Δεσμώτες της τεχνικής.
Δεσμώτες της τεχνικής.
Ο Ουμπέρτο Γκαλιμπέρτι είναι καθηγητής Φιλοσοφίας της Ιστορίας σε Πανεπιστήμιο της Βενετίας. Η ακόλουθη συνέντευξή του δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Il Domani d’Italia».
● Καθηγητή Γκαλιμπέρτι, στις μελέτες σας και στα βιβλία σας έχετε ασχοληθεί με τις βαθιές αλλαγές της ανθρώπινης κατάστασης στον σύγχρονο πολιτισμό, που κυριαρχείται με τρόπο διεισδυτικό και αμετάκλητο από την τεχνολογική διάσταση. Χρειαζόμαστε αληθινά ένα νέο ουμανισμό, μια νέα Αναγέννηση;
Θα την είχαμε πραγματικά ανάγκη, αλλά δεν βλέπω να υπάρχουν οι προϋποθέσεις της. Η Αναγέννηση χαρακτηριζόταν ουσιαστικά από την κεντρική θέση που απέδιδε στον άνθρωπο. Σήμερα, ωστόσο, αυτό δεν είναι πλέον δυνατό, στον βαθμό που, στην εποχή της τεχνικής, ο άνθρωπος δεν είναι πλέον «κέντρο», υποκείμενο, επειδή έχει γίνει «ένας λειτουργός τεχνικών μηχανισμών». Το μοντέλο αναφοράς, στο οποίο προσπαθούν να τον καταστήσουν λειτουργικό, είναι ουσιαστικά «η μηχανή», σε σχέση με την οποία ο άνθρωπος παρουσιάζεται ως κάτι το ατελές: αρρωσταίνει, αλλάζει ψυχική διάθεση, δεν είναι αποτελεσματικός και λειτουργικός όπως η μηχανή, ενώ η αποτελεσματικότητα και η λειτουργικότητα είναι οι κυρίαρχες έννοιες της εποχής της τεχνικής. Εμείς συνεχίζουμε να σκεφτόμαστε την τεχνική σαν ένα εργαλείο στα χέρια του ανθρώπου.
Στην πραγματικότητα δεν είναι πλέον έτσι και αυτό οφείλεται στο γεγονός –μας το διδάσκει ο Χέγκελ– ότι, όταν ένα φαινόμενο αυξάνεται ποσοτικά, τότε παράγει μια ποιοτική αλλαγή του τοπίου. Αυτό το εγελιανό θεώρημα επαναλήφθηκε από τον Μαρξ, όταν υποστήριζε ότι το χρήμα είναι ένα μέσο για την πραγματοποίηση σκοπών, όπως η παραγωγή των αγαθών και η ικανοποίηση των αναγκών. Αν όμως το χρήμα γίνεται η οικουμενική συνθήκη για την παραγωγή όλων των αγαθών και για την ικανοποίηση όλων των αναγκών, τότε το χρήμα δεν είναι πλέον ένα μέσο, αλλά γίνεται ο πρώτος σκοπός σε σχέση με τον οποίο θα δούμε σε ποιο βαθμό θα παραχθούν αγαθά και θα ικανοποιηθούν ανάγκες. Αν αυτό το σκεπτικό το εφαρμόσουμε στην τεχνική –ως οικουμενική συνθήκη για την πραγματοποίηση κάθε σκοπού–, τότε οι σκοποί θα υποταχθούν στην επίτευξη του μέγιστου τεχνικού δυναμικού και επομένως η τεχνική –και όχι ο άνθρωπος– γίνεται το μέγιστο υποκείμενο της ιστορίας.
● Ο Μαξ Βέμπερ περιέγραφε τις διαδικασίες εξορθολογισμού όχι ως βαθμιαία και εκτεινόμενη γνώση όλων των μηχανισμών και όλων των κανόνων που κυβερνούν τη ζωή μας, αλλά αντίθετα ως «απομάγευση του κόσμου». Δεν νομίζετε ότι υπάρχει –στην υπαρξιακή μας κατάσταση– μια επιβλητική επιστροφή των μηχανισμών επηρεασμού των συμπεριφορών, που φτάνει ως το σημείο να μας καθιστά σκλάβους της σκέψης άλλων και όχι δημιουργούς μιας ελεύθερης σκέψης;
Ηδη ο Χάιντεγκερ μας προειδοποιούσε ότι η κυρίαρχη σκέψη είναι μια υπολογιστική σκέψη, μια σκέψη «που λογαριάζει», και ότι, αν συμβεί αυτό, θα καταλήξουμε να κατανοούμε μόνον αυτό που είναι ωφέλιμο και δεν θα γνωρίζουμε πλέον τι είναι ωραίο, τι είναι δίκαιο, τι είναι αληθινό, τι είναι ιερό. Τότε όλες αυτές οι ουμανιστικές έννοιες, που διαμόρφωσαν την ιστορία της δυτικής σκέψης, ξεθωριάζουν, χάνονται στο βάθος σε σχέση με τη σκέψη που είναι σε θέση να υπολογίζει. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία και στην εποχή της τεχνικής. Η ανησυχία του Χάιντεγκερ ήταν ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές σε αυτόν τον κυρίαρχο τρόπο σκέψης, που είναι αποκλειστικά υπολογιστικός. Είναι επομένως ανησυχητικό το ότι ο κόσμος ολόκληρος μετατρέπεται σε έναν ενιαίο, πελώριο τεχνικό μηχανισμό και κυρίως το ότι εμείς δεν είμαστε προετοιμασμένοι γι’ αυτόν τον ριζικό μετασχηματισμό του κόσμου. Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι όμως το ότι δεν διαθέτουμε πλέον μια σκέψη εναλλακτική προς τη σκέψη της τεχνικής. Αυτό έχει ακόμα πιο θλιβερές επιπτώσεις, επειδή οι άνθρωποι –μην έχοντας μιαν εναλλακτική στη «σκέψη που υπολογίζει»– για να αντιληφθούν τον κόσμο, βασίζονται σε κοινούς τόπους, που διαδίδονται από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και κυρίως από την τηλεόραση. Ηδη ο Νίτσε είχε διαισθανθεί ότι όποιος σκέφτεται διαφορετικά από τη διαδεδομένη σκέψη θα οδηγείται αμέσως στο φρενοκομείο.
● Ανάμεσα σε μια κοινωνία ριζικά αναδομημένη, παγκοσμιοποιημένη και εξαρτημένη, και στους μύθους της επιστροφής στη φύση, υπάρχει άραγε ένας τρίτος δρόμος, που θα μας ξαναδίνει τη δυνατότητα να είμαστε πρωταγωνιστές των υπαρξιακών μας επιλογών;
Ηδη ο Φρόιντ είχε σημειώσει ότι η πρόοδος του πολιτισμού συνεπάγεται την αφομοίωση όλο και πιο συγκεκριμένων, δεσμευτικών και πιεστικών κανόνων, τέτοιων ώστε να εγκλείουν το άτομο σε ένα είδος ατσάλινου κλουβιού. Και παρατηρούσε ότι έχουμε ανταλλάξει την ευτυχία μας για λίγη ασφάλεια. Η νεύρωση είναι το αποτέλεσμα αυτής της κοινωνίας που αποτελείται κυρίως από μηχανισμούς. Ο άνθρωπος υποβαθμίζει την ύπαρξή του σε μια λειτουργία. Γι’ αυτό υπάρχει μια υποβάθμιση στις ανθρώπινες σχέσεις και τα πρόσωπα επικοινωνούν με βάση τους τρόπους που ο μηχανισμός απαιτεί. Υπάρχει μια κατάρρευση των συναισθημάτων, των αυθεντικών σχέσεων, της ανθρωπιάς, επειδή οι κυρίαρχες έννοιες της τεχνικής και της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας είναι εκείνες του εργαλειακού λόγου: «Να πετύχουμε τον μέγιστο σκοπό με την ελάχιστη χρήση μέσων». Εξω από αυτό δεν υπάρχει σκέψη. Ολα τα υπόλοιπα φαίνονται σαν περιττά, σαν υπερβολή, σαν σπατάλη. Η ανθρώπινη υπόσταση όμως δεν είναι μόνον ορθολογικότητα, είναι και συναίσθημα, το οποίο αντίθετα καταλήγει να παραγνωρίζεται ως αξία. Δεν υπάρχει πλέον η ανιδιοτέλεια της συμπεριφοράς, αλλά μόνον η ωφελιμότητά της, και αυτό προκαλεί μιαν υποβάθμιση της ανθρωπιάς, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να αισθάνονται άσχημα. Δεν είναι τυχαίο που έχουμε γίνει οι πρώτοι καταναλωτές ψυχοφαρμάκων σε όλο τον κόσμο και αυτό περισσότερο για να αντιμετωπιστεί ένα σύμπτωμα παρά για μια θεραπεία. Ακόμα και η ίδια η κατάθλιψη έχει αλλάξει όψη. Δεν είναι πλέον οργανωμένη γύρω από τον πυρήνα του «αισθήματος ενοχής», αλλά γύρω από εκείνον της ανεπάρκειας: «Θα τα καταφέρω ή δεν θα τα καταφέρω;»
● Κοινωνιολογία, ψυχολογία, ψυχιατρική, παιδαγωγική δεν κατορθώνουν από μόνες τους να δώσουν πειστικές απαντήσεις στα δικά μας «γιατί;». Μπροστά στις δυσκολίες να ερμηνεύσουμε τις υπαρξιακές μας ανάγκες, μπροστά στη μοναξιά και στη δυσκολία να κατανοήσουμε και να επικοινωνήσουμε, η φιλοσοφία, η λογοτεχνία και οι διάφορες καλλιτεχνικές εκφράσεις μπορούν να δώσουν τη συμβολή τους;
Κάποτε η φιλοσοφία ήταν η μητέρα όλων των γνώσεων. Επειτα υπήρξε διαφοροποίηση και χειραφέτηση. Ως συνέπεια αυτής της ειδίκευσης, ο άνθρωπος αντιμετωπίστηκε με τρόπο σχηματικό και περιοριστικό. Αν πάρουμε για παράδειγμα την ψυχολογία, βλέπουμε ότι θεωρεί τον άνθρωπο ως την «περίπτωση» μιας θεωρίας, τον αντικειμενοποιεί. Ισχύει ακόμα η αντίρρηση του Χούσερλ: αντικειμενοποιώντας τον άνθρωπο, η ψυχολογία χάνει την αρμοδιότητά της, επειδή της διαφεύγει η υποκειμενικότητά του, η ατομικότητά του. Η οικονομία μας εκπαίδευσε να εξετάζουμε την πραγματικότητα με την έννοια της ωφελιμότητας, χάνοντας τις αξίες του ωραίου, του καλού, του ιερού, του αληθινού, της εσωτερικότητας. Η φιλοσοφία αναζητάει την αλήθεια ως ρυθμιστικό ιδεώδες προς το οποίο πρέπει να τείνουμε μέσα από την κριτική του υπάρχοντος και τη μετατροπή του προφανούς σε πρόβλημα, ήδη με αφετηρία τον Σωκράτη που συζητούσε γι’ αυτά τα πράγματα στις πλατείες. […]
Θανάσης Γιαλκέτσης
ΙΔΕΕΣ - ΠΑΛΙΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ
21/2/2021