Τι συμβαίνει στην Λιβύη.

 ΣXETIKA KEIMENA:
(1) Τι σημαίνει η παραίτηση Σάρατζ.
(2) Νέο μέτωπο γαλλο-τουρκικής αντιπαράθεσης στην Αφρική.


Τι συμβαίνει στην Λιβύη.

Το τελευταίο διάστημα η Λιβύη βιώνει ένα μεγάλο κύμα αυθόρμητων λαϊκών διαδηλώσεων που πυροδοτούν οι ελλείψεις σε βασικά αγαθά, πρωτίστως σε ηλεκτρικό ρεύμα και φάρμακα. Αμφότερες οι δύο κυβερνήσεις, της Δυτικής Λιβύης (Σάρατζ) και της Ανατολικής (Σάλεχ-Χάφταρ) προσπαθούν αμήχανα να χαλιναγωγήσουν τους διαδηλωτές.

Δεν φαίνεται να τα καταφέρνουν τόσο καλά. Το πρώτο εξιλαστήριο θύμα ήταν η κυβέρνηση της Βεγγάζης, που πρόσκειται στον Χάφταρ και η οποία προχθές παραιτήθηκε. Έτοιμος να παραιτηθεί όμως είναι και ο νόμιμος πρωθυπουργός της χώρας, ο Φαγιέζ αλ Σάρατζ, επικεφαλής της κυβέρνησης της Δ.Λιβύης. Στόχος του είναι να στείλει ένα μήνυμα καλής θέλησης προς την διεθνή κοινότητα ότι θέλει να προχωρήσουν οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις που διεξάγονται υπό την αιγίδα του Μαρόκου (ενός “έντιμου διαμεσολαβητή” ή honest broker), με απώτερο σκοπό την διεξαγωγή εκλογών τον Μάρτιο του 2021.

Δεν θα ήμουν ιδιαίτερα αισιόδοξος για μια τέτοια έκβαση. Από την ημέρα που ανακοινώθηκε η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, καμία από τις δυο αντιμαχόμενες παρατάξεις δεν σταμάτησε να συσσωρεύει στρατιωτικό υλικό. Εκτός της Τουρκίας η οποία συνεχίζει την αερογέφυρα προς την αεροπορική βάση Αλ Ουατίγια στην ΒΔ Λιβύη και η Αν.Λιβύη συνεχίζει να ανεφοδιάζεται από την Ρωσία και την Αίγυπτο, οχυρώνοντας την γραμμή Σύρτη- Γιούφρα, δηλαδή την πύλη προς την Πετρελαϊκή Ημισέλινο.

Τις προηγούμενες εβδομάδες είδαμε να εκτυλίσσεται ένα game of thrones στην κυβέρνηση της Δ.Λιβύης. Η στρατιωτική ήττα του Χάφταρ και άρα η απουσία της συγκολλητικής ουσίας μεταξύ των φατριών,  της κυβέρνησης της Δ.Λιβύης, ανέδειξε στην επιφάνεια για άλλη μια φορά τις ενδοπαραταξιακές έριδες.

Κατόπιν των παραπάνω, το εύλογο ερώτημα που θα έθετε κανείς είναι κατά πόσο η βορειοαφρικανική χώρα πρόκειται να βυθιστεί σε ένα ακόμη πιο βαθύ χάος ;

Η απάντηση είναι πως σίγουρα η ακυβερνησία θα ενισχυθεί. Ούτως ή άλλως όμως, αυτή είναι μια κατάσταση πολύ γνώριμη στην Λιβύη. Διότι μετά την πτώση του Καντάφι, την χώρα κυβερνούσε περισσότερο ένα συνονθύλευμα συμμαχιών με φυλές, όπως οι Τουαρέγκ και οι Τούμπου στο νότο ή η φυλήστον Καντάφα και Αλ Ζουάγια στην Σύρτη, παρά από κυβερνήσεις με την έννοια που τις προσδιορίζουμε στην Δύση. 

Τα ερωτηματικά είναι πολλά. Την ίδια στιγμή που μεγάλα τμήματα του Νότου της χώρας βιώνουν ακυβερνησία, ουδείς γνωρίζει τι στάση θα τηρήσουν οι φύλαρχοι, με τους οποίους η συμμαχία έκανε εφικτή την προέλαση του Χάφταρ τα προηγούμενα χρόνια προς τα δυτικά. Οι φύλαρχοι αυτοί ομνύουν πίστη μόνο στον Χάφταρ προσωπικά, όχι στην κυβέρνηση της Αν.Λιβύης. Είχαν ποντάρει σε αυτόν ότι θα αποδειχθεί το “νικηφόρο άλογο” στην κούρσα προς την εξουσία. Δεν συνέβη. 

Στην περίπτωση του Σάρατζ, ο παράγοντας των φυλών απουσιάζει στον ίδιο βαθμό. Κεντρικό ρόλο διαδραματίζουν δύο μεγάλα κέντρα εξουσίας, η Τρίπολη και η Μισράτα. Η τελευταία είναι το κέντρο των τουρκογενών ισλαμιστών, οι οποίοι όμως δεν υποστηρίζουν την κυβέρνηση Σάρατζ αυτή καθ' εαυτή, παρά βουλευτές- πολεμάρχους που αποτελούν μέλη της, όπως ο υπουργός Άμυνας Μπασάγκα. 

Ακυβερνησία δηλαδή υπήρχε ήδη στην χώρα και σίγουρα θα ενταθεί σε αρκετές περιοχές της Λιβύης, λόγω της άγνωστης στάσης που θα τηρήσουν οι φύλαρχοι από τον παραμερισμό του Χάφταρ. Απάντηση επομένως στο ερώτημα κατά πόσο τα δύο στρατόπεδα θα φτάσουν έως τις εκλογές του επόμενου Μαρτίου, δεν υπάρχει. Εξάλλου, οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις οφείλονταν σε ένα στρατιωτικό τέλμα. Σε αυτό που ονομάζεται στην βιβλιογραφία των διεθνών σχέσεων “το αμοιβαία επώδυνο τέλμα” (mutual hurting stalemate). Όταν κανείς από τους δύο αντιμαχόμενους δεν είναι σε θέση να νικήσει ολοκληρωτικά τον άλλο στο πεδίο της μάχης. Διαπραγματεύεται επομένως υποχρεωτικά μαζί του για την εξεύρεση μιας επωφελούς συμβιβαστικής λύσης, ενώ παράλληλα επιχειρεί να αυξήσει την δική του διαπραγματευτική ισχύ. Εκλογές θα γίνουν μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει μια συμφωνία ad hoc μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Λιβύης για έναν τέτοιο οδικό χάρτη. Έναν χάρτη που θα περιλαμβάνει όχι μόνο εθνικές εκλογές, αλλά και δημοψήφισμα. 

Το ερώτημα που τίθεται αυτή την στιγμή είναι ποιος κατέχει την εξουσία και την νομιμότητα, προκειμένου να διεξάγει υπό ιδεατές συνθήκες σε μια χώρα μαστιζόμενη από κρίσεις και πολέμους, τόσο εθνικές εκλογές, όσο και δημοψήφισμα ; Καμία από τις δύο πλευρές φυσικά

Η εικόνα αυτή την στιγμή έχει ως εξής. Από την μια πλευρά επιχειρείται από αμφότερες τις πλευρές η αύξηση της διαπραγματευτικής τους ισχύος δια της στρατιωτικής τους ενίσχυσης μαζί με ορισμένες κινήσεις ως ένδειξη καλής θέλησης, όπως η άρση του πετρελαϊκού εμπάργκο εκ μέρους της Αν.Λιβύης και η φημολογούμενη παραίτηση Σάρατζ για ένα νέο κυβερνητικό σχήμα.

Τα προβλήματα παραμένουν όμως και είναι τρία:

- Η αδυναμία συμφωνίας για τον διαμοιρασμό της εξουσίας. Κάθε πλευρά υπερέχει σε κάτι και υστερεί σε κάτι άλλο. Η Αν.Λιβύη υπερέχει σε πλουτοπαραγωγικούς πόρους, η Δ.Λιβύη σε πληθυσμό. Η Αν.Λιβύη υποστηρίζεται από Ρώσους, Αιγύπτιους και διπλωματικά από τους Γάλλους, ενώ η Δ.Λιβύη από την Τουρκία και το Κατάρ.

- Εγγυήσεις από τρίτα μέρη. Κατά πόσο κάποια τρίτη δύναμη θα εγγυηθεί για αυτόν τον περίφημο οδικό χάρτη. Δεν υπάρχει κανείς τέτοιος διαθέσιμος παίκτης, τον οποίο να αναγνωρίζουν και οι δύο πλευρές ως ”έντιμο διαμεσολαβητή”. Είτε την Γαλλία, είτε την Αίγυπτο, είτε την Ρωσία.

- Η εμπλοκή τόσων εξωτερικών δρώντων, ορισμένοι εκ των οποίων δεν επιθυμούν την ειρήνευση αλλά την παγίωση της κυρίαρχης θέσης τους και άρα την δημιουργία ζωνών επιρροής.

Αυτοί είναι και οι λόγοι για τους οποίους δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος για την θετική έκβαση των συνομιλιών. Ο υπαρκτός φόβος είναι ότι όπως ακριβώς το 2015 δεν υλοποιήθηκε η Συμφωνία του Σιρκάτ, έτσι και τώρα μπορεί μια τέτοια λύση να μην περπατήσει. Διότι πρέπει πρώτα να επιλυθούν τα τρία παραπάνω προβλήματα. Και μπορεί να μην υπάρχει στον ίδιο βαθμό με το παρελθόν ο κίνδυνος προβοκάτσιας από τις δυνάμεις του Χαφταρ, ωστόσο προβληματισμό δημιουργεί τι θα κάνουν οι μισθοφόροι από την Συρία πώς θα αντιδράσουν άλλοι δρώντες στο (ημι)μόνιμο στο μόνιμο στρατιωτικό προγεφύρωμα της Τουρκίας στην Δ.Λιβύη και οι διαφορές μεταξύ των πολιτικών ταγών των δύο στρατοπέδων. Κάτι από όλα αυτά ή και όλα μαζί, είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσουν σε νέο τέλμα τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.

 Σπύρος Πλακούδας,
  καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και εργάζεται ως Επίκουρος Καθηγητής Εθνικής Ασφάλειας στο Rabdan Academy


16 Σεπτεμβρίου 2020 



      ΣXETIKA KEIMENA    




1.
Τι σημαίνει η παραίτηση Σάρατζ.

Σαν να μην έχει μεσολαβήσει τίποτε. Ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν ενέκρινε, όπως μετάδωσε το πρακτορείο Anadolu, το μνημόνιο οικονομικής συνεργασίας που υπεγράφη στις 13 Αυγούστου μεταξύ της χώρας του και της Λιβύης και αποβλέπει στην αποκατάσταση των επενδυτικών προγραμμάτων τουρκικών εταιρειών στη χώρα της βόρειας Αφρικής, μετά την διακοπή τους για λόγους ασφαλείας αλλά και διμερών διαφωνιών.

Μόνο που η κυβέρνηση της Τρίπολης με την οποία διαλέγεται η Άγκυρα δεν υπάρχει πια. Ο επικεφαλής της, Φαγέζ Αλ Σάρατζ, αναμένεται να ανακοινώσει την παραίτησή του μέχρι τέλους της εβδομάδας, παραμένοντας σε ρόλο υπηρεσιακό μέχρι και τον επόμενο μήνα, ενόψει των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων στη Γενεύη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, που θα επαναληφθούν τον Οκτώβριο.

Νωρίτερα, άλλωστε, αυτόν τον μήνα πραγματοποιήθηκαν με τη μεσολάβηση της μαροκινής κυβέρνησης (και με την ενθάρρυνση της Γαλλίας) συνομιλίες ανάμεσα στο Ανώτατο Συμβούλιο του Κράτους, δηλ. την κυβέρνηση Σάρατζ που ελέγχει τη δυτική Λιβύη) και το Λιβυκό Κοινοβούλιο, που εδρεύει στο Τομπρούκ και ελέγχει την ανατολική Λιβύη, οι οποίες κατέληξαν, όπως ανακοινώθηκε, σε "σημαντικούς συμβιβασμούς” στα θέματα "της εξάλειψης της διαφθοράς και της διασπάθισης δημόσιων πόρων”, αλλά και του "τερματισμού της κατάστασης κατάτμησης των θεσμών”.

Παραμένουν ωστόσο οι διαφωνίες για το ποιοι θα αναλάβουν επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας, της Εθνικής Εταιρείας Πετρελαίου και του Γενικού Επιτελείου Στρατού.

Έχει πάντως τη συμβολική σημασία του το ότι οι συνομιλίες αυτές διεξήχθησαν στην Μπουζνίκα, νοτίως του Ραμπάτ, πολύ κοντά στο Σκιράτ, από το οποίο πήρε το όνομά της η πολιτική συμφωνία του Δεκεμβρίου 2015, με την οποία συγκροτήθηκε υπό την αιγίδα του ΟΗΕ η κυβέρνηση της Τρίπολης – για να αρχίσει ωστόσο σύντομα να φυλλορροεί και να τεθεί σε τροχιά σύγκρουσης με το κοινοβούλιο.

Προτού καν επισημοποιηθεί η παραίτηση Σάρατζ είχαμε πάντως την ανακοίνωση του προέδρου του κοινοβουλίου Αγκίλα Σάλεχ ότι η ανταγωνιστική κυβέρνηση του Αμπντουλάχ αλ Θάνι που εδρεύει στα ανατολικά επίσης υπέβαλε την παραίτησή της.

Οι παράλληλες αυτές εξελίξεις προδιαθέτουν για μία εκτόνωση της λιβυκής κρίσης – ωστόσο αυτή είναι απλώς η αισιόδοξη ανάγνωση.

Στην πραγματικότητα, αφότου αποκρούσθηκε (με τη βοήθεια της Τουρκίας) η πολιορκία της Τρίπολης από τις δυνάμεις του στρατηγού Χάφταρ και κυρίως αφότου οι προελαύνοντες έλαβαν το μήνυμα (λ.χ. με τον αγνώστου πατρότητας αεροπορικό βομβαρδισμό της βάσης αλ-Ουαρίγια) να μην προχωρήσουν πέρα από την στρατηγικής σημασίας γραμμή Σύρτης-Τζούφρα (που η παραβίασή της θα οδηγούσε σε ανοικτή επέμβαση υποστηρικτών του Τομπρούκ, όπως η Αίγυπτος), διαμορφώθηκε μια κάποια ισορροπία, η οποία απλώς ανέδειξε τις εσωτερικές διαιρέσεις των δύο στρατοπέδων.

Στη μεν ανατολική Λιβύη, οι εκεί κρατούντες αντιμετωπίζουν τις διαδηλώσεις που ξέσπασαν στη Βεγγάζη (όπου την Κυριακή πυρπολήθηκαν τα κυβερνητικά γραφεία) από νέους αγανακτισμένους με το κόστος ζωής και τις συχνές διακοπές ρεύματος.

Στη δε Τρίπολη, ο Σάρατζ βρέθηκε επίσης αντιμέτωπος με διαδηλώσεις για παρόμοια αίτια και επιχείρησε ευρισκόμενος σε επίσκεψη στην Τουρκία να αποπέμψει τον υπουργό Εσωτερικών Φάθι Μπάσαγα, αν και στη συνέχεια υποχρεώθηκε να τον διατηρήσει στη θέση του. Συνολικά, στις περιοχές που έχουν ανακτηθεί μετά την υποχώρηση των δυνάμεων του Χάφταρ επικρατεί αστάθεια, με διάφορες φυλές να αυτονομούνται, ιδίως αυτές της Μισράτα που βρίσκονται πολύ κοντύτερα στην Άγκυρα. Ανακοινώνοντας την παραίτησή του, ο Σάρατζ απαλλάσσεται εν μέρει από τις έσωθεν πιέσεις, ενώ παραμένοντας ως υπηρεσιακός, ο Σάρατζ διατηρεί την δυνατότητα να έχει λόγο στις εξελίξεις.

Με αυτή την έννοια, τα χαρτιά ξαναμοιράζονται για όλους, συμπεριλαμβανομένων των τρίτων χωρών που με την ανάμιξή τους έχουν παροξύνει τη λιβυκή κρίση.

Ειδικά για την Τουρκία, το ερώτημα της διατήρησης του αποτυπώματος που απέκτησε στη Λιβύη καθίσταται κρίσιμο – αν και η απόσταση των δύο χωρών δεν βοηθά την μακροπρόθεση υποστήριξη της λιβυκής περιπέτειας του Ερντογάν.  

Του Κώστα Ράπτη


16/9/2020 

  
 2.
Νέο μέτωπο γαλλο-τουρκικής αντιπαράθεσης στην Αφρική. 

Η επίσκεψη που πραγματοποίησε στις 10 Σεπτεμβρίου ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου στο Μαλί της Δυτικής Αφρικής δεν θα πρέπει να περάσει απαρατήρητη. Πρόκειται άλλωστε για την πρώτη σημαντική επίσκεψη ξένου αξιωματούχου στο Μαλί, προτού καν συμπληρωθεί μήνας από το πραξικόπημα της 18ης Αυγούστου, οπότε ανατράπηκαν ο πρόεδρος Ιμπραχίμ Μπουμπακάρ Κεϊτά και ο πρωθυπουργός Μπουμπού Σισέ.

Ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας συναντήθηκε με τα μέλη της Εθνικής Επιτροπής Σωτηρίας του Λαού που συγκρότησαν οι πραξικοπηματίες - σε μία κίνηση που δίνει το μήνυμα ότι Άγκυρα σπεύδει να ενισχύσει την επιρροή της εκεί που το Παρίσι βλέπει την δική του να αποδυναμώνεται.

Η πρώην γαλλική αποικία του Μαλί μαστίζεται τα τελευταία χρόνια από τις αποσχιστικές κινήσεις των Τουαρέγκ στο παραμελημένο βόρειο τμήμα της χώρας, αλλά και από την ανάπτυξη τζιχαντιστών στο κενό ασφαλείας που δημιουργεί η αμφισβήτηση της κεντρικής εξουσίας.

Η ανατροπή του προέδρου Κεϊτά προέκυψε στο φόντο της κοινωνικής δυσφορίας που προκαλούσε ο νεποτισμός και η διαφθορά των κυβερνώντων, αλλά και η ανικανότητα τους να οδηγηθούν σε μία ειρηνική διευθέτηση των ζητημάτων με τους Τουαρέγκ.

Οι εκλογές που πραγματοποιήθηκαν την περασμένη Άνοιξη, με τον ηγέτη της αντιπολίτευσης να έχει συλληφθεί λίγο πρωτύτερα και την προσέλευση στις κάλπες να περιορίζεται στο 35%, αποτέλεσαν τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Την παραμονή τις προγραμματιζόμενες μεγάλης διαδήλωσης της αντιπολίτευσης κατά του Κεϊτά ο στρατός κινήθηκε και ανέτρεψε τον πρόεδρο.

Οι εξελίξεις αυτές ερμηνεύονται ως ήττα του Παρισιού, εφόσον ο Κεϊτά θεωρούνταν ο "άνθρωπος της Γαλλίας στη Μπαμακό”.

Υπενθυμίζεται ότι τα τελευταία οκτώ χρόνια η Γαλλία διατηρεί στρατιωτική δύναμη 5.100 ανδρών στο Μαλί, επιπλέον των κυανόκρανων του ΟΗΕ που σταθμεύουν εκεί, στο πλαίσιο του "πολέμου κατά της τρομοκρατίας”.

Από την άλλη πλευρά, ο επιδραστικός ιμάμης Μαχμούντ Ντίκο, ο οποίος κατεξοχήν γαλβάνιζε την αντιπολίτευση, καταγγέλλοντας την Γαλλία ότι εκμεταλλεύεται την κατάσταση ασφαλείας για να ενισχύσει την νεοαποικιακή της κυριαρχία, φέρεται παρά τους δεσμούς του με τη Σαουδική Αραβία, όπου και πραγματοποίησε τις σπουδές του, να είναι επίσης ευεπίφορος στην τουρκική επιρροή.

Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Φαχίμ Ταστεκίν στο al-monitor.com, ο Ντίκο συντέλεσε στην ανέγερση τεμένους με χορηγία της Άγκυρας σε οικόπεδο της Μπαμακό, ενώ διατηρεί επαφές με το τουρκικό εθνικιστικό-ισλαμιστικό κίνημα Millî Görüş, από το οποίο προέρχεται και ο ίδιος ο Tαγίπ Ερντογάν.

Το Mαλί συγκεντρώνει το ενδιαφέρον της Άγκυρας τουλάχιστον από το 2010, οπότε άνοιξε τουρκική πρεσβεία στην Μπαμακό, ενώ ο Ερντογάν επισκέφθηκε τη χώρα το 2018. Η τουρκική διείσδυση στις άλλοτε γαλλικές αποικίες της βόρειας και υποσαχάριας Αφρικής είναι μακρά και καλά μελετημένη, ενώ πρόσφατη είναι η υπογραφή συμφωνίας στρατιωτικής συνεργασίας με τη Δημοκρατία του Νίγηρα, η οποία συνορεύει προς δυσμάς με το Μαλί και προς βορράν με τη Λιβύη.

Πάντως οι ηγέτες της στρατιωτικής χούντας του Μαλί δεν φαίνεται να έχουν ιδιαίτερους οργανωτικούς δεσμούς με την Άγκυρα, καθώς έχουν λάβει την εκπαίδευσή τους είτε σε χώρες της Δύσης είτε στη Ρωσία.

Αλλά και η Γαλλία προσαρμόζει τη στάση της, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι ο πρεσβευτής της στην Μπαμακό συνάντησε τους ηγέτες της χούντας μόλις έξι ημέρες μετά το πραξικόπημα, ενώ και το γαλλικό Υπουργείο Εξωτερικών σε ανακοίνωσή του εξέφρασε την υποστήριξη του προς τον λαό του Μαλί.

Σε κάθε περίπτωση, ένα νέο μέτωπο της γαλλο-τουρκικής αντιπαράθεσης δείχνει να έχει μόλις ανοίξει.

Του Κώστα Ράπτη


16/9/2020