Να μη «χάσουμε τη μπάλα» και στην οικονομία.
Οι αιτίες της αποτυχίας να αντιμετωπίσουμε, σε υγειονομικό επίπεδο, το δεύτερο κύμα της πανδημίας είναι πολλές. Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι έκαναν (και κάνουν) λίγα. Και αυτά αργά. Προσπάθησαν να συζεύξουν – τούτο εύλογα – την υγεία με την οικονομία, αλλά δίχως σχέδιο και εναλλακτικές λύσεις.
Σχέδιο σήμαινε να λειτουργούσαν σήμερα οι μεγαλύτεροι τομείς της οικονομίας που συμβάλλουν στο εθνικό ΑΕΠ και να είχαν κλείσει προ πολλού τομείς που λειτουργούν ως εστίες υπερμετάδοσης και ελάχιστα συνεισφέρουν (για παράδειγμα εάν εγκαίρως είχαν κλείσει τα νυχτερινά μαγαζιά ίσως δεν θα χρειαζόταν να κλείσει ο τομέας της εστίασης και σίγουρα όχι το λιανεμπόριο).
Εναλλακτικές λύσεις σημαίνει να μην αναζητούσαν πανικόβλητοι την επίταξη ιδιωτικών κλινικών, αλλά να είχαν μισθώσει (μέσω διαγωνισμού) προ πολλού, κάποιες ή κάποια, που θα την έκαναν COVIDclinic σε περίπτωση εκτάκτου ανάγκης. Άλλωστε, η επίταξη δεν είναι τζάμπα. Η επίταξη μπορεί να είναι πράξη του δημοσίου δικαίου κυριαρχική και δίχως να έχει σχέση με σύμβαση αποτελεί, όμως, αναγκαστική μίσθωση, η οποία έχει ως συνέπεια την υποχρέωση καταβολής αποζημιώσεως από τον επιτάσσοντα στο δικαιούχο, δηλαδή οικονομικού ανταλλάγματος για τη στέρηση της χρήσεως του επιταχθέντος.
Μολονότι, σήμερα, η διαχείριση της υγειονομικής κρίσης – απολύτως δικαιολογημένα – μονοπωλεί το δημόσιο διάλογο, ίσως πρέπει να ξεκινήσουμε μια σοβαρή κουβέντα για τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης που έχει ήδη αρχίσει και θα γιγαντωθεί αμέσως μετά.
- Οι παρατάσεις εξόφλησης των υποχρεώσεων προς το κράτος και τις τράπεζες δεν είναι λύση όταν δεν παράγεται το αντίστοιχο εισόδημα.
Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στρέφονταν, κυρίως, σε τρεις κατευθύνσεις:
άμεσες εισοδηματικές ενισχύσεις,
παρατάσεις στην εξόφληση φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων προς το δημόσιο και σπανίως προς τις τράπεζες και
παροχή εγγυήσεων για δάνεια με ευνοϊκότερους όρους δανεισμού.
Ωστόσο, το μείγμα των ανωτέρω μέτρων δεν δικαιολογεί ιδιαίτερη αισιοδοξία. Οι παρατάσεις εξόφλησης των υποχρεώσεων προς το κράτος και τις τράπεζες δεν είναι λύση όταν δεν παράγεται το αντίστοιχο εισόδημα. Αμέσως μετά την λήξη της πανδημικής κρίσης, νοικοκυριά και επιχειρήσεις δεν θα επανέλθουν άμεσα στην προτέρα κατάσταση. Το εισόδημά τους δεν θα αναταχθεί στον ίδιο χρόνο με εκείνο που θα πρέπει να καλύψουν τις υπό παράταση υποχρεώσεις. Το αποτέλεσμα θα είναι να δημιουργηθεί μια νέα γενιά κόκκινων δανείων στις τράπεζες και ληξιπρόθεσμων οφειλών στο Δημόσιο και στον ΕΦΚΑ.
Ειδικά για τον τραπεζικό δανεισμό πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ο ρυθμός παροχής νέων δανείων είναι ιδιαίτερα βραδύς. Οι τράπεζες εμφανίζονται διστακτικές στις νέες χορηγήσεις, ενώ ο χρόνος αρχικής έγκρισης έως την εκταμίευση ενός δανείου με την εγγύηση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζες είναι υπερβολικά μεγάλος. Όταν θα φθάσουν τα χρήματα στις επιχειρήσεις θα είναι αργά για να αναταχθούν οι απώλειες και ακόμη πιο αργά για να ληφθούν έγκαιρα μέτρα μετασχηματισμού τους (λχ μια επιχείρηση που χρειαζόταν το δάνειο για να καλύψει κεφάλαιο κίνησης και να δώσει έμφαση στο κανάλι διανομής των προϊόντων της που λέγεται internet, χάνει το σημερινό momentum όσο αργεί η εκταμίευση. Σε καθεστώς lockdown το internet είναι το μοναδικό κανάλι διανομής. Αύριο όχι).
- Η μόνη λύση που απομένει είναι οι μεταβιβάσεις, δηλαδή οι άμεσες ενισχύσεις
Ωστόσο, η αύξηση του δανεισμού δεν είναι η βέλτιστη λύση για το σύνολο των επιχειρήσεων. Η πείρα του 2008 έδειξε ότι η πλημμυρίδα νέων δανείων μπορεί βραχυπρόθεσμα να εξασφάλισε την αποπληρωμή προηγούμενων δανείων, όμως, μακροπρόθεσμα οδήγησε στην υπερχρέωση και αύξησε την αστάθεια του συστήματος. Άλλωστε, οι μνήμες αυτής της εποχής είναι ακόμη νωπές και δεν πρέπει να οδηγηθούμε στα ίδια λάθη.
- Η πρόσβαση σε ευρωπαϊκούς πόρους δεν είναι ανάλογη του προβλήματος που αντιμετωπίζουμε ως χώρα, ιδίως στον τομέα της εργασίας.
Η μόνη λύση που απομένει είναι οι μεταβιβάσεις, δηλαδή οι άμεσες ενισχύσεις. Επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις ή ένας υβριδικός συνδυασμός πίστωσης με επιχορήγηση. Προς το τελευταίο τείνει να ομοιάσει ο θεσμός της επιστρεπτέας προκαταβολής που μολονότι αποτελεί χαμηλότοκο δάνειο απευθείας του κράτους προς τους δικαιούχους, σύμφωνα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες, δεν θα επιστραφεί στο σύνολό του. Επιχειρήσεις που πλήττονται σε μέγιστο βαθμό θα τύχουν της ευεργετικής διαγραφής. Στην ουσία το δάνειο θα μετατραπεί εν μέρει σε επιχορήγηση.
Η μέχρι σήμερα εμπειρία στη διαχείριση αντίστοιχων κρίσεων έχει δείξει ότι όπου εφαρμόστηκαν δημοσιονομικά μέτρα με τη μορφή άμεσων ενισχύσεων επέτρεψαν την ταχύτερη έξοδο από την κρίση. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η Κίνα και σε μικρότερο βαθμό οι ΗΠΑ.
- Πολλές χώρες βλέποντας ότι η τόνωση της αγοραστικής ζήτησης δεν θα είναι αυτόματη μετά τη λήξη της υγειονομικής κρίσης έχουν ήδη θεσπίσει προγράμματα διατήρησης της εργασίας μέσω μειωμένου ωραρίου. Ο στόχος να μην εκτοξευθεί η ανεργία στο τέλος της υγειονομικής κρίσης μέχρι να εξισορροπηθεί η αγορά
Εξάλλου, η πρόσβαση σε ευρωπαϊκούς πόρους δεν είναι ανάλογη του προβλήματος που αντιμετωπίζουμε ως χώρα, ιδίως στον τομέα της εργασίας. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί το πρόγραμμα SURE. Η ΕΕ θέσπισε ένα μέσο για την προσωρινή στήριξη για τον μετριασμό των κινδύνων ανεργίας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, προκειμένου να βοηθήσει τους εργαζομένους να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας τους κατά τη διάρκεια της κρίσης. Το μέσο παρέχει δάνεια με ευνοϊκούς όρους στα κράτη μέλη για την κάλυψη μέρους των δαπανών που συνδέονται με τη δημιουργία ή την επέκταση εθνικών συστημάτων μειωμένου ωραρίου εργασίας. Από το πρόγραμμα αυτό, χώρες με αντίστοιχο μέγεθος με την Ελλάδα έχει ήδη εγκριθεί να εισπράξουν πολλαπλάσια χρήματα. Πιο συγκεκριμένα, μέχρι τον Οκτώβριο του 2020 φαίνεται να έχουν εγκριθεί για την Ελλάδα μόλις 2,9 δις ευρώ, ενώ για την Πορτογαλία περίπου τα διπλάσια (5,9 δις) και για το Βέλγιο περίπου τα τριπλάσια (7,8 δις) (πηγή:https://www.consilium.europa.eu/el/policies/coronavirus/covid-19-economy/).
Μάλιστα, πολλές χώρες (Γερμανία, Βρετανία κλπ) βλέποντας ότι η τόνωση της αγοραστικής ζήτησης δεν θα είναι αυτόματη μετά τη λήξη της υγειονομικής κρίσης έχουν ήδη θεσπίσει προγράμματα διατήρησης της εργασίας μέσω μειωμένου ωραρίου.
Για παράδειγμα ο εργαζόμενος θα εργάζεται με μειωμένο ωράριο (εάν αντίστοιχες είναι οι ανάγκες της επιχείρησης) δίχως να μειώνεται το εισόδημά του, καθόσον ο εργοδότης θα τον αμείβει για τις πραγματικές ώρες εργασίας, ενώ για τις υπόλοιπες θα επιδοτείται απευθείας ο εργαζόμενος από το κράτος. Ο στόχος να μην εκτοξευθεί η ανεργία στο τέλος της υγειονομικής κρίσης μέχρι να εξισορροπηθεί η αγορά είναι προφανής.
Στη χώρα μας, η κυβερνητική επιλογή για παρατάσεις σε δάνεια [και στην περίπτωση αυτή δυστυχώς όχι σε όλες τις επιχειρήσεις ούτε σε όλες τις μορφές δανείων (λχ δεν έχει ληφθεί καμία μέριμνα για το leasing)] και παρατάσεις σε εξόφληση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, αφιερώνοντας ελάχιστους πόρους σε άμεσες εισοδηματικές ή κεφαλαιακές ενισχύσεις, δεν προδιαγράφει μηδενικές απώλειες για τους μισθωτούς, τους αυτοαπασχολούμενους και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Όλες οι εκτιμήσεις δείχνουν πως η λήξη της υγειονομικής κρίσης θα συνοδευτεί από αυξημένη ανεργία για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθήλωση μισθών και λαϊκών εισοδημάτων και περαιτέρω μονοπώληση της αγοράς, σε βάρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Απαιτείται άμεσα να αλλάξουμε ρότα. Ειδάλλως την αδυναμία (πρόσκαιρη ελπίζουμε) διαχείρισης της κρίσης σε υγειονομικό επίπεδο, θα διαδεχθεί μια αποτυχία (μακράς διάρκειας) αντιμετώπισης της επιγενόμενης οικονομικής κρίσης. Και τότε … «θα χάσουμε για τα καλά την μπάλα».
Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής & Διαχειριστής Αφερεγγυότητας
Το Δημόσιο Χρέος της Ελλάδος, παρά την αύξηση του ως ποσοστό του ΑΕΠ, παραμένει βιώσιμο τουλάχιστον έως το 2030, αν και εξαιτίας της πανδημίας και των δημοσιονομικών μέτρων που έχουν ληφθεί, αναμένεται να υπάρξει μία μόνιμη αύξ ηση των χρηματοδοτικών αναγκών για την εξυπηρέτηση του, είπε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος συνέστησε το ταμειακό απόθεμα ασφαλείας του Δημοσίου να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα τα επόμενα χρόνια, καθώς συμβάλλει στη διατήρηση χαμηλού κινδύνου αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους, παρέχοντς εμπιστοσύνη στους επενδυτές.
Όπως ανέφερε ο ίδιος μιλώντας σε εκδήλωση του Οικονομικού Επιμελητηρίου, σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οι βασικοί κίνδυνοι βιωσιμότητας του χρέους σχετίζονται κυρίως με τους όρους χρηματοδότησης από τις αγορές, τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας, αλλά και με το ύψος των παρεχόμενων εγγυήσεων που έχουν δοθεί για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, στα πλαίσιο των μέτρων στήριξης της οικονομίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Για το λόγο αυτό συνέστησε μετά την πανδημία η κυβέρνηση να συνεχίσει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα προκειμένου η οικονομία να προετοιμαστεί όχι μόνο για μια ασφαλή και πλήρη επανεκκίνηση, αλλά πολύ περισσότερο για την επάνοδό της σε μια στέρεη αναπτυξιακή τροχιά επενδύοντας στην ψηφιακή και πράσινη οικονομία.
Επίσης οι ελληνικές αρχές, με δεδομένο ότι τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν ληφθεί είναι προσωρινού χαρακτήρα, θα πρέπει, όπως υπογράμμισε, να είναι έτοιμες να ενταχθούν πλήρως στους κανόνες του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου, μόλις αυτοί ενεργοποιηθούν εκ νέου. Τέλος θα πρέπει να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ που θα λάβει η Ελλάδα.
Όπως εξήγησε ο διοικητής της ΤτΕ, η επίπτωση της πανδημίας στην οικονομική δραστηριότητα και τα επακόλουθα μέτρα δημοσιονομικής επέκτασης αναμένεται να επιφέρουν «μια μόνιμη ανοδική μετατόπιση τόσο της καμπύλης του χρέους-προς-ΑΕΠ, όσο και της καμπύλης των Ακαθάριστων Χρηματοδοτικών Αναγκών-προς-ΑΕΠ σε σχέση με τις προ-πανδημίας εκτιμήσεις. Ωστόσο, παρά την αυξημένη αβεβαιότητα, οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους παραμένουν περιορισμένοι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2030, λόγω της σύνθεσης του χρέους που αποτελείται κατά 81% από δάνεια του επίσημου τομέα, αλλά και της ευνοϊκής διάρθρωσης των αποπληρωμών, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί στο πλαίσιο των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους».
(με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)
Το πράσινο φως για την εκταμίευση των 767 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων που παρακρατούν ευρωπαϊκές τράπεζες έδωσε τo Eurogroup. Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης συζήτησαν για την πρόοδο της Ελλάδας με την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και τις μακροοικονομικές προοπτικές της βάσει της όγδοης ενισχυμένης έκθεσης παρακολούθησης που δημοσιεύθηκε στις 18 Νοεμβρίου.
«Όπως και στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση, η πανδημία είχε σημαντικές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες στην Ελλάδα. Οι φθινοπωρινές προβλέψεις της Επιτροπής δείχνουν μια μεγάλη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας και την αύξηση της ανεργίας το 2020, αν και προβλέπεται μερική ανάκαμψη για το 2021. Συγχαίρουμε τις ελληνικές Αρχές για το μεγάλο σύνολο έγκαιρων, στοχευμένων και προσωρινών μέτρων στήριξης που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα για να μετριάσουν το αποτέλεσμα της πανδημίας σε επιχειρήσεις, εργαζόμενους και στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης», σημειώνουν οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης.
«Χαιρετίζουμε την πρόοδο που σημειώθηκε με την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες, ιδίως την υιοθέτηση της μείζονος μεταρρύθμισης του ελληνικού πλαισίου αφερεγγυότητας, το οποίο αναμένεται να συμβάλλει στην επίλυση των βασικών προκλήσεων στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Άλλοι τομείς στους οποίους έχει επιτευχθεί καλή πρόοδος περιλαμβάνουν τη δημόσια διοίκηση, τον τομέα της ενέργειας, τα δημόσια έσοδα και την κοινωνική πρόνοια. Ταυτόχρονα, οι Αρχές έχουν λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση των καθυστερήσεων με βασικές μεταρρυθμίσεις λόγω της πανδημίας και κυρίως των μεταρρυθμίσεων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης», συμπληρώνουν.
Η αυξημένη αβεβαιότητα που φέρνει η πανδημία εξακολουθεί να υπογραμμίζει την ανάγκη να αντιμετωπιστούν αποφασιστικά οι υφιστάμενοι μεσοπρόθεσμοι κίνδυνοι και προκλήσεις που εντοπίζονται στην έκθεση ενισχυμένης παρακολούθησης. «Καλούμε, λοιπόν, την Ελλάδα να διατηρήσει και, όπου είναι απαραίτητο, να ενισχύσει τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες για την περαιτέρω υποστήριξη της οικονομικής ανάκαμψης, να βελτιώσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας και να στηρίξει τη δέσμευση για βελτίωση της μακροπρόθεσμης δυνητικής ανάπτυξης.
Σε αυτό το πλαίσιο, επισημαίνουμε, επιπλέον, τη σημασία της χρήσης των διαθέσιμων πόρων στο πλαίσιο της Διευκόλυνσης Ανάκτησης και Ανθεκτικότητας (σ.σ. Ταμείο Ανάκαμψης) στο μέγιστο βαθμό, με την εφαρμογή ενός φιλόδοξου προγράμματος μεταρρυθμίσεων υπέρ της ανάπτυξης», τονίζουν οι υπουργοί.
«Επίσης, καλούμε τις ελληνικές Αρχές να αντιμετωπίσουν τις υπόλοιπες ευπάθειες στον χρηματοπιστωτικό τομέα, να συνεχίσουν να εφαρμόζουν μεταρρυθμίσεις στον τομέα της δημόσιας διοίκησης και της δημόσιας διαχείρισης εσόδων και να προχωρήσουν στο σχέδιο εκκαθάρισης καθυστερούμενων οφειλών. Χαιρετίζουμε τη δέσμευση της Ελλάδας να υιοθετήσει το συντομότερο δυνατό παράγωγο δίκαιο για τη μεταρρύθμιση της αφερεγγυότητας και να εφαρμόσει το απαραίτητο σύστημα πληροφορικής για να εξασφαλίσει την αποτελεσματική επιβολή όλων των εξασφαλίσεων, όταν τεθούν σε ισχύ οι νέοι κανόνες περί αφερεγγυότητας. Αυτό θα συνεχίσει να παρακολουθείται στο πλαίσιο της ενισχυμένης παρακολούθησης».
Και η επίσημη ανακοίνωση του Eurogroup καταλήγει: Σε αυτό το πλαίσιο, το Eurogroup χαιρετίζει την εκτίμηση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων ότι λαμβάνοντας υπόψη τις δυσμενείς συνθήκες που προκαλούνται από την πανδημία, η Ελλάδα έχει λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να επιτύχει τις συγκεκριμένες μεταρρυθμιστικές της δεσμεύσεις και ότι υπάρχουν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για να επιβεβαιωθεί η απελευθέρωση της τέταρτης δόσης των μέτρων πολιτικής για ενδεχόμενα χρέη.
Με την επιφύλαξη της ολοκλήρωσης των εθνικών διαδικασιών, η Ομάδα Εργασίας της Ευρω-ομάδας και το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Διευκόλυνσης Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) αναμένεται να εγκρίνουν τη μεταφορά ποσών ισοδύναμου εισοδήματος SMP-ANFA και τη μείωση στο μηδέν του επιτοκίου αύξησης περιθώριο ορισμένων δανείων ΕΤΧΣ, συνολικού ύψους 767 εκατ. ευρώ Ανυπομονούμε για την ένατη έκθεση βελτιωμένης παρακολούθησης, η οποία αναμένεται να δημοσιευθεί τον Φεβρουάριο του 2021.