Τι θα σήμαινε μια κυβέρνηση υπό τους Πράσινους στη Γερμανία.

  

Τι θα σήμαινε μια κυβέρνηση υπό τους Πράσινους στη Γερμανία.

Πέντε μήνες πριν από τις ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές στη Γερμανία, οι βεβαιότητες καταρρέουν μία προς μία.

Παραμένει ασφαλώς η βεβαιότητα της αποχώρησης της Άγκελα Μέρκελ από την εξουσία, με την ολοκλήρωση της τέταρτης θητείας της στην καγκελαρία, όμως η μέχρι πρότινος αυτονόητη παραδοχή ότι ο διάδοχός της θα προέρχεται από την παράταξή της τίθεται εν αμφιβόλω.

Ενισχύεται επίσης η εκτίμηση ότι δίχως τη συμμετοχή των Πρασίνων δεν θα μπορέσει να συγκροτηθεί ο επόμενος κυβερνητικός συνασπισμός, όμως ορθάνοικτο προβάλλει πλέον το ερώτημα αν ο ρόλος τους θα είναι του ελάσσονος εταίρου ή του επικεφαλής – και ποιου συνδυασμού πολιτικών δυνάμεων.

Η διαχείριση της πανδημίας και δη του εμβολιαστικού προγράμματος υπήρξε ολέθρια και οι κυβερνώντες πληρώνουν το πολιτικό τίμημα. Σύμφωνα με την μηνιαία έρευνα Deutschlandtrend μόνο το 35% των πολιτών εμφανίζονται ικανοποιημένοι από την κυβέρνηση (έναντι 70% τον Νοέμβριο), ενώ αρνητικά τοποθετείται το 64%. Ειδικότερα σε σχέση με τη διαχείριση της πανδημίας από τις ομοσπονδιακές και κρατιδιακές αρχές, ικανοποίηση εκφράζει μόλις το 19% (έναντι 60% τον Δεκέμβριο), ενώ επικριτικά στέκεται το 79%.

Ως προς την πρόθεση ψήφου, η CDU της καγκελαρίου συγκεντρώνει ποσοστό 27%, καταγράφοντας πτώση δέκα μονάδων σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο, ενώ οι Πράσινοι φέρονται να εξασφαλίζουν το 22%, ενισχυμένοι κατά δύο μονάδες, και οι Σοσιαλδημοκράτες το 16%, χωρίς μεταβολή της δύναμής τους. Ακολουθούν η "Εναλλακτική για τη Γερμανία” με 11%, χωρίς μεταβολές, οι Φιλελεύθεροι με 9% (+2%) και το Κόμμα της Αριστεράς με 7%, ενώ οι "Λοιποί”, που δεν προορίζονται να έχουν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση αυξάνονται αθροιστικά από το 6% στο 8%.

Ο προϊόν κατακερματισμός του πολιτικού σκηνικού ήταν δεδομένος. Άλλες έρευνες, όμως, δείχνουν όμως ακόμη και την κατάταξη στην πρώτη θέση να διακυβεύεται, με την CDU να πέφτει κάτω από το ψυχολογικό όριο του 25%, με προβάδισμα μόλις δύο μονάδων έναντι των Πρασίνων. Η πιθανότητα να προκύψει μια θεαματικά νέα κοινοβουλευτική αριθμητική το φθινόπωρο είναι υπολογίσιμη.

Η καθήλωση των Σοσιαλδημοκρατών και η εσωκομματική θύελλα που προκάλεσε η απόφαση συμμετοχής τους στον παρόντα "μεγάλο συνασπισμό” είχε ήδη θέσει επί τάπητος, πολιτικά και αριθμητικά, το ζήτημα της αντικατάστασής τους από τους Πράσινους μετά τις επόμενες εκλογές. Το γεγονός άλλωστε ότι στο κρατίδιο της Βάδης Βυρτεμβέργης, όπου κυβερνούν οι Πράσινοι σε συνεργασία με τους Χριστιανοδημοκράτες, μόλις αποφασίστηκε η ανανέωση της συνεργασίας τους, στον απόηχο των τελευταίων εκλογών του κρατιδίου, θεωρείται από πολλούς ως πρόκριμα για το τι θα μπορούσε να συμβεί σε λίγους μήνες και στο Βερολίνο. Όμως η Βάδη Βυρτεμβέργη, όπου πρωθυπουργός είναι ο Πράσινος Βίνφριντ Κρέτσμαν, αποτελεί μιαν ιδιαιτερότητα. Είναι δυνατόν το πείραμα να επαναληφθεί (ενδεχομένως και με το ίδιο πρόσωπο) παγγερμανικά;

Στην περίπτωση που οι Πράσινοι κατακτήσουν την πρωτιά, το ερώτημα της επιλογής εταίρου δεν θα απαντηθεί εύκολα. Η συνεργασία με τους Σοσιαλδημοκράτες δεν θα εξασφαλίζει απόλυτη πλειοψηφία και θα χρειαστεί τρίτος εταίρος που θα μπορούσε να είναι είτε το Κόμμα της Αριστεράς είτε οι Φιλελεύθεροι – όμως κάθε ένα από αυτά τα σενάρια παρουσιάζει διαφορετικά πολιτικά προβλήματα απαγορευτικά για τη συνοχή του νέου σχήματος. Μια συγκυβέρνηση, αντίθετα, των Πρασίνων με τους Χριστιανοδημοκράτες θα είχε το πλεονέκτημα ότι θα μπορούσε να προχωρήσει με τη μεγάλη κοινοβουλευτική του βάση σε συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, στις οποίες το κόμμα του Άρμιν Λάσετ δεν θα είχε λόγο να συγκατατεθεί αν βρίσκεται στα έδρανα της αντιπολίτευσης.

Όπως και αν έχει, η θέση της Γερμανίας στον κόσμο θα επαναπροσδιοριστεί μετά το φθινόπωρο. Και η ενισχυμένη σε κάθε περίπτωση θέση των Πρασίνων συνεπάγεται απομάκρυνση από το παρόν αναπτυξιακό μοντέλο – άρα και μικρότερη εξάρτηση από την κινεζική αγορά και τις ρωσικές πηγές ενέργειας. Κατά τρόπο φαινομενικά παράδοξο, το κόμμα των άλλοτε ακτιβιστών είναι η εγγύηση μιας μεγαλύτερης ευθυγράμμισης τη Γερμανίας στις απαιτήσεις του ατλαντισμού, καθώς άλλωστε διακρίνεται και για την επικριτική του στάση απέναντι στο Πεκίνο, τις τεχνολογικές του φιλοδοξίες και τις επιδόσεις του στα ανθρώπινα δικαιώματα. Παράλληλα, οι Πράσινοι είναι το κόμμα με τις λιγότερες επιφυλάξεις απέναντι στην εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Συνταγματικοί φραγμοί όπως ο δημοσιονομικός "χρυσός κανόνας” και εμπόδια σαν αυτά που επικαλείται το Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης σε κάθε σχέδιο στήριξης της ευρωζώνης δεν μπορούν να έχουν μέλλον σε μια Γερμανία όπως την οραματίζονται οι Πράσινοι.

Του Κώστα Ράπτη


3/4/2021