Ο «κινεζικός ιός» της επιτυχίας.


Ο «κινεζικός ιός» της επιτυχίας.

 Άνοιξη 2021: η πανδημία της Covid-19, που μαίνεται εδώ και πάνω από έναν χρόνο, έχει ήδη προκαλέσει 2.600.000 νεκρούς παγκοσμίως και, παρά τα αλλεπάλληλα lockdown και την έναρξη των μαζικών εμβολιασμών, σε αρκετές χώρες συνεχίζει να καλπάζει επικίνδυνα. Όλες σχεδόν οι οικονομίες, ειδικά οι Δυτικές, βρίσκονται σε παρατεταμένη «χειμερία νάρκη» και βαθιά ύφεση -τη χειρότερη από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Κι όμως υπάρχει μια χώρα και μια οικονομία η οποία φαίνεται να περνά αλώβητη από όλη αυτή τη σκληρή δοκιμασία. Αυτό δεν θα είχε και τόσο σημασία αν αυτή η χώρα δεν αντιπροσώπευε το 21% του παγκόσμιου πληθυσμού και η οικονομία της το 15% του παγκόσμιου ΑΕΠ, όντας η δεύτερη σε μέγεθος οικονομία του πλανήτη, μετά τις ΗΠΑ.

Παρά τις κρίσεις η Κίνα βαίνει ισχυρότερη

Όπως και στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, η οποία συντάραξε τον Δυτικό κόσμο, έτσι και στην τρέχουσα κρίση της Covid-19, η Κίνα φαίνεται όχι μόνο να περνά αλώβητη, αλλά να βγαίνει ισχυρότερη και νικήτρια. Κατά τη διάρκεια της προηγούμενης κρίσης, και συγκεκριμένα το 2009, η οικονομία της Κίνας προσπέρασε την Ιαπωνία, και αναρριχήθηκε στη δεύτερη θέση της παγκόσμιας κατάταξης. Κατά τη δεκαετία του πέρασε (2010-2020) η μεγαλύτερη ασιατική χώρα παρουσίασε ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης μεταξύ 7% με 9% ετησίως, αυξάνοντας θεαματικά το μερίδιο της στην παγκόσμια αγορά. Ακόμη και το 2020, την πρώτη χρονιά της Covid-19, ενώ όλες οι μεγάλες οικονομίες της Δύσης βυθίστηκαν σε ύφεση το 2020, η κινεζική οικονομία μεγεθύνθηκε κατά 2,3%.

Από το 2012 οι ειδικοί προέβλεπαν ότι η Κίνα θα φτάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2025 (οι πιο συντηρητικές προβλέψεις έκαναν λόγο για το 2029 ως το «έτος προσπέρασης»). Στη συνέχεια, στα επόμενα 25 χρόνια, δηλαδή το έτος 2050, το κινεζικό ΑΕΠ προέβλεψαν ότι θα είναι κατά ένα τρίτο (1/3) υψηλότερο από το αμερικανικό. Στα μέσα αυτού του αιώνα, η Κίνα θα έχει ΑΕΠ περίπου 50 τρισεκατομμύρια δολάρια, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες περίπου 38 τρισεκατομμύρια δολάρια. Από την άλλη πλευρά, αν και η πολιτική μεταρρύθμιση στην Κίνα υστερεί πολύ συγκριτικά με την οικονομική μεταρρύθμιση, η χώρα έχει απομακρυνθεί αρκετά από την «κομμουνιστική ορθοδοξία». Ωστόσο η αντιπολίτευση και το πολυκομματικό σύστημα παραμένουν ταμπού θέματα σε αυτή την αχανή χώρα.
 
Η νέα «ατμομηχανή» ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας

Το 2021 είναι το πρώτο έτος του «14ου Πενταετούς Προγράμματος» της Κίνας. Η οικονομία της μεγαλύτερης ασιατικής χώρας προβλέπεται να αυξηθεί κατά 8% το τρέχον έτος. Ωστόσο το Πεκίνο ανακοίνωσε πρόσφατα έναν πιο «μετριοπαθή» στόχο ανάπτυξης: άνω του 6% για την κινεζική οικονομία για το 2021, δηλαδή κάτω από το 8% που δίνουν οι αναλυτές. Ο ΟΟΣΑ μείωσε λιγάκι τις προβλέψεις του για την οικονομική ανάπτυξη της Κίνας σε 7,8% το 2021. Σε κάθε περίπτωση η ανάπτυξη της Κίνας, εν μέσω πανδημίας, μοιάζει συγκλονιστική. Ως η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, η Κίνα φιλοδοξεί να κινηθεί ταχύτατα προς ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, με έμφαση στην τεχνολογία και στις καινοτομίες (ήδη το κινεζικό εμβόλιο Sinopharm έχει γίνει ανάρπαστο σε Ασία αλλά και σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες) και να συνεχίσει να ανοίγεται προς τον κόσμο, κυρίως μέσω της πρωτοβουλίας Belt and Road. γεγονός που αντιπροσωπεύει μια τεράστια ελπίδα για την ανάκαμψη της παγκόσμιας παγκόσμιας οικονομίας, από τη χειρότερη ύφεση μετά τον Β' Π. Πόλεμο.

Έχοντας πλέον ένα κατά κεφαλήν εισόδημα άνω των 10.000 ετησίως η Κίνα κατατάσσεται στις χώρες μεσαίου εισοδήματος και όχι στις φτωχές, ενώ η μεσαία τάξη της είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο. Με όρους αγοραστικής δύναμης, και όχι συναλλαγματικής ισοτιμίας, η Κίνα θεωρείται ήδη, από τις αρχές του 2021, ως η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη μας έχοντας προσπεράσει την Αμερική. Με όρους συναλλαγματικής ισοτιμίας και ΑΕΠ όμως θα ανέβει στην πρώτη θέση, υποσκελίζοντας τις ΗΠΑ, κάπου μεταξύ 2025 και 2029. Αυτό μοιάζει αναπόφευκτο. Γι' αυτό η Κίνα αδημονεί για το μέλλον, καθώς ο χρόνος, ακόμη και οι κρίσεις, δείχνουν να δουλεύουν για λογαριασμό της. 

Η δύσκολη πορεία της Κίνας προς την κορυφή 

Από τότε που η Κίνα άρχισε να ανοίγει και να μεταρρυθμίζει την οικονομία της το 1978, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ ήταν κατά μέσο όρο περίπου 10% ετησίως και περισσότεροι από 850 εκατομμύρια Κινέζοι έχουν απομακρυνθεί από τη φτώχεια. Σήμερα, η Κίνα είναι μια χώρα μεσαίου εισοδήματος και η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, με προοπτικές να ανέβει στην πρώτη θέση μέσα στην επόμενη πενταετία.

Ωστόσο, το κατά κεφαλήν εισόδημά της εξακολουθεί να είναι μόνο περίπου το 1/4 του εισοδήματος των χωρών με υψηλό εισόδημα και περίπου 380 εκατομμύρια Κινέζοι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας με μόλις 5,50 δολάρια την ημέρα. Αν και η ανισότητα εισοδήματος έχει βελτιωθεί την τελευταία δεκαετία, παραμένει ωστόσο σχετικά υψηλή. Η ταχεία ανάπτυξη της Κίνας με βάση την εντατική χρήση πόρων, τις εξαγωγές και την χαμηλά αμειβόμενη εργασία έχει φτάσει σε μεγάλο βαθμό στα όριά της και έχει οδηγήσει σε οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές ανισορροπίες. Η μείωση αυτών των ανισορροπιών απαιτεί σημαντικές αλλαγές στη δομή της οικονομίας από την παραγωγή προϊόντων χαμηλής ποιότητας στην παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας καθώς και σε επενδύσεις στην εγχώρια κατανάλωση.

Τα τελευταία χρόνια, η ανάπτυξη έχει μετριαστεί λόγω των διαρθρωτικών περιορισμών, όπως η μείωση της αύξησης του εργατικού δυναμικού, η μείωση των αποδόσεων στις επενδύσεις και η επιβράδυνση της παραγωγικότητας. Η πρόκληση της Κίνας είναι να βρει νέους μοχλούς ανάπτυξης, ενώ ταυτόχρονα να αντιμετωπίσει τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα που κληρονόμησε από την προηγούμενη αναπτυξιακή πορεία της. Σε αυτό τον τομέα η μεταρρυθμιστική ικανότητα του κράτους, και του πανίσχυρου ΚΚΚ, είναι καθοριστική για την οικονομική εξέλιξη της χώρας. Οι ιθύνοντες στο Πεκίνο γνωρίζουν καλά πως μόνο με την συνεχή ανάπτυξη και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου μπορούν να «εξαγοράζουν» την ανοχή των Κινέζων πολιτών, ειδικά της μεσαίας τάξης, για την έλλειψη δημοκρατικών ελευθεριών και  για την καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία στις περισσότερες Δυτικές χώρες θεωρούνται δεδομένα. Αν η ανάπτυξη σταματήσει τότε η «εξέγερση της μεσαίας τάξης» θα είναι σχεδόν αναπόφευκτη.

 

Χωρίς την Κίνα δεν λύνονται τα παγκόσμια προβλήματα

Εξαιτίας του μεγέθους της, η Κίνα είναι κεντρική για σημαντικά περιφερειακά και παγκόσμια αναπτυξιακά και περιβαλλοντικά ζητήματα. Η Κίνα είναι σήμερα ο μεγαλύτερος παραγωγός αερίων θερμοκηπίου. Η ατμοσφαιρική ρύπανση και η κατανάλωση και ρύπανση των υδάτων της, επηρεάζουν και άλλες χώρες. Τα παγκόσμια περιβαλλοντικά προβλήματα, και κυρίως η κλιματική αλλαγή, δεν μπορούν να λυθούν χωρίς τη δέσμευση της Κίνας. Επιπλέον, η διατήρηση της οικονομικής ανάπτυξης σε λογικά επίπεδα έχει σημαντικά πλεονεκτήματα για την ανάπτυξη και της υπόλοιπης παγκόσμιας οικονομίας, ειδικά στη μετά-Covid-19 εποχή.

Πολλές από τις σύνθετες αναπτυξιακές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Κίνα σχετίζονται με άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της μετάβασης σε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, της ταχείας δημογραφικής γήρανσης του πληθυσμού της, της οικοδόμησης ενός αποτελεσματικού συστήματος υγείας και της προώθησης μιας ενεργειακής οικονομίας που θα βασίζεται όλο και λιγότερο στον άνθρακα. Η Κίνα έχει μια ολοένα και αυξανόμενη επιρροή σε άλλες αναπτυσσόμενες οικονομίες μέσω του εμπορίου, των επενδύσεων, της τεχνολογίας και της ιδεολογίας της, και η εξέλιξή της θα επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα τεράστιες περιοχές του πλανήτη μας.

Οι προκλήσεις της μετά-Covid-19 εποχής

Η πρόκληση της Κίνας από τις επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19, παρά το άνευ προηγουμένου οικονομικό σοκ που προκάλεσε στην ίδια και στην παγκόσμια οικονομία, αντιμετωπίστηκε πετυχημένα και οικονομία της έχει αρχίσει να ανακάμπτει, αν και η ανάκαμψη παραμένει άνιση. Ενώ οι περιορισμοί από πλευράς προσφοράς έχουν μειωθεί σε μεγάλο βαθμό, η εγχώρια ζήτηση και ιδιαίτερα η ιδιωτική κατανάλωση παραμένουν αδύναμες, αντικατοπτρίζοντας τις παρατεταμένες συμπεριφορικές επιπτώσεις της πανδημίας, την εξάρθρωση της εργασίας και τη βραδύτερη αύξηση των εισοδημάτων των νοικοκυριών. Το Πεκίνο στοχεύει να τονώσει την εγχώρια ζήτηση, ενώ παράλληλα υποστηρίζει τη μεσοπρόθεσμη εξισορρόπηση σε μια πιο πράσινη και πιο τεχνολογικά αναβαθμισμένη οικονομία. Η τρέχουσα πανδημία έχει ωστόσο αποκαλύψει τρωτά σημεία της Κίνας στην υγεία, συμπεριλαμβανομένης της ενισχυμένης ασφάλειας των τροφίμων, της παρακολούθησης της δημόσιας υγείας και των συστημάτων αντιμετώπισης κρίσεων.

Στροφή προς την προστασία του περιβάλλοντος

Κατά την περίοδο του προηγούμενου 13ου Πενταετούς Πλάνου, η Κίνα έκανε κάποια βήματα και προς την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος: ο αριθμός των φυσικών καταφυγίων σε ολόκληρη τη χώρα αυξήθηκε κατά περισσότερο από 700 και η έκταση κατά περισσότερο από 250.000 τ.χλμ. Έτσι ο συνολικός αριθμός των φυσικών καταφυγίων έφτασε τα 11.800, αποτελώντας περίπου το 18% της έκτασης της Κίνας. Το συνολικό ποσοστό της δασοκάλυψης στη χώρα έφτασε στο 23,04%. παράλληλα έχουν δημιουργηθεί 23.000 νέοι περιβαλλοντικοί συνεταιρισμοί για τη μείωση της φτώχειας σε ολόκληρη την Κίνα, προσελκύοντας έτσι 1,6 εκατομμύρια φτωχούς ανθρώπους να συμμετάσχουν σε  σχέδια προστασία και ήπια αξιοποίησης του περιβάλλοντος.

14ο Πενταετές Πλάνο: στροφή στις τεχνολογίες αιχμής

Το νέο 14ο Πενταετές Πλάνο επικεντρώνεται στη μετάβαση της κινεζικής οικονομίας από βιομηχανική σε «οικονομία του Τέταρτου Κύματος» βασισμένη σε προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας, στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα. Οι καινοτομίες και τεχνολογίες αιχμής θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην εδραίωση της Κίνας στην κορυφή της παγκόσμιας οικονομίας, με αιχμή του δόρατος την Τεχνητή Νοημοσύνη (Α.Ι.), τη ρομποτική, τους κβαντικούς υπερυπολογιστές, την κυβερνοασφάλεια, τη νανοτεχνολογία, τη βιοτεχνολογία,την πράσινη ενέργεια, την ηλεκτροκίνηση οχημάτων, τις «έξυπνες πόλεις» κ.ά. Και όλα αυτά ταυτόχρονα με την προώθηση της φιλόδοξης πρωτοβουλίας Belt and Road, που θα ενισχύει τη γεωοικονομική εξακτίνωση της Κίνας σε τρεις ηπείρου με μικρές και μεγάλες επενδύσεις, κυρίως σε έργα υποδομής, το σύνολο των οποίων θα φθάσουν τα 5 τρισεκατομμύρια δολάρια ως το 2030.
 
Νέος Ψυχρός Πόλεμος με τη Δύση;

Το γεγονός αυτό προκαλεί εύλογες ανησυχίες στη Δύση, και στις ΗΠΑ ειδικότερα, που βλέπουν στο πρόσωπο της Κίνα το «αντίπαλο δέος» και προσανατολίζονται στην εξεύρεση τρόπων αναχαίτισής της. Επομένως εάν, αντί για τη διεθνή συνεργασία και τη «δημιουργική άμιλλα», επιλεγεί η αντιπαράθεση και η σύγκρουση, τότε ο «νέος Ψυχρός Πόλεμος» που ήδη κυοφορείται, δεν θα είναι μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, αλλά μεταξύ Δύσης και Κίνας, με τη Ρωσία στο ρόλο μπαλαντέρ. Κι όταν «στο βάλτο μαλώνουν τα βουβάλια την πληρώνουν πάντα τα βατράχια». Αντί για ένα νέο Ψυχρό Πόλεμο το καλύτερο πάντως θα ήταν μια παγκόσμια συνεργασία, χωρίς ηγεμονισμούς, προς όφελος της ειρήνης των λαών, της βελτίωσης της ζωής των ανθρώπων και της προστασίας του περιβάλλοντος, απέναντι σε παλιές και νέες προκλήσεις.

  Γιώργος Στάμκος
20/3/2021