ΗΠΑ -Γερμανία, η μεγάλη αναμέτρηση για τον Nord Stream 2.




  ΗΠΑ -Γερμανία, η μεγάλη αναμέτρηση για τον Nord Stream 2.

Ο αγωγός Nord Stream 2 είναι ένας ρωσικός αγωγός που εκτείνεται σε όλη τη Βαλτική Θάλασσα και στόχο έχει την εξαγωγή φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Αποτελεί συνέχεια του Nord Stream 1 αφού η επιτυχημένη κατασκευή και λειτουργία αυτού ανέδειξε πως ένας νέος αγωγός, παρόμοιος με αυτόν που λειτουργεί, θα δημιουργήσει αμεσότερη σύνδεση μεταξύ της Gazprom και των Ευρωπαίων καταναλωτών, διασφαλίζοντας ακόμη περισσότερη αξιοπιστία στην προμήθεια ρωσικών φυσικών πόρων στην Γηραιά Ήπειρο.

Η μείωση της εγχώριας παραγωγής φυσικού αερίου στην Ευρώπη αύξησε τη ζήτηση για εισαγόμενο αέριο, γεγονός που είναι γνωστό στη Ρωσία.Το σημείο εξόδου του αγωγού βρίσκεται στη Γερμανία και συγκεκριμένα στην περιοχή Greifswald, κοντά στο σημείο εξόδου του Nord Stream 1. Η διαδρομή καλύπτει πάνω από 1.200 χιλιόμετρα. Η συνολική χωρητικότητα σχεδιασμού των Nord Stream 1 και Nord Stream 2 είναι 110 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως.Ο Nord Stream 2 έχει φέρει τις ΗΠΑ και τη Γερμανία σε μία διμερή κρίση αναφορικά με την ρωσική επιρροή στην Ευρώπη μέσω της ενέργειας.

Η Γερμανία δήλωσε ότι το έργο - το οποίο είναι επίσης αμφιλεγόμενο στην ΕΕ - θα διευκολύνει τη μετάβασή από τον άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια. Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν ότι ο αγωγός υπονομεύει την ευρωπαϊκή ασφάλεια καθιστώντας το μπλοκ πιο εξαρτημένο από τη ρωσική ενέργεια. Αντίθετα, η Ουάσινγκτον θέλει τη Γερμανία να εισάγει υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), ιδίως από τις ΗΠΑ.

Ως απόρροια, τρεις Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές,ο Ted Cruz, ο Tom Cotton και ο Ron Johnson, έστειλαν ανοιχτή επιστολή στη διεύθυνση του λιμανιού Σάσνιτς στη Βαλτική Θάλασσα διαμηνύοντας πως οι ΗΠΑ θα επιβάλουν «συντριπτικές νομικές και οικονομικές κυρώσεις» στο λιμάνι για την κατασκευή του αμφιλεγόμενου αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 με τις κυρώσεις να θεωρούνται "υποχρεωτικές" με εφαρμογή πλήρους ισχύος.

Το συγκεκριμένο λιμάνι του Σάσνιτς αποτελεί έναν από τους βασικότερους κόμβους εφοδιασμού για το σχεδόν ολοκληρωμένο έργο του Nord Stream 2 που συνδέει τη Γερμανία με τη Ρωσία και το οποίο έχει επικριθεί έντονα από την κυβέρνηση των ΗΠΑ για φερόμενη αύξηση της ευρωπαϊκής εξάρτησης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Ο αγωγός έχει απασχολήσει τόσο πολύ την Ουάσινγκτον καθώς υπάρχουν ανησυχίες ότι η κυριαρχία της Ρωσίας στον ενεργειακό εφοδιασμό στην Ευρώπη θα μπορούσε να μετατραπεί σε πολιτική ώθηση για τη Μόσχα.


Τέτοιες ανησυχίες δεν είναι νέες, αφού το φυσικό αέριο από την πρώην ΕΣΣΔ και μετά τη Ρωσία ήταν κρίσιμo για την τροφοδότηση της ευρωπαϊκής οικονομίας εδώ και δεκαετίες. Στο Twitter, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αναφέρθηκε στη γερμανική ενεργειακή πολιτική , γράφοντας: «Η Γερμανία δίνει στη Ρωσία δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για ενέργεια και υποτίθεται ότι προστατεύουμε τη Γερμανία από τη Ρωσία. Τι είναι αυτό;» Πέρα της Αμερικής, η Ουκρανία και η Πολωνία, που θα παρακαμφθούν από τη γραμμή αγωγών, υποστηρίζουν ότι ο Nord Stream 2 θα ενθαρρύνει περαιτέρω τον Ρώσο Πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, στο να έχει περισσότερο έλεγχο επί κρίσιμων ενεργειακών ροών.

Επιπρόσθετα,οι γερουσιαστές “απείλησαν” τους διαχειριστές και τους μετόχους του λιμένα ότι δεν θα τους επιτρέπεται πλέον να ταξιδεύουν στις ΗΠΑ και ότι περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται υπό την αμερικανική ευθύνη θα παγώσουν. Οι Ρεπουμπλικάνοι νομοθέτες επανέλαβαν τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης των ΗΠΑ ότι ο Nord Stream 2 είναι «σοβαρή απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ και της Ευρώπης» και υποστηρίζουν ότι και τα δύο μέρη στο Κογκρέσο των ΗΠΑ είναι αποφασισμένα να αποτρέψουν την ολοκλήρωση του έργου, έτσι ώστε «αυτές οι απειλές να μην υλοποιηθούν ποτέ».

Την πλήρη δυσαρέσκεια τους εξέφρασαν Γερμανοί αξιωματούχοι αναφέροντας πως τόσο ο τόνος όσο και το περιεχόμενο της επιστολής ήταν εντελώς ακατάλληλος και πως η Γερμανία και κατ’ επέκταση η Ευρώπη δεν θα πρέπε να ενδίδει σε εξωεδαφικούς εκβιασμούς που θα τους καθιστούσε ευάλωτους. Οι εταιρείες, ENGIE, OMV, Royal Dutch Shell, Uniper και Wintershall, που συμμετέχουν στο αμφιλεγόμενο έργο του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 ζητούν πολιτική υποστήριξη ενάντια στην πιθανότητα κυρώσεων των ΗΠΑ που θα πλήξει τις ίδιες. Ο Pompeo έχει αναφέρει την πιθανότητα ότι γερμανικές εταιρείες θα υποστούν κυρώσεις ακόμη και για μικρές επενδύσεις στον αγωγό. Ο Rainer Seele, Διευθύνων Σύμβουλος του αυστριακού ενεργειακού ομίλου OMV, δήλωσε ότι «ως ευρωπαϊκή εταιρεία, περιμένουμε από τους πολιτικούς να διασφαλίσουν ότι η Ευρώπη ως περιοχή επενδύσεων δεν θα χάσει την ελκυστικότητά της». Οι συμμετέχουσες εταιρείες θεωρούν πως έχουν μπει στο στόχαστρο των ΗΠΑ μετά την επέκταση των κυρώσεων κατά του αγωγού.

"Εάν επενδύσουμε δισεκατομμύρια σε ένα έργο που διεξάγεται σύμφωνα με όλους τους ευρωπαϊκούς νόμους και κανονισμούς, τότε πρέπει πραγματικά να αναρωτηθούμε: Θέλουμε να το αμφισβητήσουμε αυτό λόγω της επιρροής από τρίτες χώρες; , είπε ο Seele. Μάλιστα,οι γερμανικές επιχειρήσεις αναφέρθηκαν σε αντίποινα ζητώντας απαγόρευση εισαγωγής φυσικού αερίου που προέρχεται από το fracking - μια διαδικασία υπεύθυνη για το μεγαλύτερο μέρος του φυσικού αερίου που εξάγεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά απαγορεύεται στη Γερμανία.

Οι Γερμανοί εκπρόσωποι των επιχειρήσεων λένε επίσης ότι η διαμάχη απειλεί να επιδεινώσει τους διατλαντικούς οικονομικούς δεσμούς που έχουν ήδη ταχθεί κατά τη διάρκεια της διοίκησης του Τραμπ. Το Βερολίνο από την πλευρά του βλέπει τον αγωγό Nord Stream 2 ως ένα θετικό βήμα προς μια πιο σταθερή, φθηνότερη και καθαρότερη ενέργεια καθώς εξαλείφει τον άνθρακα.Οι κυρώσεις από την Ουάσινγκτον προκάλεσε γρήγορη αντίδραση και από άλλους Ευρωπαίους ηγέτες και επιχειρηματίες, οι οποίοι χαρακτήρισαν την παρέμβαση στο κυριαρχικό τους δικαίωμα να θέσουν ενεργειακή πολιτική άνευ προηγουμένου.

Ενώ χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία τείνουν να απορρίψουν τους φόβους ότι εξαρτώνται υπερβολικά από τη ρωσική ενέργεια, άλλες χώρες, όπως η Πολωνία και η Λιθουανία, έχουν κατασκευάσει τις δικές τους εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου(LNG) για να διασφαλίσουν την ενεργειακή ανεξαρτησία από τη Ρωσία ,μιας και δεν την θεωρούν έμπιστο σύμμαχο εξαιτίας παρελθοντικών συμβάντων.

Προς το παρόν, η ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου για την οποία ανταγωνίζονται οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία δεν είναι τόσο ελκυστική όσο παλαιότερα. Οι τιμές έχουν μειωθεί περίπου 75% τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς ένα κύμα νέων προμηθειών από τις Ηνωμένες Πολιτείες και από άλλες χώρες, έπληξε την αγορά. Πιο πρόσφατα, η ζήτηση έχει μειωθεί εξαιτίας των lockdown -για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Οι αυξανόμενες πιέσεις για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα δημιουργούν επίσης ερωτήματα σχετικά με τη μελλοντική ζήτηση φυσικού αερίου.Όσο η Ουάσιγκτον ανησυχεί για την Gazprom στην Ευρώπη, η ρωσική εταιρεία ήδη έχει στρέψει την προσοχή της σε γρηγορότερα - αναπτυσσόμενες ασιατικές αγορές.Οι Ρώσοι γνωρίζουν πως η ευρωπαϊκή αγορά σε μια δεκαετία θα αρχίσει να υποχωρεί για αυτό και έχουν προσαρμόσει την πολιτική τους σε κάτι νέο.

Το κατασκευαστικό έργο που εκτελείται παράλληλα με τον υπάρχοντα αγωγό Nord Stream 1 πλησιάζει στην ολοκλήρωσή του μετά από μια μακρά διαδικασία αδειοδότησης που είδε πολλές γειτονικές χώρες και την ΕΕ να αντιτίθενται στη ρωσικογερμανική σύνδεση φυσικού αερίου. Ωστόσο, η κατασκευή έχει σταματήσει λόγω απειλών κυρώσεων από την κυβέρνηση των ΗΠΑ εναντίον εταιρειών που συμμετέχουν στο έργο με μεγάλους επενδυτές από τη Ρωσία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστρία.O Nord Stream 2 ήταν αμφιλεγόμενος και στην Ευρώπη, όπου ειδικά οι ανατολικοί γείτονες της Γερμανίας τον επέκριναν αναφέροντας πως με αυτόν διαφαίνεται μια προσπάθεια παράκαμψης της επικράτειάς τους στο εμπόριο ενέργειας.

Έχει επίσης αμφισβητηθεί επανειλημμένα από περιβαλλοντικές ομάδες, οι οποίες υποστηρίζουν επίσης ότι οι εναλλακτικές εισαγωγές υγρού φυσικού αερίου (LNG) έχουν ελάχιστα περιθώρια για τη μετάβαση της ενέργειας στη Γερμανία. Η Γερμανία έχει επιδιώξει να μετριάσει τους φόβους έχοντας εγγυηθεί στην Πολωνία και στην Ουκρανία πως δεν θα χάσουν από τον αγωγό, ενώ η Ρωσία έχει δηλώσει ότι ο Nord Stream 2 θα μπορούσε επίσης να γίνει μια σημαντική οδός για το εμπόριο υδρογόνου στην Ευρώπη. Η παραγωγή υδρογόνου θεωρείται ως αναδυόμενος ακρογωνιαίος λίθος της ενεργειακής μετάβασης που καθιστά τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας πολύ πιο ευέλικτη και διαδεδομένη. Ωστόσο, η υποδομή φυσικού αερίου θα πρέπει να προσαρμοστεί για να μπορεί να μεταφέρει υδρογόνο.

Η ρωσική κυβέρνηση προτρέπει τις κορυφαίες εταιρείες ενέργειας της χώρας να επεκτείνουν γρήγορα την παραγωγή υδρογόνου και εξετάζει το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσει τον αμφιλεγόμενο υπεράκτιο αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2 για να μεταφέρει το συνθετικό αέριο στη Γερμανία. Οι κρατικές εταιρείες ενέργειας, Gazprom και Rosatom, έχουν λάβει εντολή από το υπουργείο Ενέργειας της Ρωσίας να δημιουργήσουν μεγάλες παραγωγικές ποσότητες υδρογόνου έως το 2024. Σε ένα πρώτο βήμα, η Gazprom αναφέρει ότι προσθέτει έως και 20% υδρογόνο στο φυσικό αέριο που ρέει μέσω παλαιότερων αγωγών στο δίκτυό της και ενδέχεται να αυξήσει το μερίδιο έως και 70% σε νεότερους αγωγούς,όπως η υπεράκτια σύνδεση που συνδέει τη Ρωσία με τη Γερμανία μέσω της Βαλτικής Θάλασσα.

 Γεωργία Πολυτάνου,
 Σύμβουλος ενεργειακής ασφάλειας, Μaster in "Energy: Strategy, Law and Economy"


 23 Αυγούστου 2020