμπάρ Βελαγιατί, διπλωματικού συμβούλου του ανώτατου ηγέτη της χώρας, αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.

Η αραβοτουρκική αντιπαράθεση παροξύνθηκε από την κρίση της Λιβύης, όπου η μεν Άγκυρα στηρίζει (και στρατιωτικά) την κυβέρνηση Σάρατζ, τα δε Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Αίγυπτος τις δυνάμεις της ανατολικής Λιβύης υπό τον στρατάρχη Χάφταρ.

Οι ρίζες της αντιπαράθεσης στην "Αραβική Άνοιξη"

Όμως η αφετηρία της αντιπαράθεσης ανάγεται στην "αραβική άνοιξη" και δη στην ανατροπή του Χόσνι Μουμπάρακ στην Αίγυπτο το 2011 και κατόπιν την έλευση στην εξουσία του Μοχάμαντ Μόρσι, η οποία σήμανε τον συναγερμό στις χώρες του Κόλπου, καθώς ερμηνεύθηκε ως προσπάθεια της Τουρκίας και του Κατάρ να ηγεμονεύσουν στην περιοχή, αναδεικνύοντας τους κατά τόπους κλάδους της προστατευόμενής τους Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Η ανατροπή του Μόρσι από τον στρατάρχη Σίσι το 2013 ενθαρρύνθηκε και χρηματοδοτήθηκε με κάθε τρόπο από τις αραβικές μοναρχίες, ενώ το ίδιο το Κατάρ τέθηκε στη συνέχεια υπό αποκλεισμό από τους γείτονές του και απειλήθηκε με εισβολή.

Η εκ παραλλήλου προσπάθεια των δύο αυτών μπλοκ να καταλύσουν το ρεπουμπλικανικό καθεστώς της Συρίας έδωσε τη θέση της σε σκληρότατο μεταξύ τους ανταγωνισμό, με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να πρωταγωνιστούν στις προσπάθειες αποκατάστασης των σχέσεων με τη χώρα του Άσαντ και επιστροφής της στις αγκάλες του Αραβικού Συνδέσμου, με το βλέμμα στραμμένο και στις οικονομικές ευκαιρίες της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης (αν και η προσπάθεια αυτή προσκρούσει στις κυρώσεις που πρόσφατα υιοθέτησαν οι ΗΠΑ με τον "Νόμο του Καίσαρα”).

Σε κάθε περίπτωση, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα εμφανίζονται να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο εντός του μπλοκ των αραβικών μοναρχιών, ενώ ο Εμιρατιανός διάδοχος φερόταν μέχρι πρότινος ως "μέντορας" του φιλόδοξου Σαουδάραβα ομολόγου του.

Ως δύναμη ναυτική, που απλώνει το στρατιωτικό αποτύπωμά της στην νότια Υεμένη και τη Σομαλιλάνδη, και ως κέντρο χρηματοπιστωτικό, τα Εμιράτα επιδεικνύουν έναν "ακτιβισμό" και μιαν "ευελιξία" που δεν διακρίνει την θεωρητικά ισχυρότερη μοναρχία του Κόλπου, δηλ. τη Σαουδική Αραβία. Οι στρατιωτικοί και οικονομικοί δεσμοί των Εμιράτων με τη Γαλλία (που βρήκαν το συμβολικό του επιστέγασμα στη δημιουργία "δεύτερου Λούβρου" στο Αμπού Ντάμπι), καθώς και η ανοικτή συνεργασία τους με το Ισραήλ συμπληρώνουν και αποσαφηνίζουν την εικόνα.

Για το μπλοκ των μοναρχιών, η στρατιωτική περικύκλωση της Αραβικής Χερσονήσου από την Τουρκία (με τη δημιουργία βάσεων στο Κατάρ, τη Σομαλία και παρολίγον στη νήσο Σουακίν του Σουδάν) είναι επαρκές σημάδι των "αυτοκρατορικών" φιλοδοξιών της Άγκυρας.

Η δε μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί κλιμακώνει την ανησυχία, εφόσον αποτελεί ξεκάθαρα προσπάθεια διεκδίκησης της πρωτοκαθεδρίας εντός του ισλαμικού κόσμου σε συμβολικό-θρησκευτικό επίπεδο, με υποβάθμιση του παραδοσιακού ρόλου του Οίκου των Σαούντ ως φύλακα των προσκυνημάτων της Μέκκας και Μεδίνας. Εξ ού και οι ρητορικές εξάρσεις των τελευταίων ημερών.

Του Κώστα Ράπτη


4/8/2020