ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ. 'Εξι άξονες για επανεκκίνηση της οικονομίας με «όπλο» το Ταμείο Ανάκαμψης.

Για να μπει η οικονομία σε μια περίοδο ανόρθωσης, με διατηρήσιμη μεγαλύτερη ανάπτυξη, απασχόληση και ευημερία, υποστηρίζουν οι μελετητές, μοναδική ευκαιρία προσφέρουν οι πόροι του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και Ανόρθωσης.

Εξι άξονες για επανεκκίνηση της οικονομίας
 με «όπλο» το Ταμείο Ανάκαμψης.  
  
Την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας από την ύφεση λόγω πανδημίας, με την επίτευξη διατηρήσιμων, υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, κάτι που προϋποθέτει την εφαρμογή μιας στρατηγικής με σειρά μεταρρυθμίσεων, εισηγείται έρευνα της διαΝΕΟσις, υπό τον συντονισμό του Νίκου Χριστοδουλάκη, καθηγητή στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρώην υπουργού.

Συγκεκριμένα, η στρατηγική που προτείνεται στην έρευνα, υπό τον τίτλο «Η επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, Ταμείο Ανάκαμψης και δημοσιονομικές προοπτικές», με όπλο τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία:

1. Χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα, 1,5% του ΑΕΠ, αμέσως μετά τη λήξη της αναστολής της Ε.Ε. το 2021. Ετσι, θα απομένει δημοσιονομικός χώρος 1,5%-2% του ΑΕΠ ετησίως, δηλαδή περίπου 4 δισ. ευρώ, που θα διατεθεί κατά το ήμισυ για την άμυνα και το υπόλοιπο για φοροελαφρύνσεις, μειώσεις εισφορών, αποζημιώσεις λόγω πανδημίας και εθνική συμμετοχή στο ΕΣΠΑ.

2. Επενδύσεις σε υποδομές και παραγωγή. Με αυτές, μακροχρόνια, υπολογίζουν ότι το ΑΕΠ μπορεί να ισορροπεί σ’ ένα νέο επίπεδο, αυξημένο κατά 1,8%. Προτείνουν επενδύσεις για κατάρτιση, ψηφιοποίηση, κλιματική βελτίωση, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του σχεδίου της Ε.Ε., αλλά και για ενίσχυση των δημοσίων υποδομών για την παραγωγή, την Υγεία και την Παιδεία, στήριξη της βιομηχανικής παραγωγής και χρηματοδότηση του τουρισμού για τη δημιουργία σύγχρονων μονάδων.

3. Αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα, με μείωση του μη μισθολογικού κόστους, αλλά και 

• Υποχρεωτική καθιέρωση προσωπικού λογαριασμού ασφάλισης και σύνταξης (ΠΛΑΣ), στον οποίο καταγράφονται διαχρονικά όλες οι εισφορές και αποτελεί τη βάση υπολογισμού και χορήγησης της σύνταξης, ενσωματώνοντας τους κανόνες κρατικής συγχρηματοδότησης και τις αποδόσεις των Ταμείων.

• Ομοιογενοποίηση των διατάξεων υπολογισμού των παροχών για ασφαλισμένους μετά το 1992, με διατήρηση των υφιστάμενων παροχών για όσους είχαν ασφαλιστεί μέχρι το 1992.

• Επικουρικές εισφορές στο 7%, σε ένα σύστημα υπό δημόσια εποπτεία, με κεφαλαιοποιητικά κριτήρια. Παρόμοιο πλαίσιο και για εθελοντικά επαγγελματικά ταμεία.

4. Αλλαγές στο φορολογικό σύστημα, με μειώσεις συντελεστών, ώστε να μειωθεί το ατομικό φορολογικό βάρος μισθωτών, επιχειρήσεων και επαγγελματιών, με παράλληλη εφαρμογή θεσμικών παρεμβάσεων στην οργάνωση και λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών. Στον ΦΠΑ προτείνεται να ισχύσει ένας μόνο κύριος συντελεστής κι ένας χαμηλός, χωρίς άλλες εξαιρέσεις.

5. Αυτασφάλιση επιχειρήσεων έναντι κινδύνων, με τη δημιουργία αντίστοιχων οργανισμών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε στο μέλλον να μην επωμίζεται τη διάσωσή τους, σε περιόδους κρίσης, μόνο ο φορολογούμενος.

6. Ρυθμίσεις για τηλεργασία και τηλεπιχειρείν, ώστε να ενθαρρυνθεί η προσέλκυση στελεχών στην Ελλάδα και η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού επιχειρείν.

Συνολικά, με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, η μελέτη υπολογίζει ότι μπορεί να μειωθούν οι εισφορές στο 12% του μισθού, αντί του σημερινού 20%, να μειωθεί η ανεργία στο 11,4% το 2030 και στο 8,25% το 2040, αντί 16,16% και 15,44% χωρίς τους πόρους αυτούς, αντίστοιχα, και το χρέος να πέσει κάτω από 100% του ΑΕΠ το 2030 και ενδεχομένως νωρίτερα, ενώ το 2040 προσεγγίζει πλέον το όριο του 60%. Η βιωσιμότητά του φαίνεται να είναι εξασφαλισμένη, ενώ με τα σημερινά δεδομένα, οριακά μόνο είναι βιώσιμο.

Οι μελετητές υποστηρίζουν ότι δεν αρκεί μια απλή επιστροφή των ρυθμών ανάκαμψης στα προηγούμενα επίπεδα, γιατί τότε το επίπεδο απασχόλησης και η οικονομική δραστηριότητα θα εξακολουθούν να υστερούν από την προοπτική που θα είχαν χωρίς την πανδημία. Αλλωστε, η άποψή τους είναι ότι, και χωρίς την πανδημία, η πορεία της ελληνικής οικονομίας θα χαρακτηριζόταν από μέτριους και χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, με τους οποίους θα ήταν ανέφικτη μια επαναφορά στα προ κρίσης επίπεδα. 

Για να μπει σε μια περίοδο ανόρθωσης, με διατηρήσιμη μεγαλύτερη ανάπτυξη, απασχόληση και ευημερία, υποστηρίζουν, μοναδική ευκαιρία προσφέρουν οι πόροι του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και Ανόρθωσης. «Η Ε.Ε. έδωσε διέξοδο στο πρόβλημα ως από μηχανής θεός, για να προσφέρει λύτρωση στην αναπτυξιακή τραγωδία που απειλούσε όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά και τα υπόλοιπα μέλη», γράφει ο κ. Χριστοδουλάκης στην έρευνα.

Οι στρεβλώσεις παραμένουν

Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι, δύο χρόνια μετά τη λήξη των μνημονίων, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να υφίσταται τις χρόνιες στρεβλώσεις στο φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα και να παραμένει εγκλωβισμένη  σε έναν ασφυκτικό συνδυασμό υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων και χαμηλών δημοσίων επενδύσεων. Μεταξύ άλλων σημειώνουν ότι στο ασφαλιστικό, παρά τις αλλαγές λόγω μνημονίων, υπήρξαν και αντίρροπες κινήσεις, όπως η ακύρωση των περικοπών των προσωπικών διαφορών, η συνεχιζόμενη πρόωρη συνταξιοδότηση πολλών κατηγοριών. Αιχμές αφήνουν μάλιστα και για τον ν. 4670 του 2020, επισημαίνοντας ότι όλα αυτά, αντί να ενισχύσουν τις προσπάθειες εξορθολογισμού και να αποδυναμώσουν τις χαριστικές διατάξεις, «κατέληξαν να ρυθμίζουν περιστασιακά θέματα, που κάθε άλλο παρά διευκολύνουν τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του συστήματος. Για παράδειγμα, ορισμένες συντάξεις αυξάνονται χωρίς την πληρωμή επιπλέον εισφορών και ορισμένοι κλάδοι αντιμετωπίζονται πάλι προνομιακά».

* Στην ερευνητική ομάδα συμμετείχαν επίσης ο Μιλτιάδης Νεκτάριος, καθηγητής Ασφαλιστικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Ηλίας Βαλεντής, research analyst της διαΝΕΟσις και υποψήφιος διδάκτωρ Οικονομικών στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, και ο Χρήστος Αξιόγλου, μέλος του Δημοσιονομικού Συμβουλίου και διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. Η έρευνα αποτελεί μια επικαιροποιημένη έκδοση αντίστοιχης που είχε δημοσιευθεί το 2018. 

Ειρήνη Χρυσολωρά


5/10/2020