Η στρατηγική απραξία σε ένα περιβάλλον προκλήσεων μετατρέπει το πλεονέκτημα σε στρατηγική απειλή.

 ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
Β. Νέδος: Αμερικανικά σενάρια για το μέλλον της Τουρκίας
 

 
 Η στρατηγική απραξία σε ένα περιβάλλον προκλήσεων
 μετατρέπει το πλεονέκτημα σε στρατηγική απειλή.

Ο μέσος πολίτης ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ να χαμογελά με ικανοποίηση μετά από την απόφαση των Αμερικανών να αναγνωρίσουν την γενοκτονία των Αρμενίων. Και το δικαιούται διότι αν μη τι άλλο αντιλαμβάνεται ότι αυτή η απόφαση, τσαλακώνει σοβαρά ένα κρίσιμο ιστορικό αφήγημα των Τούρκων

Τα πολιτικά επιτελεία όμως, ΥΠΟΧΡΕΟΥΝΤΑΙ να σκέφτονται σοβαρά και να σχεδιάζουν στρατηγικά τον βηματισμό τους, αξιοποιώντας προς τούτο κάθε πρόσθετη δυνατότητα που ανακύπτει – ακόμη και εάν ανακύπτει αιφνίδια – και όχι να επαναπαύονται στο εύκολο και στο επιφανειακό που αρκεί για να ικανοποιήσει το θυμικό των πολιτών. Επί του προκειμένου, αυτό που υποχρεούνται πρωτίστως να κάνουν τα πολιτικο-στρατιωτικά επιτελεία στην χώρα μας, είναι να αντιληφθούν πως μια δυναμική διεργασία έχει ήδη ενεργοποιηθεί μετά από την συγκεκριμένη παρέμβαση των Αμερικανών και πως η εξέλιξή της στο άμεσο μέλλον, θα είναι συνισταμένη πολλών παραμέτρων, μία από τις οποίες σχετίζεται ΚΑΙ με τον τρόπο με τον οποίο θα παρεμβαίνει στα τεκταινόμενα η Ελληνική εξωτερική πολιτική.

Όπως ήδη έχουμε αναλύσει, η συγκεκριμένη  απόφαση συνιστά στρατηγικού χαρακτήρα, βραχυ-μεσοπρόθεσμης απόδοσης, παρέμβαση των ΗΠΑ, που τοποθετεί σε ιδιότυπες Συμπληγάδες την Τουρκία και ως εκ τούτου ελάχιστα έως καθόλου σχετίζεται με τις όποιες ευαισθησίες του Αμερικανού προέδρου απέναντι στην ιστορική αλήθεια. Άλλωστε, στην Διπλωματία των ισχυρών, δεν υπάρχουν εκκρεμότητες με τις οποίες απλώς κάποιοι δεν πρόλαβαν ή δεν θέλησαν να ασχοληθούν στην πορεία των δεκαετιών. Υπάρχουν μόνο «παρκαρισμένες» εφεδρείες, που περιμένουν την γεωπολιτική τους εργαλειοποίηση στον κατάλληλο χρόνο και με τον ενδεδειγμένο τρόπο, προκειμένου να αποδώσουν και συγκεκριμένα αποτελέσματα. Η επιδίωξη των Αμερικανών, είναι διπλή.

  • Από την μία θέλουν να υπονομεύσουν πολλαπλά και εκ των έσω το καθεστώς Ερντογάν, προκαλώντας την ενεργοποίηση εσωτερικών πολιτικών αντιθέσεων και ρηγμάτων, διευκολύνοντας έτσι την ενίσχυση φυγόκεντρων τάσεων, ικανών να προκαλέσουν ευρύτερους κλυδωνισμούς στο πολιτικό σύστημα της Τουρκίας.
  • Και από την άλλη διαμηνύουν στους πάντες, πως δεν θα διστάσουν να ενθαρρύνουν αποδομητικά φαινόμενα και εθνοτικές εσωτερικές συγκρούσειςπου θα μπορούσαν να θέσουν την συνοχή της Τουρκίας σε αχαρτογράφητα νερά, καθιστώντας τις εξελίξεις απρόβλεπτες. 

Το πρώτο feed back από την γειτονική χώρα, πιστοποιεί ότι το μήνυμα έχει ληφθεί και οι προσπάθειες διαχείρισης των πιθανολογούμενων συνεπειών του είναι πυρετώδεις. Παρ όλα αυτά, τόσο οι συνέπειες της απόφασης αυτές καθ εαυτές όσο και οι υποβόσκοντες παραδοσιακοί φυσιογνωμικοί και ιδεολογικοί ανταγωνισμοί στο εσωτερικό της Τουρκίας, οι οποίοι έχουν συστημικό αποτύπωμα και οι οποίοι εντείνονται στον απόηχο αυτής της απόφασης, επιβαρύνουν το ήδη τεταμένο κλίμα που υπάρχει στην χώρα μετά το αποτυχημένο «πραξικόπημα» του 2016 και τις διώξεις που εξακολουθούν να κλιμακώνονται.

Συνισταμένη της διεξόδου που αναζητούν οι πάντες προκειμένου να διασφαλίσουν αυξημένο ρόλο στον έλεγχο των πολιτικών εξελίξεων και να προλάβουν τα χειρότερα στο επίπεδο των πολύμορφων εσωτερικών αντιπαραθέσεων, είναι η φυγή προς τα εμπρόςΔηλαδή η καταφυγή σε περιφερειακές παρεμβάσεις, μέσα από τις οποίες θα επιχειρήσουν να πείσουν τους πάντες, ότι ο περιφερειακός ρόλος της Τουρκίας παραμένει για όλους σημαντικός και αναντικατάστατος, αλλά και η καταφυγή σε πρακτικές υπερενίσχυσης του τυχοδιωκτικού Εθνικισμού, στην προσπάθειά τους να αποτυπώσουν ένα θετικό ισοζύγιο, ακυρώνοντας έτσι τα ρήγματα που προσπαθεί να ενεργοποιήσει η συγκεκριμένη παρέμβαση των ΗΠΑ.

Για την Ελλάδα όλα τα παραπάνω διαδραματίζονται και αφορούν στην περιοχή του ευρύτερου ζωτικού της ενδιαφέροντος κι από την άποψη αυτή, συνιστούν μια νέα σύνθετη πρόκληση που θα πρέπει επιτέλους να αφυπνίσει την συστημική στρατηγική σκέψη.

Όχι μονάχα γιατί τόσο ή ίδια όσο και η Κύπρος, βρίσκονται στο επίκεντρο των πιθανολογογούμενων τουρκικών τυχοδιωκτισμών, αλλά και διότι στον απόηχο αυτών των εξελίξεων, η Ελλάδα και ο Ελληνισμός εν συνόλωοφείλει να πάψει να συμπεριφέρεται ως ο αδύναμος κρίκος που παραμένει ευάλωτη στους τουρκικούς σχεδιασμούς, και να μεγιστοποιήσει το εύρος των Συμπληγάδων που δημιουργεί η Αμερικανική παρέμβαση, προωθώντας αποτελεσματικά την ατζέντα της Μαύρης Θάλασσας  και οργανώνοντας την συνολική διπλωματικοπολιτική της αντεπίθεση στην βάση της προώθησης των Ιστορικών δικαίων του Ελληνισμού. Και παράλληλα με αυτό, να επιδιώξει την πραγματικά στρατηγική ενδυνάμωση των περιφερειακών συνεργειών στις οποίες συμμετέχει, θωρακίζοντάς τες μεταξύ άλλων και με τα απαραίτητα ιστορικά και πολιτισμικά αναχώματα, που θα ακυρώσουν πλήρως τον επιθετικό νεο-οθωμανικό αναθεωρητισμό, περιχαρακώνοντας την Μητρόπολη της αναπαραγωγής του και συρρικνώνοντας τον ζωτικό της χώρο εκεί που ανήκει ιστορικά.

Τα πρώτα δείγματα προφανώς δεν είναι αισιόδοξα. Η διπλωματική κινητικότητα και η ανυπαρξία σοβαρής ποιοτικής αναβάθμισης της Ελληνικής Διπλωματίας, δεν παραπέμπουν σε πολιτικό επιτελείο που δείχνει να έχει επίγνωση της κατάστασης και την αναγκαία αποφασιστικότητα προκειμένου να αποστασιοποιηθεί από τα παραδοσιακά φοβικά σύνδρομα, σπεύδοντας να αξιοποιήσει εποικοδομητικά τα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται. Για την Ελληνική Διπλωματία είναι σαν να μην άλλαξε τίποτε μετά την παρέμβαση των ΗΠΑ…

  • Σαν να μην έχουν καταστεί αντικειμενικά πιο ώριμες οι συνθήκες προκειμένου να αναδειχτούν σε όλα τα διεθνή φόρα, οι ιστορικές συνέπειες από την εγκληματική δράση των Τούρκων βιαστών των Διεθνών Συνθηκών σε βάρος και των Ελληνικών πληθυσμών και των θεμελιωδών κανόνων και η συνακόλουθη ανάγκη της Ιστορικής δικαίωσης…
  • Σαν να μας περισσεύουν διαχειριστικά πλεονεκτήματαεπομένως δεν υπάρχει επιπρόσθετος λόγος αξιοποίησης και αυτών που λίαν προσφάτως ανέκυψαν ΚΑΙ εξ αιτίας της Αμερικανικής παρέμβασης.

Μέσα σε αυτό ακριβώς το περιβάλλον της επικίνδυνης Νιρβάνας και της προκλητικής στρατηγικής απραξίας, εντάσσονται αντικειμενικά και οι δηλώσεις Δένδια στο Arab News αναφορικά με τους υδρογονάνθρακες στο Αιγαίο. Πρόκειται για δηλώσεις που ΔΕΝ συνιστούν κανενός είδους  νηφάλια των πραγμάτων προσέγγιση, όπως έσπευσαν να δηλώσουν παραδοσιακά συστημικές φωνές οι οποίες συστηματικά καθαγιάζουν και νομιμοποιούν συμβιβαστικές λογικές στο όνομα της «σύνεσης» και του υποτιθέμενου ρεαλισμού που θα πρέπει να διέπει την εξωτερική πολιτική της χώρας…

Πρόκειται για δηλώσεις που συνιστούν σημαντική τακτική υπαναχώρηση, μέσα από την οποία ακυρώνεται πλήρως η ισχύς της διακηρυγμένης Εθνικής θέσης σύμφωνα με την οποία: «Τα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου, πετρελαίου, αλλά και ηλεκτρικής ενέργειας αποτελούν προτεραιότητα της εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας και το Υπουργείο Εξωτερικών παρακολουθεί συστηματικά τα διεθνή ενεργειακά ζητήματα σε ότι αφορά αυτόν τον τομέα»

Πρόκειται για δηλώσεις που διατυπώνονται σε μια κρίσιμη συγκυρία, με την Τουρκία να πιέζεται ΚΑΙ από μια πλειάδα εσωτερικών προβλημάτων αλλά ΚΑΙ από το περιβάλλον των παραδοσιακών της συμμαχιών, και την ίδια στιγμή η Ελλάδα, η στοχοποίηση της οποίας αντιμετωπίζεται από την γείτονα ως προϋπόθεση για την στρατηγική της επιβίωση και την περιφερειακή της ενδυνάμωση, σπεύδει να πετάξει σανίδα σωτηρίας, αποκαθηλώνοντας ουσιαστικά όλο το πλαίσιο της στρατηγικής θωράκισης των κυριαρχικών της δικαιωμάτωνδιευκολύνοντας έτσι ΤΟΣΟ την περιφερειακή εδραίωση του Τουρκικού αναθεωρητισμού, ΟΣΟ και την ενδοσυμμαχική διαχείριση που θα μπορούσε να διασφαλίσει την τουρκική επαναπροσέγγιση με δέλεαρ την Ιφιγενειοποίηση της Ελλάδας.

Έτσι, αυτή η καταφανής αναντιστοιχία ανάμεσα στο περιβάλλον των ιστορικών προκλήσεων με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα και του πολιτικού προσωπικού το οποίο καλείται να τις διαχειριστεί, προσλαμβάνει επικίνδυνες διαστάσειςκαι αν οι υγιείς δυνάμεις που παραμένουν διάσπαρτες μέσα στην κοινωνία δεν αναλάβουν τις ενδεδειγμένες πρωτοβουλίες, σύντομα θα βρεθούμε αντιμέτωποι με δυσάρεστες και μη αναστρέψιμες εκπλήξεις.

Κ. Κυριακόπουλος 

Από Militaire News -29/04/2021  

29/4/2021 


          ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ         

 

Σύμφωνα με την έκθεση του JINSA, η πρόσφατη προσπάθεια του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν για επανεκκίνηση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και άλλες δυτικές χώρες θεωρείται «ανειλικρινής», καθώς υπαγορεύεται από την πολιτική πίεση που δέχεται στο εσωτερικό της χώρας (φωτ. Turkish Presidency via A.P., Pool).

 

 Αμερικανικά σενάρια 

για το μέλλον της Τουρκίας

Τη ριζική αλλαγή της ατμόσφαιρας, αλλά και της οπτικής γωνίας που υπάρχει στην Ουάσιγκτον έναντι της Τουρκίας, αντικατοπτρίζει η τελευταία έκθεση του Εβραϊκού Ινστιτούτου Εθνικής Ασφαλείας της Αμερικής (JINSA) με τίτλο «Οχι πια πολύτιμη; Μια αμερικανική στρατηγική για μια μοναχική Τουρκία» («Precious No More? A U.S. Strategy for a Lonely Turkey»).

Η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν παρουσιάζεται ως μια δύναμη αποσταθεροποίησης της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, που πρέπει είτε να υποχωρήσει από την επιθετικότητά της έναντι των ΗΠΑ και των περιφερειακών συμμάχων της είτε να πληρώσει ακριβό τίμημα που θα περιλαμβάνει κυρώσεις και περιθωριοποίηση εντός του ΝΑΤΟ. Γίνεται λόγος για την ανάγκη να χρησιμοποιηθεί τακτική «καρότου και μαστιγίου», αλλά με σκοπό να υπάρξουν αποτελέσματα και όχι απλές παραινέσεις. Στην έκθεση γίνεται σαφής αναφορά στην ανάγκη η Ουάσιγκτον να διαδραματίσει ρόλο συντονιστή, ώστε να γίνει αντιληπτό σε όλους τους εταίρους πως οι ανησυχίες της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας για την τουρκική επιθετικότητα είναι δικαιολογημένες και βασισμένες στην πραγματικότητα. Η συγκεκριμένη αποστροφή αποτελεί μια σαφή αιχμή για τη στάση που κρατούν ορισμένοι Ευρωπαίοι εταίροι έναντι των ελληνικών και κυπριακών ανησυχιών.

Η έννοια της «πολύτιμης μοναξιάς», που χρησιμοποιείται στον τίτλο της έκθεσης, προέρχεται από τη φράση που είχε χρησιμοποιήσει το 2013 ο Ιμπραήμ Καλίν, ο στενότερος σύμβουλος του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, προκειμένου να εξηγήσει την, αναδυόμενη τότε, εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, έπειτα από την κατάρρευση του δόγματος «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες» του Αχμέτ Νταβούτογλου. Η πρόσφατη προσπάθεια του Ερντογάν για επανεκκίνηση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και άλλες δυτικές χώρες χαρακτηρίζεται «ανειλικρινής», καθώς υπαγορεύεται από την πολιτική πίεση που δέχεται στο εσωτερικό και όχι από την ανάγκη ανασχεδιασμού της εξωτερικής πολιτικής.

Οι συντάκτες της έκθεσης επισημαίνουν ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν θα πρέπει να επιδιώξει μια πολιτική που από τη μια θα προχωρεί προς μια νέα συνεργασία με την Αγκυρα, αλλά από την άλλη θα προστατεύει τις ΗΠΑ από τη μονομερή εξωτερική πολιτική που ακολουθεί η Αγκυρα. Η επιτυχία μιας τέτοιας πολιτικής, αναφέρουν, εξαρτάται από δύο στοιχεία: πρώτον, τον συντονισμό ανάμεσα στους διατλαντικούς και μεσογειακούς εταίρους που έναντι της Τουρκίας έχουν όλοι συμφέροντα που αλληλοεπικαλύπτονται, αλλά είναι συχνά μη εναρμονισμένα, και με διαφορετική προτεραιότητα για τον καθένα. Δεύτερον, να δοθεί στην Τουρκία ένα συγκεκριμένο δίλημμα ώστε να είναι σαφές ότι αν δεν αλλάξει η συμπεριφορά της, θα υπάρξουν σοβαρές επιπτώσεις.

Οι συντάκτες της έκθεσης συνιστούν προς αυτή την κατεύθυνση μια στρατηγική αφενός γραφειοκρατική και συναλλακτική, αφετέρου σε συντονισμό με τους εταίρους, πέραν του Ατλαντικού, και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Οι προτάσεις προς την κυβέρνηση Μπάιντεν είναι οι εξής:

Πρώτον, η σχέση ΗΠΑ – Τουρκίας να μπει στη σωστή διάσταση. Η Τουρκία δεν θα πρέπει να ενθαρρύνεται ώστε να συνεχίσει να πιστεύει ότι είναι «απαραίτητος» εταίρος για τις ΗΠΑ. Σε αυτό το πλαίσιο είναι σωστό οι επαφές σε επίπεδο Μπάιντεν να μειωθούν.

Δεύτερον, η δημιουργία ενός συνασπισμού. Η Ουάσιγκτον να πείσει τους Ευρωπαίους εταίρους της ότι το ζήτημα των S-400 είναι τεράστιας σημασίας για το σύνολο του ΝΑΤΟ. Επίσης, πρέπει να συντονίσει την προσπάθεια ανάδειξης των ελληνικών και κυπριακών ανησυχιών για την τουρκική επιθετικότητα. Προκειμένου να εξασφαλίσει μια κοινή προσέγγιση, η Ουάσιγκτον πρέπει να είναι προετοιμασμένη να προσθέσει στην ατζέντα ζητήματα που δεν την αφορούν ευθέως, όπως η μετανάστευση, που ενδιαφέρει τους Ευρωπαίους.

Τρίτον, να δοθεί ξεκάθαρη επιλογή προς την Τουρκία. Ενας τέτοιος συνασπισμός θα πρέπει να δώσει στην Τουρκία την ευκαιρία να βελτιώσει τις σχέσεις με όλους ή να διακινδυνεύσει την αποξένωση όλου του συνασπισμού. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να δοθούν οι εξής επιλογές: συνεργασία εναντίον της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα και εγκατάλειψη των S-400 από την Τουρκία. Συμπερίληψη σε σχέδια όπως η μεταφορά φυσικού αερίου από την Ανατολική Μεσόγειο προς την Ευρώπη σε αντάλλαγμα για τον τερματισμό της επιθετικότητας στη θάλασσα ή την εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ και αραβικά κράτη με αντιστάθμισμα την εγκατάλειψη της υποστήριξης των Αδελφών Μουσουλμάνων και ισλαμιστικών κινημάτων. Ως προς τους S-400, οι συντάκτες επισημαίνουν ότι η ΗΠΑ θα πρέπει «να απορρίψουν τους αποπροσανατολιστικούς ισχυρισμούς των Τούρκων περί αναλογίας κτήσης S-300 από τους Ελληνες», καθώς αυτό συνέβη διότι οι πύραυλοι αγοράστηκαν από την Κύπρο, και, με αίτημα των ΗΠΑ, μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα «αφότου οι Τούρκοι απείλησαν να τους βομβαρδίσουν προτού ακόμα συναρμολογηθούν».

Τέταρτον, μέτωπο για τη δημοκρατία. Να τεθεί από τις ΗΠΑ η ανησυχία για την κατάσταση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και ο Ερντογάν πρέπει να καταλάβει ότι αυτό δεν μπορεί να απαντηθεί μόνο με συμβολικές χειρονομίες. Αν η Τουρκία δεν συμμορφωθεί, να αποκλειστεί από τη Σύνοδο των Δημοκρατιών.

Πέμπτον, λύση στη Συρία. Η κυβέρνηση Μπάιντεν πρέπει να συμφιλιώσει την πραγματικότητα της συνεχιζόμενης αμερικανικής υποστήριξης των συριακών κουρδικών δυνάμεων με τους τουρκικούς φόβους. Πρέπει να κάνει την Αγκυρα να αντιληφθεί ότι η αμερικανική παρουσία στη βορειοανατολική Συρία είναι τελικά προς όφελος της Τουρκίας.

Εκτον, σχέδιο για περαιτέρω επιδείνωση των σχέσεων. Με δεδομένη την πιθανότητα ότι εσωτερικοί και ιδεολογικοί παράγοντες θα ωθήσουν την Τουρκία προς μια αυξανόμενα επιθετική και ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, τα υπουργεία Εξωτερικών και Αμυνας, υπό την καθοδήγηση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, πρέπει με τρόπο ορατό να δημιουργήσουν εναλλακτικά σχέδια τα οποία θα πρέπει να περιλαμβάνουν:

• Μετεγκατάσταση των αεροπορικών επιχειρήσεων των ΗΠΑ από τη βάση του Ιντσιρλίκ σε νέες τοποθεσίες.
• Μηχανισμούς για την περιθωριοποίηση της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ αν παρεκκλίνει από τα κοινά συμφέροντα της Συμμαχίας.
• Περαιτέρω περιορισμούς στη δυνατότητα της Τουρκίας να αποκτά αμερικανικά όπλα για τη στρατιωτική ενίσχυσή της.
• Επιβολή περαιτέρω οικονομικών κυρώσεων αν η Τουρκία επιμείνει με τους S-400.

 Αναφορά στο μνημόνιο της Αγκυρας με τη Λιβύη

Eνα από τα στοιχεία που χρησιμοποιούν οι συντάκτες της έκθεσης του JINSA για να υπογραμμίσουν την τουρκική προκλητικότητα είναι το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Οπως επισημαίνουν, στο τέλος του 2019 η Αγκυρα υπέγραψε με την κυβέρνηση της Τρίπολης μια συμφωνία που «σκόπευε να οριοθετήσει» τις ΑΟΖ των δύο χωρών, «αγνοώντας πλήρως τις διεκδικήσεις της Ελλάδας στα ίδια ύδατα». Επίσης, τουρκικά πλωτά γεωτρύπανα έκαναν γεωτρήσεις και έρευνες μονομερώς σε ύδατα «που από τη διεθνή κοινότητα θεωρούνται ως ύδατα που ανήκουν στην Κύπρο». Η συγκεκριμένη εξέλιξη έφερε την Τουρκία σε σύγκρουση με χώρες της Ε.Ε., ιδιαιτέρως με τη Γαλλία.

Τονίζεται ότι η Τουρκία είναι επιθετική έναντι του Ισραήλ και της Αιγύπτου και υποστηρίζει ισλαμιστές εξτρεμιστές εναντίον τους, ενώ υπενθυμίζεται ότι το περασμένο καλοκαίρι ο επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ χαρακτήρισε την Τουρκία «μεγαλύτερη απειλή από το Ιράν».

Επιπλέον, η Τουρκία επιτέθηκε σε Κούρδους στην Τουρκία, στη Συρία και στο Ιράκ υπό το πρόσχημα της τρομοκρατίας και συγκρούστηκε με τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κυρίως λόγω της στήριξης της Αγκυρας στους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Ως «αμφιλεγόμενη» περιγράφεται η σχέση με τη Μόσχα, καθώς Τουρκία και Ρωσία υποστηρίζουν διαφορετικές πλευρές στο Ιντλίμπ, στη Λιβύη, στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και στην Ουκρανία. Στην έκθεση υπάρχει σαφής αναφορά στη χρήση των UAV Bayraktar που έχουν χρησιμοποιηθεί στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και στη Λιβύη, αλλά και ο σχεδιασμός της «Γαλάζιας Πατρίδας» για ένταξη ακόμα 23 πλοίων στον τουρκικό στόλο (περιλαμβανομένων τεσσάρων φρεγατών) έως το 2023.

Από την έκθεση δεν λείπουν οι αναφορές στην ενίσχυση των δεσμών της Ελλάδας με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ. Μάλιστα, επισημαίνεται ότι «η ταχεία επέκταση των δεσμών ασφάλειας και άμυνας τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με το Ισραήλ έλαβε χώρα υπό την ηγεσία του ακροαριστερού κόμματος ΣΥΡΙΖΑ», ενώ η σχέση Ελλάδας-Ισραήλ βελτιώθηκε μετά την κατάρρευση της συνεργασίας Ισραήλ – Τουρκίας. Η τριμερής Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου επισημαίνεται ως σημαντική, με ιδιαίτερο επίτευγμα τις ΑΟΖ των πρώτων με την Αίγυπτο. Αναφορά γίνεται, επίσης, στις στενές σχέσεις Ελλάδας με Σαουδική Αραβία (στρατιωτικές ασκήσεις) και με ΗΑΕ.

Οι συντάκτες της έκθεσης επιχειρούν να περιγράψουν τον τρόπο με τον οποίο η Αγκυρα πρακτικά απομονώθηκε από τους υπόλοιπους παράγοντες στην περιοχή. Επισημαίνουν ότι η τουρκική προκλητικότητα έναντι όλων αιτιολογείται ως νόμιμη αυτοάμυνα και υπογραμμίζουν ότι από το 2016 ο Ερντογάν συνεργάζεται με υπερεθνικιστές, περιλαμβανομένης της φράξιας των ευρασιανιστών που διάκεινται θετικά στη Μόσχα. Επιπλέον, η Τουρκία αποτελεί την κύρια βάση για τους εξόριστους Αδελφούς  Μουσουλμάνους από την Αίγυπτο, καθώς φιλοξενούνται στην Τουρκία 30.000 στελέχη των Αδελφών Μουσουλμάνων της Αιγύπτου. Από την Τουρκία συνεχίζουν να καλούν σε αντίδραση εναντίον της κυβέρνησης του Αλ Σίσι.

Ως προς την Ανατ. Μεσόγειο, αναφέρεται στην έκθεση ότι η Τουρκία αντί να πιέζει προς μια κατεύθυνση επίλυσης των μακροχρόνιων διαφορών, έχει καταφύγει στη διπλωματία των κανονιοφόρων. Το τουρκικό ναυτικό αναπτύχθηκε αρκετές φορές ώστε να διώξει ερευνητικά πλοία από τα ύδατα που αμφισβητεί, ενώ η Αγκυρα έστειλε τα δικά της γεωτρύπανα στην κυπριακή ΑΟΖ όχι μόνο για να παρενοχλήσει τις κυπριακές έρευνες, αλλά και για να εδραιώσει τις δικές της διεκδικήσεις. Γίνεται αναφορά και στην κλιμάκωση στο Αιγαίο με τη συστηματοποίηση παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου και χωρικών υδάτων.

Ε.Ε. – Τουρκία

Στην Ε.Ε., Ελλάδα, Κύπρος και Γαλλία περιγράφονται ως οι χώρες που έχουν ενώσει τις ανησυχίες τους για την Τουρκία. Ιταλία και Ισπανία έχουν αντισταθεί στη σύγκρουση με την Τουρκία. Η Ισπανία περιγράφεται ως ο πιο ένθερμος υποστηρικτής της Τουρκίας στην Ε.Ε. Η Γερμανία εξισορροπεί ανάμεσα σε αυτές τις πλευρές. Τονίζεται ότι η Γερμανία έχει σχεδόν 5 εκατ. κατοίκους τουρκικής καταγωγής και υπέστη πολιτικές επιπτώσεις μετά τη μεταναστευτική κρίση του 2015, γι’ αυτό και οι Γερμανοί ηγέτες επιδιώκουν συμφωνίες για τη μετανάστευση με τον Ερντογάν.

Σημειώνεται, τέλος, ότι την τελευταία δεκαετία το χάσμα μεταξύ Αγκυρας και Ουάσιγκτον διευρύνθηκε, παρά τις καλές προσωπικές σχέσεις του Ερντογάν με τον Ομπάμα και τον Τραμπ.

 
Βασίλης Νέδος

https://www.kathimerini.gr/politics/561348424/amerikanika-senaria-gia-to-mellon-tis-toyrkias/

29.04.2021