«Κερδάμε».



 «Κερδάμε».

Το «δόγμα Σπάθα» πρωτοδιατυπώθηκε, πριν από καιρό, στα «χρόνια της παράγκας» του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ενας διαιτητής, ο Σπάθας, σε μια τηλεφωνική συνομιλία με τον Θωμά Μητρόπουλο μας είχε χαρίσει άφθονο γέλιο με το ανεπανάληπτο «κερδάμε»: «Θωμά, ο Ολυμπιακός και το Αιγάλεω να κερδάμε και όλοι οι άλλοι...».

Δεν περίμενα ότι μετά από χρόνια το «δόγμα Σπάθα» θα κέρδιζε μια εξέχουσα θέση στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Γιατί αυτό μου θυμίζουν αρκετές αναλύσεις, κατά τεκμήριο έγκυρων δημοσιολόγων, σχολιαστών και συναφών επαγγελματιών, για την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Συνεχώς και αδιαλείπτως «κερδάμε». Σε όλα τα μέτωπα και σε όλες τις καταστάσεις.

Βγάζει ο Ερντογάν το «Oruc Reis» στα ανοιχτά του Καστελόριζου; Εμείς «κερδάμε». Γιατί έτσι αποκαλύπτεται ότι ο «σουλτάνος», λόγω της εσωτερικής κρίσης στην Τουρκία, καταφεύγει στον τυχοδιωκτισμό.

Μαζεύει το «Oruc Reis» ο «σουλτάνος»; «Κερδάμε». Γιατί οι Τούρκοι έβαλαν την ουρά κάτω απ’ τα σκέλια.

Κάνει κρουαζιέρα το «Oruc Reis»; Πάλι εμείς «κερδάμε». Γιατί οι Τούρκοι δεν ξέρουν να κάνουν αξιόπιστες σεισμικές έρευνες και το έριξαν στον μεσογειακό τουρισμό. Οι ανεπρόκοποι...

Ομως η αποθέωση του «δόγματος Σπάθα» έγινε στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης την Παρασκευή. Εκεί, λοιπόν, δεν «κερδάμε» απλώς. Συντρίβουμε τον αντίπαλο, την Τουρκία. Ποδοπατάμε κάποιους δόλιους και υποχθόνιους συμμάχους της, τους Γερμανούς. Και για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις, υποχρεώνουμε την Τουρκία σε διάλογο με την Ελλάδα, έτσι για να καταλάβει ποιος είναι το «αφεντικό» στην περιοχή. 'Ασχετο αν κάποιοι καχύποπτοι υποστηρίζουν ότι η κρίση του «Oruc Reis» εξαρχής είχε ως στόχο να εξαναγκάσει την Αθήνα στην αποδοχή του ελληνοτουρκικού διαλόγου.

Πού συμβαίνουν όλα αυτά τα απίθανα και εξωπραγματικά; Δυστυχώς, εντός και επί τα αυτά. Σε έναν αυτιστικό και σουρεαλιστικό δημόσιο διάλογο που έχει έναν και μοναδικό στόχο: να αποδείξει ότι η κυβέρνηση οδεύει από τη μια εθνική επιτυχία στην άλλη και από τον προηγούμενο διπλωματικό θρίαμβο στον επόμενο. Νίκη στον Εβρο, νίκη στο Αιγαίο, νίκη στην Ανατολική Μεσόγειο, νίκη στις Βρυξέλλες. Κανονικά πρέπει να έχουμε ξεμείνει από σαμπάνιες.

Τώρα, αν υπάρχουν βάσιμα ερωτήματα και προφανείς αντιφάσεις στο σουρεαλιστικό σενάριο των «εθνικών θριάμβων», τόσο το χειρότερο για τα ερωτήματα και τις απορίες. Δεν είναι κακό να δώσουμε ορισμένα παραδείγματα.

Στην αρχή της κρίσης με το «Oruc Reis» ξεσηκώσαμε τον κόσμο για «αποτελεσματικές κυρώσεις» στην Τουρκία από την Ε.Ε. Αίφνης, αυτή η «κόκκινη γραμμή» χάθηκε.
Στη συνέχεια ζητήσαμε «αυτοματοποιημένη λίστα κυρώσεων», κάτι σαν την περίφημη «λίστα Μπορέλ». Κι αυτή η σημαία σιωπηλά υπεστάλη.

Στην επόμενη δύσκολη φάση της διαπραγμάτευσης επιμείναμε στο έλασσον: μια ρητή αναφορά σε «κυρώσεις» για την Τουρκία στα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής. Χάθηκε και αυτό στη μετάφραση.

Μέσα στις τελευταίες 60 ημέρες η ελληνική διπλωματία άρθρωσε τρεις «κόκκινες γραμμές» για το πλαίσιο σχέσεων Ευρώπης, Ελλάδας και Τουρκίας και οδηγήθηκε, σεμνά και ταπεινά, σε τρεις υποστολές. Δύσκολα, λοιπόν, αυτό το χαρακτηρίζεις «εθνικό θρίαμβο».

Εκτός αν είσαι ένας αθεράπευτος εραστής του «δόγματος Σπάθα». Σκεφτείτε από τι γλιτώσαμε: να είχε επιβάλει το Συμβούλιο Κορυφής κυρώσεις στην Ελλάδα. Λίγο είναι ότι το αποφύγαμε; Αρα; «Κερδάμε».

Θανάσης Τσεκούρας


 5/10/2020 


           ΣXETIKA KEIMENA            

 
Σκίτσο του Η. ΜΑΚΡΗ

Σύνοδος Κορυφής:
 Για άλλη μία φορά ώδινεν όρος και έτεκεν μυν.
 
Ανάλωσαν 9 ώρες οι ηγέτες των 27 χωρών της Ε.Ε. προκειμένου να συμφωνήσουν και να συντάξουν ένα κοινό κείμενο συμπερασμάτων από τη Σύνοδο Κορυφής για το θέμα των προκλήσεων της Τουρκίας στη ΝΑ Μεσόγειο! Ενα κείμενο το οποίο πρακτικά ελάχιστη έως καθόλου σημασία έχει πέρα από μια θολή έκφραση αλληλεγγύης της Ε.Ε. προς τα μέλη της. Εν προκειμένω, στην Ελλάδα και την Κύπρο που έδωσαν μάχες για να αλλάξουν... οι  γραπτές διατυπώσεις ώστε να υπονοείται η επιβολή μέτρων στην Τουρκία αν δεν συμμορφωθεί. Και μετά ταύτα, έσταξε η ουρά του γαϊδάρου!
Αυτή η ιστορία, όμως, έρχεται να αποδείξει για άλλη μία φορά ότι η Ε.Ε. δεν είναι τίποτε άλλο από ένας συνεταιρισμός κρατών που δημιούργησαν μια ενιαία αγορά με κοινούς κανόνες για την πώληση των προϊόντων τους και τις προμήθειες από τρίτες χώρες.

 Ενας δυσκίνητος γραφειοκρατικός και αγκυλωμένος μηχανισμός με πλήθος αντικρουόμενων εθνικών συμφερόντων που προχωρά με συμβιβασμούς, ισορροπίες, υποχωρήσεις, αλληλομαχαιρώματα, προσωπικές ατζέντες και αντί για μια ενιαία ηγεσία με κύρος σε όλο τον πλανήτη διοικείται στην ουσία από τους αρχηγούς των μεγάλων και ισχυρότερων χωρών.

 Αυτοί αποφασίζουν και οι υπόλοιποι απλώς μπορούν να θέτουν ενστάσεις σε ανούσια κείμενα για το αν θα πρέπει να αντικατασταθεί η τάδε λέξη με τη δείνα!
Είναι αυτό που έλεγε ο μετρ της διπλωματίας Κίσινγκερ: «Οταν έχω πρόβλημα με μια χώρα σηκώνω το τηλέφωνο και μιλώ με τον ομόλογό μου. Oταν όμως έχω πρόβλημα με την Ευρώπη, δεν ξέρω με ποιoν πρέπει να μιλήσω...».

Παρότι αυτό ειπώθηκε πριν από πολλά χρόνια, τότε που δεν υπήρχαν θέσεις αρμοδίων για την εξωτερική πολιτική της Ε.Ε. ή της άμυνας κ.λπ., αλλά και τώρα που διαθέτει τέτοια πόστα, αυτά μοιάζουν περισσότερο διακοσμητικά και άνευ ουσιαστικής εξουσίας και κυρίως ευθύνης.

Και τούτο γιατί για όλες τις κρίσιμες αποφάσεις δεν αποφασίζει ένας υψηλόβαθμος κοινοτικός υπάλληλος, αλλά οι αρχηγοί των κρατών από κοινού. Τουτέστιν, οι ισχυροί της Ε.Ε. διά των διαβουλεύσεων με όλους τους εταίρους.

Ετσι, όμως, αποδεικνύεται με κάθε ευκαιρία ότι η Ευρώπη δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει αυτό που λέμε ενιαία ή ομοσπονδία με κοινή εξωτερική, αμυντική, οικονομική πολιτική, κοινό ταμείο,  κοινό Σύνταγμα, ενιαία σύνορα, κοινούς νόμους και κυρίως ευρωπαϊκή ηγεσία εκλεγμένη από τους πολίτες της Ε.Ε.

Θα παραμένει πάντα ένας χαοτικός μηχανισμός διαβουλεύσεων, διαπραγματεύσεων και ισορροπιών με ψήγματα αλληλεγγύης ακόμα και σε κρίσιμα θέματα όπως, δυστυχώς, βλέπουμε να γίνεται στο τεράστιο μεταναστευτικό πρόβλημα και την καταπάτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων χωρών-μελών του... οικονομικού συνεταιρισμού.
Το ερώτημα αν πρέπει να είμαστε μέλος αυτής της ετερόκλητης  Ενωσης υπό αυτές τις συνθήκες είναι αβίαστα «ναι».

Και αυτό γιατί απλούστατα σε αυτό το ρευστό  παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον είναι δύσκολο να επιβιώσει κανείς μόνος του. Και δεν υπάρχουν δα κι άλλες τέτοιες ενώσεις ή ομοσπονδίες χωρών για να μπορεί μια χώρα να επιλέξει γιατί εκεί θα έχει μεγαλύτερη ασφάλεια και αλληλεγγύη. Μονόδρομος η Ευρώπη και το θέμα είναι πώς και πότε θα μπορέσει αυτή να γίνει υπολογίσιμη δύναμη όχι μόνο οικονομικά, αλλά και στρατιωτικά και πολιτικά.

Μέχρι τότε η πικρή αλήθεια είναι ότι θα πρέπει να πηγαίνουμε  με τα νερά της κάθε Μέρκελ και του κάθε Μακρόν, επαιτώντας ένα κοινό ανακοινωθέν που θα στέλνει... μήνυμα στον κάθε Ερντογάν, αφού πρώτα μας υποχρεώνουν να πάρουμε τα δικά τους όπλα από τα δικά τους εργοστάσια προκειμένου να μας υπολογίζει περισσότερο η Τουρκία, να εκτοξεύουμε τις αμυντικές μας δαπάνες και να τις αφαιρούμε από το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων.

Βασίλης Στεφανακίδης


5/10/2020





    ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ